Ἡ εἰρήνη στήν οἰκογένεια-ομιλία του π. Σάββα Αγιορείτη

Συντονιστής: Συντονιστές

Απάντηση
Domna
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 6147
Εγγραφή: Τετ Μαρ 29, 2006 6:00 am
Τοποθεσία: Γερμανία
Επικοινωνία:

Ἡ εἰρήνη στήν οἰκογένεια-ομιλία του π. Σάββα Αγιορείτη

Δημοσίευση από Domna »

Ὁμιλία άπομαγνητοφωνημένη και σε ηχητική μορφή του ἱερομόναχου Πατέρα Σάββα Ἁγιορείτη

Ἐλᾶτε νά κάνουμε προσευχή :

Εὐλογητός ὁ Θεός ἡμῶν πάντοτε νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων, Ἀμήν

Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρών καί τά πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρός τῶν ἀγαθῶν, καί ζωῆς χορηγός, ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν, καί καθάρισον ἡμᾶς ἀπό πάσης κηλῖδος καί σῶσον, Ἀγαθέ τάς ψυχάς ἡμῶν.

Εὐλογητός εἶ Χριστέ ὁ Θεός ἡμῶν, ὁ πανσόφους τούς ἁλιεῖς
ἀναδείξας καταπέμψας αὐτοῖς τό Πνεῦμα τό Ἅγιον καί δι’ αὐτῶν τήν οἰκουμένην σαγηνεύσας Φιλάνθρωπε δόξα Σοι.

Χριστέ τό φῶς τό ἀληθινόν
τό φωτίζον καί ἁγιάζον πάντα ἄνθρωπον
ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον
σημειωθήτω ἐφ’ ἡμᾶς τό φῶς τοῦ προσώπου Σου
ἵνα ἐν Αὐτῷ ὁψόμεθα Φῶς τό ἀπρόσιτον
καί κατεύθυνον τά διαβήματα ἡμῶν
πρός ἐργασίαν τῶν ἐντολῶν Σου
πρεσβείαις τῆς Παναχράντου Σου Μητρός
καί πάντων Σου τῶν Ἁγίων, Ἀμήν.

Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν εὐχή τοῦ Γέροντα ἔχουμε ἀναφερθεῖ πολλές φορές στή ὕψιστη σημασία πού ἔχει ἡ παρουσία εἰρήνης μέσα στήν οἰκογένεια.

Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος τονίζει ὅτι ὅταν ὑπάρχει εἰρηνική συμβίωση, τότε δέν ἐπιτρέπει, αὐτή ἡ εἰρηνική συμβίωση, νά εἰσχωρήσει τίποτα δυσάρεστο στήν οἰκογενειακή ζωή. Ἀκόμη καί ὅταν ὑπάρχουν πολλές ἐξωτερικές δυσκολίες, αὐτές δέν εἰσχωροῦν μέσα στό σῶμα τῆς οἰκογένειας.
Ὅταν ἔχουν εἰρήνη ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα πρῶτα μέσα τους καί κατόπιν μεταξύ τους, αὐτό τούς προφυλάσσει ἀπό τήν ἁμαρτία. Ὁ ἕνας βοηθεῖ τόν ἄλλο, ὥστε νά μήν διαταραχθεῖ ἡ ἐσωτερική οἰκογενειακή εἰρήνη ἀκόμη καί ἄν μύρια κύματα ὑπάρχουν ἐξωτερικά.
Ἄν ὅμως μεταξύ τῶν συζύγων ὑπάρχει φιλονεικία, ὑπάρχει μιά ἀντιπαράθεση, μιά διαμάχη, τότε αὐτή ἡ ταραχή ἐξαπλώνεται καί στά ὑπόλοιπα μέλη τῆς οἰκογένειας. Ταράζονται τά παιδιά καθώς καί ὅποιοι ἄλλοι συμβιώνουν μέ τό ταραγμένο ζεῦγος (παπποῦδες, γιαγιάδες κ.λ.π.).
Βασική αἰτία τῆς ἀκαταστασίας στήν οἰκογένεια, λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εἶναι ἡ ὑπερβολική καί ἀγωνιώδης μέριμνα γιά τίς βιοτικές ἀνάγκες.
Προσέξτε τίς λέξεις: ὑπερβολική μέριμνα καί ἀγωνιώδης. Μέριμνα θά πεῖ φροντίδα, ὑπερβολική ἀγωνιώδης φροντίδα.
Ἡ φροντίδα, ἡ ὁποία ἔχει μέσα της ἀγωνία εἶναι αἰτία ταραχῆς. Ἡ μέριμνα εἶναι ἕνα μεγάλο λάθος. Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε:«Μήν μεριμνᾶτε, μήν ἔχετε φροντίδα γιά τίποτα ἐκτός ἀπό τήν Βασιλεία Μου». Μάλιστα μᾶς τόνισε νά μήν ἔχουμε ποτέ ἀγωνία.
Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι θά γίνουμε ὀκνηροί, ὅτι θά γίνουμε ἀδιάφοροι καί δέν θά κάνουμε αὐτά πού
πρέπει, αὐτά πού μᾶς πληροφορεῖ ἡ λογική. Ἀντίθετα θά κάνουμε ὅ,τι πρέπει ἀλλά χωρίς ἄγχος, χωρίς ἀγωνία. Ὁ Κύριος μᾶς εἶπε ὅτι πρέπει νά ζητᾶμε συνεχῶς τήν Βασιλεία Του καί τήν δικαιοσύνη Του (δηλ. τήν σύνολη ἀρετή). Γιά ὅλα τά ὑπόλοιπα, τά βιοτικά θά φροντίσει Ἐκεῖνος.
Ἐμεῖς θά προσπαθήσουμε νά Τόν ἔχουμε Βασιλιά μέσα μας καί Ἐκεῖνος θά μᾶς προσθέσει ὅλα αὐτά τά γήινα, πού σάν ἄνθρωποι γνωρίζει ὅτι χρειαζόμαστε: Τί θά φᾶμε δηλαδή, τί θά πιοῦμε, πῶς θά ἔχουμε χρήματα, ἄν θά ἔχουμε χρήματα κλπ., κλπ.
Ἐμεῖς ἄς ζητᾶμε πάντοτε νά γίνεται τό θέλημά Του καί νά ἐπικρατεῖ ἡ ἀρετή στή ζωή μας, καί Ἐκεῖνος θά μᾶς δώσει ἕτοιμα ὅλα ὅσα χρειαζόμαστε γιά τήν βιολογική μας συντήρηση.
«Ὁ συνήθης λόγος διαπληκτισμοῦ καί φιλονικίας εἶναι ὁ ἐγωισμός καί τό ἴδιο θέλημα».
Πόσο σοφά εἶναι αὐτά πού λέει ὁ Ἅγιος! …
Ὁ ἐγωισμός καί τό ἴδιο θέλημα. Ὅταν ὁ καθένας κρατάει τό θέλημά του πεισματικά, «στήνει» τό θέλημά του, τό γεγονός αὐτό εἶναι αἰτία διαπληκτισμοῦ καί ταραχῆς.
Ὅλοι ξέρουμε πόσο εὔκολο, εἶναι νά συμβεῖ αὐτό μέσα στήν οἰκογένεια. Ὅταν ὁ καθένας ἐμμένει στό θέλημά του, τότε συμβαίνει αὐτός ὁ διαπληκτισμός, αὐτός ὁ «τσακωμός», ὅπως τόν λέμε.
Γι’ αὐτό ἐκεῖ, ὅπου δέν ὑπάρχει τό «ἴδιον θέλημα», ἐπικρατεῖ ὁμόνοια καί εἰρήνη.
-Βλέπετε πῶς ἡ οἰκογένεια μοιάζει πάρα πολύ μέ ἕνα μικρό μοναστηράκι;
Ὅπως στο μοναστήρι τό πρῶτο πού ζητιέται εἶναι ἡ ὑπακοή -δηλαδή τό νά μήν ἔχει κανείς δικό του θέλημα- τό ἴδιο εἶναι ἀπαραίτητο καί μές τήν οἰκογένεια: Νά μάθει καί ὁ ἄντρας νά μήν ἔχει δικό του θέλημα καί ἡ γυναῖκα ἐπίσης, νά μήν ἔχει δικό της θέλημα. Θά πρέπει καί οἱ δυό νά κάνουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Ὅταν λοιπόν καί ὁ ἄντρας καί ἡ γυναίκα προσπαθοῦν νά κόβουν τό δικό τους θέλημα καί νά κάνουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τότε τί γίνεται; Ἔχουν καί οἱ δυό τό ἴδιο θέλημα, ὁπότε δέν ὑπάρχει «τσακωμός».
Ἀντίθετα ὅταν ὁ καθένας κρατάει τό δικό του θέλημα, πάντα ὑπάρχει μιά αἰτία καί μιά συνεχής κατάσταση ἔντασης καί ἐκνευρισμοῦ. Σέ μία τέτοια οἰκογένεια, ὁ καθένας προσπαθεῖ νά ἐπιβάλει τό θέλημά του στόν ἄλλον, νά ἔχει «τό πάνω χέρι» ὅπως λέμε, νά κάνει τό «κουμάντο». Καί εἶναι ἐγωισμός βέβαια αὐτό, ἀλλά εἶναι καί μιά μόνιμη αἰτία ταραχῆς καί τσακωμοῦ.

Ἡ ἀγάπη καί ἡ συμφωνία τῶν συζύγων, ἀποτελεῖ βασική προϋπόθεση γιά τήν εὐημερία ὅλης τῆς οἰκογένειας. Ἄν οἱ γονεῖς δέν εἶναι ἀγαπημένοι, τότε ὅλη ἡ οἰκογένεια δέν πάει μπροστά. Τότε καί τά παιδιά δέν αἰσθάνονται καλά, ἀλλά καί οἱ σύζυγοι δέν χαίρονται τήν ζωή τους.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, προβάλει τήν ἑνότητα τῆς ψυχῆς μέ τό σῶμα, σάν πρότυπο ἑνότητας τοῦ ἄνδρα μέ τήν γυναῖκα. Πῶς εἶναι ἑνωμένη, λέει, ἡ ψυχή μέ τό σῶμα, ἔτσι πρέπει νά εἶναι ἑνωμένος ὁ ἄνδρας μέ τήν γυναῖκα.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς διδάσκουν ὅτι ἡ ψυχή δέν εἶναι μέσα στό σῶμα, ἀλλά τό σῶμα εἶναι μέσα στήν ψυχή. Δηλαδή ἡ ψυχή ἀγκαλιάζει τό σῶμα. Ἔτσι πρέπει νά εἶναι καί ἡ σχέση τοῦ ἄνδρα μέ τήν γυναῖκα.
Ψυχή καί σῶμα εἶναι ἀδιάσπαστα. Τό μόνο πού τά χωρίζει εἶναι ὁ θάνατος. Ὁ θάνατος εἶναι, πού χωρίζει καί τόν ἄνδρα ἀπ΄ τήν γυναίκα.
Στό πλαίσιο μιᾶς τέτοιας ἑνότητας εἶναι ἀδιανόητη ἡ διά¬σταση καί ἡ διαμάχη. Ὅπως εἶναι ἀδιανόητο, εἶναι ἀδύνατο τό νά σκεφτεῖς ὅτι ἡ ψυχή πολεμάει τό σῶμα ἤ τό σῶμα τήν ψυχή. Ἀντίθετα ὑπάρχει μία ἀγάπη μεταξύ τους, ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας, μᾶς λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες, πρίν τήν Δευτέρα Παρουσία, κατά τήν κοινή ἀνάσταση, ἡ κάθε ψυχή θά βρεῖ τό δικό της σῶμα, τό σῶμα μέ τό ὁποῖο ἔζησε ἐδῶ στήν γῆ.
Κατά ἀνάλογο τρόπο εἶναι ἀδιανοητο νά ὑπαρχει διάσταση καί διαμάχη ἀνάμεσα στόν ἄνδρα καί στήν γυναῖκα…
Καί ὅμως γίνεται… καί βεβαίως δέν εἶναι παρά μία φοβερή ἀρρώστια… Κάτι ἀνάλογο μέ αὐτό πού συμβαίνει στίς ἀρρώστιες, τίς ψυχικές ἤ καί τίς σωματικές. Σ΄ αὐτήν τήν ἀρρωστημένη κατάσταση ἐπιτίθεται ἡ ψυχή ἐναντίον τοῦ σώματος ἤ τό ἀντίθετο…
-Πότε;

