Γέροντας Μωυσής ο Αγιορείτης

Εδώ μπορείτε να συζητήσετε σχετικά με τους Αγιορείτες Πατέρες που έχετε επισκεφθεί στο Αγιον Όρος

Συντονιστής: Συντονιστές

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
ΜΙΧΣ
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 5035
Εγγραφή: Πέμ Φεβ 23, 2012 9:24 am

Re: Γέροντας Μωυσής ο Αγιορείτης

Δημοσίευση από ΜΙΧΣ »

“Η των απηλπισμένων μόνη ελπίς”

Γράφει ο Μοναχός Μωυσής ο Αγιορείτης

"Θεοτόκος! Η Παναγία είναι η μόνη ελπίδα. Δεν υπάρχει άλλη για τους πολλούς απελπισμένους. Μονάκριβη μάνα.

Είχε απελπιστεί από τις ικανότητες της. Δεν στεκόταν στα δεκανίκια των λόγων των άλλων. Στηριζόταν στον σταυρό του Υιού της. Ο πόνος την ομόρφαινε πιο πολύ. Στον κίνδυνο βρήκε τη λύτρωση. Επέλεξε τη σιωπή. Κυνηγήθηκε. Αγάπησε τα δύσκολα. Άντεξε στον πόνο. Άντεξε και στην ευτυχία των μαθητών του Υιού της, δίχως λάθη στις εξετάσεις. Ήξερε ν’ αναμένει.

Έπαθε λοιπόν κι έμαθε. Κέρδισε κι έχει να δώσει. Ό,τι έχει είναι δικό μας. Ο πλούτος ακένωτος, ζωοδόχος πηγή, ζωηφόρος αγάπη, επιτάφιος της απόγνωσης. Να μη την καταδέχονται και νάναι τόσο καταδεκτική. Η έκφραση της μια μεγάλη σιωπή, εύλαλη. Σκουπιδοντενεκέδες περιττών λόγων καθημερινά στις εξώθυρες, γεμάτοι οι λάκκοι. Το πέμπτο ευαγγέλιο της Παναγίας είναι όλο λευκές σελίδες, είναι γραμμένο από θωπευτική σιωπή, από μελάνι παραμυθίας. Είναι μια ανοιχτή αγκαλιά, μια σεμνή παρουσία, ένα μαντήλι, ένα ρόδο, ένα κουκί θυμίαμα στο λιβανιστήρι της γιαγιάς, μια αχτίδα ήλιου στην κλειστή κάμαρη, η μόνη γυναικεία μορφή στο κελλί του ασκητή, η διακόνισσα του Άθω, η αρχόντισσα του Πρωτάτου, η θαυματουργός Γερόντισσα.

Η Παναγία, η θάλασσα του Πεντζίκη, το λιμάνι της σωτηρίας, το μαφόρι της σκέπαστρο παρηγοριάς, η αρετή της τροφή μας, όλων των πεινασμένων, των φτωχών άφωτων, η φίλη των αθώων, των μαυρισμένων στο δάκρυ πονεμένων γιάτρισσα, ο ήλιος του χιονιού μας.

Η Παναγία δεν είναι διόλου δυσνόητη, δεν είναι σύμβολο, δεν είναι ούτε γριά ούτε παιδούλα, ξέρει πόσο αισιόδοξη να είναι, ν' απομακρύνεται ξέρει από το προσκήνιο, εκεί που δεν θέλουν να την επικαλούνται. Δεν θέλει να δυσκολεύει κανένα, ούτε με την αγάπη της. Όσοι επέλεξαν τη χαζομάρα τους αφήνει να φάνε τα μούτρα τους.

Επιτέλους ας νοιώσουμε πως η μοναξιά μας πρέπει να μάθει να στρώνει μόνη τραπέζι. Δεν γίνεται συνέχεια να ξεγλυστράμε και να θέλουμε κι έτοιμο φαγητό και στρωμένο τραπέζι κι άμισθο και χαμογελαστό υποτακτικό. Καλούμεθα νάμαστε ευγνώμονες μ’ αυτό που μας δόθηκε, η ανδρεία να μας στολίσει, η ωραιότητα της παιδικής αγνότητας να καλύψει τη γύμνια μας, σε μια εποχή που η κακομοιριά δέρνει τους καλλιτέχνες, τους επιστήμονες και μερικούς ακόμη ιερείς.


Ευχαριστώ, Παναγία μου, για τον ενθουσιασμό που μου δίνεις απόψε, που είμαι απελπισμένος και η ελπίδα μου είσαι Εσύ. Ας αφήσουμε λίγο και τους άλλους, ας δούμε και το σκαρί μας, δεν είναι εγωιστικό, είναι απαραίτητο.

Ελπίδα στο μέλλον, απελπισία καλή στο παρελθόν, χαρά στο νυν, μακαριότητα στο αεί.

Πάντα η θυσία, θυσιάζεται ο Υιός στον Σταυρό. θυσιάζεται η μητέρα του στην αγκαλιά του άφατου πόνου. Ο πόνος με πόνο νικιέται. Η αγάπη κερδίζεται με πόλεμο. Πότε θα μας διδάξει κι εμάς η αγία Παράδοση;

Μονάκριβη ελπίδα του κόσμου Υπεραγία Θεοτόκε

ΠΗΓΗ:www.faneromenihol.gr
Αναρτήθηκε από Ι. Ν. ΑΠΟΣΤ. ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΟΥΣ ΑΙΤΩΛ/ΝΙΑΣ στις 11:53 π.μ.

http://apfilipposgrammatikous.blogspot. ... t_916.html

=========================================================================


+Η ελπίς μου ο Πατήρ, καταφυγή μου ο Υιός, σκέπη μου το Πνεύμα το Άγιον, Τριάς Αγία, δόξα σοι.
Άβαταρ μέλους
ΜΙΧΣ
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 5035
Εγγραφή: Πέμ Φεβ 23, 2012 9:24 am

Re: Γέροντας Μωυσής ο Αγιορείτης

Δημοσίευση από ΜΙΧΣ »

Περί σιωπής... (μοναχός Μωυσής Αγιορείτης)

Η σιωπή συντροφεύει τις μεγάλες ώρες των αγίων, τις ιερές ώρες της περισυλλογής, της αυτοσυγκέντρωσης, της αυτομεμψίας, της μελέτης, της προσευχής.

Η σιωπή καλύπτει την έρευνα, την αγρυπνία, την ανακάλυψη του σοφού επιστήμονα.

Η σιωπή σκεπάζει το μαρτύριο του πονεμένου, του αναγκεμένου, του δυστυχισμένου.

Τις ώρες της σιωπής τελεσιουργούνται τα μεγάλα θαύματα, οι αδιαφήμιστες ηρωικές πράξεις, οι μυστικές προσωπικές επαναστάσεις, η γνωριμία με τον άγνωστο εαυτό μας.

Έτσι έχουμε τη σημαντική σιωπή του αγίου, την κορυφαία σιωπή του σοφού, την υπομονετική σιωπή του ήρωα, την ακριβή σιωπή του υπομονετικού κι επίμονου, την ευαγγελική σιωπή του αυτοθυσιαζόμενου.

Κουραστήκαμε από την ακατάσχετη πολυλογία, προχειρολογία και φθηνολογία.

Το κόστος τους είναι βαρύ, αλλοιώνουν την ουσία, τα πρώτα, τα σημαντικά, τα καίρια και ιερά. Έχουμε ανάγκη από την ανάπαυση στη χρυσή σιωπή, την πολύτιμη ακοή, τη βιωματικότητα των απαραίτητων λόγων. Χρειάζεται μια αντίσταση στους πρόχειρους κι εύκολους λόγους. Αξίζει να καταλαγιάσουμε, να ησυχάσουμε, να ξαποστάσουμε για ν' ακούσουμε μέσα στην ησυχία τη χαμηλή φωνή του Θεού, την εναγώνια φωνή της συνειδήσεως μας, τη διδακτική φωνή του ιερού παρελθόντος, για να μετανοήσουμε ειλικρινά.

Η σιωπή φαίνεται να 'χει μια άγνωστη, μυστική, ισχυρή δύναμη, που δεν αγαπά τη φθορά της επιπόλαιης συζητήσεως, της πρόχειρης κουβέντας, του άστατου ρευστού λόγου. Είναι ελεύθερη, άνετη, ασυμβίβαστη, μακάρια η σιωπή.

Ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος παραγγέλει, όχι μόνο στους μοναχούς, ν' αγαπήσουμε πάνω από όλα τη σιωπή, γιατί αυτή είναι η γλώσσα του μέλλοντος αιώνος, της ατελεύτητης, πανευφρόσυνης, ουράνιας βασιλείας. Αν δεν μπορούν να εκφρασθούν πάντοτε τα συναισθήματα με τα ανθρώπινα λόγια πως να περιγραφούν και κατατεθούν οι πνευματικές εμπειρίες;

Ο απόστολος Παύλος γράφει σε ωραιότατη επιστολή του προς τους χριστιανούς της Κορίνθου «ότι ηρπάγη εις τον παράδεισον και ήκουσεν άρρητα ρήματα, α ουκ εξόν ανθρώπω λαλήσαι». Αδυνατεί, λέει, να εκφράσει την εμπειρία του με λόγια. Συχνά στα συναξάρια παρατηρούμε οι αγίοι να κρύβουν τις εμπειρίες τους, να σιωπούν, φοβούμενοι μη χάσουν τη χάρη και τη χαρά, την παράκληση και την παραμυθία από τη δημοσίευση και διαφήμιση των υψηλών εμπειριών τους.

Ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ λέγει: «Μην ανοίγεις το στόμα σου και την καρδιά σου στον καθένα, στους χίλιους κι αν ένας σε καταλάβει». Δεν θέλει ο Άγιος να μας κάνει επιφυλακτικούς, καχύποπτους και κλειστούς, αλλά διακριτικούς. Είναι χαρά ν' ακούει κανείς τους λόγους των αγίων. Είναι μεγαλύτερη όμως χαρά «να συλλαμβάνεις τα κύματα και την διάσταση, την πρόταση, την έκταση και την έκσταση της σιωπής και της θεολογίας της σιωπής των αγίων» (ιερομ. Ιωαννίκιος Κοτσώνης).

Αναφέρεται πως είχαν πάει τρεις επισκέπτες στον Μέγα Αντώνιο. Οι δύο τον ρωτούσαν για πολλά και διάφορα πράγματα. Ο τρίτος δεν ρωτούσε τίποτε. Όχι γιατί δεν είχε ανάγκη από νουθεσία ή γιατί αισθανόταν πνευματικά επαρκής και δεν εκτιμούσε τον χαρίεντα λόγο του οσίου, αλλά γιατί διδασκόταν περισσότερο από τη στάση του, τη σιωπή του, την ηρεμία της μορφής του. Όταν τον ρώτησε ο Άγιος «εσύ γιατί δεν με ρωτάς κάτι;», του λέει αυθόρμητα: «Μου φτάνει μόνο που σε βλέπω άγιε του Θεού». Του ήταν αρκετό, διδακτικό, ωφέλιμο αυτό. Συναισθανόταν τη θεολογία της σιωπής του, που καταφάσκει στο άλγος του κόσμου κι αρνείται τη γοητεία της υπερφίαλης γνώσης.

Η σιωπή μόνη δεν σημαίνει τίποτε. Αξίζει κανείς να σιωπά έχοντας μόνιμη κουβέντα με τον Θεό, έχοντας ταπεινή αίσθηση περί του εαυτού του, έχοντας κι εσωτερική νηνεμία, νηφαλιότητα κι ημερότητα.

O όσιος Αρσένιος προσευχόταν στον Θεό να του φανερώσει πως να σωθεί, κι άκουσε «Φεύγε, σιώπα, ησύχαζε». Ένας άλλος όσιος λέγει πως η σιωπή και η κρυφή πνευματική εργασία φέρνουν αγιότητα.

Ο αββάς Μωυσής έλεγε χαρακτηριστικά πως ο άνθρωπος που αγαπά τη σιωπή και αποφεύγει τις πολλές κουβέντες μοιάζει με ώριμο σταφύλι γεμάτο γλυκό χυμό, ενώ ο πολυλογάς μοιάζει με αγουρίδα.

Ο μέγας της διακρίσεως πάτηρ, ο αββάς Ποιμήν, λίαν εύστοχα παρατηρεί: «Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που με τα χείλη σωπαίνουν και με τον νου τους φλυαρούν, ενώ άλλοι μιλάνε από το πρωί ως το βράδυ κι όμως κρατάνε σιωπή, γιατί τίποτε από αυτά που λένε δεν είναι περιττό και ανώφελο».

Στο εξαίσιο, θαυμάσιο και καταπληκτικό Γεροντικό επίσης αναφέρεται: «Αν αποκτήσεις την αρετή της σιωπής, μην καυχηθείς πως κατόρθωσες κάτι σπουδαίο. Πείσε καλύτερα τον εαυτό σου πως δεν είσαι άξιος ούτε να μιλάς!». […]

Τα λόγια δίχως έργα είναι μάταια, φτωχά κι ελέγχουν τον ομιλητή τους.

Κατά τον όσιο Εφραίμ τον Σύρο, τα λόγια είναι τα φύλλα και τα έργα οι καρποί. Τα έργα εικονίζουν την αρετή και τα λόγια θα πρέπει να είναι η σκιά της εικόνας των έργων.

Οι Γέροντες παρακαλούσαν τους άλλους να εύχονται υπέρ αυτών, μην κατακριθούν λέγοντας κάτι που πριν δεν ποιούσαν.

Κατά τον αββά Ποιμένα, αυτός που διδάσκει και δεν ποιεί αυτά που λέγει, μοιάζει με κρήνη, που τους άλλους ποτίζει και πλένει και τον εαυτό του δεν μπορεί να καθαρίσει. Κι αλλού σοφά και ταπεινά συνεχίζει: «Ζητάμε από τους άλλους την τελειότητα και μεις δεν κάνουμε το παραμικρό, αν η ζωή μας δεν έχει σχέση με τα λόγια μας, και τα λόγια μας δεν ανταποκρίνονται στη ζωή μας, μοιάζουμε με ψωμί δίχως αλάτι».

