Ευαγγέλιο της Κυριακής (Ανανεώνεται κάθε Κυριακή)

Πνευματικά άρθρα και Αναγνώσματα.Αποσπάσματα από διάφορα βιβλία.

Συντονιστές: ntinoula, Συντονιστές

Απάντηση
g_aggelos
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1474
Εγγραφή: Πέμ Φεβ 24, 2005 6:00 am
Τοποθεσία: Άγγελος @ Αθήνα
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από g_aggelos »

Κυριακή 11 Φεβρουαρίου

Ματθαίος κε’ 31 – 46

Η ημέρα της μελλούσης κρίσεως


Οταν δε έλθη ο υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ αυτού, τότε καθίσει επί θρόνου δόξης αυτού, και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη, και αφοριεί αυτούς απ αλλήλων ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα από των ερίφων,
Και στήσει τα μεν πρόβατα εκ δεξιών αυτού, τα δε ερίφια εξ ευωνύμων. Τότε ερεί ο βασιλεύς τοις εκ δεξιών αυτού, δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου. Επείνασα γάρ, και εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα, και εποτίσατέ με, ξένος ήμην, και συνηγάγετέ με, γυμνός, και περιεβάλετέ με, ησθένησα, και επεσκέψασθέ με, εν φυλακή ήμην, και ήλθετε πρός με. Τότε αποκριθήσονται αυτώ οι δίκαιοι λέγοντες, κύριε, πότε σε είδομεν πεινώντα και εθρέψαμεν, ή διψώντα και εποτίσαμεν; Πότε δε σε είδομεν ξένον και συνηγάγομεν, ή γυμνόν και περιεβάλομεν; Πότε δε σε είδομεν ασθενή ή εν φυλακή, και ήλθομεν πρός σε; Και αποκριθείς ο βασιλεύς ερεί αυτοίς, αμήν λέγω υμίν, εφ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε. Τότε ερεί και τοις εξ ευωνύμων, πορεύεσθε απ εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού. Επείνασα γάρ, και ουκ εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα, και ουκ εποτίσατέ με, ξένος ήμην, και ου συνηγάγετέ με, γυμνός, και ου περιεβάλετέ με, ασθενής και εν φυλακή, και ουκ επεσκέψασθέ με. Τότε αποκριθήσονται αυτώ και αυτοί λέγοντες, κύριε, πότε σε είδομεν πεινώντα ή διψώντα ή ξένον ή γυμνόν ή ασθενή ή εν φυλακή, και ου διηκονήσαμέν σοι; Τότε αποκριθήσεται αυτοίς λέγων, αμήν λέγω υμίν, εφ όσον ουκ εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων, ουδέ εμοί εποιήσατε. Και απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον, οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον.

Απόδοση στη Νεοελληνική

Όταν δε έλθει ο Υιός του ανθρώπου με όλη του την δόξα και όλοι οι άγγελοι μαζί του, τότε θα καθίσει εις τον θρόνο της δόξης του και θα μαζευτούν ενώπιόν του όλα τα έθνη και θα χωρίσει τους μεν από τους δε, όπως ο βοσκός χωρίζει τα πρόβατα από τα κατσίκια, και θα τοποθετήσει τα μεν πρόβατα προς τα δεξιά του, τα δε κατσίκια προς τα αριστερά του. Τότε θα πη ο Βασιλεύς εις εκείνους, που θα είναι προς τα δεξιά, «Ελάτε οι ευλογημένοι του Πατέρα μου, κληρονομήστε την βασιλεία, η οποία είναι ετοιμασμένη για σας από τον καιρόν της δημιουργίας του κόσμου. Διότι πείνασα και μου δώκατε να φάγω, δίψασα και με ποτίσατε, ξένος ήμουνα και μ’ επήρατε εις το σπίτι, γυμνός ήμουνα και μ’ ενδύσατε, αρρώστησα και μ’ επισκεφθήκατε, εις την φυλακή ήμουνα και ήλθατε σ’ εμέ». Τότε θα του αποκριθούν οι δίκαιοι και θα πουν, «Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς και σε θρέψαμε ή να διψάς και σε ποτίσαμε; Πότε δε σε είδαμε ξένον και σ’ επήραμε εις το σπίτι ή γυμνό και σ’ ενδύσαμε; Πότε σε είδαμε άρρωστο ή φυλακισμένο και ήλθαμε σ’ εσέ;». Ο Βασιλεύς θα απαντήσει και θα τους πη, «Αλήθεια σας λέγω, ότι κάνατε εις ένα από τούτους τους ασήμαντους αδελφούς μου, σ’ εμέ το κάνατε». Τότε θα πη και σ’ εκείνους, που θα είναι προς τα αριστερά, «Φύγετε απ’ εμέ, καταραμένοι, στην αιώνια φωτιά, που έχει ετοιμασθεί δια τον διάβολο και τους αγγέλους του, διότι πείνασα και δεν μου δώκατε να φάγω, δίψασα και δεν με ποτίσατε, ξένος ήμουνα και δεν μ’ επήρατε εις το σπίτι, γυμνός ήμουνα και δεν μ’ ενδύσατε, ασθενής ήμουνα και φυλακισμένος και δεν μ’ επισκεφθήκατε». Τότε θα αποκριθούν και αυτοί και θα πουν, «Κύριε, πότε σε είδαμε να πεινάς ή να διψάς και να είσαι ξένος ή γυμνός ή ασθενής ή φυλακισμένος και δεν σε υπηρετήσαμε;». Τότε θα αποκριθεί εις αυτούς και θα πη, «Αλήθεια σας λέγω, ότι δεν κάνατε εις ένα από τους ασήμαντους τούτους, ούτε εις εμέ κάνατε». Και αυτοί θα μεταβούν εις κόλαση αιώνια, οι δε δίκαιοι εις ζωή αιώνια».
g_aggelos
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1474
Εγγραφή: Πέμ Φεβ 24, 2005 6:00 am
Τοποθεσία: Άγγελος @ Αθήνα
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από g_aggelos »

Κυριακή 18 Φεβρουαρίου

Ματθαίου στ’ 14 – 21

Ανθρώπινη και θεϊκή συγγνώμη – Νηστεία


Εάν γάρ αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ο πατήρ υμών ο ουράνιος, εάν δε μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, ουδέ ο πατήρ υμών αφήσει τα παραπτώματα υμών. Οταν δε νηστεύητε, μη γίνεσθε ώσπερ οι υποκριταί σκυθρωποί, αφανίζουσι γάρ τα πρόσωπα αυτών όπως φανώσι τοις ανθρώποις νηστεύοντες, αμήν λέγω υμίν ότι απέχουσι τον μισθόν αυτών. Συ δε νηστεύων άλειψαί σου την κεφαλήν και το πρόσωπόν σου νίψαι, όπως μη φανής τοις ανθρώποις νηστεύων, αλλά τω πατρί σου τω εν τω κρυπτώ, και ο πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ αποδώσει σοι εν τω φανερώ. Μη θησαυρίζετε υμίν θησαυρούς επί της γης, όπου σης και βρώσις αφανίζει, και όπου κλέπται διορύσσουσι και κλέπτουσι, θησαυρίζετε δε υμίν θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σης ούτε βρώσις αφανίζει, και όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουσιν, όπου γάρ εστιν ο θησαυρός υμών, εκεί έσται και η καρδία υμών