-Ὅταν δέν λειτουργεῖ σωστά ὁ ἄνθρωπος.
Συμβαίνει δηλαδή τότε αὐτό, πού λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «ἡ σάρξ ἐπιθυμεῖ κατά τοῦ πνεύματος καί τό πνεῦμα κατά τῆς σαρκός». Ὅταν κυριαρχήσει στόν ἄνθρωπο τό σωματικό, τό σαρκικό φρόνημα, τότε τό σῶμα ἐπιτίθεται στό πνεῦμα, στήν ψυχή. Ἀντίστοιχα ὅταν ἡ ψυχή ὑποδουλωθεῖ στήν ἁμαρτία τότε φθείρει καί τό σῶμα. Στήν κατάσταση τῆς ἁμαρτίας νοσοῦν ἀμφότερα, σῶμα καί ψυχή, καί ἐπιτίθενται τό ἕνα στό ἄλλο. Ἀντίθετα ὅταν ἡ ψυχή ὑποτάσσεται στόν Θεό, τότε εἶναι ὑγιής, τότε δέν ἐπιτίθεται στό σῶμα. Τό σῶμα ἐπίσης, τότε χαλιναγωγεῖται μέ τήν Θεία Χάρη πού ἐπισκιάζει τόν ὑπάκουο καί ταπεινό ἄνθρωπο καί ὑποτάσσεται στήν ψυχή. Ψυχή καί σῶμα ζοῦν ἁρμονικά καί τό ἕνα βοηθεῖ τό ἄλλο. Ὑπάρχει ἑνότητα καί ἁρμονία.
Τό ἴδιο πρέπει νά συμβαίνει καί μέ τήν οἰκογένεια. Δέν νοεῖται νά ἐπιτίθεται ὁ ἄνδρας στήν γυναῖκα ἤ ἡ γυναῖκα στόν ἄνδρα.
Τώρα βλέπετε ὅτι καθημερινά συμβαίνει αὐτό… Καί ἔχουμε φτάσει στό σημεῖο νά τό θεωροῦμε καί φυσιολογικό.
- «Σκοτώνονται», σοῦ λέει, «πάλι σκοτώνονται»… Καί τούς ἀκούει καί ἡ γειτονιά, πολλές φορές καί βρίζονται καί χτυπιοῦνται. Μοῦ ἔλεγε κάποιος γιά τούς συγκατοίκους του, τοῦ πάνω ὀρόφου:«κάθε βράδυ τούς ἀκούω πού χτυπιοῦνται…, ξύλο…».

- Λοιπόν γιατί; Τί ζωή εἶναι αὐτή;…

Αὐτή ἡ βίωση τῆς ἑνότητας μέσα στήν οἰκογένεια δέν ἀποτελεῖ αὐτονόητη καί δεδομένη πραγματικότητα. Ἀντίθετα εἶναι τό κατ’ ἐξοχήν καθημερινό ζητούμενο. Ἡ ἑνότητα δέν ἐπιτυγχάνεται κατά μαγικό, μηχανιστικό τρόπο: «Παντρευτήκαμε ἄρα θά εἴμαστε ἑνωμένοι».

-Ὄχι. Ἀντίθετα εἶναι ἕνα ἀγώνισμα, τό νά φυλάξεις αὐτήν τήν ἑνότητα καί τήν εἰρήνη, μέ τόν/τήν σύζυγό σου ἀντίστοιχα. Ἀγώνισμα καθημερινό. Χρειάζεται κόπος.
Γιά νά πετύχει κανείς σ’ αὐτό, προϋποτίθεται ἡ πνευματική ἐγρήγορση καί ἡ ἄσκηση. Γιά νά μπορέσεις νά φυλάξεις ἑνότητα στήν οἰκογένεια θά πρέπει νά ἔχεις πνευματική ἐγρήγορση. Νά καλλιεργεῖς αὐτό, πού ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες ὀνομάζεται νήψη. Δέν πρέπει νά κοιμάσαι πνευματικά. Ἀντίθετα θά πρέπει νά ἀγωνίζεσαι συνεχῶς, νά προσεύχεσαι καί νά ἔχεις ἄσκηση.

-Ἡ ἄσκηση τί χρειάζεται, τί κάνει;

-Δίνει στόν ἄνθρωπο τίς ἀπελευθερωτικές δυνάμεις ἀπό τά πάθη του. Κατ’ ἐξοχήν, μάλιστα, τόν ἀπελευθερώνει ἀπό τήν φιλαυτία του. Ὅταν κανείς ἔχει ἐγκράτεια, γιά παράδειγμα στό φαγητό, ἀντιστρατεύεται σέ αὐτήν τήν ἐπιθυμία τῆς τροφῆς πού εἶναι βεβαίως φυσική καί ἀδιάβλητη. Ὅταν ὅμως τίς ἀνάγκες πού σχετίζονται μέ τήν σωματική μας συντήρηση τίς ὑπερκαλύπτουμε, τότε ἡ πράξη π.χ. τῆς λήψης τροφῆς γίνεται διαβλητή καί ἁμαρτωλή. Ὅταν τρῶμε παραπάνω ἀπό ὅσο χρειαζόμαστε, πέφτουμε στήν ἁμαρτία, στό πάθος τῆς γαστριμαργίας.
Ὅταν κανείς ἀντιστέκεται λοιπόν σ’ αὐτήν ἐδῶ τήν ἐπιθυμία, τότε μαθαίνει νά ἀντιστέκεται γενικότερα στό θέλημα του. Καί αὐτό ἀκριβῶς εἶναι πού τόν βοηθάει νά ὑπακούει στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Νά κόβει τό δικό του θέλημα κάθε στιγμή. Ὅταν αὐτό τό κάνει καί ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα, τότε πετυχαίνουν καί οἱ δυό νά ἔχουν τό ἴδιο θέλημα, τότε φθάνουν στήν ἑνότητα.
Ὅταν δέν ἔχουν ἄσκηση, ὅταν δέν ὑποτάσσονται στήν νηστεία πού ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία, (τώρα γιά παράδειγμα ἀπ΄τήν Δευτέρα θά ἔχουμε νηστεία γιά ἕνα μήνα, τήν νηστεία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων) τότε δέν μποροῦν γενικότερα νά ὑποτάξουν τά διάφορα σαρκικά καί φίλαυτα θελήματά τους καί νά τά ἐλέγξουν. Ὅταν οἱ γονεῖς, οἱ σύζυγοι δέν ὑποτάσσονται στήν Ἐκκλησία, στήν νηστεία, στούς κανόνες
Της, τότε γενικότερα συνηθίζουν νά μήν ὑποτάσσονται στόν Θεό. Γενικότερα μαθαίνουν νά ἔχουν τό δικό τους θέλημα καί νά θέλουν νά τό ἐπιβάλλουν, ὁπότε μετά ὑπάρχει ἡ μεταξύ τους διάσταση.

Ὁ Ἀββᾶς Δωρόθεος, δίνει μία ὡραία εἰκόνα. Λέει: «Ὑποθέστε ὅτι ὁ Θεός εἶναι στό κέντρο καί ἐμεῖς εἴμαστε γύρω-γύρω σ’ ἕναν κύκλο. Ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι βρισκόμαστε στήν περιφέρεια τοῦ κύκλου. Ὅσο οἱ ἄνθρωποι πλησιάζουμε πρός τό κέντρο τόσο μικραίνει ὁ κύκλος, τόσο πλησιάζουμε καί μεταξύ μας. Ὅσο ἀπομακρυνόμαστε ἀπό τό κέντρο, δηλαδή ἀπό τόν Θεό, τόσο ἀπομακρυνόμαστε καί μεταξύ μας. Δηλαδή μεγαλώνει ὁ κύκλος, μεγαλώνει καί ἡ μεταξύ μας ἀπόσταση, μεγαλώνει ἡ μοναξιά μας. Αὐτό εἶναι πολύ βασικό ἄν τό καταλάβουμε.
Ὅσο οἱ γονεῖς (καί μετά βεβαίως καί τά παιδιά ἀκολουθοῦνε τους γονεῖς) πλησιάζουν πρός τό κέντρο, πρός τόν Θεό δηλαδή, τόσο πλησιάζουν καί μεταξύ τους, τόσο ἑνώνονται δηλαδή. Ὅσο ἀπομακρύνονται ἀπό τό κέντρο ἀπ’ τό Θεό, τόσο ἀπομακρύνονται καί μεταξύ τους.
Ὅσο δέν τηροῦν τίς ἐντολές-θεραπευτικές ὁδηγίες τῆς Ἐκκλησίας πού εἶναι ἡ ἄσκηση, ἡ νηστεία, ἡ ἀγρυπνία, ἡ προσευχή, ἡ τακτική ἐξομολόγηση (μία φορά τόν μήνα περίπου), ἡ Θεία Κοινωνία ἡ τακτική· ὅσο δέν τά τηροῦν αὐτά οἱ σύζυγοι, τόσο ἀπομακρύνονται ἀπό τόν Θεό, ἀλλά καί μεταξύ τους χωρίζονται. Βλέπετε πόσο βασικό πρᾶγμα εἶναι ὁ πνευματικός ἀγώνας, γιά νά πετύχει ἡ οἰκογένεια καί ἡ οἰκογενειακή ζωή.
Ἄν δέν ὑπάρχει πνευματικός ἀγῶνας καί στούς δυό συζύγους, δέν μποροῦνε νά’ ρθοῦνε κοντά, γιατί μεγαλώνει ὁ κύκλος, μεγαλώνει καί ἡ ἀπόσταση μεταξύ τους. Ὅσο κι ἄν «ἀγαπιοῦνται» κοσμικά.
«Ἔχουν πολύ ἔρωτα», λέει, «μεταξύ τους αὐτοί καί εἶναι ἀχώριστοι». Κι ὅμως, μετά, αὐτός ὁ ἔρωτας μπορεῖ νά γίνει μίσος. Πολύ εὔκολα μεταστρέφεται σέ ἄσπονδο μίσος, αὐτός ὁ μεγάλος ἔρωτας, αὐτή ἡ μεγάλη ἀγάπη.
-Πότε;
- Ὅταν δέν ὑπάρχει ἡ προσέγγιση στό κέντρο, πού εἶναι ὁ Χριστός.
Ὁ ἱερός Πατήρ καλεῖ καί τούς δυό συζύγους νά φροντίζουν ὥστε νά ἀποκρύνονται τά αἴτια τῆς δυσαρέσκειας. Ὁ,τιδήποτε δηλαδή τους πικραίνει, τούς πίκρανε, τούς δυσαρέστησε, αὐτό πρέπει νά ἀπομακρυνθεῖ νά μήν ὑπάρχει μέσα τους . Γιά νά ἐπιτευχθεῖ αὐτό θά πρέπει καί οἱ δύο νά ἔχουν τήν ἁπλότητα μαζί μέ τήν διάκριση καί νά ὁμολογήσουν αὐτό, πού τούς πικραίνει.
-Εἴδατε τί λέει στό Εὐαγγέλιο;
Ἄν ἔχεις κάτι κατά τοῦ ἀδελφοῦ σου –καί ὁ ἀδελφός σου, μέ τήν γενικότερη ἔννοια, μπορεῖ νά εἶναι καί ὁ συζυγός σου- νά πᾶς καί νά τόν ἐλέγξεις, νά τοῦ μιλήσεις γιά ὅ,τι σέ στενοχωρεῖ ἰδιαιτέρως· μεταξύ σοῦ καί αὐτοῦ μόνο. Νά τοῦ πεῖς:
-Γιατί τό ἔκανες αὐτό; Νά τοῦ μιλήσεις ἔτσι ἥρεμα, χωρίς πάθος καί θυμό, ἀλλά ἐπίσης ἰδιαιτέρως καί ὄχι δημόσια. Ὄχι μπροστά στούς ἄλλους, ἀκόμη οὔτε καί μπροστά στά παιδιά.
Βλέπετε; Πόσο ὡραῖα τά ’χει τακτοποιήσει ὁ Θεός, γιά νά φεύγει ἡ αἰτία τῆς δυσαρέσκειας.
Οὔτε πάλι εἶναι σωστό νά τό κρατήσεις μέσα σου καί νά περιμένεις ὁ ἄλλος νά ἔχει προορατικό χάρισμα ἤ διορατικό χάρισμα, καί νά καταλάβει γιατί ἐσύ ἔχεις κατεβασμένα μοῦτρα… Πῶς νά τό καταλάβει;
Πρέπει νά ἔχεις τήν ἁπλότητα νά τοῦ πεῖς:
-Ξέρεις μ’ αὐτό πού ἔκανες μέ στεναχώρησες· γιατί τό ἔκανες; Χωρίς νά θυμώσεις καί νά τόν ταπεινώσεις καί νά τόν πικράνεις, ἀλλά νά μιλήσεις γιά νά φύγει ἡ αἰτία τοῦ σκανδαλισμοῦ.

Τότε ξέρετε τί ὅμορφα τακτοποιοῦνται ὅλα; Πολλές φορές μάλιστα αὐτό, πού σέ εἶχε πικράνει, βλέπεις μετά ὅτι ἦταν ἕνα τίποτα καί ἔφταιγες ἐσύ, δέν ἔφταιγε ὁ ἄλλος. Ὁ ἄλλος μπορεῖ νά ἐνήργησε ἀπό μιά ἁπλότητα, μιά ἀφέλεια, μιά παιδικότητα καί ἐσύ τό πῆρες τελείως ἀνάποδα, γιατί εἶσαι ἐσύ διεστραμμένος. Ἐσύ δέν σκέφτεσαι σωστά· ἔχεις καί πολύ φαντασία καί φτιάχνεις πολλά καί διάφορα σενάρια, ἐνῶ οὐσιαστικά δέν συμβαίνει τίποτα.
Ἄν ὅμως εἶχες τήν ἁπλότητα νά τοῦ πεῖς ἀμέσως, ἰδιαιτέρως, μέ ἡρεμία τήν στενοχώρια σου, τότε θά σοῦ ἔλεγε καί ὁ ἄλλος τί πραγματικά συμβαίνει, ὁπότε μετά θά ἀποφευγόταν, ἐξ ἀρχῆς, ἡ δύσκολη κατάσταση τῆς ψυχρότητας καί δυσαρέσκειας.
Συμβαίνει δυστυχῶς αὐτή ἡ ἀπομάκρυνση καί δυσαρέσκεια νά «τραβάει» γιά πολύ καιρό. Τά θέματα αὐτά θά πρέπει ἀμέσως νά τακτοποιοῦνται.
Γι’ αὐτό καί λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ:«Μή ἐπιδυέτῳ ὁ ἥλιος ἐπί τῷ παροργισμῷ ἡμῶν», «νά μήν δύει ὁ ἥλιος καί ἐσεῖς εἴσαστε ἀκόμη ὀργισμένοι». Δηλαδή «Νά μήν ἔχετε μέσα σας κάτι, ὁ ἕνας ἐναντίον τοῦ ἄλλου. Θά πρέπει νά τό φροντίσετε νά τό τακτοποιήσετε τό ἀργότερο πρίν δύσει ὁ ἥλιος. Καί βεβαίως θά πρέπει νά ἔχετε τήν καλοσύνη καί τήν ἁπλότητα νά δεχθεῖτε τήν ἐξήγηση πού θά σᾶς πεῖ ὁ ἄλλος».
Γιατί βεβαίως μπορεῖ νά τοῦ πεῖς:
- Γιατί τό ἔκανες αὐτό;
Ἐκεῖνος τότε θά σοῦ πεῖ τήν ἀπάντηση καί ἐσύ εἶναι ἐνδεχόμενο, ἄν δέν ἔχεις καλή διάθεση μέσα
σου, νά σκεφτεῖς: μπά…. ψέμματα μοῦ λέει. Τότε βέβαια δέν γίνεται τίποτα. Τότε τόν κατακρίνεις μέσα σου. Τότε δέν τόν ἀγαπᾶς- ἀφοῦ σκέφτεσαι ὅτι ὁ ἄλλος σοῦ λέει ψέματα. «Ἡ ἀγάπη οὐ λογίζεται τό κακό». Θά πρέπει νά ἔχεις τήν ἁπλότητα νά δεχτεῖς τήν ἐξήγηση πού θα σοῦ δώσει ὁ ἄλλος καί νά εἰρηνεύσεις.
Λέει πολύ ὡραῖα στό Γεροντικό:
Κάνει κάποιος ἕνα λάθος, τό βλέπεις ἐσύ καί πᾶς καί τοῦ λές: «Γιατί τό ἔκανες αὐτό;» Καί σοῦ λέει: «Ὄχι δέν τό ΄κανα».
Τί πρέπει νά κάνεις ἐσύ μετά; Δέν πρέπει νά τοῦ πεῖς: «Ὄχι το΄κανες ἀφοῦ σέ εἶδα». Ἀντίθετα θά πρέπει νά τό δεχτεῖς, ὅπως σοῦ τό λέει. Νά μήν ἐπιμείνεις. Γιατί μπορεῖ νά κάνεις ἐσύ λάθος.
Ἀκόμη καί στά μάτια σου νά μήν ἐμπιστεύεσαι. Τό εἶδες σἰγουρα; Πόσες φορές βλέπουμε καί δέν βλέπουμε σωστά. Νομίζουμε, ὅτι βλέπουμε σωστά. Θά πρέπει νά ἔχεις τήν ἑτοιμότητα νά δεχτεῖς τόν λόγο τοῦ ἀδελφοῦ σου. Νά πεῖς ἀφοῦ μοῦ λέει «δέν το’ κανα», πράγματι δέν το’ κανε, ὁπότε κατόπιν εἰρηνεύουμε. Ἐνῶ μέ τό νά ἐπιμείνεις λέγοντας: «το’ κανες, βέβαια το’ κανες καί πρέπει νά τό παραδεχτεῖς, νά βάλεις μυαλό», δέν θά γίνει τίποτα. Οὔτε ἐσύ εἰρηνεύεις καί ἐκεῖνον τόν ταράζεις.
Ἔτσι λοιπόν θά διασφαλίζεται ἡ βαθειά εἰρήνη στήν οἰκογένεια: Ὅταν καί οἱ δυό φροντίζουν νά ἀπομακρύνουν τά αἴτια τῆς δυσαρέσκειας.
Πολύ εὔκολα, ξέρετε, ὅταν ζοῦμε εἴκοσι τέσσερις ὥρες μαζί, δημιουργοῦνται τέτοια αἴτια δυσαρέσκειας καί ἀπ΄τόν ἕναν καί ἀπ΄ τόν ἄλλον. Καί ἀπό μιά κουβέντα πού θά πεῖ καί ἀπό μιά συμπεριφορά καί ἀπό ἕνα κοίταγμα καί ἀπό μια κίνηση ἀκόμα. Καί πρέπει νά ἔχει τήν ἁπλότητα ὁ ἕνας στόν ἄλλον νά πεῖ: «γιατί το΄κανες αὐτό».
Ἀλλά ἀπ΄τήν ἄλλη, βέβαια, προσέξτε, δέν πρέπει νά γίνουμε «μυγιάγγιχτοι». Κάθε στιγμή, δηλαδή, νά πηγαίνει ὁ νοῦς μας στό κακό καί νά ζητᾶμε ἀπό τόν ἄλλον νά ἀπολογηθεῖ. Θά πρέπει νά μάθουμε νά ξεπερνᾶμε κάποια πράγματα καί νά μήν πηγαίνει ὁ νοῦς μας στό κακό.
Ἔτσι λοιπόν ὁ ἱερός Πατήρ συνιστᾶ οἱ σύζυγοι,νά μήν παίρνουν κατά γράμμα τίς ἐνδεχόμενες δίκαιες ἤ ἄδικες κατηγορίες, πού ἀπό ἀδυναμία καί ὑποβολή τοῦ πονηροῦ, ἐκτοξεύουν κάποτε ὁ ἕνας στόν ἄλλο. Προσέξτε καί αὐτό.
Πολλές φορές μάλιστα εἶναι ἄδικη ἡ κατηγορία. Σοῦ προσάπτει μία κατηγορία ὁ ἄλλος πού δέν ἰσχύει: «Γιατί τό ἔκανες αὐτό;» Καί ἐσύ δέν το΄ κανεις. Ἔ! Δέν πρέπει νά τό πάρεις καί κατά γράμμα. Ἐντάξει. Τόν πείραξε ὁ πονηρός τόν ξεγέλασε τοῦ ἔβαλε αὐτήν τήν ἰδέα.
Στό πονηρό θά τά φορτώσεις καί ὄχι στόν ἀδελφό, στόν σύζυγο. Δέν θά τά παίρνεις κατά γράμμα. Ἐνῶ παράλληλα θά πρέπει καί οἱ ἄνδρες καί οἱ γυναῖκες, προπάντων οἱ ἄνδρες, νά εἶναι ἐπιεικεῖς καί ἥμεροι. Οἱ γυναῖκες ἐπίσης θά πρέπει νά εἶναι εἰρηνικές καί ἀφοσιωμένες στούς ἄνδρες τους. Ἐκτός βεβαίως ἁμαρτίας. Ἀφοσιωμένη στόν ἄνδρα δέν σημαίνει νά τοῦ κάνει τά ἁμαρτωλά θελήματα. Ὄχι αὐτό δέν εἶναι σωστό. Νά τόν βοηθήσει σ’ αὐτά, πού εἶναι κατά Θεόν, βεβαίως. Γιά αὐτό λέει ἐπλάσθηκε καί «βοηθός κατ’ αὐτόν» (γιά τόν Ἀδάμ), ἡ Εὔα.
Ἡ οἰκογένεια παραβάλλεται ἀπό τόν ἱερό Πατέρα Ἅγιο Ἰωάννη Χρυσόστομο, μέ πλοῖο. Ὁ διαπληκτισμός τοῦ ἄντρα με τήν γυναῖκα μές τήν οἰκογένεια, μοιάζει μέ τόν διαπληκτισμό τοῦ κυβερνήτη μέ τόν πηδαλιοῦχο. Τή στιγμή πού τό πλοῖο θαλασσοδέρνεται…
Ἡ διχόνοια τῶν γονέων ἐπηρεάζει δυσμενῶς ὅλα τά μέλη τῆς οἰκο¬γένειας. Ὅταν οἱ κυβερνῆτες τῶν πλοίων κάνουν στάση, λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, συμμετέχουν στίς θλιβερές συνέπειες καί οἱ συνταξιδιῶτες. Ὅταν εἶναι τό πλοῖο ἀκυβέρνητο, ἀφοῦ τσακώνεται ὁ καπετάνιος μέ τούς ναῦτες ἤ μέ τόν τιμονιέρη, ἑπόμενο εἶναι νά βυθιστεῖ· καί μαζί μ’ αὐτό νά βυθιστοῦν καί ὅλοι ὅσοι εἶναι μέσα σ’ αὐτό.
Ἔτσι συμβαίνει καί μέ τήν οἰκογένεια, στήν ὁποία ὑπάρχει διχόνοια ἀνάμεσα στόν ἄντρα καί στήν γυναῖκα. Τά παιδιά τότε, ἐπίσης ταλαιπωροῦνται, καθώς καί ὅλα τά ὑπόλοιπα μέλη τῆς οἰκογένειας.
Γιά αὐτό λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσότστομος, ὅτι δέν ὑπάρχει τίποτε χειρότερο ἀπό τό νά μαλώνει ὁ ἄντρας μέ τήν γυναῖκα. Σκεφτεῖτε ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, πόσο ἀλλοτριωμένη εἶναι ἡ ἐποχή μας, πού τό θεωρεῖ φυσιολογικό καί νόμιμο νά τσακώνονται οἱ σύζυγοι.
Ἔχουμε δυστυχῶς ἀποδεχθεῖ τήν ἀρρώστια σάν κάτι τό φυσιολογικό.
Τό ἤρεμο οἰκογενειακό περιβάλλον, εἶναι παράγοντας, πού συμβάλει ἀποφασιστικά καί καθοριστικά στό ἀνώτερο πνευματικό καί ἠθικό ποιόν τῶν παιδιῶν. Τά παιδιά μιμοῦνται τήν ἀρετή τῶν γονέων, ὅταν ἡ ἀρετή αὐτή ἀποτελεῖ τήν περιρρέουσα ἀτμόσφαιρα τοῦ σπιτιου. Ὅταν ἡ ὅλη ἀτμόσφαιρα τοῦ σπιτιοῦ εἶναι ἁγνή, καθαρή, τά παιδιά εὔκολα «μπαίνουν» σ’ αὐτό τό κλίμα. Μιμοῦνται αὐτό πού ζοῦνε καί αὐτό πού βλέπουνε στούς γονεῖς τους.
«Τότε γάρ» λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος «οἱ τικτόμενοι τῇ τῶν γεγενηκότων ἀρετῇ κατακολουθήσωσι». «Οἱ τικτόμενοι», τά παιδιά, θά ἀκολουθήσουν τήν ἀρετή τῶν γονέων τους.
Τό οἰκογενειακό περιβάλλον καί ἰδιαίτερα οἱ γονεῖς ἐπηρέαζουν βαθύτατα τήν προσωπικότητα τῶν παιδιῶν τους. Ἐπιδροῦν καθοριστικά στήν μελλοντική πνευματική τους πορεία.
Δέν εἶναι δυνατόν νά γίνει κακός, ἐκεῖνος πού ἀπό τήν ἀρχή ἀνατράφηκε μέ πολύ ἐπιμέλεια καί ἀπήλαυσε πολύ φροντίδα.

