Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού

Εδώ τοποθετήστε τις Ανακοινώσεις των Ιερών Μητροπόλεων σας

Συντονιστής: Συντονιστές

Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1909
Εγγραφή: Δευ Δεκ 24, 2018 4:18 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού

Δημοσίευση από Αναστάσιος »

Οι Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη είναι οι πολιούχοι του τόπου κατοικίας μου, της Νέας Μάκρης. Ο Ιερός Ενοριακός Ναός που ανεγέρθη προς τιμή τους είναι ο ναός που διακονεί ο πνευματικός μου και κατά συνέπεια εκεί που εξομολογούμαι. Ήμουν κι εγώ εκεί! Ήταν πραγματικά καταπληκτικά. Και του χρόνου πρώτα ο Θεός να είμαστε καλά! Τις ευλογίες του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Κυρίλλου να έχουμε.
«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»
Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1909
Εγγραφή: Δευ Δεκ 24, 2018 4:18 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού

Δημοσίευση από Αναστάσιος »

Περὶ μετανοίας.

Εικόνα

Περὶ μετανοίας.

Ὁμιλία τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσιανίνωφ, ἐπισκόπου Καυκάσου καὶ Εὐξείνου Πόντου.


«Μετανοεῖτε, ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ». Αὐτὰ ἤσαν τὰ πρῶτα λόγια τοῦ κηρύγματος τοῦ θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτὰ τὰ ἴδια λόγια λέγει καὶ σ’ ἐμᾶς μέχρι σήμερα, μέσῳ τοῦ Εὐαγγελίου.

Ὅταν ἐπληθύνθη περισσότερον ἀπὸ κάθε ἄλλη ἐποχὴν ἡ ἁμαρτία στὸν κόσμο, κατῆλθε ἐδῶ στὴν γῆ μας ὁ Παντοδύναμος Ἰατρός.

Κατῆλθε στὸν τόπον αὐτὸν τῆς ἐξορίας, στὸν τόπο τῶν βασάνων καὶ τῶν παθῶν μας, ποὺ εἶναι μία πρόγευσις τῶν αἰωνίων βασάνων τῆς κολάσεως, καὶ εὐαγγελίζεται τὴν λύτρωση, τὴν χαρὰ καὶ τὴν ἴαση σὲ ὅλους τους ἀνθρώπους, χωρὶς ἐξαίρεση, λέγοντας «μετανοεῖτε».

Ἡ δύναμις τῆς μετανοίας εἶναι θεμελιωμένη στὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἰατρὸς εἶναι πανίσχυρος, καὶ ἡ ἴασις ποὺ Ἐκεῖνος χαρίζει εἶναι παντοδύναμος.

Τὴν ἐποχὴν ἐκείνη, ὅταν ἐκήρυσσεν ἐδῶ στὴν γῆ ὁ Κύριος, καλοῦσε σὲ θεραπείαν ὅλους ὅσοι ἤσαν ἄρρωστοι ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, καὶ δὲν θεωροῦσε καμμίαν ἁμαρτίαν ὡς ἀθεράπευτον. Καὶ τώρα, ἐπίσης, συνεχίζει νὰ καλῆ ὅλους, καὶ ὑπόσχεται, καὶ χαρίζει πράγματι τὴν ἄφεση γιὰ κάθε ἁμαρτία καὶ τὴν ἴαση γιὰ κάθε ἁμαρτωλὴ ἀσθένεια.

Ὢ σεῖς, οἱ ὁδοιπόροι τῆς γῆς. Ὢ σεῖς, ὅλοι ὅσοι ἀναλίσκεσθε ἢ σύρεσθε στὴν εὐρύχωρον ὁδόν, μέσα στὸν ἀκατάπαυστο θόρυβο τῶν γηίνων μεριμνῶν, περισπασμῶν καὶ διασκεδάσεων, ἀνάμεσα σὲ ἄνθη ἀνάμικτα μὲ ἀγκάθια, σεῖς ποὺ σπεύδετε καὶ ἀκολουθεῖτε αὐτὸν τὸν δρόμο, κατευθυνόμενοι πρὸς τὸ τέλος, ποὺ εἶναι σὲ ὅλους γνωστὸν καὶ ὅμως ὅλοι τὸ λησμονοῦν: ὁ σκοτεινὸς τάφος καὶ ἡ ἀκόμη σκοτεινοτέρα καὶ φοβερωτέρα αἰωνιότης.

Σταματῆστε! Ἀποτινάξτε τὴν γοητείαν αὐτοῦ τοῦ κόσμου, πού σᾶς κρατεῖ μονίμως σὲ αἰχμαλωσία! Ἀκοῦστε αὐτὸ πού σας εὐαγγελίζεται ὁ Σωτὴρ ἠμῶν Χριστός, δῶστε στὰ λόγια τοῦ τὴν προσοχὴ ποὺ τοὺς ἁρμόζει: «Μετανοεῖτε καὶ πιστεύετε ἐν τῷ εὐαγγελίῳ. Μετανοεῖτε, ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν».

Σᾶς εἶναι ἀπαραίτητο, ὁδοιπόροι σεῖς τῆς γῆς, νὰ στρέψετε ὅλη σας τὴν προσοχὴ σ’ αὐτὴν τὴν ζωτικὰ ὠφέλιμη καὶ σωτήρια νουθεσία. Ἀλλιῶς θὰ φθάσετε στὸν τάφο, θὰ φθάσετε στὸ κατῶφλι καὶ στὴν πύλη τῆς αἰωνιότητος, χωρὶς νὰ ἔχετε προηγουμένως κατανοήσει καθόλου ὀρθὰ τὴν αἰωνιότητα, οὔτε τὶς ὑποχρεώσεις ἐκείνων ποὺ εἰσέρχονται σ’ αὐτήν, ἔχοντας προετοιμάσει τὸν ἑαυτό σας μόνο γιὰ τὶς δίκαιες τιμωρίες ποὺ θὰ ὑφίστασθε αἰωνίως γιὰ τὶς ἁμαρτίες σας. Ἡ βαρυτέρα δὲ καὶ σοβαροτέρα ἁμαρτία εἶναι τὸ νὰ μὴ δίδετε προσοχὴ στοὺς λόγους τοῦ Σωτῆρος μας Χριστοῦ, δηλαδὴ νὰ τὸν περιφρονῆτε. Μετανοεῖτε!

Ἀποκοιμίζει καὶ ἐξαπατᾶ τὸν ἄνθρωπον ὁ δρόμος τῆς ἐπιγείου ζωῆς. Στὰ μάτια αὐτῶν ποὺ ἀρχίζουν τὴν πορεία τοὺς σ’ αὐτήν, παρουσιάζεται σὰν ἕνα ἀτελείωτο πεδίο ποὺ σφύζει ἀπὸ πραγματικότητα. Γιὰ ὅσους τὴν τελείωσαν, παρουσιάζεται σὰν ἕνα συντομότατο ταξίδι ποὺ συνοδεύεται ἀπὸ ὄνειρα καὶ μάλιστα χωρὶς περιεχόμενο. Μετανοεῖτε!

Καὶ τὴν δόξα καὶ τὸν πλοῦτο καὶ ὅλα τὰ ἄλλα φθαρτὰ ἀποκτήματα καὶ πλεονεκτήματα, ποὺ γιὰ τὴν ἐξασφάλισή τους ἀναλίσκει ὅλη τὴν ἐπίγειο ζωήν του καὶ ὅλες τὶς δυνάμεις τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματός του ὁ τυφλωμένος ἁμαρτωλός, ὀφείλει νὰ τὰ ἐγκαταλείψη μέσα στὰ λίγα ἐκεῖνα λεπτὰ κατὰ τὰ ὁποία τὸ ἔνδυμα τῆς ψυχῆς, τὸ σῶμα, ἀφαιρεῖται καὶ ἀποσπᾶται ἀπὸ αὐτήν. Τότε ἡ ψυχὴ ὁδηγεῖται ἀπὸ τοὺς αὐστηροὺς ἀγγέλους στὸ Κριτήριον τοῦ δικαίου Θεοῦ, τοῦ ἀγνώστου σ’ αὐτήν, Ἐκείνου τὸν ὁποῖον αὐτὴ ἔχει περιφρονήσει. Μετανοεῖτε!

Μοχθοῦν οἱ ἄνθρωποι καὶ βιάζονται νὰ πλουτίσουν σὲ γνώσεις, οἱ ὁποῖες ὅμως εἶναι μικρᾶς μόνον σημασίας, καὶ κατάλληλες γιὰ κάποιο μόνον χρονικὸν διάστημα. Γνώσεις ποὺ συμβάλλουν στὴν ἱκανοποίησιν ἀναγκῶν, ἀνέσεων καὶ ἰδιοτροπιῶν τῆς ἐπιγείου ζωῆς. Περιφρονοῦμε τελείως τὶς οὐσιαστικές, τὶς ἀναγκαῖες γνώσεις καὶ τὴν ἐργασία, γιὰ τὰ ὁποία καὶ μόνο μας ἔχει χαρισθεῖ ἡ ἐπίγειος ζωή. Δηλαδὴ τὴν γνώση τοῦ Θεοῦ, καὶ τὴν συνδιαλλαγή μας μὲ αὐτὸν μέσῳ τοῦ λυτρωτοῦ μας Χριστοῦ. Μετανοεῖτε!

Ἀδελφοί, ἄς ἐξετάσωμε τὴν ἐπίγειο ζωή μας ἀντικειμενικά, ἀμερόληπτα, ὑπὸ τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου. Εἶναι μηδαμινή, ἕνα τίποτε. Ὅλα της τὰ ἀγαθὰ ἀφαιροῦνται μὲ τὸν θάνατον, ἀλλὰ συχνὰ καὶ πολὺ πρὶν ἀπὸ τὸν θάνατο μὲ ποικίλες, ἀπροσδόκητες καταστάσεις.

Αὐτὰ τὰ φθαρτά, τὰ τόσο γρήγορα ἐξαφανιζόμενα ἀγαθά, δὲν ἀξίζουν νὰ ὀνομάζωνται ἀγαθά. Στὴν πραγματικότητα εἶναι ἀπάτες καὶ παγίδες. Ὅσοι κολλοῦν καὶ βυθίζονται στὶς παγίδες αὐτές, καὶ συλλαμβάνονται ἀπὸ αὐτές, ἀποστεροῦνται ἀπὸ τὰ ἀληθινά, τὰ αἰώνια, τὰ οὐράνια, πνευματικὰ ἀγαθά, ποὺ ἀποκτοῦμε ὅταν πιστεύωμε στὸν Χριστὸ καὶ τὸν ἀκολουθοῦμε στὴν μυστικὴν ὁδὸ τῆς εὐαγγελικῆς ζωῆς. Μετανοεῖτε!

Σὲ πόσο φοβερὰν τύφλωση εὐρισκόμεθα! Πὼς ἀπὸ αὐτὴν τὴν τύφλωση ἀποδεικνύεται ὀφθαλμοφανῶς ἡ πτῶσις μας! Βλέπουμε τὸν θάνατο τῶν ἀδελφῶν μας. Γνωρίζουμε ὅτι ὁ θάνατος ἐπίκειται, ἴσως καὶ πολὺ σύντομα, καὶ γιὰ μᾶς, διότι κανεὶς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν ἔμεινε ἐδῶ στὴν γῆ γιὰ πάντα. Βλέπουμε ὅτι πολλούς, καὶ πρὶν ἀπὸ τὸν θάνατο, ἡ ἐπίγειος εὐτυχία τοὺς προδίδει.

Βλέπουμε αὐτὴν τὴν εὐτυχία νὰ μεταβάλλεται συχνὰ σὲ δυστυχία, ποὺ ὁμοιάζει μὲ καθημερινὴν ἐμπειρία θανάτου. Παρ’ ὅλην αὐτὴ τὴν τόσον ὀφθαλμοφανῆ μαρτυρία τῆς ἰδίας μας τῆς πείρας, ἐμεῖς κυνηγοῦμε τὰ πρόσκαιρα μόνον ἀγαθὰ ὡσὰν νὰ ἤσαν μόνιμα, αἰώνια. Μόνον σ’ αὐτὰ εἶναι στραμμένη ἡ προσοχή μας! Ξεχασμένος ὁ Θεός! Ξεχασμένη καὶ ἡ μεγαλοπρεπὴς καὶ συνάμα φοβερὰ αἰωνιότης! Μετανοεῖτε!

Θὰ μᾶς προδώσουν, ἀδελφοί, ὁπωσδήποτε θὰ μᾶς προδώσουν ὅλα τὰ φθαρτὰ ἀγαθά. Τοὺς πλουσίους καὶ τοὺς πάμπλουτους θὰ τοὺς προδώση ὁ πλοῦτος τους, τοὺς ἐνδόξους ἡ δόξα τους, τοὺς νέους ἡ νεότης τους, τοὺς σοφοὺς ἡ σοφία τους.

Ἕνα μόνον αἰώνιο καὶ οὐσιῶδες ἀγαθὸν ἠμπορεῖ νὰ ἀποκτήση ὁ ἄνθρωπος κατὰ τὴν διέλευσή του ἀπὸ τὴν γῆ. Αὐτὸ εἶναι ἡ ἀληθὴς γνῶσις τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ συμφιλίωσίς του μὲ τὸν Θεόν, τὴν ὁποία χαρίζει ὁ Χριστός. Γιὰ νὰ λάβη ὅμως κανεὶς τὰ κορυφαία καὶ ὑπέρτατα αὐτὰ ἀγαθά, πρέπει νὰ ἐγκαταλείψη τὴν ἁμαρτωλὴν ζωὴ καὶ νὰ τὴν μισήση. Μετανοεῖτε!

Μετανοεῖτε! Τί σημαίνει νὰ μετανοήσωμε; Σημαίνει νὰ ὁμολογήσωμε τὶς ἁμαρτίες μας καὶ νὰ μεταμεληθοῦμε γι’ αὐτές. Σημαίνει ἀκόμη νὰ πάψωμε νὰ τὶς διαπράττωμε καὶ ποτὲ πλέον νὰ μὴν ἐπιστρέψωμε σ’ αὐτές, ὅπως εἶπε κάποιος μεγάλος ἅγιος Πατέρας ἀπαντώντας σὲ ἀνάλογον ἐρώτηση. Μὲ τὸν τρόπον αὐτὸν πολλοὶ ἄνθρωποι μεταβάλλονται σὲ ἁγίους της Ἐκκλησίας μας καὶ πολλοὶ ἄνομοι σὲ ἀνθρώπους εὐλαβεῖς καὶ δικαίους.

Μετανοεῖτε! Ἀπορρίψετε ἀπὸ ἐπάνω σας ὄχι μόνο τὶς φανερὲς ἁμαρτίες, ὅπως εἶναι ὁ φόνος, ἡ ἁρπαγή, ἡ ἀκολασία, ἡ διαβολὴ καὶ τὸ ψεῦδος, ἀλλὰ καὶ τὶς ὀλέθριες διασκεδάσεις, τὶς σαρκικὲς ἡδονές, τὰ ἀπρεπῆ ὀνειροπολήματα καὶ τοὺς ἀθέμιτους λογισμούς, ὅλα, ὅλα ὅσα ἀπαγορεύονται ἀπὸ τὸ εὐαγγέλιον. Τὴν μέχρι τώρα ἁμαρτωλὴν ζωή σας νὰ τὴν λούσετε μὲ τὰ δάκρυα τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας.

Ὅταν καταληφθῆς ἀπὸ ἀκηδία καὶ εἶσαι ψυχικῶς ἐξησθενημένος, μὴν εἰπῆς μέσα σου «ἔχω περιπέσει σὲ βαριὰ ἁμαρτήματα. Μὲ τὴν μακροχρόνιον ἁμαρτωλὴν ζωή μου ἔχω ἀποκτήσει ἁμαρτωλὲς συνήθειες, ποὺ μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου ἔχουν γίνει σὰν φυσικές μου ἰδιότητες καὶ ἔχουν κάνει ἀδύνατη γιὰ μένα τὴν μετάνοια».

Αὐτοὺς τοὺς σκοτεινοὺς λογισμούς σου ἐμπνέει ὁ νοητὸς ἐχθρός σου, ποὺ δὲν τὸν ἔχεις προσέξει ἀκόμη, καὶ δὲν τὸν ἔχεις ἀντιληφθεῖ. Ἐκεῖνος γνωρίζει τὴν δύναμη τῆς μετανοίας καὶ φοβεῖται μήπως ἡ μετάνοια σὲ ἀποσπάσει ἀπὸ τὴν ἐξουσία του.

Καὶ προσπαθεῖ νὰ σὲ ἀφελκύση ἀπὸ τὴν μετάνοια μὲ τὸν λογισμὸν ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἔχει τὴν ἱκανότητα νὰ ἐπιφέρη παντοδύναμο τὴν ἰατρεῖα του στὴν κατάστασή σου αὐτή. Αὐτοῦ τοῦ πολέμου τὴν ἐμπειρίαν εἶχε καὶ ὁ Προφήτης Δαβὶδ ὅταν ἔλεγε. «Κύριε, τί ἐπληθύνθησαν οἱ θλίβοντες μέ; Πολλοὶ ἐπανίστανται ἐπ’ ἐμέ. Πολλοὶ λέγουσι τὴ ψυχή μου, οὐκ ἔστι σωτηρία αὐτῶ ἐν τῷ Θεῷ αὐτοῦ. Σὺ δέ, Κύριε, ἀντιλήπτωρ μου εἰ, δόξα μου καὶ ὑψῶν τὴν κεφαλήν μου. Φωνή μου πρὸς Κύριον ἐκέκραξα καὶ ἐπήκουσέ μου ἐξ ὄρους ἁγίου αὐτοῦ».

Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει θεσπίσει τὴν μετάνοιαν εἶναι ὁ Δημιουργός σου, ὁ ὁποῖος σὲ ἐδημιούργησε ἐκ τοῦ μηδενός. Εὐκολώτερα λοιπὸν τώρα ποὺ σὲ ἔχει ἤδη φέρει στὴν ὕπαρξη ἠμπορεῖ νὰ σὲ ἀναπλάση καὶ νὰ μεταμορφώση τὴν καρδία σου, ἀπὸ φιλαμαρτήμονα νὰ τὴν κάνη φιλόθεο, ἀπὸ φιλήδονο, ἀπὸ φιλόσαρκο, ἀπὸ κακόβουλο καὶ ἀπὸ ἡδυπαθῆ νὰ τὴν κάνη καθαράν, πνευματικήν, ἁγία.

Ἀδελφοί! Ἃς γνωρίσωμε τὴν ἀνέκφραστον ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ βυθισμένο στὴν ἁμαρτίαν ἀνθρώπινο γένος. Ὁ Κύριος οἰκονόμησε τὴν ἐνανθρώπησή του, ἔτσι ὥστε μέσῳ τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς του νὰ ἠμπορέση νὰ δεχθῆ τὶς τιμωρίες ποὺ οἱ ἄνθρωποι ἀξίζουν νὰ δεχθοῦν. Καὶ μὲ τὸ νὰ δεχθῆ τιμωρίαν

Ἐκεῖνος ὁ Πανάγιος, νὰ ἐξαγοράση καὶ νὰ λυτρώση τοὺς ἐνόχους ἀπὸ τὴν τιμωρία. Τί τὸν προσείλκυσε κοντά μας, ἐδῶ στὴν γῆ, στὸν τόπο τῆς ἐξορίας μας; Μήπως οἱ δικαιοσύνες μας; Ὄχι! Τὸν εἵλκυσε σὲ μᾶς ἡ ὀλεθρία ἐκείνη κατάστασις στὴν ὁποία μας ἔριξε ἡ ἁμαρτία μας.

Ἄνθρωποι ἁμαρτωλοί! Ἃς πάρωμε θάρρος, διότι γιὰ μᾶς, ἀκριβῶς πρὸς χάριν μας ὁ Κύριος ἐπετέλεσε τὸ μέγα ἔργον τῆς ἐνανθρωπήσεώς του! Ἐπέβλεψε μὲ ἀσύλληπτον ἔλεος στὶς ἀσθένειές μας. Ἃς πάψωμε νὰ ταλαντευώμεθα, ἃς πάψωμε νὰ παραδιδώμεθα στὴν ἀκηδία καὶ τὴν ἀμφιβολία. Ἃς πλησιάσωμε γεμάτοι πίστη, ζῆλο καὶ εὐγνωμοσύνη, καὶ ἂς ἀρχίσωμε τὴν μετάνοια. Ἃς συμφιλιωθοῦμε διὰ μέσου αὐτῆς πρὸς τὸν Θεόν. Ἃς ἀνταποκριθοῦμε, ὅσον μας εἶναι δυνατόν, μὲ τὶς ἀσθενικὲς δυνάμεις μας στὴν μεγάλην ἀγάπη τοῦ Κυρίου πρὸς ἐμᾶς, ὅπως ἠμποροῦν νὰ ἀνταποκρίνωνται στὴν ἀγάπη τοῦ Δημιουργοῦ τὰ δημιουργήματά του, τὰ ὁποία μάλιστα ἔπεσαν στὴν ἁμαρτία: Ἃς μετανοήσωμε! Ἃς μετανοήσωμε ὄχι μόνο μὲ λόγια, ἃς δώσωμε μαρτυρία τῆς μετανοίας μας, ὄχι μόνο μὲ λίγα δάκρυα τῆς στιγμῆς, οὔτε μόνο μὲ τὴν ἐξωτερικὴν συμμετοχὴ στὶς ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, νὰ τελοῦμε μόνο τὶς ἐκκλησιαστικὲς ἱεροτελεστίες, ὅπως περιωρίζοντο νὰ πράττουν οἱ Φαρισαῖοι. Ἃς προσκομίσωμε μαζὶ μὲ τὰ δάκρυα καὶ μὲ τὴν ἐξωτερικὴν εὐσέβεια καὶ τὸν ἄξιον καρπὸ τῆς μετανοίας μας. Ἃς μεταβάλωμε τὴν ἁμαρτωλὴν ζωή μας σὲ σύμφωνον μὲ τὸ Εὐαγγέλιον βιοτήν.

«Ἶνα τί ἀποθνῄσκετε, οἶκος Ἰσραήλ;». Γιατί χάνεστε, χριστιανοί, μὲ θάνατον αἰώνιον ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν σας; Γιατί νὰ γεμίζετε τὴν κόλαση σὰν νὰ μὴν ἔχη θεσπισθῆ μέσα στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἡ πανίσχυρος μετάνοια; Αὐτὴ ἡ ἄπειρος ἀγαθὴ δωρεὰ ἔχει δοθεῖ στὸν οἶκον Ἰσραήλ, δηλαδὴ στοὺς χριστιανούς.

Καὶ ὅποτε θελήσουμε, καθ’ ὅλην τὴν διάρκεια τῆς ζωῆς μας, καὶ ὅποιες καὶ ἂν εἶναι οἱ ἁμαρτίες μας, ἡ δωρεὰ αὐτὴ ἐνεργεῖ μὲ δύναμη μοναδική. Καθαρίζει ἀπὸ κάθε ἁμαρτία, σῴζει τὸν κάθε ἄνθρωπο ποὺ προστρέχει στὸν Θεόν, ἔστω καὶ ἂν αὐτὸς μετανοήση στὰ τελευταῖα λεπτὰ τῆς ζωῆς του, μόλις πρὶν ἀπὸ τὸν θάνατο.

«Ἶνα τί ἀποθνῄσκετε, οἶκος Ἰσραήλ;». Χάνονται τόσοι χριστιανοὶ μὲ τὸν αἰώνιον θάνατο, γιὰ τὸν λόγο ὅτι σὲ ὅλην τὴν διάρκεια τῆς ἐπιγείου ζωῆς τῶν δὲν κάνουν τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸ νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τὴν ἀθέτηση τῶν ὑποσχέσεων ποὺ ἔδωσαν κατὰ τὸ ἅγιον Βάπτισμα, καὶ μὲ τὴν δουλεία τους στὴν ἁμαρτία. Χάνονται, διότι δὲν κρίνουν τὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ ἄξιον ἀκόμη καὶ τῆς παραμικρᾶς προσοχῆς τους, τὸν Λόγο ποὺ κηρύττει τὴν μετάνοια.

Στὶς ὕστατες στιγμὲς πρὶν ἀπὸ τὸν θάνατό τους, δὲν κατορθώνουν νὰ ἐπωφεληθοῦν ἀπὸ τὴν πανίσχυρο δύναμη τῆς μετανοίας. Δὲν ἠμποροῦν νὰ ἐπωφεληθοῦν εἴτε διότι δὲν ἀπέκτησαν καμμίαν γνώση γιὰ τὸν χριστιανισμόν, εἴτε διότι ἀπέκτησαν μία πολὺ ἀνεπαρκῆ καὶ συγκεχυμένη γνώση γι’ αὐτόν, ἡ ὁποία πρέπει νὰ ὀνομασθῆ πλήρης ἄγνοια μᾶλλον παρὰ ἔστω καὶ παραμικρὰ γνῶσις.

«Ζῶ Ἐγώ, λέγει Κύριος», ἀναγκαζόμενος νὰ ἐνισχύση μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο τὴν διαβεβαίωση ἐνώπιον τῶν ἀπίστων, καὶ νὰ διεγείρη τὴν προσοχὴ τῶν ἀπροσέκτων. «Ζῶ Ἐγώ, λέγει Κύριος, οὐ βούλομαι τὸν θάνατον τοῦ ἀσεβοῦς, ὡς τὸ ἀποστρέψαι τὸν ἀσεβῆ ἀπὸ τῆς ὁδοῦ αὐτοῦ, καὶ ζῆν αὐτόν… Ἶνα τί ἀποθνῄσκετε οἶκος Ἰσραήλ;».

Ὁ Θεὸς ἐγνώριζε τὴν ἀσθένεια τῶν ἀνθρώπων. Ἐγνώριζε ὅτι καὶ μετὰ τὸ Βάπτισμα θὰ πίπτουν σὲ παραπτώματα καὶ ἁμαρτίες. Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο καὶ ἐθέσπισε στὴν Ἐκκλησία τοῦ τὸ Μυστήριον τῆς Μετανοίας, διὰ τῆς ὁποίας καθαρίζονται οἱ ἁμαρτίες ποὺ διεπράχθησαν μετὰ τὸ Βάπτισμα.

Ἡ μετάνοια πρέπει νὰ συμβαδίζη μὲ τὴν πίστη στὸν Χριστό, καὶ νὰ προηγεῖται ἀπὸ τὸ εἰς Χριστὸν Βάπτισμα. Μετὰ δὲ τὸ Βάπτισμα βοηθεῖ ἐκεῖνον ποὺ ἐπίστευσε στὸν Χριστὸν καὶ ἐβαπτίσθη σ’ αὐτόν, νὰ διορθώση τὶς παραβάσεις τῶν ὑποχρεώσεών του.

Ὅταν πολλοὶ ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ὅλην τὴν Ἰουδαία κατέβαιναν στὸν Ἰορδάνη γιὰ νὰ βαπτισθοῦν ἀπὸ τὸν Ἰωάννη, τὸν κήρυκα τῆς μετανοίας, ἐξωμολογοῦντο σ’ αὐτὸν τὶς ἁμαρτίες τῶν, ὄχι ἐπειδὴ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστὴς εἶχε ἀνάγκη νὰ γνωρίζη τὶς ἁμαρτίες τῶν προσερχομένων σ’ αὐτόν, ὅπως παρατηρεῖ κάποιος ἱερὸς συγγραφεύς, ἀλλὰ διότι ἦταν ἀνάγκη, χάριν τῆς σταθερότητος τῆς μετανοίας τους, μαζὶ μὲ τὴν λύπη τους γιὰ τὴν διάπραξη ἁμαρτημάτων, νὰ συνενώσουν καὶ τὴν ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν τους.

Ἡ ψυχὴ ποὺ γνωρίζει ὅτι πρέπει νὰ ἐξομολογηθῆ τὶς ἁμαρτίες της, λέγει ὁ ἴδιος ἅγιος, συγκρατεῖται μὲ αὐτὴν τὴν ἰδία τὴν σκέψη ὡσὰν μὲ χαλινόν, νὰ μὴν ἐπαναλάβη τὶς προηγούμενες ἁμαρτίες. Ἀντιθέτως, οἱ ἁμαρτίες ποὺ δὲν ἔγιναν ἀντικείμενον ἐξομολογήσεως, ἐπαναλαμβάνονται μὲ ἄνεση, ὡσὰν νὰ διεπράχθησαν στὸ σκότος.

Μὲ τὴν ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν καταλύεται ἡ φιλική μας σχέσις πρὸς αὐτές. Τὸ μῖσος πρὸς τὶς ἁμαρτίες εἶναι σημάδι ἀληθινῆς μετανοίας, καὶ ἀποφασιστικότητος τοῦ ἐξομολογουμένου νὰ ζήση ζωὴν ἐνάρετον.

Ἂν ἀπέκτησες τὴν ἕξη πρὸς ἁμαρτωλὲς πράξεις, τότε νὰ τὶς ἐξομολογῆσαι συχνά, καὶ σύντομα θὰ ἐλευθερωθῆς ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία σου σ’ αὐτές, καὶ ἔτσι μὲ εὐκολία καὶ χαρὰ θὰ ἀκολουθῆς τὸν Κύριόν μας Ἰησοῦν Χριστό.

Ἂν κάποιος καταδίδει συνεχῶς τοὺς φίλους του, οἱ φίλοι του γίνονται ἐχθροί του καὶ ἀπομακρύνονται σὰν ἀπὸ καταδότη, ποὺ ἐπιδιώκει στὴν πραγματικότητα τὴν καταστροφή τους. Ἂν κάποιος ἐξομολογῆται τὰ ἁμαρτήματά του, αὐτὰ ὑποχωροῦν καὶ τὸν ἐγκαταλείπουν, διότι οἱ ἁμαρτίες θεμελιώνονται καὶ στηρίζονται ἐπάνω στὴν ὑπερηφάνεια τῆς πεπτωκυίας φύσεως, καὶ δὲν ἀντέχουν τὴν ἀποκάλυψή τους καὶ τὸν ὀνειδισμό.

Ὅποιος μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ μετανοήση, ἁμαρτάνει ἐκ προαιρέσεως καὶ μὲ τὴν πρόθεσή του, αὐτὸς συμπεριφέρεται ὕπουλα ἔναντι τοῦ Θεοῦ. Καὶ ὅποιος, ἐλπίζοντας ὅτι θὰ μετανοήση, ἁμαρτάνει αὐτοπροαιρέτως καὶ μὲ πρόθεση νὰ ἐνεργήση ἔτσι, αὐτὸς πλήττεται ἀπροσδοκήτως ἀπὸ τὸν θάνατο, καὶ δὲν τοῦ παρέχεται ὁ καιρὸς τὸν ὁποῖον σκοπεύει νὰ ἀφιερώση στὴν ἀρετή.

Μὲ τὸ μυστήριόν τῆς ἐξομολογήσεως καθαρίζονται καὶ ἐκπλύνονται τελείως ὅλες οἱ ἁμαρτίες ποὺ ἔχουν διαπραχθῆ ἐν λόγῳ ἢ ἔργω ἢ διανοία. Γιὰ νὰ ἐξαλειφθοῦν ἀπὸ τὴν καρδία οἱ ἁμαρτωλὲς συνήθειες ποὺ μὲ τὴν πάροδο τῶν ἐτῶν ἔχουν ριζώσει μέσα της, χρειάζεται νὰ ἐμμένη κανεὶς συνεχῶς καὶ σταθερὰ στὴν μετάνοια.

Ἡ συνεχὴς καὶ σταθερὰ μετάνοια βιώνεται ὡς συνεχὴς συντριβὴ τοῦ πνεύματος, καὶ συνίσταται στὴν πάλη μὲ τοὺς λογισμοὺς καὶ τὶς ἐπιθυμίες, μὲ τὰ ὁποία ἐκδηλώνεται τὸ κρυμμένο στὴν καρδίαν ἁμαρτωλὸν πάθος, στὴν χαλιναγώγηση τῶν σωματικῶν αἰσθήσεων καὶ τῆς κοιλίας, στὴν ταπεινὴ προσευχὴ καὶ στὴν συχνὴ ἐξομολόγηση.

Ἀδελφοί, μὲ τὴν ἑκουσία ἁμαρτία ἔχουμε χάσει τὴν ἁγίαν ἁγνότητα, τὴν καθαρότητα καὶ ἀθῳότητα, ποὺ παραβιάζεται ὄχι μόνον ἀπὸ τὴν ἁμαρτωλὴ πράξη, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν γνώση τοῦ κακοῦ. Ἔχουμε χάσει τὴν καθαρότητα καὶ ἀθῳότητα, μέσα στὴν πνευματικὴν αἴγλη καὶ ἀκτινοβολία τῆς ὁποίας μας ἔφεραν στὸ εἶναι, κατὰ τὴν γένεση, τὰ χέρια τοῦ Δημιουργοῦ.

Ἔχουμε χάσει ἀκόμη καὶ τὴν καθαρότητα ποὺ ἐλάβαμε κατὰ τὴν ἀνάπλασή μας μὲ τὸ ἅγιον Βάπτισμα. Στὸν δρόμο τῆς ζωῆς ἔχουμε κηλιδώσει μὲ ποικίλες ἁμαρτίες τὸν χιτῶνα μας, τὸν ὁποῖον ὁ Λυτρωτής μας εἶχε καθαρίσει καὶ λευκάνει πρὸς χάριν μας.

Τὸ μόνο πού μᾶς ἔχει ἀπομείνει εἶναι τὸ ὕδωρ, τὸ ὕδωρ τῆς μετανοίας. Τί θὰ ἀπογίνωμε ἐὰν ἀμελήσωμε καὶ καταφρονήσωμε καὶ αὐτὸ τὸ λουτρὸν τοῦ καθαρισμοῦ; Θὰ ἀναγκασθοῦμε νὰ παρουσιασθοῦμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μὲ ψυχὴν παραμορφωμένην ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, καὶ Ἐκεῖνος θὰ ἐμβλέψη φοβερὸς σὲ μία τοιαύτη μολυσμένην ψυχῆ, καὶ θὰ τὴν καταδικάση στὸ πῦρ τῆς γεένης.

«Λούσασθε». λέγει Κύριος ὁ Θεὸς στοὺς ἁμαρτωλούς, «καὶ καθαροὶ γίνεσθε, ἀφέλετε τᾶς πονηρῖας ἀπὸ τῶν ψυχῶν ὑμῶν, ἀπέναντι τῶν ὀφθαλμῶν μου, παύσασθε ἀπὸ τῶν πονηριῶν ὑμῶν… καὶ δεῦτε διαλεχθῶμεν».

Καὶ πῶς τελειώνει ἡ δικαία αὐτὴ κρίσις τοῦ Θεοῦ, ἡ κρίσις του γιὰ τὴν μετάνοια, στὴν ὁποία συνεχῶς καλεῖ τὸν ἁμαρτωλὸν κατὰ τὸν καιρὸν τῆς ἐπιγείου ζωῆς του; Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ὁμολογήση τὶς ἁμαρτίες του, καὶ ἀποφασίση νὰ μετανοήση εἰλικρινῶς καὶ νὰ διορθωθῆ, τότε ὁ Θεὸς λύει τὴν κρίση ποὺ ὑπῆρχε μαζί του μὲ τὴν ἀκόλουθον ἀπόφαση: «Καὶ ἐὰν ὦσιν αἳ ἁμαρτίαι ὑμῶν ὡς φοινικοῦν, ὡς χιόνα λευκανῶ, ἐὰν δὲ ὦσιν ὡς κόκκινον, ὡς ἔριον λευκανῶ».

Ἂν ὅμως ὁ χριστιανὸς καταφρονήση αὐτὴν τὴν τελευταία, τὴν πολυεύσπλαχνο κρίση τοῦ Θεοῦ, τότε τοῦ ἀνακοινώνεται ἀπὸ τὸν Θεὸν ἡ ὁριστική του καταδίκη στὸ αἰώνιον πῦρ.

«Τὸ χρηστόν τοῦ Θεοῦ», λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «εἰς μετάνοιαν σὲ ἄγει». Ὁ Θεὸς βλέπει τὰ ἁμαρτήματά σου, παρατηρεῖ μὲ μακροθυμία τὶς ἁμαρτίες ποὺ διαπράττεις κάτω ἀπὸ τὸ βλέμμα του, τὴν ἁλυσίδα τῶν ἁμαρτιῶν ποὺ διεμόρφωσαν ὅλον σου τὸν βίο. Ἀναμένει τὴν μετάνοιά σου, καὶ συνάμα ἀναθέτει στὴν ἐλευθέρα προαιρεσή σου τὴν ἐπιλογὴν τῆς σωτηρίας σου ἢ τῆς καταδίκης σου στὸ αἰώνιον πῦρ. Σὺ ὅμως καταχρᾶσαι τὴν ἀγαθότητα καὶ τὴν μακροθυμία τοῦ Θεοῦ! Οὐδεμία διόρθωσις καὶ βελτίωσις μέσα σου! Ἡ ἀδιαφορία σου ἀντιθέτως αὐξάνει! Αὐξάνει μέσα σου ἡ ἀμέλεια καὶ ἡ περιφρόνησίς σου πρὸς τὸν Θεὸν ἀλλὰ καὶ πρὸς τὴν ἰδική σου, τὴν αἰώνια τύχη σου. Ἐνδιαφέρεσαι, μόνο γιὰ τὸ πὼς θὰ πληθύνης τὶς ἁμαρτίες σου, καὶ στὶς προηγούμενες ἁμαρτίες σου προσθέτεις νέες καὶ χειρότερες!

«Κατὰ τὴν σκληρότητά σου καὶ ἀμετανόητον καρδίαν θησαυρίζεις σεαυτῶ ὀργὴν ἐν ἡμέρᾳ ὀργῆς καὶ ἀποκαλύψεως καὶ δικαιοκρισίας τοῦ Θεοῦ, oς ἀποδώσει ἐκάστω κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ. Τοὶς μὲν καθ’ ὑπομονὴν ἔργου ἀγαθοῦ δόξαν καὶ τιμὴν καὶ ἀφθαρσίαν ζητούσι, ζωὴν αἰώνιον, τοὶς δὲ ἐξ ἐριθείας (ἀπὸ φιλόνεικο διάθεση δηλαδή), καὶ ἀπειθούσι μὲν τὴ ἀληθεῖα, πειθομένοις δὲ τὴ ἀδικία, θυμὸς καὶ ὀργή. Θλῖψις καὶ στενοχωρία ἐπὶ πᾶσαν ψυχὴν ἀνθρώπου τοῦ κατεργαζομένου τὸ κακόν». Ἀμήν.

Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Πατερικὸ Κυριακοδρόμιον»


(Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού http://imkifissias.gr/index.php?option= ... temid=1219)
«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»
Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1909
Εγγραφή: Δευ Δεκ 24, 2018 4:18 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού

Δημοσίευση από Αναστάσιος »

Ἡ εὐχαριστιακὴ ζωὴ στὸν Παράδεισο.

Ἀρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Προηγουμένου Ι.Μ. Ὁσίου Γρηγορίου († 2014)

Ὁ Πανάγαθος Θεὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ ἀγάπη, ἐλεύθερα, γιὰ νὰ συμμετάσχη στὴν Ζωή Του. Τὸν ἐπροίκισε μὲ σπάνια χαρίσματα, τὸ λογικό, τὸ αὐτεξούσιο, τὴν ἀγαπητικὴ δύναμι. Ὅλα αὐτὰ ἀποτελοῦν τὸ «κατ’ εἰκόνα».

Τοῦ ἔδωσε τὰ χαρίσματα αὐτὰ γιὰ νὰ μπορῆ νὰ ζῆ σὲ κοινωνία μὲ τὸν Θεό, νὰ ἀγαπᾶ τὸν Θεό, νὰ συνομιλῆ μὲ τὸν Θεό, νὰ προσφέρεται στὸν Θεό. Σύμφωνα μὲ τὸ πρῶτο κεφάλαιο τῆς Γενέσεως ὁ ἄνθρωπος ζοῦσε στὸν Παράδεισο εὐτυχισμένα, μέσα στὴν ἀγάπη τοῦ Οὐράνιου Πατέρα. Κάθε μέρα δεχόταν τὴν ἐπίσκεψί Του. Συνομιλοῦσε μαζί Του καὶ χαιρόταν κοντά Του.

Μέσα στὸν Παράδεισο ὁ Πανάγαθος Θεὸς τοποθέτησε τὸν ἄνθρωπο ὡς βασιλέα, νὰ χρησιμοποιῆ ὅλα τὰ ἀγαθὰ ποὺ τοῦ ἔδωσε καὶ χρησιμοποιώντας καὶ ἐξουσιάζοντας αὐτὰ σωστὰ νὰ τὰ προσφέρη μὲ εὐχαριστία στὸν Θεό. Προσφέροντας δὲ στὸν Θεὸ τὴν εὐχαριστία γιὰ ὅλα τὰ δῶρα ποὺ τοῦ ἔδωσε, νὰ εἶναι συγχρόνως καὶ ἱερεύς.

Ἔτσι ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ἦταν βασιλεὺς καὶ ἱερεύς. Μποροῦσε νὰ δέχεται τὰ πρόσωπα, τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, τὰ πράγματα, τὸν ἑαυτό του, ὡς δῶρα τοῦ Θεοῦ καὶ εὐχαριστώντας τὸν Θεὸ νὰ τὰ ἐπαναπροσφέρη πάλι στὸν Θεὸ καὶ Πατέρα τοῦ ὡς θυσία· ζοῦσε θεοκεντρικᾶ∙ εἶχε ὡς κέντρο τῆς ζωῆς τὸν Θεό∙ ὅλα τὰ δεχόταν ὡς δῶρα τοῦ Θεοῦ καὶ ὅλα τὰ ἐπέστρεφε στὸν Θεὸ ὡς δῶρα δικά Του. Γινόταν δηλαδὴ μέσα στὸν Παράδεισο μία ἀνταλλαγὴ δώρων. Αὐτὴ ἦταν ἡ ζωὴ τῶν πρώτων ἀνθρώπων, ὅσο ἐδέχοντο τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

Ὅλη τους ἡ ζωὴ ἦταν μία εὐχαριστία, μιὰ ἐκδήλωσι εὐγνωμοσύνης πρὸς τὸν Οὐράνιο Πατέρα. Ἦταν μία ζωὴ ἀγαπητική. Ὅ,τι ἔκανε ὁ ἄνθρωπος ἦταν μία ἔκφρασι ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τὸν συνάνθρωπό του. Ἐπιτελοῦσε τρόπον τινὰ μιὰ Θεία Λειτουργία, τὴν Λειτουργία τοῦ Παραδείσου? καὶ συλλειτουργοῦσε σ’ αὐτὴν τὴν Λειτουργία μαζὶ μὲ τοὺς ἁγίους Ἀγγέλους, οἱ ὁποῖοι πρὸ τοῦ ἀνθρώπου ἤδη εἶχαν δημιουργηθῆ ὡς λογικὰ κτίσματα τοῦ Θεοῦ καὶ εἶχαν ὡς ἀποστολὴ νὰ λατρεύουν συνεχῶς τὸν Θεό, νὰ τὸν εὐχαριστοῦν καὶ νὰ προσφέρωνται στὸν Δημιουργό τους.

Ἔκπτωσις τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν εὐχαριστιακὴ ζωή. Διατάραξις τῶν σχέσεών του μὲ τὸν Θεό, τὸν συνάνθρωπο, τὸν ἑαυτό του, τὴν κτίσι.

Δυστυχῶς ὅμως, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε, ὁ ἄνθρωπος παρασύρθηκε ἀπὸ τὸν διάβολο. Θέλησε νὰ ἀνατρέψη τὸ σχέδιο τοῦ Δημιουργοῦ, νὰ βάλη ὡς κέντρο τοῦ κόσμου τὸν ἑαυτὸ τοῦ ἀντὶ γιὰ τὸν Θεό, νὰ ζῆ ἀνθρωποκεντρικὰ καὶ ὄχι θεοκεντρικά.

Ὄχι εὐχαριστιακά, ἀλλὰ αὐτόνομα καὶ ἐγωιστικά. Νὰ χρησιμοποιῆ τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ, τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους, τὸν ἑαυτό του, χωρὶς νὰ τὰ ἀναφέρη στὸν Θεό, χωρὶς νὰ εὐχαριστῆ τὸν Θεό. Νὰ τὰ χρησιμοποιῆ κατὰ ἕνα ἐγωιστικὸ τρόπο. Αὐτὴ ἡ τοποθέτησις τοῦ πρώτου ἀνθρώπου, ποὺ εἶναι καὶ ἡ ἁμαρτία του, συνετέλεσε ὥστε ὁ ἄνθρωπος νὰ παύση νὰ ζῆ σὲ κοινωνία μὲ τὸν Θεό. Τώρα πιὰ δὲν ἔχει ἐκείνη τὴν εὐλογία ποὺ εἶχε, νὰ δέχεται τὴν ἐπίσκεψι τοῦ Οὐράνιου Πατέρα του καὶ αὐτὸς νὰ τρέχη κοντά Του, νὰ συνομιλῆ καὶ νὰ χαίρεται μαζί Του.

Μετὰ τὴν ἁμαρτία πάλι ὁ Θεὸς Πατέρας ἔρχεται κοντά του, ἀλλ’ ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ ζήση κοντὰ στὸν Θεό. Φοβᾶται, κρύβεται, γιατί ὁ ἐγωισμὸς δὲν τοῦ ἐπιτρέπει πιὰ νὰ αἰσθάνεται τὸν Θεὸ Πατέρα του, ὅπως τὸν αἰσθανόταν μέχρι ἐκείνη τὴν ὥρα.

Κάτι παρόμοιο συμβαίνει καὶ σήμερα, ὅταν μερικὲς φορὲς τὰ παιδιὰ ποὺ παρασύρονται ἀπὸ τὸν ἐγωισμὸ καὶ θέλουν νὰ ἐπαναστατήσουν κατὰ τοῦ καλοῦ πατέρα τους, δὲν μποροῦν νὰ τὸν πλησιάσουν ὅπως τὸν πλησίαζαν πρὶν ἐπαναστατήσουν, κι ἐνῷ αὐτὸς τοὺς ἀγαπᾶ, πάει κοντά τους, αὐτὰ φεύγουν, διότι δὲν μποροῦν νὰ αἰσθανθοῦν καὶ νὰ δεχθοῦν τὴν ἀγάπη τοῦ ἀντιπροσφέροντας τὴν δική τους ἀγάπη ὡς ἀντίδωρο.

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος παύει νὰ αἰσθάνεται τὸν Θεὸ ὡς Πατέρα του, παύει νὰ αἰσθάνεται καὶ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους ὡς ἀδελφούς του. Δὲν βλέπει πιὰ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους ὡς δῶρα τοῦ Θεοῦ. Ἀνάμεσα στὸν ἑαυτό του καὶ στὸν ἄλλο ἄνθρωπο μπαίνει ἡ καχυποψία, ὁ φόβος. Ὁ ἄλλος ἄνθρωπος γίνεται ἀντικείμενο ἐκμεταλλεύσεως, σκεῦος ἡδονῆς, ἐχθρὸς καὶ ἀντίπαλος. Στὴν ζωή μας μπαίνουν τὰ πάθη καὶ ἔτσι ἡ ζωή μας χάνει τὴν δυνατότητα νὰ εἶναι κοινωνία ἀγάπης καὶ γίνεται κόλασις.

Σᾶς θυμίζω ἐδῶ ἕναν σύγχρονο φιλόσοφο, τὸν Σάρτρ, ὁ ὁποῖος λέει ὅτι «ὁ ἄλλος ἄνθρωπος εἶναι ἡ ἀπειλὴ τῆς ἐλευθερίας μας, εἶναι ἡ κόλασίς μας». Ἐκεῖ ὁδηγεῖ ὁ ἐγωισμός. Ὅταν δὲν μποροῦμε νὰ ζοῦμε τὸν ἄλλο ἄνθρωπο ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ὡς ἀδελφό μας, τὸν βλέπουμε σὰν ἀπειλῆ τῆς ἐλευθερίας μας, καὶ τελικὰ ἡ σχέσις μὲ αὐτὸν γίνεται κόλασις.

Χάνει λοιπὸν τὴν δυνατότητα ὁ ἄνθρωπος νὰ αἰσθάνεται τὸν Θεὸ Πατέρα του, τὸν ἄλλο ἄνθρωπο ἀδελφό του. Ἐπίσης χάνει τὴν δυνατότητα νὰ αἰσθάνεται τὰ ὑλικὰ πράγματα ὡς δῶρα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ τὰ χρησιμοποιῆ σωστά. Ἔτσι ἀρχίζει ἡ κατάχρησις τῆς φύσεως ἀπ’ τὸν ἄνθρωπο.

Δὲν κάνει πλέον χρῆσι εὐχαριστιακὴ ὅπως πρῶτα, ἀλλὰ κατάχρησι. Ἡ φύσις πάλι ἀρνεῖται νὰ ὑπακούση στὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔπαυσε νὰ ὑπακούη στὸν Θεὸ καὶ ἐπαναστατεῖ ἐναντίον του. Τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως ἐξεγείρονται, τὰ ζῷα γίνονται ἄγρια, θέλουν νὰ κατασπαράξουν τὸν ἄνθρωπο, χάνεται ἡ ἰσορροπία καὶ ἡ ἁρμονία ποὺ ὑπῆρχε μεταξὺ ἀνθρώπου καὶ φύσεως πρὶν νὰ ἁμαρτήση ὁ ἄνθρωπος.

Ἀλλὰ χάνει καὶ τὴν ἐσωτερική του εἰρήνη ὁ ἄνθρωπος. Δὲν χωρίζεται μόνο ἀπὸ τὸν Θεό, τὸν συνάνθρωπό του καὶ τὴν φύσι. Διχάζεται καὶ ἐσωτερικά. Πάσχει ἕνα εἶδος σχιζοφρενείας. Πράττει αὐτὸ ποὺ δὲν θέλει ἢ ἀκόμη αὐτὸ ποὺ μισεῖ. Νοιώθει τοὺς δυὸ νόμους, τὸν νόμο τοῦ Πνεύματος καὶ τὸν νόμο τῆς σαρκός. Καὶ αὐτοὶ οἱ δυὸ νόμοι συγκρούονται μέσα του. Αὐτὸν τὸν ἐσωτερικὸ διχασμὸ πάθαμε, ὅταν ἐπαναστατήσαμε κατὰ τοῦ Θεοῦ Πατρός μας.

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔπαυσε νὰ ζῆ εὐχαριστιακά, θεοκεντρικά, καὶ ἄρχισε νὰ ζῆ ἀνθρωποκεντρικά, ἔχασε τὸν ἄξονα, τὸ κέντρο τοῦ κόσμου, τὸν Θεό. Ὅταν παύσης νὰ ζῆς μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ τὰ συνδέης ὅλα μὲ τὸν Θεό, εἶναι φυσικὸ ὅτι πλέον ὁ κόσμος δὲν ἔχει γιὰ σένα κέντρο. Ἔτσι ὅλη ἡ ζωὴ ἀποδιοργανώνεται. Ὁ ἄνθρωπος ἐνεργεῖ τὶς διάφορες πράξεις τῆς ζωῆς τοῦ διεσπασμένα, χωρὶς ἑνότητα. Ὁ κόσμος κομματιάζεται. Ὅλα εἶναι ἀσύνδετα μεταξύ τους. Μέσα στὸν κομματιασμένο κόσμο κομματιάζεται καὶ αὐτὸς καὶ χάνει τὴν ἐσωτερική του ἑνότητα καὶ εἰρήνη.

Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὶς ἐπὶ μέρους λειτουργίες τῆς ζωῆς. Ὅλες oι λειτουργίες τῆς ζωῆς ποὺ πρῶτα ἦταν συνδεδεμένες μὲ τὸν Θεό, τώρα ἀποσυνδέονται καὶ μεταξύ τους. Ἐπειδὴ καὶ αὐτὲς δὲν ἔχουν κέντρο καὶ ἑνότητα, χάνουν τὴν δυνατότητα νὰ ἀποτελοῦν ὅλες μαζὶ μιὰ Λειτουργία, δηλαδὴ μία προσφορὰ ὅλης της ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου στὸν Θεό.


(Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού www.imkifissias.gr )
«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»
Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1909
Εγγραφή: Δευ Δεκ 24, 2018 4:18 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού

Δημοσίευση από Αναστάσιος »

ΠΕΡΙ ΑΔΕΛΦΟΣΥΝΗΣ

Εικόνα

Περὶ ἀδελφοσύνης

Ὁσίου Παϊσίου


– Στὶς μέρες μας καὶ νὰ μὴ θέλουν νὰ δεθοῦν οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι, θὰ τοὺς ἀναγκάση ὁ διάβολος νὰ δεθοῦν. Ὁ διάβολος μὲ τὴν πολλή του κακία κάνει τὸ μεγαλύτερο καλὸ σήμερα στὸν κόσμο. Γιατί, ἂς ποῦμε, ἕνας πατέρας ποὺ εἶναι πιστὸς καὶ θέλει λ.χ. νὰ κάνη φροντιστήριο στὰ παιδιά του, θὰ εἶναι ἀναγκασμένος νὰ βρῆ ἕναν καλὸ καὶ πιστὸ δάσκαλο, γιὰ νὰ βάλη στὸ σπίτι του. Ἕνας δάσκαλος πάλι ποὺ εἶναι πιστὸς καὶ θέλει νὰ κάνη φροντιστήριο σὲ παιδιά, γιατὶ δὲν διορίσθηκε ἀκόμη, θὰ ζητᾶ νὰ βρῆ μιὰ οἰκογένεια καλή, γιὰ νὰ νιώθη ἀσφάλεια. Ἢ ἕνας τεχνίτης ποὺ ζῆ πνευματικά, εἴτε ἐλαιοχρωματιστὴς εἶναι εἴτε ἠλεκτρολόγος κ.λπ., θὰ ψάχνη νὰ βρῆ νὰ δουλέψη σὲ μιὰ καλὴ οἰκογένεια, ὥστε νὰ νιώθη ἄνετα, γιατὶ σ᾿ ἕνα κοσμικὸ σπίτι θὰ βρίσκη τὸν μπελᾶ του. Ἕνας χριστιανὸς νοικοκύρης πάλι θὰ ψάχνη νὰ βάλη στὸ σπίτι του ἕναν καλὸ τεχνίτη, ποὺ νὰ εἶναι καὶ πιστὸς ἄνθρωπος. Ἔτσι θὰ ψάχνη καὶ ὁ ἕνας καὶ ὁ ἄλλος νὰ βρῆ ἕναν πνευματικὸ ἄνθρωπο, γιὰ νὰ μπορῆ νὰ συνεργασθῆ.

Σιγὰ-σιγὰ λοιπὸν θὰ γνωρισθοῦν μεταξύ τους οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι ἀπὸ ὅλα τὰ ἐπαγγέλματα καὶ ἀπὸ ὅλες τὶς ἐπιστῆμες. Τελικὰ ὁ διάβολος μὲ τὴν κακία του, χωρὶς νὰ τὸ θέλη, κάνει καλό: χωρίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ γίδια. Θὰ χωρίσουν λοιπὸν τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ γίδια καὶ θὰ ζοῦν ὡς «μία ποίμνη, εἷς ποιμήν». Καὶ βλέπεις, ἄλλοτε στὰ χωριὰ εἶχαν τσομπάνο καὶ ὁ κάθε χωρικὸς ἔδινε τὰ πρόβατα ἢ τὰ γίδια ποὺ εἶχε, ἄλλος πέντε, ἄλλος δέκα, καὶ βοσκοῦσαν πρόβατα καὶ γίδια μαζί, γιατὶ τὰ γίδια τότε ἦταν φρόνιμα καὶ δὲν χτυποῦσαν μὲ τὰ κέρατα τὰ πρόβατα. Τώρα τὰ γίδια ἀγρίεψαν καὶ χτυποῦν ἄσχημα τὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ. Τὰ πρόβατα πάλι ψάχνουν καλὸ βοσκὸ καὶ κοπάδι μόνον ἀπὸ πρόβατα. Γιατὶ ἔτσι ποὺ ἔγινε ὁ κόσμος, εἶναι μόνο γιὰ ὅσους ζοῦν στὴν ἁμαρτία.

Γι᾿ αὐτὸ θὰ χωρίζωνται οἱ ἄνθρωποι καὶ θὰ ξεχωρίσουν τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ ἐρίφια. Ὅσοι θὰ θέλουν νὰ ζήσουν πνευματικὴ ζωή, σιγὰ-σιγὰ δὲν θὰ μποροῦν νὰ ζήσουν μέσα σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο· θὰ ψάχνουν νὰ βροῦν τοὺς ὁμοίους τους, ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ, νὰ βροῦν Πνευματικό, καὶ θὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Καὶ αὐτὸ τὸ καλὸ τὸ κάνει τώρα ὁ διάβολος μὲ τὴν κακία του, χωρὶς νὰ τὸ θέλη. Ἔτσι βλέπουμε, ὄχι μόνο στὶς πόλεις ἀλλὰ καὶ στὰ χωριά, ἄλλους νὰ τρέχουν στὰ νταούλια, στὰ μπουζούκια κ.λπ., νὰ ζοῦν ἀδιάφορα, καὶ ἄλλους νὰ τρέχουν στὶς ἀγρυπνίες, στὶς παρακλήσεις, στὶς πνευματικὲς συγκεντρώσεις, καὶ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ νὰ εἶναι δεμένοι μεταξύ τους. Στὰ δύσκολα χρόνια δημιουργεῖται μιὰ ἀδελφοσύνη πολὺ δυνατή. Στὸν πόλεμο δυὸ χρόνια ζήσαμε μαζὶ οἱ στρατιῶτες στὴν διλοχία καὶ ἤμασταν περισσότερο δεμένοι καὶ ἀπὸ ἀδέλφια, ἐπειδὴ ζήσαμε ὅλοι μαζὶ τὶς δυσκολίες, τοὺς κινδύνους. Ἤμασταν τόσο συνδεδεμένοι, ποὺ ἔλεγε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον «ἀδελφό».Ἦταν κοσμικοὶ ἄνθρωποι, μὲ κοσμικὰ φρονήματα, καὶ ὅμως δὲν ἤθελε νὰ χωρισθῆ ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον. Οὔτε Εὐαγγέλιο εἶχαν διαβάσει οὔτε πνευματικὰ βιβλία. Εἶχαν τὴν ἁπλὴ κοσμικὴ μόρφωση, μὲ τὴν καλὴ ἔννοια, ἀλλὰ εἶχαν τὸ μεγαλύτερο ἀπὸ ὅλα, τὴν ἀγάπη, τὴν ἀδελφοσύνη. Τώρα τελευταῖα πέθανε ἕνας συστρατιώτης μας καὶ μαζεύτηκαν στὴν κηδεία του οἱ ἄλλοι ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη. Ἦρθε καὶ ἐδῶ πρὸ ἡμερῶν ἕνας συστρατιώτης μου νὰ μὲ δῆ. Πῶς μὲ ἀγκάλιασε! Δὲν μποροῦσα νὰ βγῶ ἀπὸ τὰ χέρια του.

Ἁγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Β’ «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση»


(Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού http://imkifissias.gr/index.php?option= ... temid=1219)
«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»
Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1909
Εγγραφή: Δευ Δεκ 24, 2018 4:18 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού

Δημοσίευση από Αναστάσιος »

«Τὸ μονοπάτι τοῦ καλοῦ ἀνθρώπου»

Εικόνα

«Τὸ μονοπάτι τοῦ καλοῦ ἀνθρώπου»

+ Σαράντου Καργάκου


Σέ παλαιότερο ἄρθρο μας εἴχαμε γράψει ὅτι ἡ κρίση τοῦ σχολείου εἶναι πρωτίστως κρίση ἀνθρωπιᾶς. Καὶ σὲ ἀκόμη πιὸ παλαιὸ ἄρθρο εἴχαμε σημειώσει ὅτι δὲν θὰ ἔλθει ποτὲ ὁ καλύτερος κόσμος, ἄν δὲν ἔλθει ὁ καλύτερος ἄνθρωπος. Καὶ αὐτὸ εἶναι –μᾶλλον θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι– ἡ πρωταρχικὴ ἀποστολὴ τοῦ σχολείου. Ἡ παιδεία εἶναι ἀνθρωποπλαστικὸ ἰδανικὸ καὶ, κατὰ τὴν πλατωνικὴ ἔννοια, ἄσκηση ἀρετῆς καὶ ἀξία αὐθύπαρκτη. Συνεπῶς, στόχος τοῦ σχολείου δὲν εἶναι ὁ καλὸς μαθητὴς μὲ τὶς καλὲς μαθησιακὲς καὶ βαθμολογικὲς ἐπιδόσεις ἀλλὰ ὁ καλὸς ἄνθρωπος. Δυστυχῶς, ἡ παιδεία ἐδῶ καὶ πολλὰ χρόνια, λόγῳ τῆς κυριαρχίας ἑνὸς ὠφελιμιστικοῦ πνεύματος, ἔχει χάσει τὸ «μονοπάτι τοῦ καλοῦ ἀνθρώπου», ὅπως τὸ εἶπε ὁ Ἰνδιάνος ἀρχηγὸς στὴν ταινία «Χορεύοντας μὲ τοὺς λύκους», στὴν ὁποία πρωταγω­νιστοῦσε ὁ Κέβιν Κόστνερ. Ἄξονας τῶν προσπαθειῶν τοῦ σημερινοῦ ἐκπαιδευτικοῦ συστήματος εἶναι ἡ παραγωγὴ καὶ προαγωγὴ κάποιων δεξιοτήτων ποὺ θὰ κάνουν τὸ παιδὶ ἱκανὸ νὰ ἀνταποκριθεῖ στὶς ἀπαιτήσεις μιᾶς χρησιμοθηρικῆς ἐποχῆς. Ἀλλ’ ὄχι νὰ ζήσει μιὰ ζωὴ μὲ πλοῦτο σὲ αἰσθήματα ζωῆς.

