ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Εδώ μπορείτε να συζητήσετε σχετικά με τους Αγιορείτες Πατέρες που έχετε επισκεφθεί στο Αγιον Όρος

Συντονιστής: Συντονιστές

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΞΗ': ΠΕΡΙ ΦΥΛΑΚΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑΣ ΛΕΠΤΟΤΕΡΑΣ
Ει κατά μόνας υπάρχεις εν τω κελλίω σου και ουκ εκτήσω ακμήν δύναμιν αληθινής θεωρίας, μελέτησον αεί εν τη μελέτη των τροπαρίων και των καθισμάτων και εν τη μνήμη του θανάτου και εν τη ελπίδι των μελλόντων. Ταύτα γαρ συνάγουσι τον νουν και ουκ αφιάσιν αυτόν ρέμβεσθαι, έως αν έλθη η αληθινή θεωρία, ότι η δύναμις του πνεύματος δυνατωτέρα εστί των παθών. Μελέτησον δε και εις την ελπίδα των μελλόντων μετά της μνήμης του Θεού και κατανόησον καλώς τον νουν των τροπαρίων και παραφυλάττου εκ των πραγμάτων των έξωθεν των κινούντων σε εις επιθυμίας.
Και τα μικρά τα γινόμενα υπό σου εν τω κελλίω σου φύλαξον και αυτά μετά τούτων και ερεύνησον αεί τους λογι¬σμούς σου και εύξαι, ίνα κτήση εν πάση αναστροφή σου οφθαλ¬μούς. Εντεύθεν άρχεται βρύειν σοι η χαρά και τότε ευρίσκεις τάς θλίψεις γλυκυτέρας του μέλιτος.
Ουδείς δύναται τα πάθη νικήσαι, ει μη δι' αρετών αισθη¬τών θεωρουμένων. Τον δε μετεωρισμόν του νοός ουδείς δυναται νικήσαι, εί μη εν τη αδολεσχία της γνώσεως της πνευματικής. Ο νους ημών κούφος εστί και, εάν μη δεσμευθή εν τινι διαλογισμώ , ου παύσεται εκ του μετεωρισμού. Και χωρίς τελειώσεως των προειρημένων αρετών ου δυνατόν κτήσασθαι την φυλακήν ταυτην.
Εαν γαρ μη νικήση τις τους εχθρούς, ου δύναται εν ειρήνη είναι, και εάν η ειρήνη ου βασιλεύη, πώς δυναται ευρείν τα εντός της ειρήνης αποκείμενα; Τα πάθη γαρ διάφραγμα εισί των κρυπτών αρετών της ψυχής και, ει μη ταύτα πρώτον δια των φανερών καταπέσωσιν, ουχ ορώνται τα έσωθεν τούτων. Ουδέ γαρ δύναται τις, έξω του τείχους ων, μετά του ένδον συναναστρέφεσθαι. Και ουδείς θεωρεί τον ήλιον εν τω γνόφω ουδέ την αρετήν της φυσεως της ψυχής μετά της διαμενούσης έτι ταραχής των παθών.
Εύξαι τω Θεώ δούναι σοι αισθηθήναι της εφέσεως του Πνεύματος και της επιποθήσεως αυτού. Όταν γαρ έλθη σοι αύτη η αίσθησις και η επιπόθησις του Πνεύματος, τότε μέλλεις αποστήναι του κόσμου^ και ο κόσμος αφίσταται από σου. Τούτου δε, χωρίς ησυχίας και ασκήσεως και ομιλίας της αφωρισμένης αναγνώσεως εις ταύτα, αδύνατον τίνα αισθανθήναι και, χωρίς τούτων, μη ζήτει εκείνα. Εάν γαρ ζήτησης, στρέφονται μετά μικρόν και γίνονται σωματικά. Ο νοών νοείτω.
Εν ιδρώτι ευδόκησεν ο σοφός Κυριος φαγείν τον άρτον τούτον. Ουχί από κακίας δε τουτο εποίησεν, αλλ' ίνα μη γένηται ημίν απεψία και αποθάνωμεν. Εκάστη γαρ αρετή μήτηρ εστί της δευτέρας. Εάν ουν αφής την μητέρα την γεννώσαν τάς αρετάς και απέλθης ζητήσαι τάς θυγατέρας, προ του κτήσασθαι την μητέρα αυτών, έχιδναι ευρίσκονται αι αρεταί εκείναι τη ψυχή. Εάν μη ρίψης αυτάς από σαυτού, ταχέως μέλ¬λεις αποθανείν.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΞΘ': ΠΕΡΙ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΟΙΑ ΕΣΤΙ ΧΡΕΙΑ ΕΚΑΣΤΟΥ ΤΟΥΤΩΝ
Αίσθησις πνευματική εστίν η ποιωθείσα δέξασθαι την δύναμιν τηνθεωρητικήν, ως η κόρη των σωματικών οφθαλμών, των εχόντων εν αυτοίς το φως το αισθητόν.
Θεωρία νοητή εστί γνώσις φυσική, η ενωθείσα τη καταστάσει της φύσεως, ήτις καλείται φυσικόν φως.
Δύναμις αγία εστί χάρισμα του διακριτικού, του τεθέντος μεταξύ του φωτός και της θεωρίας.
Φύσεις εισί τίνα όντα μετά των διακριτικών των εκ του φωτός εις θεωρίαν.
Πάθη είσι καθάπερ ουσία τις σκληρά, άπερ μεσιτεύουσι μεταξύ του φωτός και της θεωρίας και κωλύουσιν εξ αυ¬τής την διάκρισιν της διαφοράς των πραγμάτων.
Καθαρότης εστί το τηλαυγές του νοητού αέρος, ούτινος τω κόλπω πτερούται η φύσις η εν ημίν.
Εαν μη ο νους υγιής η εν τη φύσει, ουκ ενεργεί αυτω η γνώσις ώσπερ η σωματική αίσθησις, όταν εξ αιτιών βλαβή, αποστερείται της οράσεως.
Εαν δε ο νους η υγιής, η γνώσις δε ουχ υπάρχη, ουκ ενεργεί ό νους εκτός αυτής την διαφοράν των πνευματικών ώσπερ ο οφθαλμός ο υγιής μεν εν άπασι τοις εαυτού, αμβλυωπών δε προς την δράσιν πολλάκις της αισθήσεως.
Και εάν ταύτα πεφυλαγμένα εν τοις ιδίοις αυτών, χάρις δε μη ή πλησίον αυτών, ανενέργητα μένουσι πάντα εκ της διακονίας των διακρίσεων, καθώς εν ταίς ώραις της νυκτός, δια γαρ το μη είναι ήλιον, μένουσιν ανεπίσκεπτοι, και ότε πάντα ερρωμένα εισί και τετελειωμένα εν τοις εαυτών, λέγομεν ο οφθαλμός και η δράσις, και άτινα πράγματα ου διεκρίθησαν ή διακρίνονται. Και τουτο εστί το ειρημένον, «εν τω φωτί σου οψόμεθα φως».
Εάν δε η χάρις του νοητού ηλίου πλησίον γένηται και εις όρεξιν κινή και ερεθίζη και εμποιή νήφειν, καθαρότης δε μη η εν αυτή, ώσπερ αήρ κενός, όστις ου διαυγής εκ της παχύτητος των νεφών και των υλών των σκοτεινών, των ευχερώς εκτεινομένων προς το φως του ηλίου, εν ω ευφραινόμεθα εν ηδονή ταυτης της θεωρίας.
Της θεωρίας χωλαινούσης εκ της διακρίσεως, η φύσις ήργησεν εκ της πράξεως, η ψυχή εκωλύθη αισθέσθαι της ηδονής του ηλίου του δευτέρου του ανατέλλοντος επί τα πάντα, δια τα επιτεθέντα σωματικά, εν οις σκέπονται αί ελλάμψεις της αληθείας, ίνα μη έλθωσιν εφ' ημάς. Λοιπόν εξ ανάγκης ζητούν¬ται ταύτα πάντα τα ρηθέντα, και δια το δυσκόλως ευρείν ταύτα όλα εν ενί ανθρώπω χωρίς λείψεως και αιτίας, και δια το μη δύνασθαι τους πολλούς προς τελειότητα τίνος της πνευματικής γνώσεως φθάσαι. Η στέρησις μεν εστίν ουτως εκ της ανικανότητος της διανοίας και εκ της συγχύσεως του θελήματος και εκ της θέσεως της μη καθηκούσης τω σκοπώ και εκ της ελλείψε¬ως της καθαρότητας και εκ του μη ευρείν διδάσκαλον και οδηγόν, εκ της αποχής της χάριτος («ανδρί μικρολόγω», φησίν, «ου καλός ο πλούτος, ουδέ εξουσιάσαι των μεγάλων») εκ του κωλύματος των καιρών και των τόπων και των τρόπων.
ΕΚΛΟΓΗ ΣΥΝΤΟΜΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ
Αλήθεια εστίν αίσθησις κατά Θεόν, η εν τη αισθήσει των αισθήσεων του νου του πνευματικού ης περ τινός εν εαυτώ γεύεται.
Αγάπη εστί καρπός της ευχής, η εκ της θεωρίας αυτής οδηγούσα τον νουν ακορέστως εις τον εαυτής πόθον, όταν υπομείνη εν αυτή χωρίς ακηδίας και εν τω νώ εν σιγηροίς ενθυμήμασι της διανοίας εύχεται μόνον εμπύρως και μετά θερ μότητος.
Ευχή εστί νέκρωσις των εννοιών του θελήματος της ζωής της σαρκός ίσος γαρ εστίν ο ακριβώς ευχόμενος τω νεκρουμένω εκ του κόσμου. Και τούτο εστί το αρνήσασθαι τινά εαυτόν, το καρτερήσαι διαμένειν εν προσευχή. Λοιπόν η αγάπη του Θεού εν τη αρνήσει της ψυχής ευρίσκεται.
Καθάπερ εκ του σπέρματος του ιδρώτος της νηστείας ο στάχυς της σωφροσύνης βλαστάνει, ούτως εκ του κόρου η ακολασία και εκ της πληρώσεως η ακαθαρσία, επί γαστρί δε πεινώση και τεταπεινωμένη ουδέποτε παρακυψουσιν αισχρότητος λογισμοί. Πάσα βρώσις βιβρωκομένη πρόσθεσις των εν ημίν χυμών γίνεται και ισχυς φυσική γίνεται εν ημίν, και όταν πλησθώσι τα μέλη τα οργανικά εκ της τάσεως όλου του σώματος της γινομένης εν αυτοίς, ηνίκα συμβή ιδείν τι σωματικόν, ή εάν κινηθή εν τη καρδία άκουσιόν τι, μετά του λογισμου εξαίφνης ύλη ηδονής κινείται εξ εκείνου και διαπέμπεται εν όλω τω σώματι.
Και εί εστίν ισχυρά η διάνοια του σώφρονος και αγνού εν τοις εαυτού λογισμοίς, εκ της αισθήσεως εκείνης της εν τοις μέλεσιν, ευθέως ταράσσεται η διάκρισις αυτού και ως από υψηλού τίνος τόπου κατέρχεται εκ του εαυτού τόπου, εν ώ ίσταται. Και η οσιότης των λογισμών αυτού κυλίεται και η σωφροσυνη η λαμπρά ρυπούται εν τη εκταράξει των παθών των εισελθόντων είς την καρδίαν εν τη εκπυρώσει των μελών. Και τότε το ήμισυ της δυνάμεως αυτού εξασθενεί, ώστε ειπείν και του πρώτου σκοπού της ελπίδος εαυτού επιλαθέσθαι και προ του εισελθείν είς τον αγώνα ευρίσκεται χωρίς αγώνος υπεύθυνος, και χωρίς καμάτου των εαυτού εχθρών υπεύθυνος γίνεται υποκάτωθεν του θελήματος του ατόνου της σαρκός.
Ταυτά πάντα αναγκάζει η προαίρεσις η μεγάλη του κόρου του αδιάλειπτου το θέλημα του αγαθού ανθρώπου, και εάν διάγη καλώς εν τω λιμένι της σωφροσύνης, αλλά εκκλίνει παραδοθήναι είς όπερ ουδέποτε εβουλήθη ανελθείν εν τη καρδία εαυτού. Και όταν κοιμηθή μόνος, η συναγωγή των λογι¬σμών των περιεχόντων τάς ματαίας φαντασίας τε και αισχράς περικυκλούσιν αυτόν και ποιούσι την στρωμνήν αυτού εκείνην την καθαράν πανδοχείον πορνείας και θέατρον των θεωριών, όταν κοινωνή τη μετ' αυτών ομιλία εν τω μεθυσμώ των λογισμών και μολύνη τα εαυτού μέλη τα όσια εκτός πλησιασμού γυναικός. Ποία θάλασσα ταράσσεται ούτω και βράζει εκ του χειμώνος, ώσπερ ταράσσεται ο νους ο καταστάς εν τη ισχύι των κυμάτων των εξυπνιζομένων επ' αυτώ εν τη θαλάσση της σαρκός αυτού εκ της πλησμονής της γαστρός;
Ω σωφροσύνη, πόσον λαμπρύνεται το κάλλος σου εν τη χαμευνία και εν τω πόνω της πείνης της αφαιρούσης εκ σου του ύπνου, εκ της κακοπαθείας της σαρκός, της γενομένης ώσπερ λάκκος βαθύς μεταξύ των πλευρών και των εντέρων, δια την αποχήν των βρωμάτων. Παν βρώμα και πάσα ανάπαυσις λαμβανόμενα έσωθεν ημών, ομοιώματα αισχρά και είδωλα αηδή πλάττουσι και γεννώνται εξ αυτών και εξέρχονται και καθορώνται εν τω τόπω τω κρυπτώ της διανοίας ημών και γαργαλίζουσιν ημάς συγκοινωνήσαι κρυπτώς εν πράγμασιν αισχροίς. Κένωμα δε γαστρός, χωράν έρημον ποιεί το φρόνημα ημών, το εκ των λογισμών ηρεμούν και ησυχάζον εκ πάντων των ταραχωδών λογισμών. Εκείνη η εκ του κόρου εμπεπληγμένη, χώρα εστί των θεωριών και τετράπυλον των φαντα¬σμάτων των ατόπων ποιεί αυτήν, καν και εν ερήμω ώμεν μόνοι. «Κόρος» γαρ, φησί, «των πολλών επιθυμεί».
Όταν αξιωθής της χάριτος της θεϊκής και της απαθείας της ψυχής, σύνες ότι ουκ εξ εκείνου του μη διαλθείν δια σου τους αηδείς λογισμούς ή την κίνησιν των λογισμών των εν τω σώματι γινομένων (εκτός γαρ αυτών αδύνατον τίνα είναι), ουδέ εξ εκείνων των ευχερών υπό σου νικωμένων, ότε παντελώς η διάνοια ου μολύνεται, ουδέ ταράσσεται, καν και λίαν υψηλή ή αυτή, αλλ' εξ εκείνων των της ενεργείας της κρείττονος της δια¬νοίας ουκ αφίεται ο νους πολεμήσαι μετ' αυτών και απολέσαι αυτούς, αλλ' όταν παρακύψη λογισμός, αρπαγή αρπάζεται εκ των έγγιστα αυτών εν βία τινι τη έξωθεν του θελήματος ούση, τη από συνηθείας και της χάριτος κατασχούση ζύμην εντός της καρδίας, ήπερ εστίν οίκος της διανοίας.
Άλλος εστίν ο νους του αγωνιστού, και άλλη η τάξις της ιερωσύνης. Διάνοια, ήτις εν ελέει τω ουρανίω ενεκρώθη τω κόσμω, ψιλούς λογισμούς μόνον περί τίνων έχει, χωρίς πά¬λης και αγώνος. Η τελειότης η μετά σαρκός και αίματος συνεζευγμένη, βασιλείαν βασιλεύει των εκ της σαρκός και αίματος βρυόντων, και ουχί καταργήσει καταργεί αυτούς και τους ιδίους της φυσεως, έως αν ακμήν εν τη ζωή τη εκ των στοιχείων σφύζη το νόημα της ζωώσεως του ανθρώπου και εκ των τεττάρων χυμών ο θεμέλιος του νου αυτού λαμβάνει αλλοίωσιν εν πάση κινήσει και ροπή.
Τω δε Θεώ ημών είη δόξα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ Ο': ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΛΟΓΩΝ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΓΡΑΦΗΣ ΤΩΝ ΠΡΟΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΝ ΕΡΕΘΙΖΟΝΤΩΝ
ΟΤΙ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΣΘΕΝΕΙΑΝ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ ΕΡΡΕΘΗΣΑΝ, ΙΝΑ ΜΗ ΑΠΟΛΩΝΤΑΙ ΑΠΟ ΘΕΟΥ ΖΩΝΤΟΣ, ΚΑΙ ΟΤΙ ΟΥ ΔΕΙ ΠΡΟΣ ΑΦΟΡΜΗΝ ΤΟΥ ΑΜΑΡΤΑΝΕΙΝ ΕΚΛΑΜΒΑΝΕΙΝ ΑΥΤΟΥΣ

Την ανδρείαν, ην οι πατέρες εν ταίς θείαις Γραφαίς αυτών τεθείκασι και την δυναμιν την εν ταίς των αποστό¬λων και προφητών γραφαίς περί της μετανοίας, ου χρή ημάς εκλαμβάνειν προς βοήθειαν του αμαρτάνειν και καταλύειν τα όρια του Κυρίου τα αδιάβατα, άτινα από αρχαίων ήμερων δια στόματος πάντων των αγίων εν πάσαις ταίς γραφαίς και νομοθεσιαις προς αναίρεσιν της αμαρτίας ωρίσθησαν εν δυνάμει Θεού.
Ινα γαρ ελπίδα μετανοίας σχώμεν, εμηχανήσαντο υποκλέπτειν εκ της αισθήσεως τον φόβον της απογνώσεως, όπως προς μετάνοιαν τρέχη φθάσαι πας άνθρωπος, και μη αδεώς αμαρτάνη. Ιδού γαρ παντί τρόπω απεφήνατο ο Θεός τον φόβον εν πάσαις ταίς γραφαίς και έδειξε παρ ' αυτώ μισητήν την αμαρτίαν.
Ποίω γαρ τρόπω απεπνίγη η κατά τάς ημέρας του Νώε γενεά εν τω κατακλυσμώ; ουχί χάριν της λαγνείας, ηνίκα εξεμάνησαν κατά του κάλλους των θυγατέρων του Κάιν; Ουκ ην κατά τον καιρόν εκείνον φιλαργυρία, ουδέ πόλεμοι. Διατί δε αί πόλεις Σοδόμων πυρίκαυστοι γεγόνασιν; ουχ ότι δεδώκασιν εαυτών τα μέλη τη επιθυμία και τη ακαθαρσία, ώστε επικρατήσαι πάντων αυτών κατά το εαυτοίς θέλημα εις πάσας τάς εναγείς και ατόπους πράξεις; Ουχί δια πορνείαν ενός ανθρώπου πεπτώκασιν εις θάνατον εν μιά ροπή είκοσι και πέντε χιλιάδες των υιών Ισραήλ του πρωτοτόκου του Θεού; Τίνος δε χάριν εκβέβληται του Θεού Σαμψών ο γίγας, ο εκ μήτρας αφορισθείς τω Θεώ και αγιασθείς, και προ γενέσεως δι' αγγέλου ευαγγελισθείς κατά Ιωάννην τον του Ζαχαρίου, ο μεγάλης δυνάμεως καταξιωθείς και μεγάλων τεραστίων; Ουχ ότι εμίανε τα μέλη αυτού τα άγια τη συνουσία της πόρνης; Τούτου χάριν ουκ εμακρύνθη απ’αυτού ο Θεός και παρέδωκεν αυτόν τοις εχθροίς αυτού; Δαβίδ δε ο κατά την καρδίαν του Θεού, ο δια τάς αρετάς αυτού εκ σπέρματος αυτού αξιωθείς προσαγαγείν την επαγγελίαν των πατέρων και εξ αυτού εκλάμψαι τον Χριστόν εις σωτηρίαν πάσης της οικουμένης, ουχί δια μοιχείαν μιας γυναι¬κός ετιμωρήθη, ηνίκα τοις οφθαλμοίς εθεάσατο το κάλλος αυ¬τής και το βέλος εις την ψυχήν αυτού εδέξατο; Τούτου γαρ ένε¬κεν επήγειρεν αυτώ ο Θεός εκ του οίκου αυτού πόλεμον και ο εκ της όσφυος αυτού εδίωξεν αυτόν και ταύτα μετά πολλών δακρύων αυτού μετανοήσαντος, ώστε την στρωμνήν αυτού
βρέχειν τοις δάκρυσι, και του Θεού ειρηκότος αυτώ δια του προφήτου, «ο Κυριος αφείλε σου το αμάρτημα».
Βούλομαι μνημονεύσαι και τινων προ τούτου. Τίνος χάριν επήλθεν η οργή και ο θάνατος τω οίκω του ιερέως Ηλί του δικαίου γέροντος, του τεσσαράκοντα έτη εν τη ιερωσύνη διαπρέψαντος; Ουχί δια την ανομίαν των τέκνων αυτού Οφνί και Φινεές; Ουδέ γαρ αυτός επλημμέλησεν, ουδέ εκείνοι τη τούτου γνώμη, άλλ' ότι ουκ είχε ζήλον απαιτήσαι την εκδίκησιν Κυρίου άπ' αυτών και μάλλον τούτους ηγάπα ή τα προστάγμα¬τα του Κυρίου. Ίνα ουν μη υπολάβη τις, ότι εις μόνους τους πάσας τάς ημέρας της ζωής αυτών εν ανομίαις ζήσαντας ενδείκνυσι την οργήν αυτού, χάριν του ατόπου τούτου αμαρτήματος, ιδού εν τοις γνησίοις αυτού ενδείκνυσι τον ζήλον αυτού, εν τε ιερεύσι και κριταίς και άρχουσι και ανθρώποις ηγιασμένοις αυτώ, οίς τάς θαυματουργίας ενεπίστευσεν.
Αποδέδεικται, ότι ουδαμώς, όταν φανώσι τάς θεσμοθεσίας αυτού παραβάντες, παρορά, ως γέγραπται εν τω Ιεζεκι¬ήλ, «είπε τω άνθρώπω, ω εντέταλται πορθήσαι την Ιερουσα¬λήμ τη αόρατω ρομφαία, άπ' έμπροσθεν του θυσιαστηρίου μου άρξαι, και μη ελεήσης γέροντα μήτε νεώτερον», ίνα ενδείξηται, ότι γνήσιοι και προσφιλείς αυτώ εισίν οι εν φόβω και ευλαβεία πορευόμενοι έμπροσθεν αυτού και ποιούντες το θέλημα αυτού, και άγιοι του Θεού εισίν η ενάρετος πράξις και η καθαρά συνείδησις. Τους μέντοι εκφαυλίζοντας τάς οδούς Κυρίου, και αυτός εκφαυλίζει αυτούς και απορρίπτει από προσώπου αυτού και την χάριν αυτού αίρει άπ' αυτών. Διατί γαρ ή άπόφασις η κατά του Βαλτάσαρ εξήλθεν εξαίφνης και ως εν τύπω χειρός τούτον επάταξεν; Ουχ ότι κατετόλμησε των αψαύστων αναθημάτων, ων εφήρπασεν από Ιερουσαλήμ και εις αυτά έπιεν αυτός και αι παλακίδες αυτού; Ουτω και οι αφιερώσαντες τα εαυτών μέλη τω Θεώ, και πάλιν τολμώντες τούτοις εις τάς κοσμικάς πρά¬ξεις κεχρήσθαι, αοράτω πληγή απόλλυνται.
Ουκούν μη, τη προσδοκία της μετανοίας και εν τη ευτολμία τη δεδομένη ημίν παρά των θείων Γραφών, καταφρονήσωμεν των του Θεού λογίων και απειλών και παροργίσωμεν αυτόν τη ατοπία των πράξεων ημών και χράνωμεν τα μέλη ημών άπερ καθάπαξ αφιερώσαμεν δουλεύειν τω Θεώ. Ιδού γαρ ηγιάσθημεν αυτώ και ημείς, ως Ηλίας και Ελισσαίος και οι υιοί των προφητών και οι λοιποί των αγίων και παρθένων, οίτινες τάς μεγάλας θαυματουργίας επετέλουν και πρόσωπον προς πρόσωπον ελάλουν τω Θεώ, και όσοι μετ' εκείνους, ως Ιωάννης ο παρθένος και ο άγιος Πέτρος και ο λοιπός κατάλο¬γος των της Καινής ευαγγελιστών και κηρύκων, οίτινες αφιέρωσαν εαυτούς τω Κυρίω και εδέξαντο παρ' αυτού τα μυστή¬ρια, οι μεν εκ στόματος αυτού, οι δε δι' αποκαλύψεων, και εγένοντο μεσίται Θεού και ανθρώπων και κήρυκες της βασιλείας τη οικουμένη.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΟΑ': ΠΕΡΙ ΕΚΕΙΝΩΝ ΔΙ ΩΝ ΚΤΗΣΑΣΘΑΙ ΤΙΣ ΔΥΝΑΤΑΙ ΤΗΝ ΑΛΛΟΙΩΣΙΝ ΤΩΝ ΚΡΥΠΤΩΝ ΝΟΗΜΑΤΩΝ
ΜΕΤΑ ΤΗΣ ΑΛΛΟΙΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΤΗΣ ΕΞΩ
Όσον τις εστίν εν τη ακτημοσύνη, η εκδημία της ζωής ανέρχεται εν τη αυτού διανοία αεί και εν τη ζωή τη μετά την ανάστασιν ποιεί την εαυτού μελέτην πάντοτε και την ετοιμασίαν άπασαν εκείσε μηχανάται εν παντί καιρώ και υπομονήν κτάται κατά πάσης τιμής και σωματικής αναπαύσε¬ως εν τω λογισμώ αυτού σπειρομένης και λογισμός υπέρ της καταφρονήσεως του κόσμου εν τη διανοία αυτού σφύζει καθ ώραν. Και θαρρεί εν τη διανοία αυτού και κτάται κραταιάν καρδίαν εν παντί καιρώ κατά παντός κινδύνου και φόβου εργαζομένου θάνατον άλλ' ουδέ εκ του θανάτου φοβείται. Διότι εν πάση ώρα αυτώ προσέχει, ως πλησιάζοντι και αυτόν προσδοκά, και η μέριμνα αυτού ερριμμένη εστίν έπι τον Θεόν εν πάση πεποιθήσει αδιστάκτω. Και εάν απαντήσωσιν αυτώ θλί¬ψεις, γίνεται ώσπερ τις πεπεισμένος και γινώσκων ακριβώς, ότι στέφανον προξενούσιν αυτώ, και εν πάση χαρά υπομένει αυτάς και εν αγαλλιάσει και ευφροσύνη υποδέχεται αυτάς. Διότι γινώσκει, ότι ο Θεός αυτός εστίν ο οικονομήσας αυτάς αυτώ, δια τα κέρδη των αιτιών των αγνώστων εν οικονομία μη φανερουμένη.
Εάν δε συμβή αυτώ εξ αίτιας τινός τι των παρερχομένων κτήσασθαι εν τη εργασία και μηχανή εκείνου του σοφού των κακών πάντων, αυτή τη ώρα ο πόθος του σώματος άρχε¬ται κινείσθαι εν τη ψυχή αυτού, και ζωήν μακράν εννοεί και λογισμοί της αναπαύσεως της σαρκός αναβαίνουσι και εξανθούσιν εν αυτώ κατά πάσαν ώραν και κατακρατεί τα του σώματος και ζητεί εν εαυτώ ει δυνατόν κατά πάντα τρόπον τροπώσασθαι τα συνιστώντα αυτώ την ανάπαυσιν αυτού και εξέρχεται εκ της ελευθερίας εκείνης της ανυποτάκτου τινός των λογισμών των του φόβου. Και εντεύθεν εν πάσι τούτοις τάς εν¬νοίας τας ποιούσας την πτόησιν και τάς αιτίας του φόβου εννοεί και διαλογίζεται, διότι ελήφθη εξ αυτού το θάρσος εκείνο της καρδίας, όπερ εκτήσατο ότε ην υψηλότερος του κόσμου εν τη ακτημοσύνη αυτού, ο επλούτισεν εν τη εαυτού ψυχή, δια το κληρονόμον είναι του κόσμου κατά το μέτρον, ων εκτήσατο, και τον φόβον δέχεται κατά τον νόμον και την οικονομίαν την ορισθείσαν εκ Θεού. Οποίω μέρει ετοιμαζομένων των μελών ημών είς την ενέργειαν αυτού, δούλοι γινόμεθα και πειθήνιοι εν τω δουλεύειν παντί φόβω κατά τον λόγον του Αποστόλου.
Πρό πάντων των παθών η φιλαυτία, προ δε πασών των αρετών η της αναπαύσεως καταφρόνησις. Ο παραβάλ¬λων το σώμα αυτού εν αναπαύσεσιν, εν χώρα ειρήνης θλίβει αυτό. Ο τρυφήσας εν νεότητι αυτού, δούλος εν τω γήρα αυτού γίνεται και είς τα τελευταία αυτού στενάζει. Καθάπερ ου δύνα¬ται ο την κεφαλήν έχων είς το ύδωρ αναπνεύσαι τον αέρα τον λεπτόν τον επιχεόμενον εν τω κόλπω τω κενώ τούτω, ούτως ου δύναται ο βαπτίζων την διάνοιαν εαυτού εν τη ενταύθα μερίμνη εισδέξασθαι την αναπνοήν της αισθήσεως εκείνου του κόσμου του καινού. Καθάπερ συγχέει η οσμή του θανάτου την κράσιν του σώματος, ούτως η θεωρία η άτοπος την ειρήνην της διανοίας.
Καθάπερ αδύνατον γενέσθαι την υγείαν και την νόσον εν ενί σώματι και μη φθαρήναι το θάτερον από του ετέρου, ούτως αδύνατον τον πλούτον του αργύρου και την αγάπην εν οίκω γενέσθαι ενί και μη φθαρήναι το εν υπό του ετέρου αυτών. Καθάπερ η ύαλος ου δύναται εν τω κρούσματι της γειτ¬νιάσεως του λίθου σώα διαμείναι, ούτως ουδέ ο άγιος διαμέ¬νων και προσμένων και συνομιλών μετά γυναικός διαμείναι εν τη εαυτού καθαρότητι και μη σπιλωθήναι. Καθάπερ εκτίλλονται τα δένδρα υπό της ραγδαίας των υδάτων και διηνεκούς επιρρεύσεως, ούτω και η του κόσμου αγάπη εκ της καρδίας εν τη επιρρεύσει των πειρασμών επιπιπτόντων τω σώματι.
Ώσπερ καθαίρουσι τα φάρμακα την ακαθαρσίαν των χυμών των πονηρών εκ του σώματος, ούτως η σφοδρότης των θλίψεων καθαιρεί τα πονηρά εκ της καρδίας. Καθάπερ ου δυνατόν τον νεκρόν αισθέσθαι των πραγμάτων των ζώντων, ούτω του μοναχού του τεθαμμένου εν τη ησυχία ως εν τάφω η ψυχή στερείται του χειμώνος του συνήθους έχοντος υποκαπνίζειν εκ της αισθήσεως των πραγμάτων των εν μέσω ανθρώ¬πων αναστρεφόμενων.
Ώσπερ ου δυνατόν αβλαβή διαμείναι τον φειδόμενον του εχθρού αυτού εν τη παρεμβολή του πολέμου, ούτως αδύνατον και τον αγωνιστήν την ψυχήν εαυτού ρύσασθαι εκ της απώλειας του ιδίου φειδόμενον σώματος. Ώσπερ η νεότης εκ τών φοβερών θεαμάτων εκπλήττεται και δραμούσα επικρατεί τα κράσπεδα των γονέων αυτής, επικαλούμενη αυτούς, ούτως η ψυχή καθ' όσον στενούται και θλίβεται εκ του φόβου των πειρασμών, προστρέχει προσκολληθήναι τω Θεώ, επικαλου¬μένη αυτόν εν δεήσει διηνεκεί. Και όσον οι πειρασμοί διαμένουσιν αλλεπαλλήλως προσπίπτοντες, πληθύνει την δέησιν και όταν εν πλατυσμώ πάλιν γένηται, τφ μετεωρισμώ εαυτήν εκδίδωσιν.
Ώσπερ οί παραδιδόμενοι είς τάς χείρας των κριτών του τιμωρηθήναι υπέρ της κακίας, εάν όταν προσεγγίσωσι ταίς βασάνοις, ταπεινώσωσιν εαυτούς και παραχρήμα εξομολογώνται είς την αδικίαν αυτών, ελαττούται η τιμωρία αυτών και εν μικραίς θλίψεσι λυτρούνται εν τάχει, εάν δε σκληροί προς εξομολόγησιν γένωνται άδικοι τίνες εν αυτοίς προστίθενται αυτοίς βάσανα και εσχάτως ακουσίως εξομολογούνται μετά τα πολλά βάσανα, ηνίκα και αι πλευραί αυτών πληρωθώσι πληγών και ουδέν ωφελούνταν ούτω ημείς όταν υπέρ των πλημμελημάτων ημών, ων ασκόπως εκτησάμεθα, υπό του ελέ¬ους παραδιδώμεθα ταις χερσί του δικαιοκρίτου των απάντων και κελευώμεθα κατέναντι της ράβδου των πειρασμών, έως αν ευχερής γένηται ημίν η κόλασις η εκείθεν εάν, ότε προσεγγίσει εν ημίν η ράβδος του κριτού, ταπεινωθώμεν και μνημονεύσωμεν των αδικημάτων και εξομολόγησιν ποιησώμεθα ενώπιον του εκδικητού, εν πειρασμοίς βραχέσι ταχύ ρυσθησόμεθα, εάν δε σκληρυνθώμεν εν ταις θλίψεσιν ημών και μη εξομολογησώμεθα, ως αίτιοι των τοιούτων υπάρχοντες και άξιοι και πλείονα τούτων παθείν, αλλ' επαιτιώμεθα τους ανθρώπους, ποτέ δε και τους δαίμονας, και εν καιρώ την δικαιοσύνην του Θεού, και συνιστώμεν εαυτούς αθώους των τοιούτων έργων και ουκ εννοώμεν, ότι ο Θεός ημάς επί πλέον επίσταται και γινώσκει κάί ότι εν πάση τη γη τα κρίματα αυτού εστί και ότι χωρίς της εντο¬λής αυτού ου παιδεύεται άνθρωπος, δια τούτο πάντα τα επερχόμενα ημίν λύπην διηνεκή εμποιεί καί θλίψεις ημών σφοδραί γίνονται και εξ άλλης εις άλλην ως εν σχοινίω παραδιδόμεθα, έως αν γνώμεν εαυτούς και ταπεινωθώμεν και αισθηθώμεν των ανομιών ημών.
Εκτός γαρ του αισθηθήναι ημάς τούτων αδύνατον ελθείν εις κατόρθωσιν. Και εσχάτως εν πολλαίς καταπονούμενοι θλίψεσιν, ανωφελή ποιούμεν εξομολόγησιν, όποτε μη γενέ¬σθαι παράκλησιν πέφυκεν. Άλλα τούτο το αισθηθήναι τινά των αμαρτημάτων αυτού, εν Θεού εστί γινόμενον χάρισμα και εμπί¬πτον εις το φρόνημα, όταν ίδη ο Θεός ημάς, ότι κατεπονήθημεν εν τοις πολυτρόποις πειρασμοίς, ίνα μη απέλθω μεν εν πάσαις ταις συμφοραίς ημών και ταίς θλίψεσι, μηδέν ωφελούμενοι εκ του κόσμου τούτου.
Και ουκ εστίν ότι εκ της των πειρασμών δυσκολίας ου συνίεμεν, αλλ' εκ της αγνωσίας. Πολλάκις δε τίνες εν τοις τοιούτοις όντες εξέρχονται του κόσμου τούτου υπεύθυνοι και μη εξομολογούμενοι, αλλ' απαρνούμενοι και επαιτιώμενοι, ο δε Θεός ο ελεήμων εξεδέχετο, ει πως ταπεινωθώσιν, ίνα συγχωρήση αυτοίς και ποιήσειεν έκβασιν. Και ου μόνον των πειρα¬σμών αυτών εποίει αν έκβασιν, αλλά και τα παραπτώματα συν¬έχω ρησεν, ιλεούμενος τη εξομολογήσει τη μικρά της καρδίας.
Ώσπερ τις άνθρωπος, προσφοράν μεγάλην προσφέρων τω βασιλεί, κτάται όψιν ιλαράν, ούτω του έχοντος δάκρυα εν τη προσευχή αυτού, ο Θεός ο μέγας ο βασιλεύς των αιώνων πάντα τα μέτρα των παραπτωμάτων συγχωρεί και κτάσθαι παρ' αύτω κεχαριτωμένην όψιν ποιεί. Ώσπερ πρόβατον της μάνδρας εξερχόμενον και εν τω μετεωρισμώ της ποιμάνσεως πορευόμενον, παρά τω φωλεώ των λύκων ίστα εαυτό, ούτως ο μοναχός ο αφορίζων εαυτόν εκ της συναγωγής των εταίρων αυτού εν ονόματι καθίσματος ησυχαστικού, και διαμένει απαν¬τών και απερχόμενος και προσεγγίζων ταίς θεωρίαις και τοις θεάτρων θεάμασιν εν ταίς πόλεσι διερχόμενος.
Ώσπερ άνθρωπος επί των ώμων εαυτού μαργαρίτην βαστάζων πολύτιμον και απερχόμενος εν οδώ ληστευομένη και εν φήμαις φημιζομένη κακαίς, εν πάση ώρα εν φόβω εστί, μήπως επιβουλευθή, ούτως ο τον μαργαρίτην της σωφροσύνης βαστάζων και οδεύων εν τω κοσμώ, τη των εχθρών οδώ, έως αν έλθη εν τη μονή του μνήματος (ήτις εστίν η χώρα της πεποιθήσεως) ουκ έχει ελπίδα εξειλήσαι των ληστών και των πορθητών. Μη τάχα εκείνος ο φέρων τον μαργαρίτην τον πολύτιμον δύναται μη φοβηθήναι; Ούτως ουδέ ουτος γινώσκει εν ποίω τόπω και εκ ποίων και ποία ώρα παρακύπτουσιν επ' αυτώ και γυμνούσιν εξαίφνης αυτόν της ελπίδος αυτού, και έσται εν τη θύρα του οίκου αυτού, όπερ εστίν ο καιρός του γήρως αυτού εκπορθούμενος.
Ωσπερ άνθρωπος πίνων οίνον εν ημέρα πένθους και μεθυσκόμενος άπάσης λυπης των εαυτών πόνων επιλανθάνεται, ουτως ο μεθυσθείς τη αγάπη του Θεού εν τω κόσμω τούτω ός εστίν οίκος κλαυθμού των πόνων και των λυπών εαυτού απασών και γίνεται αναίσθητος εξ όλων των παθών της αμαρτίας, δια την μέθην εαυτού. Ου τίνος η καρδία τη ελπίδι επιστήρικται του Θεού και η ψυχή ζώον πτερωτόν κούφον εστί, και εν πάση ώρα η διάνοια αυτού εκ της γης υψούται και υπεράνω των ανθρωπίνων ίπταται εν τη αδολεσχία των λογισμών εαυτού και εν τοις αθανάτοις του υψίστου κατατρυφά.
Ω η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΟΒ': ΠΕΡΙΕΧΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΩΦΕΛΙΜΟΥΣ ΠΕΠΛΗΡΩΜΕΝΑΣ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
Η πίστις η θυρα εστί των μυστηρίων. Καθάπερ γαρ οι σωματικοί οφθαλμοί τοις αισθητοίς πράγμασιν, ούτω και η πίστις τοις οφθαλμοίς τοις κρυπτοίς. Εν τοις νοεροίς οφθαλμοίς οφθαλμούς μεν δυο ψυχικούς κεκτήμεθα, καθώς λέγουσιν οι πατέρες, καθάπερ τους δυο οφθαλμούς του σώματος, και ουχ η αυτή χρεία της θεωρίας εν εκάστω. Εν ενί μεν γαρ οφθαλμώ ορώμεν τα κρυπτά της δόξης του Θεού τα κεκρυμμένα εν ταίς φύσεσιν, ήγουν την δύναμιν αυτού και την σοφίαν και την πρόνοιαν την συναΐδιον την περί ημάς, την καταλαμβανομένην εκ της μεγαλειότητος της κυβερνήσεως αυτού είς ημάς. Ομοίως δε και τα τάγματα τα ουράνια εν τουτω τω οφθαλμώ θεωρούμεν τα σύνδουλα ημών.
Εν δε τω ετέρω οφθαλμώ θεωρούμεν την δόξαν της φύσεως αυτού της αγίας, ότε ευδοκήσει ο Θεός εισάξαι ημάς είς τα μυστήρια τα πνευματικά και την θάλασσαν της πίστεως ανοίξει εν τη διανοία ημών.
Χάρις μετά χάριν μετά το βάπτισμα η μετάνοια εδόθη τοις ανθρώποις. Μετάνοια γαρ εστίν αναγέννησις δευτέρα εκ του Θεού. Και όνπερ εκ της πίστεως αρραβώνα εδεξάμεθα, δια της μετανοίας το χάρισμα αυτού εκδεχόμεθα. Μετάνοια εστίν η θύρα του ελέους, η ανεωγμένη τοις διώκουσιν αυτήν. Διά της θύρας ταύτης εισερχόμεθα προς το θείον έλεος, και εκτός ταύ¬της της εισόδου ουχ ευρήσομεν έλεος. Διότι «πάντες ήμαρτον», κατά την θείαν Γραφήν, «δικαιούμενοι δωρεάν τη αυτού χάριτι». Η μετάνοια εστίν η χάρις η δευτέρα και τίκτεται εν τη καρδία εκ της πίστεως και του φόβου, ο φόβος δε εστί ράβδος πα¬τρική η κυβερνώσα ημάς, έως αν φθάσωμεν εις τον παράδεισον των αγαθών, τον πνευματικόν, και όταν εκεί φθάσωμεν, αφίησιν ημάς και στρέφεται.
Παράδεισος εστίν η αγάπη του Θεού, εν η η τρυφή πάντων των μακαρισμών, όπου ο μακάριος Παύλος ετράφη τροφήν παρά την φύσιν, και αφ' ου εγεύσατο του ξύλου της ζωής εκείσε, έκραξε λέγων «α οφθαλμός ουκ είδε, και ους ουκ ήκουσε, και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν». Εκ του ξύλου τούτου εκωλύθη ο Αδάμ δια της συμβουλής του διαβόλου.
Τό ξύλον της ζωής εστίν η αγάπη του Θεού, αφ' ης εξέπεσεν ο Αδάμ και ουκ έτι απήντησεν αυτόν η χαρά, αλλ' εν τη γη των ακανθών εργάζετο και εκοπία. Οι της αγάπης του Θεού στερηθέντες, άρτον ιδρώτος εσθίουσιν εν τοις έργοις αυτών, καν ευθύτητι πορεύωνται, όν ο πρωτόπλαστος επετράπη φαγείν μετά την έκπτωσιν. Έως αν εύρωμεν την αγάπην, εν τη γη των ακανθών εστίν η εργασία ημών και εν μέσω των ακαν¬θών σπείρομεν και θερίζομεν, καν και ο σπόρος ημών γένηται σπόρος δικαιοσυνης, και εν πάση ώρα κεντούμεθα εξ αυτών, και οπόσον αν δικαιωθώμεν, εν ιδρώτι του προσώπου ημών ζώμεν
Και όταν εύρωμεν την αγάπην, άρτον ουράνιον τρεφόμεθα και ενδυναμούμεθα άνευ έργου και κόπου. Ο ουράνιος άρτος εστίν ο Χριστός, ο κατελθών εκ του ουρανού και ζωήν διδούς τω κόσμω. Και αύτη εστίν η τροφή των Αγγέλων.
Ο ευρών την αγάπην, τον Χριστόν εσθίει καθ' εκάστην ημέραν και ώραν και αθάνατος γίνεται εκ τούτου. «Ο τρώ¬γων», φησίν, «εκ του άρτου, όν εγώ δώσω αυτώ, θάνατον ουκ όψεται εις τον αιώνα». Μακάριος εστίν ο εσθίων εκ του άρτου της αγάπης, ός εστίν Ιησούς. Ότι δε ο εσθίων εκ της αγάπης τον Χριστόν εσθίει τον επί πάντων Θεόν, μαρτυρεί Ιωάννης λέ¬γων, «ο Θεός αγάπη εστί».
Λοιπόν ζωήν εκ του Θεού καρπούται ο εν τη αγάπη ζών, και εν τω κόσμω τούτω του αέρος εκείνου της αναστά¬σεως οσφραίνεται εκ των ώδε. Εν τούτω τω αέρι τρυφώσιν οι δίκαιοι εν τη αναστάσει. Η αγάπη εστίν η βασιλεία, ην επηγγείλατο ο Κύριος μυστικώς τοις Αποστόλοις φαγείν εν τη βασι¬λεία αυτού. Το γαρ εσθίετε και πίνετε εν τη τραπέζη της βασι¬λείας μου τι εστίν, ει μη αγάπη; Ικανή γαρ θρέψαι τον άνθρωπον η αγάπη αντί βρώσεως και πόσεως.
Ούτος εστίν ο οίνος, ο ευφραίνων καρδίαν ανθρώπου. Μακάριος ο πιών εκ του οίνου τούτου. Εκ τούτου έπιον οι ακόλαστοι και ηδέσθησαν, και οι αμαρτωλοί και επελάθοντο τάς οδους των προσκομμάτων, και οι μέθυσοι και εγένοντο νηστευταί, και οι πλούσιοι και επεθύμησαν την πτωχείαν, και οι πένητες και επλούτησαν τη ελπίδι, και οι άρρωστοι και εγένοντο δυνατοί, και οι ιδιώται και εσοφίσθησαν.
Ώσπερ ου δυνατόν εστί περάσαι την θάλασσαν την μεγάλην χωρίς πλοίου και καράβου, ούτως ου δύναται τις περάσαι χωρίς φόβου προς την αγάπην. Την θάλασσαν την οζομένην, την τεθείσαν μεταξύ ημών και του νοερού παραδείσου, δια καράβου της μετανοίας παρελθείν δυνάμεθα της εχούσης τους κωπηλάτας του φόβου. Εάν δε οι κωπηλάται ούτοι του φόβου ου κυβερνώσι το πλοίον τούτο της μετανοίας, δι' ης διερχόμεθα την θάλασσαν του κόσμου τούτου προς τον Θεόν, καταποντιζόμεθα εν τη οζομένη θαλάσση. Η μετάνοια εστί το πλοίον, ο φόβος δε ο κυβερνήτης αυτού, η αγάπη ο λιμήν ο θεϊ¬κός.
Καθίζει ουν ημάς ο φόβος εν τω πλοίω της μετανοίας και διαβιβάζει ημάς την θάλασσαν του βίου την οζομένην και προς τον λιμένα τον θείον, ός εστίν η αγάπη, οδηγεί ημάς εις όν πειρώσι πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι εν τη μετανοία. Και ότε φθάσομεν την αγάπην, εφθάσαμεν εις τον Θεόν, και η οδός ημών ετελειώθη, και διέβημεν προς την νήσον, την εκείθεν του κόσμου ούσαν, όπου ο Πατήρ και ο Υιός και το άγιον Πνεύμα. Αυτώ η δόξα και το κράτος, και ημάς αξίους ποιήσοι της δόξης αυτού και της αγάπης της δια του φόβου αυτού. Αμήν.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΟΓ' :ΠΕΡΙΕΧΩΝ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑΣ ΠΕΠΛΗΡΩΜΕΝΑΣ ΩΦΕΛΕΙΑΣ
ΑΣ ΕΝ ΤΗ ΑΓΑΠΗ ΕΛΑΛΗΣΕ ΤΟΙΣ ΕΝ ΤΑΠΕΙΝΩΣΕΙ ΑΚΟΥΟΥΣΙΝ ΑΥΤΟΥ
Ουκ έστιν έννοια αγαθή, μη ούσα εκ της χάριτος της θείας, εμπίπτουσα εν τη καρδία, και ουκ εστί λογισμός πονηρός προσεγγίζων τη ψυχή, ει μη προς πειρασμόν και πείραν.
Άνθρωπος φθάσας γνώναι το μέτρον της ασθενείας αυτού, ούτος έφθασε το τέλειον της ταπεινώσεως.
106 Ο οδηγών τα χαρίσματα του Θεού προς τον άνθρωπον, καρδία εστί κινουμένη προς ευχαριστίαν αδιάλειπτον. Ο οδηγών τον πειρασμόν προς την ψυχήν, η έννοια εστί του γογγυσμού, η κινουμένη αεί εν τη καρδία. Πάσας τάς ασθενείας των ανθρώπων βαστάζει ο Θεός, άνθρωπον δε αεί γογγύζοντα ουχ υπομένει, εάν μη παίδευση αυτόν. Ψυχή η απέχουσα εκ πάσης ελλάμψεως της γνώσεως, εν ταίς τοιαύταις εννοίαις ευρίσκεται
Στόμα διαπαντός ευχαριστούν, ευλογίαν δέχεται παρά του Θεού, και καρδία διαμένουσα εν ευχαριστία, εμπίπτει εν αυτή η χάρις.
Πρό της χάριτος τρέχει η ταπείνωσις και προ της παιδείας τρέχει η οίησις.
Ο εν τη γνώσει υπερηφανευόμενος παραχωρείται πεσείν εις βλασφημίαν, και ο εν τη αρετή της πράξεως επαιρόμενος, εν τη πορνεία παραχωρείται πεσείν, και ο εν τη σοφία αυτού επαιρόμενος, εν ταίς σκοτειναίς παγίσι της αγνοίας εμπεσείν παραχωρείται.
Άνθρωπος απέχων εκ πάσης μνήμης του Θεού, ούτος εστίν ο βαστάζων εν τη καρδία αυτού κατά του πλησίον μέριμναν εν τη μνήμη τη πονηρά. Ο τιμών πάντα άνθρωπον εν τη μνήμη του Θεού, ούτος ευρίσκει βοήθειαν παρά παντός ανθρώπου εν τω νεύματι του Θεού, εν τω κρυπτώ.
Ο απολογούμενος υπέρ του αδικουμένου, ευρίσκει τον Θεόν υπέρμαχον αυτού
Ο παρέχων τον βραχίονα εαυτού εις βοήθειαν του πλησίον αυτού, λαμβάνει τον βραχίονα του Θεού εις βοήθειαν εαυτού.
Ο κατηγορών τον αδελφόν αυτού εν τη κακίφ αυτού, ευρίσκει τον Θεόν κατήγορον εαυτού.
Ο διορθούμενος τον αδελφόν αυτού εν τω ταμείω αυτού, την ιδίαν κακίαν ιάται, και ο κατηγορών τίνα εν συναθροίσματι, ενισχύει τα ίδια τραύματα. Ο θεραπεύων τον αδελφόν αυτού κρυπτώς, την ισχύν της αγάπης αυτού έκδηλον ποιεί και ο καταισχύνων αυτόν εν οφθαλμοίς των εταίρων αυτού, την ισχύν του εν αυτώ φθόνου αποδεικνύει.
Φίλος εν κρυπτω ελέγχων, ιατρός σοφός εστίν, ό δε εν οφθαλμοίς πολλών ιατρεύων, ονειδίζων εστίν εν αληθεία.
Σημείον της συμπαθείας εστί συγχώρησις παντός οφλήματος, και σημείον του πονηρού φρονήματος αντιλογία προς τον πταίσαντα.
Ο προς υγείαν προσφέρων την παιδείαν, εν τη αγάπη παιδεύει, ο δε εκζητών εκδίκησιν, κενός εστίν εκ της αγά¬πης.
Ο Θεός παιδεύει εν τη αγάπη ουκ αμυνόμενος, μη γένοιτο, άλλ' ίνα ιαθή η εικών αυτού ζητεί και ου φυλάττει την οργήν εις καιρόν. Ούτος ο τρόπος της αγάπης εκ της ευθύτητας εστί και εμπαθώς εις άμυναν ουκ εκκλίνει.
Δίκαιος σοφός, τω Θεώ εστίν όμοιος* ου γαρ παιδεύει παντελώς άνθρωπον, αμυνόμενος αυτόν εις την κακίαν αυτού, αλλ' η ίνα διορθωθή ο άνθρωπος ή άλλοι φοβηθώσιν η δε μη ομοιούσα ταύτη ουκ εστί παιδεία.
Ο δι' ανταπόδοσιν ποιών το αγαθόν, ταχέως τρέπεται, ο δε τη δυνάμει της γνώσεως εαυτού θαυμάζων εν τη θεωρία την γνώσιν την ούσαν εν τω Θεώ, ούτος, ει και κατακόπτεται σαρκί, ουδέ εν τη διανοία εαυτού επαίρεται, ουδέ εκ της αρετής εκκλίνει ποτέ.
0 φωτίζων την διάνοιαν εαυτού προς την επάξιον του Θεού αμοιβήν, ούτος προς το βάθος της ταπεινοφροσυνης κατήντησε ψυχή τε και σώματι.
Πρό του γαρ εγγίσαι τις τη γνώσει, ανέρχεται και κατέρχεται εν τη πολιτεία αυτού, ότε δε προσεγγίσει τη γνώσει,όλος επάρσει επαίρεται, και όσον υψωθή, ου τελειούται η ανάβασις της γνώσεως αυτού, έως αν έλθη εκείνος ο αιών της δόξης και λάβη τον πλούτον αυτού πάμπαν.
Όσον γαρ τελειούται άνθρωπος προς τον Θεόν, τοσούτον οπίσω αυτού πορεύεται, εν δε τω αληθινώ αιώνι, το πρόσωπον εαυτού δεικνύει αυτώ, ουχ ό,τι εστι.
Όσον γαρ οι δίκαιοι εισέλθωσιν εν τη θεωρία αυτού, την εικόνα ως εν εσόπτρω θεωρούσιν, εκείσε δε την φανέρωσιν της αληθείας θεωρούσιν.
Τό πυρ το εν ξηροίς ξυλοις αναφθέν δυσχερώς σβεσθήσεται, και η θέρμη του Θεού η γινομένη και εμπίπτουσα εν τη καρδία του αποταξαμένου τω κόσμω, η πυρπόλησις αυτής ου σβεσθήσεται και εστί του πυρός δριμυτέρα.
Ο οίνος, όταν η δύναμις αυτού εισέλθη εις τα μέλη, επιλανθάνεται ο νους την ακρίβειαν των πάντων, και η μνήμη του Θεού, ότε κρατήσει νομήν εις την ψυχήν, απόλλυσι πάσαν μνήμης οράσεως εκ της καρδίας.
Διάνοια ευρούσα την σοφίαν του πνεύματος, ως άνθρωπος ευρίσκων πλοίον εν τη θαλάσση, και όταν καθήση εν αυτώ, διαβιβάζει εαυτόν εκ της θαλάσσης του κόσμου τούτου και φθάσαι ποιεί την νήσον του μέλλοντος αιώνος. Ουτως εστίν η αίσθησις του μέλλοντος αιώνος εν τω κόσμω τούτω, ως νήσος μικρά εν τη θαλασσή, και ο προσεγγίζων αυτή ουκέτι κοπιά εν τοις κύμασι της φαντασίας του αιώνος τούτου.
Ο έμπορος, όταν τελειωθή ο κλήρος αυτού, σπουδάζει απελθείν εις τον οίκον αυτού' και ο μοναχός, όσον ακμήν υπολείπεται ο καιρός της πράξεως αυτού, λυπείται χωρισθήναι εκ του σώματος τούτου, και όταν αισθηθή εν τη ψυχή αυτού, ότι εξηγόρασε τον καιρόν και έλαβε τον αρραβώνα αυτού, επι¬θυμεί τον μέλλοντα αιώνα.
Ο έμπορος όσον εστίν εν τη θαλάσση, ο φόβος εν τοίς μέλεσιν αυτού εστί, μήπως επαναστώσιν αυτώ τα κύματα και βυθισθή η ελπίς της εργασίας αυτού' και ο μοναχός όσον εστίν εν τω κόσμω, ο φόβος κατακρατεί της πολιτείας αυτού, μήπως εξυπνισθή κατ' αυτού ο χειμών και απολεσθή το έργον αυτού το εκ της νεότητος αυτού έως γήρως αυτού. Ο έμπορος την χέρσον θεωρεί, και ο μοναχός την ώραν του θανάτου.
Ο ναύτης τους αστέρας βλέπει, όταν διαβαίνη εν μέσω της θαλάσσης, και προς τους αστέρας κατευθύνει το πλοίον αυτού, έως αν φθάση τον λιμένα- και ο μοναχός εις την ευχήν βλέπει, διότι διορθοί αυτόν και κατευθύνει αυτού την πορείαν προς οποίον λιμένα ευθύνει η πολιτεία αυτού εν τη ευχή τη καθ' ώραν.
Ο ναύτης ορά την νήσον, εν η δήσει το πλοίον αυτού, και εκείθεν εφοδιάζεται και ευθύνεται πάλιν εις άλλην νήσον. Ουτως εστίν η πορεία του μονάχου όσον εστίν εν τη ζωή ταύτη' από νήσου εις νήσον διαβαίνει, ήτοι από γνώσεως εις γνώσιν, και εν τη αλλαγή των νήσων, ήτοι των γνώσεων, προκύπτει, έως αν ανέλθη εκ της θαλάσσης και προς την πόλιν την αληθινήν εκείνην καταφθάση η πορεία αυτού, εν η οι οικούντες εν αυτή ουκ εμπορεύονται πάλιν, αλλ' έκαστος εν τω πλούτω αυτού επαναπαύεται.
Μακάριος όστις η εμπορία αυτού ου συνεχύθη εν τω κόσμω τούτω τω ματαίω, έσωθεν της μεγάλης θαλάσ¬σης ταύτης. Μακάριος όστις το πλοίον αυτού ουκ εκλάσθη, και φθάσει εν χαρά προς τον λιμένα.
Ο νηχόμενος, γυμνός καταδύνει εν τη θαλάσση, έως αν εύρη τον μαργαρίτην και ο σοφός μοναχός γυμνός διαπορεύεται εν τω βίω, έως αν εύρη εν εαυτώ τον μαργαρίτην Ιησούν Χριστόν, και όταν εύρη αυτόν, ουκ έτι κτάται συν αυτώ τι των όντων.
Ο μαργαρίτης εν τοις ταμείοις φυλάττεται και η τρυφή του μοναχού έσωθεν της ησυχίας συντηρείται.
Η παρθένος εν ταίς συναγωγαίς και εν τοις πλήθεσι των λαών καταβλάπτεται και η διάνοια του μοναχού εν ταίς των πολλών συντυχίαις.
Το όρνεον εκ παντός τόπου προς την καλλιάν αυτού τρέχει του ποιήσαι τέκνα* και ο μοναχός ο έχων διάκρισιν ταχύνει εις το σκήνωμα εαυτού, του ποιήσαι εν αυτώ καρπόν ζωής.
Ο όφις όταν θλασθή όλν το σώμα αυτού, την κεφαλήν αυτού τηρεί. και ο σοφός μοναχός παραφυλάττεται εν παντί καιρώ την πίστιν αυτού, ήτις εστί αρχή της ζωής αυτού.
Νεφέλη καλύπτει ήλιον, και λόγοι πολλοί την ψυχήν την αρξαμένην φωτίζεσθαι εν τη θεωρία της ευχής καλύπτουσι.
Τό όρνεον το καλούμενον Ερωδιός, εν εκείνω τω καιρώ ευφραίνεται και αγαλλιάται κατά τον λόγον των σοφών, όταν αφορίση εαυτόν εκ της οικουμένης και πορευθή εις έρημον τόπον και οικήση εν αυτώ* ούτω και η ψυχή του μονάζοντος εν εκείνω τω καιρώ δέχεται την ουράνιον χαράν, όταν μακρυνθη εκ των ανθρώπων και απέλθη και οικήση εις την χώραν της ησυχίας και προσδοκήση τον καιρόν της εξόδου αυτού.
Ερρέθη περί του ορνέου του λεγομένου σειρήνας, ότι έκαστος ακούων του μέλους της φωνής αυτού, ούτως αιχμα¬λωτίζεται οπίσω αυτού εν τη οδοιπορία της ερήμου, ως επιλανθάνεσθαι εν τη ηδύτητι του μέλους και αυτής της ζωής και πίπτειν και αποθνήσκειν. Τούτω απεικάζεται το πράγμα της ψυχής. Όταν γαρ εμπέση η γλυκύτης η ουράνιος εν αυτή, έκ του μέλους της ηδύτητος των λογίων του Θεού των εμπιπτόν¬των εν αισθήσει εν τω νοΐ, ούτως όλη απέρχεται οπίσω αυτής, ως επιλανθάνεσθαι της ζωής ταύτης της σωματικής και στερείσθαι το σώμα των ορέξεων αυτού και υψούσθαι αυτήν προς τον Θεόν έκ της ζωής ταύτης.
Δ ένδρον εάν μη αποβάλη εαυτού τα πρότερον φύλλα πρώτον, ουκ εκφέρει τους νεαρούς κλάδους• και μοναχός, έως αν μη απορρίψειεν από της καρδίας αυτού την μνήμην των προτέρων εαυτού, ουκ εκφέρει νεαρούς καρπούς και κλάδους εν Ιησού Χριστώ.
Ο άνεμος λιπαίνει τους καρπους, και η μέριμνα του Θεού τους καρπούς της ψυχής.
Μύαξ, εν ω ο μαργαρίτης τίκτεται, κτίζεται εν αυτώ είδος τι σπινθήρος έκ της αστραπής και έκ του αέρος δέχεται την ύλην, καθώς εστί λόγος, και έως τότε σάρξ εστί ψιλή• και η καρδία του μονάχου έως αν δέξηται την ύλην την ουράνιον εν συνέσει, το έργον αυτής ψιλόν εστί και ουκ έχει έσωθεν των μυάκων τον καρπόν της παρακλήσεως.
Ο κύων ο λείχων το ρινίον, έκ του αίματος εαυτού πίνει, και ουκ οίδε την βλάβην αυτού έκ της γλυκύτητας του ιδίου αίματος* και ο μοναχός ο κλίνων πιείν κενοδοξίαν, εκ της ζωής αυτού συμπίνει, και ουκ αισθάνεται της βλάβης αυτού έκ της γλυκύτητος της προς ώραν γινομένης.
Η δόξα η κοσμική πέτρα εστίν εν τη θαλάσση σκεπαζομένη υπό των υδάτων, και ου γινώσκεται τω ναύτη, έως αν επιστή εν αυτή το πλοίον κάτωθεν και πληρωθή ύδατος* ούτως η κενοδοξία ποιεί εις τον άνθρωπον, έως αν βυθίση και απολέση αυτόν. Ερρέθη περί αυτής τοις πατράσιν, ότι εν τη κενοδόξω ψυχή στρέφονται πάλιν τα πάθη τα άπαξ ηττηθέντα και εξελθόντα εξ αυτής.
Νεφέλη μικρά σκεπάζει τον κύκλον του ηλίου, και ο ήλιος μετά την νεφέλην λίαν εστί θερμός- και ακηδία μικρά σκεπάζει την ψυχήν, και η χαρά η μετ'αυτήν μεγάλη εστί.
Τοις λόγοις των μυστηρίων των εν τη θεία Γραφή, χωρίς ευχής και αιτήσεως βοηθείας παρά του Θεού, μη προσέγ¬γισης, αλλά λέγε Κυριε, δός μοι λαβείν αίσθησιν της δυνάμε¬ως της εν αυταίς'. Κλείδας των νοημάτων των αληθινών των εν ταίς θείαις Γραφαίς την ευχήν λογίζου είναι.
Όταν θελήσης προσεγγίσαι τω Θεώ τη καρδία σου, πρώτον εν τοις σωματικοίς κόποις δείξον αυτώ τον πόθον σου. Εκ τούτων εστίν η αρχή της πολιτείας- μεγάλως γαρ προσεγγίζει η καρδία τω Θεώ εν τη ενδεία της χρείας εν τη ασκήσει του ενός είδους της τροφής, και ακολουθεί τοις έργοις. Και γαρ και ο Κύριος εκ τούτου εποίησε τον θεμέλιον της τελειώσεως.
Λόγισαι δε την αργίαν αρχήν σκοτώσεως της ψυχής, σκότωσιν δε επί σκοτώσει τάς συντυχίας των λόγων. Αφορ¬μή δε του προτέρου, το δευτερον. Εάν γαρ οι λόγοι της ώφελείας οι αμέτρως γινόμενοι σκότωσιν εμποιούσι, πόσω μάλλον τα μάταια; Ευτελίζεται γαρ ή ψυχή εν τω πλήθει της ομιλίας της πολλής, καν η παρασκευή αυτής εις τον φόβον του Θεού η. Λοιπόν η σκότωσις της ψυχής εκ της αταξίας της πολιτείας γί¬νεται.
Το μέτρον και ο όρος εν τη πολιτεία φωτίζουσι την διάνοιαν και την σύγχυσιν αποδιώκουσι. Η σύγχυσις της διανοίας ή από της αταξίας σκότωσιν εμποιεί τη ψυχή, και η σκότωσις θόλωσιν. Η ειρήνη εκ της καλής τάξεως γίνεται και το φως εκ της ειρήνης γεννάται εν τη ψυχή, και εκ της ειρήνης ο καθαρός αήρ εν τη διανοία αυγάζει.
Και προς το μέτρον του πελασμού της καρδίας προς την σοφίαν του πνεύματος εκ της του κόσμου αποξενώσεως, τοσούτον δέχεται την χαράν παρά του Θεού και διάκρισιν της σοφίας του πνεύματος εκ της του κόσμου αισθάνεται εν τη ψυχή εαυτού* ότι εν τη σοφία του πνεύματος η σιωπή κατακρα¬τεί εν τη ψυχή, εν δε τη κοσμική σοφία η πηγή του μετεωρισμού.
Και μετά την εύρεσιν της πρώτης σοφίας πληρούσαι ταπεινοφροσύνης πολλής και επιεικείας και ειρήνης της βασιλευούσης πάντων των λογισμών σου. Εντεύθεν και τα μέλη σου παύσονται και ησυχάσουσιν εκ της ταραχής και του στρηνιασμού. Μετά δε την εύρεσιν της δευτέρας σοφίας κτάσαι την υπερηφανίαν εν τω φρονήματί σου και λογισμούς παρηλλαγμένους αρρήτους και ταραχήν του νοός και αναίδειαν των αι¬σθήσεων και γαυρίασιν.
Μή νομίσης, ότι παρρησιασθήσεται εν προσευχή ενώπιον του Θεού άνθρωπος δεδεμένος εν τοις σωματικοίς. Ψυχή σκνιπευομένη στερείται της σοφίας, η δε ελεήμων σοφισθήσεται παρά του Πνεύματος. Ώσπερ έλαιον εις φαύσιν της λαμπάδος, ούτως η ελεημοσύνη τρέφει την γνώσιν εν τη ψυχή.
Η κλεις της καρδίας των θείων χαρισμάτων εν τη αγάπη του πλησίον δίδοται, και κατά το μέτρον της λύσεως της καρδίας εκ του δεσμού του σώματος κατά τοσουτον ανοίγεται έμπροσθεν αυτού η θύρα της γνώσεως. Διάβασις της ψυχής από κόσμου εις κόσμον η υποδοχή της συνέσεως εστί. Τι ωραία και επαινετή εστίν η αγάπη του πλησίον, εάν μη η μέρι¬μνα αυτής περισπάση ημάς εκ της αγάπης του Θεού; Τι ηδεία εστίν η συντυχία των πνευματικών ημών αδελφών, εάν δυνη¬θώ μεν φυλάξαι μετ ' αυτής και την μετά του Θεού;
Λοιπόν, καλόν εστί φροντίσαι και περί τούτων, έως αν επιτρέπη το αρμόζον τούτο δε εστί το μη πεσείν, προφάσει τούτου, της κρυπτής εργασίας και πολιτείας και αδιαλείπτου ομιλίας της προς τον Θεόν. Η γαρ σύγχυσις του δευτέρου, εκ της του πρώτου συστάσεως. Ουχ ικανοί δε ο νους προς δυο ομιλίας.
Η θεωρία των κοσμικών σύγχυσιν τη αποταξαμένη αυτούς ψυχή ποιεί δια το έργον του Θεού. Και των μεν πνευματι¬κών αδελφών η αδιάλειπτος ομιλία βλάπτει, των δε κοσμικών η θεωρία η εξώτερα και μόνη.
Την πράξιν την σωματικήν ου κωλυει η απάντησις των αισθήσεων, ο δε θέλων εκ της ειρήνης της διανοίας τρυγήσα! την χαράν εν τη εργασία τών κρυπτών και εκ των φωνών, χωρίς θεωρίας, ταράσσεται εις την ανάπαυσιν της καρδίας αυ του.
Η νέκρωσις η εσωτέρα χωρίς της αργίας των αισθήσεων ουχ ίσταται, και η σωματική πολιτεία εξυπνισμόν των αισθήσεων θέλει, η δε ψυχική πολιτεία τον εξυπνισμόν της καρδίας.
Ώσπερ εν τη φύσει κρείττων εστίν η ψυχή του σώματος, ούτω κρείσσόν εστί το έργον της ψυχής του σώματος. Και ώσπερ εν πρώτοις προηγήσατο η πλάσις του σώματος του εμφυσήματος, ούτω και τα σωματικά έργα προηγείται του έργου της ψυχής.
Μεγάλη δύναμις η μικρά πολιτεία η αεί διαμένουσα, και σταγών απαλή διαμένουσα την πέτραν την σκληράν κοιλαίνει.
Όταν προσεγγίση αναστήναι εν σοι ο πνευματικός άνθρωπος, η νέκρωσις η εκ πάντων εξυπνίζεται εν σοι και θερ¬μαίνεται η χαρά εν τη ψυχή σου τη ανομοίω της κτίσεως και συγκλείονται οι λογισμοί σου εντός σου εν τη ηδύτητι τη εν τη καρδία σου.
Καί όταν μέλλη ο κόσμος αναστήναι εν σοι, ο μετεωρισμός της διανοίας πληθύνεται εν σοι και το φρόνημα το μικρόν τε και άστατον. Κόσμον δε καλώ τα πάθη, άπερ κυίσκει ο με¬τεωρισμός, και όταν τεχθώσι και τελειωθώσι, γίνονται αμαρτίαι και αποκτείνουσι τον άνθρωπον. Ώσπερ ου γεννώνται τέ¬κνα χωρίς μητρός, ούτως ου γεννώνται τα πάθη χωρίς του μετεωρισμού της διανοίας, και ουδέ τελείωσις της αμαρτίας χωρίς της ομιλίας των παθών.
Όταν πληθυνθή η υπομονή εν ταίς ψυχαίς ημών, σημείον εστίν, ότι ελάβομεν εν τω κρυπτώ την χάριν της παρακλήσεως. Η ισχύς της υπομονής ισχυρότερα εστί των εννοιών της χαράς των εμπιπτουσών εν τη καρδία.
Η ζωή εν Θεώ, η κατάπτωσις των αισθήσεων εστίν. Ότε δε ζήσει η καρδία, καταπίπτουσιν αι αισθήσεις. Η ανάστασις των αισθήσεων εστίν η νέκρωσις της καρδίας. Και όταν αύται αναστώσι, σημείον εστί της νεκρώσεως της καρδίας από του Θεού.
Εκ των αρετών των μεταξύ των ανθρώπων πραττομένων ου λαμβάνει η συνείδησις την ευθύτητα.
Αρετή, ην δι' άλλων πράττει τις, ου δύναται καθάραι την ψυχήν, προς γαρ μισθόν έργων λογίζεται ενώπιον του Θεού. Ην δε εν εαυτώ ποιήσει άνθρωπος, προς τελείαν λογί¬ζεται αρετήν και τελειοί τα αμφότερα και προς ανταπόδοσιν λογίζεται και καθαρότητα εμποιεί. Διά τουτο χωρίσθητι του πρώτου και ακολούθησον τω δευτέρω. Εκτός γαρ μερίμνης της εν τούτω, το καταλείψαι το άλλο, έκπτωσις φανερά εκ του Θεού. Το δευτερον δε, και τον τόπον του πρώτου αναπληροί χωρίς ενεργείας αυτού.
