Επειδή ο Θεόδωρος επικαλείται τα λόγια των Πατέρων, χωρίς κατά τη γνώμη μου να τα έχει μελετήσει επαρκώς, αλλά δεν αναγνωρίζει και σε μας (ίσως ορθά), ότι έχουμε μελετήσει, τουλάχιστον όσο και ο ίδιος, και έχουμε αποκομίσει διαφορετική άποψη στο θέμα αυτό από τη δική του, προτιμώ να χρησιμοποιώ τα λόγια νεώτερων Πατέρων, Γερόντων και θεολόγων για να του δείξω ότι δεν είναι μόνο η δική μας γνώμη απέναντι στη δική του, αλλά η άποψη του είναι αντίθετη από την επικρατούσα στην Εκκλησία:
Ἔγγαμος ἤ ἄγαμος ὁ Χριστιανός;
γράφει ο θεολόγος Ανδρέας Αβραμόπουλος
Για τον άληθινό Χριστιανό τά αφορῶντα στό θέμα τοῦ γάμου, ὅπως οἱ σκέψεις, οἱ ἀποφάσεις καί οἱ πράξεις, πρέπει νά πηγάζουν ἀπό τό πνεῦμα τοῦ Εὐαγγελίου καί νά ἀποβλέπουν στήν ψυχική τελείωση καί τόν ἁγιασμό του.
Ὁ Θεόπνευστος Παῦλος μᾶς συμβουλεύει · «εἴτε οὖν ἐσθίετε, εἴτε πίνετε εἴτε τί ποιεῖτε, πάντα πρός δόξαν Θεοῦ ποιεῖτε». (Α' Κορ. ι, 31).
Ἑπομένως, ἄν τό φαγητό τοῦ Χριστιανοῦ, τό πιοτό καί ὁτιδήποτε ἄλλο, πού τόν ἀφορᾶ, πρέπει νά γίνεται γιά τή δόξα τοῦ Θεοῦ, πόσο μάλλον ἡ ὑπόθεση τοῦ γάμου πού εἶναι ἡ σημαντικότερη ἐπιλογή τῆς ζωῆς; Ὁ γάμος δέν εἶναι ὑποχρεωτικός γιά τούς πιστούς. Ὅμως ὅταν ἀποφασίζεται, ἡ ἱεροτελεστία του εἶναι ὑποχρεωτική, γιατί εἶναι ἁγιαστική, ὅπως καί στα ἄλλα δύο μή ὑποχρεωτικά μυστήρια, δηλαδή στό εὐχέλαιο, καί τήν ἱερωσύνη.
Ὁ πιστός πού ἔρχεται σέ κοινωνία γάμου, ὅταν και ὅπως πρέπει, ἐπιτελεῖ ἔργο Θεοῦ. Καί τοῦτο γιατί, ἀφ᾿ ἑνός μέσα στό γάμο διασφαλίζει τίς προσωπικές του ἀνάγκες, ὅπως αὐτές τοῦ δόθηκαν ἄπό τό Δημιουργό καί ἀφ᾿ ἑτέρου γιατί γίνεται συνεργάτης τοῦ Θεοῦ, συμβάλοντας, μέ τήν τεκνογονία, στή συνέχεια τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.
Μέσα στό γάμο ὁλοκληρώνεται ὁ ἄνθρωπος καί νιώθει τήν πληρότητα τῆς ζωῆς. Θά λέγαμε ὅτι πλησιάζει ἴσως τόν προορισμό του μέ περισσότερες δυνατότητες.Ἡ οἰκογένεια, ὅταν βαδίζει σωστά, γίνεται μιά μικρή Χριστιανική Ἐκκλησία. Εἶναι ἡ «κατ᾿ οἶκον Ἐκκλησία» κατά τόν Θεῖο Παῦλο.