Λένε πολλές φορές: «Ἀφοῦ οἱ γονεῖς ἦταν τῆς Ἐκκλησίας, πῶς ἔγινε ἔτσι τό παιδί;»

Δυστυχῶς ὅμως σᾶς λέω ὅτι σ’ αὐτές τίς περιπτώσεις, δέν εἶναι πραγματικά «τῆς Ἐκκλησίας» οἱ γονεῖς, κατά κανόνα. Δηλαδή εἶναι μόνο ἐξωτερικά. Πᾶνε τό πολύ-πολύ στήν ἐκκλησία κάθε Κυριακή καί αὐτό βεβαίως δέν εἶναι καθόλου ἐπαρκές γιά τήν σωστή ἀγωγή τῶν παιδιῶν.
Τό θέμα εἶναι καί πῶς πᾶς στήν ἐκκλησία; Μέ τί φρόνημα; Ἀγαπᾶς τόν Χριστό; ἤ ἁπλῶς πᾶς ἀπό μιά συνήθεια, ἀπό μιά ψυχολογική ἀνάγκη. Ὅπως, ἄς ποῦμε, κάποιος ἔχει συνηθίσει νά πηγαίνει στό κυνήγι κάθε Κυριακή πρωί καί ἄν μία φορά δέν πάει, τότε δέν αἰσθάνεται καλά μέσα του. Τοῦ ἔχει δημιουργηθεῖ μία ψυχολογική ἀνάγκη. Ἔτσι καί ὁ ἄλλος ἔχει μάθει νά πηγαίνει στήν Ἐκκλησία.
-Ἀλλά φτάνει αὐτό;
-Δέν φτάνει.
Τούς λένε «τῆς Ἐκκλησίας», ἀλλά δέν εἶναι. «Τῆς Ἐκκλησίας» εἶσαι ὅταν ἔχεις ζωντανή σχέση μέ τόν Χριστό ἤ γιά νά σᾶς τό πῶ καί πιό σωστά: Ὅταν ὁ Χριστός ζεῖ μέσα σου καί σύ μέσα Του. Τότε εἶσαι «τῆς Ἐκκλησίας». Τότε καί τά παιδιά πολύ δύσκολα θά παραστρατήσουν.

Ἔχω ὑπ’ ὄψιν μου μιά οἰκογένεια, εὐλογημένη πολύ, καί τά παιδιά στήν ἐφηβεία, δεκατέσσερα- δεκαέξι χρονῶν. Μοῦ λέει ὁ πατέρας: « Πάτερ δόξα τῷ Θεῷ, δέν ἔχουμε προβλήματα, καθόλου». Ἐνῶ ξέρετε τί γίνεται, πόσο εὔκολα τά παιδιά ἀπ΄ αὐτήν τήν ἡλικία κάνουν ἐλεύθερες σχέσεις, ὁλοκληρωμένες σχέσεις (ὁλοκληρωμένη πορνεία δηλαδή) καί ἕνα σωρό τέτοια πράγματα.

-Γιατί ἐδῶ τά παιδιά δέν παρουσιάζουν τέτοια συμπεριφορά προβληματική καί ἁμαρτωλή;

-Διότι οἱ γονείς αὐτῶν τῶν καλῶν παιδιῶν, πού σᾶς ἀνέφερα, εἶναι μέ τόν Θεό, εἶναι δοσμένοι δηλαδή ὁλοκληρωτικά στόν Θεό. Ἔχουν μιά ζωντανή σχέση μέ τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία Του.
Δέν εἶναι δυνατόν νά γίνει κακός, λέει ὁ Ἱερός ὁ Χρυσόστομος, αὐτός, πού ἀπό τήν ἀρχή ἀπήλαυσε πολύ ἐπιμέλεια καί φροντίδα· αὐτός πού ἔτυχε σωστῆς ἀγωγῆς ἀπό τήν στιγμή τῆς συλλήψεώς του στήν μήτρα τῆς μητέρας του.

-Γιατί εἶναι αὐτό μία μεγάλη ἀλήθεια;

-Διότι ἡ ἁμαρτία, ἡ ἀποστασία ἀπό τόν Θεό, δέν εἶναι μές τήν φύση μας. Οἱ διάφορες ἁμαρτωλές προκλήσεις ἀπό τήν κοινωνία, δέν μποροῦν νά νικήσουν μιά σωστή καί ἐπιμελημένη φροντίδα-ἀγωγή, ὅπως εἶναι αὐτή πού προσφέρουν οἱ Χριστιανοί γονεῖς· οἱ πραγματικά Χριστιανοί γονεῖς.
Ἡ ἁμαρτία, ὅσο δυνατή κι ἄν εἶναι στήν κοινωνία σήμερα, (γιά τήν ὁποία κοινωνία λέμε λανθασμένα, ὅτι αὐτή εἶναι, πού διαστρέφει τά παιδιά) ὡστόσο δέν εἶναι τόσο δυνατή, (ὅσο διεστραμμένη καί ἄν εἶναι ἡ κοινωνία) ὥστε νά μπορέσει νά ἐξουδετερώσει αὐτήν τήν ἐπιμελημένη ὀρθόδοξη ἀγωγή, πού θά δοθεῖ ἀπό τους σωστούς χριστιανούς γονεῖς.
Ἄς μήν ξεχνᾶμε ὅτι τό παιδί γιά νά βγεῖ στήν κοινωνία θά πρέπει νά περάσουνε πέντε χρόνια τουλάχιστον. Μέχρι τότε ἔχει ζήσει κυρίως μόνο μέ τούς γονεῖς του. Σύν τούς ἑννιά μῆνες πού ἤτανε μέσα στήν κοιλιά τῆς μητέρας του. Αὐτό ἐπίσης τό ξεχνᾶμε, ἄν καί εἶναι ὁ πιό καθοριστικός χρόνος γιά τήν μετέπειτα ζωή μας (οἱ ἐννέα μῆνες τῆς ἐνδομήτριας ζωῆς καί τό πῶς ἔζησε ἡ μητέρα σ’ ἐκείνη τήν χρονική περίοδο).
Ὅταν ὅλα αὐτά τά χρόνια (τά 5 πρῶτα χρόνια), τό παιδί ἔχει πάρει πολλά καί ἰσχυρά ἀντισώματα ἐναντίον τοῦ κακοῦ, μετά δέν θά τό ἐπηρεάσει ἡ κοινωνία. Τό ἀντίθετο, θά ἔλεγα, ὅτι τό ἴδιο θά ἐπηρεάσει θετικά τήν κοινωνία, κι ἄς εἶναι ἀκόμη μικρό παιδάκι.
Βεβαίως ὅμως αὐτό δέν γίνεται μαγικά, αὐτόματα καί πάντα. Δηλαδή τό θρησκευτικό ποιόν τῶν γονέων, το τί εἶναι οἱ γονεῖς δέν σημαίνει ὅτι θά προσδιορίσει ἁπόλυτα καί τό τί θά εἶναι τά παιδιά.