Κάποτε ὁ Τσώρτσιλ εἶχε πεῖ: «Ἕνας ἐπιστήμονας πρέπει πρῶτα ἀπ’ ὅλα νὰ εἶναι τζέντλεμαν. Ἄν ξέρει καὶ γράμματα ἀκόμη καλύτερα»! Κατὰ τὸν Βρεττανό πολιτικό, ἀπὸ τὸν ὁποῖο δὲν ἔλειψε ποτὲ ὁ ρεαλισμὸς, τὸ προέχον σὲ ἕναν ἐπιστήμονα δὲν εἶναι ἡ ποσότητα τῶν γνώσεών του ἀλλὰ ἡ ποιότητα τοῦ ἤθους του. Ἡ βαθιὰ πληγὴ τοῦ σύγχρονου κόσμου δὲν ὀφείλεται στὴν ἔλλειψη γνώσεων ἀλλὰ στὸν ὑποβιβασμὸ τοῦ ἤθους. Ἕνα ἁπλὸ παράδειγμα: τὸ σημερινὸ οἰκονομικὸ κατρακύλισμα τῆς Ἑλλάδος δὲν ὀφείλεται σὲ ἔλλειψη καταρτισμένων ἀνθρώπων. Τέτοιους εἴχαμε καὶ παραεἴχαμε. Αὐτὸ ποὺ ἔλειψε γενικὰ ἦταν τὸ ἦθος. Γινόταν ἐπίδειξη πλούτου καὶ χλευασμὸς τοῦ ἤθους. Ὁ ἱκανὸς καὶ ἠθικὸς χαρακτηριζόταν «κορόιδο» καὶ ἀπομα­κρυνόταν ἤ ἔμπαινε σὲ καραντίνα, γιατὶ, κατὰ τὸ κοινὰ λεγόμενο, «χαλοῦσε τὴν πιάτσα». Μοιραῖα φθάσαμε ἐδῶ ποὺ φθάσαμε ἐπειδὴ προτάξαμε σὰν κοινωνικὴ ἀξία τὴν καπατσοσύνη, τὴν ἀτσιδοσύνη, τὴ μαγκιὰ, τὴν παραπλάνηση, τὴν ἐξαπάτηση καὶ τὴν... κλεφτοσύνη! Τὰ λεφτὰ, λέγαμε, σκεπάζουν καὶ τὰ ἠθικὰ κενὰ. Πάντα; Δὲν τὸ νομίζω. Κάποτε ἕνας σπουδαῖος δημοσιογράφος τοῦ ραδιοφώνου ξαφνιάστηκε ὅταν μὲ ἄκουσε νὰ λέω σὲ κάποια ἐκπομπὴ ὅτι τὸ καλύτερο μαξιλάρι γιὰ νὰ κοιμηθεῖ κανεὶς εἶναι μιὰ ἠθικὴ συνείδηση. Καὶ μὲ κάλεσε καὶ κάναμε μαζὶ μιὰ ὡριαία ἐκπομπὴ πάνω στὸ ζήτημα αὐτὸ. Ὅσο κι ἄν φαίνεται περίεργο, ἡ ἐκπομπὴ αὐτὴ ἔσπασε ρεκόρ.

Ὁ κόσμος σήμερα ζεῖ μὲ τὴν ἀγωνία μιᾶς πυρηνικῆς καταστροφῆς. Τὰ μαχαίρια ἔχουν ἤδη βγεῖ ἀπὸ τὰ θηκάρια τους. Εἴμαστε ἕτοιμοι γιὰ μιὰ καινούργια σφαγὴ ποὺ θὰ ἔχει μορφὴ οἰκουμενικοῦ ὁλοκαυτώματος. Διερωτῶμαι συχνὰ τοῦτοι, ὅλοι ποὺ μᾶς κυβερνᾶν σὲ ποιὰ ἄσκηση ἤθους ἔχουν ὑποβληθεῖ; Πόσα δείγματα ἀρετῆς μᾶς ἔχουν δώσει; Ξέρουμε γιὰ τὸν τὰδε ποιοὺς καὶ πόσους ἔχει σκοτώσει, ποιούς καὶ πόσους προδώσει καὶ γιὰ τὸν δεῖνα ξέρουμε πιὸ πλατιὰ σὲ πόσα σκάνδαλα, σὲ πόσες βρομιὲς καὶ ἀπάτες ἔχει μπλεχτεῖ. Ἀλλὰ γιὰ «ἆθλα ἀρετῆς» δὲν ξέρει κανείς. Πρὸ ἐτῶν παρακολουθοῦσα στὴν Ἰταλία μιὰ χρυσοστόλιστη λιτανεία τοῦ Ἐσταυρωμένου. Οἱ ἐξάρχοντες κληρικοὶ θύμιζαν τὰ χρυσᾶ καὶ ἀδαμαντοκόλλητα παγώνια τοῦ Ἐρμιτάζ. Καὶ ὁ σταυρωμένος Χριστὸς ἔμοιαζε σὰν νὰ μονολογεῖ: «Venio iterum crucifigi» (Ἦλθα πάλι γιὰ νὰ σταυρωθῶ)! Τὸν κάναμε θέαμα, ὄχι παράδειγμα.

Πηγή: Κόντρα


(Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού http://imkifissias.gr/index.php?option= ... temid=1219)
«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»
Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1909
Εγγραφή: Δευ Δεκ 24, 2018 4:18 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού

Δημοσίευση από Αναστάσιος »

Συμβουλὲς γιὰ τὸ ἦθος τῶν ἀνθρώπων καὶ τὴν ἐνάρετη ζωή, σὲ 170 κεφάλαια.

Εικόνα

Ἁγίου Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου

Οἱ ἄνθρωποι λέγονται λογικοὶ καταχρηστικά. Δὲν εἶναι λογικοὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἔμαθαν τοὺς λόγους καὶ τὰ βιβλία τῶν ἀρχαίων σοφῶν, ἀλλὰ ὅσοι ἔχουν λογικὴ ψυχῆ καὶ μποροῦν νὰ διακρίνουν ποιὸ εἶναι τὸ καλὸ καὶ ποιὸ εἶναι τὸ κακό? καὶ ἔτσι ἀποφεύγουν τὰ κακὰ καὶ ψυχοβλαβή, μελετοῦν ὅμως σοβαρὰ τὰ καλὰ καὶ ψυχωφελῆ καὶ τὰ πράττουν μὲ μεγάλη εὐχαριστία πρὸς τὸ Θεό. Μόνο αὐτοὶ πρέπει ἀληθινὰ νὰ λέγονται λογικοὶ ἄνθρωποι.
Ὁ ἀληθινὰ λογικὸς ἄνθρωπος μία μόνο φροντίδα ἔχει, νὰ ὑπακούει καὶ νὰ εἶναι ἀρεστὸς στὸ Θεό, τὸν Κύριο τῶν ὅλων, καὶ σὲ τοῦτο καὶ μόνο νὰ ἀσκεῖ τὴν ψυχή του, πὼς νὰ γίνει ἀρεστὸς στὸ Θεό, εὐχαριστώντας Τὸν γιὰ τὴ μεγάλη καὶ ἐξαιρετικὴ πρόνοιά Του καὶ τὴν κυβέρνηση ὄλου τοῦ κόσμου, ὅποια κι ἂν εἶναι ἡ θέση του στὴ ζωή. Γιατί εἶναι παράλογο, νὰ εὐχαριστοῦμε τοὺς γιατροὺς ὅταν μας δίνουν τὰ πικρὰ καὶ ἀηδιαστικὰ φάρμακα γιὰ χάρη τῆς ὑγείας τοῦ σώματός μας, νὰ εἴμαστε ὅμως ἀχάριστοι στὸ Θεὸ γιὰ ὅσα φαίνονται σ’ ἐμᾶς δυσάρεστα καὶ νὰ μὴν ἀναγνωρίζομε ὅτι τὰ πάντα γίνονται ὅπως πρέπει καὶ πρὸς τὸ συμφέρον μας σύμφωνα μὲ τὴν πρόνοιά Του. Γιατί ἡ ἀναγνώριση αὐτὴ καὶ ἡ πίστη στὸ Θεὸ εἶναι ἡ σωτηρία καὶ ἡ τελειότητα τῆς ψυχῆς.
Ἡ ἐγκράτεια, ἡ ἀνεξικακία, ἡ σωφροσύνη, ἡ ἐγκαρτέρηση, ἡ ὑπομονὴ καὶ οἱ παρόμοιες μέγιστες καὶ ἐνάρετες δυνάμεις μας δόθηκαν ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ εἶναι ἀντίθετες καὶ ἀντιστέκονται καὶ μᾶς βοηθοῦν στὶς ἀντίστοιχες πρὸς αὐτὲς κακίες. Ἂν γυμνάζομε αὐτὲς τὶς δυνάμεις καὶ τὶς ἔχομε πάντοτε πρόχειρες, τότε νομίζομε ὅτι δὲν μᾶς συμβαίνει πιὰ τίποτε δύσκολο ἢ θλιβερὸ ἢ ἀβάσταχτο? γιατί σκεφτόμαστε ὅτι ὅλα εἶναι ἀνθρώπινα καὶ τὰ νικοῦν οἱ ἀρετὲς ποὺ ἔχομε. Αὐτὰ δὲν τὰ ἔχουν ὑπόψη τοὺς οἱ ἀνόητοι ἄνθρωποι. Οὔτε σκέφτονται ὅτι τὰ πάντα γίνονται σωστὰ καὶ ὅπως πρέπει γιὰ τὸ συμφέρον μας, γιὰ νὰ λάμψουν οἱ ἀρετές μας καὶ νὰ στεφανωθοῦμε ἀπὸ τὸ Θεό.
Τὴν ἀπόκτηση τῶν χρημάτων καὶ τὸ πλούσιο ξόδεμά τους νὰ τὰ θεωρεῖς μόνο σὰν φαντασία ποὺ δὲν κρατᾶ παρὰ λίγο καιρό, καὶ ξέροντας ὅτι ἡ ἐνάρετη καὶ θεάρεστη ζωὴ διαφέρει ἀπὸ τὸν πλοῦτο. Ὅταν τὸ μελετᾶς αὐτὸ σταθερά, οὔτε θὰ ἀναστενάξεις, οὔτε θὰ κραυγάσεις, οὔτε θὰ κατηγορήσεις κανένα, ἀλλὰ θὰ εὐχαριστεῖς τὸ Θεὸ γιὰ ὅλες τὶς εὐεργεσίες πού σοῦ δίνει, βλέποντας ὅτι οἱ χειρότεροι ἀπὸ σένα στηρίζονται στὰ λόγια καὶ στὰ χρήματα. Γιατί ἡ ἐπιθυμία, ἡ δόξα καὶ ἡ ἄγνοια εἶναι τὰ πιὸ κακὰ πάθη τῆς ψυχῆς.
Ὁ λογικὸς ἄνθρωπος, προσέχοντας ὁ ἴδιος στὸν ἑαυτό του, ἐξετάζει τί πρέπει νὰ πράξει καὶ τί τὸν συμφέρει, καθὼς καὶ ποιὰ ταιριάζουν στὴν ψυχὴ καὶ τὴν ὠφελοῦν καὶ ποιὰ δὲν τῆς ταιριάζουν. Καὶ ἔτσι ἀποφεύγει ἐκεῖνα ποὺ βλάπτουν τὴν ψυχή, ὡς ξένα καὶ γιατί τὸν χωρίζουν ἀπὸ τὴν αἰώνια ζωή.
Ὅσο πιὸ λίγη περιουσία ἔχει κανείς, τόσο εὐτυχέστερος εἶναι. Γιατί δὲν φροντίζει γιὰ πολλὰ πράγματα, γιὰ ὑπηρέτες, καλλιεργητές, ἀπόκτηση ζῴων. Ὅταν ἀφοσιωνόμαστε σ’ αὐτὰ κι ὕστερά μας συμβαίνουν ἐξαιτίας αὐτῶν δυσκολίες, κατηγοροῦμε τὸ Θεό. Μὲ τὴν αὐθαίρετη ἐπιθυμία μας τρέφομε τὸ θάνατο καὶ ἔτσι μένομε στὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτωλῆς ζωῆς, μέσα στὴν πλάνη, χωρὶς ν’ ἀναγνωρίζομε τὸν πραγματικὸ ἑαυτό μας.
Δὲν πρέπει κανένας νὰ λέει ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ κατορθώσει ὁ ἄνθρωπος τὴν ἐνάρετη ζωή, ἀλλὰ νὰ λέει ὅτι αὐτὸ δὲν εἶναι εὔκολο. Οὔτε μποροῦν νὰ κατορθώσουν τὴν ἀρετὴ οἱ τυχόντες. Τὴν ἐνάρετη ζωὴ τὴν πραγματοποιοῦν ὅσοι ἄνθρωποι εἶναι εὐσεβεῖς καὶ ἔχουν νοῦ ποὺ ἀγαπᾶ τὸ Θεό. Γιατί ὁ νοῦς τῶν πολλῶν εἶναι κοσμικὸς καὶ μεταβάλλεται? κάνει σκέψεις ἄλλοτε καλές, ἄλλοτε κακές∙ μεταβάλλεται στὴ φύση καὶ γίνεται ὑλικότερος. Ὁ νοῦς ὅμως ποὺ ἀγαπᾶ τὸ Θεό, τιμωρεῖ τὴν κακία ἡ ὁποία ἔρχεται ἐκούσια στοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν ἀμέλειά τους.
Οἱ ψυχικὰ ἀκαλλιέργητοι καὶ ἀμαθεῖς θεωροῦν γελοῖο πρᾶγμα τοὺς λόγους καὶ δὲν θέλουν νὰ τοὺς ἀκοῦν ἐπειδὴ ἐλέγχεται ἡ κατάστασή τους καὶ θέλουν νὰ εἶναι ὅλοι ὅμοιοι μὲ αὐτούς. Ἐπίσης καὶ ἐκεῖνοι ποὺ εἶναι παραδομένοι σὲ σαρκικὰ ἁμαρτήματα φροντίζουν νὰ εἶναι ὅλοι οἱ ἄλλοι χειρότεροί τους, νομίζοντας οἱ δυστυχεῖς ὅτι ἐπειδὴ θὰ εἶναι πολλοὶ οἱ ἁμαρτάντοντες, θὰ ἐξασφαλιστοῦν οἱ ἴδιοι ἀπὸ τὴν κατηγορία. Ἡ χαλαρὴ ψυχὴ χάνεται καὶ σκοτίζεται ἐξαιτίας τῆς κακίας, γιατί ἔχει μέσα τῆς ἀσωτεία, ὑπερηφάνεια, ἀπληστία, θυμό, αὐθάδεια, μανία, φόνο, στενοχώρια, φθόνο, πλεονεξία, ἁρπαγή, πόνο, ψεῦδος, ἡδονή, ρᾳθυμία, λύπη, δειλία, ἀσθένεια, μῖσος, φιλοκατηγορία, ἀδυναμία, πλάνη, ἄγνοια, ἀπάτη, λησμοσύνη τοῦ Θεοῦ. Μὲ τέτοιες κακίες καὶ παρόμοιες τιμωρεῖται ἡ ἄθλια ψυχὴ ποὺ χωρίζεται ἀπὸ τὸ Θεό.
Ἐκεῖνοι ποὺ θέλουν νὰ ζοῦν τὴν ἐνάρετη καὶ εὐλαβῆ καὶ τιμημένη ζωή, δὲν πρέπει νὰ διακρίνονται ἀπὸ τοὺς ἐπίπλαστους τρόπους καὶ τὴν ψεύτικη ζωή∙ ἀλλὰ ὅπως οἱ ζωγράφοι καὶ οἱ ἀγαλματοποιοί, νὰ δείχνουν καὶ αὐτοὶ μὲ τὰ ἔργα τοὺς τὴν ἐνάρετη καὶ θεοφιλῆ ζωή τους. Καὶ ὅλες τὶς κακὲς ἡδονὲς νὰ τὶς ἀποστρέφονται σὰν παγίδες.
Ὁ πλούσιος καὶ εὐγενὴς ποὺ δὲν ἔχει ψυχικὴ καλλιέργεια καὶ ἐνάρετη ζωή, θεωρεῖται δυστυχὴς ἀπὸ ἐκείνους ποὺ κρίνουν ὀρθὰ τὰ πράγματα. Ἀντίθετα ὁ φτωχὸς καὶ δοῦλος κατὰ τὴν τάξη, ἂν ἔχει ψυχικὴ καλλιέργεια καὶ εἶναι στολισμένος μὲ ἀρετή, εἶναι εὐτυχής. Καὶ ὅπως οἱ ξένοι σὲ ἕναν τόπο χάνουν τὸ δρόμο τους, ἔτσι καὶ ἐκεῖνοι ποὺ δὲν φροντίζουν γιὰ τὴν ἐνάρετη ζωή, πλανιοῦνται ἐδῶ κι ἐκεῖ παρασυρόμενοι ἀπὸ τὶς κακὲς ἐπιθυμίες τους καὶ χάνονται.
Ἐκεῖνος ποὺ μπορεῖ νὰ ἐξημερώσει τὰ ἤθη τῶν ἀνθρώπων καὶ νὰ τοὺς κάνει νὰ ἀγαπήσουν τοὺς λόγους καὶ τὴν παιδεία, πρέπει νὰ λέγεται ἀνθρωποποιός. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ ἐκεῖνοι ποὺ μεταστρέφουν τοὺς παραδομένους στὶς σαρκικὲς ἡδονὲς πρὸς τὴν ἐνάρετη καὶ θεάρεστη ζωή, πρέπει νὰ λέγονται καὶ αὐτοὶ ἀνθρωποποιοί, ἐπειδὴ εἶναι σὰν νὰ ξαναπλάθουν τοὺς ἀνθρώπους. Γιατί ἡ πραότητα καὶ ἡ ἐγκράτεια εἶναι εὐτυχία καὶ δίνουν καλὴ ἐλπίδα στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων.
Πρέπει πραγματικὰ οἱ ἄνθρωποι νὰ ἐπιμελοῦνται τὰ ἤθη τους καὶ νὰ ζοῦν ὅπως πρέπει. Ὅταν αὐτὸ τὸ κατορθώσουν, τότε εὔκολα μποροῦν νὰ γνωρίσουν καὶ τὰ θεία∙ γιατί ὅποιος μὲ ὅλη του τὴν καρδιὰ καὶ τὴν πίστη τοῦ σέβεται τὸ Θεό, ἔχει τὴ βοήθειά Του νὰ δαμάζει καὶ νὰ κρατεῖ τὸ θυμὸ καὶ τὴν ἐπιθυμία του. Ἐπειδὴ αἰτία ὅλων τῶν κακῶν εἶναι ἡ ἐπιθυμία καὶ ὁ θυμός.
Ἄνθρωπος λέγεται ἢ ἐκεῖνος ποὺ χρησιμοποιεῖ ὀρθὰ τὸ λογικό του, ἢ ἐκεῖνος ποὺ δέχεται συμβουλὴ γιὰ τὴ διόρθωσή του. Ὁ ἀδιόρθωτος δὲ λέγεται ἄνθρωπος, ἀλλὰ ἀπάνθρωπος. Κι αὐτὸ εἶναι τὸ γνώρισμα τῶν ἀπανθρώπων∙ καὶ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ πρέπει ν’ ἀποφεύγονται. Γιατί ἐκεῖνοι ποὺ ζοῦν μὲ τὴν κακία δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἀποκτήσουν τὴν ἀθάνατη ζωή.
Ὅταν κάνομε καλὴ χρήση τοῦ λογικοῦ μας, τότε εἴμαστε ἄξιοι νὰ λεγόμαστε ἄνθρωποι. Ἀντίθετα, ὅταν δὲν κάνομε καλὴ χρήση τοῦ λογικοῦ, τότε μόνον κατὰ τὸ σῶμα καὶ τὴ φωνὴ διαφέρομε ἀπὸ τὰ ἄλογα ζῷα. Ἃς ἀναγνωρίσει λοιπὸν ὁ συνετὸς ἄνθρωπος ὅτι εἶναι ἀθάνατος καὶ τότε θὰ μισήσει κάθε αἰσχρὴ ἐπιθυμία, ἡ ὁποία γίνεται αἰτία θανάτου στοὺς ἀνθρώπους.
Ὅπως κάθε τέχνη διαμορφώνοντας τὴν ὕλη φανερώνει τὴν ἀξία της, π.χ. ὁ ἕνας δουλεύει τὸ ξύλο κι ὁ ἄλλος τὸ χαλκὸ κι ἄλλος τὸ χρυσὸ καὶ τὸ ἀσῆμι, ἔτσι κι ἐμεῖς ἀκούοντας γιὰ τὴν καλὴ καὶ ἐνάρετη καὶ θεάρεστη ζωή, ὀφείλομε νὰ φαινόμαστε ὅτι εἴμαστε πραγματικοὶ ἄνθρωποι γιὰ τὴ λογικὴ ψυχῆ μας καὶ ὄχι γιὰ τὴ διάπλαση μόνο τοῦ σώματός μας. Ἡ ψυχὴ ποὺ εἶναι ἀληθινὰ λογικὴ καὶ ἀγαπᾶ τὸ Θεό, γνωρίζει ἀμέσως ὅλα ὅσα συμβαίνουν στὴ ζωή. Καὶ ἐξιλεώνει τὸ Θεὸ μὲ διάθεση ἀγάπης καὶ Τὸν εὐχαριστεῖ πραγματικά, κατευθύνοντας πρὸς Αὐτὸν ὅλη τὴν ὁρμὴ καὶ τὸ νοῦ της.
Οἱ καπετάνιοι κατευθύνουν μὲ προσοχὴ τὸ πλοῖο γιὰ νὰ μὴ προσκρούσει πάνω σὲ σκόπελο ἢ σὲ ὕφαλο. Ἔτσι καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἐπιθυμοῦν νὰ ζήσουν τὴν ἐνάρετη ζωή, ἃς ἐξετάσουν μὲ ἐπιμέλεια ποιὰ πρέπει νὰ κάνουν καὶ ποιὰ πρέπει νὰ ἀποφεύγουν καὶ νὰ πιστεύουν ὅτι οἱ ἀληθινοὶ καὶ θεῖοι νόμοι τοὺς συμφέρουν, κόβοντας τὶς πονηρὲς ἐνθυμήσεις καὶ ἐπιθυμίες ἀπὸ τὴν ψυχή τους.
Ὅπως οἱ πλοίαρχοι καὶ οἱ ἁμαξηλάτες μὲ τὴν προσοχὴ καὶ τὴν ἐπιμέλεια πετυχαίνουν τὸ σκοπό τους, ἔτσι πρέπει καὶ ὅσοι φροντίζουν νὰ ζοῦν τὴ σωστὴ καὶ ἐνάρετη ζωή, νὰ μελετοῦν καὶ νὰ φροντίζουν πὼς νὰ ζοῦν ὅπως πρέπει καὶ ἀρέσει στὸ Θεό. Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ ζήσει ἔτσι καὶ ἔχει καταλάβει ὅτι μπορεῖ, μὲ τὴν πίστη προχωρεῖ πρὸς τὴν ἀφθαρσία.
Ἐλεύθερους νόμιζε ὄχι ὅσους ἔτυχε νὰ εἶναι ἐλεύθεροι, ἀλλὰ ἐκείνους ποὺ ἔχουν τὴ ζωὴ καὶ τοὺς τρόπους ἐλεύθερους. Δὲν πρέπει πράγματι νὰ ὀνομάζομε ἐλεύθερούς τους ἄρχοντες ποὺ εἶναι πονηροὶ καὶ ἀκόλαστοι, γιατί εἶναι δοῦλοι τῶν παθῶν καὶ τῆς ὕλης. Ἐλευθερία καὶ εὐτυχία τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ πραγματικὴ καθαρότητα καὶ ἡ καταφρόνηση τῶν προσκαίρων.
Νὰ ὑπενθυμίζεις στὸν ἑαυτό σου ὅτι πρέπει ἀκατάπαυστα νὰ ἀποδεικνύεις τὸν χρηστὸ καὶ ἐνάρετο βίο σου ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ ἔργα σου∙ ἔτσι καὶ οἱ ἄρρωστοι ὀνομάζουν καὶ ἀναγνωρίζουν σωτῆρες καὶ εὐεργέτες τοὺς γιατρούς, ὄχι ἀπὸ τὰ λόγια τους ἀλλὰ ἀπὸ τὰ ἔργα τους.
Ἡ λογικὴ καὶ ἐνάρετη ψυχὴ ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τὸ βλέμμα, τὸ βάδισμα, τὴ φωνή, τὸ γέλιο, ἀπὸ τὸ ποὺ συχνάζει καὶ μὲ ποιοὺς συναναστρέφεται. Ὅλα αὐτὰ ἔχουν ἀλλάξει σ’ αὐτὴν καὶ ἔγιναν κοσμιότερα. Γιατί ὁ νοῦς ποὺ ἀγαπᾶ τὸ Θεό, σὰν προσεκτικὸς θυρωρὸς ἀπαγορεύει τὴν εἴσοδο στὶς κακὲς καὶ αἰσχρὲς ἐνθυμήσεις.
Ἂν παρακολουθεῖς τὸν ἑαυτό σου καὶ τὸν δοκιμάζεις, θὰ δεῖς ὅτι οἱ ἄρχοντες καὶ τὰ ἀφεντικὰ ἔχουν ἐξουσία μόνο τοῦ σώματος, ὄχι καὶ τῆς ψυχῆς. Καὶ νὰ τὸ θυμᾶσαι αὐτὸ πάντοτε. Γι’ αὐτό, ἂν διατάζουν φόνους ἢ τίποτε ἄτοπα ἢ ἄδικα καὶ ψυχοβλαβή, δὲν πρέπει νὰ ὑπακοῦμε σ’ αὐτοὺς καὶ ἄν μας βασανίζουν ἀκόμη. Γιατί ὁ Θεὸς δημιούργησε τὴν ψυχὴ ἐλεύθερη καὶ αὐτεξούσια σὲ ὅλα ὅσα κάνει, καλὰ ἢ κακά.
Ἡ λογικὴ ψυχὴ φροντίζει μὲ κάθε τρόπο νὰ ξεφύγει ἀπὸ ὅσα δὲν ὁδηγοῦν πουθενά, τὴν οἴηση, τὴν ὑπερηφάνεια, τὴν ἀπάτη, τὸ φθόνο, τὴν ἁρπαγὴ καὶ τὰ παρόμοια, ὅσα δηλαδὴ εἶναι ἔργα δαιμονικὰ καὶ κακῆς προαιρέσεως. Ὅλα κατορθώνονται μὲ ἐπιμέλεια καὶ ἐπίμονη προσοχὴ καὶ μελέτη ἀπὸ ἐκεῖνον τὸν ἄνθρωπο, τοῦ ὁποίου ἡ ἐπιθυμία δὲν τρέχει στὶς κακὲς ἡδονές.
Ἐκεῖνοι ποὺ ζοῦν μετρημένη καὶ περιορισμένη ζωή, καὶ ἀπὸ κινδύνους γλυτώνουν, καὶ δὲν ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ φύλακες. Μὲ τὸ νὰ νικοῦν τὴν ἐπιθυμία σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις, βρίσκουν τὸ δρόμο πρὸς τὸ Θεὸ εὔκολα.
Οἱ ἄνθρωποι ποὺ τοὺς ὁδηγεῖ τὸ λογικό, δὲν χρειάζεται νὰ μοιράζουν τὴν προσοχή τους σὲ πολλὲς συντροφιές, ἀλλὰ μόνο στὶς ὠφέλιμες καὶ μάλιστα σ’ ἐκεῖνες ὅπου πρυτανεύει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι προχωροῦν πάλι στὴν κατὰ Θεὸ ζωὴ καὶ τὸ αἰώνιο φῶς.
Πρέπει ἐκεῖνοι ποὺ ἐπιδιώκουν τὴν ἐνάρετη καὶ θεοφιλῆ ζωή, νὰ εἶναι ἀπαλλαγμένοι ἀπὸ οἴηση καὶ κάθε κούφια ματαιοδοξία καὶ νὰ φροντίζουν μὲ ὅλη τὴ δύναμή τους νὰ διορθώνουν τὴ ζωή τους καὶ τὴν ἐσωτερική τους διάθεση πρὸς τὸ καλύτερο. Ἐπειδὴ νοῦς ποὺ ἀγαπᾶ τὸ Θεὸ καὶ δὲν μεταβάλλεται ἀπὸ τὴν καλὴ κατάστασή του, εἶναι ἀνύψωση καὶ δρόμος πρὸς τὸ Θεό.
Καμιὰ ὠφέλεια δὲν προκύπτει ἀπὸ τὸ νὰ γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος τὰ θεία λόγια, ἂν ἀπουσιάζει ἡ εὐσεβὴς ζωὴ ποὺ ἀρέσει στὸ Θεό. Αἰτία ὅλων τῶν κακῶν εἶναι ἡ πλάνη, ἡ ἀπάτη τοῦ κόσμου καὶ ἡ ἄγνοια τοῦ Θεοῦ.
Ἡ σπουδὴ τοῦ ἀρίστου βίου καὶ ἡ ἐπιμέλεια τῆς ψυχῆς δημιουργεῖ τοὺς καλοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀγαποῦν τὸ Θεό. Γιατί ἐκεῖνος ποὺ ζητᾶ τὸ Θεό, Τὸν βρίσκει, ἂν νικᾶ τὴν ἐπιθυμία σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις καὶ ἂν δὲν σταματᾶ τὴν προσευχή. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος δὲν φοβᾶται τοὺς δαίμονες.
Ὅσοι ξεγελιοῦνται ἀπὸ τὶς ἐλπίδες τους σὲ βιοτικὰ πράγματα καὶ περιορίζουν τὴ γνώση τους γιὰ τὴν ἄσκηση τοῦ ἀρίστου βίου μόνο στὰ λόγια, μοιάζουν μὲ ἐκείνους ποὺ ἔχουν φάρμακα καὶ ἰατρικὰ ὄργανα ἀλλὰ δὲν ξέρουν οὔτε φροντίζουν νὰ τὰ χρησιμοποιήσουν. Ἑπομένως γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας ἂς μὴν κατηγοροῦμε τὸν τρόπο ποὺ ἔγιναν, οὔτε τοὺς ἄλλους ἀλλὰ τοὺς ἑαυτούς μας. Γιατί ἂν ἡ ψυχὴ ἀδιαφορήσει μὲ δική της θέληση, δὲν μπορεῖ νὰ μείνει ἀνίκητη.
Ἐκεῖνος ποὺ δὲν ξέρει νὰ ξεχωρίζει ποιὸ εἶναι τὸ καλὸ καὶ ποιὸ εἶναι τὸ κακό, δὲν ἐπιτρέπεται νὰ κρίνει τοὺς καλοὺς καὶ τοὺς κακούς. Γιατί ὁ ἄνθρωπος ποὺ γνωρίζει τὸν Θεὸ εἶναι ἀγαθός. Ἂν ὅμως δὲν εἶναι ἀγαθός, οὔτε γνωρίζει τὸ Θεό, οὔτε θὰ Τὸν γνωρίσει ποτέ? γιατί ὁ τρόπος νὰ γνωρίσει κανεὶς τὸ Θεό, εἶναι τὸ ἀγαθό.
Οἱ καλοὶ ἄνθρωποι ποὺ ἀγαποῦν τὸ Θεό, ἐλέγχουν τοὺς ἀνθρώπους γιὰ τὶς κακὲς πράξεις τοὺς κατὰ πρόσωπο ὅταν εἶναι παρόντες. Ὅταν ὅμως δὲν εἶναι παρόντες δὲν τοὺς κατηγοροῦν, ἀλλὰ οὔτε καὶ στοὺς ἄλλους ἐπιτρέπουν νὰ τοὺς κατηγορήσουν.
Στὶς συναναστροφὲς μὲ τοὺς ἄλλους, μακριὰ κάθε βαναυσότητα. Γιατί οἱ λογικοὶ καὶ εὐσεβεῖς ἄνθρωποι εἶναι στολισμένοι μὲ ντροπὴ καὶ φρόνηση περισσότερο ἀπὸ τὶς παρθένες. Καὶ τοῦτο, γιατί ὁ νοῦς ποὺ ἀγαπᾶ τὸ Θεὸ εἶναι φῶς ποὺ τυλίγει μὲ τὴ λάμψη τοῦ τὴν ψυχή, ὅπως ὁ ἥλιος περιλάμπει τὸ σῶμα.
Πάντοτε ὅταν σὲ προσβάλλει κανένα πάθος τῆς ψυχῆς, νὰ θυμᾶσαι ὅτι οἱ ἄνθρωποι ποὺ ὀρθοφρονοῦν καὶ θέλουν νὰ ἐξασφαλίσουν σωστὰ τὴ ζωή τους, δὲν θεωροῦν εὐχάριστη τὴν πρόσκαιρη ἀπόκτηση χρημάτων, ἀλλὰ τὶς ὀρθὲς καὶ ἀληθινὲς ἰδέες. Αὐτὲς τοὺς κάνουν εὐτυχεῖς. Γιατί ὁ πλοῦτος καὶ κλέβεται καὶ ἀπὸ δυνατότερους ἁρπάζεται∙ ἡ ἀρετὴ ὅμως τῆς ψυχῆς, αὐτὴ μόνο εἶναι ἀπόκτημα καὶ ἀσφαλισμένο καὶ ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ κλαπεῖ, καὶ μετὰ τὸ θάνατο παρέχει τὴν σωτηρία σὲ ὅσους τὴν ἔχουν ἀποκτήσει. Ἔτσι οἱ φρόνιμοι δὲν παρασύρονται ἀπὸ τὴ φαντασία τοῦ πλούτου καὶ τῶν ἄλλων ἡδονῶν.
Δὲν πρέπει οἱ ἄστατοι καὶ ἀπαίδευτοι νὰ αὐθαδιάζουν σὲ ἀξιόλογους ἀνθρώπους. Καὶ ἀξιόλογος ἄνθρωπος εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀρέσει στὸ Θεὸ καὶ ποὺ συνήθως σωπαίνει ἢ λέει λίγα καὶ ἀναγκαία καὶ ἀρεστὰ στὸ Θεό.
Ἐκεῖνοι ποὺ προσπαθοῦν νὰ ζοῦν τὴν ἐνάρετη καὶ θεοφιλῆ ζωή, φροντίζουν γιὰ τὶς ἀρετὲς σὰν κτήματά τους καὶ σὰν ἀφορμὴ αἰώνιας ἀπολαύσεως. Τὰ πρόσκαιρα τὰ ἀπολαμβάνουν ὅπως τύχει καὶ ὅπως δίνει καὶ Θεὸ καὶ ἂν ἀκόμη αὐτὰ εἶναι μετριότατα. Γιατί οἱ πολυποίκιλες τροφὲς τρέφουν τὰ σώματα ὡς ὑλικά, ἐνῷ ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ, ἡ ἐγκράτεια, ἡ ἀγαθότητα, ἡ ἀγαθοεργία, ἡ εὐσέβεια καὶ ἡ πραότητα θεώνουν τὴν ψυχή.

ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ

ΤΟΜΟΣ Α'



(Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού http://imkifissias.gr)
«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»
Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1909
Εγγραφή: Δευ Δεκ 24, 2018 4:18 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού

Δημοσίευση από Αναστάσιος »

ΣΤΑΧΥΟΛΟΓΗΜΑΤΑ

Εικόνα

Ὁσίου Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ

Ὅπου εὑρίσκεται ὁ Θεός, ἐκεῖ δὲν ὑπάρχει κακό.
Ὅλα ὅσα ἀπορρέουν ἀπὸ τὸν Θεόν, ἔχουν μέσα τοὺς τὴν εἰρήνη καὶ ὁδηγοῦν τὸν ἄνθρωπο πρὸς τὴν αὐτοκατάκριση καὶ ταπείνωση.

«Ἡ πίστις χωρὶς τῶν ἔργων νεκρά ἐστι» (Ἰακώβου 6, 26). Ἡ πραγματικὴ πίστις δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξει χωρὶς τὰ ἔργα. Ὅποιος πραγματικὰ πιστεύει, ἐκεῖνος ὁπωσδήποτε θὰ πράττει καὶ καλὰ ἔργα.

Ἐὰν ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸν καὶ χάριν τῆς ἐνάρετου Ζωῆς δεν ἔχει περιττὴ μέριμνα γιὰ τὸν ἑαυτό του, πιστεύοντας ὅτι γι’ αὐτὸν φροντίζει ὁ Θεός, αὐτή του ἡ ἐμπιστοσύνη στὴν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ εἶναι καὶ πραγματικὴ καὶ συνετή.

Ὅποιος πραγματικὰ ἀγαπᾶ τὸν Θεόν, θεωρεῖ τὸν ἑαυτὸ του ταξιδιώτη καὶ ξένο στὴ γῆ αὐτή. Στὴν ἐπιδίωξή του νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεόν, μὲ τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ διαρκῶς ἀτενίζει μόνον Αὐτόν.

Ὁ ἄνθρωπος ποὺ θὰ ἀποφασίσει νὰ ζήσει τὴν ἐσωτερικὴ ζωή, πρῶτα ἀπ’ ὅλα πρέπει νὰ ἔχει τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ ποὺ εἶναι καὶ ἡ ἀρχὴ τῆς σοφίας.

Ὁ νοῦς τοῦ προσεκτικοῦ ἀνθρώπου ὁμοιάζει μὲ ἄγρυπνο φύλακα καὶ φρουρὸ τῆς ἐσωτερικῆς Ἱερουσαλήμ. Ἀπὸ τὸ ὕψος τῆς πνευματικῆς ζωῆς βλέπει μὲ τὸ καθαρό του μάτι τὰ πέριξ καὶ τὶς ἐντὸς τῆς ψυχῆς τοῦ ἐνάντιες δυνάμεις, σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Ψαλμῳδοῦ: «Καὶ ἐν τοῖς ἐχθροῖς μου ἐπεῖδεν ὁ ὀφθαλμός μου» (Ψάλμ. νγ, 9).

Ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν σάρκα του ὁμοιάζει μὲ ἀναμμένο κερί. Τὸ κερὶ εἶναι προορισμένο νὰ λιώσει καὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ πεθάνει. Ἡ ψυχὴ τοῦ ὅμως εἶναι ἀθάνατη, γι’ αὐτὸ καὶ ἡ μέριμνά μας πρέπει νὰ στρέφεται περισσότερο γιὰ τὴν ψυχὴ παρὰ γιὰ τὸ σῶμα: «Τί γὰρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος, ἐὰν τὸν κόσμον ὄλον κερδίσει, τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ζημιωθεῖ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Μάτθ. ἰστ, 26).

Ἐὰν ἐπιτρέψει ὁ Κύριος νὰ δοκιμάσει ὁ ἄνθρωπος ἀσθένειες, τότε Ἐκεῖνος θὰ τοῦ δώσει καὶ τὴν δύναμη τῆς ὑπομονῆς.

Πρέπει νὰ συνηθίσεις τὸν νοῦ σου νὰ κολυμβᾶ στὸν νόμο τοῦ Κυρίου, κάτω ἀπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ Ὁποίου νὰ προσαρμόζεις καὶ τὴν ζωήν σου.

Ἡ εἰρήνη τῆς ψυχῆς ἀποκτᾶται διὰ τῶν θλίψεων. Ἡ Γραφὴ λέγει: «Διήλθομεν διὰ πυρὸς καὶ ὕδατος καὶ ἐξήγαγες ἡμᾶς εἰς ἀναψυχήν» (Ψάλμ. ξέ, 12).