Οἱ φωνές τῶν παιδιῶν μέσα στό σπίτι, τά γέλια καί τά κλάματα, δίνουν τό μήνυμα τῆς νέας ζωῆς καί τῆς συνέχειας τοῦ ἀνθρώπινου κόσμου. Μέσα στήν οἰκογένεια θά σφυρηλατηθοῦν οἱ καλοί χαρακτῆρες καί ἀπό αὐτή ἀργότερα θά προκύψουν οἱ ἀληθινοί λειτουργοί τῆς κοινωνικῆς ἀγάπης.
Ἡ ἀγάπη τῶν γονιῶν πρός τά παιδιά, τῶν παιδιῶν πρός τούς γονεῖς καί τῶν ἀδελφῶν μεταξύ τους, θά δώσει στό χαρακτῆρα τῶν νέων ὑπάρξεων τό μέτρο τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἀλήθειας. Τέλος στήν οἰκογένεια, τή σωστή οἰκογένεια, θά μάθουν τά παιδιά νά σέβονται καί να λατρεύουν τό Θεό, πού στό ἑξῆς θά ἀποτελεῖ γι᾿ αὐτά τό καταφύγιο σε κάθε δυσκολία τους.
Ὅμως ὁ γάμος καί ἡ οἰκογένεια δέν εἶναι πάντοτε τό λιμάνι τῆς γαλήνης καί τῆς ἀσφάλειας.
Συχνά γίνεται χῶρος λύπης καί πόνου. Ἀπό τά παλιά χρόνια δυσμενεῖς παράγοντες χτυποῦσαν τήν οἰκογένεια καί σήμερα τή χτυπᾶνε πιό πολύ.
Δυστυχίες ἀπρόβλεπτες, ὅπως ἀτυχήματα, ἀρρώστιες, ἀπογοητεύσεις, ἀποτυχίες στις προσδοκίες τοῦ γάμου καί πολλά ἄλλα ἐνδεχόμενα, γίνονται καταστάσεις πού πληγώνουν τούς συζύγους και πολλές φορές τά παιδιά.
Ποιός εἶπε ἤ ποιός μπορεῖ να ἰσχυριστεῖ ὅτι ἡ ζωή δικαιοῦται τη συμμετοχή της μόνο στή χαρά καί τήν εὐτυχία; Ποιός μᾶς ἔδωσε ἐγγύηση ὅτι ἄν παντρευτοῦμε ἡ ζωή μας θά κυλάει ἀνέφελη; Παρά ταῦτα, ὁ ἄνθρωπος καλεῖται νά ἀκολουθήσει μιά πορεία στή ζωή του. Τήν πορεία ἐκείνη πού, πιστεύει ὅτι θά τή βαδίσει με λιγώτερες δοκιμασίες. Ἀπό κεῖ καί πέρα, ὁ θεός ἔχει τό λόγο, γιά ὅ,τι ἤθελε προκύψει. Εἴτε μικρές χαρές καί μικρές λύπες, εἴτε μεγάλες χαρές καί μεγάλες λύπες, ὅλα εἶναι ἐνδεχόμενα καί πρέπει νά τά δεχόμαστε, με ὑπομονή καί ἐμπιστοσύνη στό Θεό γιατί αὐτός τά ἐπιτρέπει.
Σέ κάθε μεγάλη δυσκολία ἄς θυμόμαστε τά λόγια τοῦ Θείου Παύλου · «Ὁ Θεός οὐκ ἐάσει ὑμᾶς πειρασθεῖναι ὑπέρ ὅ δύ-νασθε, ἀλλά ποιήσει σύν τῷ πειρασμῷ καί τήν ἔκβασιν, τοῦ δύ-νασθαι ὑμᾶς ὑπενεγκεῖν». Δηλαδή ὁ Θεός δέν θά σᾶς ἀφήσει νά πειρασθεῖτε παραπάνω ἀπότίς δυνάμεις σας, ἀλλά, μαζί με τόν πειρασμό, θά φέρει καί τό τέλος τοῦ πειρασμοῦ, γιά μπορεῖτε να τόν ὑποφέρετε. (Α' Κορ. 10, 13).