-Γιατί;

-Γιατί ὑπάρχει καί ὁ παράγοντας, πού λέγεται ἐλευθερία τῶν παιδιῶν. Μπορεῖ μέν νά γίνουν ὅλα αὐτά πού εἴπαμε. Νά δοθοῦν σωστές κατευθύνσεις ἀπ΄τους γονεῖς. Νά εἶναι πραγματικά χριστιανοί οἱ γονεῖς. Νά εἶναι «ζωντανοί» πνευματικά, σύμφωνοι μέ τήν Ἐκκλησία, καί ὅμως τό παιδί νά μήν ἀκολουθήσει. Διότι δέν θέλει. Καί ὁ Θεός τό ἀφήνει νά μήν θέλει. Δέν ἀναγκάζει ὁ Θεός κανέναν νά Τόν ἀκολουθήσει.
Ἀκόμα καί σ’ αὐτούς τους μαθητές Του, τί τούς εἶπε θυμᾶστε; «Μῆπως θέλετε καί ἐσεῖς νά φύγετε»;
Τούς τό εἶπε σ’ ἐκείνη τήν περίπτωση πού φύγανε ὅλοι οἱ ἄλλοι ἀκροατές διότι δέν ἄντεξαν τό κήρυγμα· τούς φάνηκε πολύ σκληρό…Καί ὁ Χριστός λέει στούς Ἀποστόλους:

-Μήπως θέλετε καί ἐσεῖς νά φύγετε;
Δέν ἔχει πρόβλημα ὁ Θεός, ὁ Χριστός μέ τούς πολλούς ἤ μέ τούς λίγους, μέ τόν ἀριθμό. Ὁ Χριστός μᾶς θέλει ὅλους, ἀλλά δέν ἀναγκάζει κανέναν, νά μένει κοντά Του, καταπιέζοντάς τον.
Μόνο ὅταν τά παιδιά μιμηθοῦν ἐλεύθερα τό ὑπόδειγμα τῶν γονέων τους, μποροῦν νά ὠφεληθοῦν ἀπό τήν ἀρετή τους. Ἐδῶ, αὐτό εἶναι τό πολύ σημαντικό μήνυμα: νά μήν καταπιέζουμε τά παιδιά.
Καί ἐσεῖς τό λέτε πολλές φορές: «δέν θέλω καταπίεση». Καί εἶναι σωστό. Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὄντως ἄνθρωπος, ὅταν εἶναι ἐλεύθερος. Ἐκεῖνο πού τόν χαρακτηρίζει εἶναι ἡ ἐλευθερία. Ἡ ἐλευθερία καί ὁ νοῦς, εἶναι αὐτά, πού μᾶς ξεχωρίζουν ἀπό τά ζῶα, τά ὁποῖα δέν ἔχουν οὔτε ἐλευθερία (αὐτεξούσιο), οὔτε νοῦ. Ἔχουνε μόνο ἔνστικτο.
Ὁ ἄνθρωπος ἔχει τό αὐτεξούσιο, αὐτό τό μεγάλο δῶρο τοῦ Θεοῦ. Ὅ,τι κάνει πρέπει νά τό κάνει μέ ἐλευθερία. Ἀλλιῶς μετά ἀντιδράει. Μπορεῖ νά μήν ἀντιδράσει ἀμέσως, ἀλλά ἄν τώρα κάνει κάτι ἀναγκαστικά, ἀργότερα θά δημιουργηθεῖ μία ἀντίδραση μέσα του.
Λέει, πολύ χαρακτηριστικά ὁ πατήρ Πορφύριος, ὅτι αὐτό συμβαίνει μέ τά παιδιά, πού προέρχονται ἀπό λεγόμενες χριστιανικές οἰκογένειες. Αὐτοί οἱ γονεῖς δέν ἤξεραν πῶς νά ἀναθρέψουν σωστά τά παιδιά, σεβόμενοι τό αὐτεξούσιο τους, γιαυτό καί τά καταπίεσαν. Ὅταν μεγάλωσαν τά παιδιά αὐτά, τότε τά πέταξαν ὅλα τά «καλά» διδάγματα τῶν γονέων τους. Σταμάτησαν νά πηγαίνουν στήν Ἐκκλησία καί νά κάνουν ὅ,τι ἔκαναν ἀπό τά «θρησκευτικά τους καθήκοντα», διότι μέχρι τότε τά ἔκαναν ὅλα ἐξωτερικά, χωρίς τήν θέλησή τους, ἐξαναγκασμένα ἀπό τούς γονεῖς.
Ἡ μεγάλη τέχνη τώρα πιά εἶναι; Νά βοηθήσεις τό παιδί νά πειστεῖ, ὥστε ἐλεύθερα νά κάνει τό καλό. Αὐτο εἶναι τό ζητούμενο καί ἡ δυσκολία:
«Πῶς θά πείσεις τό παιδάκι νά πάει στήν ἐκκλησία». Νά τό θέλει ἀπό μόνο του νά πάει. Ὄχι νά τό καταπιέζεις: «Ὁπωσδήποτε πρέπει νά πᾶς».
Πρέπει νά τοῦ ἐξηγήσεις τί σημαίνει Ἐκκλησία. Ὅτι ἡ ἐκκλησία εἶναι ἡ ζωή μας, ἡ τροφή μας, τό φαγητό τῆς ψυχῆ μας· ὁ Χριστός Μας, εἶναι τό Πᾶν. Χωρίς Αὐτόν δέν ζοῦμε, δέν ὑπάρχουμε, δέν ἔχουμε χαρά, δέν ἔχουμε ἐλπίδα, δέν ἔχουμε τίποτε καί δέν μποροῦμε νά κάνουμε τίποτε. Πρέπει νά καταλάβει ἡ ψυχούλα του ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά ζήσει χωρίς τόν Χριστό, χωρίς τήν Θεία Χάρη, πού πηγάζει ἀπό τήν Θεία Λειτουργία.
Αὐτά πρέπει νά τά διδάξει, νά τά ἐμπνεύσει ὁ γονιός στό παιδί· καί ἡ διδαχή βεβαίως θέλει χρόνο, θέλει καί πνεῦμα, θέλει ζωτικότητα. Θέλει ἐνέργεια νά καταναλώσεις γιά νά τό δώσεις αὐτό στό παιδί νά τό καταλάβει, θέλει προπάντων πολύ προσευχή καί φυσικά πρῶτα νά τό ἔχεις βιώσει ἐσύ αὐτό πού διδάσκεις…
Ὅταν τό καταλάβει τό παιδί καί τό κάνει ἐλεύθερα, μετά δέν θά τ’ ἀφήσει ποτέ στήν ζωή του. Ποτέ δέν θά ἀφήσει πιά τήν Ἐκκλησία.
Πολλοί γονεῖς μοῦ λένε:«Πήγαινε τό παιδί μου πάτερ, μέχρι τά δεκαοχτώ, μετά σταμάτησε. Οὔτε Ἐκκλησία, οὔτε ἐξομολόγηση οὔτε τίποτα».

-Γιατί; Γιατί δέν εἶχε πειστεῖ, γιά τό ἀπαραίτητο τοῦ πράγματος. Πηγαινέ ἀναγκαστικά, διότι δέν μποροῦσε νά κάνει διαφορετικά.
Μόνο ὅταν τά παιδιά μιμηθοῦν ἐλεύθερα τό ὑπόδειγμα τῶν γονέων τους, μποροῦν νά ὠφεληθοῦν ἀπό τήν ἀρετή τους.
Πολλές φορές οἱ γονεῖς θέλουν νά κάνουν τά παιδιά φωτο-αντίγραφά τους. Καί τά πιέζουνε νά μιμηθοῦνε τή δική τους συμπεριφορά. Θέλουν νά τά κάνουνε φωτοκόπιες τους. Ἀλλά αὐτό δέν εἶναι σωστό. Θά πρέπει τό παιδί νά βλέπει τήν ἀρετή στό πρόσωπο τοῦ πατέρα καί τῆς μητέρας καί νά τά ἀντιγράφει ἐλεύθερα. Νά μιμηθεῖ ἐλεύθερα τήν ἀρετή, πού βλέπει καί ὄχι ἀναγκαστικά.
Ἔλεγε ὁ πατήρ Πορφύριος σχετικά μέ τό πῶς θά παρακινήσει ὁ γονιός τά παιδιά γιά νά πᾶνε στήν Ἐκκλησία: «Θά ξυπνήσει τό πρωί ὁ πατέρας καί θά πεῖ: παιδιά ἐγώ πάω στήν Ἐκκλησία. Ὅποτε θέλετε καί ἐσεῖς ἐλᾶτε».
Βέβαια ἐδῶ θέλει μία διάκριση:

-Σέ ποιά ἡλικία θά τό πεῖς αὐτό;

-Στά μωρά καί στά πολύ μικρά παιδιά βεβαίως, δέν μπορεῖς νά τό πεῖς. Ἐκεῖνα θά τά πάρεις μαζί σου.