Οι ασκητικοί πατέρες επιμένουν στον ωφέλιμο φραγμό της γλώσσας.

Ο αββάς Άμμωνας αναφέρει πως η καύση της καρδιάς, η πνευματική θερμότητα σβήνει με τον περισπασμό των μάταιων λόγων. Δεν μπορεί κανείς να έχει κατανυκτική και καθαρή προσευχή το βράδυ αν όλη μέρα έχει κουτσομπολέψει όλη την πόλη. Η ματαιολογία διασπά την προσοχή, χαλαρώνει την εγρήγορση, μειώνει την ανάταση, χωλαίνει την ανάπαυση.Δίδασκε τους άλλους με τη ζωή σου έλεγε ένας Γέροντας κι όχι με τα λόγια σου.

Ο όσιος Εφραίμ ο Σύρος επαναλαμβάνει συχνά πως όποιος θέλει να λέει πολλά, ανοίγει μέτωπα και θα δεχθεί πόλεμο μίσους, όποιος μετρά τα λόγια του θ΄αγαπηθεί σύντομα.

Ο άγιος Νείλος ο Ασκητής γνωρίζει καλά τι λέει: « Η άμετρη πολυλογία θα σε λυπήσει και θα οργίσει τους δαίμονες. Η γλώσσα πολλούς κενόδοξους κατέστρεψε».

Οι ασκητές δεν έκλειναν τη θύρα του κελλιού τους αλλά του στόματος τους- και για να φάνε και για να μιλήσουν. Ο τελώνης της παραβολής δικαιώθηκε για τη σιωπηλή προσευχή του, όπως και η αιμορροούσα.

Λίγα κανείς να λέει και πολλά να κατανοεί, λέγει πάλι ο άγιος Νείλος ο Ασκητής.

Μ' ένα ποτήρι νερό, μ΄ένα δίλεπτο, μ' ένα «Κύριε ελέησον» μπορεί να σωθεί ο άνθρωπος.


Δεν χρειάζεται να λέει κανείς συνεχώς πολλά. Έχει να διδάξει πολλά η αγιασμένη σιωπή των μοναχών στον φλύαρο κόσμο.

Ο κόσμος δεν κατανοεί τον μοναχισμό. Θεωρεί ότι δεν προσφέρει τίποτε. Δεν πειράζει. Οι μοναχοί μόνο να προσεύχονται. Αυτό φθάνει. Ο κόσμος θα σωθεί κατά το μέγα έλεος του Θεού.

Ο όσιος Ιωάννης ο Σιναΐτης, ο συγγραφέας της περίφημης Κλίμακος, αποφθεγματικά αναφέρεται στην πολυλογία: «Πρέπει να δούμε την αιτία απ' όπου μπαίνει και βγαίνει το αμάρτημα της πολυλογίας. Η πολυλογία είναι θρόνος της ματαιοδοξίας. καθισμένη πάνω της η κενοδοξία προβάλλει και διαφημίζει τον εαυτό της. Η πολυλογία είναι σημάδι αγνωσίας, είσοδος στην κατάκριση, οδηγός στην ανοησία, πρόξενος του ψεύδους, διάλυση της πνευματικής ευφορίας της προσευχής. Είναι αυτή που προσκαλεί και δημιουργεί την αδιαφορία για τις αμαρτίες, που εξαφανίζει την προφύλαξη του νου κατά των παθών, ψυχραίνει την πνευματική θερμότητα και σκοτίζει την προσευχή».

Αντίθετα ο μεγάλος όσιος Πατήρ επαινεί την σιωπή λέγοντας: «Η σιωπή που ασκείται μ΄επίγνωση και διάκριση είναι μητέρα της προσευχής, ανάκληση από την αιχμαλωσία των παθών, επιστάτης των λογισμών, σκοπός που παρατηρεί τους εχθρούς, δέσμευση του πνευματικού πένθους για τις αμαρτίες μας, φίλη των καρδιακών δακρύων, που είναι καρποί της προσευχής, καλλιεργητής της μνήμης του θανάτου, εχθρός του αδιάκριτου θάρρους, σύζυγος της ησυχίας, αντίπαλος της τάσης να κάνεις τον δύσκολο, μυστική πνευματική πρόοδος, κρυφή πνευματική ανάβαση».

Η σιωπή λέγει ο Όσιος είναι σύζυγος της ησυχίας. Καλλιεργείται και ανθεί στην ησυχία.

Στον 21 ο αιώνα του συνεχούς θορύβου, των πολλών μεριμνών, ταραχών και κινδύνων πολεμείται συστηματικά η ησυχία. Τα λεγόμενα μέσα ενημερώσεως περισσότερο ταράζουν παρά γαληνεύουν τον σύγχρονο άνθρωπο. Επέρχεται μια πνευματική σύγχυση, ένας συνεχής διασκορπισμός του νου, ώστε οι δυνάμεις της ψυχής να παραλύουν.

Ο Χριστός, το αιώνιο πρότυπο όλων μας, συχνά αποσυρόταν στην ησυχία της ερήμου, δείχνοντας τον δρόμο της ασκήσεως, της περισκέψεως, της περισυλλογής, της σιωπής, της μόνωσης κι όχι της απομόνωσης. Αυτό τον δρόμο αγάπησαν ιδιαίτερα οι ασκητές, αμέριμνοι, απερίσπαστοι, σιωπηλοί, με ακόρεστο τον πόθο της συναντήσεως τους με τον Θεό. […]

Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου, Η εύλαλη σιωπή, εκδ. Εν πλω, σ.23-


ευλογία απο http://sophia-siglitiki.blogspot.gr/201 ... _1999.html
+Η ελπίς μου ο Πατήρ, καταφυγή μου ο Υιός, σκέπη μου το Πνεύμα το Άγιον, Τριάς Αγία, δόξα σοι.
Άβαταρ μέλους
ΜΙΧΣ
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 5035
Εγγραφή: Πέμ Φεβ 23, 2012 9:24 am

Re: Γέροντας Μωυσής ο Αγιορείτης

Δημοσίευση από ΜΙΧΣ »

ευλογία και το παρακάτω... απο τον Αντώνιο (ανάρτηση 2010) http://agiooros.org/viewtopic.php?f=4&t=5090

Περί σιωπής
Γέροντος Γερμανού Σταυροβουνιώτη
Σιώπα και ειρήνευε


Ο πολύλογος, έστω κι άν είναι ρήτορας, πνευματικά δεν ευδοκιμεί.

Η αργολογία εκδιώκει από την καρδία το χαροποιόν πένθος.

Να ομιλείς μόνο όταν πρόκειται να πεις κάτι ανώτερο της σιωπής.

Αυτός, που θέλει να μιμηθή τον πράο και ησύχιο Κύριο, πρέπει να αγαπήση την ευλογημένη σιωπή. Τότε μονο θα μπορεί να προφέρη αδιαλείπτως το πανάγιο Του όνομα και να εργάζεται διαρκώς το θέλημα Του "εξ όλης της ψυχής" του και με πόθο άγιο.

Για να αποκτήσης τη σιωπή και την ησυχία στην καρδιά σου, απόφευγε τις περιττές βιοτικές σκέψεις. Έτσι θα σωθείς και θα συγχορεύης με Αγγέλους.