Δέν πρέπει νά παραλείψουμε, σέ τούτη, τήν ἀναφορά μας, τό μεγαλεῖο τῆς μάνας, μέσα στήν οἰκογένεια. Τῆς μάνας ὅμως τῆς ἀγάπης καί τῆς θυσίας. Τῆς μάνας ἐκείνης πού, πάνω ἀπό τόν ἑαυτό της, τοποθετεῖ τά παιδιά καί τόν ἄντρα της. Τῆς μάνας τῆς ἀλήθειας καί τῆς ἀκεραιότητας τοῦ χαρακτήρα. Τῆς ἡρωΐδας, τέλος μάνας, πού, μέσα στό σκοτάδι, βρίσκει τό δύσκολο μονοπάτι, πού θά φέρει στήν οἰκογένεια τή γαλήνη, τή χαρά καί το φῶς τῆς καλλίτερης μέρας.
Ὅταν ἤμουνα μικρό παιδί, κάποτε, εἶχα παρεισφρήσει στό πυκνό ἀκροατήριο κάποιου περιπλανώμενου λαϊκοῦ ἱεραπόστολου. Ἀρνέλλο τόν ἔλεγαν. Μιά φράση του μπῆκε, τό βράδυ ἐκεῖνο, στήν καρδιά μου καί ἀπό τότε μένει ἐκεῖ σάν φυλαχτάρι. Μιλοῦσε γιά τήν ἀγάπη καί τόν πόνο τῆς μάνας γιά τό παιδί της και ἔλεγε · «Ὅσο μετράει, ἀπέναντι στό Θεό, ἕνα καυτό δάκρυ τῆς μάνας, πού κυλάει πάνω στό φλογισμένο, ἀπό τόν πυρετό, μέτωπο τοῦ ἄρρωστου παιδιοῦ της, δέ μετρᾶνε οἱ προσευχές σαράντα μοναζουσῶν». Ἀλλά πρός Θεοῦ, μέ τή φράση αὐτή, δέν ἤθελε νά μειώσει τή μέγιστη ἀποστολή τῶν μοναζουσῶν ἀδελφῶν μας, πού προτίμησαν τή ζωή τῆς παρθενίας, τῆς ὑπακοῆς καί τῆς ἀκτημοσύνης, γιά νά ἔρθουν πιο κοντά στο Θεό. Ὅμως το πονεμένο μεγαλεῖο τῆς γονατιστῆς μάνας, πού προσεύχεται, μέσα στό σκοτάδι τῆς νύχτας, κάτω ἀπό τό τρεμάμενο καντήλι, πού φωτίζει το χλωμό πρόσωπο τῆς Παναγιᾶς Μητέρας, δέ συγκρίνεται μέ κανένα ἄλλο.
Ἄς θυμηθοῦμε πάλι τά λόγια τοῦ Θείου Παύλου · «Ἡ γυνή σωθήσεται διά τῆς τεκνογονίας». (Τιμ. Α', β, 14-15). Ἡ τεκνογονία, ὅταν συνοδεύεται ἀπό σύνεση καί εὐσέβεια, ἁγιάζει τή γυναίκα, γιατί αὐτή εἶναι ἐκείνη πού δίνει τό σώμα καί τήν πνοή σέ νέους ἀνθρώπους καί μέλλοντες οὐρανοπολίτες.
Ἀλλά ἐάν, ὁ ἔγγαμος θεοσεβής βίος τῶν λαϊκῶν, γίνεται ὁ ἐξωνάρθηκας τοῦ ναοῦ τῆς ἁγιότητας, πολύ περισσότερο συμβαίνει αὐτό στήν ἔγγαμη ζωή τῶν κληρικῶν. Καί τοῦτο γιατί, οἱ συνειδητοί ἔγγαμοι ἱερεῖς, φορτώνονται ὄχι μόνο τό βάρος τοῦ γάμου καί τῶν παιδιῶν τους, ἀλλά καί τό φορτίο τῆς ἱερωσύνης, μέ τήν ὁποία γίνονται πνευματικοί πατέρες πλήθους πιστῶν.