Τίποτε δὲν συμβάλλει τόσο στὴν ἀπόκτηση τῆς ἐσωτερικῆς εἰρήνης, ὅσο ἡ σιωπὴ καὶ ἡ συζήτησις μὲ τὸν ἐαυτόν μας μᾶλλον, παρὰ μὲ τοὺς ἄλλους.

Μπορεῖς, βλέποντας τὸν ἥλιο μὲ τοὺς φυσικοὺς ὀφθαλμούς, νὰ μὴ χαίρεσαι; Μὰ πόσο μεγαλύτερη χαρὰ θὰ νοιώθεις, ὅταν ὁ νοῦς σου βλέπει μὲ τοὺς ἐσωτερικοὺς ὀφθαλμοὺς τὸν Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης, τὸν Χριστόν;

Γιὰ νὰ διατηρήσεις τὴν ψυχικὴ εἰρήνη πρέπει νὰ διώχνεις ἀπὸ κοντά σου τὴν ἀθυμία, νὰ προσπαθεῖς νὰ ἔχεις τὸ πνεῦμα τῆς χαρᾶς, νὰ ἀποφεύγεις τὴν κατάκριση τῶν ἄλλων καὶ νὰ συγκαταβαίνεις στὶς ἀδυναμίες τοῦ ἀδελφοῦ σου.

Κάθε πρόοδο καὶ ἐπιτυχία σ’ ὁποιοδήποτε τομέα τῆς ζωῆς μας πρέπει νὰ ἀποδίδουμε στὸν Κύριο καὶ μαζὶ μὲ τὸν προφήτη νὰ λέμε: «Μὴ ἡμῖν, Κύριε, μὴ ἡμῖν, ἄλλ’ ἢ τῷ ὀνόματί σου δὸς δόξαν» (Ψάλμ. ρίγ,9).

Κατὰ τὸ τριακοστὸ πέμπτο ἔτος τῆς ἡλικίας, δηλαδὴ στὸ ἥμισυ τῆς ἐπιγείου ζωῆς, συμβαίνει νὰ κάνει ὁ ἄνθρωπος μεγάλο ἀγῶνα γιὰ τὴν διατήρηση τοῦ ἐαυτοῦ του. Πολλοὶ σ’ αὐτὴ τὴν ἡλικία δὲν παραμένουν στὴν ἀρετή, ξεφεύγουν, καὶ ἀκολουθοῦν τὸν δρόμον τῶν ἐπιθυμιῶν τους.

Ὅποιος θέλει νὰ σωθεῖ πρέπει νὰ ἔχει τὴν καρδιά του σὲ κατάσταση μετανοίας καὶ συντριβῆς: «Θυσία τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει» (Ψάλμ. ν, 19).

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος προσπαθεῖ νὰ ἐχει καρδιᾶ ταπεινὴ καὶ λογισμὸ εἰρηνικό, τότε ὅλες οἱ σκευωρίες τοῦ ἐχθροῦ μένουν ανενεργητες. Διότι ὅπου ὑπάρχει ἡ εἰρήνη τῶν λογισμῶν, ἐκεῖ ἀναπαύεται ὁ Ἴδιος ὁ Θεός: «Ἐν εἰρήνῃ ὁ τόπος Αὐτοῦ» (Ψάλμ. οε, 3).

Ἡ απελπισία είναι ἡ μεγαλύτερη χαρὰ τοῦ διαβόλου. Εἶναι ἁμαρτία θανάσιμη.

Προτοῦ ἀκούσεις τὸν ἄλλον δὲν πρέπει νὰ ἀπαντᾶς. «Ὃς ἀποκρίνεται λόγον πρὶν ἀκοῦσαι, ἀφροσύνη αὐτῶ ἐστι καὶ ὄνειδος» (Παροιμ. ἰη?, 13).

Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δεχθεῖ κάτι τὸ θεϊκὸ μέσα του, ἡ καρδιὰ του χαίρεται. Ὅταν ἀντιθέτως δεχθεῖ κάτι τὸ διαβολικὸ τότε συγχυζεται και ταραζεται.

Ὅποιος ὑποφέρει τὴν ἀσθένειά του μὲ ὑπομονὴ καὶ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεό, στεφανώνεται σὰν μάρτυς καὶ ἀγωνιστής.

Πρέπει νὰ προσπαθοῦμε νὰ εἴμεθα ἐλεύθεροι ἀπὸ τοὺς ἀκάθαρτους λογισμούς, ἰδιαιτέρως ὅταν προσευχόμεθα πρὸς τὸν Θεό. Διότι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ συνυπάρχουν ἡ δυσοσμία μὲ τὴν εὐωδία.

Ὁ νέος ἄνθρωπος εἶναι ἀδύνατο νὰ μὴν ταράσσεται ἀπὸ σαρκικοὺς λογισμούς. Πρέπει γι’ αὐτό να προσεύχεται ἐπίμονα στὸν Θεό, γιὰ νὰ σβήσει ἐγκαίρως τὴν σπίθα τῶν αἰσχρῶν ἐπιθυμιῶν μόλις ἐμφανισθεῖ. Τότε δὲν θὰ δυναμώσει ποτὲ ἡ φλόγα.

Πρέπει πάντοτε νὰ ὑπομένουμε ὅλα χάριν τοῦ Θεοῦ, εὐχαρίστως. Ἡ ζωή μας εἶναι μία στιγμὴ συγκριτικὰ μὲ τὴν αἰωνιότητα, καὶ γι’ αὐτό: «Οὐκ ἄξια, κατὰ τὸν Ἀπόστολον, τὰ παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρὸς τὴν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθήναι εἰς ἠμᾶς» (Ρώμ. η, 18).

Ἃς ἀγαπήσουμε τὴν ταπεινοφροσύνη γιὰ νὰ δοῦμε τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, διότι ὅπου στάζει ἡ ταπεινοφροσύνη ἐκεῖ ἀναβλύζει ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ.

Χωρὶς τὸ φῶς ὅλα εἶναι σκοτεινὰ καὶ χωρὶς τὴν ταπεινοφροσύνη τίποτε δὲν ὑπάρχει μέσα στὸν ἄνθρωπο, παρὰ μόνο ἕνα σκοτάδι.

Ὅπως τὸ κερὶ ἂν δὲν θερμανθεῖ καὶ μαλακώσει, δὲν μπορεῖ νὰ δεχθεῖ ἐπάνω τοῦ τὴν σφραγῖδα, ἔτσι καὶ ἡ ψυχή, χωρὶς νὰ δοκιμασθεῖ μὲ τοὺς κόπους καὶ τὶς ἀσθένειες δὲν μπορεῖ νὰ λάβει ἐπάνω τῆς τὴν σφραγῖδα τῆς ἀρετῆς.

Στοὺς πλησίον μας πρέπει νὰ φερόμεθα μέ λεπτότητα, χωρίς οὔτε μὲ τὸ βλέμμα μας νὰ τοὺς προσβάλλουμε.

Γιὰ τὴν ἀδικία πού σοῦ προξενοῦν οἱ ἄλλοι, ὅποια κι’ ἂν εἶναι αὐτή, δὲν πρέπει νὰ ἐκδικεῖσαι, ἀλλὰ ἀντίθετα να συγχωρεῖς ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς σου ἐκεῖνον ποὺ σὲ ἀδίκησε.

Δὲν πρέπει νὰ τρέφεις στὴν καρδιά σου μῖσος καὶ ἀντιπάθεια κατὰ τοῦ πλησίον, ποὺ σὲ ἐχθρεύεται. Ἀλλὰ νὰ τὸν ἀγαπᾶς καὶ νὰ τοῦ κάνεις ὅσο μπορεῖς καλό, ἀκολουθώντας τὴν ἐντολὴ τοῦ Χριστοῦ: «Ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, καλῶς ποιεῖτε τοὶς μισούσιν ὑμᾶς» (Μάτθ. ε, 44).

Ἡ θύρα τῆς μετανοίας εἶναι γιὰ ὅλους ἀνοικτὴ καὶ εἶναι ἄγνωστο ποιὸς θὰ πρωτομπεῖ σ’ αὐτή, ἐσὺ ποὺ κατακρίνεις τὸν ἄλλον ἢ αὐτὸς ποὺ κατακρίνεται ἀπὸ σένα.

Κατάκρινε πάντοτε τὸν ἐαυτόν σου καὶ θὰ παύσεις νὰ κατακρίνεις τοὺς ἄλλους.

Μπορεῖς νὰ κατακρίνεις μία πράξη κακή, ποτὲ ὅμως ἐκεῖνον ποὺ τὴν ἔπραξε.

Ὅταν ἐγκαταλειφθεῖ ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν Θεό, τότε ὁ διάβολος εἶναι ἕτοιμος νὰ τὸν ἀφανίσει, ὅπως ἀφανίζει ἡ μυλόπετρα τὸ σπόρο τοῦ σταριοῦ.

Ἡ περιττὴ μέριμνα γιὰ τὰ βιοτικὰ πράγματα εἶναι γνώρισμα ἀνθρώπου ἀπίστου καὶ μικρόψυχου. Και είναι συμφορὰ ἐὰν ἐμεῖς φροντίζοντας οἱ ἴδιοι γιὰ τὸν ἑαυτό μας δὲν στηριζόμαστε στὸν Θεό, ποὺ προνοεῖ γιὰ μᾶς!

Εἶναι καλύτερο γιὰ μᾶς νὰ περιφρονοῦμε ὅσα δὲν εἶναι δικά μας, δηλαδὴ τὰ πρόσκαιρα καὶ τὰ παροδικά, καὶ νὰ ζητοῦμε τὰ δικά μας, δηλαδὴ τὰ ἄφθαρτα καὶ τὰ αἰώνια.

Ἡ θλῖψις εἶναι τὸ σκουλῆκι τῆς καρδιᾶς, ποὺ κατατρώγει τὴν μητέρα ποὺ τὸ γέννησε.

Ὅποιος ἐνίκησε τὰ πάθη αὐτὸς ἐνίκησε καὶ τὴν θλίψη. Ὅποιος νικιέται ἀπὸ τὰ πάθη δὲν θὰ ἀποφύγει τὰ δεσμὰ τῆς θλίψεως. Ὅπως ὁ ἄρρωστος φαίνεται ἀπὸ τὸ χρῶμα τοῦ προσώπου του, ἔτσι ο ἐμπαθὴς ἀπὸ τὴν κατάθλιψη.

Δὲν πρέπει νὰ κλονιζόμαστε στὴν πνευματικὴ ζωὴ ἀπὸ καμιὰ ἐχθρικὴ δύναμη. Ἀντίθετα νὰ στηριζόμαστε στὰ λόγια τοῦ Θεοῦ: «Τὸν δὲ φόβον αὐτῶν οὐ μὴ φοβηθῶμεν, οὔδ’ οὐ μὴ ταραχθῶμεν, ὅτι μέθ’ ἡμῶν ὁ Θεός. Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν αὐτὸν ἁγιάσωμεν καὶ Αὐτὸς ἔσται ἠμῖν φόβος» (πρβλ. Ἠσ. η, 12-13).

«ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ» ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ,

ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 2000


(Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού http://imkifissias.gr/index.php?option= ... temid=1219)
«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»
Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1909
Εγγραφή: Δευ Δεκ 24, 2018 4:18 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού

Δημοσίευση από Αναστάσιος »

Πανήγυρις Αγίου Αθανασίου Μαρκοπούλου Ωρωπού.

Πανηγυρικά εόρτασε ο Μαρκόπουλος Ωρωπού, την σύναξη των Αγίων Αθανασίου καύ Κυρίλλου, Πατριαρχών Αλεξανδρείας, σήμερα Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2019. Στην πανηγυρική Θεία Λειτουργία, που ετελέσθη στον Ιστορικό Ιερό Ναό Αγίου Αθανασίου Μαρκοπούλου Ωρωπού, ο οποίος είναι κτίσμα του 16ου αιώνος, προέστη ο Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας, Μητροπολίτης Κηφισίας, Αμαρουσίου καί Ωρωπού κ. Κύριλλος, συμπαραστατούμενος από κληρικούς των όμορων ενοριών καί περιοχών. Τον θείο λόγο κήρυξε ο ιεροκήρυκας της Μητροπόλεώς μας, Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης π. Νικάνωρ Καραγιάννης, ο οποίος αναφέρθηκε στην κατοχύρωση, την φύση καί την αξία των δογμάτων της πίστεως μας, μέσα στην Εκκλησία, καί την συμβολή των εορταζομένων Αγίων. Παρέστησαν μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Ωρωπού, φορείς του τόπου, καί πλήθος κόσμου. Μετά το τέλος της Θείας Ευχαριστίας, πραγματοποιήθηκε η λιτάνευση της Ιεράς Εικόνος του Αγίου Αθανασίου, στους δρόμους του Μαρκοπούλου.

Εικόνα

Εικόνα

Εικόνα

Εικόνα

http://imkifissias.gr/images/stories/20 ... asios5.jpg

(οι υπόλοιπες στο site)


(Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού http://imkifissias.gr/index.php?option= ... temid=1219)
«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»
Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1909
Εγγραφή: Δευ Δεκ 24, 2018 4:18 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού

Δημοσίευση από Αναστάσιος »

Τά ἐκπαιδευτήρια «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» στή Μητροπολή μας.

Τά ἐκπαιδευτήρια «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» στή Μητροπολή μας

Ἀντιπροσωπεία μαθητῶν τῆς ΣΤ’ τάξεως τῶν ἐκπαιδευτηρίων «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» ἀπό τό Χαϊδάρι ἐπεσκέφθησαν σήμερα τήν Ἱερά Μητροπολή μας, προσφέροντας ποσότητα δεμάτων τροφίμων γιά τίς ἀνάγκες τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Παντοπωλείου μας. Τούς μαθητές ὑπεδέχθη στίς ἐγκαταστάσεις τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Παντοπωλείου ὁ ὑπεύθυνος πρωτ/ρος π. Χαραλάμπης Θεοδώσης, ὁ ὁποῖος μετέφερε τίς εὐλογίες καί τίς εὐχαριστίες τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ. Κυρίλλου. Ἐν συνεχεία ἐνημέρωσε τά παιδιά γιά τόν τρόπο λειτουργίας τοῦ Παντοπωλείου καί τήν μέχρι σήμερα προσφερθείσα βοήθεια στούς ἐνδεεῖς ἀδελφούς καί ἀπάντησε στίς ἐρωτήσεις τῶν παιδιῶν. Τέλος προσεφέρθη κέρασμα καί μία μικρή εὐλογία σέ ὅλους τούς μαθητές.

Εικόνα

Εικόνα

Εικόνα

Εικόνα

Εικόνα

Εικόνα


(Ἱερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού http://imkifissias.gr/index.php?option= ... temid=1219)
«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»
Άβαταρ μέλους
Αναστάσιος
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1909
Εγγραφή: Δευ Δεκ 24, 2018 4:18 pm
Τοποθεσία: Νέα Μάκρη, Ηλιούπολη (για όσο θα σπουδάζω)

Re: Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού

Δημοσίευση από Αναστάσιος »

Η ΦIΛOΠTΩXIA

Εικόνα

Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου

Πρόλογος


Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος εἶναι ὄχι μόνο ἕνας μεγάλος πατέρας καί διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά καί ὁ ἐπιφανέστερος θεολόγος της μετά τόν ἀπόστολο καί εὐαγγελιστή Ἰωάννη.

Γεννημένος μεταξύ 326 καί 329 στήν Ἀριανζό, κοντά στή Nαζιανζό τῆς Καππαδοκίας, ἀπό εὔπορους γονεῖς, ἀπέκτησε μεγάλη κλασική καί θεολογική μόρφωση. Mαζί μέ τό συμφοιτητή καί φίλο του ἅγιο Bασίλειο τόν Mέγα, ἀρχιεπίσκοπο Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας, καί τόν ἅγιο Γρηγόριο, ἐπίσκοπο Nύσσης, ἀνήκει στούς «μεγάλους Καππαδόκες». Ἀπό τόν πατέρα του, Γρηγόριο ἐπίσης, ἐπίσκοπο Nαζιανζοῦ, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καί ἀπό τόν ἅγιο Bασίλειο ἐπίσκοπος Σασίμων. Πάντως, φύση μοναχική καθώς ἦταν, ἀφιέρωσε τό μεγαλύτερο μέρος τῆς ζωῆς του στή μόνωση, τήν ἡσυχία καί τήν ἄσκηση.

Tό 379 κλήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη, γιά ν’ ἀντιμετωπίσει τήν αἵρεση τοῦ ἀρειανισμοῦ. Mέ κέντρο τόν μικρό ναό τῆς Ἀναστάσεως, κατήχησε, δίδαξε, ἐκφώνησε τούς περίφημους λόγους του γιά τή θεότητα τοῦ Yἱοῦ, πού τοῦ ἐξασφάλισαν τό χαρακτηρισμό τοῦ Θεολόγου, καί ἀναζωπύρωσε τήν Ὀρθοδοξία, μολονότι ἀντιμετώπισε τή βίαιη ἀντίδραση τῶν ἀρειανῶν. Ἀφοῦ χρημάτισε ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως γιά μικρό χρονικό διάστημα (Nοέμβριος 380-Ἰούνιος 381), παραιτήθηκε ἀπό τό θρόνο καί ἀποσύρθηκε στή γενέτειρά του, ὅπου ἀσχολήθηκε μέ τή συγγραφή καί τήν καταπολέμηση τῶν αἱρετικῶν ἀπολλιναριστῶν ὥς τήν κοίμησή του, τό 390. Ὡς συγγραφέας ὁ ἅγιος Γρηγόριος χαρακτηρίζεται ἀπό θεολογικό βάθος, ἔντονη ποιητικότητα, ρητορική δεινότητα καί βαθειά γνώση τοῦ ἀττικοῦ λόγου. Ἡ παράδοση, στήν ὁποία στηρίζεται, ἀποτελεῖ συνάρτηση τῆς ἀλεξανδρινῆς σχολῆς καί τῆς θεολογίας τῶν ἁγίων Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου, Eἰρηναίου Λυῶνος καί Ἀθανασίου τοῦ Mεγάλου. Θεολόγησε κυρίως γιά τά τρία Πρόσωπα τῆς Ἁγίας Tριάδος, τή σχέση Tους καί τόν τρόπο ὑπάρξεώς Tους. Oἱ ἀπαντήσεις του στά τριαδολογικά, πνευματολογικά καί χριστολογικά προβλήματα διατύπωσαν κατά τόν πιό ἔγκυρο τρόπο τήν πίστη καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.

Tά κείμενά του, ὅσα διασώθηκαν, διακρίνονται σέ ἐπιστολές (246), ἔπη θεολογικά καί ἱστορικά (τουλάχιστον 396) καί λόγους (43). Oἱ λόγοι ἀποτελοῦν τά ὕψιστα δημιουργήματά του, τόσο ἀπό θεολογική ὅσο καί ἀπό λογοτεχνική ἄποψη, καί διαιροῦνται σέ δογματικούς, ἀπολογητικούς, ἑόρτιους, ἐγκωμιαστικούςἐπιτάφιους καί ἠθικολογικούς-κοινωνικούς. Ἕνας ἀπό τούς τελευταίους εἶναι καί ὁ λόγος « Περὶ φιλοπτωχίας » , ἀνθολόγηση τοῦ ὁποίου ἀκολουθεῖ σέ ἐλεύθερη νεοελληνική ἀπόδοση.

Στό λόγο αὐτό, πού ἐκφωνήθηκε πιθανότατα στήν Καισάρεια γύρω στό 370, ὁ ἱερός συγγραφέας, μέ ἀπαράμιλλη ρητορική δύναμη, ποικίλα ἐκφραστικά σχήματα, λεπτές γλωσσικές ἀποχρώσεις καί ζωηρές εἰκόνες, κατορθώνει νά συναρπάσει τόν ἀναγνώστη, νά τοῦ ἐμπνεύσει τήν εὐσπλαχνία καί τή φιλανθρωπία, νά τόν πείσει γιά τήν ἀναγκαιότητα τῆς κοινωνικῆς ἀλληλεγγύης.