Ἀπό κάποια ἡλικία καί μετά, στούς ἐφήβους γιά παράδειγμα καί στούς μεγαλύτερους θά πρέπει νά ὀμιλήσεις ἔτσι. Τότε πού ἀρχίζει καί ξυπνάει τό αἴτημα γιά ἐλευθερία καί αὐτονόμηση, θά πρέπει νά μιλήσουμε μέ τόν τρόπο πού διδάσκει ὁ π. Πορφύριος. Πρίν ἀπό αὐτή τήν ἡλικία θά πρέπει ὁ γονιός νά «ἐπιβάλλει», πάλι μέ τόν γλυκό τρόπο καί τήν πειθώ, τόν Ἐκκλησιασμό καί τά τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς. Γιατί τό μικρό παιδάκι εἶναι ἀκόμα σάν τό δεντράκι τό νεοφύτευτο, τό ὁποῖο χρειάζεται ἕνα στήριγμα, ἀπαιτεῖ καί λίγο δέσιμο, καί λίγο περιορισμό, γιά νά μήν τό σπάσει ὁ ἀέρας. Μετά ὅμως θά πρέπει νά τό ἐλευθερώσεις, νά τό ἀφήσεις νά προχωρήσει ἄνετα, ἐλεύθερα, πρός τά πάνω, πρός τόν Θεό.
Ἡ συγγένεια τοῦ αἵματος δέν συνεπάγεται καί ταυτότητα συμπεριφορᾶς ἀπό τούς φορεῖς του. Τό γεγονός ὅτι ἔχουνε τό ἴδιο αἷμα, τά παιδιά μέ τους γονεῖς, αὐτό δέν σημαίνει ὅτι θά ἔχουν καί τήν ἴδια συμπεριφορά. Ὑπάρχει ἐκτός ἀπό τό σῶμα καί ὁ παράγοντας ψυχή, προσωπική βούληση, αὐτεξούσιο, προσωπική ἐλευθερία. Θά πρέπει αὐτή ἡ ψυχή, ὁ ὅλος ἄνθρωπος νά καλλιεργηθεῖ, νά «παιδαγωγηθεῖ εἰς Χριστόν». Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν παιδαγωγηθεῖ, θά βλαστήσει τήν κακία καί θά ὑποταχθεῖ στίς κακές ροπές καί κλίσεις, πού κληρονομεῖ λόγῳ τῆς προπατορικῆς καί τῶν πολλῶν μεταπατορικῶν ἁμαρτιῶν τῶν προγόνων του.
Ἡ ὀρθόδοξη χριστιανική ἀγωγή τῶν παιδιῶν, ἑπομένως, ὄχι μόνο δέν ἐμφανίζεται ὡς ἀντίθετη ἤ ξένη πρός τίς φυσικές καταβολές τοῦ παιδιοῦ, ἀλλά ἀποτελεῖ κατ΄ ἐξοχήν θετική ἐνέργεια, πού ἀνταποκρίνεται στό βαθύτερο εἶναι τοῦ παιδιοῦ καί στόν προορισμό του: τό «καθ’ ὁμοίωσιν». Γι΄ αὐτό ἡ ἀγωγή θεωρεῖται ἀναγκαία πράξη προκειμένου τό παιδί νά καλλιεργηθεῖ, νά ἀναπτυχθεῖ, νά καρποφορήσει τήν ἀρετή καί νά ἐπιτύχει τήν θέωση πού εἶναι ὁ σκοπός τῆς ζωῆς του καί τῆς ζωῆς ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι «κεκελευσμένος θεός», εἶναι δηλ. προορισμένος νά γίνει κατά χάριν Θεός.
Ἡ ἀρετή εἶναι τό φυσικό μας. Εἶναι τό νορμάλ. Ὅταν λοιπόν, οἱ γονεῖς βοηθοῦν τό παιδί στό νά πράξει τήν ἀρετή, στό νά πραγματώσει τήν ἀρετή καί ἐν τέλει τήν θέωση, κάνουν αὐτό πού εἶναι σύμφωνο μέ τήν φύση του καί μέ τόν προορισμό του.
Δέν κάνουν κάτι ἀντίθετο, ὅπως λένε κάποιοι ἐξυπνάκηδες: «Ἄφησε το παιδί ἐλεύθερο μή τοῦ λές τίποτα». Εἶναι λάθος αὐτό. Θά πρέπει νά τοῦ πεῖς αὐτά τά ὁποῖα εἶναι σύμφωνα μέ τήν φύση μας, μέ τό «κατ’ εἰκόνα», πού ἔχουμε μέσα μας καί τό «καθ’ ὁμοίωσιν», πού πρέπει νά ἐπιτύχουμε.
Ἡ ἀληθινή μας φύση εἶναι ἡ ἀρετή, ἡ ὁμοίωσή μας μέ τό πρωτότυπο, τόν Χριστό.
Τό νορμάλ εἶναι νά εἴμαστε ἐνάρετοι. Δηλαδή νά εἴμαστε ἁγνοί, νά εἴμαστε ταπεινοί, νά εἴμαστε συγχωρητικοί, νά εἴμαστε ἀγαπητικοί. Νά μήν βλέπουμε τόν ἄλλο σάν ἐχθρό, ἀλλά σάν ἀδελφό. Νά τόν ἀντιμετωπίζουμε ὄχι σάν ἀνταγωνιστή, ἀλλά σάν ἕναν συμπορευτή στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτό εἶναι τό νορμάλ.
Αὐτό θά πρέπει νά τό πεῖ ὁ γονιός στό παιδί, νά τό διδάξει. «Αὐτό εἶναι τό φυσικό σου παιδί μου καί ἔτσι πρέπει νά πορευθεῖς». Αὐτό δέν εἶναι καταπίεση- προσέξτε.
Ἐδῶ εἶναι τό θεμέλιο τῆς ἀγωγῆς: νά διδάξουμε στό παιδί τί εἶναι ὁ Θεός, τί εἶναι ὁ ἄνθρωπος, πῶς εἴμαστε φτιαγμένοι, ποιός εἶναι ὁ προορισμός μας, γιατί ὑπάρχουμε, πῶς πρέπει νά βλέπουμε τούς ἄλλους.
Εἶναι ἔλλειψη ἀγάπης τό νά μην κάνουμε καμμιά ἀγωγή. Κάποιοι δυστυχῶς ἐν ὀνόματι τῆς κακῆς ἐλευθερίας, τό ὑποστηρίζουν λέγοντας:
-Ἄφησε τό παιδί νά ἐκφραστεῖ ἐλεύθερα καί μήν τοῦ λές τίποτα.
Ἀρχίζουν τότε τά παιδιά νά κάνουν ὅλα τά διεστραμένα καί τά διαβολικά. Ὅ,τι τά «φωτίσει» ἤ μᾶλλον ὅ,τι τά σκοτίσει ὁ ἔξω ἀπό ἐδῶ. Καί σοῦ λένε οἱ «μοντέρνοι παιδαγωγοί»: «Ἄφησέ τό, τό παιδί, ἔτσι μαθαίνει».
Θά πρέπει νά χτυπήσει τό κεφάλι του, νά κινδυνεύει νά βγάλει τό μάτι του… γιά νά μάθει τί; Ὅτι δέν ἔπρεπε νά κάνει αὐτά πού ἔκανε.
Ὄχι αὐτό δέν εἶναι σωστό. Θά πρέπει νά τό βοηθήσεις τό παιδί, νά τό προφυλάξεις, νά τό περιορίσεις λίγο, νά τοῦ πεῖς ποιό εἶναι τό νορμάλ, ποιό εἶναι τό φυσιολογικό, ποιά εἶναι ἡ Χριστοφυσιολογία του.

Ἀπό ἐκεῖ καί μετά (ἰδίως ἀπό τήν ἐφηβεία καί καί κατόπιν), εἶναι δικό του θέμα, ἄν θά ἀκολουθήσει τίς συμβουλές σου (τίς ἐν Χριστῷ προδιαγραφές του) ἤ ὄχι.
Ὡς τότε ὅμως θά πρέπει νά τό βοηθήσεις.
Ἐδῶ εἶναι τό λάθος πολλῶν γονέων, πού δέν μιλᾶνε στά παιδιά. Σοῦ λένε:
-Ἄφησέ τα τά παιδιά, ὅταν μεγαλώσουν θά τό καταλάβουν.
-Δέν θά καταλάβουν τίποτα.
Τώρα (μέχρι τήν ἡλικία τῶν 10-11 ἐτῶν) πρέπει νά τούς πεῖς, ποιό εἶναι τό σωστό. Μή νομίζεις ὅτι δέν καταλαβαίνουνε. Τά παιδιά καταλαβαίνουν πολύ καλά. Εἴχαν ἔρθει κάτι παιδάκια στό Ἅγιο Ὅρος καί τούς εἶπα λίγα λόγια γιά τήν ταπείνωση. Ξέρετε τί καλά τό κατάλαβαν; Γιατί εἶναι μές στήν ψυχή μας, μές στό εἶναι μας ἡ ταπείνωση. Εἶναι τό φυσικό μας.
Ὁ ἐγωισμός εἶναι τό παρά φύσιν. Εἶναι τό διεστραμμένο. Καί πρέπει νά κάνεις προσπάθεια στήν ἀρχή, γιά νά κάνεις τό κακό. Μετά βέβαια, ὅταν θά τό συνηθήσεις, σοῦ βγαίνει σάν φυσικό καί λές:
-Ἐγώ πιά δέν μπορῶ νά ἀντισταθῶ, ἔτσι μοῦ «βγαίνει».
-Ναί, σοῦ «βγαίνει» τώρα, γιατί ἔχεις ἀρρωστήσει ἀπό μικρός. Ἀλλά στήν περίπτωση, πού θά εἶχες πάρει τήν σωστή γνώση, τήν σωστή διδαχή, τή σωστή ἀγωγή, τώρα δέν θά μποροῦσες εὔκολα, νά εἶσαι ἐγωιστής. Δέν θά σοῦ «ἔβγαινε» νά εἶσαι ὑπερήφανος, νά εἶσαι πεισματάρης, νά θέλεις νά λοιδορήσεις τόν ἄλλον, νά τόν εἰρωνευτῆς.
Βλέπεις κάτι μικρά παιδάκια καί ἔχουν μιά ἀσέβεια, μιά ἀναίδεια, μιά γλῶσσα, μιά αὐθάδεια καί λές:

