Διάφορα θαύματα Αγίων

Συζητήστε με τα μέλη μας για τύχον θαύματα που είδατε, αισθανθήκατε ή σας τα εξιστόρησαν φίλοι και γνωστοί σας.

Συντονιστής: Συντονιστές

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: Διάφορα θαύματα Αγίων

Δημοσίευση από fotis »

Ό Αρχάγγελος Μιχαήλ, ό Ταξιάρχης, με την πανοπλία του και το σπαθί στο δεξί χέρι του, στεκόταν πλάι μου, χαμογελαστός και... ολοζώντανος!


Στις 22 Απριλίου 1994, εισήχθηκα στο Εύγενίδειο Θεραπευτήριο με 4,5 κιλά εμπύημα δεξιού ήμιθωρακίου, με συμπτώματα απολύτου άπνοιας, αδυναμία βάδισης, 41,5 πυρετό, ενώ υπέστην και διαβητικό σοκ αγνώστου αιτιολογίας.
Μέσα από ένα σύννεφο έβλεπα και άκουγα τα συμβαίνοντα μέσα στο χειρουργείο, και το βάσανο το μεγάλο ήταν, ότι, σαν γιατρός γνώριζα πολύ καλά την κρίσιμη κατάσταση μου. Γνώριζα, ότι το ποσοστό κατάληξης (θανάτου μου) ήταν γύρα) στο 95%. Και δεν είχα άδικο.
Μάλιστα ήμουν και επιεικής στην κρίση μου, γιατί ή ιατρική ομάδα πού αποτελείτο από τον Ιωάννη Μπελένη, διευθυντή του Ευαγγελισμού, τον καθηγητή Χρυσόστομο Μελισσινό, διευθυντή πνευμονολογικής κλινικής στο Νοσοκομείο Υγεία, και με την Ειρήνη Μπατάλη, αναισθησιολόγο, να φοβάται να μου δώσει νάρκωση για τον κίνδυνο ανακοπής της καρδιάς λόγο) βάρους μου- συζητούσαν δυνατά γιατί δεν πίστευαν ότι άκουγα τα λεγόμενα τους. Τούς άκουγα να μου δίνουν ζωή μόνο 2%!
-Θα κάνουμε ότι μπορούμε, έλεγαν, γιατί οι πιθανότητες ζωής είναι ελάχιστες, με ποσοστό κατάληξης 98%! Έτσι κι αλλιώς καταδικασμένος είναι... Εκείνη την ώρα αισθάνθηκα μόνος, κατάμονος... Έκανα με κόπο τον σταυρό μου και προσευχήθηκα στον προστάτη μου, τον Ταξιάρχη: -Ταξιάρχη μου, Αρχάγγελε Μιχαήλ, μη με αφήνεις, μη με εγκαταλείπεις. Εσένα μόνο έχω τώρα, σ' εσένα εμπιστεύομαι την ζωή μου...!


Ένας μεταλλικός θόρυβος διέκοψε την νοερά προσευχή μου. Φοβήθηκα ότι με την κίνηση των χεριών μου έριξα κάποιο εργαλείο, και προσπάθησα να γυρίσω το κεφάλι μου προς την κατεύθυνση του θορύβου. Και τότε...ώ Θεέ μου... Ό Αρχάγγελος Μιχαήλ, ό Ταξιάρχης, με την πανοπλία του και το σπαθί στο δεξί χέρι του, στεκόταν πλάι μου, χαμογελαστός και ολοζώντανος!
-Δανιήλ, είμαι εδώ, μου είπε. Δεν σε εγκατέλειψα. Σε προστατεύω. Εγώ θα σε χειρουργήσω, και θα γίνεις καλά. Μη φοβάσαι! Ήταν τα λόγια του Αρχαγγέλου και καθώς μου μιλούσε ακούμπησε το ξίφος στο στήθος μου!... Σε λίγο ήλθε ό καθηγητής Μπελένης. -Άς προσευχηθούμε μαζί πάτερ Δανιήλ, μου είπε, και με την βοήθεια του Θεού όλα θα πάνε καλά.
Και πράγματι πήγανε. Ή εγχείρηση πέτυχε. Το χέρι του γιατρού πού το οδηγούσε ό Αρχάγγελος, είμαι βέβαιος γι' αυτό, μου ξανάδωσε πάλι την ζωή πού είχε αρχίσει να φεύγει από μέσα μου.
(διηγείται ό π. Δανιήλ Σάπικας, Αρχιμανδρίτης και γιατρός)
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: Διάφορα θαύματα Αγίων

Δημοσίευση από fotis »

Θαυμαστή εμφάνιση του Αγίου Νικολάου μέσα σε λεωφορείο στη Ρωσία


Εικόνα

«"Μιά μέρα τοῦ Φεβρουαρίου 1965, ἕνα λεωφορεῖο γεμᾶτο ἀπό ἐπιβάτες ταξίδευε ἀπό τήν πόλι μας σέ μιά ἄλλη κοντινή πόλι. Δίπλα στόν ὁδηγό καθόταν ἕνας γέροντας, μεγαλόσωμος καί εὔρωστος, περίπου 75 ἐτῶν, μέ γενειάδα ἄσπρη. Φοροῦσε ἕνα παλτό βαρύ μέ γιακά γούνινο καί σκοῦφο μέ πτερύγια πού κάλυπταν τά αὐτιά του.

Τό λεωφορεῖο πήγαινε σιγά-σιγά, γιατί χιόνιζε συνεχῶς. Ὅταν ἔφθασε σέ μιά στροφή, οἱ ἁλυσίδες τίς ὁποῖες εἶχε στίς πίσω ρόδες ἔσπασαν. Ἐπακολούθησε φρενάρισμα ἀπότομο καί τό λεωφορεῖο ἔπεσε πάνω σέ ἕνα ἄλλο λεωφορεῖο, πού βρέθηκε ἐκείνη τή στιγμή ἐκεῖ. Κί ὅλα αὐτά μέσα σέ λίγα λεπτά! Ὁ ὁδηγός ἔχασε τόν ἔλεγχο τοῦ ὀχήματος καί ὅλοι φοβήθηκαν τρομερά. Τότε ὁ γέροντας, πού καθόταν δίπλα στόν ὁδηγό, ἔκανε τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί εἶπε μέ δυνατή φωνή: "Δόξα σοι, Κύριε, δόξα σοι. Ἄς εἶναι εὐλογημένο τό ὄνομά σου, Παναγία, Μητέρα τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς ἔσωσες τήν ὥρα αὐτή!".

Λίγα λεπτά ἀργότερα, τό ἄλλο λεωφορεῖο ἔφυγε, ἐνῶ ὁ δικός μας ὁδηγός καί ὁ βοηθός του κατέβηκαν γιά νά τοποθετήσουν πάλι τίς ἁλυσίδες. Τότε ἕνας νεαρός ἐπιβάτης, χαμογελώντας, ἀπευθύνθηκε στό γέροντα καί τοῦ εἶπε:—Συγγνώμη, γέροντά μου, ἀλλά δέν μπόρεσα νά συγκρατήσω τά γέλια μου, ὅταν σᾶς ἄκουσα νά ἐπικαλῆσθε σέ βοήθειά μας ἀνύπαρκτες οὐράνιες δυνάμεις, κι ὅταν σᾶς εἶδα νά κάνετε τόν σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Συνήθεια, θά μοῦ πῆτε! Δεύτερη φύσι! Ὡστόσο, βλέπω ὅτι εἶσθε ἕνας ἄνθρωπος μορφωμένος. Ἀλλά τώρα, στό ἔτος 1965, αὐτό εἶναι παράλογο.

Ὁ γέροντας, χωρίς νά ταραχθῆ καθόλου ἀπό αὐτά τά ὁποῖα ἄκουσε, ἀπάντησε:—Μέ εὐχαρίστησι θά σοῦ ἀπαντήσω, νεαρέ σύντροφε, καί εἶμαι ἕτοιμος, ἐάν τό ἐπιθυμῆς, νά κάνω καί αὐτοκριτική... Ἄκουσέ με. Εἴμασθε ὅλοι ὡς ἕνα βαθμό ὑποκριτές. Ἰσχυριζόμασθε ὅλοι ὅτι εἴμασθε ἄθεοι, ἀφωσιωμένα μέλη τοῦ Κόμματος, βαθεῖς γνῶστες τοῦ μαρξισμοῦ καί πολλά ἄλλα, ἀλλά ἔρχεται μιά στιγμή, κατά τήν ὁποία ὁ αὐθεντικός ἄνθρωπος, πού κρυβόταν τόσο καιρό μέσα μας, ἀποκαλύπτεται.

Αὐτό ἀκριβῶς συνέβη καί τώρα. Ἀπό τή θέσι πού βρίσκεσαι μέσα στό λεωφορεῖο δέν μποροῦσες νά δῆς τί γινόταν πίσω σου, ἐγώ, ὅμως, πού κάθομαι σέ τέτοια θέσι πού νά τούς βλέπω ὅλους, μπόρεσα νά δῶ τουλάχιστον 8-10 ἄτομα πού ἔκαναν τό σταυρό τους τήν ὥρα κατά τήν ὁποία κινδυνεύαμε. Ὑπάρχουν μερικά πράγματα τά ὁποῖα δέν μπορεῖ νά τά κόψη κανείς ἀπό τή ρίζα, διότι θά ἦταν σάν νά τραβοῦσε βίαια τά σπλάγχνα του. Ἔτσι συμβαίνει νά πέφτουμε συνεχῶς στό ἑξῆς λάθος: Ἐνῶ ἐσωτερικῶς δεχόμασθε ὅτι ὑπάρχει θεία δύναμι, εὐεργετική καί παντοδύναμη, κάνουμε, ὡστόσο, πώς δέν τήν ἐννοοῦμε.
—Μέ μένα δέν συμβαίνει τίποτε τέτοιο, εἶπε ὁ νεαρός.

Ὁ γέροντας μειδίασε καί συνέχισε:
—Ἐπίτρεψέ μου νά σοῦ ἀποδείξω, ἀγαπητέ μου, ὅτι πλανᾶσαι. Εἶπες πρό ὁλίγου ὅτι κάθε θρησκευτική ἐκδήλωσι εἶναι ἕνας παραλογισμός στό ἔτος 1965. Τί ἦταν ἐκεῖνο πού σέ ἔκανε νά πῆς ὅτι πέρασαν 1965 χρόνια ἀπό τότε πού ὁ Ἰησοῦς Χριστός γεννήθηκε, ὁ Σωτήρας τοῦ κόσμου;
Ὁ νέος, μέ προφανῆ ἀμηχανία, ἀπήντησε ὅτι:—Αὐτό ὀφείλεται στήν ἐνθύμησι ἑνός κακοῦ παρελθόντος, πού τώρα ἔχει ξεπερασθῆ καί πού πρέπει ὁριστικά νά τό σβήσουμε. Ἀλλά ἀπό τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο μιλᾶτε βγαίνει τό συμπέρασμα ὅτι θέλετε νά μᾶς πῆτε νά πιστέψουμε στά θαύματα.

Καί ὁ γέροντας, ἀφοῦ σιώπησε λιγάκι, τοῦ εἶπε:
—Ναί, φίλε μου, ὑπάρχουν τά θαύματα τοῦ Θεοῦ, στά ὁποῖα καί ἐσύ ὁ ἴδιος θά εἶσαι ὑποχρεωμένος νά πιστέψης, καθώς καί ὅλοι πού βρίσκονται ἐδῶ μέσα. Ἀλλά ὅταν θά δῆτε τό θαῦμα, θά εἶσθε ὑποχρεωμένοι νά σιωπήσετε, διότι ἄν μιλήσετε κινδυνεύετε νά κλεισθῆτε σέ ψυχιατρικό ἄσυλο.

Τό λεωφορεῖο ἔφθασε στόν κύριο δρόμο τῆς διαδρομῆς. Ἔπαψε νά χιονίζη καί ὁ ὁδηγός μπόρεσε νά ