Σήμερα είναι :

Πνευματικά άρθρα και Αναγνώσματα.Αποσπάσματα από διάφορα βιβλία.

Συντονιστές: ntinoula, Συντονιστές

Απάντηση
konstantinoupolitis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1080
Εγγραφή: Τετ Ιαν 17, 2007 6:00 am
Τοποθεσία: Μακεδονία

Δημοσίευση από konstantinoupolitis »

Τη ΙΓ΄ του αυτού μηνός:

Μνήμη των μαρτύρων Κάρπου επισκόπου Περγάμου(ή Θυατείρων), Παπύλου διακόνου(αμφότεροι ιατροί), Αγαθοδώρου υποτακτικού αυτών και Αγαθονίκης αδερφής του Αγίου Παπύλου των εν Περγάμω( †250 ή 161–168 ),

Μνήμη του Αγίου μάρτυρος Φλωρεντίου του εκ Θεσσαλονίκης(πρόκειται περί ατομικής μνήμης σε σχέση με την ομαδική που εορτάζεται την 10η του αυτού μηνός) ( † ; ),

ο Άγιος μάρτυς Διόσκορος ο εκ Κυνοπόλεως(ή Νικοπόλεως) της Αιγύπτου εφοριακός επίτροπος ξίφει τελειούται( †303–5 ),

Μνήμη του Αγίου Βενιαμήν Ιερομάρτυρος του διακόνου και εν Περσία αθλήσαντος εν έτει 424( ή 399–420 ),

Μνήμη των Αγίων δυο παιδών μαρτύρων( †; ),

ο Άγιος μάρτυς Αντίγονος πυρί τελειούται( †; ),

Μνήμη του Οσίου Νικήτα του Ομολογητού και εκ Παφλαγονίας πατρικίου(†853–60 ; ),

Μνήμη του Οσίου Λουκά του Σικελού κτίτορος Ι.Μ. Αγίων Ηλιού και Αναστασίου εν Carbone εν ειρήνη δε κοιμηθέντος έτει 993

Μνήμη του Οσίου Βενιαμήν του Λαυρεώτου εν Σπηλαίοις του Κιέβου( † ; ),

Μνήμη του εν Αγίοις πατρός ημών Μελετίου(Α΄) Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας του Πηγά του εκ Χάνδακα και εν ειρήνη κοιμηθέντος έτει 1601,

η Αγία παρθενομάρτυς Χρυσή–Ζλάτω η εκ Σλάτενα Μογλενών(Αλμωπίας) μεληδόν κατακοπείσα εν έτει 1795.
silver
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 3145
Εγγραφή: Παρ Δεκ 29, 2006 6:00 am
Τοποθεσία: Κων/νος@Μόντρεαλ-Καναδά.
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από silver »

===============================================
Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2008

(ΚΑΤΑΛΥΣΙΣ ΕΙΣ ΠΑΝΤΑ)

Ναζαρίου, Γερβασίου, Προτασίου και Κελσίου των μαρτύρων, Κοσμά, Παρασκευής και Νικολάου των οσίων, Ιγνατίου επισκόπου Μηθύμνης.

Εικόνα

Άγιοι Ναζάριος, Προτάσιος, Γερβάσιος και Κέλσιος

Οι γονείς του Ναζαρίου (Αφρικανός και Περπετούα ) λέγεται ότι υπήρξαν μαθητές του Απ. Πέτρου, ο όποιος τους είλκυσε στη χριστιανική πίστη και τους βάπτισε. Ο γιος τους έμεινε ορφανός σε νεαρή ηλικία, μέσα σε μία διεφθαρμένη κοινωνία. Άλλα ο Ναζάριος είχε κληρονομήσει τις αρετές των γονέων του. Έμεινε αγνός και άμεμπτος, σύμφωνα με τη συμβουλή του πνευματικού του πατέρα Απ. Πέτρου, πού λέει: "Τας ψυχάς υμών ηγνικότες εν τη υπακοή της αληθείας". 'Οφείλετε, λέει ο Απ. Πέτρος, να κάνετε αγνές και καθαρές τις ψυχές σας από κάθε ακάθαρτο πάθος και επιθυμία και κλίση, με την υπακοή σας στην αλήθεια του Ευαγγελίου. Και ο Ναζάριος όχι μόνο έμεινε αγνός μέσα στο διεφθαρμένο κοινωνικό του περιβάλλον, αλλά όταν έγινε 20 χρονών διαμοίρασε τα υπάρχοντα του στους φτωχούς και άρχισε περιοδείες, κηρύττοντας το Ευαγγέλιο με πολλή καρποφορία. Όταν πήγε στα Μεδιόλανα, συνάντησε δύο ευσεβείς άνδρες, τον Προτάσιο και τον Γερβάσιο. Εκεί, και οι τρεις μαζί δια του θείου λόγου πέτυχαν πολλές κατακτήσεις. Όχι μόνο από τον όχλο, αλλά και από τις ανώτερες κοινωνικές τάξεις. Κατόπιν ο Ναζάριος πήγε στη Γαλλία, όπου με το δίχτυ του λόγου είχε πολλές επιτυχίες. Μεταξύ αυτών πού πίστεψαν, ήταν και μια νεαρή ψυχή, ο Κέλσιος. Όταν ο Ναζάριος επέστρεψε στα Μεδιόλανα, τον συνέλαβαν. Προηγουμένως είχαν συλλάβει και τους Προτάσιο και Γερβάσιο. Ο έπαρχος Αννουλίνος, όταν είδε ότι δεν άλλαζαν την πίστη τους, όλους, μαζί με το νεαρό Κέλσιο, τους αποκεφάλισε.


Τετράριθμον σύνταγμα, των αθλητών του Χριστού, Ναζάριον μέλψωμεν, συν Γερβασίω ομού, Προτάσιον, Κέλσιον· ούτοι γαρ την Τριάδα, ανεκήρυξαν πάσιν, λύσαντες δι΄ αγώνων, των ειδώλων την πλάνην. Αυτών Χριστέ ικεσίαις, πάντας ελέησον.

Το Ευαγγέλιο της Ημέρας

Κατά Λουκάν η΄ 1-3

Απόστολος: Απ. Παύλου Εφ. Ε: 20-25


---------------------------------
Tuesday, October 14, 2008


Nazarios, Gervasios, Protasios, & Celsius of Milan
Kosmas the Hagiopolite

The holy Martyrs all contested for piety's sake in Milan; after the passage of much time their holy relics were discovered and given honourable burial by Saint Ambrose.

Apolytikion in the Fourth Tone

Thy Martyrs, O Lord, in their courageous contest for Thee received as the prize the crowns of incorruption and life from Thee, our immortal God. For since they possessed Thy strength, they cast down the tyrants and wholly destroyed the demons' strengthless presumption. O Christ God, by their prayers, save our souls, since Thou art merciful.

Kontakion in the Second Tone

In shedding the light of miracles like shining lamps, O Martyrs of God, ye make the whole creation bright, at all times dispelling the deepest night of sickness and maladies and without cease pleading with Christ, the only God, that He grant His mercy to us.


Gospel Reading
Luke 8:1-3

Epistle Reading
St. Paul's Letter to the Ephesians 5:20-25


http://www.youtube.com/watch?v=hdM2XtrY ... re=related

===============================================
Άβαταρ μέλους
Teri
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 2330
Εγγραφή: Δευ Απρ 07, 2008 5:00 am
Τοποθεσία: Αικατερίνα@Θεσσαλονίκη

Δημοσίευση από Teri »

Οσία Παρασκευή η Νέα, η Επιβατιανή

Η οσία Παρασκευή γεννήθηκε το 1150 μ.Χ. στους Επιβάτες της ανατολικής Θράκης. Από μικρή έκανε αγαθοεργίες και όταν μεγάλωσε έφυγε από το πατρικό της σπίτι και πήγε στην Κωνσταντινούπολη για να προσκυνήσει τα Ιερά λείψανα των Αγίων. Από εκεί αναχώρησε στην Ηράκλεια του Πόντου, όπου για πέντε χρόνια είχε αναλάβει την περιποίηση κάποιου ναού. Κατόπιν έφυγε στους Αγίους Τόπους και εγκαταστάθηκε σε μια γυναικεία Μονή, όπου για αρκετά χρόνια ασκήθηκε στην αρετή. Έπειτα αναχώρησε πάλι στην Κωνσταντινούπολη και από 'κει στην Καλλικράτεια της νοτιοανατολικής Θράκης, όπου παρέμεινε δύο χρόνια στον ναό των Αγίων Αποστόλων και εκεί απεβίωσε ειρηνικά σε ηλικία μόλις 27 ετών. Ετάφη στο κοιμητήριο της Καλλικράτειας. Μετά από μερικά χρόνια παρουσιάστηκε σ' έναν ασκητή, ακολούθως έγινε η ανακομιδή της και το βρέθηκε το λείψανό της άθικτο και ο τάφος ευωδίαζε. Το λέιψανό της έκανε πολλά θαύματα κι εξακολουθεί να κάνει και στις μέρες μας.

Το 1639 το σκήνωμά της μεταφέρθηκε μετά από αίτημα του Βασιλείου, ηγεμόνα της Μολδαβίας, πρός τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παρθένιο Αʼ, στον Ι.Ν. των Τριών Ιεραρχών του Ιασίου. Η οσία Παρασκευή η Επιβατιανή, η και Νέα, αγία ελληνικής καταγωγής, απελάμβανε και απολαμβάνει ιδιαίτερης τιμής στον ορθόδοξο χώρο της Βαλκανικής, η οποία τιμή αποτυπώνεται στην αγιογραφία, υμνογραφία, λαογραφία και τέχνη των Βαλκανικών Χωρών, της Ελλάδας, της Βουλγαρίας, της Σερβίας και της Ρουμανίας.

Την ακολουθία της συνέγραψε ο Συρίγος Μελέτιος.

Σήμερα πανηγυρίζει ο Ιερός Ναός Οσίας Παρασκευής στη Νέα Καλλικράτεια Χαλκιδικής όπου η Οσία τιμάται και ως πολιούχος.
silver
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 3145
Εγγραφή: Παρ Δεκ 29, 2006 6:00 am
Τοποθεσία: Κων/νος@Μόντρεαλ-Καναδά.
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από silver »

===============================================

Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2008

(ΝΗΣΤΕΙΑ)

Λουκιανού ιερομάρτυρος, Σαββίνου και Βάρσου των οσίων.
Εικόνα

Μάρτυς Λουκιανός (Πρεσβύτερος)

Ο ΑΓΙΟΣ ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ ο ιερομάρτυρας. Πρεσβύτερος της Εκκλησίας της Αντιοχείας,γεννήθηκε στα Σαμόσατα της Συρίας από γονείς ευσεβείς, και με ανάλογο τρόπο άνατράφηκε. Μετά το θάνατο των γονέων του, διαμοίρασε στους φτωχούς την πατρική του περιουσία και αφοσιώθηκε στη μελέτη των θείων Γραφών, διότι στη σκέψη του επικρατούσαν τα λόγια του Απ. Παύλου: "Πάσα γραφή θεόπνευστος και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν, προς έλεγχον, προς έπανόρθωσιν, προς παιδείαν την εν δικαιοσύνη". Δηλαδή, όλη η Γραφή έχει εμπνευσθεί από το Θεό. Γι αυτό είναι ωφέλιμη για να διδάσκει την αλήθεια, να ελέγχει τις πλάνες, να διορθώνει αυτούς πού αμαρτάνουν και να παιδαγωγεί στην αρετή. Κατόρθωσε, λοιπόν, και ο Λουκιανός να γίνει βαθύς γνώστης της Αγίας Γραφής και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στην Αντιόχεια. Εκεί δίδασκε με θάρρος και ακρίβεια το θείο λόγο, ενθαρρύνοντας τους χριστιανούς στο μαρτύριο. Στην Αντιόχεια, μάλιστα, ίδρυσε σχολή, όπου φοίτησαν αρκετοί μαθητές, καταρτιζόμενοι στα χριστιανικά δόγματα και στην άσκηση της αρετής. Όταν ο Λουκιανός έμαθε ότι στη Νικομήδεια ο Διοκλητιανός καταδίωκε και θανάτωνε τους χριστιανούς, άφησε την Αντιόχεια και πήγε στη Νικομήδεια για να στηρίξει και να ενισχύσει τους Χριστιανούς στο μαρτύριο. Συνελήφθη, όμως, από το Διοκλητιανό και κλείστηκε στη φυλακή, όπου και πέθανε από πείνα.


Θείω Πνεύματι, λελαμπρυσμένος, γνώσιν ένθεον, εταμιεύσω, και της πίστεως τον λόγον ετράνωσας· όθεν Μαρτύρων αλείπτης γενόμενος, Λουκιανέ εν αθλήσει ηρίστευσας. Μάρτυς ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Το Ευαγγέλιο της Ημέρας

Κατά Λουκάν η΄ 22-25

Απόστολος: Απ. Παύλου Εφ. Ε:25-33

----------------------------------

Wednesday, October 15, 2008

Loukianos the Martyr of Antioch
Savinos the Bishop of Catania



Loukianos the Martyr of Antioch

This Saint was from Samosata, the son of pious parents. He established a catechetical school in Antioch, and taught the correct doctrines of the Faith and made clear the parts of the divine Scriptures that were difficult to understand. He edited the Old Testament translation from the Hebrew tongue, and published it in an excellent edition, free from every heretical corruption and interpolation. He travelled to Nicomedia to strengthen the faithful there in their contests for Christ, and was accused before Maximinus, with whom he conversed openly. When he had made a defence of the Christian Faith, he was condemned to imprisonment where, in 311, he died of hunger and thirst.

Apolytikion in the Fourth Tone

Thy Martyr, O Lord, in his courageous contest for Thee received the prize of the crowns of incorruption and life from Thee, our immortal God. For since he possessed Thy strength, he cast down the tyrants and wholly destroyed the demons' strengthless presumption. O Christ God, by his prayers, save our souls, since Thou art merciful.

Kontakion in the Second Tone

We all gloriously acclaim thee with hymns, O Lucian, thou most brilliant luminary, who wast first illustrious in asceticism and then shonest forth in contest: Intercede unceasingly for us all.

Gospel Reading
Luke 8:22-25

Epistle Reading
St. Paul's Letter to the Ephesians 5:25-33

http://www.youtube.com/watch?v=NmqSBuEJ ... re=related


===============================================
silver
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 3145
Εγγραφή: Παρ Δεκ 29, 2006 6:00 am
Τοποθεσία: Κων/νος@Μόντρεαλ-Καναδά.
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από silver »

===============================================
Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2008

(ΚΑΤΑΛΥΣΙΣ ΕΙΣ ΠΑΝΤΑ)

Λογγίνου μάρτυρος του εκατοντάρχου, του εν τω Σταυρώ.


Εικόνα


Τον Ήλιον της δόξης Σταυρώ προσηλωθέντα, και τοις εν σκιά θανάτου, εκλάμποντα ως είδες, ηυγάσθης αυτού ταις ατραπαίς, και ήθλησας Λογγίνε ευσεβώς· δια τούτο νοσημάτων παντοδαπών, λυτρούσαι τους εκβοώντας· δόξα τω δεδωκότι σοι ισχύν, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω ενεργούντι δια σου, πάσιν ιάματα.

Το Ευαγγέλιο της Ημέρας

Κατά Ματθαίον κζ΄ 33-54

Απόστολος: Απ. Παύλου Εφ. Ε:33 ΣΤ: 1-9

-----------------------------------

Thursday, October 16, 2008

Longinos the Centurion

This Martyr was in the service of Pontius Pilate at the time of Christ our Saviour's Passion. While standing guard at the Cross and beholding the earthquake and all that came to pass, he cried out with fear, "Truly this was the Son of God" (Matt. 27:54). After the Resurrection, he forsook the military and departed for Cappadocia, his homeland, where he preached Christ. By the agency of Pontius Pilate, Tiberius Caesar had him arrested and beheaded.

Apolytikion in the Fourth Tone

Thy Martyr, O Lord, in his courageous contest for Thee received the prize of the crowns of incorruption and life from Thee, our immortal God. For since he possessed Thy strength, he cast down the tyrants and wholly destroyed the demons' strengthless presumption. O Christ God, by his prayers, save our souls, since Thou art merciful.
Kontakion in the Fourth Tone

With great joy the Church of Christ today rejoiceth on the festive memory of blest Longinus, the all-famed and godly prizewinner. And she doth cry out: O Christ, my foundation and might art Thou.


Gospel Reading
Matthew 27:33-54

Epistle Reading
St. Paul's Letter to the Ephesians 5:33; 6:1-9

http://www.youtube.com/watch?v=fBLGvuNY ... re=related
silver
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 3145
Εγγραφή: Παρ Δεκ 29, 2006 6:00 am
Τοποθεσία: Κων/νος@Μόντρεαλ-Καναδά.
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από silver »

===============================================

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2008

(ΝΗΣΤΕΙΑ)

Ωσηέ του προφήτου, Ανδρέου οσιομάρτυρος.

Εικόνα
Ωσηέ (Προφήτης)

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΩΣΗΕ

Ήταν γιος του Βεηρεί από τη Βελεμώθ της φυλής Ισάχαρ και έζησε τον όγδοο αιώνα προ Χριστού, επί βασιλέων του Ιούδα, Οζίου, Ιωάθαμ, 'Αχαζ, Εζεκία και του Ισραήλ Ιεροβοάμ Β'. Στήν Παλαιά Διαθήκη, είναι ο πρώτος από τους δώδεκα μικρούς λεγόμενους προφήτες. Ο Ωσηέ ήταν ψυχή γεμάτη από ζήλο για το θείο Νόμο, γι' αυτό και στο προφητικό του βιβλίο καταγγέλλει ευθέως το λαό του Ισραήλ, πού είχε μολυνθεί από την ειδωλολατρία. ΟΙ συμβολισμοί του θεωρούνται δυσεξήγητοι, αλλά σαφέστατα εκδηλώνει την πίστη του στο Σωτήρα Χριστό. Μάλιστα, ο ίδιος ο Κύριος μας χρησιμοποίησε μια σπουδαία φράση του Ωσηέ, προς τους Φαρισαίους (Ματθ. Θ:Ί3 ), η οποία λέει: Έλεος θέλω και ου θυσίαν και επίγνωσιν Θεού ή ολοκαυτώματα. Δηλαδή, λέει ο Θεός μέσω του Ωσηέ: "Προτιμώ την ειρηνική αγάπη σας προς εμένα και όχι τις τυπικές θυσίες, και θέλω να έχετε επίγνωση του θείου θελήματος περισσότερο, παρά τα χωρίς νόημα και ουσία ολοκαυτώματα πού προσφέρετε". Επίσης, φράσεις του Ωσηέ χρησιμοποίησαν και οι Απόστολοι Πέτρος και Παύλος στις επιστολές τους. Ο Ωσηέ λέγεται ότι έζησε 75 χρόνια, και μετά παρέδωσε στο Θεό τη δίκαια ψυχή του.


Θείον έσοπτρον, του Παρακλήτου, εχρημάτισας, σοφέ Προφήτα, τας σεπτάς εκφαντορίας δεχόμενος· όθεν εν κόσμω μελλόντων την πρόγνωσιν, ώσπερ φωτός λαμπηδόνας εξηστράψας. Οσηέ ένδοξε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος.

Το Ευαγγέλιο της Ημέρας

Κατά Λουκάν θ΄ 12-18

Απόστολος: Απ. Παύλου Εβρ. ΙΑ: 33-40 ΙΒ:1-2

-------------------------------


Friday, October 17, 2008

Hosea the Prophet
Holy Martyrs Cosmas and Damian of Arabia

Hosea the Prophet

According to some, Hosea, whose name means "God is help," was from the tribe of Issachar, or more likely, from that of Reuben; he was the son of Beeri. He is the first in order of the twelve minor Prophets and the most ancient of all. He prophesied in the days of the divided Kingdom; the Lord told him to take a harlot to wife (Hosea 1:2 ), and then an adulteress (ibid., 3:1 ). The harlot, a known sinner, was a figure of the Kingdom of Israel in Samaria, which openly worshipped idols; the adulteress, lawfully married yet sinning secretly with her lovers, was a figure of the Kingdom of Judah in Jerusalem, which, while having the Temple, and the priesthood, and the divine worship according to the Law, stealthily served the idols also. The Prophet Hosea prophesied for sixty years, and lived for some ninety years, from 810 to 720 B.C. His book is divided into fourteen chapters.

Apolytikion in the Second Tone

As we celebrate the memory of Thy Prophet Hosea, O Lord, through him we beseech Thee to save our souls.

Kontakion in the Plagal of the Fourth Tone

Initiated by divine illumination, thou wast deemed worthy of the lofty gift of prophecy and foretoldest of the promise of grace, O Prophet. O Hosea, since thou dwellest in God's glory now, do thou rescue from all manner of adversity us who cry to thee: Rejoice, thou vessel of grace divine.

Gospel Reading
Luke 9:12-18

Epistle Reading
St. Paul's Letter to the Hebrews 11:33-40; 12:1-2


http://www.youtube.com/watch?v=5F9-cc_l ... re=related


===============================================
silver
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 3145
Εγγραφή: Παρ Δεκ 29, 2006 6:00 am
Τοποθεσία: Κων/νος@Μόντρεαλ-Καναδά.
Επικοινωνία:

Re: Σήμερα είναι :Τη ΙΣΤ΄ (16η) του μηνός Οκτωβρίου μνήμη του Αγίου Μάρτυρος ΛΟΓΓΙΝΟΥ του Επισκόπου.

Δημοσίευση από silver »