Η ανάπαυσις και η αργία, απώλεια ψυχής εστί και πλείω των δαιμόνων δύνανται βλάψαι αύται. Το σώμα το ασθε¬νές, όταν καταναγκάσης εις έργα περισσότερα της δυνάμεως αυτού, σκότωσιν επί σκοτώσει εντίθης τη ση ψυχή και σύγχυσιν αυτή μάλλον επιφέρεις. Το δε σώμα το ισχυρόν, εάν τη ανα¬παύσει και τη αργία εκδός, πάσα κακία τελειούται εν τη ψυχή τη οικούση εν αυτώ, και εάν τις μεγάλως επιθυμή το αγαθόν, αλλά μετά μικρόν και αυτήν την έννοιαν του αγαθού, ην είχεν, αίρει απ' αυτού.
Όταν η ψυχή μεθυσθή εν τη χαρά της ελπίδος αυτής και εν τη ευφροσύνη του Θεού, αναισθητεί το σώμα των θλίψε¬ων, καν ασθενές η βαστάζει γαρ διπλούν βάρος και ουκ ατονεί, αλλά συναπολαύει και συνεργεί το σώμα εν τη τρυφή της ψυ¬χής, και εάν ή ασθενές, όταν εισέλθη η ψυχή εις εκείνην την χαράν του Πνεύματος.
Εαν φυλάξης την γλώσσαν σου, ώ αδελφέ, δίδοταί σοι παρά Θεού η χάρις της κατανύξεως της καρδίας, του θεάσασθαι εν αυτή την ψυχήν σου, και εν ταύτη εισέρχη εις την χαράν του πνεύματος. Εάν δε η γλώσσα σου νικήση σε, πίστευσόν μοι εις όπερ λέγω σοι, ότι ουδέποτε δυνήση εξειλήσαι εκ της σκοτώσεως.
Εαν μη έχης καρδίαν καθαράν, έχε καν στόμα καθαρόν, ως ο μακάριος Ιωάννης είπεν. Όταν θελήσης νουθετήσαι τίνα εις το αγαθόν, πρώτον ανάπαυσον αυτόν σωματικώς, και τίμησον αυτόν εν λόγω αγάπης. Ουδέν γαρ ούτως αιδείσθαι πείθει τον άνθρωπον και μεταλλαγήναι ποιεί από της κακίας αυτού επί τα βελτίονα, ει μη τα σωματικά αγαθά και η τιμή ήνπερ θεωρεί από σου.
Όσον γαρ εις τον αγώνα τον υπέρ του Θεού εισέλθη τις, τοσούτον παρρησιάζεται η καρδία αυτού εν τη ευχή αυτού. Και όσον εκ πολλών ελκυσθή ο άνθρωπος, στερείται της βο¬ηθείας του Θεού.
Μή λυπού εις τάς πηρώσεις του σώματος διότι ο Θεός αναλαμβάνει αυτάς από σου τελείως. Μη φοβού θάνα¬τον διότι ο Θεός ητοίμασε του ποιήσαί επάνωθεν αυτού.
Αυτώ η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΟΔ΄: ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΡΑΒΟΛΗΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑ ΚΥΡΙΑΚΗΝ ΚΑΙ ΣΑΒΒΑΤΟΝ ΘΕΩΡΙΑΣ
Η Κυριακή μυστήριον εστί της γνώσεως της αληθείας, ήτις μετά σαρκός και αίματος ου προσδέχεται, καν υπέρκειται των ενθυμήσεων. Εν τούτω τω αιώνι ουκ εστίν ογδόη, ουδέ σάββατον αληθώς. Ο γαρ ειπών «κατέπαυσεν ο Θεός τη ημέρα τη εβδόμη», την κατάπαυσιν του δρόμου ταύτης της ζωής εδήλωσε. Διότι ο τάφος σώμα εστί και εκ του κόσμου εστίν. Έξ ημέραι εν τη γεωργία της ζωής δια της φυ¬λακής των εντολών τελειούνται, και το έβδομον εν τω τάφω ολοκληρούται, και το όγδοον εν τη εξόδω αυτού.
Ώσπερ τα μυστήρια της Κυριακής εν παραβολή δέχονται ενταύθα οι αξιούμενοι και ουκ αυτήν την ημέραν σωματικώς, ούτω και τα μυστήρια του σαββάτου εν παραβολή δέ¬χονται οι αγωνισταί, και ουκ αυτό το σάββατον εν αληθεία όπερ εστί κατάπαυσις από παντός λυπηρού και ανάπαυσις τε¬λεία των οχληρών. Μυστήριον γαρ δέδωκεν ημίν ο Θεός, και ουχί ενέργειαν αληθινήν, πολιτεύεσθαι ενθάδε. Το σάββατον το αληθινόν και ασύγκριτον το μνήμα εστί, το υπεμφαίνον και σημαίνον την τελείαν κατάπαυσιν από των θλίψεων των παθών και της γεωργίας της εναντιουμένης αυτής. Πάσα η ανθρωπότης εκεί σαββατίζει, η τε ψυχή και το σώμα.
Εν εξ ημέραις έταξεν ο Θεός την σύστασιν τουδε του κόσμου, και συνεστήσαντο τα στοιχεία, και δέδωκε την σύ¬στασιν αυτών αεικινήτω κινήσει προς λειτουργίαν, και ου μη παύσωνται του δρόμου προ της αναλύσεως, και εκ της δυνάμεως τούτων, λέγω δη των αρχεγόνων στοιχείων, συνέστη τα σώματα ημών. Αλλ' ουδέ αυτοίς δέδωκε κατάπαυσιν της κινή¬σεως αυτών, ουδέ τοις ημετέροις σώμασι τοις εξ αυτών γεγενημένοις του καταπεύειν της γεωργίας. Όρον δε της καταπαύσεως αυτής εν ημίν τέθεικεν, έως αν ακολουθήσωσι τη ιδία συγγενεία τη πρώτη, ήτις εστί κατάλυσις από της ζωής. Ούτω και τω Αδάμ είπεν «εν ίδρώτι του προσώπου σου φαγή τον άρτον σου». Και μέχρι τίνος; Έως αν στραφής εις την γήν, εξ ης ελήφθης, ήτις ακάνθας και τριβόλους ανατελεί σοι, άτινα εστί μυστήρια της γεωργίας τούδε του βίου, εν όσω ζή.
Εξ εκείνης γαρ της νυκτός, εν η ίδρυσεν ο Κυριος, μετήλλαξε τον ιδρώτα εξαγαγόντα ακάνθας και τριβόλους, εις το ιδρώσαι εν τη προσευχή ομού και εν τη γεωργία της δικαιο¬σύνης
Πεντακισχιλίους και πεντακόσιους χρόνους και περαιτέρω κατέλιπε τον Αδάμ μοχθήσαι εν αυτή, διότι μέχρι τότε ουκ ην η των αγίων οδός αποκαλυφθείσα, καθώς έφησεν ο θείος Απόστολος, εν εσχάταις δε ημέραις επεδήμησε και ενετείλατο τω αυτεξουσίω μεταλλάξαι ιδρώτα ιδρώτι, και εκ παντός ουκ επέτρεψε κατάπαυσιν, αλλά μεταλλαγήν, καθότι εφιλανθρωπεύσατο εις ημάς δια το επίμονον της εν τη γη κακοπαθείας ημών. Εάν ούν καταπαύσωμεν του ιδρώσθαι εν ταύτη, εξ ανάγκης ακάνθας θεριούμεν. Η γαρ εξ αυτής της προσευχής κατάλειψις γεωργία εστί της σωματώσεως της γης, ήτις ακάνθας κατά φύσιν ανατέλλει. Επ' αληθείας γαρ τα πάθη άκανθαι εισί και εκ του εν τω σώματι σπόρου είς ημάς ανατέλλουσιν. Εν όσω την εικόνα του Αδάμ φέρομεν, ανάγκη και τα πάθη αυτού. Αδύνατον γαρ τη γη αργείν του βλαστάνειν βλάστην κατά την ιδίαν φυσιν. Έκγονον δε της φυσεως ταύτης εστίν η γη των σωμάτων ημών, ως η μαρτυρία του Θεού' «η γη εξ ης ελήφθης». Εκείνη ακάνθας ανατελεί, αύτη δε η λογική πάθη.
Εί ο Κύριος εν πάσι τύπος ην ημίν εν τω μυστηρίω εν πάσαις ταίς διαφοραίς της οικονομίας αυτού, και έως ενάτης ώρας της παρασκευής ου κατέπαυσεν από του έργου και του μόχθου (όπερ εστί μυστήριον της δι ' όλης της ζωής ημών γεωργίας), τω δε σαββάτω εν τω τάφω κατέπαυσε, που είσιν οι λέγοντες, ότι εν τω βίω σάββατον, ήγουν κατάπαυσις από των παθών;
Περί δε της Κυριακής μέγα το ειπείν. Το σάββατον ημών εστίν η ημέρα της ταφής εκεί εν αληθεία σαββατίζει η φύσις ημών. Λοιπόν καθ' ημέραν ανάγκη ημίν επίκειται, εκτίλαι εξ αυτής τάς ακάνθας, έως ου αυτή η γη ίσταται. Και οία το επίμονον ημών εν τη γεωργία υστερούσιν αι άκανθαι. Ου γαρ ολοτελώς κεκαθάρισται εκ τούτων. Και ει τουτο ούτως έχει, ότι εν τη προς καιρόν ραθυμία ή τη μικρα αμελεία πληθύνονται αι άκανθαι και το πρόσωπον αυτής καλύπτει και τον σπόρον σου πνίγει και τον κόπον σου ποιεί ως μη οντά, λοιπόν δέον εστί καθ' ημέραν αυτήν καθαρίζειν. Η γαρ εκ τούτου κατάπαυσις, πλήθη ακανθών αυξάνει.
Ων καθαρισθείημεν χάριτι του ομοουσίου και μονογενους Υιού του Θεού, ω η δόξα συν τω ανάρχω Πατρί και τω ζωοποιώ Πνεύματι εις τους αιώνας. Αμήν.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΟΕ': ΠΕΡΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΘΑΥΜΑΣΤΟΥ ΑΔΕΛΦΟΥ
ΛΟΓΟΙ ΟΕ, ΟΣΤ, ΟΖ, ΟΗ, ΟΘ
ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΑΓΙΩΝ ΑΝΔΡΩΝ ΚΑΙ ΛΟΓΩΝ ΠΑΝΟΣΙΩΝ ΑΥΤΩΝ
ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΘΑΥΜΑΣΤΗΣ ΑΥΤΩΝ ΔΙΑΓΩΓΗΣ

Εν μιά των ημερών απήλθον εις κέλλαν τινός αδελφου αγίου και ανέκλινα εμαυτόν είς τόπον τινά, δια την ασθένειαν μου, ίνα επιμέλειαν μου ποιήσηται δια τον Θεόν ου γαρ είχον εκείσε τίνα γνώριμον. Και έβλεπον τούτον τον αδελφόν νυκτός ανιστάμενον προ του καιρού και συνήθειαν έχοντα προ των αδελφών είς τον κανόνα ευρεθήναι. Ούτος ικανώς εστιχολόγει και εξαίφνης εν όσφ εν τούτω ην, ηφίει τον κανόνα και έπιπτεν επί πρόσωπον, και εντός εκατόν ή και πε¬ραιτέρω έκρουε την κεφαλήν τη γη μετά θερμότητος της εξαφθείσης εν τη καρδία αυτού υπό της χάριτος* και μετά ταύτα ανίστατο και τον σταυρόν του Δεσπότου εφίλει, και πάλιν προσεκύνει και τον αυτόν σταυρόν εφίλει και αύθις έρριπτεν εαυτόν έπι πρόσωπον και εν τη τοιαυτή συνηθεία επολιτεύετο, ώστε με μη δύνασθαι αριθμώ καταλαβείν το πλήθος των γονυκλισιών αυτού.