Απόδοση στη Νεοελληνική

Εάν συγχωρήσετε εις τους ανθρώπους ότι κακό έχουν κάνει, θα συγχωρήσει και σας ο Πατέρας σας ο ουράνιος. Εάν όμως δεν συγχωρείτε τους ανθρώπους, τότε ούτε ο Πατέρας σας θα συγχωρήσει τα παραπτώματά σας. «Όταν νηστεύετε, μη γίνεσθε σκυθρωποί όπως οι υποκριταί, οι οποίοι παραμορφώνουν τα πρόσωπά τους, διά να τους ιδούν οι άνθρωποι ότι νηστεύουν. Αλήθεια σας λέγω, ότι έχουν λάβει την ανταμοιβή τους. Συ όμως, όταν νηστεύεις, άλειψε το κεφάλι σου και πλύνε το πρόσωπό σου, δια να μη δουν οι άνθρωποι ότι νηστεύεις αλλά μόνον ο Πατέρας σου, που είναι εκεί παρών κρυφά, και ο Πατέρας σου, που βλέπει τι γίνεται εις τα κρυφά, θα σε ανταμείψει εις τα φανερά. Μη θησαυρίζετε δια τον εαυτόν σας θησαυρούς εις την γη, όπου ο σκόρος και η σαπίλα τους καταστρέφουν και όπου οι κλέπτες κάνουν διάρρηξη και τους κλέβουν, αλλά θησαυρίζετε δια τον εαυτόν σας θησαυρούς εις τον ουρανό, όπου ούτε σκόρος ούτε σαπίλα τους καταστρέφει και όπου κλέπτες δεν κάνουν διάρρηξη και κλέβουν. Διότι όπου είναι ο θησαυρός σου, εκεί θα είναι και η καρδιά σου».
g_aggelos
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1474
Εγγραφή: Πέμ Φεβ 24, 2005 6:00 am
Τοποθεσία: Άγγελος @ Αθήνα
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από g_aggelos »

Κυριακή 25 Φεβρουαρίου

Ιωάννη α’ 44-52

Οι μαθηταί του Ιωάννου του Βαπτιστού και ο Ιησούς


Τη επαύριον ηθέλησεν ο Ιησούς εξελθείν εις την Γαλιλαίαν και ευρίσκει Φίλιππον και λέγει αυτώ, ακολούθει μοι. Ην δε ο Φίλιππος από Βηθσαϊδά, εκ της πόλεως Ανδρέου και Πέτρου. Ευρίσκει Φίλιππος τον Ναθαναήλ και λέγει αυτώ, όν έγραψε Μωυσής εν τω νόμω και οι προφήται, ευρήκαμεν, Ιησούν τον υιόν του Ιωσήφ τον από Ναζαρέτ. Και είπεν αυτώ Ναθαναήλ, εκ Ναζαρέτ δύναταί τι αγαθόν είναι; λέγει αυτώ Φίλιππος, έρχου και ίδε. Είδεν ο Ιησούς τον Ναθαναήλ ερχόμενον προς αυτόν και λέγει περί αυτού, ίδε αληθώς Ισραηλίτης, εν ώ δόλος ουκ έστι. Λέγει αυτώ Ναθαναήλ, πόθεν με γινώσκεις; Απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτώ, προ του σε Φίλιππον φωνήσαι, όντα υπό την συκήν είδόν σε. Απεκρίθη Ναθαναήλ και λέγει αυτώ, ραββί, συ ει ο υιός του Θεού, συ ει ο βασιλεύς του Ισραήλ. Απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτώ, ότι είπόν σοι, είδόν σε υποκάτω της συκής, πιστεύεις; Μείζω τούτων όψει. Και λέγει αυτώ, αμήν αμήν λέγω υμίν, απ' άρτι όψεσθε τον ουρανόν ανεωγότα, και τους αγγέλους του Θεού αναβαίνοντας και καταβαίνοντας επί τον υιόν του ανθρώπου.

Απόδοση στη Νεοελληνική

Την άλλην ημέρα ήθελε ο Ιησούς να μεταβεί εις την Γαλιλαία και βρίσκει τον Φίλιππο και του λέγει, «Ακολούθησέ με». Καταγόταν δε ο Φίλιππος από την Βηθσαϊδά, από την πόλη του Ανδρέα και του Πέτρου. Ο Φίλιππος ευρίσκει τον Ναθαναήλ και του λέγει, «Βρήκαμε εκείνον, δια τον οποίον έγραψε ο Μωυσής εις τον νόμο και οι Προφήτες, τον Ιησού, τον υιό του Ιωσήφ από την Ναζαρέτ». Και ο Ναθαναήλ του είπε, «Είναι δυνατόν από την Ναζαρέτ να προέλθει κανένα καλό;» Λέγει εις αυτόν ο Φίλιππος, «Έλα να δεις». Είδε ο Ιησούς τον Ναθαναήλ να έρχεται προς αυτόν και είπε, «Να ένας αληθινός Ισραηλίτης εις τον οποίον δεν υπάρχει δόλος». Ο Ναθαναήλ του είπε, «Από πού με γνωρίζεις;». Και ο Ιησούς του αποκρίθηκε, «Πριν σε φωνάξει ο Φίλιππος, σε είδα να είσαι κάτω από μια συκιά». Ο Ναθαναήλ του λέγει, «Ραββί, συ είσαι ο Υιός του Θεού, συ είσαι ο βασιλεύς του Ισραήλ». Ο Ιησούς του αποκρίθηκε, «Επειδή σου είπα ότι σε είδα κάτω από τη συκιά, πιστεύεις; Θα δεις μεγαλύτερα πράγματα από αυτά». Και προσέθεσε, «Αλήθεια, αλήθεια, σας λέγω, από τώρα θα βλέπετε τον Ουρανό ανοιγμένο και τους αγγέλους του Θεού να ανεβαίνουν και να κατεβαίνουν προς τον Υιό του ανθρώπου».
g_aggelos
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1474
Εγγραφή: Πέμ Φεβ 24, 2005 6:00 am
Τοποθεσία: Άγγελος @ Αθήνα
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από g_aggelos »

Κυριακή 4 Μαρτίου

Μάρκος β’ 1-12

Η θεραπεία παραλυτικού


Και εισήλθε πάλιν εις Καπερναούμ δι ημερών και ηκούσθη ότι εις οίκόν εστι. Και ευθέως συνήχθησαν πολλοί, ώστε μηκέτι χωρείν μηδέ τα προς την θύραν και ελάλει αυτοίς τον λόγον. Και έρχονται προς αυτόν παραλυτικόν φέροντες, αιρόμενον υπό τεσσάρων. Και μη δυνάμενοι προσεγγίσαι αυτώ διά τον όχλον, απεστέγασαν την στέγην όπου ην, και εξορύξαντες χαλώσι τον κράβαττον, εφ ώ ο παραλυτικός κατέκειτο. Ιδών δε ο Ιησούς την πίστιν αυτών λέγει τω παραλυτικώ, τέκνον, αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου. Ήσαν δε τινες των γραμματέων εκεί καθήμενοι και διαλογιζόμενοι εν ταις καρδίαις αυτών, τί ούτος ούτω λαλεί βλασφημίας; τις δύναται αφιέναι αμαρτίας ει μη εις ο Θεός; Και ευθέως επιγνούς ο Ιησούς τω πνεύματι αυτού ότι ούτως αυτοί διαλογίζονται εν εαυτοίς, είπεν αυτοίς, τι ταύτα διαλογίζεσθε εν ταις καρδίαις υμών; Τι εστιν ευκοπώτερον, ειπείν τω παραλυτικώ, αφέωνταί σου αι αμαρτίαι, ή ειπείν, έγειρε και άρον τον κράβαττόν σου και περιπάτει; ίνα δε ειδήτε ότι εξουσίαν έχει ο υιός του ανθρώπου αφιέναι επί της γης αμαρτίας — λέγει τω παραλυτικώ. Σοι λέγω, έγειρε και άρον τον κράβαττόν σου και ύπαγε εις τον οίκον σου. Και ηγέρθη ευθέως, και άρας τον κράβαττον εξήλθεν εναντίον πάντων, ώστε εξίστασθαι πάντας και δοξάζειν τον Θεόν λέγοντας ότι ουδέποτε ούτως είδομεν.