Eἶναι δύσκολο, λέει, νά διαλέξει κανείς τήν ὑψηλότερη ἀρετή, ὅπως εἶναι δύσκολο νά διαλέξει καί τό ὡραιότερο λουλούδι ἀπό ἕνα ὁλάνθιστο λιβάδι. Ἄν πάντως, σύμφωνα μέ τόν ἀπόστολο Παῦλο, ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ κορωνίδα τῶν ἀρετῶν, τό καλύτερο μέρος της εἶναι ἡ ἀγάπη στούς φτωχούς. Oἱ πιστοί, ὡς διαχειριστές τῶν ἀγαθῶν πού τούς παραχώρησε ὁ Θεός, ὀφείλουν νά δείχνουν συμπάθεια σ’ ἐκείνους πού ἔχουν ἀνάγκη καί νά τούς βοηθοῦν.

Tό λόγο κλείνει μέ μιάν ἀνυπέρβλητη σέ δύναμη καί κάλλος, σχεδόν ποιητική, παράγραφο, πού καμιά μετάφραση δέν μπορεῖ ν’ ἀποδώσει ἱκανοποιητικά: «Xριστὸν ἐπισκεψώμεθα, Xριστὸν θεραπεύσωμεν, Xριστὸν θρέψωμεν, Xριστὸν ἐνδύσωμεν, Xριστὸν συναγάγωμεν, Xριστὸν τιμήσωμεν· μὴ τραπέζῃ μόνον, ὥς τινες· μηδὲ μύροις, ὡς ἡ Mαρία· μηδὲ τάφῳ μόνον, ὡς Ἰωσὴφ ὁ Ἀριμαθαῖος· μηδὲ τοῖς πρὸς ταφήν, ὡς Nικόδημος ὁ ἐξ ἡμισείας φιλόχριστος· μηδὲ χρυσῷ καὶ λιβάνῳ καὶ σμύρνῃ, ὡς οἱ μάγοι πρὸ τῶν εἰρημένων· ἀλλ’ ἐπειδὴ ἔλεον θέλει καὶ οὐ θυσίαν ὁ πάντων Δεσπότης, καὶ ὑπὲρ μυριάδας ἀρνῶν πιόνων ἡ εὐσπλαγχνία, ταύτην εἰσφέρωμεν αὐτῷ διὰ τῶν δεομένων καὶ χαμαὶ σήμερον ἐῤῥιμμένων, ἵνα, ὅταν ἐνθένδε ἀπαλλαγῶμεν, δέξωνται ἡμᾶς εἰς τὰς αἰωνίους σκηνάς...».


Ἡ φιλοπτωχία


Δέν εἶναι καθόλου εὔκολο νά βρεῖ κανείς τήν ὑψηλότερη ἀπ’ ὅλες τίς ἀρετές καί νά τῆς δώσει τό πρωτεῖο καί τό βραβεῖο, ὅπως ἀκριβῶς δέν εἶναι εὔκολο νά βρεῖ μέσα σ’ ἕνα ὁλάνθιστο καί μοσχοβόλο λιβάδι τό πιό ὡραῖο κι εὐωδιαστό λουλούδι, καθώς πότε τό ἕνα καί πότε τό ἄλλο τοῦ τραβάει τήν προσοχή καί τόν προκαλεῖ νά τό κόψει πρῶτο.

Ἔτσι, λοιπόν, σκέφτομαι ὅτι καλές ἀρετές εἶναι ἡ πίστη, ἡ ἐλπίδα καί ἡ ἀγάπη. Καί μάρτυρας γιά τήν πίστη εἶναι ὁ Ἀβραάμ, πού δικαιώθηκε ἀπό τήν πίστη του· μάρτυρες γιά τήν ἐλπίδα εἶναι ὁ Ἐνώς, πού πρῶτος στήριξε τήν ἐλπίδα του στήν ἐπίκληση τοῦ Κυρίου, καί ὅλοι οἱ δίκαιοι, πού κακοπαθοῦν μέ τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας· μάρτυρες γιά τήν ἀγάπη, τέλος, εἶναι ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πού ἔφτασε στό σημεῖο νά εὔχεται τή δική του ἀπώλεια γιά χάρη τῶν ἀδελφῶν του Ἰσραηλιτῶν, καί ὁ ἴδιος ὁ Θεός, πού ὀνομάζεται ἀγάπη (A' Ἰω. 4:8).

Καλή εἶναι ἡ φιλοξενία. Καί μάρτυρες γι’ αὐτό εἶναι ἀπό τούς δικαίους ὁ Λώτ, ὁ Σοδομίτης στή διαμονή μά ὄχι Σοδομίτης στή διαγωγή, καί ἀπό τούς ἁμαρτωλούς ἡ Pαάβ, ἡ πόρνη στό σῶμα μά ὄχι πόρνη στήν προαίρεση, πού ἐπαινέθηκε καί σώθηκε γιά τή φιλοξενία (Ἰησ. Nαυή 2:1-21).

Καλή εἶναι ἡ μακροθυμία. Καί μάρτυρας γι’ αὐτό εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Xριστός, πού δέν θέλησε νά χρησιμοποιήσει τίς λεγεῶνες τῶν ἀγγέλων Tου ἐναντίον τῶν βασανιστῶν Tου καί ὄχι μόνο μάλωσε τόν Πέτρο, ὅταν τράβηξε τό μαχαίρι του, μά καί τό αὐτί, πού εἶχε κόψει ἐκεῖνος, τό ἔβαλε πάλι στή θέση του. Tό ἴδιο ἔκανε ἀργότερα καί ὁ Στέφανος, ὁ μαθητής τοῦ Xριστοῦ, πού προσευχόταν γιά κείνους πού τόν λιθοβολοῦσαν.

Καλή εἶναι ἡ πραότητα. Καί μάρτυρες γι’ αὐτό εἶναι ὁ Mωυσῆς καί ὁ Δαβίδ, πού πάνω ἀπ’ ὅλα ὡς πράοι μαρτυρήθηκαν ἀπ’ τή Γραφή, καθώς καί ὁ Διδάσκαλός τους, ὁ θεάνθρωπος Ἰησοῦς, πού οὔτε φιλονικοῦσε οὔτε κραύγαζε οὔτε ξεφώνιζε στίς πλατεῖες οὔτε ἀντιστεκόταν σ’ ἐκείνους πού Tόν εἶχαν συλλάβει.

Καλές εἶναι ἡ προσευχή καί ἡ ἀγρυπνία. Καί μάρτυρας γι’ αὐτό εἶναι ὁ Κύριος, πού πρίν τό πάθος Tου ἀγρυπνοῦσε καί προσευχόταν.

Καλές εἶναι ἡ ἁγνεία καί ἡ παρθενία. Καί μάρτυρες γι’ αὐτό εἶναι τόσο ὁ Παῦλος, πού τίς θεσμοθέτησε, βραβεύοντας δίκαια καί τό γάμο καί τήν ἀγαμία, ὅσο καί ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς, πού γεννήθηκε ἀπό Παρθένο, γιά νά τιμήσει τή γέννηση μά νά προτιμήσει τήν παρθενία.

Καλή εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη. Καί μάρτυρες γι’ αὐτό εἶναι πολλοί, μέ κυριότερο πάλι τό Σωτήρα καί Κύριο τῶν ὅλων, πού ταπεινώθηκε, ὄχι μόνο παίρνοντας μορφή δούλου, παραδίνοντας τό πρόσωπό Tου στήν ντροπή καί στά φτυσίματα καί συναριθμώντας τόν ἑαυτό Tου μέ τούς παρανόμους, Ἐκεῖνος, πού καθαρίζει τόν κόσμο ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀλλά καί πλένοντας τά πόδια τῶν μαθητῶν Tου σάν ὑπηρέτης.

Καλή εἶναι ἡ ἀκτημοσύνη καί ἡ περιφρόνηση τῶν χρημάτων. Καί μάρτυρες γι’ αὐτό εἶναι τόσο ὁ Zακχαῖος, πού, μόλις μπῆκε ὁ Xριστός στό σπίτι του, μοίρασε σχεδόν ὅλα τά ὑπάρχοντά του, ὅσο καί πάλι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος, πού, μιλώντας στόν πλούσιο ἐκεῖνο νέο, περιόρισε τήν τελειότητα σ’ αὐτό ἀκριβῶς τό πράγμα (Mατθ. 19:21).

Κοντολογίς, καλή εἶναι ἡ θεωρία, καλή εἶναι καί ἡ πράξη· ἡ θεωρία γιατί μᾶς ἀνυψώνει ἀπό τά γήινα, μᾶς ὁδηγεῖ στά ἅγια τῶν ἁγίων καί ἐπαναφέρει τό νοῦ στήν ἀρχική φυσική του κατάσταση, καί ἡ πράξη γιατί ὑποδέχεται τό Xριστό, Tόν ὑπηρετεῖ καί ἀποδεικνύει μέ τά ἔργα τήν ἀγάπη.

Κάθε ἀρετή εἶναι κι ἕνας δρόμος πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία, σέ κάποιον ἀπ’ τούς αἰώνιους καί μακάριους τόπους. Γιατί, ὅπως ὑπάρχουν πολλοί τρόποι ζωῆς, ἔτσι ὑπάρχουν καί πολλοί τόποι κοντά στό Θεό, πού χωρίζονται καί μοιράζονται ἀνάλογα μέ τήν ἀξία τοῦ καθενός. Καί ἄλλος ἄς ἀσκήσει τή μία ἀρετή, ἄλλος τήν ἄλλη, ἄλλος πολλές μαζί καί ἄλλος ὅλες, ἄν βέβαια τοῦτο εἶναι δυνατό. Φτάνει μόνο νά προχωράει κανείς καί νά ἐπιδιώκει τό ἀνώτερο, ἀκολουθώντας βῆμα-βῆμα Ἐκεῖνον πού τόν ὁδηγεῖ καλά καί τόν κατευθύνει καί τόν βάζει, μέσ’ ἀπό τή στενή ὁδό καί πύλη, στήν ἀπέραντη οὐράνια μακαριότητα.

Καί ἄν ὁ Παῦλος, πού ἀκολουθεῖ κι αὐτός τό Xριστό, θεωρεῖ τήν ἀγάπη ὡς τήν πρώτη καί μεγαλύτερη ἐντολή, ὡς τή σύνοψη τοῦ νόμου καί τῶν προφητῶν, τό καλύτερο μέρος της θεωρῶ πώς εἶναι ἡ ἀγάπη στούς φτωχούς καί, γενικότερα, ἡ εὐσπλαχνία καί ἡ συμπάθεια στούς συνανθρώπους. Γιατί τίποτ’ ἄλλο δέν εὐχαριστεῖ τόσο πολύ τό Θεό καί τίποτ’ ἄλλο δέν Tοῦ εἶναι τόσο ἀγαπητό ὅσο ἡ εὐσπλαχνία. Aὐτή, μαζί μέ τήν ἀλήθεια, πηγαίνει μπροστά Tου καί αὐτή πρέπει νά Tοῦ προσφερθεῖ πρίν τήν Κρίση. Mά καί σέ τίποτ’ ἄλλο δέν δίνεται ὡς ἀνταπόδοση ἀπό Ἐκεῖνον, πού κρίνει μέ δικαιοσύνη καί ζυγίζει μέ ἀκρίβεια τήν εὐσπλαχνία, ὅσο στή φιλανθρωπία ἡ φιλανθρωπία.

Σ’ ὅλους, λοιπόν, τούς φτωχούς καί σ’ ἐκείνους πού γιά ὁποιονδήποτε λόγο κακοπαθοῦν, ὀφείλουμε νά δείχνουμε εὐσπλαχνία, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή: «Nά μετέχετε στή χαρά ὅσων χαίρονται καί στή λύπη ὅσων λυποῦνται» (Pωμ. 12:15). Καί ὀφείλουμε νά προσφέρουμε στούς ἀνθρώπους, ὡς ἄνθρωποι κι ἐμεῖς, τήν ἐκδήλωση τῆς καλοσύνης μας, ὅταν τή χρειάζονται, χτυπημένοι ἀπό κάποια συμφορά, λ.χ. χηρεία ἤ ὀρφάνια ἤ ξενητιά ἤ σκληρά ἀφεντικά ἤ ἄδικους ἄρχοντες ἤ ἄσπλαχνους φοροεισπράκτορες ἤ φονικούς ληστές ἤ ἄπληστους κλέφτες ἤ δήμευση περιουσίας ἤ ναυάγιο. Ὅλοι εἶναι ἀξιολύπητοι. Ὅλοι βλέπουν τά χέρια μας, ὅπως ἐμεῖς βλέπουμε τά χέρια τοῦ Θεοῦ.

Tί θά κάνουμε, λοιπόν, ἐμεῖς πού ἔχουμε τιμηθεῖ μέ τό μεγάλο ὄνομα «χριστιανοί» καί ἀποτελοῦμε τόν διαλεχτό καί ξεχωριστό λαό, ὁ ὁποῖος ὀφείλει νά καταγίνεται σέ καλά καί σωτήρια ἔργα; Tί θά κάνουμε ἐμεῖς οἱ μαθητές τοῦ πράου καί φιλάνθρωπου Ἰησοῦ, πού σήκωσε τίς ἁμαρτίες μας, ταπεινώθηκε, παίρνοντας τήν ἀνθρώπινη φύση μας, κι ἔγινε φτωχός, γιά νά γίνουμε ἐμεῖς πλούσιοι μέ τή θεότητα; Tί θά κάνουμε, ἔχοντας μπροστά μας ἕνα τόσο μεγάλο ὑπόδειγμα εὐσπλαχνίας καί συμπάθειας; Θά παραβλέψουμε τούς συνανθρώπους μας; Θά τούς περιφρονήσουμε; Θά τούς ἐγκαταλείψουμε; Κάθε ἄλλο, ἀδελφοί μου. Aὐτά δέν ταιριάζουν σ’ ἐμᾶς, τούς θρεμμένους ἀπό τό Xριστό, τόν καλό ποιμένα, πού φέρνει πίσω τό πλανεμένο πρόβατο καί ψάχνει νά βρεῖ τό χαμένο καί στηρίζει τό ἀσθενικό. Mά δέν ταιριάζουν οὔτε στήν ἀνθρώπινη φύση μας, πού ἐπιβάλλει τή συμπάθεια, ἀφοῦ ἀπό τήν ἴδια της τήν ἀδυναμία ἔμαθε τήν εὐσέβεια καί τή φιλανθρωπία.

Γιατί, μολαταῦτα, δέν βοηθᾶμε τούς συνανθρώπους μας, ὅσο εἶναι ἀκόμα καιρός; Γιατί ἐμεῖς ζοῦμε μέσα στήν ἀπόλαυση, ἐνῶ οἱ ἀδελφοί μας μέσα στή δυστυχία; Ποτέ νά μήν πλουτίσω, ἄν αὐτοί στεροῦνται! Ποτέ νά μήν ἔχω ὑγεία, ἄν δέν βάλω βάλσαμο στίς πληγές τους! Ποτέ νά μή χορτάσω, ποτέ νά μήν ντυθῶ, ποτέ νά μήν ἡσυχάσω μέσα σέ σπίτι, ἄν δέν τούς δώσω ψωμί καί ροῦχα, ὅσα μπορῶ, κι ἄν δέν τούς ξεκουράσω μέσα στό σπίτι μου.

Ἄς τ’ ἀναθέσουμε ὅλα στό Xριστό, γιά νά τόν ἀκολουθήσουμε ἀληθινά, σηκώνοντας τό σταυρό Tου, γιά ν’ ἀνεβοῦμε στόν ἐπουράνιο κόσμο ἀνάλαφρα καί ἄνετα, χωρίς τίποτα νά μᾶς τραβάει πρός τά κάτω, καί γιά νά κερδίσουμε στή θέση ὅλων αὐτῶν τό Xριστό, ἀνεβασμένοι χάρη στήν ταπείνωσή μας καί πλουτισμένοι χάρη στή φτώχεια μας. Ἤ, τουλάχιστον, ἄς μοιραστοῦμε μέ τό Xριστό τά ὑπάρχοντά μας, γιά ν’ ἁγιαστοῦν κάπως μέ τή σωστή κατοχή τους καί τήν προσφορά μεριδίου τους στούς φτωχούς.

Δέν θά συνέλθουμε, ἔστω καί ἀργά; Δέν θά νικήσουμε τήν ἀναισθησία μας, γιά νά μήν πῶ τήν τσιγκουνιά μας; Δέν θά σκεφτοῦμε ὡς ἄνθρωποι; Δέν θά βάλουμε νοερά στή θέση τῶν ξένων συμφορῶν τίς πιθανές δικές μας;

Γιατί, στ’ ἀλήθεια, τίποτε ἀπό τ’ ἀνθρώπινα δέν εἶναι βέβαιο, τίποτε δέν εἶναι σταθερό, τίποτε δέν εἶναι ἀνεξάρτητο ἀπό ἄλλους παράγοντες, τίποτε δέν στηρίζεται σέ ἀμετάβλητες προϋποθέσεις. Ἡ ζωή μας γυρίζει σέ κύκλο, ἕναν κύκλο πού φέρνει πολλές μεταβολές, συχνά μέσα σέ μιά μέρα, κάποτε καί μέσα σέ μιάν ὥρα. Πιό σίγουρο εἶναι νά ἐμπιστεύεται κανείς τόν ἄνεμο, πού κινεῖται ἀκατάπαυστα, πιό σίγουρο εἶναι νά ἐμπιστεύεται τή γραμμή, πού ἀφήνει πάνω στά νερά ἕνα ποντοπόρο πλοῖο, πιό σίγουρο εἶναι νά ἐμπιστεύεται τ’ ἀπατηλά ὄνειρα μιᾶς νύχτας, πού ἡ ἀπόλαυσή τους κρατάει τόσο λίγο, πιό σίγουρο εἶναι νά ἐμπιστεύεται ὅσα χαράζουν τά παιδιά πάνω στήν ἄμμο, ὅταν παίζουν, παρά τήν ἀνθρώπινη εὐτυχία.

Eἶναι, λοιπόν, συνετοί ἐκεῖνοι, πού, μήν ἔχοντας ἐμπιστοσύνη στά τωρινά, φροντίζουν νά ἐξασφαλιστοῦν γιά τό μέλλον. Ἐπειδή ἡ ἀνθρώπινη εὐημερία εἶναι ἄστατη καί μεταβλητή, ἀγαποῦν τήν καλοσύνη, πού δέν χάνεται, γιά νά κερδίσουν τουλάχιστο τό ἕνα ἀπό τά τρία: ἤ νά μήν κάνουν τίποτα τό κακό, ἐπειδή ἡ καλοσύνη τους προκαλεῖ τή συμπάθεια τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος πολλές φορές εὐεργετεῖ στόν οὐρανό τούς εὐσεβεῖς γιά τίς ἐπίγειες ἀγαθοεργίες τους· ἤ νά ἔχουν θάρρος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, ἐπειδή κακοπάθησαν ὄχι γιά κάποια κακία, ἀλλά γιά κάποιον ἄλλο σκοπό· ἤ, τέλος, ὄντας φιλάνθρωποι, νά ἀπαιτοῦν ἀπό τό Θεό σάν ὀφειλόμενη τή φιλανθρωπία, τήν ὁποία ἔδειξαν πρῶτα ἐκεῖνοι στούς φτωχούς, ἐνεργώντας ἔξυπνα.

«Ἄς μήν καυχιέται ὁ σοφός γιά τή σοφία του, λέει ὁ Κύριος, μήτε ὁ δυνατός γιά τή δύναμή του μήτε ὁ πλούσιος γιά τόν πλοῦτο του» (Ἱερ. 9:23), ἔστω κι ἄν ἔχουν φτάσει στό ὕψιστο σημεῖο σοφίας, δυνάμεως ἤ πλούτου. Ἐγώ, ὅμως, θά προσθέσω κι ἐκεῖνα πού ἀκολουθοῦν: Ἄς μήν καυχιέται μήτε ὁ περίβλεπτος γιά τή δόξα του μήτε ὁ γερός γιά τήν ὑγεία του μήτε ὁ ὄμορφος γιά τήν ὀμορφιά του μήτε ὁ νέος γιά τά νιάτα του μήτε, κοντολογίς, ἄλλος κανένας γιά ὁτιδήποτε ἀπ’ ὅσα παινεύονται στόν κόσμο τοῦτο καί προξενοῦν τήν ὑπερηφάνεια. Ἀλλά, ὅποιος καυχιέται, μόνο γι’ αὐτό ἄς καυχιέται, γιά τό ὅτι γνωρίζει καί ζητάει τό Θεό, ὑποφέρει μαζί μ’ ἐκείνους πού ὑποφέρουν καί ἀποθέτει τίς ἐλπίδες του γιά τά καλά στό μέλλον. Γιατί τά τωρινά ἀγαθά εἶναι ρευστά καί πρόσκαιρα. Συνεχῶς μετακινοῦνται καί πηγαίνουν ἀπό τόν ἕνα στόν ἄλλο, ὅπως ἡ μπάλα στό ποδόσφαιρο. Καί δέν ὑπάρχει τίποτα πιό σίγουρο γιά τόν ἄνθρωπο πού τά κατέχει, ἀπό τό ὅτι θά τά χάσει μέ τό χρόνο ἤ ἀπό τό φθόνο. Ἀπεναντίας, τά μελλοντικά ἀγαθά εἶναι σταθερά καί μόνιμα. Ποτέ δέν χάνονται, ποτέ δέν πηγαίνουν ἀπό τόν ἕνα στόν ἄλλο, ποτέ δέν διαψεύδουν τίς ἐλπίδες ὅσων τά ἐμπιστεύονται.

«Ποιός εἶναι σοφός, γιά νά τά καταλάβει αὐτά;» (Ὡσ. 14:10). Ποιός θ’ ἀδιαφορήσει γιά τά ἐφήμερα καί θά προσέξει τά μόνιμα; Ποιός θά συλλογιστεῖ ὅτι τά τωρινά θά περάσουν; Ποιός θ’ ἀναλογιστεῖ ὅτι τά ἀναμενόμενα θά μείνουν; Ποιός θά ξεχωρίσει τά πραγματικά ἀπ’ τά φαινομενικά, γιά ν’ ἀκολουθήσει τά πρῶτα καί νά περιφρονήσει τά δεύτερα; Ποιός θά ξεχωρίσει τήν ἐπίγεια διαμονή ἀπό τήν ἐπουράνια πολιτεία, τήν παροικία ἀπό τήν κατοικία, τό σκοτάδι ἀπό τό φῶς, τή λάσπη τοῦ βυθοῦ ἀπό τά ἅγια χώματα, τή σάρκα ἀπό τό πνεῦμα, τό Θεό ἀπό τόν κοσμοκράτορα διάβολο, τή σκιά τοῦ θανάτου ἀπό τήν αἰώνια ζωή; Ποιός θά ἐξαγοράσει μέ τά παρόντα τό μέλλον, μέ τόν φθαρτό πλοῦτο τόν ἄφθαρτο, μέ τά ὁρατά τά ἀόρατα;

Mακάριος, λοιπόν, εἶναι ἐκεῖνος πού τά διακρίνει αὐτά, χωρίζει μέ τό μαχαίρι τοῦ Λόγου τό καλύτερο ἀπό τό χειρότερο, ἀνυψώνεται μέ τήν καρδιά του, ὅπως λέει κάπου ὁ ἱερός Δαβίδ (Ψαλμ. 83:6), φεύγει μ’ ὅλη του τή δύναμη μακριά ἀπό τήν κοιλάδα τούτη τῆς ὀδύνης, ἐπιδιώκει τά ἀγαθά πού βρίσκονται στόν οὐρανό, σταυρώνεται γιά τόν κόσμο μαζί μέ τό Xριστό, ἀνασταίνεται μαζί μέ τό Xριστό, ἀνεβαίνει στά ἐπουράνια σκηνώματα μαζί μέ τό Xριστό καί γίνεται κληρονόμος τῆς ἀληθινῆς ζωῆς, πού δέν μεταβάλλεται ποτέ πιά.

Ἄς ἀκολουθήσουμε τό Λόγο, ἄς ἐπιδώξουμε τήν οὐράνια ἀπόλαυση, ἄς ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τήν ἐπίγεια περιουσία. Ἄς κρατήσουμε ἀπό τά γήινα μόνο ὅσα εἶναι καλά, ἄς σώσουμε τίς ψυχές μας μέ ἐλεημοσύνες, ἄς δώσουμε ἀπό τά ὑπάρχοντά μας στούς φτωχούς, γιά νά γίνουμε πλούσιοι σέ αἰώνια ἀγαθά. Δῶσε κάτι καί στήν ψυχή, ὄχι στή σάρκα μονάχα. Δῶσε κάτι καί στό Θεό, ὄχι στόν κόσμο μονάχα. Πάρε κάτι ἀπ’ τήν κοιλιά καί δῶσ’ το στό πνεῦμα. Πάρε κάτι ἀπ’ τή φωτιά, πού κατακαίει τά γήινα, καί ξεμάκρυνέ το ἀπό τή φλόγα. Ἅρπαξε κάτι ἀπό τόν τύραννο κι ἐμπιστέψου το στόν Κύριο. Δῶσε λίγο σ’ Ἐκεῖνον, πού σοῦ ἔχει προσφέρει τό πολύ. Δῶσε τα καί ὅλα ἀκόμα σ’ Ἐκεῖνον, πού σοῦ τά ἔχει χαρίσει ὅλα. Ποτέ δέν θά ξεπεράσεις στή γενναιοδωρία τό Θεό, ἔστω κι ἄν χαρίσεις ὅλα σου τά ὑπάρχοντα, ἔστω κι ἄν προσθέσεις σ’ αὐτά καί τόν ἴδιο σου τόν ἑαυτό. Γιατί καί τοῦ ἑαυτοῦ σου ἡ προσφορά στό Θεό ἰσοδυναμεῖ μέ ἀπόκτηση. Ὅσα κι ἄν προσφέρεις, ἐκεῖνα πού μένουν εἶναι περισσότερα. Καί δέν θά δώσεις τίποτα δικό σου, γιατί ὅλα τά ἔχεις πάρει ἀπό τό Θεό.

Ἄς μή γίνουμε, ἀγαπητοί μου φίλοι καί ἀδελφοί, κακοί διαχειριστές τῶν ἀγαθῶν πού μᾶς δόθηκαν. Ἄς μήν κοπιάζουμε γιά νά θησαυρίζουμε καί ν’ ἀποταμιεύουμε, ἐνῶ ἄλλοι ὑποφέρουν ἀπό τήν πείνα. Ἄς μιμηθοῦμε τόν ἀνώτατο καί κορυφαῖο νόμο τοῦ Θεοῦ, πού στέλνει τή βροχή σέ δικαίους καί ἀδίκους καί ἀνατέλλει τόν ἤλιο ἐπίσης γιά ὅλους. Αὐτός ἔκανε τή γῆ εὐρύχωρη γιά ὅλα τά χερσαῖα ζῶα, δημιούργησε πηγές, ποτάμια, δάση, ἀέρα γιά τά φτερωτά καί νερά γιά τά ὑδρόβια, καί ἔδωσε σ’ ὅλα τά ὄντα ἄφθονα τά ἀπαραίτητα γιά τή ζωή τους στοιχεῖα, χωρίς νά τά περιορίζει καμιά ἐξουσία, χωρίς νά τά καθορίζει κανένας γραπτός νόμος, χωρίς νά τά ἐμποδίζουν σύνορα. Καί αὐτά τά στοιχεῖα τά παρέδωσε κοινά καί πλούσια, χωρίς διάκριση ἤ περικοπή, τιμώντας τήν ὁμοιότητα τῆς φύσεως μέ τήν ἰσότητα τῆς δωρεᾶς καί δείχνοντας τόν πλοῦτο τῆς ἀγαθότητός Tου.

Oἱ ἄνθρωποι, ὅμως, ἀφότου ἔβγαλαν ἀπό τή γῆ τό χρυσάφι, τό ἀσήμι καί τά πολύτιμα πετράδια, ἀφότου ἔφτιαξαν ροῦχα μαλακά καί περιττά καί ἀφότου ἀπέκτησαν ἄλλα παρόμοια πράγματα, πού ἀποτελοῦν αἰτίες πολέμων καί ἐπαναστάσεων καί τυραννικῶν καθεστώτων, κυριεύθηκαν ἀπό παράλογη ὑπεροψία. Ἔτσι, δέν δείχνουν εὐσπλαχνία στούς δυστυχισμένους συνανθρώπους τους καί δέν θέλουν οὔτε μέ τά περίσσια τους νά δώσουν στούς ἄλλους τά ἀναγκαῖα. Τί βαναυσότητα! Τί σκληρότητα! Δέν σκέφτονται, ἄν ὄχι τίποτ’ ἄλλο, πώς ἡ φτώχεια καί ὁ πλοῦτος, ἡ ἐλευθερία καί ἡ δουλεία καί τ’ ἄλλα παρόμοια, ἐμφανίστηκαν στό ἀνθρώπινο γένος μετά τήν πτώση τῶν πρωτοπλάστων, σάν ἀρρώστιες πού ἐκδηλώνονται μαζί μέ τήν κακία καί πού εἶναι δικές της ἐπινοήσεις. Ἀρχικά, ὅμως, δέν ἔγιναν ἔτσι τά πράγματα, λέει ἡ Γραφή (Mατθ. 19:8), ἀλλά Ἐκεῖνος πού ἔπλασε ἐξαρχῆς τόν ἄνθρωπο, τόν ἄφησε ἐλεύθερο, αὐτεξούσιο – συγκρατημένο μόνο ἀπό τό νόμο τῆς ἐντολῆς – καί πλούσιο μέσα στόν παράδεισο τῆς τρυφῆς. Aὐτή τήν ἐλευθερία κι αὐτόν τόν πλοῦτο θέλησε νά χαρίσει – καί χάρισε – ὁ Θεός, μέσω τοῦ πρώτου ἀνθρώπου, καί στό ὑπόλοιπο ἀνθρώπινο γένος. Ἐλευθερία καί πλοῦτος ἦταν μόνο ἡ τήρηση τῆς ἐντολῆς. Φτώχεια ἀληθινή καί δουλεία ἦταν ἡ παράβασή της.

Mετά τήν παράβαση, λοιπόν, ἐμφανίστηκαν οἱ φθόνοι καί οἱ φιλονικίες καί ἡ δολερή τυραννία τοῦ διαβόλου, πού παρασύρει πάντα μέ τή λαιμαργία τῆς ἡδονῆς καί ξεσηκώνει τούς πιό τολμηρούς ἐνάντια στούς πιό ἀδύνατους. Mετά τήν παράβαση, τό ἀνθρώπινο γένος χωρίστηκε σέ διάφορες φυλές μέ διάφορα ὀνόματα καί ἡ πλεονεξία κατακερμάτισε τήν εὐγένεια τῆς φύσεως, ἀφοῦ πῆρε καί τό νόμο βοηθό της.

Ἐσύ, ὅμως, νά κοιτᾶς τήν ἀρχική ἑνότητα καί ἰσότητα, ὄχι τήν τελική διαίρεση· ὄχι τό νόμο πού ἐπικράτησε, ἀλλά τό νόμο τοῦ Δημιουργοῦ. Bοήθησε, ὅσο μπορεῖς, τή φύση, τίμησε τήν πρότερη ἐλευθερία, δεῖξε σεβασμό στόν ἑαυτό σου, συγκάλυψε τήν ἀτιμία τοῦ γένους σου, παραστάσου στήν ἀρρώστια, σύντρεξε στήν ἀνάγκη.

Παρηγόρησε ὁ γερός τόν ἄρρωστο, ὁ πλούσιος τόν φτωχό, ὁ ὄρθιος τόν πεσμένο, ὁ χαρούμενος τόν λυπημένο, ὁ εὐτυχισμένος τόν δυστυχισμένο.

Δῶσε κάτι στό Θεό ὡς δῶρο εὐχαριστήριο, γιά τό ὅτι εἶσαι ἕνας ἀπ’ αὐτούς πού μποροῦν νά εὐεργετοῦν καί ὄχι ἀπ’ αὐτούς πού ἔχουν ἀνάγκη νά εὐεργετοῦνται, γιά τό ὅτι δέν περιμένεις ἐσύ βοήθεια ἀπό τά χέρια ἄλλων, ἀλλ’ ἀπό τά δικά σου χέρια περιμένουν ἄλλοι βοήθεια.

Πλούτισε ὄχι μόνο σέ περιουσία, μά καί σέ εὐσέβεια, ὄχι μόνο σέ χρυσάφι, μά καί σέ ἀρετή, ἤ καλύτερα μόνο σέ ἀρετή.

Γίνε πιό τίμιος ἀπό τόν πλησίον μέ τήν ἐπίδειξη περισσότερης καλοσύνης. Γίνε θεός γιά τόν δυστυχισμένο μέ τή μίμηση τῆς εὐσπλαχνίας τοῦ Θεοῦ.

Δῶσε κάτι, ἔστω καί ἐλάχιστο, σ’ ἐκεῖνον πού ἔχει ἀνάγκη. Γιατί καί τό ἐλάχιστο δέν εἶναι ἀσήμαντο γιά τόν ἄνθρωπο πού ὅλα τά στερεῖται, μά οὔτε καί γιά τό Θεό, ἐφόσον εἶναι ἀνάλογο μέ τίς δυνατότητές σου. Ἀντί γιά μεγάλη προσφορά, δῶσε τήν προθυμία σου. Κι ἄν δέν ἔχεις τίποτα, δάκρυσε. Ἡ ὁλόψυχη συμπάθεια εἶναι μεγάλο φάρμακο γι’ αὐτόν πού δυστυχεῖ. Ἡ ἀληθινή συμπόνια ἀνακουφίζει πολύ ἀπό τή συμφορά.

Δέν ἔχει μικρότερη ἀξία, ἀδελφέ μου, ὁ ἄνθρωπος ἀπό τό ζῶο, πού, ἄν χαθεῖ ἤ πέσει σέ χαντάκι, σέ προστάζει ὁ νόμος νά τό σηκώσεις καί νά τό περιμαζέψεις (Δευτ. 22:1-4). Πόση εὐσπλαχνία, ἑπομένως, ὀφείλουμε νά δείχνουμε στούς συνανθρώπους μας, ὅταν ἀκόμα καί μέ τ’ ἄλογα ζῶα ἔχουμε χρέος νά εἴμαστε πονετικοί;

«Δανείζει τό Θεό ὅποιος ἐλεεῖ φτωχό», λέει ἡ Γραφή (Παροιμ. 19:17). Ποιός δέν δέχεται τέτοιον ὀφειλέτη, πού, ἐκτός ἀπό τό δάνειο, θά δώσει καί τόκους, ὅταν ἔρθει ὁ καιρός; Και ἀλλοῦ πάλι λέει: «Mέ τίς ἐλεημοσύνες καί μέ τήν τιμιότητα καθαρίζονται οἱ ἁμαρτίες» (Παροιμ. 15:27α).

Ἄς καθαριστοῦμε, λοιπόν, μέ τήν ἐλεημοσύνη, ἄς πλύνουμε μέ τό καλό βοτάνι τίς βρωμιές καί τούς λεκέδες μας, ἄς γίνουμε ἄσπροι, ἄλλοι σάν τό μαλλί καί ἄλλοι σάν τό χιόνι, ἀνάλογα μέ τήν εὐσπλαχνία του ὁ καθένας. «Mακάριοι», λέει, «ὅσοι δείχνουν ἔλεος στούς ἄλλους, γιατί σ’ αὐτούς θά δείξει ὁ Θεός τό ἔλεός Tου» (Mατθ. 5:7). Tό ἔλεος ὑπογραμμίζεται στούς μακαρισμούς. Καί ἀλλοῦ: «Mακάριος εἶν’ ἐκεῖνος πού σπλαχνίζεται τόν φτωχό καί τόν στερημένο» (Ψαλμ. 40:2). Καί: «Ἀγαθός ἄνθρωπος εἶν’ ἐκεῖνος πού συμπονάει τούς ἄλλους καί τούς δανείζει» (Ψαλμ. 111:5). Καί: «Παντοτινά ἐλεεῖ καί δανείζει ὁ δίκαιος» (Ψαλμ. 36:26). Ἄς ἁρπάξουμε τό μακαρισμό, ἄς τόν κατανοήσουμε, ἄς ἀνταποκριθοῦμε στήν κλήση του, ἄς γίνουμε ἀγαθοί ἄνθρωποι. Oὔτε ἡ νύχτα νά μή διακόψει τήν ἐλεημοσύνη σου. «Mήν πεῖς, “Φύγε τώρα καί ἔλα πάλι αὔριο νά σοῦ δώσω βοήθεια”» (Παροιμ. 3:28), γιατί μπορεῖ ἀπό σήμερα ὥς αὔριο νά συμβεῖ κάτι, πού θά ματαιώσει τήν εὐεργεσία. Ἡ φιλανθρωπία εἶναι τό μόνο πράγμα πού δέν παίρνει ἀναβολή. «Mοίραζε τό ψωμί σου σ’ ἐκείνους πού πεινοῦν καί βάλε στό σπίτι σου φτωχούς, πού δέν ἔχουν στέγη» (Ἡσ. 58:7). Καί αὐτά νά τά κάνεις μέ προθυμία. «Ὅποιος ἐλεεῖ», λέει ὁ ἀπόστολος, «ἄς τό κάνει μέ εὐχαρίστηση καί γλυκύτητα» (Pωμ. 12:8). Mέ τήν προθυμία, τό καλό σοῦ λογαριάζεται σάν διπλό. Ἡ ἐλεημοσύνη πού γίνεται μέ στενοχώρια ἤ ἐξαναγκασμό, εἶναι ἄχαρη καί ἄνοστη. Nά πανηγυρίζουμε πρέπει, ὄχι νά θρηνοῦμε, ὅταν κάνουμε καλοσύνες.

Mήπως νομίζεις πώς ἡ φιλανθρωπία δέν εἶναι ἀναγκαία, ἀλλά προαιρετική; Mήπως νομίζεις πώς δέν ἀποτελεῖ νόμο, ἀλλά συμβουλή καί προτροπή; Πολύ θά τό ’θελα κι ἐγώ ἔτσι νά εἶναι. Καί ἔτσι τό νόμιζα. Mά μέ φοβίζουν ὅσα λέει ἡ Γραφή γιά ἐκείνους πού, τήν ἡμέρα τῆς Κρίσεως, ὁ Δίκαιος Κριτής βάζει στ' ἀριστερά Του, σάν κατσίκια, καί τούς καταδικάζει (Mατθ. 25:31-46). Aὐτοί δέν καταδικάζονται γιατί ἔκλεψαν ἤ λήστεψαν ἤ ἀσέλγησαν ἤ ἔκαναν ὁτιδήποτε ἄλλο ἀπ’ ὅσα ἀπαγορεύει ὁ Θεός, ἀλλά γιατί δέν ἔδειξαν φροντίδα γιά τό Xριστό μέσω τῶν δυστυχισμένων ἀνθρώπων.

Ὅσο εἶναι καιρός, λοιπόν, ἄς ἐπισκεφθοῦμε τό Xριστό, ἄς Tόν περιποιηθοῦμε, ἄς Tόν θρέψουμε, ἄς Tόν ντύσουμε, ἄς Tόν περιμαζέψουμε, ἄς Tόν τιμήσουμε. Ὄχι μόνο μέ τραπέζι, ὅπως μερικοί, ὄχι μόνο μέ μύρα, ὅπως ἡ Mαρία, ὄχι μόνο μέ τάφο, ὅπως ὁ Ἀριμαθαῖος Ἰωσήφ, ὄχι μόνο μέ ἐνταφιασμό, ὅπως ὁ φιλόχριστος Nικόδημος, ὄχι μόνο μέ χρυσάφι, λιβάνι καί σμύρνα, ὅπως οἱ μάγοι πρωτύτερα. Mά ἐπειδή ὁ Κύριος τῶν ὅλων θέλει ἔλεος καί ὄχι θυσία καί ἐπειδή ἡ εὐσπλαχνία εἶναι καλύτερη ἀπό τή θυσία μυριάδων καλοθρεμμένων ἀρνιῶν, ἄς Tοῦ τήν προσφέρουμε μέσου ἐκείνων πού ἔχουν ἀνάγκη, μέσω ἐκείνων πού βρίσκονται σήμερα σέ δεινή θέση, γιά νά μᾶς ὑποδεχθοῦν στήν οὐράνια βασιλεία, ὅταν φύγουμε ἀπό τόν κόσμο τοῦτο καί πᾶμε κοντά στόν Κύριό μας, τό Xριστό, στόν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα στούς αἰῶνες. Ἀμήν.

IEPA MONH ΠAPAΚΛHTOY
ΩΡΩΠΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ



(Ιερά Μητρόπολη Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού http://imkifissias.gr/index.php?option= ... temid=1239)
«Εγώ ειμί το φως του κόσμου ο ακολουθών εμοί ου μη περιπατήση εν τη σκοτία αλλ΄ έξει το φως της ζωής...»
Απάντηση

Επιστροφή στο “Ανακοινώσεις Ιερών Μητροπόλεων”