Ὁ ἔγγαμος ἱερέας, ὅπως βέβαια καί ο ἄγαμος, ὅταν εἶναι ἀφιλοχρήματος, φιλαλήθης, εὐγενής, ταπεινός καί ἔχει καλοσύνη, γίνεται ἐπίγειος ἄγγελος πού, λειτουργῶντας τά ἅγια μυστήρια, διαμορφώνει τίς ποθητές καθαρές ψυχές.
Ὅμως εἶναι ἀναγκαῖο νά τονιστεῖ ὅτι ἡ ἔγγαμη ἤ ἡ ἄγαμη ζωή, λαϊκῶν καί κληρικῶν, δέ γίνεται ἀφ᾽ ἑαυτῆς πηγήc ἁγιότητας. Συμβάλλει ὅμως στήν ἁγιότητα, ἀνάλογα μέ τόν τρόπο, πού θά τή βιώσει ὁ Χριστιανός.
Ἑπομένως ὁ γάμος ἤ ἡ ἀγαμία, σάν ἐπιλογή ζωῆς, οὔτε ἀνοίγει οὔτε κλείνει τήν πόρτα τοῦ παραδείσου. Ὁ κάθε Χριστιανός ὀφείλει νά κάνει τήν ἐπιλογή του, ἀνάλογα μέ τίς δυνατότητες, πού μπορεῖ νά ἀποκομίσει, ἀπό αὐτή ἤ ἐκείνη τήν ἐπιλογή, γιά τήν ἠθική του πορεία. Ἄν λ.χ. νομίζει ὅτι ὁ γάμος τοῦ γίνεται ἐμπόδιο, λόγῳ τῶν φροντίδων, πού δημιουργεῖ ἡ οἰκογένεια, ἄς ἀκολουθήσει τήν ἄγαμη ζωή. Ἄν ὅμως ὁ ἄγαμος βίος τόν φοβίζει, γιά τούς πολλούς πειρασμούς τῆς ζωῆς, ἄς ἀκολουθῆσει τόν ἔγγαμο βίο. Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποίο θά ἀσκήσει τήν πνευματική του πορεία, μέσα ἀπό το γάμο ἤ τήν ἀγαμία, αὐτός θά προσδιορίσει τό μέλλον του ἀπέναντι στο Θεό.
Ἡ συμβουλή τοῦ Ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν ἐπί τοῦ θέματος, εἶναι ἡ ἀκόλουθη · «Δίδω γνώμη, σάν ἄνθρωπος πού ἔχω ἐλεηθεῖ ἀπό τόν Κύριο, γιά νά εἶμαι διδάσκαλός σας καί σύμβουλος ἄξιος τῆς ἐμπιστοσύνης σας · Εἶναι καλόν εἰς τόν ἄνθρωπον εἴτε ἄνδρας εἶναι, εἴτε γυναίκα, νά μένει ἔτσι δηλαδή ἄγαμος καί παρθένος». (Α' Κορ. ζ', 25-26).
Ὅπως γίνεται φανερό, ὁ Ἀπόστολος προτιμάει τήν ἀγαμία, ὄχι γιατί ἀφ᾽ ἑαυτῆς προάγει τήν ἁγιότητα, ἀλλά ἐπειδή, ὅπως λέει σέ ἄλλο στίχο, δημιουργεῖ λιγώτερες δυσκολίες στή ζωή καί συνεπῶς περισσότερες δυνατότητες γιά τήν ἄσκηση τοῦ ἔργου τῆς ἱεραποστολῆς, τό ὅποίο, πάνω ἀπό κάθε ἄλλο, τόν ἀπασχολοῦσε.