Απόδοση στη Νεοελληνική
Όταν ύστερα από λίγες ημέρες ήλθε πάλιν εις την Καπερναούμ, διαδόθηκε ότι βρίσκεται σε κάποιο σπίτι. Και αμέσως μαζεύτηκαν πολλοί, ώστε να μην τους χωρεί πλέον ο χώρος εμπρός εις την πόρτα, και τους κήρυττε τον λόγο. Και έρχονται και του φέρουν ένα παραλυτικό, τον οποίον βάσταζαν τέσσερα πρόσωπα. Και επειδή δεν μπορούσαν να τον πλησιάσουν εξ’ αιτίας του πλήθους, αφήρεσαν την στέγη, όπου ευρίσκοντο, έκαναν ένα άνοιγμα και κατέβασαν το κρεβάτι, όπου ήτανε ξαπλωμένος ο παραλυτικός. Όταν ο Ιησούς είδε την πίστη τους, λέγει εις τον παραλυτικό, «Παιδί μου, σου συγχωρούνται αι αμαρτίες». Κάθονταν δε εκεί μερικοί από τους γραμματείς και σκεφτόντουσαν μέσα τους, «Γιατί λέγει αυτός βλασφημίας κατ’ αυτόν τον τρόπον; Ποιος μπορεί να συγχωρεί αμαρτίας παρά μόνον ένας, ο Θεός;». Ο Ιησούς αμέσως κατάλαβε μέσα του ότι αυτά σκέπτονται και τους λέγει, «Γιατί κάνετε τις σκέψεις αυτές μέσα σας; Τι είναι ευκολότερο να πω εις τον παραλυτικό, «Σου συγχωρούνται οι αμαρτίες» ή να πω, «Σήκω και πάρε το κρεβάτι σου και βάδιζε»; Αλλά δια να μάθετε ότι ο Υιός του ανθρώπου έχει εξουσία να συγχωρεί αμαρτίας επί της γης» -λέγει εις τον παραλυτικό, «Σου λέγω, σήκω επάνω και πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε εις το σπίτι σου». Και σηκώθηκε αμέσως και αφού σήκωσε το κρεβάτι βγήκε υπό τα βλέμματα όλων, ώστε να εκπλαγούν όλοι και να δοξάζουν τον Θεό και να λέγουν, «Ποτέ δεν είδαμε τέτοια πράγματα».
g_aggelos
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1474
Εγγραφή: Πέμ Φεβ 24, 2005 6:00 am
Τοποθεσία: Άγγελος @ Αθήνα
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από g_aggelos »

Κυριακή 11 Μαρτίου

Μάρκος η’ 34 – θ’ 1

Κλήσις εις αυταπάρνησιν


Και προσκαλεσάμενος τον όχλον συν τοις μαθηταίς αυτού είπεν αυτοίς, όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού, και ακολουθείτω μοι. Ος γαρ αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέσει αυτήν, ος δ αν απολέση την εαυτού ψυχήν ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν. Τι γάρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήση τον κόσμον όλον, και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; Ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού; Ος γάρ εάν επαισχυνθή με και τους εμούς λόγους εν τη γενεά ταύτη τη μοιχαλίδι και αμαρτωλώ, και ο υιός του ανθρώπου επαισχυνθήσεται αυτόν όταν έλθη εν τη δόξη του πατρός αυτού μετά των αγγέλων των αγίων. Και έλεγεν αυτοίς, αμήν λέγω υμίν ότι εισί τινες των ώδε εστηκότων, οίτινες ου μη γεύσωνται θανάτου έως αν ίδωσι την βασιλείαν του Θεού εληλυθυίαν εν δυνάμει.

Απόδοση στη Νεοελληνική

Και αφού κάλεσε το πλήθος μαζί με τους μαθητές του τους είπε, «Εάν κανείς θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτόν του και ας σηκώσει τον σταυρόν του και ας με ακολουθήσει. Διότι όποιος θέλει να σώσει την ζωή του, αυτός θα την χάσει, εκείνος δε που θα χάσει την ζωή του εξ’ αιτίας εμού και του ευαγγελίου, αυτός θα την σώσει. Διότι τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο να κερδίσει τον κόσμο όλον και να ζημιωθεί την ψυχή του; Ή τι αντάλλαγμα είναι δυνατόν αν δώσει ο άνθρωπος δια την ψυχή του; Διότι όποιος εντρέπεται διά εμέ και δια τους λόγους μου εις την γενεά αυτήν την μοιχαλίδα και αμαρτωλή και ο Υιός του ανθρώπου θα αισθανθεί ντροπή γι’ αυτόν, όταν έλθει με όλη την δόξα του Πατέρα του μαζί με τους αγίους αγγέλους». Και τους έλεγε, «Αλήθεια σας λέγω, ότι υπάρχουν μερικοί από αυτούς, που στέκονται εδώ, οι οποίοι δεν θα γευθούν θάνατον, έως ότου ιδούν την βασιλεία του Θεού να έρχεται με δύναμιν».
agiooros
Διαχειριστής
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 2729
Εγγραφή: Τρί Φεβ 08, 2005 6:00 am
Τοποθεσία: Νίκος@Εύβοια
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από agiooros »

Κυριακή 18 Μαρτίου


Μάρκος θ’ 17-31

Θεραπεία δαιμονισμένου παιδιού


Και αποκριθείς εις εκ του όχλου είπε, διδάσκαλε, ήνεγκα τον υιόν μου προς σε, έχοντα πνεύμα άλαλον. Και όπου αν αυτόν καταλάβη, ρήσσει αυτόν, και αφρίζει και τρίζει τους οδόντας αυτού, και ξηραίνεται και είπον τοις μαθηταίς σου ίνα αυτό εκβάλωσι, και ουκ ίσχυσαν. Ο δε αποκριθείς αυτώ λέγει, ώ γενεά άπιστος, έως πότε προς υμάς έσομαι; Έως πότε ανέξομαι υμών; Φέρετε αυτόν προς με. Και ήνεγκαν αυτόν προς αυτόν. Και ιδών αυτόν ευθέως το πνεύμα εσπάραξεν αυτόν, και πεσών επί της γης εκυλίετο αφρίζων. Και επηρώτησε τον πατέρα αυτού, πόσος χρόνος εστίν ως τούτο γέγονεν αυτώ; Ο δε είπε, παιδιόθεν. Και πολλάκις αυτόν και εις πυρ έβαλε και εις ύδατα, ίνα απολέση αυτόν, αλλ ει τι δύνασαι, βοήθησον ημίν σπλαγχνισθείς εφ ημάς. Ο δε Ιησούς είπεν αυτώ το ει δύνασαι πιστεύσαι, πάντα δυνατά τώ πιστεύοντι. Και ευθέως κράξας ο πατήρ του παιδίου μετά δακρύων έλεγε, πιστεύω, κύριε, βοήθει μου τη απιστία. Ιδών δε ο Ιησούς ότι επισυντρέχει όχλος, επετίμησε τώ πνεύματι τώ ακαθάρτω λέγων αυτώ, το πνεύμα το άλαλον και κωφόν, εγώ σοι επιτάσσω, έξελθε εξ αυτού και μηκέτι εισέλθης εις αυτόν. Και κράξαν και πολλά σπαράξαν αυτόν εξήλθε, και εγένετο ωσεί νεκρός, ώστε πολλούς λέγειν ότι απέθανεν. Ο δε Ιησούς κρατήσας αυτόν της χειρός ήγειρεν αυτόν, και ανέστη. Και εισελθόντα αυτόν εις οίκον οι μαθηταί αυτού επηρώτων αυτόν κατ ιδίαν, ότι ημείς ουκ ηδυνήθημεν εκβαλείν αυτό. Και είπεν αυτοίς, τούτο το γένος εν ουδενί δύναται εξελθείν ει μη εν προσευχή και νηστεία.