Να γνωρίζεις για ποιό σκοπο σιωπάς. Αν π.χ. με τη γλώσσα σιωπάς και με τον λογισμό σου κατακρίνης, δεν σε ωφελεί μια τέτοια σιωπή. Ούτε πάλιν ωφελεί να σιωπάς και στην καρδία σου να βασιλεύη μελαγχολία και απόγνωση.

Ένας Γέροντας, πολύ μεγάλος νηστευτής, είπε: "Εκείνη την ημέρα, που θα παραβιάσω ασκόπως την ευλογημένη σιωπή, δεν μπορώ ούτε κι αυτό τον κανόνα της νηστείας μου να τηρήσω, καθώς πρέπει".

Για τη σιωπή, που μ’ ερωτάς, πρέπει να ξέρεις ότι αυτή δεν έγκειται μόνο στη σιωπή της γλώσσας, αλλά προ παντός στη σιωπή των λογισμών. Αν δηλαδή σιωπά η γλώσσα σου, οι λογισμοί σου όμως κρίνουν και καταδικάζουν τους άλλους, ε! Τότε αυτό δεν είναι σιωπή! Είναι γραμμένο κάπου:

"Μπορεί να ομιλής όλη την ημέρα, και όμως εσωτερικά να έχης ευλογημένη σιωπή, επειδή δηλαδή δεν θα λέγης εκείνα, που δεν αρμόζουν. Και μπορεί να σιωπάς όλη την ημέρα, και όμως να μην τηρής θεάρεστα τη σιωπή, διότι ο λογισμός σου φλυαρεί και κατακρίνει".

Έλεγε κάποιος:
"Αν και πολλές φορές μετάνοιωσα, επειδή μίλησα, όμως ποτέ μου δεν μετάνοιωσα, επειδή σιώπησα." Και εγώ σε συμβουλεύω να ομιλής μόνο, όταν πρόκειται να ’πης κάτι, που είναι καλύτερο της σιωπής!

Όπως υπάρχει η καλή σιωπή, υπάρχει και η κακή. Όπως υπάρχει η καλή ομιλία, υπάρχει και η κακή.

Καλή σιωπή είναι η ταπεινή, η εσωτερική, αυτή, που συνοδεύεται με προσευχή, και γεμίζει την ψυχή με χαρά. Κακή σιωπή είναι εκείνη, που την συνοδεύει η δειλία, η εσωτερική κατάκριση, η ολιγοπιστία, η θλίψη, η απόγνωση. Καλή ομιλία είναι εκείνη, που λέγει τα σωστά και αναγκαία. Κακή ομιλία είναι η αργολογία, η ευτραπελία, η κολακεία, η υποκρισία, ο θυμός, η οργή, η αισχρολογία, η κατάκριση, η συκοφαντία και όλα τα παρόμοια.

Πρέπει λοιπόν να αποκτήσουμε "νουν Χριστού" (Α’ Κορ. β’ 16), ώστε να μπορούμε να διακρίνουμε πότε θα πρέπει να μιλήσουμε και πότε θα πρέπει να σιωπήσουμε.
+Η ελπίς μου ο Πατήρ, καταφυγή μου ο Υιός, σκέπη μου το Πνεύμα το Άγιον, Τριάς Αγία, δόξα σοι.
toula
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 36492
Εγγραφή: Παρ Δεκ 11, 2009 7:29 am
Τοποθεσία: ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ (ΤΟΥΛΑ) - ΑΜΠΕΛΟΚΗΠΟΙ - ΑΘΗΝΑ

Re: Γέροντας Μωυσής ο Αγιορείτης

Δημοσίευση από toula »

Ο π. Μωϋσής ο Αγιορείτης
του Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου για το Amen.gr

Κοιμήθηκε εν Κυρίω την 1 Ιουνίου ε.έ. ο γνωστός σε όλους μας, αγαπητός και σεβαστός π. Μωϋσής ο Αγιορείτης, στην Καστοριά, όπου δέχθηκε πλουσιοπάροχα την αγάπη του Σεβ. Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ και την αυτοθυσία της συνοδείας του, και όπως πάντα την φιλοστοργία του υποτακτικού του π. Χρυσοστόμου, ο οποίος ήταν για πολλά χρόνια ο φύλακας άγγελός του, με την καλωσύνη του και τον αυθεντικό τρόπο συμπεριφοράς του. Όλοι αυτοί που υπηρέτησαν τον Γέροντα Μωϋσή θα λάβουν τον δίκαιο έπαινο και την ευλογία του Θεού, γιατί υπηρέτησαν έναν σύγχρονο όσιο ασκητή, έναν μάρτυρα του Χριστού, έναν ομολογητή της πίστεως, έναν ιεραπόστολο αληθινό, έναν διδάσκαλο αυθεντικό.

Παρακολουθούσα από χρόνια τον π. Μωϋσή και έβλεπα το αγωνιστικό του φρόνημα και την αγιορείτικη συνείδησή του, που διακρινόταν από έντονες πνευματικές ανησυχίες και ευλογη­μένους καρδιακούς κραδασμούς.

Θα καταγράψω μερικές απλές σκέψεις για την θαυμαστή προσωπικότητά του.

1. Αγιορείτης μοναχός

Τόν π. Μωϋσή τον γνώρισε όλο το Άγιον Όρος, τα κοινόβια Μοναστήρια, οι Σκήτες, τα κελλιά, η έρημος του Αγίου Όρους, οι κάθε κατηγορίας μοναχοί, ήτοι κοινοβιάτες, σκητιώτες, ερημίτες, καλυβίτες.

Βίωνε το Άγιον Όρος μυστικά, καρδιακά και ποιητικά. Προσπαθούσε να συλλάβη την μυστική φωνή του Αγίου Όρους και στην συνέχεια την εξέφραζε με ομιλίες, με βιβλία, με συγγράμματα και διδαχές, με ποίηση. Ήταν μια ευαίσθητη καλλιτεχνική φύση, ένας πραγματικός ποιητής, όπως ήθελε τον Χριστιανό ο άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης. Πλησίαζε τους μοναχούς με τρυφερότητα και λογικότητα, ώστε η τρυφερότητα δεν κατέληγε σε έναν άκρατο συναισθηματισμό, και η λογικότητα δεν εκφραζόταν με έναν ορθολογισμό. Συνεδύαζε θαυμάσια την μυστική ζωή με την κοινωνική, το άρρητο με το ρητό, το κατανυκτικό με το θριαμβευτικό. Αυτό φαίνεται σαφέστατα στα λογοτεχνικά και ιστορικά του κείμενα. Τελικά, ο π. Μωϋσής ήταν ένας ισορροπημένος μοναχός που είχε τρωθή βαθειά και νηφάλια από τον έρωτα του Θεού και του Περιβολιού της Παναγίας.

Η πρώτη γνωριμία μου μαζί του ήταν στην Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας στο Άγιον Όρος και μάλιστα με την παρουσία του π. Παϊσίου. Ο π. Παΐσιος είχε επισκεφθή την Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας για να δη τους μοναχούς, κατά παράκληση του Ηγουμένου π. Αιμιλιανού, κι εγώ που τον αναζητούσα τον συνάντησα στην Σιμωνόπετρα μαζί με τον π. Ισαάκ. Ένα πρωϊνό άκουσα τον π. Παΐσιο να διηγήται τις περιπέτειες που είχε το βράδυ με τον διάβολο. Ο ίδιος ο μακαριστός π. Ισαάκ, που ήταν παρών, διηγείται:

«Κατά το έτος 1979 ο Γέροντας επισκέφθηκε αγιορείτικο Μοναστήρι. Το βράδυ πήγε στο Κελλί του να κοιμηθή. Ακούει στον ύπνο του χτυπήματα στην πόρτα. Νόμισε ότι είναι ο εκκλησιαστικός. Σηκώθηκε και πήγε στην Εκκλησία. Ήταν κλειστή. Δεν υπήρχε κανείς. Γύρισε στο Κελλί του. Πάλι άκουσε χτυπήματα, βαριά βήματα στον διάδρομο και μουρμουρητά, χωρίς να μπορή να καταλάβη τα λόγια. Κοίταξε και δεν είδε κανέναν. Επικρατούσε ησυχία. Το ίδιο επαναλήφθηκε για τρίτη φορά. κατάλαβε τότε ο Γέροντας ποιός ήταν αυτός που χτυπούσε. Ήταν το "ταγκαλάκι", και μάλιστα εξήγησε, γιατί το έκανε αυτό» (Ιερομονάχου Ισαάκ, Βίος Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, σελ. 580).

Την επόμενη ημέρα βάδιζα μαζί με τον π. Παΐσιο και τον π. Ισαάκ από την Ιερά Μονή Σιμωνόπετρας προς το κελλί του στην Παναγούδα, μια πορεία 3-4 ωρών –μιά από τις πιο ευλογημένες αναμνήσεις μου από το Άγιον Όρος– και μας το διηγείτο ο ίδιος ο π. Παΐσιος, και μάλιστα μας έλεγε ότι ο θόρυβος ακουγόταν από μέσα από το διπλανό κελλί που ήταν ο π. Μωϋσής.

Ο π. Μωϋσής σε όλη την ζωή του είχε πειρασμούς, που όμως δεν τον κλόνισαν, μάλλον τον δυνάμωναν και τον ενίσχυαν, δεν τον αποθάρρυναν, αλλά του έδιναν περισσότερο θάρρος για να ομιλή και να γράφη για την Βασιλεία του Θεού.

Στο Άγιον Όρος ο π. Μωϋσής ήταν μια σημαντική προσωπικότητα που δεχόταν τον σεβασμό και την αγάπη όλων, με τις ολονύκτιες αγρυπνίες στα Μοναστήρια, με τις επισκέψεις στα πιο ταπεινά κελλιά για να συλλέγη, όπως η μέλισσα, την ζωή των αγιορειτών Πατέρων που έζησαν σε όλα τα μέρη του Αγίου Όρους, με τις επιβλητικές αναγνώσεις στις Τράπεζες των Μονα­στηριών και των κελλιών που πανηγύριζαν, με τις συζητή­σεις για μοναχικά, θεολογικά και πατερικά θέματα, με μοναχούς και προσκυνητές. Στο κελλί του δεχόταν καθημερινώς πολλούς επι­σκέπτες που ενδιαφέρονταν για έναν άλλο λόγο που θα ανάπαυε τις ψυχές τους.

2. Ασθενής στα Νοσοκομεία

Τόν π. Μωϋσή τον γνώρισαν πολλά Νοσοκομεία της Ελλάδος και της Αμερικής, οι ιατροί, το νοση­λευτικό προσωπικό και ασθενείς στους ίδιους θαλάμους, γιατί οι ασθένειες ταλαιπωρούσαν το σώμα του και χρειαζόταν θεραπεία. Μπορώ να πω ότι, ύστερα από το αγιορείτικο κελλί, ο πιο γνώριμος τόπος του ήταν οι θάλαμοι των Νοσοκομείων.

Υποβλήθηκε σε πολλές χειρουργικές επεμβάσεις, δέχθη­κε πολλές θεραπείες, κατανάλωσε τόνους φαρμάκων, ταλαιπω­ρήθηκε για μήνες και χρόνια σε νοσοκομειακούς θαλάμους.

Έτσι, γνώρισε τον ανθρώπινο πόνο στην ύπαρξή του, αλλά και στην ύπαρξη των άλλων ασθενών. Αυτό σημαίνει ότι γνώρισε όσον ολίγοι τις συνέπειες της πτώσεως του Αδάμ, την φθαρτότητα, την παθητότητα και την θνητότητα στο ίδιο του το σώμα. Η αγγελική ζωή που έζησε στο Άγιον Όρος, με την προσευχή, τους μυστικούς αλαλήτους στεναγμούς του Αγίου Πνεύματος στην καρδιά, μεταβλήθηκε σε βαθειά αίσθηση της φθαρτότητας, της παθητότητας και της θνητότητας στο ίδιο το σώμα του. Αυτό τον έκανε να καταλαβαίνη τον Αδαμιαίο θρήνο. Έτσι, επαληθεύθηκε στην ύπαρξή του πραγματικά η περίπτωση του Αδάμ, που ενώ είχε γνωρίσει την δόξα του Θεού, στην συνέχεια γνώρισε την φθαρτότητα, την παθητότητα και την θνητότητα του σώματος, αλλά και τον πόνο των συνεπειών της πτώσεως.

Είναι σημαντικό να αποκτά κανείς θεολογική αίσθη­ση του σωματικού πόνου, που είναι οι λεγόμενοι δερμάτινοι χιτώνες, που είναι αποτέλεσμα της πτώσης, αλλά και ευλογία του Θεού, γιατί έτσι καταρτίζεται και στερεώνεται στην εν Χριστώ ζωή. Είναι σημαντικό να στέκεται κανείς θεολογικά απέναντι στον θάνατο, να συνομιλή μαζί του, να εξοικειώνεται με αυτόν και να αποκτά πείρα της μνήμης του θανάτου και ως γεγονός και ως χαρισματική κατάσταση. Είναι σημαντικό να αισθάνεται κανείς στην ύπαρξή του τις εναλλαγές μεταξύ ζωής και θανάτου, μεταξύ θανάτου και αναστάσεως, μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας εν Χριστώ.

Ο π. Μωϋσής έζησε από νέος μέσα στον πόνο, «έφαγε τον πόνο με το κουτάλι» και τον συνήθισε, ο πόνος έγινε δεύτερη φύση του. Γι’ αυτό και ομιλούσε συνέχεια γι’ αυτόν με τόση πειστικότητα και αυθεν­τικότητα, που ειρήνευε και ανέπαυε όλους τους πονεμένους. Δεν ομιλούσε απλώς για την τραγικότητα του πόνου, αλλά και για τον γλυκασμό που προξενεί. Αγιορείτης αυτός, μαθη­μένος στην άσκηση, την χαρισματική μνήμη του θανάτου, αισθανόταν και την γλυκειά θαλπωρή της Αναστάσεως. Ενωνόταν στην ύπαρξή του η θεολογία του σταυρού με την θεολογία της δόξης.

Τόν άκουσα να ομιλή για τον πόνο σε ένα Νοσοκομείο των Αθηνών, μέσα στον χώρο του πόνου, πριν 30 χρόνια, όταν εκεί βρισκόταν ο Γέροντάς μου Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας κυρός Καλλίνικος, και αισθανόμουν ότι ομιλούσε ένας θεολόγος του πόνου και έτσι τον χαρακτήρισα τότε. Ομιλούσε ως εσταυρωμένος με μια θαυμάσια χαρμο­λύπη, δηλαδή ενώ διηγόταν τον δικό του πόνο, συγχρόνως έβγαινε μια γλύκα από το στόμα του, ώστε να κάνη τον πόνο επιθυμητό και να οδηγή τον άνθρωπο όχι απλώς στο να τον υπομένη, αλλά να τον αισθάνεται ως φίλο και αδελφό. Ήταν ένας λόγος βιωματικός και αναστάσιμος. Έτσι, ήταν όλη η ζωή του π. Μωϋσή του Αγιορείτου.

3. Ιεραπόστολος στην Οικουμένη

Τόν π. Μωϋσή τον γνώρισε όλη η Ελλάδα και όλη η οικουμένη με τον αυθεντικό ορθόδοξο λόγο –προφορικό και γραπτό– με την παρουσία του στα Συνέδρια, τις Μητροπόλεις, τις Ενορίες και τα Μοναστήρια. Ήταν γλαφυρός θεολόγος, ποιητικός ιεροκήρυκας, σεμνός διδάσκαλος, πεπειραμένος ασκητής, και όλοι ποθούν έναν τέτοιον ομιλητή κι εκείνος ανταποκρινόταν πρόθυμα.

Χρειάζεται σοβαρή μελέτη των βιβλίων του για να παρουσιάση κανείς τα σπάνια γνωρίσματα του τρόπου που έγραφε και ομιλούσε. Ο λόγος του δεν ήταν αυστηρά δογμα­τικός ούτε συναισθηματικά λυρικός, αλλά συνεδύαζε γνώση της πατε­ρικής σοφίας και ανάλογη προσαρμογή στην πραγματι­κότητα. Ήταν πράγματι επιδέξιος χειριστής του λόγου, γι’ αυτό και τον αναζητούσαν πολλά ακροατήρια.

Ετοίμαζε με προσοχή και προσωπική βιωματική γνώση ένα θέμα και στην συνέχεια, ως ένας γνήσιος Πατρο-Κοσμάς ο Αιτωλός άρχιζε τις ετήσιες περιοδείες του ανά την οικουμένη, όπου έκανε την ίδια ομιλία ή διαφορετική, ανάλογα με τις απαιτήσεις του ακροατηρίου, αλλά το κυριότερο ήταν ότι αξίωνε τους ανθρώπους να τον βλέπουν, να εμπνέωνται με την παρουσία του, να συζητούν τα προβλήματά τους, να παρηγορούνται από τον λόγο του, γιατί ήταν ένας φορέας της εν Χριστώ νεκροαναστάσεως, και της αγιορειτικής μαρτυρίας. Δεν χρησιμοποιούσε έξυπνα λογικά τεχνάσματα για να προκαλέση το ενδιαφέρον, δεν καταναλι­σκόταν σε επίπλαστους συναισθημα­τικούς λόγους, αλλά έλεγε αυτό που βίωνε, αυτό που ήταν ο ίδιος, ήταν ένας θεολογικός βιωμένος και αυθεντικός λόγος, συνήθως χωρίς παραπομπές σε άλλους, αλλά στην μόνη παραπομπή της θείας Χάριτος, που εργάσθηκε επάνω του τον αυθεντικό άνθρωπο.

Τόν γνώρισαν μεγάλα και μικρά ακροατήρια, εφημερίδες και περιοδικά, ραδιόφωνα και τηλεοράσεις, μοναστήρια και σπίτια, λατρευτικές συνάξεις στον Ναό και αίθουσες, Νοσοκο­μεία και ξενοδοχεία, Μητροπόλεις και ασκητήρια. Όλοι ανα­παύον­ταν από τον γνήσιο λόγο του.

4. Θαυμαστός επιστολογράφος

Τόν π. Μωϋσή τον γνώρισαν πολλοί και ως επιστολο­γρά­φο, μια πράγματι θαυμάσια μορφή επικοινωνίας που είναι περισσότερο αυθεντική και εκφραστική. Μού αρέσει να διαβάζω τις επιστολές των Πατέρων, όπως του Μεγάλου Βασιλείου, του αγίου Γρηγο­ρίου του Θεολόγου, του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, και άλλων. Στις επιστολές εκφρά­ζεται αυθεντικά ο εσωτερικός κόσμος του ανθρώπου, και βλέπει κανείς εκείνα που είναι κρυμμένα στην ύπαρξή του.

Συνήθως, όταν έχη κανείς δοκιμάσει την γλυκύτητα της Χάριτος του Θεού μέσα στον έσω άνθρωπο δεν θέλει να ομιλή για να μήν αποκαλύψη αυτά τα εσωτερικά βιώματα που του χάρισε ο Θεός, και θέλει να τα διαφυλάξη μυστικά, ακριβώς γιατί αυτός είναι ο χώρος που αναπτύσσονται καλύτερα, αλλά και όταν ομιλή, προσπαθεί να τα κρύψη. Το πρόβλημά του δεν είναι τί θα πή, αλλά τί θα κρύψη! Έτσι, αναφέρει διδασκαλίες άλλων πεπειρα­μένων Πατέρων για να κρύψη την δική του εσωτερική εμπειρία. Όμως, στις επιστολές είναι περισσότερο ανοικτός, εκδηλωτικός, άμεσος, γιατί πιστεύει ότι δεν γράφονται για δημοσιεύσεις, εκτός και αν το κάνη τυπικά.

Ο π. Μωϋσής έγραφε επιστολές προσωπικές και ιδιόχει­ρες, με θαυμάσιο γραφικό χαρακτήρα, που φανέρωνε την εσωτερική ωριμότητα και ισορροπία, αν κρίνω από τις επιστολές που μου έστελνε κατά καιρούς. Δεν γνωρίζω αν είχε την δυνατότητα ή αν συνήθιζε να κρατά αντίγραφα για το αρχείο του, οπότε θα βρίσκωνται στο κελλί του στο Άγιον Όρος, αλλά αν δεν το έκανε, καλό θα είναι όλοι οι παραλήπτες των επιστολών του να αποστείλουν αντίγραφά τους στον υποτακτικό του π. Χρυσόστομο, ώστε κάποτε να δημοσιευθούν. Και αυτό γιατί εκεί θα φανή ο άλλος π. Μωϋσής, που προσπαθούσε να κρύψη τον εαυτό του στα κείμενά του.

Θα δημοσιεύσω μία από τις τελευταίες επιστολές που μου έστειλε, που δείχνει ότι τον απασχολούσαν τα σύγχρονα θεο­λο­γικά ρεύματα, αλλά και ότι ήταν γνήσια πατερικός. Αγα­πούσε την Ορθόδοξη Παράδοση, την ορθόδοξη θεολογία, και θλιβόταν για τις παραχαράξεις της. Γράφει στην επιστολή του.

«Σεβασμιώτατε άγιε Ναυπάκτου κ. Ιερόθεε,

τήν ευχή σας!

Θα ήθελα πρώτα-πρώτα να σας συγχαρώ ειλικρινά και ολόθερμα για τ’ άρθρα σας περί της κυοφορουμένης αιρέσεως της μεταπατερικής θεολογίας και της αλλοιώσεως του ησυχα­στικού χαρακτήρος της ορθοδόξου παραδόσεώς μας και του μοναχισμού μας. Μέ γνώση, μεστότητα, σαφήνεια, επαγωγι­κό­τητα και τεκμηρίωση αποκρούετε επιτυχώς μοντέρνες ιδέες μίας θολής νεόκοπης θεολογίας, που προβληματίζει και σκανδαλίζει τους πιστούς. Δεν μπορώ να καταλάβω που ακριβώς αποσκοπούν με τις νεολογίες τους, τις αντιπατερικές και αντιπαραδοσιακές αυτές θέσεις τους, που μόνο σύγχυση δημιουργούν.

Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, όπως αναφέρετε, άριστα τους χαρακτηρίζει ως κομψευόμενους στους λόγους, που θαυμάζουν τις βέβηλες κενοφωνίες και διακατέχονται από ψευδώνυμη γνώση και παράδοξες σοφιστείες. Ακάθαρτοι, ταραγ­μένοι, εμπαθείς και άφωτοι δεν μπορούν να θεολογούν ορθά. Αρνούμενοι την άσκηση και αρκούμενοι στον στοχασμό και την ανταλλαγή απόψεων σίγουρα ματαιοπονούν. Πράγματι η καθαρότητα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη θεολογία. Είναι γεγονός πώς η αμφισβήτιση των αγίων Πατέρων αποτελεί πονηρό τόλμημα, που αργά ή γρήγορα θα οδηγήσει στα κρά­σπεδα της αιρέσεως τους θρασείς οιηματίες. Στο Άγιον Όρος εύστοχα λέγουν να πλανεθείς εύκολο, να ξεπλανεθείς δύσκολο! Ο Θεός να φωτίζει και να λυτρώνει.

Συγχαρητήρια και για τα άρθρα σας για τη μεταγλώτισση την ολέθρια των ιερών κειμένων. Απορεί κανείς για την επιπο­λαιό­τη­τα ορισμένων... Εύχεσθε

μετά πολλού σεβασμού και της εν Κυρίω αγάπης

ελάχιστος μοναχός

Μωϋσής Αγιορείτης».

Έχω ομιλήσει για τον π. Μωϋσή δημόσια στην Αίθουσα του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός στην Αθήνα, την 7 Φεβρουαρίου 2012, όταν παρουσιαζόταν το βιβλίο του «Μέγα Γεροντικόν Εναρέτων Αγιορειτών του 20ού αιώνος» και ήταν ο ίδιος παρών. Θα παραθέσω μερικές καταληκτικές σκέψεις από την ομιλία εκείνη που δείχνει ποιά ήταν από τότε η γνώμη μου για τον π. Μωϋσή.

«Ο π. Μω­ϋ­σής έχει πολ­λούς πει­ρα­σμούς και ό­λους τους αντιμετωπίζει με θάρ­ρος, υ­πο­μο­νή, σι­ω­πή, η­συ­χί­α και προ­σευ­χή. Μι­λά και γράφει μέ­σα α­πό πό­νο και χα­ρά, με ποί­η­ση και λό­γο, με ε­πι­χει­ρή­μα­τα σο­βα­ρά και α­πο­φα­τι­κά, πά­ντως, ό­μως, μέ­σα α­πό την μυ­στι­κή α­κρό­α­ση του ε­σω­τε­ρι­κού σφυγ­μού του Α­γί­ου Ό­ρους. Α­ξι­ώ­θη­κε και αυ­τός να γνω­ρί­ση τον κτύ­πο της καρ­δι­άς του Α­γί­ου Ό­ρους, την μυ­στι­κή και α­πόρ­ρη­τη α­γρυ­πνί­α του, το δυ­να­τό του κρα­σί. Δεν παραμένει στο ε­ξω­τε­ρι­κό πε­ρί­βλη­μα, που μπο­ρεί να εί­ναι σaν το σκλη­ρό κα­ρύ­δι, αλ­λά εισέρχεται φι­λάν­θρω­πα στην ψύ­χα, τον καρ­πό, που τρώ­γε­ται ευ­χά­ρι­στα, θερ­μαί­νει και ζω­ο­γο­νεί. Ο λό­γος του είναι ποι­η­τι­κός και εκ­φα­ντι­κός, βγαλ­μέ­νος μέ­σα α­πό τον δι­κό του πό­νο, την μυ­στι­κή του προ­σευ­χή, τον α­λά­λη­το στε­ναγ­μό, την α­να­ζή­τη­ση την καρ­δια­κή, την α­γω­νί­α και την η­συ­χί­α του νο­σο­κο­μεί­ου, το άγ­γιγ­μα του θα­νά­του και την βί­ω­ση της α­να­στά­σι­μης ζω­ής, την δεύ­τε­ρη ζω­ή που του χά­ρι­σε ο Θε­ός με την συ­νέρ­γεια των για­τρών, αλ­λά και την άλ­λη ζω­ή της αι­ω­νί­ου α­παρ­χή. Είναι μια μαρ­τυ­ρί­α ζω­ντα­νή και ευ­ερ­γε­τι­κή. Θαυμάζω την δρα­στη­ρι­ό­τη­τά του, την κι­νη­τι­κό­τη­τά του, τον λό­γο του και την μαρ­τυ­ρί­α του, τα πε­τάγ­μα­τα και την ι­σορ­ρο­πί­α του, την αρ­ρε­νω­πό­τη­τα και την μη­τρι­κό­τη­τά του. Έ­τσι ε­ξη­γεί­ται και η συγ­γρα­φή, που την εκλαμβάνει ως ευ­λο­γί­α θε­ϊ­κή».

«Για να ομιλήσης για το Άγιον Όρος πρέπει να είσαι καρδιακός αναζητητής, νηφάλια μεθυσμένος και οινοχόος καλός, πονεμένος εραστής και ευαίσθητος ποιητής, όπως είναι ο π. Μωϋσής».

Ο π. Μωϋσής αγάπησε το Άγιον Όρος και τώρα πιστεύουμε ότι είναι στην ουράνια αγία πόλη «ής τεχνίτης και δημιουργός ο Θεός» (Εβρ. ια', 11), και από εκεί προσεύχεται για τον πανάξιο υποτακτικό του π. Χρυσόστομο, που στάθηκε ως φύλακας άγγελος κοντά του, για τον αξιέπαινο Μητροπολίτη Καστορίας κ. Σεραφείμ και την συνοδεία του, που τον διακόνησαν θαυμαστώς, για το ζεύγος Κωνσταντίνου και Ελένης Ευθυμίου, κρυφούς ευεργέτες του, και για όλους τους φίλους, αναγνώστες και ακροατές του, και θα είναι για όλους ως ένας άλλος Μωϋσής, ώστε να περάσουν από την έρημο της παρούσης ζωής, που είναι γεμάτη πόνο, στην γή της αιώνιας επαγγελίας.

www.amen.gr
Άβαταρ μέλους
ΜΙΧΣ
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 5035
Εγγραφή: Πέμ Φεβ 23, 2012 9:24 am

Re: Γέροντας Μωυσής ο Αγιορείτης

Δημοσίευση από ΜΙΧΣ »

Οι άγιοι του Αγίου Όρους είναι οι φιλόστοργοι πατέρες των Αγιορειτών. Γιορταζαν εχθες 22/6/2014
& 5/7/2014 την ημέρα που με το νέο θα εορτάζουμε τον Αγιο Αθανάσιο εν Αθω τον θεμελιωτή του Αγιονορείτικου μοναχισμου


Εικόνα

Ο ΚΟΙΝΟΣ ΕΟΡΤΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ Η ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥΣ. {Μωϋσέως Μοναχού Αγιορείτου}

Ο κοινός εορτασμός των αγίων του Αγίου Όρους αρχίζει με τη σύνθεση της ακολουθίας και του εγκωμίου τους από τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, που είναι και ο τελευταίος συναξαριογράφος... Ο άγιος Νικόδημος ξεκίνησε την εργασία του αυτή «προτροπή και αξιώσει της Ιεράς και κοινής Συνάξεως πάντων των Μοναστηριακών του Αγίου Όρους Πατέρων». Ακολουθία και εγκώμιο τυπώθηκαν στην Ερμούπολη της Σύρου το 1847 μ.Χ., «διά συνδρομής της Σεβάσμιας ομηγύρεως των εν Άθω Πατέρων», οι οποίοι προεγράφησαν για πεντακόσια περίπου αντίτυπα, και προς «κοινήν των Μοναχών, και πάντων των Ορθοδόξων Λαϊκών Χριστιανών ωφέλειαν». Ο ακριβής χρόνος της συγγραφής δεν είναι γνωστός.

Η πρώτη χρονολογημένη εικόνα της Συνάξεως των Αθωνιτών Πατέρων αγιογραφήθηκε το 1796 μ.Χ. και βρίσκεται στο αντιπροσωπείο της ιεράς μονής Κωνσταμονίτου στις Καρυές. Πιθανώς το 1796 μ.Χ. να γράφτηκε η ακολουθία και μέχρι της εκδόσεως της να κυκλοφόρησε σε χειρόγραφα, όπως συνηθιζόταν. Περί το 1800 μ.Χ. αγιογραφήθηκε η εικόνα των Αγιορειτών Αγίων, που βρίσκεται στην αίθουσα των Συνάξεων της Ιεράς Κοινότητος, ενώ παλαιότερα βρισκόταν στο τέμπλο του ιερού ναού του Πρωτάτου Καρυών Αγίου Όρους.

Ο άγιος Νικόδημος στο γλαφυρό του εγκώμιο πρός τους οσίους αναφέρει τους λόγους που τον οδήγησαν στην «καινή και κοινή μνήμη πάντων των του Όρους άγιων Πατέρων».

Γιατί «κοινοί προστάται και ευεργέται όλου κοινώς του αγίου Όρους» φάνηκαν. Αυτοί οι οποίοι «έγιναν εις ημάς μυρίων αγαθών πρόξενοι» άξιο είναι να εορτάζονται μαζί. Παλαιά συνήθεια της Εκκλησιάς ο κοινός εορτασμός αγίων, όπως των «εν Σινά και Ραϊθω αναίρεθέντων Οσίων», των «εν τω Σαββάτω της Τυρινης Οσίων Πατέρων», των «εν τη Λιβύη και Αιγύπτω και Θηβαΐδι ασκησάντων» και άλλων πολλών αγίων εόρτιες συνάξεις κατά χώρες, τόπους και μονές. Συνεχίζοντας ο άγιος Νικόδημος γράφει πως, με την κοινή πανήγυρη των Αγιορειτών Οσίων, «όσοι Πατέρες του Όρους, είτε από τους ονομαστούς, είτε από τους ανωνύμους, έμειναν έως τώρα ανεγκωμίαστοι, διότι δεν έχουσιν ιδίαν ασματικήν ακολουθίαν, διά της κοινής ταύτης ακολουθίας και εορτής, και αυτοί» καθίσταται δυνατόν πλέον να «τιμώνται και εορτάζωνται». Ακόμη «ίνα μη ως αχάριστα τέκνα φανώμεν, μη τιμήσαντες κοινώς τους πνευματικούς ημών Πατέρας τούτους και διδασκάλους και ευεργέτας και οδηγούς, των οποίων και τα Μοναστήρια κατοικούμεν, και τας διδασκαλίας εντρυφώμεν, και τον άρτον αυτών τρώγομεν». Και ακόμη «ίνα η κοινή αύτη των αγίων Πατέρων εορτή, γένηται παρακίνησις προς μίμησιν της αρετής, και του ζήλου αυτών εις ημάς τους μοναχούς του νυν καιρού».

Η πλήρης ασματική ακολουθία των οσίων είναι γραμμένη με όλη τη χάρη και την αγάπη του θείου Νικόδημου. Ο μεγάλος του σεβασμός προς τους τιμωμένους αγίους τον κάνει εκστατικό, θαυμαστό και εμπνευσμένο συνθέτη. Στους κανόνες του Όρθρου αναφέρονται ονομαστικά οι άγιοι, αλλά λείπουν αρκετά ονόματα. Οι κόποι του αγίου Νικόδημου και το σκύψιμο του στις αρχαίες του Όρους βιβλιοθήκες δεν του έδωσαν όλα τα ακριβά μυστικά τους. Προσπάθεια συμπληρώσεως της ακολουθίας έκανε ο σύγχρονος και ήδη μακαριστός υμνογράφος μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, αλλά και από εδώ απουσιάζουν ονόματα αγίων, που η έρευνα στις ημέρες μας έφερε στο φως.

Η ακολουθία των οσίων ψάλλεται πανηγυρικά, με ιδιαίτερη λαμπρότητα και μεγαλοπρέπεια, τη Δεύτερη Κυριακή του Ματθαίου, μετά την Κυριακή των Αγίων Πάντων, σε όλες τις αγιορείτικες μονές και σκήτες και ιδιαίτερα στους προς τιμή των οσίων ναούς και το Πρωτάτο...

Η τιμή των Αγιορειτών Οσίων, παρότι επικεντρώνεται στον τόπο που έζησαν, δεν άργησε να λάβει και ευρύτερες διαστάσεις. Έτσι τιμώνται κι εορτάζονται στις γενέτειρες τους και στις περιοχές που έδρασαν ή που κατέχουν εικόνες και τίμια λείψανα τους...

(+Μωϋσέως Μοναχού Αγιορείτου, Οι Άγιοι του Αγίου Όρους, Εκδ. Μυγδονία 2008, σ. 25-26,115-119 αποσπάσματα
).
+Η ελπίς μου ο Πατήρ, καταφυγή μου ο Υιός, σκέπη μου το Πνεύμα το Άγιον, Τριάς Αγία, δόξα σοι.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Αγιορείται Πατέρες”