-Πῶς ἔγινε αὐτό τό παιδάκι ἔτσι;
-Ἔγινε ἀκριβῶς ἐξ αἰτίας τῆς ἀφροντισιᾶς, τῆς ἀδιαφορίας τῶν γονέων. Τό παιδάκι δέχτηκε κάποια στιγμή μία δαιμονική πρόκληση, πῆρε ἕνα τέτοιο κακό μάθημα ἀπό τό περιβάλλον (νηπιαγωγεῖο, τηλεόραση, οἰκογενειακός περίγυρος) καί τό μιμήθηκε. Εἶπε τήν κακιά λέξη, καί ἀμφότεροι, ὁ μπαμπάς καί ἡ μαμά δέν ἀντέδρασαν. Ἴσως καί νά γέλασαν κιόλας ἐπαινετικά, σκεπτόμενοι: «τό παιδί μας πρόκοψε». Ἐνῶ ἔτσι τό παιδάκι διαστράφηκε καί θά τό ἐπαναλάβει.
Ἕνας ἀπό τούς πιό «ἀποτελεσματικούς τρόπους» γιά νά καταστρέψετε τά παιδιά σας, ἔλεγε κάποιος, εἶναι αὐτός: Ὅταν ἀρχίσουν νά λένε παλιοκουβέντες, ἐσύ ὁ γονιός νά τά ἐπαινέσεις, νά χαμογελάσεις, νά τά ἐπιβραβεύσεις δηλαδή. Εἶναι ἕνας πολύ «καλός τρόπος» γιά νά τό καταστρέψεις.
Οἱ γονεῖς μέ τήν ἁρμονική καί εἰρηνική ζωή τους, δημιουγοῦν τό ἀναντικατάστατο φυσικό περιβάλλον γιά τήν ἐπιτυχή ἄσκηση τῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς τοῦ παιδιοῦ καί τήν ἀνάπτυξη τῆς θρησκευτικῆς του συνείδησης. Προσέξτε, ἡ θρησκευτικότητα εἶναι ἔμφυτη στόν ἄνθρωπο. Ἡ ροπή πρός τόν Θεό, ἡ ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ εἶναι μέσα μας, ἔμφυτη. Ἀλλά θά πρέπει νά καλλιεργηθεῖ κιόλας.
Ὅταν ἡ οἰκογένεια ἔχει αὐτό τό καλό περιβάλλον, μοιάζει μέ Ἐκκλησία. Ὅπως λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος, εἶναι κατ΄ οἴκον Ἐκκλησία. Τότε τό παιδάκι πολύ εὔκολα ἀναπτύσει τό θρησκευτικό του συναίσθημα, τήν θρησκευτικότητά του καί τό φόβο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι πολύ βασικό , νά μάθει τό παιδάκι νά φοβᾶται τόν Θεό.
Δυστυχῶς, ἔχω τήν αἴσθηση, ὅτι πολλά παιδιά σήμερα δέν φοβοῦνται τόν Θεό. Καί φταῖνε οἱ γονεῖς, πού δέν ἔχουνε ἐμπνεύσει στά παιδιά τόν φόβο τοῦ Θεοῦ. Ἔχει τεράστια σημασία τό πῶς θά μιλήσεις γιά τόν Θεό, στό παιδί, πῶς γενικότερα χρησιμοποιεῖς τό Ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ἄν λές γιά παράδειγμα ἀνέκδοτα γιά τόν Θεό, γιά τόν Ἀπόστολο Πέτρο, γιά τόν Παράδεισο κι ὅλα αὐτά πού κυκλοφοροῦν, γκρεμίζεις μέσα στό παιδί σου αὐτόν τόν φόβο τοῦ Θεοῦ.
Λέω ἕνα παράδειγμα: Θυμᾶμαι μιά μητέρα, πού μιλοῦσε στό μικρό της παιδάκι γιά τόν Χριστό, γιά τό ἀκάνθινο στεφάνι Του, τοῦ ἔδειχνε τήν εἰκόνα Του καί ἔκλαιγε. Ἐνέπνευσε ἔτσι στό παιδί της, αὐτό τό φόβο, αὐτήν τήν ἀγάπη στόν Θεό. Τό δίδαξε τόν σεβασμό στό Θεῖο Πάθος, τήν εὐγνωμοσύνη γιά τό τί ὑπέφερε ὁ Θεός γιά μᾶς. Δέν εἶναι ἑπομένως τόσο σημαντικό τό τί θά πεῖς στό παιδί, ἀλλά τό τί θά τοῦ μεταγγίσεις μέ τήν ὅλη σου παρουσία καί ζωή, τί βιώματα θά τοῦ ἐμπνεύσεις. Τόσο ἡ μητέρα ὅσο καί ὁ πατέρας.
Στό παιδί ὁ γονιός μεταγγίζει αὐτό πού ζεῖ.
Ἄν ἐσύ πατέρα-μητέρα, δέν ζεῖς τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, δέν ζεῖς τήν γνήσια θρησκευτική ζωή, δέν μπορεῖς νά τήν μεταγγίσεις…Δέν ἔχεις τί νά μεταγγίσεις…
Μπορεῖ νά τοῦ πεῖς:
-Πήγαινε στήν Ἐκκλησία…
Θά σοῦ κάνει ὑπακοή μέχρι τά δέκα- ἔντεκα καί μετά θά σοῦ πεῖ:
-Ἀφοῦ ἐσύ δέν πᾶς καί ἐγώ δέν πάω. Ἤ ἀφοῦ ἐσύ πᾶς, ἀλλά εἶσαι ἔτσι, ὅπως εἶσαι, (δηλαδή πηγαίνεις τυπικά, χωρίς νά ἀρνεῖσαι τήν κοσμική ζωή καί τό παλαιό ἄνθρωπο τῶν παθῶν), ἐγώ δέν θέλω νά γίνω ἔτσι, ὅπως εἶσαι ἐσύ, γιά αὐτό δέν μοῦ χρειάζεται ἡ Ἐκκλησία.
Ὅταν τά παιδιά βλέπουνε αὐτή τήν ἀσυνέπεια, στή ζωή τῶν γονιῶν τους, δέν οἰκοδομοῦνται πνευματικά. Διαπιστώνουν ὅτι ἐσύ πού ἀποκαλεῖς τόν ἑαυτό σου «θρησκευόμενο», εἶσαι ἕνας ὑποκριτής: Ἀπ΄τή μιά λές ὅτι εἶσαι τοῦ Χριστοῦ καί ἀπ’ τήν ἄλλη, δέν μοιάζεις καθόλου στόν Χριστό. Δέν εἶσαι οὔτε πρᾶος, οὔτε ταπεινός, οὔτε ὑπάκουος στόν/στήν σύζυγό σου, οὔτε τίποτα…
Ἔ… τί κάνεις; Ἀπ΄τήν μιά χτίζεις ἐξωτερικά μία τυπική θρησκευτικότητα καί ἀπ΄ τήν ἄλλη ἡ ζωή σου καί ἡ ψυχή σου δέν ἀλλάζει καθόλου. Εἶσαι ἕνας ἀμετανόητος Φαρισαῖος.
Τό παιδί, πού τά βλέπει πολύ καλά ὅλα αὐτά, ἔχει τήν ἐπαναστατικότητα καί τήν εἰλικρίνεια, καί σοῦ τό λέει πολλές φορές κατάμουτρα:
-Δέν θέλω νά γίνω σάν ἐσένα. Ἡ Ἐκκλησία βλέπω ὅτι δέν σ’ ἄλλαξε, μᾶλλον σ΄ ἔμαθε νά ζεῖς μιά διπλῆ ζωή. Λοιπόν δέν μοῦ χρειάζεται αὐτή ἡ Ἐκκλησία.
Βεβαίως δέν φταίει ἡ Ἐκκλησία ἀλλά ἡ δική μας ραθυμία καί ἀπροθυμία νά μετανοήσουμε εἰλικρινά….
Βλέπετε πῶς, ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, οἱ μεγάλοι, ἀπομακρύνουμε τά παιδιά ἀπ΄ τήν Ἐκκλησία. Οἱ γονεῖς, λοιπόν, πολλές φορές ἀπομακρύνουν τά παιδιά ἀπ’ τήν Ἐκκλησία γιατί οἱ ἴδιοι δέν ζοῦνε τόν Χριστό.
Οἱ γονεῖς ἀντίθετα θά πρέπει νά δημιουργοῦν αὐτό τό καλό, τό χριστιανικό, τό ὑγειές θρησκευτικό περιβάλλον, ὥστε νά ἀναπτυχθεῖ ἡ θρησκευτική συνείδηση τῶν παιδιῶν. Μέσα στό πλαίσιο τῆς ἀληθινά χριστιανικῆς οἰκογένειας, εὔκολα καί φυσιολογικά μεταφέρεται ἡ χριστιανική στάση ζωῆς τῶν γονέων, στά παιδιά τους.
Οἱ πρῶτοι πού ἀπολαμβάνουν τίς συνέπειες τῆς καλῆς ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν εἶναι οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς τους. Μετά καί ὁ εὐρύτερος κοινωνικός περίγυρος.
Μοῦ ἔλεγαν γιά ἕνα παιδάκι- Τρίτη γυμνασίου πάει-τό ὁποῖο κάνει ἀκολουθίες στο σπίτι του, ὄρθρο, ἐσπερινό κ.λ.π.
-Πῶς ἐμπνεύσθηκε αὐτό τό παιδί;
-Ἀπό τούς γονεῖς, οἱ ὁποῖοι εἶναι φιλακόλουθοι, εἶναι φιλαγιορεῖτες, ἔχουνε πνευματικό, ἐξομολογοῦνται συνέχεια. Ἀποτέλεσμα: Μπῆκαν στό πνεῦμα αὐτό καί τά παιδιά, ἀπό μόνα τους, μέ τήν θέλησή τους.
-Γιά σκεφτεῖτε νά ἔχετε ἕνα τέτοιο παιδί; Νά κάνει ἀκολουθία μόνο του. Ὑπάρχουν τέτοια παιδιά σήμερα. Κι αὐτό διότι λειτουργοῦν σωστά οἱ γονεῖς, ὁ πατέρας καί ἡ μητέρα. Τό παιδί δέν περιμένει τόν μπαμπά νά τοῦ πεῖ:
-Ἔλα νά κάνουμε προσευχή…
Πάει μόνο του καί κάνει. Κάνει προσευχή τήν ὥρα, πού ὁ πατέρας του κάνει ἄλλα πράγματα, διότι δέν προλαβαίνει ἐκείνη τήν ὥρα νά προσευχηθεῖ.