Απόδοση στη Νεοελληνική

Και ένας από το πλήθος αποκρίθηκε, «Διδάσκαλε σου έφερα τον υιό μου, που έχει πνεύμα άλαλο. Όπου τον πιάσει, τον ρίχνει κάτω και αφρίζει και τρίζει τα δόντια και γίνεται ξερός. Και είπα εις τους μαθητές σου να το βγάλουν αλλά δεν μπόρεσαν». Αυτός δε αποκρίθηκε, «Ω γενεά άπιστη, έως πότε θα είμαι μαζί σας, έως πότε θα σας ανέχομαι; Φέρετέ τον σε εμέ». Και του τον έφεραν. Και μόλις το πνεύμα τον είδε, αμέσως τον συντάραξε και έπεσε εις την γη και κυλιότανε και άφριζε. Και ερώτησε τον πατέρα του, «Πόσος καιρός είναι από τότε που του συνέβη αυτό;». Αυτός δε είπε, «Από παιδικής ηλικίας. Πολλές φορές και στην φωτιά τον έριξε και στα νερά δια να τον εξολοθρεύσει. Αλλά αν μπορείς να κάνεις τίποτε βοήθησέ μας, σπλαχνίσου μας». Ο δε Ιησούς του είπε, «Εάν μπορείς να πιστέψεις όλα είναι δυνατά εις εκείνον που πιστεύει». Τότε εφώναξε αμέσως ο πατέρας του παιδιού και με δάκρυα είπε, «Πιστεύω, Κύριε, βοήθησε την απιστία μου». Όταν δε ο Ιησούς είδε ότι μαζεύεται κόσμος, επέπληξε το πνεύμα το ακάθαρτο και του είπε, «Το άλαλο και κωφό πνεύμα, εγώ σε διατάσσω, έβγα από αυτόν και να μη μπεις ποτέ πλέον μέσα του». Αυτό, αφού εφώναξε και τον εσπάραξε δυνατά, βγήκε, το δε παιδί έγινε σαν νεκρός, ώστε πολλοί να λέγουν ότι πέθανε. Αλλά ο Ιησούς τον έπιασε από το χέρι, τον σήκωσε και στάθηκε όρθιος. Και όταν ο Ιησούς μπήκε εις το σπίτι, τον ερώτησαν οι μαθητές του ιδιαιτέρως, «Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να το βγάλουμε;». Και αυτός τους είπε, «Το γένος αυτό δεν είναι δυνατόν να βγει με κανένα άλλο μέσον παρά με προσευχή και νηστεία». Και όταν έφυγαν από εκεί, περνούσαν δια της Γαλιλαίας και ο Ιησούς δεν ήθελε να μάθη κανείς τίποτε, διότι δίδασκε τους μαθητές του και τους έλεγε ότι ο Υιός του ανθρώπου θα παραδοθεί εις τα χέρια των ανθρώπων και θα τον θανατώσουν και αφού θανατωθεί, την Τρίτη ημέρα θα αναστηθεί.
Τελευταία επεξεργασία από το μέλος agiooros την Πέμ Μαρ 22, 2007 1:02 pm, έχει επεξεργασθεί 1 φορά συνολικά.
agiooros
Διαχειριστής
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 2729
Εγγραφή: Τρί Φεβ 08, 2005 6:00 am
Τοποθεσία: Νίκος@Εύβοια
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από agiooros »

Το θέμα συνεχίζεται με τα κείμενα όπως μας τα δίνει ο Άγγελος.

Κυριακή 25 Μαρτίου
Ευαγγελισμός της παρθένου Μαρίας

Λουκά α’ 24-38


Μετά δε ταύτας τας ημέρας συνέλαβεν Ελισάβετ η γυνή αυτού, και περιέκρυβεν εαυτήν μήνας πέντε, λέγουσα ότι ούτω μοι πεποίηκεν ο Κύριος εν ημέραις αις επείδεν αφελείν το όνειδός μου εν ανθρώποις. Εν δε τω μηνί τω έκτω απεστάλη ο άγγελος Γαβριήλ υπό του Θεού εις πόλιν της Γαλιλαίας, η όνομα Ναζαρέτ, πρός παρθένον μεμνηστευμένην ανδρί, ώ όνομα Ιωσήφ, εξ οίκου Δαυίδ, και το όνομα της παρθένου Μαριάμ. Και εισελθών ο άγγελος προς αυτήν είπε, χαίρε, κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά σου, ευλογημένη συ εν γυναιξίν. Η δε ιδούσα διεταράχθη επί τω λόγω αυτού, και διελογίζετο ποταπός είη ο ασπασμός ούτος. Και είπεν ο άγγελος αυτή, μη φοβού, Μαριάμ, εύρες γάρ χάριν παρά τω Θεώ. Και ιδού συλλήψη εν γαστρί και τέξη υιόν, και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησούν. Ούτος έσται μέγας και υιός υψίστου κληθήσεται, και δώσει αυτώ Κύριος ο Θεός τον θρόνον Δαυίδ του πατρός αυτού, και βασιλεύσει επί τον οίκον Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού ουκ έσται τέλος. Είπε δε Μαριάμ προς τον άγγελον, πως έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω; Και αποκριθείς ο άγγελος είπεν αυτή, Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι, διό και το γεννώμενον άγιον κληθήσεται υιός Θεού. Και ιδού Ελισάβετ η συγγενής σου και αυτή συνειληφυία υιόν εν γήρει αυτής, και ούτος μην έκτος εστίν αυτή τη καλουμένη στείρα, ότι ουκ αδυνατήσει παρά τω Θεώ πάν ρήμα. Είπε δε Μαριάμ, ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμά σου. Και απήλθεν απ αυτής ο άγγελος.