Για τό μεγάλο Ἀπόστολο, ὁ ἐπί γῆς βίος τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι ἁπλά ὁ ἀνεπανάληπτος προθάλαμος τῆς αἰωνιότητας καί μέ αὐτή τήν ἔννοια τόν ἀξιολογεῖ. Ἡ ἀνθρωπολογία τοῦ οὐρανοπολίτη Παύλου ἔχει μεταφυσική προοπτική. Γι᾽ αὐτό κηρύττει · «Οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν». (Εβρ. ιγ', 14).
Συνεπώς, εἶναι λογικό, ἀφού ὁ στόχος τοῦ ἀνθρώπου, κατά τή διδασκαλία του, εἶναι ἡ μετά τόν φυσικό θάνατο ζωή, νά ἐπιδιώκει τήν ἀπαλλαγή τῆς ἐπίγειας ζωῆς ἀπό τά «βαρύδια» ἐκεῖνα πού καθυστεροῦν τήν προσαρμογή τοῦ ἀνθρώπου στήν πορεία τῆς πνευματικῆς ἐξέλιξης, δηλαδή τήν πρός τό Δημιουργό ὁμοίωσή του. Καί ἐπειδή, ὁ γάμος καί ἡ οἰκογένεια, ἀπαιτοῦν ἕνα μεγάλο μέρος τῆς δυναμικής τοῦ Χριστιανοῦ, τό ὁποίο κατ᾽ ἀνάγκην ἀφαιρεῖται, ἀπό τή δέουσα ἀφοσίωσή του στήν ἄσκηση τῶν ἱεραποστολικῶν ὑποχρεώσεων, εἶναι ἑπόμενο νά προτιμάει τόν ἄγαμο βίο.
Ὁπωσδήποτε κανένας Χριστιανός, λαϊκός ἤ κληρικός, ἄντρας ἤ γυναίκα, δέν μπορεῖ νά θεωρεῖ τόν ἑαυτό του πνευματικά προβεβλημένο, γιά αὐτή ἤ ἐκείνη τήν ἐπιλογή του, τήν ὁποία ἔκαμε ἐλεύθερα, σταθμίζοντας τίς προσωπικές του δυνατότητες καί ἀδυναμίες.
Στην κατηγορία τῶν ἀγάμων Χριστιανῶν ἀνήκουν ὄχι μόνο κληρικοί, ἀλλά καί πολλοί λαϊκοί. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί πού ἔμειναν μόνοι στή ζωή, εἴτε γιά λόγους ὑγείας, εἴτε ἀφοσίωσης στήν ἐπιστήμη, τίς τέχνες κ.λ.π., εἴτε ἐπειδή ἀντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες, πού τούς ἀφαίρεσαν τή δυνατότητα τοῦ γάμου, εἴτε γιά ἄλλους προσωπικούς λόγους, πού παρουσιάζονται στήν καθημερινότητα.
Μερικοί ἀπό τούς λόγους αὐτούς εἶναι οἱ οἰκογενειακές ἀντιρρήσεις, γιά μία συγκεκριμένη ἐπιλογή γάμου, οἱ οἰκονομικές δυσκολίες, οἱ συκοφαντίες, ἡ ἀπιστία σέ μία ὑπόσχεση κ.ἄ.
Βέβαια, ἡ ὁποιαδήποτε ἐπιλογή, δηλαδή τοῦ γάμου ἤ τῆς ἀγαμίας, εἶναι σεβαστή ἀπό τήν Ἐκκλησία, σάν τρόπος ζωῆς, ἀρκεῖ νά μήν ἀντιβαίνει στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, μέ τόν τρόπο πού τήν βιώνει ὁ πιστός.
Πηγή:
http://www.naosanalipseos-kal.gr/Kyria/ ... 1/k11.html