Ἡ χριστιανική οἰκογένεια κατά τόν Ἱερό Πατέρα ἀποτελεῖ χῶρο πνευματικῆς προπόνησης καί ἄσκησης. Παλαίστρα καί γυμναστήριο τῆς ἀρετῆς. Δίνει ἔτσι τήν δυνατότητα στά μέλη της νά ἀντιμετωπίσουν μέ ἐπιτυχία τούς πειρασμούς τῆς ζωῆς στό πλαίσιο τῆς εὐρύτερης κοινωνίας. Μοιάζει ἡ οἰκογένεια, θά λέγαμε, μ΄ ἕνα προπονητήριο.
-Πῶς προετοιμάζονται αὐτοί πού δίνουν ἀγῶνες; Πᾶνε πρῶτα καί κάνουν προπόνηση. Κατά παρόμοιο τρόπο λειτουργεῖ ἡ σωστή οἰκογένεια. Τό παιδί ἐντός της προπονεῖται, ὥστε νά μπορέσει μετά νά βγεῖ στόν στίβο, πού λέγεται κοινωνική ζωή καί ἐκεῖ νά διαπρέψει κατά Θεόν.
Τό ἔργο τῆς χριστιανικῆς ἀγωγῆς, πού ἀσκοῦν οἱ γονεῖς στά παιδιά, παρομοιάζεται ἀπό τόν Ἱερό Χρυσόστομο μέ τήν ἀκρίβεια τῆς καλλιτεχνικῆς ἐργασίας τῶν ζωγράφων καί τῶν γλυπτῶν. Αὐτοί ἀφαιροῦν τό περιττό καί προσθέτουν ἐκεῖνο, πού λείπει.
-Βλέπετε τί ὡραῖο εἶναι αὐτό;
Ἀφαιρεῖς αὐτό, πού εἶναι περιττό καί προσθέτεις ὅ,τι λείπει. Αὐτό εἶναι τό ἔργο τῆς ἀγωγῆς.
Θά πρέπει ὁ γονιός, ὁ πατέρας καί ἡ μητέρα νά εἶναι σέ ἐγρήγορση. Ὀφείλουν νά ἐπισημαίνουν στά παιδιά τό καλό καί τό κακό. Ἐπίσης αὐτό, πού εἶναι περιττό, θά πρέπει νά τό κόβουν· γιά παράδειγμα
τά διάφορα (κατά κανόνα ἐμπαθή καί ἐγωιστικά) θελήματα.
Ἀπό τήν ἄλλη πλευρά, θά πρέπει νά προσθέτουν αὐτό, πού λείπει: Μέ τήν διδασκαλία ὀφείλουν νά φωτίζουν τά παιδιά, ὥστε νά προοδεύουν στήν γνώση τοῦ Θεοῦ καί στήν ἄσκηση-πραγμάτωση τῆς ἀρετῆς.
Ὅπως λέει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος, ἀπαιτεῖται καθημερινή παρακολούθηση τῶν παιδιῶν καί ἀπ΄ τούς δυό γονεῖς. Ἀπαιτεῖται διάθεση ὅλου τοῦ ἐλεύθερου χρόνου τους, ὥστε μέ τούς κατάλληλους παιδαγωγικούς χειρισμούς τους, νά ἐπιτευχθεῖ: α)ἡ αὔξηση τῶν φυσικῶν προσόντων τους, ἀλλά καί β) ἡ μείωση καί τελικῶς ἡ ἐξάλειψη τῶν ἐλαττωμάτων τους.
Θά πρέπει ἐσύ, πατέρα καί μητέρα, νά τά βοηθήσεις, κατ΄ ἀρχήν νά ἀνακαλύψουν τά προσόντα, τά τάλαντα, πού τούς ἔχει δώσει ὁ Θεός. Ὅλοι ἔχουμε τάλαντα, ἰδιαίτερα χαρίσματα. Θά πρέπει ὁ γονιός λοιπόν, μέ το ἄγρυπνο μάτι του, νά ἐπισημάνει τά τάλαντα, πού ἔχει τό κάθε παιδί του. Στή συνέχεια, θά πρέπει, νά βοηθήσει τό παιδί, ὥστε νά καλλιεργήσει τίς καλές του κλίσεις καί ἀπ’ τήν ἄλλη πλευρά νά ἀποβάλλει τίς ἀδυναμίες-ἐλαττώματά του.
Ὑπάρχουν παιδιά, πού εἶναι τεμπέλικα. Πρέπει νά κοπεῖ αὐτό, νά ξεπεραστεῖ. Εἶναι ἄλλα, πού εἶναι γκρινιάρικα, κατσούφικα, ἤ εἶναι ἀνυπάκουα. Πολλά τέτοιες ἀδυναμίες καί ἐλαττώματα ὑπάρχουν. Θά πρέπει νά τά ἐπισημαίνουν οἱ γονεῖς ἀφενός, καί ἀφετέρου σιγά-σιγά, μέ διάκριση νά τά κόβουν. Μέ σεβασμό στήν ἐλευθερία τοῦ παιδιοῦ, ἀλλα καί μέ φροντίδα καί κάποια διακριτική στέρηση τῆς ἀπόλυτης ἐλευθερίας.
Ὄχι: «Ἄφησέ τό τό παιδί νά κάνει ὅ,τι θέλει». Οὔτε ἀπ΄τήν ἄλλη πλευρά, νά μπεῖς «ὡς ταῦρος ἐν ὑαλοπωλείῳ» καί νά τά διαλύσεις ὅλα μέσα στήν ψυχή τοῦ παιδιοῦ.
Θά πρέπει μέ διάκριση νά ἐνεργήσεις: νά τοῦ κόψεις τό θέλημα, ἀλλά μέ τέχνη, μέ τρόπο, ὥστε εὔκολα νά σέ ὑπακούει καί νά μήν ἀντιδρᾶ.
Λέγει ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ: «Οἱ γονεῖς, μήν παροργίζετε τά τέκνα ἡμῶν» δηλαδή, οἱ γονεῖς, δέν πρέπει νά παροργίζετε τά παιδιά, νά τά φτάνετε σέ κατάσταση ὀργῆς.
Ἡ ἀγωγή θέλει τρόπο, θέλει τέχνη. Εἶναι ἡ πιο μεγάλη τέχνη. Καί νά τό βοηθήσεις, ἀλλά καί νά μήν φτάσει νά ὀργιστεῖ καί νά ἀγανακτήσει τό παιδί.
Αὐτά ἤθελα νά σᾶς πῶ σήμερα. Δέν ξέρω ἄν θέλετε νά συ-ζητήσουμε πάνω σ΄ αὐτά.

ΣΥΖΗΤΗΣΗ
-Λοιπόν, εἶναι διαφορετικά ἀπό αὐτά πού σᾶς λένε στίς παιδαγωγικές σχολές; ἔ; Ἤ καί ἐκεῖ ἀκολουθοῦν τόν Ἱερό Χρυσόστομο;
Μακάρι… Μμ, ἔτσι καί ἔτσι ἔ; Κάποια συμπίπτουν, κάποια εἶναι ἀντίθετα. Ἐξαρτᾶται καί ἀπό τό ποιός κάνει τό μάθημα καί τί πιστεύει ὁ ἴδιος.
Ἐρώτηση:
-Ἔλεγε μιά καθηγήτρια … ὅτι ὑπῆρχαν κάποιοι γονεῖς, πού ἄφηναν τελείως ἐλεύθερα τά παιδιά. Ὑπῆρχαν κάποιοι ἄλλοι γονεῖς, πού τά πίεζαν πολύ. Ὑπῆρχαν τέλος καί κάποιοι ἄλλοι, πού φερόντουσαν κάπως ἐνδιάμεσα: οὔτε τά πίεζαν τά παιδιά τους, οὔτε, τ΄ ἄφηναν τελείως ἐλεύθερα. Σ’ αὐτήν τήν περίπτωση τά παιδιά οἰκογενειακῶς ἤτανε σέ μία ἐνδιάμεση κατάσταση. Γενικά αὐτά εἴχανε καλύτερη ἐπιδοση, πήγαιναν καλλίτερα καί στήν προσωπική τους ζωή καί στήν ἐνδοσχολική τους ζωή.
-Ε! Ναι! Ἡ διάκριση εἶναι μεγάλη τέχνη. Δέν εἶναι πάντα στό μέσον…ἀλλα οἱ γονεῖς θά πρέπει νά ἔχουν μία ἔνταση προσοχῆς, νά ξέρετε. Δηλαδή νά προσέχουνε καί τό παραμικρό τῶν παιδιῶν.
Ὄχι νά τά διορθώνουν ὅλα, ἀλλά νά τά προσέχουν ὅλα. Τό τί κάνει τό παιδί, τό πῶς ἐνεργεῖ σέ κάθε περίσταση, θά πρέπει νά τό παρακολουθοῦνε. Αὐτό εἶναι ἀγάπη. Καί θά διορθώνεις, ἐσύ πατέρα καί μητέρα, τά πιο βασικά. Ἀλλιῶς, ὄντως, λειτουργεῖς καταπιεστικά. Ὅταν γιά τό παραμικρό τοῦ κάνεις παρατήρηση, βέβαια μετά, θά σοῦ πεῖ:
-Ἀμάν δέν σέ ἀντέχω πιά ἄλλο. Φτάνει.
Δέν τό σηκώνει. Γιαυτό θά πρέπει νά ἐπισημαίνεις τά πιό καίρια καί αὐτά νά τοῦ λές.
-Καί πάλι τό πῶς θά τοῦ πεῖς αὐτό πού πρέπει… Ἔχει σημασία τεράστια…Θά τοῦ μιλήσεις, ἀφοῦ πρῶτα κάνεις προσευχή, ἀφοῦ ζητήσεις τήν φώτιση τοῦ Θεοῦ, γιά νά ὁμιλήσεις, ὅπως πρέπει, γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί τήν πνευματική ὠφέλεια τοῦ παιδιοῦ. Θά προσευχηθεῖς ἐπίσης γιά νά δεχθεῖ τό παιδί ἐκεῖνα, πού θά τοῦ πεῖς.
Ξέρετε, ὅταν ὁ γονιός προσεύχεται καί μετά μιλάει, πόσο διαφορετικά τόν ἀκούει τό παιδί;… Γιατί;
Πρῶτα-πρῶτα ἀφοῦ προηγήθηκε προσευχή, ὁ γονιός δέν κάνει τό θέλημά του ἐκείνη τήν ὥρα… Παίρνει τήν φώτιση ἀπό τόν Θεό, κάνει ὑπακοή στόν Θεό καί μιλάει στό παιδί.
Ἐνῶ ἄν μιλήσουμε χωρίς προσευχή, ἐνεργοῦμε ἐγωιστικά. Γενικά πρέπει νά ξέρετε ὅτι καθετί πού κάνουμε χωρίς προσευχή, αὐτό εἶναι ἔργο πού ξεκινάει ἀπό ἐμᾶς. Ἅρα εἶναι ἔργο ἐγωιστικό, ἔργο χαμένο. Ὅσο «καλό» κι ἄν φαίνεται ἐξωτερικά, στήν πραγματικότητα δέν εἶναι καλό.
Καλό εἶναι τό ἔργο, πού ξεκινάει ἀπό τόν Θεό δηλ. ἀρχίζει μέ προσευχή, συνεχίζεται μέ προσευχή καί τελειώνει ἐπίσης μέ προσευχή. Τό κάθε ἔργο μας πρέπει νά ξεκινάει μέ ἀναφορά μας στόν Θεό.. Ὅ,τιδήποτε κάνουμε.
Ἔτσι… ἔρχεστε ἐδῶ γιά παράδειγμα. Κάντε μιά προσευχή, νά σᾶς φωτίσει ὁ Θεός νά καταλάβατε αὐτά, πού θά ἀκούσετε. Νά φωτίσει καί αὐτόν πού ὁμιλεῖ, νά ὁμιλήσει σωστά. Ξέρετε πῶς ἀλλάζει ὅλη ἡ ἀτμόσφαιρα…Πῶς καί ἐσεῖς τά δέχεστε ὅπως πρέπει, καί αὐτός πού μιλάει βοηθιέται. Ναι! Καί ἐγώ βοηθιέμαι. Δηλαδή το΄ χω ζήσει. Ἀκροατήρια, πού ἔχουν διάθεση νά ἀκούσουν καί προσεύχονται, μέ προκαλοῦν καί μένα νά μιλήσω. Ἄλλα ἀκροατήρια, πού δέν ἔχουν καλή διάθεση, δέν μέ παρακινοῦν, δέν ἔχω ὄρεξη κι ἐγώ νά μιλήσω. Διότι τότε εἶναι σάν νά μιλᾶς σ’ ἕναν τοῖχο. Ὅταν ὁ ἄλλος δέν θέλει νά σ΄ ἀκούσει λές:
Τώρα τί νά τούς πεῖς; Ἀφοῦ δέν τά δέχονται, αὐτά, πού τούς λές. Δέν ἔχουν διάθεση νά τά δεχτοῦν.

http://istologio.org/?p=2020
Ο αληθινός χριστιανός έχει τρία γνωρίσματα:
1. Διαβάζει τον Λόγο του Θεού (Αγία Γραφή).
2. Τον εφαρμόζει στη ζωή του.
3. Φροντίζει να τον διαδίδει για να σώζονται και οι άλλοι και να γίνονται κοινωνοί του θαύματος που έζησε.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Διάφορες Ομιλίες”