Λογγίνος, ο Άγιος Μάρτυς, ο Εκατόνταρχος, ήτο Ιουδαίος το γένος, ζων κατά τας ημέρας της ενσάρκου οικονομίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, υπηρέτει δε ως εκατόνταρχος εις την υπηρεσίαν του Πιλάτου. Ούτος κατά την ημέραν καθ’ ην ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός δια την άπειρον αυτού ευσπλαγχνίαν εσταυρώθη κατά το ανθρώπινον δια να μας λυτρώση από την προπατορικήν παράβασιν, προσετάχθη από τον Πιλάτον να φυλάττη μετά των στρατιωτών του το Σώμα του Ιησού. Και οι μεν Μαθηταί και Απόστολοι του Κυρίου δια τον φόβον των Ιουδαίων έφυγαν, ο δε μακάριος Λογγίνος παραμείνας πλησίον του Εσταυρωμένου και βλέπων τα σημεία και άπειρα θαύματα, άπερ έγιναν εις εκείνην την σωτήριον Σταύρωσιν, ήτοι τον σεισμόν, την του ηλίου εις σκότος μεταβολήν, τους ανοιγέντας τάφους και τους εξ αυτών εκπηδήσαντας νεκρούς ανεβόησε μετά μεγάλης φωνής ειπών· «Αληθώς Θεού Υιός ην ούτος» (Ματθ. κζ:54). Γνωρίσας δε την αλήθειαν, ωμολόγησεν αυτήν χωρίς φόβον τινά εις το μέσον της Συναγωγής των Ιουδαίων με ελευθέραν γλώσσαν, λέγων και πάλιν· «Θεού Υιός ήτο ο Ιησούς κατά αλήθειαν»· έπειτα πάλιν, όταν ενεταφίασαν το ζωοποιόν και πανακήρατον εκείνο Σώμα, προσέταξεν ο Πιλάτος τον αυτόν Λογγίνον να φυλάττη τον Τάφον με την κουστωδίαν του. Τότε λοιπόν ο Εκατόνταρχος, καίτοι είχεν αγαθήν γνώμην δια τον Χριστόν και επίστευεν ότι ήτο Υιός Θεού, καθώς και με το στόμα τον εμαρτύρησεν, όμως επήγε να φυλάττη κατά το πρόσταγμα. Μετά την του Σωτήρος Ανάστασιν επήγεν ο Λογγίνος με τους άλλους στρατιώτας της κουστωδίας εις την συναγωγήν των Ιουδαίων, και λέγουσιν εις αυτούς όλα τα γενόμενα, ήτοι δια τον σεισμόν, όστις έγινε, και τον αστραπόμορφον Άγγελον, ο οποίος εκύλισε τον μέγαν λίθον του Τάφου, και ότι αληθώς ανέστη ο Χριστός, και έμεινεν ο Τάφος κενός με το σουδάριον· οι δε προεστώτες των Ιουδαίων, νομίζοντες αισχύνην των μεγάλην του Χριστού την Ανάστασιν, έδωσαν εις τους στρατιώτας όσα αργύρια ήθελον, ίνα συκοφαντήσωσι την Ανάστασιν, λέγοντες ότι οι Απόστολοι επήγαν την νύκτα κρυφίως και τον έκλεψαν. Αυτά μεν είπον οι επίλοιποι στρατιώται προς τον Πιλάτον και τους άλλους της πόλεως, ο πιστός όμως Λογγίνος δεν έλαβε καν έν αργύριον, αλλά παρρησία, με ελευθέραν γνώμην και γλώσσαν ελέγχων το ψεύδος των Ιουδαίων, εκήρυττε την αλήθειαν, ότι δηλαδή ο Χριστός είναι Θεός αληθινός και ηγέρθη εκ νεκρών. Ταύτα μαθών ο Πιλάτος και οι έξαρχοι των Ιουδαίων έστρεψαν προς τον Λογγίνον το μίσος, όπερ είχον κατά του Χριστού πρωτύτερα, και εγύρευον τρόπον και καιρόν επιτήδειον να τον φονεύσωσιν οι αλιτήριοι, το οποίον ακούσας ο Λογγίνος από τινα φίλον του, έδωκε, κατά το κοινώς λεγόμενον, τόπον εις την οργήν, απορρίπτει την ζώνην και την χλαμύδα, καταφρονεί το αξίωμα, απαρνείται τους συγγενείς και φίλους του, και λαβών εις την συνοδείαν του δύο στρατιώτας, οίτινες επίστευσαν και αυτοί εις τον Χριστόν, επήγεν εις την Καππαδοκίαν και γίνεται μετά των συντρόφων αυτού κήρυξ των παραδόξων θαυμασίων του Χριστού και άλλος Απόστολος. Αύτη η φήμη του Λογγίνου διεδόθη σχεδόν εις τον κόσμον άπαντα, ότι δηλαδή κηρύττει τον Εσταυρωμένον Ιησούν Θεόν αληθέστατον. Μαθόντες δε τούτο οι θεοκτόνοι Ιουδαίοι συνήχθησαν και καταπείθουσι τον Πιλάτον να γράψη κατηγορίας δια τον Λογγίνον προς τον Καίσαρα Τιβέριον, ότι κατεφρόνησε την αξίαν του και την πίστιν των ειδωλολατρών και κηρύττει ένα άνθρωπον Ιησούν Χριστόν δια Βασιλέα αιώνιον, και έσυρεν εις την γνώμην αυτήν τους περισσοτέρους των Καππαδοκών και επίστευσαν. Ομού δε με τα γράμματα ταύτα έστειλαν οι Ιουδαίοι και αργύρια, δια να καταπείσουν τον βασιλέα να αποφασίση τον Λογγίνον εις θάνατον, και ούτως εγένετο. Λαβών λοιπόν ο Πιλάτος το βασιλικόν πρόσταγμα, το οποίον έγραφε να θανατώσωσι τον Λογγίνον, το έδειξε των Ιουδαίων, οίτινες ευθύς εκίνησαν πρόθυμοι, ως γύπες σαρκοβόροι, και φθάνουσιν εντός ολίγου εις την Καππαδοκίαν, διέμειναν δε εις εν μέρος έξω της πόλεως εις το οποίον ήτο αγρός πατρογονικός του Λογγίνου, ευρίσκετο δε εις αυτόν και ο Άγιος, όστις κατώκει εκεί δια την ησυχίαν διάγων πολιτείαν ασκητικήν και ατάραχον. Μη γνωρίζοντες δε οι στρατιώται ότι αυτός ήτο ο ζητούμενος, τον ηρώτησαν εμπιστευτικώς, εάν ήξευρε να τους υποδείξη τον τόπον εις τον οποίον κατώκει ο Λογγίνος ο Εκατόνταρχος· τούτο δε είπον, διότι εσκέπτοντο να υπάγωσιν αιφνιδίως και να τον συλλάβωσι, καθότι ενόμιζον ότι, αν το μάθη, θα φύγη δια να μη τον φονεύσωσι και δεν ηννόουν οι άφρονες ότι περισσότερον εδίψα εκείνος να λάβη την σφαγήν δια την αγάπην του Χριστού, όστις εθανατώθη δια την σωτηρίαν μας, παρά εκείνοι δια να το επιτύχωσι. Γνωρίσας λοιπόν ο μακάριος Λογγίνος από Πνεύμα Άγιον τι τον ήθελαν, είπε προς αυτούς με φωνήν πραείαν και φιλάνθρωπον· «Ακολουθείτε μοι, να σας δείξω εκείνον τον οποίον ζητείτε». Ως δε ευφραινόμενος ο γενναίος του Χριστού Αθλητής είχε μεγάλην χαράν, γνωρίζων και προ του Μαρτυρίου πόσην ηδονήν έμελλε να απολαύση δια τον πρόσκαιρον θάνατον, και έλεγε ταύτα καθ’ εαυτόν· «Ως ωραίοι οι πόδες των ευαγγελιζομένων ειρήνην, των ευαγγελιζομένων τα αγαθά» (Ρωμ. ι: 15, Ησ. νβ: 7), τώρα αξιούμαι και εγώ να ίδω τους ουρανούς ανεωγμένους, με τον Πρωτομάρτυρα Στέφανον, και να επικαλεσθώ με λαμπροτάτην φωνήν τον θάνατον, λέγων μετ’ αυτού προς τον Θεόν και Σωτήρα μου: Κύριε Ιησού, δέξαι το Πνεύμα μου (Πράξ. ζ: 59). Τώρα γυμνούμαι τον πήλινον χιτώνα, λυτρούμαι από την φθοράν, και την αφθαρσίαν χαίρων ενδύομαι, εξέρχομαι από τα μεγάλα κύματα και χαλεπά του προσκαίρου βίου ναυάγια, και υπάγω προς τον αληθή λιμένα, εις τον οποίον είναι ζωή άλυπος και ανάπαυσις αιώνιος. Ευφραίνου λοιπόν, ω ψυχή μου, απερχομένη προς τον ποιητήν και σωτήρα, δείξον, ω Λογγίνε, φαιδρόν και ιλαρόν σου το πρόσωπον, υπόδεξαι φιλοφρόνως και φίλευσον πλούσια τούτους, οι οποίοι σου προξενούσι τοιαύτην μακαριότητα, δείπνησον πολυτελώς τους καλεστάς, οι οποίοι ήλθον να σε υπάγωσιν εις τον δείπνον του Δεσπότου σου». Ταύτα λέγων καθ’ εαυτόν ο μακάριος επήρε τους εχθρούς του εις την οικίαν του, και αφ’ ου τους εφιλοξένησε πλουσιώτατα, τους ηρώτησε, δια ποίαν αιτίαν εζήτουν με τόσον πόθον τον Λογγίνον. Οι δε πρώτον μεν τον ώρκισαν να μη είπη εις ουδένα την υπόθεσιν, έπειτα του ωμολόγησαν την αλήθειαν, ότι δηλαδή έγραψεν ο βασιλεύς προς τον Πιλάτον να θανατώση αυτόν μετά δύο άλλων συστρατιωτών του, ο δε Άγιος ηρώτησε και δια τους άλλους δύο τίνες ήσαν, τους οποίους ήθελον να αποκεφαλίσουν μετ’ αυτού, και μαθών ότι δια τους συντρόφους του έλεγον, είπε προς αυτούς· «Αναπαύθητε δύο ημέρας εις την οικίαν μου, ότι αυτοί οι τρεις έρχονται εδώ μεθαύριον και θα σας τους παραδώσω χωρίς να υπάγετε προς αναζήτησίν των». Τούτο δε είπε, διότι έλειπαν οι άλλοι δύο εις υπηρεσίαν τινά. Ούτος δε έχων πόθον να συγκοινωνήσωσι και εκείνοι εις το Μαρτύριον, ηθέλησε να αναμείνη έως να έλθωσιν, έστειλε δε εις αυτούς μήνυμα να επιστρέψωσι ταχέως· εφίλευσε λοιπόν τους φονευτάς αυτού ο μιμητής του Δεσπότου και τους υπηρέτει ημέρας δύο με μεγάλην φιλοτιμίαν πλουσιοπάροχα. Όταν δε ήκουσεν, ότι ήρχοντο και οι άλλοι δύο, λέγει προς τους στρατιώτας ο μακάριος· «Να ηξεύρετε, φίλοι ηγαπημένοι μου, ότι εγώ είμαι ο Λογγίνος, τον οποίον ζητείτε». Οι δε ακούσαντες εξεπλάγησαν, και βλέποντες αυτόν ιλαρόν και πρόσχαρον δεν επίστευον, ότι ήτο αυτός ο ζητούμενος, αλλ’ ύστερα, ότε το εβεβαίωσαν, επόνεσεν η ψυχή των και βαρέως εστέναξαν, κατακεντούμενοι από την συνείδησιν, ενθυμούμενοι δε την κακίστην ανταπόδοσιν, την οποίαν έμελλον να του δώσωσι δια την τοσαύτην αγάπην, την οποίαν τους έδειξεν, έλεγον μετά πόνου καρδίας και θλίψεως· «Ω δυστυχή δείπνε και κακότυχον φίλευμα! Διατί, φίλε Λογγίνε, έκαμες τοιούτον εγχείρημα, να υποδεχθής τους φονευτάς εις τον οίκον σου και η φιλοξενία σου γίνεται εις σε θάνατος; Ύπαγε εις ειρήνην, ω άνθρωπε, ας είναι η ζωή χάρισμά σου δια τον μισθόν της φιλοξενίας σου, φοβούμεθα να βάλωμεν εις τον λαιμόν σου την μάχαιραν, ευλαβούμεθα το άλας και τα λοιπά βρώματα, με τα οποία μας εφίλευσες, αμελεί ο νους και δειλιούν αι χείρες ημών να εγγίσουν εις σε, κάλλιον να κινδυνεύσωμεν από τον Πιλάτον παρά να μολύνωμεν την συνείδησιν, τοιαύτας ανταμοιβάς αποδίδοντες». Ούτω μεν οι στρατιώται έλεγον συμπονούντες τον Άγιον· ο δε απεκρίθη προς αυτούς γενναίως και αγαλλόμενος· «Διατί φθονείτε τα αγαθά, τα οποία προξενείτε, παρά την θέλησίν σας, εις εμέ; Διατί οδύρεσθε δια τον θάνατόν μου, όστις είναι απαρχή της ζωής μου και Βασιλεία αιώνιος; Μη λυπείσθε, φίλοι μου, αλλά παρηγορήθητε, ότι τούτο το τέλος προξενεί εις εμέ αγαλλίασιν αιώνιον, επειδή με αξιώνει να συνευφραίνωμαι εις τον Παράδεισον πάντοτε μετά του Δεσπότου Χριστού, όστις είναι Θεός αληθέστατος, καθώς όλα τα κτίσματα εις το εκούσιον Πάθος αυτού ωμολόγησαν, ο ουρανός εστύγνασεν, ο ήλιος εσκοτίσθη, η γη έτρεμε και αι πέτραι εσχίσθησαν, εγώ δε να γίνω αναίσθητότερος των λίθων και των άλλων κτισμάτων, να μη γνωρίσω τον κτίστην μου; Να τον αρνηθώ; Μη γένοιτο!». Αυτά και έτερα λέγων ο Άγιος δια να πείση τους απεσταλμένους να κάμωσι το προστασσόμενον, έφθασαν και οι άλλοι δύο, τους οποίους ιδών ηγαλλιάσατο και εναγκαλισθείς αυτούς τους κατεφίλησε γλυκύτατα λέγων· «Χαίρετε, στρατιώται και κληρονόμοι της Βασιλείας του Χριστού! Τώρα ανοίγουσι τας θύρας των ουρανών οι Άγγελοι δια να υπάγωσι τας ψυχάς μας εις τον Παράδεισον· ιδού βλέπω τας λαμπάδας και τα χαρίσματα, με τα οποία θα παραστώμεν εις τον αγωνοθέτην και Σωτήρα Χριστόν αγαλλόμενοι». Ταύτα ειπών ο Άγιος έβαλε τα λαμπρά του ενδύματα, ώσπερ να τον είχον καλεσμένον εις γάμον πλούσιον και δεικνύων όρος τι, εις το οποίον ήθελε να ενταφιάσουν το σώμα του, εγονάτισαν και οι τρεις και απέκοψαν οι απεσταλμένοι τας τιμίας αυτών κεφαλάς τη δεκάτη έκτη του Οκτωβρίου μηνός. Και αι μεν μακάριαι ψυχαί αυτών απήλθον εις τα ουράνια, οι δε στρατιώται, οι οποίοι τους απεκεφάλισαν, επήραν την κεφαλήν του Λογγίνου και την έφεραν εις τον Πιλάτον, ίνα βεβαιωθή ότι τον εθανάτωσαν και να ευφρανθούν οι Ιουδαίοι ορώντες αυτήν. Έδωσαν δε εις αυτούς οι Εβραίοι πολλά αργύρια, ο δε Πιλάτος πάλιν προσέταξε να ρίψωσιν ατίμως την τιμίαν κεφαλήν έξω της πόλεως. Αλλ’ ο Κύριος, δια τον οποίον η τιμία αύτη κεφαλή εκόπη, δεν αφήκε να μείνη καταφρονημένη εκεί εις την κοπρίαν, εις την οποίαν την έρριψαν, αλλά την εφύλαττεν αοράτως και την έσκεπε δια να μη πάθη από την κόπρον βλάβην τινά και ου μόνον τούτο το σημείον ετέλεσεν, αλλά και άλλο θαυμασιώτερον, και ακούσατε. Γυνή τις χήρα ήτο τυφλή, έχουσα υιόν μονογενή, μικράν παρηγορίαν εις την χηρείαν και τυφλότητα αυτής. Αύτη λοιπόν είχεν εις τον Θεόν πίστιν μεγάλην και ευλάβειαν· όθεν έλαβε την ράβδον και τον υιόν οδηγόν και απήλθεν εις τον Άγιον Τάφον να προσκυνήση, ελπίζουσα εις τον Δεσπότην Χριστόν να της δώση το φως της ως παντοδύναμος. Φθάσασα εις τους Αγίους Τόπους έλαβε το χώμα της γης και έθεσεν αυτό εξ ευλαβείας εις τους οφθαλμούς της, αλλ’ όχι μόνον το φως της δεν έλαβεν, αλλά και άλλη συμφορά δεινή επηκολούθησεν εις αυτήν, ήτοι ήλθεν ασθένεια εις τον υιόν της, τον οποίον είχεν αντί των οφθαλμών οδηγόν και βοήθειαν, και ετελεύτησεν. Έκλαιε λοιπόν η ταλαίπωρος και τας τρεις ταύτας συμφοράς και ωδύρετο λέγουσα· «Διατί, Κύριέ μου, με εγκατέλιπες τελείως την τάλαιναν; Εβαρύνθη εις εμέ η αγία σου χειρ και έκαμεν εις όλους παραβολήν και αισχύνονται εις εμέ οι δούλοι σου; Τάχα εγώ μόνον ημάρτησα και δια τούτο μόνη κολάζομαι και με εστέρησας του μονογενούς μου υιού, τον οποίον είχα αντί του φωτός των οφθαλμών μου; Ποία ελπίς σωτηρίας και παραμυθία μου έμεινεν; Ω γλυκύτατον τέκνον μου, παρηγορία του πάθους μου, τι να γίνω η ταλαίπωρος; Πως να κυβερνηθώ χωρίς σε»; Αυτά και άλλα παρόμοια μυρολόγια, κατά την συνήθειαν των γυναικών, λέγουσα η δυστυχής εκείνη γυνή, αποκοιμηθείσα από τον πόνον και τα δάκρυα, βλέπει καθ’ ύπνον τον Άγιον και της λέγει· «Εγώ είμαι Λογγίνος ο Εκατόνταρχος, του οποίου έκοψαν δια τον Χριστόν την κεφαλήν, την οποίαν, αφού έφερον εδώ, την έρριψαν εις την κοπρίαν έξω της πόλεως. Ύπαγε λοιπόν εις τον τόπον αυτόν, σκάλισε βαθέως εις την κοπρίαν και θέλεις εύρει την κεφαλήν μου, έγγισον τότε αυτήν εις τους οφθαλμούς σου και θα αναβλέψης, θα σου δείξω δε τότε και τον υιόν σου εις πόσην δόξαν ευρίσκεται, να παρηγορηθής δια τα παθήματά σου». Τοιαύτα ιδούσα η τυφλή, απήλθεν εις τον ρηθέντα τόπον με κόπον πολύν χειραγωγουμένη από άλλον και ήρχισε με μεγάλην προθυμίαν να σκαλίζη την κοπρίαν με τας χείρας της. Ευρούσα δε, ως θησαυρόν ατίμητον, την τιμίαν κεφαλήν, ευθύς ανέβλεψε και είδεν αυτήν ως αστέρα υπέρλαμπρον. Ησπάζετο λοιπόν ταύτην και την κατεφίλει με θερμότατα δάκρυα· έπειτα καθαρίσασα αυτήν επιμελώς την ήλειψε μύρα και επέστρεψεν εις τον οίκον της, βαστάζουσα τοιούτον μαργαρίτην πολύτιμον. Κατά δε την επομένην νύκτα εφάνη πάλιν εις τον ύπνον αυτής ο Άγιος, κρατών τον υιόν της εις τας αγκάλας του, ως τέκνον του, ήτο δε ο υιός της ενδεδυμένος δια πλουσίων νυμφικών ενδυμάτων και εχαίρετο. Τότε της είπεν ο Άγιος· «Ιδέ τον υιόν σου, δια τον οποίον εθρήνεις, πόσην απόλαυσιν εύρε· μη λυπήσαι λοιπόν, αλλά χαίρε, ότι ο Θεός τον ηξίωσε της Βασιλείας Του και μου τον έδωκε συνοδείαν, να μη αποχωρισθή ποτέ από εμέ. Λάβε λοιπόν την κεφαλήν μου και το λείψανον του υιού σου και θάψον εις ένα τάφον αμφότερα, ευχαρίστει δε τον Κύριον, όστις τον ανέπαυσεν εις τόσην δόξαν και ευφροσύνην αιώνιον». Ταύτα ακούσασα η γυνή έθεσεν εις θήκην την κεφαλήν του Μάρτυρος και το λείψανον του υιού της και τα μετέφερεν εις την πατρίδα της Καππαδοκίαν εις χωρίον Σανδάλην καλούμενον, παθούσα το ίδιον εκείνο όπερ έπαθε και ο Σαούλ. Διότι καθώς εκείνος ζητών τους όνους του πατρός του, εύρε παρ’ ελπίδα βασιλείαν, τοιουτοτρόπως και αυτή, ζητούσα να απολάβη το φως των οφθαλμών της, και αυτό έλαβε και θερμόν προστάτην εύρε τον Άγιον. Όθεν κτίσασα Εκκλησίαν εις το όνομα του Αγίου Λογγίνου, απεθησαύρισεν εις αυτήν την του Μάρτυρος ιεράν κεφαλήν και δι’ αυτής απέκτησε πηγήν ιαμάτων και δια τον εαυτόν της και δι’ όλους τους συμπατριώτας της Χριστιανούς, ευχαριστούσα δε τον Θεόν έλεγε· «Τώρα εγνώρισα πόσων αγαθών αξιούνται όσοι αγαπώσιν τον Κύριον! Οφθαλμούς εζήτουν σώματος, εγώ δε και τους του πνεύματος έλαβον· ελυπούμην δια την ζημίαν του τάκνου μου και είδα αυτό εις δόξαν μεγάλην συγκληρονόμον των Αγίων πλησίον Θεού παριστάμενον, συναυλιζόμενον μετά των Προφητών και των Μαρτύρων και μετά του Εκατοντάρχου Λογγίνου, ενδεδυμένους λαμπρότατα και ψάλλοντας ομού ωδήν επινίκιον, λέγοντες την ιεράν εκείνην φωνήν· «Αληθώς Θεού Υιός ην ούτος» (Ματθ. κζ: 54) και έστι και έσται η Βασιλεία Αυτού αιώνιος, και η δεσποτεία Αυτού ατελεύτητος. Αυτώ η δόξα εις τους αιώνας. Αμήν.
silver
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 3145
Εγγραφή: Παρ Δεκ 29, 2006 6:00 am
Τοποθεσία: Κων/νος@Μόντρεαλ-Καναδά.
Επικοινωνία:

Re: Σήμερα είναι :Τη ΙΖ΄ (17η) του μηνός Οκτωβρίου, μνήμη του Αγίου Προφήτου ΩΣΗΕ.

Δημοσίευση από silver »

Ωσηέ ο ένδοξος Προφήτης ήτο από την φυλήν του Ισάχαρ υιός Βεηρεί (ή Βενιή), εκ Γαλεμώθ (ή Βαλεθώμ)· ερμηνεύεται δε ο Ωσηέ Ελληνιστί σωζόμενος ή φύλαξ ή σκιάζων. Αφ’ ου δε ούτος προεφήτευσε πολλά κατά του Ισραήλ, έδωκε και σημείον παράδοξον, ότι θέλει έλθει ο Κύριος εις την γην και θέλει συναναστραφή με τους ανθρώπους, και ότι θέλουν αναφυή δώδεκα δρυς, αι οποίαι θα ακολουθώσι και θα υπακούωσιν εις τον επί γης φανέντα Θεόν, όστις θέλει σώσει όλην την γην. Αποθανών δε ούτος εν ειρήνη, ετάφη εις την γην αυτού. Προέλαβε δε την του Χριστού έλευσιν έτη ωκβ΄ (822).
silver
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 3145
Εγγραφή: Παρ Δεκ 29, 2006 6:00 am
Τοποθεσία: Κων/νος@Μόντρεαλ-Καναδά.
Επικοινωνία:

Re: Σήμερα είναιΤη ΙΗ΄ (18η) του μηνός Οκτωβρίου, μνήμη του Αγίου ενδόξου Αποστόλου και Ευαγγελιστού ΛΟΥΚΑ. :

Δημοσίευση από silver »

Λουκάς ο θείος Ευαγγελιστής και Απόστολος του Κυρίου κατήγετο από την μεγάλην Αντιόχειαν, ιατρός το επάγγελμα, αλλά και άριστος κατά την ζωγραφικήν τέχνην και εντελώς γεγυμνασμένος κατά την έξωθεν σοφίαν κατέχων την Εβραϊκήν και την Συριακήν διάλεκτον. Ούτος διατρίβων εις τας Θήβας της Βοιωτίας και ιατρεύων, κατά τους χρόνους του βασιλέως Τίτου Κλαυδίου εν έτει μβ΄ (42), συνήντησε τον Άγιον Απόστολον Παύλον· και πιστεύσας εις τον Χριστόν απέβαλε την πατρικήν πλάνην. Καθ’ υπαγόρευσιν δε του Αποστόλου Παύλου συνέγραψε και το ίδιον αυτού Άγιον Ευαγγέλιον και απέστειλεν αυτό προς τον ηγεμόνα της Αχαϊας Θεόφιλον, όστις επίστευσεν εις τον Χριστόν· έπειτα συνέγραψε και τας πράξεις των Αποστόλων αποστείλας και αυτάς εις τον ίδιον Θεόφιλον. Αφ’ ου δε εχωρίσθη από τον Παύλον, περιήλθεν όλην την Ελλάδα κηρύττων το Ευαγγέλιον του Χριστού. Επανελθών δε εις τας Θήβας της Βοιωτίας, ως λέγουσιν, εκεί εν ειρήνη ανεπαύθη, ων ογδοήκοντα ετών γέρων. Μετά θάνατον δε, θέλων ο Θεός να δοξάση τον θεράποντα και υπηρέτην του τούτον Λουκάν, έβρεξεν επί του τάφου του κολλύρια. Όθεν εκ της αιτίας ταύτης έγινε ο τάφος του θείου Αποστόλου κοινότερος εις όλους τους ανθρώπους. Ο δε Κωνστάντιος, ο υιός του Μεγάλου Κωνσταντίνου, μετέφερεν από τας Θήβας εις την Κωνσταντινούπολιν το λείψανον του Αποστόλου τούτου, δια του Αγίου Αρτεμίου του μεγάλου, δουκός της Αιγύπτου και κατόπιν Μάρτυρος, και απεθησαύρισεν αυτό εις τον Ναόν των Αγίων Αποστόλων υπό την αγίαν Τράπεζαν ομού με τα τίμια λείψανα των Αγίων Ανδρέου, Θωμά και Τιμοθέου των Αποστόλων. Λέγουσι δε ότι ο Λουκάς ούτος πρώτος εζωγράφισε τρεις Εικόνας εκ κηρίου, μαστίχης και χρωμάτων της Κυρίας Θεοτόκου, φερούσης εν αγκάλαις τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, και προσέφερε ταύτας εις Αυτήν έτι ζώσαν επί της γης, ίνα μάθη εάν ήσαν αρεσταί εις Αυτήν. Η δε Μήτηρ του Κυρίου απεδέξατο αυτάς και είπεν· «ΗΧάρις του εξ εμού τεχθέντος είη δι’ εμού μετ’ αυτών». Ωσαύτως δε εζωγράφισε και τας Εικόνας των Αγίων Αποστόλων των Κορυφαίων και έκτοτε διεδόθη εις τον κόσμον το καλόν τούτο και ευσεβές και πάντιμον έργον να ζωγραφίζωνται δηλαδή αι των Αγίων Εικόνες.

ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΒΙΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΚΑΙ ΠΑΝΕΥΦΗΜΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ ΛΟΥΚΑ. Εις τέσσαρα μέρη διαιρείται το ορθώς λέγειν, ευλογημένοι Χριστιανοί. Πρώτον μεν, α δει λέγειν· δεύτερον δε, όσα δει λέγειν· τρίτον, προς ους δει λέγειν· και τέταρτον, οπηνίκα δει λέγειν. Ήτοι όποιος άνθρωπος θέλει να ομιλήση ορθά, πρέπει τέσσαρα πράγματα να σκέπτηται· πρώτον μεν να λέγη εκείνα τα οποία πρέπει να λεχθούν· διότι όστις λέγει εκείνα τα οποία δεν πρέπει να είπη τις, ήτοι αργολογίας, βλασφημίας, φλυαρίας και τα τοιαύτα, εκείνος λέγει πράγματα, τα οποία δεν πρέπει να λέγη τις. Δεύτερον να λέγη όσα πρέπει να λέγωνται, διότι είναι και άλλοι πολλοί λόγοι αγαθοί και ψυχωφελείς, αλλά δεν πρέπει όλους να τους λέγη τις εις μίαν ώραν, μόνον δε όσα είναι πρέπον, τόσα να λέγη· διότι οι λόγοι όλοι της Παλαιάς Γραφής και της Νέας, όλοι μεν είναι καλοί και πρέπει πας Χριστιανός να τους διηγήται, αλλά δεν πρέπει όλους μαζί να λέγη τις, αλλά με ησυχίαν και υπομονήν και με καιρόν κατάλληλον να ομιλή όσα αρμόζουσι. Τρίτον, να μη απευθύνη τις τους λόγους του προς πάντα άνθρωπον, αλλά μόνον προς εκείνους τους οποίους πρέπει, διότι όστις ομιλεί λόγους σωτηριώδεις και περί Θεότητος προς άνθρωπον λιθοκάρδιον και άπιστον, εκείνος πίπτει έξω από την παραγγελίαν του Κυρίου, όστις λέγει εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον· «Μη δώτε το άγιον τοις κυσί, μηδέ βάλητε τους μαργαρίτας υμών έμπροσθεν των χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αυτούς εν τοις ποσίν αυτών, και στραφέντες ρήξωσιν υμάς» (Ματθ. ζ:6). Δια τούτο πρέπει να προσέχη ο άνθρωπος ο λέγων, προς τίνας ανθρώπους λέγει τους λόγους του, δια να μη τους χάση. Τέταρτον· πρέπει να σκέπτηται ο ομιλών, ότι, όταν είναι καιρός του λέγειν, τότε να ομιλή· διότι, εάν θελήση τις έξω του καιρού να λέγη, ήτοι όταν δεν τον ερωτούν ή όταν δεν τον ακροάζωνται, ο τοιούτος ομοιάζει με εκείνον όστις ομιλεί με την σκιάν του. Αυτά τα τέσσαρα βλέπω, ευσεβέστατοι ακροαταί, ότι συνέβησαν και εις εμέ σήμερον, ότε μέλλω να αρχίσω την περί του Αποστόλου Λουκά διήγησιν· διότι και εγώ εκείνα τα οποία πρέπει και όσα μόνον πρέπει θέλω ομιλήσει προς υμάς· έπειτα δε και ημείς, ελπίζω εις τον Θεόν, ότι είσθε όλοι πρόθυμοι εις το ακούειν, και δια τούτο συνήχθητε σήμερον. Το δε τέταρτον, ότι δεν είναι άλλος αρμοδιώτερος καιρός και καταλληλότερος εις το λέγειν, από τον παρόντα, κατά τον οποίον τελείται μνήμη και πανήγυρις Αποστόλου και Ευαγγελιστού, και κατά τον οποίον μέλλομεν και υμείς να διηγηθώμεν τας θεαρέστους αυτού και ψυχωφελείς πράξεις. Διότι πάντων μεν των Αγίων τους Βίους και τας πράξεις δίκαιον είναι και ψυχωφελές να συγγράφωμεν και να διηγώμεθα πάντοτε, επειδή όμως οι ιεροί Ευαγγελισταί, συγγράψαντες το θείον και ιερόν Ευαγγέλιον, περισσότερον μας ωφελούσιν εις την ευσέβειαν από πάσαν άλλην διδαχήν της Εκκλησίας μας, δια τούτο και τους Βίους αυτών οφείλομεν να συγγράφωμεν και να διηγώμεθα μετ’ ιδιαιτέρας ευλαβείας. Και πάντων μεν των Ευαγγελιστών τας πράξεις πρέπον είναι και ωφέλιμον να διηγώμεθα, περισσοτέραν όμως ευφροσύνην και αγαλίασιν δίδει εις ημάς η περί του θείου και ιερού Ευαγγελιστού Λουκά διήγησις, διότι και πολλήν περισσοτέραν την ωφέλειαν προξενεί. Ας αρχίσωμεν λοιπόν διηγούμενοι τας πράξεις του, καθ’ όσον είναι δυνατόν συντομώτερον. Πόλις τις κείται εις τα μέρη της Ανατολής, εις την περιοχήν της μεγάλης Συρίας, Αντιόχεια λεγομένη, την οποίαν πρέπον είναι να επαινέση τις και δι’ άλλα καλά άπερ έχει, τείχη δυνατά, περιβόλια εύμορφα, ποταμόν θαυμαστόν, τον λεγόμενον Ορόντην, αλλ’ όμως δια τούτο είναι δίκαιον να την εγκωμιάσωμεν, ότι πρώτοι οι άνθρωποι της πόλεως ταύτης εδέχθησαν μετά πάσης χαράς το κήρυγμα των Αποστόλων, και πρώτοι αυτοί ωνομάσθησαν Χριστιανοί, καθώς είναι εύκολον να το μάθωμεν από αυτόν τον Απόστολον Λουκάν, όστις γράφει εις τας Πράξεις των Αποστόλων ούτως· «Εγένετο δε αυτούς ενιαυτόν όλον συναχθήναι εν τη Εκκλησία, και διδάξαι όχλον ικανόν, χρηματίσαι τε πρώτον εν Αντιοχεία τους μαθητάς Χριστιανούς» (Πράξ. ια: 26). Και όχι μόνον απ’ αυτό πρέπει να την επαινέσωμεν, αλλά και διότι αύτη ήτο η πατρίς του Αγίου τούτου Αποστόλου, και αυτή τον ανέθρεψεν ως κλάδον θεόβλαστον. Εν ταύτη ο Απόστολος ούτος γεννηθείς, έλαχε και φύσεως ευγενούς, και ήτο εις πάσαν τέχνην επιτηδειότατος· διότι και εις την Εβραϊκήν διάλεκτον επαιδεύθη, και την Συριακήν γλώσσαν έμαθε και καθώς λέγει ο θείος Δαβίδ, «Ως το ξύλον το πεφυτευμένον παρά τας διεξόδους των υδάτων» (Ψαλμ. α: 3), τοιουτοτρόπως και αυτός ηύξανεν εις πάσαν προκοπήν. Ελθών εις ηλικίαν, επήγε και εις την Ελλάδα και εις την Αίγυπτον, και έμαθε πάσαν την σοφίαν των Ελληνικών μαθημάτων. Διότι την Γραμματικήν τόσον την έμαθε, ώστε δεν ήτο άλλος τις ανώτερός του, εις την Ρητορικήν τόσον διέπρεψεν, ώστε και αυτός τους παλαιούς ρήτορας υπερέβαλεν· αλλά και την Φιλοσοφίαν τις άλλος τον έφθασεν; Και επειδή η Φιλοσοφία διαιρείται εις δύο, εις το θεωρητικόν και εις το πρακτικόν, και θεωρητικόν μεν είναι να ηξεύρη τις τα ουράνια και τα επίγεια, πρακτικόν δε είναι να γνωρίζη πως να διευθύνη τον εαυτόν του και τους άλλους όπου τον ακούουσιν, αμφότερα δε ταύτα είχεν ο Απόστολος· το θεωρητικόν μεν, ότι έμαθε την γνώσιν των όντων· το πρακτικόν δε ότι εκυβέρνα εαυτόν προς αρετήν, και εις τους βλέποντας ήτο παράδειγμα καλόν. Τέλος έμαθε και την φιλάνθρωπον επιστήμην, την ιατρικήν λέγω· τοσούτον δε έμαθε ταύτην, ώστε από αυτήν είχεν όνομα επαινετόν· και εάν τις ήθελεν αναφέρει το όνομά του, δεν το εφανέρωνε καθολικά, εάν δε προσέθετε και το ιατρός, λέγων· «Ο ιατρός Λουκάς». Και τούτο το βλέπει πας τις εις τας Επιστολάς του θείου Παύλου, όστις γράφει περί του Αποστόλου τούτου, εις την προς Κολασσαείς επιστολήν, εις την οποίαν ονομάζει αυτόν ιατρόν, λέγων· «Ασπάζεται υμάς Λουκάς ο ιατρός ο αγαπητός». Και ναι μεν ήτο ο Άγιος άριστος, ως είπον, εις τα Ελληνικά μαθήματα, αλλά την ευσέβειαν και Ορθοδοξίαν δεν την εγνώριζεν απ’ αρχής, διότι ήτο όλως δι’ όλου βεβυθισμένος εις την ειδωλολατρίαν, ως Έλλην ων και Ελλήνων γονέων υιός· ακούσατε όμως πως προσήλθεν εις την αλήθειαν. Του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού του αληθινού Θεού κατελθόντος εκ των ουρανών και σαρκωθέντος εκ της Αγίας Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, βαπτισθέντος δε υπό του τιμίου Προδρόμου εν Ιορδάνη και υπό του Πατρός άνωθεν μαρτυρηθέντος ως Υιού αγαπητού, διδάσκοντες εις τους αμαρτωλούς μετάνοιαν, πολλοί εκ των Ιουδαίων ακούοντες επέστρεφον δια του κηρύγματος του Κυρίου εις την πίστιν. Ουχί δε μόνον οι Ιουδαίοι, αλλά και οι εξ εθνών επίστευον εις τον Χριστόν διδάσκοντα, ήσαν δε τοιούτοι εις τα μέρη της Γαλιλαίας, εις τα οποία κατώκουν Έλληνες, καθώς το λέγει και ο Προφήτης Ησαϊας, εις το ένατον κεφάλαιον της Προφητείας αυτού λέγων· «Γη Ζαβουλών και γη Νεφθαλείμ, οδόν θαλάσσης πέραν του Ιορδάνου, Γαλιλαία των Εθνών, ο λαός ο καθήμενος εν σκότει, είδε φως μέγα» (Ματθ. δ: 15-16, Ησ. θ: 1-2). Αλλά και από το ότι είχον χοίρους ημπορεί να εννοήση τις ότι κατωκουν εκεί Έλληνες, διότι η χώρα των Γεργεσηνών, εις την οποίαν έκαμεν ο Χριστός το θαύμα και ιάτρευσε τους δαιμονιζομένους, και οι δαίμονες φεύγοντες εισήλθον εις την αγέλην των χοίρων, καθώς διηγείται τούτο ο Ευαγγελιστής Ματθαίος εις το όγδοον κεφάλαιον, ήτο εις τα περίχωρα της Γαλιλαίας. Εις αυτήν λοιπόν επειδή κατώκουν Έλληνες, δια τούτο είχον και χοίρους, διότι οι Εβραίοι δεν έτρωγον χοίρους. Τότε λοιπόν και ο θείος ούτος Απόστολος Λουκάς, τυχών εκεί εις την Γαλιλαίαν, επίστευσε και αυτός ακούσας το κήρυγμα του Κυρίου, διότι δεν είχεν αυτός οφθαλμούς ψυχικούς του μη βλέπειν το φως της θεογνωσίας και ώτα του μη ακούειν το κήρυγμα της Βασιλείας των ουρανών, αλλά κεκαθαρμένος από τα πάθη του κόσμου, έχων δε τον νουν και τους οφθαλμούς της ψυχής καθαρούς από τας κοσμικάς φροντίδας, παρευθύς, ως γη αγαθή, εδέξατο τον σπόρον του κηρύγματος, και άφησε μεν τελείως όλην την θρησκείαν των ειδωλολατρών, ηκολούθησε δε ολοψύχως τον Δεσπότην Χριστόν, διο και εις όλα τα θαύματα του Χριστού ήτο και αυτός παρών, και πλέον περισσότερον εστερεούτο εκ τούτων εις την θεογνωσίαν. Διότι, όπως υπερέβαινε τους ανθρώπους του καιρού εκείνου εις σοφίαν και εις μάθησιν, τοσούτον ταχύτερα παρά τους άλλους ηννόησε την αλήθειαν. Δια τούτο λοιπόν και ο θείος ούτος Λουκάς εγένετο μαθητής του Χριστού γνήσιος, και δεν έλειπε παντελώς από πλησίον του· πλην δεν ήτο εις από τους Δώδεκα Αποστόλους τους πρώτους, αλλά από τους Εβδομήκοντα, οίτινες επίστευσαν υστερώτερα, ήτο δε και εις την Σταύρωσιν του Χριστού, και εις τα Άγια Πάθη παρών και αυτός μετά των άλλων Μαθητών. Κατά τούτο δε και υπερέβαλλε τους άλλους Αποστόλους, διότι μετά την Ανάστασιν του Χριστού την λαμπράν Κυριακήν, το εσπέρας, είδε τον Χριστόν αναστάντα, πρώτος των άλλων μαθητών, καθώς το διηγείται ο ίδιος εις το κατ’ αυτόν Ευαγγέλιον, εις το κδ΄ (24ον) κεφάλαιον λέγων, ότι πορευομένους εις την χώραν Εμμαούς μετά του Κλεώπα συνήντησεν αυτούς ο Κύριος εν σχήματι άλλου ανθρώπου· και αυτοί τότε μεν δεν τον εγνώρισαν, μετά δε ταύτα, όταν εκάθησαν εις την τράπεζαν δια να φάγωσιν, εκεί όπου έκοψεν ο Χριστός τον άρτον, μετήλλαξε το πρόσωπόν του εις το πρότερον είδος και τότε τον εγνώρισαν· Αυτός δε παρευθύς ανελήφθη απ’ έμπροσθέν των. Αλλά και εις την κάθοδον του Παναγίου Πνεύματος, εκεί και αυτός ων, μετέλαβε της ίσης Χάριτος ομού μετά των άλλων Αποστόλων. Όταν λοιπόν μετά ταύτα οι θείοι Απόστολοι διεσπάρησαν εις τα διάφορα μέρη της οικουμένης δια να κηρύξωσι την πίστην του Χριστού, τότε και ο θείος Απόστολος Λουκάς απεστάλη εις τα έθνη κηρύττων το Ευαγγέλιον· διο και πάντα αφήσας, κατά την του Κυρίου παραγγελίαν, τους συγγενείς, τους φίλους, την πατρίδα, τον βίον, την περιουσίαν, ως αετός υπόπτερος περιήρχετο κατά πάσαν πόλιν και χώραν, διδάσκων το σωτήριον κήρυγμα και εις τινας μεν τόπους τον εδέχοντο, αλλαχού δε, τύπτοντες και λιθοβολούντες αυτόν, εδίωκον. Κατά τας ημέρας εκείνας επιστρέψας και ο Άγιος Απόστολος Παύλος εις θεογνωσίαν εκ της Ιουδαϊκής πλάνης εβαπτίσθη εν Δαμασκώ υπό Ανανίου του Αποστόλου και απεστάλη εις τα έθνη υπό των άλλων Αποστόλων διδάσκων το Ευαγγέλιον. Τότε συνήντησεν αυτόν και ο Απόστολος Λουκάς και ηκολούθησεν αυτόν, περιήρχετο δε μετ’ αυτού τας πόλεις και τας χώρας, ευαγγελιζόμενος εις τα έθνη τον λόγον του Κυρίου. Διότι όχι μόνον την Θράκην, την Μακεδονίαν, την Θεσσαλίαν, την Αχαϊαν, την Πελοπόννησον, την Ασίαν, την Λυκίαν, την Κιλικίαν, την Κύπρον, την Συρίαν, το Ιλλυρικόν και την Ιουδαίαν πάσαν περιήλθεν ομού μετά του θείου Παύλου διδάσκων, αλλά και δέσμιος επήγεν από την Ιερουσαλήμ εις την μεγαλούπολιν Ρώμην. Αφήνω τους διαμέσους πειρασμούς τους οποίους έπαθε, τους παρά των απίστων λιθασμούς, της θαλάσσης τους κινδύνους, της στερεάς τους φόβους, τας επιβουλάς των Ιουδαίων, τα άλλα πολλά και μεγάλα κακοπαθήματα, άπερ τα διηγείται και μόνος του εις τας Πράξεις των Αποστόλων. Πολύ δε τον ηγάπησε και ο Απόστολος Παύλος, διο και γράφων εις τας Επιστολάς του, τον ονομάζει αγαπητόν. Ούτω πολιτευόμενος και ούτω διδάσκων μετά του θείου Παύλου τα έθνη, ηθέλησε και εγγράφως, μετά δεκαπέντε έτη από της του Χριστού Αναλήψεως να παραδώση τα όσα είδε παρά του Χριστού γενόμενα θαύματα, και όσους λόγους ήκουσε παρ’ αυτού, και όσα ήκουσε και παρά των άλλων Αγίων Αποστόλων περί του Χριστού· έγραψε δε τούτο παρακινηθείς υπό τινος ηγεμόνος του καιρού εκείνου, Θεοφίλου ονόματι. Και ίδετε πως από τους άλλους Ευαγγελιστάς πλέον λεπτομερέστερον και ρητορικώτερον συγγράφει το Ευαγγέλιόν του. Αυτός και περί της συλλήψεως του Τιμίου Προδρόμου έγραψε μόνος, αυτός και περί του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου διηγείται μόνος, αυτός και την Γέννησιν του Χριστού φανερώτερα την διηγείται, ώστε και πας Χριστιανός ακούων, νομίζει ότι τώρα βλέπει τον Χριστόν βρέφος κείμενον εις την φάτνην, και τους ποιμένας θαυμάζοντας, και τους Αγγέλους βοώντας το «Δόξα εν υψίστοις» και τας θαυματουργίας του Χριστού πλέον λεπτότερα τας διηγείται, ώστε και οι Χριστιανοί, ακούοντες αυτόν, νομίζουσιν ότι βλέπουσι τον Χριστόν παρόντα και θαυματουργούντα. Αυτός συνέγραψε και περισσοτέρας παραβολάς, ας είπεν ο Κύριος προς τους Μαθητάς και τους Ιουδαίους. Διότι εις το Ελληνικόν μάθημα όχι μόνον την γλώσσαν του είχε πεπαιδευμένην εις το λέγειν ορθώς, αλλά και εις το συγγράφειν Ελληνιστί τοσούτον ήτο συνηθισμένος, ώστε πας ρήτωρ θαυμάζει την φράσιν του Ευαγγελιστού τούτου, την οποίαν έδειξε και εις την συγγραφήν του ιερού Ευαγγελίου και εις τας Πράξεις των Αποστόλων. Αυτός και περί του Πάθους του Χριστού πλέον λεπτότερα γράφει, αυτός και περί της Αναλήψεως του Κυρίου τοσούτον φανερά διηγείται, ως να κατέβη από τους ουρανούς και είδε τα εκεί γενόμενα. Μετά δε ταύτα έγραψε και άλλο βιβλίον προς τον αυτόν Θεόφιλον, όπερ διηγείται τας Πράξεις των Αγίων Αποστόλων, τουτέστι πως όταν ανελήφθη ο Κύριος έστειλε το Άγιον Πνεύμα εις τους Αποστόλους και τους εφώτισε, πως εσοφίσθησαν οι αγράμματοι Απόστολοι, πως ελάλουν ξένας γλώσσας, πως ο Πέτρος εδημηγόρησε προς τον λαόν· πως ο Άγιος Στέφανος ελιθοβολήθη υπό των Ιουδαίων· πως ο Άγιος Πέτρος εθαυματούργει· πως ο Απόστολος Φίλιππος εβάπτισε τον ευνούχον της βασιλίσσης των Αιθιόπων. Αυτά και άλλα περισσότερα διηγείται εις τας Πράξεις ο Απόστολος ούτος. Το δε περισσότερον διηγείται δια τας Πράξεις του Αποστόλου Παύλου, πως επέστρεψεν εις την εις Χριστόν πίστιν, πως εβαπτίσθη υπό του Αποστόλου Ανανίου, πως επειράσθη εκεί, πως εκήτυξεν εις τα έθνη, πως περιήλθε μετ’ αυτού την οικουμένην, τέλος δε πως τον επήγαν δεδεμένον από την Ιουδαίαν εις την Ρώμην υπέρ του ονόματος του Χριστού· έως αυτού ηκολούθησεν ο θείος ούτος Λουκάς τον Απόστολον Παύλον. Μετά δε ταύτα αφήσας αυτόν εις την Ρώμην δέσμιον, επήγε μόνος του εις την Λιβύην και εις την Αίγυπτον και εκεί εδίδασκε του κήρυγμα του Ευαγγελίου. Ουχί δε μόνον τοσαύτα κατώρθωσε ο Απόστολος ούτος, αλλά και την Εικόνα του Χριστού λέγουσιν ότι πρώτος αυτός εζωγράφισεν, ως τεχνίτης άριστος όπου ήτο και εις την ζωγραφικήν τέχνην· και της Κυρίας Θεοτόκου τρεις και μόνας εζωγράφισεν Εικόνας ζώσης αυτής, και τας επήγε προς Αυτήν να τας ιδή, εάν της αρέσκουσι. Και η Κυρία Θεοτόκος, ως τας είδεν, τας ηυλόγησε και είπεν· «η Χάρις του εξ εμού γεννηθέντος είη δι’ εμού μετ’ αυτών». Απ’ αυτάς τας τρεις αγίας Εικόνας, η μεν μία ευρίσκεται εις την Πελοπόννησον, εις την Μονήν του Μεγάλου Σπηλαίου, ήτις είναι κατεσκευασμένη με κηρομάστιχον· η δε Δευτέρα λέγουσιν ότι είναι εις την μικράν Ρωσίαν, εις τινα πόλιν λεγομένην Βιλίναν, εις την Εκκλησίαν της Παναγίας, ήτις είναι με χρώματα εζωγραφισμένη και περικεκοσμημένη δια τιμίων λίθων και χρυσίου με βασιλικήν μεγαλοπρέπειαν, δια την οποίαν λέγουσιν οι Χριστιανοί του τόπου εκείνου, ότι ευρίσκουσιν εις τα βιβλία των γεγραμμένον, ότι οι Χριστιανοί βασιλείς της Κωνσταντινουπόλεως, εις τους παλαιούς καιρούς, την εχάρισαν εις τους Ρώσους, ποιήσαντες και συνθήκην μετ’ αυτών, δια να μη επέρχωνται κατά των τόπων αυτών προξενούντες ζημίας και δηώσεις (λεηλασίας), αλλά να είναι πάντοτε σύμμαχοί των. Η δε Τρίτη εικών, κατά την βεβαίωσιν του χρυσοβούλλου Ιωάννου Γρηγορίου Γκίκα Βοεβόδα, ηγεμόνος πάσης Ουγγροβλαχίας εν έτει ζσνζ΄ (7257) από κτίσεως κόσμου, (ήτοι εν έτει αψμθ΄ 1749 από Χριστού) Οκτωβρίου ε΄ , ευρίσκεται εις την εν Κύπρω Μονήν του Κύκκου. Περιπατών ο Άγιος Απόστολος από τόπου εις τόπον και διδάσκωνεις τα έθνη το κήρυγμα του Ευαγγελίου, έφθασε και εις τας επταπύλους Θήβας της Βοιωτίας, της οποίας και Αρχιερεύς και ποιμήν λογικός υπό του Αποστόλου Παύλου είχε χειροτονηθή. Αλλά μάθετε και τούτο, δια να μη αμφιβάλλητε, όταν ακούητε περί των Θηβών τούτων. Θήβαι πόλεις ονομάζονται πολλαί, εκ των οποίων μία είναι εις την Αίγυπτον, η οποία ονομάζεται και Θηβαϊς, ή Άνω Αίγυπτος, από την οποίαν ήτο ο Όσιος Παύλος ο λεγόμενος Θηβαίος και άλλοι πολλοί Όσιοι Πατέρες. Αύτη λέγουσιν ότι ήτο πολύ μεγάλη πόλις, και είχεν εκατόν πύλας· αλλ’ ο βασιλεύς Αλέξανδρος ο Μακεδών την κατέστρεψε και επήρε τα μάρμαρά της, κτίσας άλλην πόλιν εις το παραθαλάσσιον, την οποίαν ωνόμασεν Αλεξάνδρειαν. Ήτο και άλλη πόλις, και αυτή Θήβαι ονομαζομένη εις τους παλαιούς καιρούς, εις την Θεσσαλίαν. Ήτο και άλλη εις την Κιλικίαν, η οποία ονομάζετο Θήβα Υποπλακία, την οποίαν σήμερον λέγουσιν Αδραμύττιον. Περί ταύτης αναφέρει ο παλαιός ποιητής Όμηρος, ότι ήτο απ’ εκεί η γυνή του Έκτορος Ανδρομάχη. Αλλά και ο Απόστολος ούτος Λουκάς, διηγείται περί αυτής εις τας Πράξεις των Αποστόλων, γράφων ούτω: «Επιβάντες δε πλοίω Αδραμυττηνώ, μέλλοντες πλειν τους κατά την Ασίαν τόπους ανήχθημεν» (Πράξεις κζ: 2). Είναι και άλλη Θήβαι εις την Ιταλίαν. Είναι και αυτή η Μητρόπολις του Αποστόλου τούτου, Θήβαι λεγομένη Επτάπυλοι, διότι εις τους παλαιούς καιρούς είχεν επτά πύλας, και είναι εις την Βοιωτίαν της Ελλάδος. Εις αυτάς τας Θήβας ελθών ο Άγιος είχε μεγάλην φροντίδα, όπως τους μεν βωμούς των ειδώλων καταργήση και την των ειδώλων πλάνην εκδιώξει, Ναούς δε και Εκκλησίας να κτίση εις τιμήν του Χριστού και συνάθροισιν των ευσεβών Χριστιανών. Εις ολίγον καιρόν, με την δύναμιν του Χριστού, όλα τα κατώρθωσε· τους ειδωλολάτρας εβάπτισε και υιούς φωτός εποίησεν, αντί υιών του σκότους· τους βωμούς των ειδώλων εις την γην κατηδάφισε, τα ξόανα συνέτριψεν, Εκκλησίας αγίας και θυσιαστήρια ανήγειρε καθ’ όλην την Βοιωτίαν και την υπόλοιπον Ελλάδα, επιστρέψας αυτάς εις θεογνωσίαν εκ της ειδωλολατρικής πλάνης, και Ιερείς χειροτονήσας, τους δοκιμωτέρους των πιστευσάντων, παρέδωσεν εις αυτούς το Ευαγγέλιον όπερ αυτός συνέγραψεν εκ Πνεύματος Αγίου. Πλήρης δε ημερών γενόμενος ο ένδοξος του Κυρίου Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς εν ειρήνη προς τον της ειρήνης απήλθεν Αρχηγόν και Σωτήρα ημών Ιησούν Χριστόν, ων περίπου ογδοηκοντούτης. Και το μεν τίμιον αυτού λείψανον έμεινεν εις τας Θήβας τιμώμενον υπό των πιστευσάντων Χριστιανών, η δε αγία αυτού ψυχή απήλθεν ένθα η των ζώντων χώρα, ένθα ήχος εορταζόντων και ευφραινομένων πάντων η κατοικία εστίν. Αυτά είναι τα διηγήματα των υπέρ της ευσεβείας άθλων του Αποστόλου· αυτό είναι το τέλος των κόπων τους οποίους κατέβαλεν υπέρ του ονόματος του Χριστού, δια τους οποίους έχει και αυτός την παρρησίαν να λέγη μετά του Αποστόλου Παύλου, καθώς εκείνος εις την προς Τιμόθεον Β΄ Επιστολήν αυτού λέγει· «Τον αγώνα τον καλόν ηγώνισμαι, τον δρόμον τετέλεκα, την πίστιν τετήρηκα· λοιπόν απόκειταί μοι ο της δικαιοσύνης στέφανος, ον αποδόσει μοι ο Κύριος εν εκείνη τη ημέρα ο δίκαιος Κριτής» (Β΄ Τιμ. δ: 7-8). Αλλ’ ακούσατε τι παράδοξον θαύμα εγένετο μετά τον θάνατον αυτού. Ο Θεός θέλων να τον δοξάση, και επειδή εγίνωσκε την επιστήμην της ιατρικής, έβρεχε κατ’ έτος κατά την ημέραν της μνήμης του, ήτις είναι η δεκάτη ογδόη Οκτωβρίου, επάνω εις τον τάφον του κολλύρια, τα οποία όσοι είχον ασθένειαν εις τους οφθαλμούς, μόνον εάν εχρίοντο, παρευθύς ιατρεύοντο. Δίκαιον δε είναι να είπωμεν, και πως το τίμιον αυτού λείψανον ανεκομίσθη ως μέγα θησαύρισμα εις την Κωνσταντινούπολιν. Ο Μέγας Κωνσταντίνος αφήκε τρεις υιούς μετά τον θάνατόν του, Κωνσταντίνον, Κωνστάντιον και Κώνσταντα, οίτινες επήραν έκαστος μέρος της βασιλείας του. Και ο μεν Κώνστας επήρε την Ρώμην, ο Κωνσταντίνος τας επάνω και κάτω Γαλλίας, ο δε Κωνστάντιος ο δεύτερος υιός του παρέλαβε την Κωνσταντινούπολιν, τον θρόνον του πατρός του. Αυτός επήγε και εις τα μέρη του Ίστρου ποταμού ή Δουνάβεως και εκεί διέτριβε χρόνον ικανόν. Διερχόμενος δε ποτε τας πόλεις τας παραδουναβίους, ήκουσε ότι οι Βλάχοι, οίτινες είναι πέραν του Ίστρου, ζητούσι να εκστρατεύσωσι κατά της βασιλείας των Χριστιανών· φοβηθείς δε μήπως αληθεύση η φήμη αυτή, παραλαβών το στράτευμά του ανεχώρησε δια Κωνσταντινούπολιν. Καθ’ οδόν ερχόμενος επέζευσεν εις πόλιν τινά της Θράκης, η οποία ελέγετο πρότερον Οδρυσσός ή Ορεστιάς, και κατόπιν Αδριανούπολις. Εις αυτήν την πόλιν ευρισκομένου του βασιλέως, ήλθε προς αυτόν Επίσκοπος τις από την Πελοπόννησον, λέγων ότι γινώσκει που ευρίσκοντο τα λείψανα των Αγίων Αποστόλων Ανδρέου, Τιμοθέου και Λουκά. Τούτο ως ήκουσεν ο βασιλεύς επλήσθη χαράς, ως να του είχε δώσει μέγαν θησαυρόν· παρευθύς λοιπόν προσέταξε τον Άγιον Αρτέμιον, όστις ήτο δουξ της Αλεξανδρείας, και ύστερον εμαρτύρησεν επί του παραβάτου Ιουλιανού, να αναλάβη την τοιαύτην υπηρεσίαν. Απελθών δε ούτος μετά βασιλικής εξουσίας και ευλαβείας μεγάλης επήρε τα λείψανα, του μεν Αποστόλου Ανδρέου από τας παλαιάς Πάτρας, του δε Αποστόλου Τιμοθέου από την Έφεσον, τούτου δε του Αποστόλου Λουκά από τας Θήβας της Βοιωτίας, ένθα, ως είπομεν, ήτο ενταφιασμένος ο Άγιος. Παραλαβών λοιπόν ταύτα ο Άγιος Αρτέμιος τα επήγεν εις την Κωνσταντινούπολιν, ο δε βασιλεύς προσκυνήσας και ασπασάμενος ταύτα απέθεσε προσωρινώς εις τον Ναόν τον οποίον έκτισεν ο ίδιος επί του τάφου του πατρός του. Μετά δε ταύτα κατεσκεύασε τρία κιβώτια αργυρά, όταν δε επερατώθη η οικοδομή του Ναού των Αγίων Αποστόλων, τον οποίον είχεν αρχίσει να οικοδομή ο πατήρ του, ο Μέγας Κωνσταντίνος, κατέθεσεν εκεί τα τίμια και άγια ταύτα λείψανα, κάτωθι του δεξιού μέρους της αγίας Τραπέζης· ήσαν δε εκεί μέχρι του καιρού κατά τον οποίον είχον οι βασιλείς των Χριστιανών την Κωνσταντινούπολιν. Ακούσατε δε και θαύμα παράδοξον, όπερ εγένετο τότε, όταν έφεραν τα λείψανα των Αγίων Αποστόλων. Ο βασιλεύς είχεν ευνούχον τινα, Ανατόλιον λεγόμενον, πρώτον και πιστότερον μεταξύ των άλλων ευνούχων του παλατίου. Αυτός ησθένησεν από βαρείαν ασθένειαν, τόσον ώστε δεν ηδύναντο οι βασιλικοί ιατροί να τον θεραπεύσωσι και τον απεφάσισαν δια θάνατον. Τι έπραξεν όμως ο Ανατόλιος; Απελπισθείς πάσης βοηθείας, εσκέφθη νοερώς να προσδράμη εις την βοήθειαν της πρεσβείας του Αποστόλου Λουκά, διότι ήκουσεν ότι ζων ο Άγιος ήτο ιατρός. Έβαλαν λοιπόν την θήκην, ήτις είχε το λείψανον του Αποστόλου τούτου, επάνω εις τον Ανατόλιον και παρευθύς, ω της δυναστείας σου, Χριστέ Βασιλεύς! Ηγέρθη ο ασθενής, και βαστάζων ούτος το τίμιον λείψανον, το επήγεν εις τον Ναόν, ένθα έμελλε να το αποθέσωσι. Τούτο το θαύμα ιδών ο βασιλεύς και πας ο λαός της πόλεως εδόξασαν τον Θεόν, τον δοξαζόμενον εν τοις Αγίοις αυτού· ο δε ευνούχος Ανατόλιος, ούτω παρ’ ελπίδα σωθείς, δεν έλειψεν από τότε κηρύττων την εις αυτόν γενομένην παρά του Αποστόλου παράδοξον θαυματουργίαν, και δοξάζων τον δι’ αυτού θαυματουργήσαντα Ιησούν Χριστόν. Αύτη είναι η περί του Αποστόλου Λουκά ψυχωφελής διήγησις· αυταί είναι αι πράξεις του και ο Βίος του ως εν συντόμω, καθώς ηκούσατε, ευλογημένοι Χριστιανοί. Λοιπόν ημείς, οίτινες εορτάζομεν την μνήμην του και θέλομεν να δεχθή ο Άγιος την εορτήν μας, μη κάμνωμεν πράγματα, τα οποία έκαμνον οι ειδωλολάτραι εις τας πανηγύρεις των, τουτέστι χορούς, παιχνίδια, τραγούδια και άλλα δαιμονικά έργα, αλλά μετά συντετριμμένης καρδίας και μετά καθαρού συνειδότος ας πανηγυρίσωμεν και ας εορτάσωμεν την μνήμην του Αποστόλου. Μη στολιζώμεθα άνδρες τε και γυναίκες, ότι γη και χώμα θέλομεν γίνει· μη υπερηφανευώμεθα εις ενδύματα και στολίδια, διότι ο θάνατος μας περιμένει· μη πορνεύωμεν και μιαινώμεθα, διότι το πυρ το άσβεστον ετοιμάζεται δια τους τοιούτους· μη πολυπίνωμεν και μεθύωμεν, διότι θέλομεν διψήσει εις το πυρ το άσβεστον μετά του πλουσίου. Τι κερδίζομεν από την μέθην; Ποίον καλόν της ψυχής μας αυξάνομεν, εάν πολυφάγωμεν και κακώς δαπανήσωμεν; Πόσοι διήλθον τοιαύτας ημέρας, ως την σημερινήν, παίζοντες, χορεύοντες και μεθύοντες, οίτινες τώρα είναι χώμα εις την γην και θα είναι μακάριοι εάν έκαμον καλόν δια την ψυχήν των; Τους πτωχούς ας ενδύσωμεν, τους πεινασμένους ας χορτάσωμεν, τους διψασμένους ας ποτίσωμεν, τους ασθενείς ας φροντίσωμεν, τους φυλακισμένους ας επισκεφθώμεν, τους ξένους ας περιποιηθώμεν. Τότε να είπωμεν, ότι επανηγυρίσαμεν, τότε να καυχηθώμεν ότι εωρτάσαμεν, τότε θα δεχθή ο Θεός την εορτήν μας, τότε θα χαρώσιν οι Άγγελοι, τότε θα λυπηθώσιν οι δαίμονες. Διότι τι το όφελος, αδελφοί μου, εάν πολυφάγωμεν ημείς και οι πτωχοί πεινώσι; Τι το κέρδος, εάν πολυπίωμεν ημείς, και οι αδελφοί του Χριστού διψώσι; Μία είναι η καθολική τροφή, μία είναι η καθολική ανάπαυσις, η Βασιλεία των ουρανών, η αιώνιος ζωή, η απόλαυσις των μελλόντων αγαθών, τα δε άλλα είναι ως καπνός και όνειρον. Διότι, ειπέ μου, τι κερδίζεις, άνθρωπε, εάν πλεονεκτήσης και κερδήσης χρήματα πολλά, οίκους μεγάλους, χωράφια πολλά, αμπέλια καλά; Έρχεται ώρα και εξέρχεται η ψυχή σου και αφήνει έρημον το σώμα όχι μόνον από ενδύματα, αλλά πολλώ μάλλον από τας αρετάς. Τι το εντεύθεν; Κανέν από αυτά δεν σε συνοδεύει· οι συγγενείς μένουσι κληρονόμοι, οι φίλοι λυπημένοι, οι εχθροί χαίρουσι· συ δε τι; Υπάγεις έρημος πάντων, δεδεμένος, καταδεδικασμένος· τρέχουν κατόπιν σου αι αδικίαι, οι στεναγμοί των πτωχών, οι θρήνοι των ορφανών, τα δάκρυα των χηρών έρχονται μετά σου εις τον φοβερόν Κριτήν τον αλάνθαστον και απροσωπόληπτον. Τι γίνεται τότε; Ακούεις την φοβεράν απόφασιν· «Δήσαντες αυτού πόδας και χείρας….. εκβάλετε εις το σκότος το εξώτερον» (Ματθ. κβ: 13). Ω! πόσα δάκρυα χύνει τότε η ψυχή αοράτως και ημείς δεν την βλέπομεν! Ω! πόσα λαλεί και παραπονείται και ημείς δεν την ακούομεν! Διατί; Διότι είμεθα όλως μεμεθυσμένοι από τας φροντίδας του κόσμου, απερροφημένοι εις τας μερίμνας του πλούτου και μας ετύφλωσεν ο διάβολος εις την αμαρτίαν. Αλλ’ εάν καθαρίσωμεν τον εαυτόν μας από την σύγχυσιν των βιοτικών φροντίδων, θέλομεν δυνηθή να εννοήσωμεν τα υστερινά μας. Ας ελεήσωμεν τους πένητας, ίνα ελεηθώμεν και ημείς υπό του Κυρίου· ας αφήσωμεν εις τους αδελφούς τα πταίσματα, ίνα και ο Θεός αφήση τας ημετέρας αμαρτίας· ας έχωμεν προς αλλήλους αγάπην αληθινήν κατά Θεόν, ίνα και ο Θεός αγαπήση ημάς· ας βοηθήσωμεν τους αδυνάτους εις την ανάγκην των, ίνα και ημείς τύχωμεν της παρά Θεού βοηθείας· ας δοξάσωμεν τον Θεόν δι’ έργων, δια λόγων και δια των μελών μας. Πως δε θα δοξάσωμεν τον Θεόν δι’ έργων, πως δια λόγων και πως δια των μελών μας; Δι’ έργων δοξάζομεν τον Θεόν, εάν έχωμεν την αγάπην, ήτις είναι το κεφάλαιον των αρετών· εάν φιλοξενίαν κατορθώσωμεν, εάν ειρήνην αποκτήσωμεν, εάν καθαρότητα αγαπήσωμεν, τότε δοξάζεται ο Θεός δι’ έργων· δια λόγων δε τον δοξάζομεν, εάν πιστεύωμεν ορθοδόξως, εάν τον κηρύττωμεν Θεόν αληθινόν, εάν τον ευχαριστώμεν εις τας θλίψεις μας, εάν ομολογώμεν δια γλώσσης και καρδίας το Μυστήριον της πίστεώς μας. Πως δε δοξάζεται ο Θεός δια των μελών μας; Όταν νεκρώσωμεν τα μέλη του σώματος, όταν αποστρέψωμεν την όρασίν μας από κάλλους γυναικών, όταν φυλάξωμεν την ακοήν μας από διηγήσεις απρεπείς, όταν σφαλίσωμεν το στόμα μας από αργολογίας, όταν κρατήσωμεν τας χείρας μας από αδικίαν, όταν εμποδίσωμεν τους πόδας μας από του τρέχειν εις την εργασίαν της αμαρτίας, τότε δοξάζομεν τον Θεόν εις τα μέλη ημών, τα οποία είναι μέλη Χριστού, καθώς ο Απόστολος Παύλος εις την προς Κορινθίους Α΄ επιστολήν λέγει· «Ουκ οίδατε ότι τα σώματα υμών μέλη Χριστού εστιν»; (Α΄ Κορ. στ:15), ολίγον δε περαιτέρω επιφέρει· «Δοξάσατε δη τον Θεόν εν τω σώματι υμών και εν τω πνεύματι υμών, άτινα εστι του Θεού» (Α΄ Κορ. στ: 20). Προς τούτοις, αδελφοί, να φεύγωμεν την αιτίαν των κακών, την μέθην, περί της οποίας πολλάκις σας είπον, ότι, ως ορίζει και ο Απόστολος Παύλος εις την προς Κορινθίους πρώτην επιστολήν αυτού, οι μέθυσοι «Βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι» (Α΄ Κορ. στ:10). Διότι, ειπέ μοι, τι κερδίζεις, άνθρωπε, όταν πίνης τον πολύν οίνον; Μήπως αυξάνεις τας της ζωής σου ημέρας; όχι· αλλά πρώτον τας ελαττώνεις· δεύτερον, χάνεις την τιμήν σου· τρίτον δε και την περιουσίαν σου φθείρεις. Ιδέ τα άλογα ζώα, ότι έχουσι καλλιτέραν γνώσιν παρά ο μέθυσος· διότι εκείνα τόσον όσον είναι αρκετόν εις αυτά πίνουσι και εάν τα παρακαλέσης, δεν σε ακούουσι. Συ δε, άνθρωπος λογικός ων και κατ’ εικόνα Θεού τετιμημένος, διατί βιάζεις τον εαυτόν σου προς περισσοτέραν πολυποσίαν; Δεν γνωρίζεις ότι η μέθη κανέν καλόν δεν προξενεί; Ο Νώε απ’ αυτήν την μέθην εξεγυμνώθη· ο Λώτ απ’ αυτή αγνοών επόρνευσε τας θυγατέρας του· απ’ αυτήν και οι Εβραίοι παρακινηθέντες εγκατέλειψαν την προσκύνησιν του Θεού «και εποίησαν μόσχον εν Χωρήβ» (Ψαλμ. ρε: 19), και ήρχισαν να διασκεδάζωσι, λατρεύοντες το γλυπτόν του Βεελφεγώρ· αυτήν και ο σοφός Σολομών κατηγορεί εις το εικοστόν τρίτον κεφάλαιον των Παροιμιών, ένθα λέγει· «Μη ίσθι οινοπότης, μηδέ εκτείνου συμβουλαίς κρεών τε αγορασμοίς· πας γαρ μέθυσος και πορνοκόπος πτωχεύσει» (Παρ. κγ: 20). Περί αυτής και ο Απόστολος Παύλος μας διδάσκει, εις την προς Εφεσίους επιστολήν εις το πέμπτον κεφάλαιον, ένθα λέγει· «Και μη μεθύσκεσθε οίνω, εν ω εστιν ασωτία, αλλά πληρούσθε εν Πνεύματι» (Εφεσίους ε: 18). Και άλλοι δε πολλοί Άγιοι της Εκκλησίας μας ομοίως μας καθοδηγούσι, να μη μεθώμεν· και το γελοιωδέστερον, ότι ευρίσκονται άνθρωποι, οίτινες από την μωρίαν των επαινούσιν εκείνον όστις πίνει περισσότερον οίνον από τους άλλους, και δεν ακούουσι του σοφού Ιησού του υιού Σειράχ, όστις παραγγέλλει εις το τριακοστόν τέταρτον κεφάλαιον της Προφητείας αυτού, λέγων· «Εν οίνω μη ανδρίζου, πολλούς γαρ απώλεσεν ο οίνος» (Σειρ. λδ: 25). Αλλ’ ίσως ήθελεν είπει τις· εάν είναι ο οίνος κακόν, διατί τον έκαμεν ο Θεός; Άκουσον, ω άνθρωπε, και μη λέγης βλασφημίας, διότι δεν είναι ο οίνος κακόν, αλλ’ η κακή χρήσις τούτου, αυτή φέρει την κακίαν. Γέλως και όνειδος γίνεται ο μέθυσος και εις τους φίλους του και εις τους εχθρούς του· διότι οι μεν φίλοι του εντρέπονται να τον βλέπωσι πως παραπαίει από τοίχου εις τοίχον, οι δε εχθροί του χαίρουσι και τον καταγελώσι. Τι άλλο είναι γελοιωδέστερον από τον μωρόν άνθρωπον; Τι άλλο είναι γέλωτος άξιον, ως ο άνθρωπος όστις είναι έξω φρενών και ομιλεί παράφρονας λόγους; Αλλ’ όμως ο μέθυσος είναι πλέον γελοιωδέστερος από τον δαιμονισμένον· διότι εκείνος μεν όσα και αν κάμη, χωρίς να θέλη τα κάμνει, διότι είναι έξω φρενών· ο δε μέθυσος με την θέλησίν του γίνεται μωρός. Δια τούτο, αδελφοί, όσα ποιεί ο μέθυσος, όλα κρίνονται υπό του Θεού, επειδή τον μεν μωρόν συγχωρεί ο Θεός, εάν αμαρτάνη, διότι αγνοών αμαρτάνει· τον δε μέθυσον διπλώς κρίνει ο Θεός, και δια την μέθην του και δια την αμαρτίαν, την οποίαν διαπράττει, ευρισκόμενος εις την μέθην. Δια τούτο και ο σοφός Σολομών λέγει εις τας Παροιμίας του· «Ακόλαστον οίνος και υβριστικόν μέθη» (Παρ. κ: 1). Άκουσον δε και του Προφήτου Μωϋσέως τι λέγει εις το ένατον κεφάλαιον της Γενέσεως περί του Νώε, όταν εμέθυσε· «Και εφύτευσεν αμπελώνα, και έπιεν εκ του οίνου, και εμεθύσθη, και εγυμνώθη εν τω οίκω αυτού» (Γεν. θ: 20-21). Ακούεις πως ο δίκαιος Νώε, αν και, ως αγνοών τι πράγμα είναι ο οίνος και πιών πολύ εμεθύσθη, αλλά από τον οίκον του δεν εξήλθεν. Όχι ότι εις τον οίκον του δύναται κανείς να μεθύσκεται, αλλά είναι πολύ μεγαλύτερον το αμάρτημα, όταν ο μεθύων περιφέρεται εις τας οδούς και τα καπηλεία και διαπράττη άλλας ασχημίας, γενόμενος σκάνδαλον και εις τους βλέποντας αυτόν. Δια τούτο ας φύγωμεν, αδελφοί μου, την μέθην, ας φύγωμεν την πολυποσίαν. Όσον είναι εις ημάς αρκετόν, όσον είναι δι’ ευφροσύνην της ψυχής μας και όφελος του σώματός μας, τοσούτον ας πίνωμεν· διότι ο οίνος, ως λέγει και ο ψαλμωδός Δαβίδ, έγινε δια να ευφραίνη την καρδίαν του ανθρώπου και όχι δια να την ζημιώνη. Μη θέλωμεν μόνοι μας την ζημίαν της ψυχής μας· μη αγαπώμεν θεληματικώς την καταστροφήν του σώματός μας και την ελάττωσιν του βίου μας, ίνα εδώ μεν περάσωμεν ζωήν ειρηνικήν, άνοσον, μακρόβιον, τετιμημένην εκ Θεού και ανθρώπων, εκεί δε αξιωθώμεν της ατελευτήτου Βασιλείας των ουρανών. Ης γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν, Χάριτι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ω πρέπει δόξα, τιμή και προσκύνησις, συν τω ανάρχω αυτού Πατρί και τω Παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ αυτού Πνεύματι νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν. [/b]
silver
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 3145
Εγγραφή: Παρ Δεκ 29, 2006 6:00 am
Τοποθεσία: Κων/νος@Μόντρεαλ-Καναδά.
Επικοινωνία:

Re: Σήμερα είναι :Τη ΙΘ΄ (19η) του μηνός Οκτωβρίου, μνήμη του Προφήτου ΙΩΗΛ.

Δημοσίευση από silver »

Ιωήλ ο ένδοξος Προφήτης ήτο από την φυλήν του Ρουβίμ, υιός Βαθουήλ, εκ του αγρού του καλουμένου Μεθομμορών. Ερμηνεύεται δε Ιωήλ, αγάπη Κυρίου ή απαρχή Θεού. Επροφήτευσεν ο Προφήτης ούτος δια την πείναν, την οποίαν έμελλον να λάβωσιν οι Ιουδαίοι και δια τον αφανισμόν των νομικών θυσιών και δια το πάθος δικαίου Προφήτου, δια του οποίου μέλλει να ανακαινισθή εις σωτηρίαν όλη η γη. Και ταύτα προφητεύσας, απέθανε και ετάφη εις την ιδικήν του γην. Προέλαβε δε ούτος την του Χριστού έλευσιν έτη ω΄ (800).
Απάντηση

Επιστροφή στο “Πνευματικά Αναγνώσματα”