Τίς γαρ ηδύνατο αριθμήσαι τάς μετανοίας του αδελφου εκείνου, ας καθ' εκάστην νύκτα εποίει; Εικοσάκις γαρ εφίλει τον σταυρόν μετά φόβου και θερμότητος, μετά αγάπης συγκεκερασμένης ευλαβεία, και πάλιν ήρχετο της στίχολογίας' και άπαξ άπαξ από της πολλής εκκαύσεως των λογισμών των εξαπτόντων αυτόν εν τη θερμότητι αυτών, ότε ουκ ηδύνατο φέρειν την έξαψιν της φλογός εκείνης, από της χαράς νικώμενος έκραζεν ου γαρ ίσχυε κατέχειν εαυτόν. Ώστε με πολλά θαυμάζειν την χάριν του αδελφού εκείνου και τον αγώνα αυτού και την νήψιν, ην είχεν εις το έργον του Θεού.
Έωθεν δε, μετά την πρώτην, ηνίκα εκαθέζετο εις την ανάγνωσιν, όμοιος εγίνετο ανθρώπω αιχμαλωτισθέντι, και καθ' έκαστον κεφάλαιον, ο ανεγίνωσκε, πολλάκις έπιπτεν επί πρόσωπον, και κατά πολυ των στίχων τάς χείρας αυτού εις τον ουρανόν ανύψου και τον Θεόν εδοξολόγει.
Ην δε της ηλικίας αυτού ο χρόνος τεσσαρακοστός, είχε δε και την βρώσιν ολιγοστήν και κατάξηρον πάνυ. Και δια το πολλάκις βιάζειν το σώμα αυτού υπέρ μέτρον και δύναμιν, εφαίνετο ως σκιά, ώστε με ελεήσαι αυτόν εκ της ασθενείας του προσώπου αυτού, όπερ εκ της ασιτίας της πολλής εξέλιπε και ην μηδέ δυο δακτυλων έχον ποσότητα. Πολλάκις έλεγον αυτώ, Ελέησον σεαυτόν εν τη διαγωγή σου, ώ αδελφέ, και ταυτήν την αγαθήν πολιτείαν, ην εκτήσω, και μη συμφύρης και εκκόψης σου την αναστροφήν, ήτις ομοία καθέστηκεν αλύσει πνευματική, και δια πόθον προσθήκης μικρού κόπου μη απολειφθής και σταθής του δρόμου σου όλου. Φάγε συμμέτρως, ίνα μη πάντοτε φάγης και μη εκτείνης σου τον πόδα υπέρ δύναμιν, ίνα μη παντελώς αργήσης.
Υπήρχε δε ελεήμων και πάνυ αιδήμων, μετά ιλαρότητος ελεών, καθαρός την φύσιν, πειθήνιος προς παράκλησιν, σοφός κατά Θεόν, και δια την καθαρότητα αυτού και ιλαρότητα ηγαπάτο παρά πάντων. Ειργάζετο δε μετά των αδελφών, ότε έχρηζον αυτού, πολλάκις ημέρας τρεις και τεσσάρας, και από εσπέρας εις εσπέραν ήρχετο εις το ίδιον κελλίον. Ην γαρ έμ¬πειρος και εις πάσαν διακονίαν.
Ότε δε εκέκτητο τι, ει και έχρηζεν αυτού, ουκ ηδύνατο ειπείν μη έχειν αυτό. Και γαρ, ως επί το πλείστον, ότε συνειργάζετο τοις αδελφοίς, ως αιδούμενος τουτο εποίει, και εβίαζεν εαυτόν, μη έχων ηδέως εξελθείν εκ της κέλλης.
Τοιαύτη ην η πολιτεία και η αναστροφή του αδελφού εκεί¬νου του όντως θαυμαστού. Τω δε Θεω ημών είη δόξα εις τουςαιώνας. Αμήν.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΟΣΤ': ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ
Άλλοτε πάλιν απήλθον προς τίνα παλαιόν γέροντα καλόν και ενάρετον, μεγάλως δε με ούτος ηγάπα. Και ην ιδιώ¬της μεν τω λόγω, πεφωτισμένος δε τη γνώσει και βα¬θύς τη καρδία, και τα υπό της χάριτος αυτώ χορηγούμενα ελάλει. Ουκ εξήρχετο συχνώς εκ του ιδίου κελλίου, αλλ' εις τάς αγίας συνάξεις. Ην δε προσέχων εαυτώ και ησυχάζων.
Τούτω είπον ποτέ εγώ 'Πάτερ, επήλθε μοι λογισμός απελθείν εν τη Κυριακή εις την στοάν της εκκλησίας, κακεί καθίσαι και φαγείν έωθεν, ίνα πάς ο εισπορευόμενος και εκπορευόμενος θεασάμενός με εξουθενήση. Προς ταύτα ανταπεκρίθη μοι ο γέρων, ούτω Γέγραπται, ότι «πάς ο ποιών κοσμικοίς σκάνδαλον, ουκ όψεται φως». Σε γαρ ουδείς επίσταται εν τη χώρα ταύτη, ουδέ σου γινώσκουσι τον βίον, αλλά μέλλου¬σι ειπείν, ότι οι μοναχοί από πρωίας εσθίουσι. Και μάλιστα ότι είσιν ενταύθα αδελφοί αρχάριοι, οίτινες εισίν ασθενείς εν τοις λογισμοίς αυτών και πολλοί εξ αυτών έχοντες εις σε πίστιν και ωφελούμενοι εκ σου, και όταν σε ίδωσι τούτο κατεργασάμενον, βλαβήσονται.
Οι αρχαίοι πατέρες τοιαύτα εποίουν, δια τάς πολλάς θαυματουργίας, ας επετέλουν, και δια την τιμήν, ην είχον, και το μέγα όνομα. Εποίουν δε ταύτα, ίνα ατιμασθώσι και αποκρύψωσι την δόξαν της πολιτείας αυτών και μακράν ποιήσωσιν απ' αυτών τάς αιτίας της υπερηφανίας. Σε δε τι το αναγκάζον ποιήσαι τι τοιούτον; Ουκ οίδας, ότι εστίν εκάστη πολιτεία τάξις και καιρός; Σοι δε ουκ εστί τοιαύτη πολιτεία αφωρισμένη ούτε τοιούτον όνομα ως γαρ εις των αδελφών πολιτεύη. Και ούτε σευατόν ωφελείς και άλλον βλάπτεις.
Και πάλιν αύτη η οικονομία ου πάσιν εστίν ωφέλιμος, μόνοις δε τοις τελείοις και μεγάλοις διότι εν ταύτη πέφυκεν η λύσις των αισθήσεων. Τοις μεν γαρ μέσοις και τοις αρχαρίοις επιζήμιος εστί, διότι πολλής παραφυλακής δέονται και της των αισθήσεων υποταγής. Οι δε γέροντες διέβησαν τον καιρόν της παραφυλακής, και εν πάσιν οίς βούλονται κερδαίνουσιν. Οι γαρ άπειροι έμποροι εν τοις μεγιστοις πράγμασι, μεγάλας εαυτοίς προξενούσι ζημίας, εν δε τοις ευτελεστέροις πράγμασι ταχέως εις το έμπροσθεν επεκτείνονται
Και πάλιν, ως έφην, παντί έργω εστί τάξις και πάση διαγωγή καιρός εγνωσμένος. Πάς δε ο προ καιρού αρχόμε¬νος των υπέρ το μέτρον αυτού, την βλάβην εαυτώ διπλασιάζει και ου κερδαίνει. Ει επιθυμείς τούτου, υπόμεινον την οικονομικώς επερχομένην σοι ακούσιον ατιμίαν μετά χαράς και μη θορυβηθής μήτε μισήσης τον ατιμάζοντά σε.
Ήμην ποτέ εν συντυχία μετά του ευφυούς εκείνου του γευσαμένου του φυτού της ζωής, δια του ψυχικού ιδρώτος από της πρωίας της νεότητος αυτού έως της εσπέρας του γήρως αυτού. Και μετά το διδάξαι με πολλούς λόγους περί αρετής, είπε μοι ούτω' Πάσα προσευχή, εν η μη μοχθήση το σώμα και θλιβή εν αυτή η καρδία, έκτρωμα λογίζεται. Χωρίς γαρ ψυχής εστίν εκείνη η προσευχή '.
Και πάλιν μοι έφη Μετά ανθρώπου φιλονεικούντος και τον λόγον αυτού στήσαι θέλοντος και πονηρού την διάνοιαν και αναιδούς εις τάς αισθήσεις αυτού, μήτε δως, μήτε λάβης παντελώς, ίνα μη μακρύνης από σου την καθαρότητα, ην εκτήσω μετά πολλού του κόπου, και εμπλήσης σου την καρδίαν σκότους και ταραχής '.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΟΖ': ΠΕΡΙ ΕΤΕΡΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ

Απήλθον ποτέ είς κελλίον τινός των πατέρων. Ουκ ήνοιγε δε ούτος ο άγιος τινι συχνώς. Ως δε είδε με από της θυρίδος, ότι αυτός εγώ είμι, είπε μοι 'Βούλει εισελθείν; Καγώ αντέφην 'Ναί, τίμιε πάτερ. Μετά δε το εισελθείν με και εύξασθαι και καθίσαι και ομιλίαν πολλήν κινηθήναι,
Έσχατον ηρώτησα αυτόν:
Τι ποιήσαι έχω, πάτερ, ότι τίνες έρχονται προς με και ού¬τε κερδαίνω ούτε ωφελούμαι εκ της συντυχίας αυτών; Αι¬δούμαι δε αυτοίς ειπείν, μη ελθείν. Αλλά και από των συνήθων κανόνων εμποδίζουσι με πολλάκις. Και δια τούτο θλίβομαι. Προς ταύτα ανταπεκρίθη μοι ο μακάριος εκείνος γέρων.
Ηνίκα τοιούτοι τίνες προς σε έλθωσιν αγαπώντες την αργίαν, όταν καθίσωσι μικρόν, ποίησον σεαυτόν ότι θέλεις ανίστασθαι εις προσευχήν και είπε τω ευρισκομένω μετά μετα¬νοίας.
Αδελφέ, δεύρο προσευξώμεθα, ότι ο καιρός του κανόνος μου ήδη έφθασε και ου δύναμαι διαβήναι αυτόν, διότι βά¬ρος μοι εγγίνεται, βουλομένω εις άλλην ώραν τούτον πληρώσαι, και γίνεται μοι αιτία ταραχής, και άνευ αναγκαίου τινός ου δύναμαι εάσαι αυτόν. Νυνί δε ουκ εστίν επάναγκες καταργήσαι την προσευχήν μου.
Και μη εάσης αυτόν του μη εύξασθαι μετά σου. Εάν δε είπη, Πρόσευξαι συ καγώ απέρχομαι, ποίησον αυτώ μετάνοιαν και ειπέ' 'Διά την αγάπην καν την μίαν ταυτήν ευχήν ποίησον μετ' εμου, ίνα ωφεληθώ εκ της ευχής σου'. Και όταν αναστήτε, μάκρυνον σου την ευχήν και υπέρ ο είωθας ποιείν. Εάν γαρ ούτω ποίησης αυτοίς καθώς προς σε παραγένωνται μαθόντες ότι ουχ ομογνωμονείς αυτοίς ούτε αγαπάς την αργίαν, όπου αν ακούσωσιν ότι εκεί εί, ου μη προσεγγίσωσι.
Βλέπε ουν μη πρόσωπον λαμβάνων ανθρώπου, καταλύσης το έργον του Θεού. Εάν δε ευρεθή τις των πατέρων ή ξέ¬νος κεκοπιακώς, αντί μεγίστης σου ευχής κρίνεται το μετά τοιούτου στήναι. Και εάν ο ξένος εκ των αγαπώντων τάς ματαιολογίας ή, το κατά δυναμιν ανάπαυσον αυτόν και απόλυσον εν ειρήνη.
Είπε τις των πατέρων θαυμάζω ότι ακήκοα τινας ποιούντας εν ταίς κέλλαις αυτών εργόχειρον και δυναμένους ανελλιπώς ποιήσαι και τον κανόνα αυτών και μη ταράσσεσθαι. Έφη δε λόγον θαύματος άξιον Εν αληθεία λέγω, ότι, εάν απέλθω προς ύδωρ, ταράσσομαι από της συνήθειας μου και τάξεως αυτής, και εμποδίζομαι της τελειώσεως του διακριτι¬κού μου.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Αγιορείται Πατέρες”