Απόδοση στη Νεοελληνική

Ύστερα από τις ημέρες αυτές η Ελισάβετ, η γυναίκα του, έμεινε έγκυος και έκρυβε τον εαυτό της επί πέντε μήνες και έλεγε, «Αυτό μου έκανε ο Κύριος κατά τις ημέρες, που ενδιαφέρθηκε να μου αφαιρέσει την ντροπή μεταξύ των ανθρώπων. Κατά δε τον έκτο μήνα, απεστάλη ο άγγελος Γαβριήλ από τον Θεό στην πόλη της Γαλιλαίας, που ονομαζόταν Ναζαρέτ, προς παρθένο, η οποία ήταν μνηστευμένη με άνδρα ονομαζόμενο Ιωσήφ από τον οίκο του Δαυίδ και το όνομα της παρθένου ήταν Μαριάμ. Και όταν παρουσιάσθηκε σε αυτήν ο άγγελος της είπε, «Χαίρε, κεχαριτωμένη, ο Κύριος είναι μαζί σου, ευλογημένη είσαι εσύ μεταξύ των γυναικών». Αυτή δε, μόλις τον είδε, ταράχθηκε με τα λόγια αυτά και σκεπτόταν τι σημαίνει ο χαιρετισμός αυτός. Και ο άγγελος της είπε, «Μη φοβάσαι, Μαριάμ, διότι βρήκες χάρη εκ μέρους του Θεού. Θα μείνεις έγκυος και θα γεννήσεις υιό και θα τον ονομάσεις Ιησού. Αυτός θα είναι μέγας και θα ονομασθεί Υιός του Υψίστου και θα του δώσει ο Θεός τον θρόνο του Δαυίδ του πατέρα του και θα βασιλεύσει στον οίκο του Ιακώβ αιωνίως και η βασιλεία του δεν θα έχει τέλος». Είπε δε η Μαριάμ προς τον άγγελο, «Πως θα γίνει αυτό, αφού δεν έχω άνδρα;». Ο άγγελος απεκρίθη, «Πνεύμα Άγιον θα έλθει σε εσέ και δύναμη του Υψίστου θα σε σκιάσει. Διά τούτο και το άγιο που θα γεννηθεί θα ονομαστεί Υιός Θεού. Και η Ελισάβετ η συγγενής σου, συνέλαβε και αυτή υιό στα γεράματά της και αυτή που θεωρείται στείρα, είναι τώρα εις τον έκτο μήνα της, διότι κανένα πράγμα δεν είναι αδύνατο στον Θεό». Είπε τότε η Μαριάμ, «Ιδού η δούλη του Κυρίου, ας μου γίνει όπως μου είπες». Και έφυγε από αυτήν ο άγγελος.
agiooros
Διαχειριστής
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 2729
Εγγραφή: Τρί Φεβ 08, 2005 6:00 am
Τοποθεσία: Νίκος@Εύβοια
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από agiooros »

Το θέμα συνεχίζεται με τα κείμενα όπως μας τα δίνει ο Άγγελος.

Σάββατο 31 Μαρτίου

Ιωάννη ια’ 1-45

Η Ανάστασις του Λαζάρου


Ην δε τις ασθενών Λάζαρος από Βηθανίας, εκ της κώμης Μαρίας και Μάρθας της αδελφής αυτής. Ην δε Μαρία η αλείψασα τον Κύριον μύρω και εκμάξασα τους πόδας αυτού ταις θριξίν αυτής, ης ο αδελφός Λάζαρος ησθένει. Απέστειλαν ουν αι αδελφαί προς αυτόν λέγουσαι, Κύριε, ίδε όν φιλείς ασθενεί. Ακούσας δε ο Ιησούς είπεν, αύτη η ασθένεια ουκ έστι προς θάνατον, αλλ' υπέρ της δόξης του Θεού, ίνα δοξασθή ο υιός του Θεού δι' αυτής. Ηγάπα δε ο Ιησούς την Μάρθαν και την αδελφήν αυτής και τον Λάζαρον. Ως ουν ήκουσεν ότι ασθενεί, τότε μεν έμεινεν εν ώ ην τόπω δύο ημέρας, έπειτα μετά τούτο λέγει τοις μαθηταίς, άγωμεν εις την Ιουδαίαν πάλιν. Λέγουσιν αυτώ οι μαθηταί, ραββί, νυν εζήτουν σε λιθάσαι οι Ιουδαίοι, και πάλιν υπάγεις εκεί; Απεκρίθη Ιησούς, ουχί δώδεκά εισιν ώραι της ημέρας; Εάν τις περιπατή εν τη ημέρα, ου προσκόπτει, ότι το φώς του κόσμου τούτου βλέπει· Εάν δε τις περιπατή εν τη νυκτί, προσκόπτει, ότι το φώς ουκ έστιν εν αυτώ. Ταύτα είπε, και μετά τούτο λέγει αυτοίς, Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται, αλλά πορεύομαι ίνα εξυπνίσω αυτόν. Είπον ουν οι μαθηταί αυτού, Κύριε, ει κεκοίμηται, σωθήσεται. Ειρήκει δε ο Ιησούς περί του θανάτου αυτού, εκείνοι δε έδοξαν ότι περί της κοιμήσεως του ύπνου λέγει. Τότε ουν είπεν αυτοίς ο Ιησούς παρρησία, Λάζαρος απέθανε, και χαίρω δι' υμάς, ίνα πιστεύσητε, ότι ουκ ήμην εκεί, αλλ' άγωμεν προς αυτόν. Είπεν ουν Θωμάς ο λεγόμενος Δίδυμος τοις συμμαθηταίς, άγωμεν και ημείς ίνα αποθάνωμεν μετ' αυτού. Ελθών ουν ο Ιησούς εύρεν αυτόν τέσσαρας ημέρας ήδη έχοντα εν τω μνημείω. Ην δε η Βηθανία εγγύς των Ιεροσολύμων ως από σταδίων δεκαπέντε, και πολλοί εκ των Ιουδαίων εληλύθεισαν προς τας περί Μάρθαν και Μαρίαν ίνα παραμυθήσωνται αυτάς περί του αδελφού αυτών. Η ουν Μάρθα ως ήκουσεν ότι ο Ιησούς έρχεται, υπήντησεν αυτώ, Μαρία δε εν τω οίκω εκαθέζετο. Είπεν ουν η Μάρθα προς τον Ιησούν, Κύριε, ει ης ώδε, ο αδελφός μου ουκ αν ετεθνήκει. Αλλά και νυν οίδα ότι όσα αν αιτήση τον Θεόν, δώσει σοι ο Θεός. Λέγει αυτή ο Ιησούς, αναστήσεται ο αδελφός σου. Λέγει αυτώ Μάρθα, οίδα ότι αναστήσεται εν τη αναστάσει εν τη εσχάτη ημέρα. Είπεν αυτή ο Ιησούς, εγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται, και πάς ο ζων και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνη εις τον αιώνα. Πιστεύεις τούτο; Λέγει αυτώ, ναι, Κύριε, εγώ πεπίστευκα ότι συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού ο εις τον κόσμον ερχόμενος. Και ταύτα ειπούσα απήλθε και εφώνησε Μαρίαν την αδελφήν αυτής λάθρα ειπούσα, ο διδάσκαλος πάρεστι και φωνεί σε. Εκείνη ως ήκουσεν, εγείρεται ταχύ και έρχεται προς αυτόν. Ούπω δε εληλύθει ο Ιησούς εις την κώμην, αλλ' ην εν τω τόπω όπου υπήντησεν αυτώ η Μάρθα. Οι ουν Ιουδαίοι οι όντες μετ' αυτής εν τη οικία και παραμυθούμενοι αυτήν, ιδόντες την Μαρίαν ότι ταχέως ανέστη και εξήλθεν, ηκολούθησαν αυτή, λέγοντες ότι υπάγει εις το μνημείον ίνα κλαύση εκεί. Η ουν Μαρία ως ήλθεν όπου ην ο Ιησούς, ιδούσα αυτόν έπεσεν αυτού εις τους πόδας λέγουσα αυτώ, Κύριε, ει ης ώδε, ουκ αν απέθανέ μου ο αδελφός. Ιησούς ουν ως είδεν αυτήν κλαίουσαν και τους συνελθόντας αυτή Ιουδαίους κλαίοντας, ενεβριμήσατο τω πνεύματι και ετάραξεν εαυτόν, και είπε, που τεθείκατε αυτόν; Λέγουσιν αυτώ, Κύριε, έρχου και ίδε. Εδάκρυσεν ο Ιησούς. Έλεγον ουν οι Ιουδαίοι, ίδε πως εφίλει αυτόν· Τινές δε εξ αυτών είπον, ουκ ηδύνατο ούτος, ο ανοίξας τους οφθαλμούς του τυφλού, ποιήσαι ίνα και ούτος μη αποθάνη; Ιησούς ουν, πάλιν εμβριμώμενος εν εαυτώ, έρχεται εις το μνημείον, ην δε σπήλαιον, και λίθος επέκειτο επ' αυτώ. Λέγει ο Ιησούς, άρατε τον λίθον. Λέγει αυτώ η αδελφή του τεθνηκότος Μάρθα, Κύριε, ήδη όζει, τεταρταίος γάρ εστι. Λέγει αυτή ο Ιησούς, ουκ είπόν σοι ότι εάν πιστεύσης, όψει την δόξαν του Θεού; Ήραν ουν τον λίθον ου ην ο τεθνηκώς κείμενος. Ο δε Ιησούς ήρε τους οφθαλμούς άνω και είπε, πάτερ, ευχαριστώ σοι ότι ήκουσάς μου. Εγώ δε ήδειν ότι πάντοτέ μου ακούεις, αλλά διά τον όχλον τον περιεστώτα είπον, ίνα πιστεύσωσιν ότι συ με απέστειλας. Και ταύτα ειπών φωνή μεγάλη εκραύγασε, Λάζαρε, δεύρο έξω. Και εξήλθεν ο τεθνηκώς δεδεμένος τους πόδας και τας χείρας κειρίαις, και η όψις αυτού σουδαρίω περιεδέδετο. Λέγει αυτοίς ο Ιησούς, λύσατε αυτόν και άφετε υπάγειν. Πολλοί ουν εκ των Ιουδαίων, οι ελθόντες προς την Μαρίαν και θεασάμενοι α εποίησεν ο Ιησούς, επίστευσαν εις αυτόν. Τινές δε εξ αυτών απήλθον προς τους Φαρισαίους και είπον αυτοίς α εποίησεν ο Ιησούς.

Απόδοση στη Νεοελληνική

Υπήρχε κάποιος ασθενής ονομαζόμενος Λάζαρος από τη Βηθανία, από το χωριό της Μαρίας και της αδελφής της Μάρθας. Αυτή ήταν η Μαρία που άλειψε τον Κύριο με μύρο και σφούγγισε τα πόδια του με τα μαλλιά της, της οποίας ο αδελφός Λάζαρος ήταν ασθενής. Έστειλαν λοιπόν οι αδελφές προς αυτόν και του είπαν, «Κύριε, εκείνος που αγαπάς, είναι ασθενής». Όταν άκουσε αυτό ο Ιησούς, είπε, «Ατή η ασθένεια δεν θα καταλήξει εις θάνατο αλλά είναι χάρη της δόξας του Θεού, για να δοξασθεί δι’ αυτής ο Υιός του Θεού». Ο Ιησούς αγαπούσε την Μάρθα και την αδελφή της και τον Λάζαρο. Όταν λοιπόν άκουσε ότι ασθενεί, έμεινε τότε δύο ημέρες στον τόπο όπου βρισκόταν. Έπειτα είπε στους μαθητές, «Ας επιστρέψουμε στην Ιουδαία». Λέγουν σε αυτόν οι μαθητές, «Ραββί, προ ολίγου οι Ιουδαίοι ζητούσαν να σε λιθοβολήσουν και πάλι πηγαίνεις εκεί;». Αποκρίθηκε ο Ιησούς, «Δεν είναι δώδεκα οι ώρες της ημέρας; Εάν περπατάει κανείς την ημέρα, δεν σκοντάφτει διότι βλέπει το φως του κόσμου τούτου. Εάν όμως περπατάει την νύχτα, σκοντάφτει διότι το φως δεν είναι μαζί του». Αυτά είπε και κατόπιν συνέχισε, «ο Λάζαρος ο φίλος μας έχει κοιμηθεί, αλλά πηγαίνω να τον ξυπνήσω». Του είπαν τότε οι μαθητές του, «Κύριε, εάν έχει κοιμηθεί θα γίνει καλά». Αλλά ο Ιησούς είχε μιλήσει διά τον θάνατό του, εκείνοι δε νόμιζαν ότι ομιλεί για τον φυσικό ύπνο. Τότε τους είπε ο Ιησούς καθαρά, «Ο Λάζαρος πέθανε και χαίρω που δεν ήμουν εκεί διότι θα είναι για το καλό σας για να πιστέψετε. Αλλά ας πάμε σε αυτόν». Είπε τότε ο Θωμάς, ο λεγόμενος Δίδυμος, στους συμμαθητές του, «Ας πάμε και εμείς διά να πεθάνουμε μαζί του». Όταν ήλθε ο Ιησούς, τον βρήκε ήδη ενταφιασμένο προ τεσσάρων ημερών. Η Βηθανία ήταν πλησίον των Ιεροσολύμων περί τα δεκαπέντε στάδια. Και πολλοί από τους Ιουδαίους είχαν έλθει στην Μάρθα και τη Μαρία για να τις παρηγορήσουν για τον αδελφό τους. Μόλις άκουσε η Μάρθα ότι έρχεται ο Ιησούς, πήγε να τον προϋπαντήσει, ενώ η Μαρία κάθισε στο σπίτι. Είπε τότε η Μάρθα στον Ιησού, «Κύριε, εάν ήσουν εδώ, δεν θα πέθαινε ο αδελφός μου. Αλλά και τώρα ξέρω ότι όσα ζητήσεις από τον Θεό, θα σου τα δώσει ο Θεός». Λέγει σε αυτήν ο Ιησούς, «Ο αδελφός σου θα αναστηθεί». Η Μάρθα του λέγει, «ξέρω ότι θα αναστηθεί, κατά την ανάσταση την εσχάτη ημέρα». Τότε ο Ιησούς της είπε, «Εγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή. Όποιος πιστεύει εις εμέ, κι αν πεθάνει, θα ζήσει και όποιος ζει και πιστεύει εις εμέ, δεν θα πεθάνει ποτέ. Το πιστεύεις αυτό;». Λέγει εις αυτόν, «Ναι, Κύριε, εγώ έχω πιστέψει ότι εσύ είσαι ο Χριστός ο Υιός του Θεού, ο ερχόμενος στον κόσμο». Όταν είπε αυτά, έφυγε και φώναξε την Μαρία την αδελφή της και της είπε μυστικά, «ο διδάσκαλος είναι εδώ και σε φωνάζει». Εκείνη μόλις το άκουσε, σηκώθηκε γρήγορα και έρχεται σε αυτόν. Αλλά ο Ιησούς δεν είχε ακόμα έλθει στο χωριό, αλλά βρισκόταν στον τόπο που τον προϋπάντησε η Μάρθα. Οι Ιουδαίοι, οι οποίοι ήταν μαζί της στο σπίτι και την παρηγορούσαν, όταν είδαν ότι η Μαρία σηκώθηκε γρήγορα και βγήκε, την ακολούθησαν και έλεγαν, «Πηγαίνει στο μνημείο για να κλάψει εκεί». Ήλθε λοιπόν η Μαρία εκεί όπου ήταν ο Ιησούς και μόλις τον είδε, έπεσε στα πόδια του και του είπε, «Κύριε, εάν ήσουν εδώ, δεν θα πέθαινε ο αδελφός μου». Όταν ο Ιησούς την είδε να κλαίει και τους Ιουδαίους που την συνόδευαν να κλαίνε επίσης, αναστέναξε μέσα του και ταράχθηκε και είπε, «Που τον έχετε βάλει;». Του λένε, «Κύριε, έλα να δεις». Ο Ιησούς δάκρυσε. Είπαν τότε οι Ιουδαίοι, «Κοίταξε πόσο τον αγαπούσε». Αλλά μερικοί από αυτού
ς είπαν, «Δεν μπορούσε αυτός, που άνοιξε τα μάτια του τυφλού, να κάνει κάτι ώστε να μην πεθάνει ο Λάζαρος;». Ο Ιησούς αφού πάλι αναστέναξε μέσα του, ήλθε στο μνήμα. Ήταν δε αυτό σπήλαιο και ένας λίθος ήταν στο στόμιο. Λέγει ο Ιησούς, «Σηκώστε τον λίθο». Η Μάρθα, η αδελφή του αποθανόντος, του λέγει, «Κύριε, τώρα θα μυρίζει άσχημα, διότι είναι η τέταρτη ημέρα». Ο Ιησούς της λέγει, «Δεν σου είπα ότι αν πιστέψεις θα δεις την δόξα του Θεού;». Σήκωσαν τότε τον λίθο όπου βρισκόταν ο νεκρός. Ο δε Ιησούς, σήκωσε τα μάτια προς τα επάνω και είπε, «Πατέρα, σε ευχαριστώ διότι με άκουσες. Εγώ βέβαια ήξερα ότι πάντοτε με ακούς αλλά το είπα για τον λαό που παρευρίσκεται, για να πιστέψουν ότι εσύ με έστειλες». Και αφού είπε αυτά, φώναξε με δυνατή φωνή, «Λάζαρε, έλα έξω». Και βγήκε εκείνος που είχε πεθάνει, δεμένος στα χέρια και τα πόδια με λευκές ταινίες, και το πρόσωπό του γύρω δεμένο με μαντήλι. Τους είπε τότε ο Ιησούς, «Λύστε τον και αφήστε τον να φύγει». Πολλοί από τους Ιουδαίους, οι οποίοι είχαν έλθει στην Μαρία και είδαν τι έκανε ο Ιησούς, πίστεψαν σε αυτόν. Αλλά μερικοί από αυτούς πήγαν στους Φαρισαίους και τους είπαν τι είχε κάνει ο Ιησούς.
agiooros
Διαχειριστής
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 2729
Εγγραφή: Τρί Φεβ 08, 2005 6:00 am
Τοποθεσία: Νίκος@Εύβοια
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από agiooros »

Το θέμα συνεχίζεται με τα κείμενα όπως μας τα δίνει ο Άγγελος.

Κυριακή 1 Απριλίου
Ιωάννη ιβ’ 1-18

Η Μαρία μυρώνει τον Ιησούν εις Βηθανίαν


Ο ουν Ιησούς προ εξ ημερών του πάσχα ήλθεν εις Βηθανίαν, όπου ην Λάζαρος ο τεθνηκώς, ον ήγειρεν εκ νεκρών. Εποίησαν ουν αυτώ δείπνον εκεί, και η Μάρθα διηκόνει, ο δε Λάζαρος εις ην των ανακειμένων συν αυτώ. Η ουν Μαρία, λαβούσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικής πολυτίμου, ήλειψε τους πόδας του Ιησού και εξέμαξε ταις θριξίν αυτής τους πόδας αυτού, η δε οικία επληρώθη εκ της οσμής του μύρου. Λέγει ουν εις εκ των μαθητών αυτού, Ιούδας Σίμωνος Ισκαριώτης, ο μέλλων αυτόν παραδιδόναι, διατί τούτο το μύρον ουκ επράθη τριακοσίων δηναρίων και εδόθη πτωχοίς; Είπε δε τούτο ουχ ότι περί των πτωχών έμελεν αυτώ, αλλ' ότι κλέπτης ην, και το γλωσσόκομον είχε και τα βαλλόμενα εβάσταζεν. Είπεν ουν ο Ιησούς, άφες αυτήν, εις την ημέραν του ενταφιασμού μου τετήρηκεν αυτό. Τους πτωχούς γάρ πάντοτε έχετε μεθ' εαυτών, εμέ δε ου πάντοτε έχετε. Εγνω ουν όχλος πολύς εκ των Ιουδαίων ότι εκεί εστι, και ήλθον ου διά τον Ιησούν μόνον, αλλ' ίνα και τον Λάζαρον ίδωσιν όν ήγειρεν εκ νεκρών. Εβουλεύσαντο δε οι αρχιερείς ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν, ότι πολλοί δι' αυτόν υπήγον των Ιουδαίων και επίστευον εις τον Ιησούν. Τη επαύριον όχλος πολύς ο ελθών εις την εορτήν, ακούσαντες ότι έρχεται Ιησούς εις Ιεροσόλυμα, έλαβον τα βαΐα των φοινίκων και εξήλθον εις υπάντησιν αυτώ, και έκραζον, ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ. Ευρών δε ο Ιησούς ονάριον εκάθισεν επ' αυτό, καθώς εστι γεγραμμένον, μη φοβού, θύγατερ Σιών, ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται καθήμενος επί πώλον όνου. Ταύτα δε ουκ έγνωσαν οι μαθηταί αυτού το πρώτον, αλλ' ότε εδοξάσθη ο Ιησούς, τότε εμνήσθησαν ότι ταύτα ην επ' αυτώ γεγραμμένα, και ταύτα εποίησαν αυτώ. Εμαρτύρει ουν ο όχλος ο ων μετ' αυτού ότε τον Λάζαρον εφώνησεν εκ του μνημείου και ήγειρεν αυτόν εκ νεκρών. Διά τούτο και υπήντησεν αυτώ ο όχλος, ότι ήκουσαν τούτο αυτόν πεποιηκέναι το σημείον.

Απόδοση στη Νεοελληνική

Έξη ημέρες πριν από το Πάσχα ήλθε ο Ιησούς εις την Βηθανία, όπου ήτο ο Λάζαρος, ο οποίος είχε πεθάνει και τον οποίον ανέστησε εκ νεκρών. Εκεί του έκαναν δείπνο και η Μάρθα υπηρετούσε, ο δε Λάζαρος ήτο μεταξύ εκείνων που ήσαν μαζί του στο τραπέζι. Η Μαρία τότε επήρε μίαν λίτρα γνησίου πολύτιμου μύρου νάρδου, άλειψε τα πόδια του Ιησού και τα σφούγγισε με τα μαλλιά της, και το σπίτι γέμισε από την μυρωδιά του μύρου. Λέγει τότε ένας από τους μαθητές του, ο Ιούδας, ο υιός του Σίμωνα ο Ισκαριώτης, εκείνος που θα τον παρέδιδε, «Γιατί δεν πουλήθηκε αυτό το μύρο για τριακόσια δηνάρια και δεν δόθηκε εις τους πτωχούς;». Αυτό το είπε όχι από ενδιαφέρον δια τους πτωχούς, αλλά διότι ήτο κλέπτης και είχε το ταμείο και αφαιρούσε εκείνα που έβαζαν μέσα. Τότε είπε ο Ιησούς, «Αφήστε την, δια την ημέρα του ενταφιασμού μου το εφύλαξε, διότι τους πτωχούς τους έχετε πάντοτε μαζί σας, ενώ εμέ δεν με έχετε πάντοτε». Πολλοί από τους Ιουδαίους έμαθαν ότι είναι εκεί, και ήλθαν όχι μόνο δια τον Ιησού, αλλά και δια να δουν τον Λάζαρο, τον οποίον ανέστησε εκ νεκρών. Οι αρχιερείς τότε απεφάσισαν να θανατώσουν και τον Λάζαρο, διότι εξ’ αιτίας του πολλοί από τους Ιουδαίους έφευγαν και πίστευαν εις τον Ιησού. Την επόμενη ημέρα πολύς κόσμος που είχε έλθει εις την εορτή, όταν άκουσαν ότι έρχεται ο Ιησούς εις τα Ιεροσόλυμα, επήραν κλάδους από φοίνικας και βγήκαν προς προϋπάντησή του και έκραζαν, «Ωσαννά, ευλογημένος να είναι εκείνος που έρχεται εις το όνομα του Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ». Ο δε Ιησούς βρήκε ένα μικρόν όνο, και εκάθησε επάνω του, καθώς είναι γραμμένο, Μη φοβάσαι, θυγατέρα Σιών, να, ο βασιλεύς σου έρχεται καθισμένος εις ένα πουλάρι όνου. Τα λόγια αυτά δεν τα καταλάβαιναν τότε οι μαθητές του, αλλά όταν δοξάσθηκε ο Ιησούς, τότε θυμήθηκαν ότι αυτά ήσαν γραμμένα γι’ αυτόν και ότι του τα έκαναν. Ο δε κόσμος που ήτο μαζί του έδινε μαρτυρία ότι εφώναξε τον Λάζαρο από το μνήμα και τον ανέστησε εκ νεκρών. Δια τούτο και τον υποδέχθηκε ο κόσμος διότι άκουσαν ότι έκανε αυτό το θαύμα. Είπαν τότε οι Φαρισαίοι μεταξύ τους, «Βλέπετε ότι δεν κάνετε τίποτε; Να, όλος ο κόσμος έτρεξε οπίσω του».
agiooros
Διαχειριστής
Διαχειριστής
Δημοσιεύσεις: 2729
Εγγραφή: Τρί Φεβ 08, 2005 6:00 am
Τοποθεσία: Νίκος@Εύβοια
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από agiooros »

Το θέμα συνεχίζεται με τα κείμενα όπως μας τα δίνει ο Άγγελος.

Κυριακή 8 Απριλίου

Ιωάννη α’ 1-17


Εν αρχή ην ο Λόγος, και ο Λόγος ην προς τον Θεόν, και Θεός ην ο Λόγος. Ούτος ην εν αρχή προς τον Θεόν. Πάντα δι' αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν. Εν αυτώ ζωή ην, και η ζωή ην το φως των ανθρώπων. Και το φως εν τη σκοτία φαίνει, και η σκοτία αυτό ου κατέλαβεν. Εγένετο άνθρωπος απεσταλμένος παρά Θεού, όνομα αυτώ Ιωάννης, ούτος ήλθεν εις μαρτυρίαν, ίνα μαρτυρήση περί του φωτός, ίνα πάντες πιστεύσωσι δι' αυτού. Ουκ ην εκείνος το φως, αλλ’ ίνα μαρτυρήση περί του φωτός. Ην το φώς το αληθινόν, ο φωτίζει πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον. Εν τω κόσμω ην, και ο κόσμος δι' αυτού εγένετο, και ο κόσμος αυτόν ουκ έγνω. Εις τα ίδια ήλθε, και οι ίδιοι αυτόν ου παρέλαβον. Όσοι δε έλαβον αυτόν, έδωκεν αυτοίς εξουσίαν τέκνα Θεού γενέσθαι, τοις πιστεύουσιν εις το όνομα αυτού, οι ουκ εξ αιμάτων, ουδέ εκ θελήματος σαρκός, ουδέ εκ θελήματος ανδρός, αλλ' εκ Θεού εγεννήθησαν. Και ο Λόγος σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας. Ιωάννης μαρτυρεί περί αυτού και κέκραγε λέγων, ούτος ην ον είπον, ο οπίσω μου ερχόμενος έμπροσθέν μου γέγονεν, ότι πρώτος μου ην. Και εκ του πληρώματος αυτού ημείς πάντες ελάβομεν, και χάριν αντί χάριτος, ότι ο νόμος διά Μωυσέως εδόθη, η χάρις και η αλήθεια διά Ιησού Χριστού εγένετο.


Απόδοση στη Νεοελληνική

Εν αρχή υπήρχε ο Λόγος και ο Λόγος ήτο προς τον Θεό και ο Θεός ήτο ο Λόγος. Αυτός υπήρχε εν αρχή προς τον Θεό. Όλα έγιναν δι’ αυτού και χωρίς αυτόν τίποτε δεν έγινε από όσα έχουν γίνει. Μέσα εις αυτόν υπήρχε ζωή και η ζωή ήτο το φως των ανθρώπων. Και το φως φωτίζει εις το σκοτάδι αλλά το σκοτάδι δεν το κατανίκησε. Παρουσιάσθηκε κάποιος άνθρωπος, απεσταλμένος από τον Θεόν, του οποίου το όνομα ήτο Ιωάννης. Αυτός ήλθε χάριν μαρτυρίας, να μαρτυρήσει διά το φως, δια να πιστέψουν όλοι δι’ αυτού. Δεν ήτο εκείνος το φως αλλά ήλθε να μαρτυρήσει διά το φως. Το φως το αληθινό, το οποίον φωτίζει κάθε άνθρωπο, ήρχετο εις τον κόσμο. Εις τον κόσμο ήτο και ο κόσμος δι’ αυτού έγινε αλλά ο κόσμος δεν τον ανεγνώρισε. Εις τους δικούς του ήλθε αλλά οι δικοί του δεν τον εδέχθησαν. Εις όσους όμως τον εδέχθησαν, έδωκε εξουσία να γίνουν παιδιά του Θεού, εις εκείνους δηλαδή που πιστεύουν εις το όνομά του, οι οποίοι ούτε από αίματα ούτε από το θέλημα σαρκός ούτε από το θέλημα ανδρός, αλλά από τον Θεό γεννήθηκαν. Και ο Λόγος ενσαρκώθηκε και έμεινε μεταξύ μας και είδαμε την δόξα του, μίαν δόξα που έχει ένας μονογενής Υιός από τον Πατέρα, γεμάτος χάριν και αλήθεια. Ο Ιωάννης μαρτυρεί δι’ αυτόν και εφώναζε, «Αυτός είναι διά τον οποίον είπα, Εκείνος, που έρχεται ύστερα από εμέ, είναι ανώτερος από εμέ, διότι υπήρχε πριν από εμέ». Και από το πλήρωμα αυτού επήραμε όλοι εμείς και την μίαν χάριν κατόπιν της άλλης, διότι ο νόμος δόθηκε διά του Μωυσέως, η χάρις και η αλήθεια ήλθαν διά του Ιησού Χρηστού.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Πνευματικά Αναγνώσματα”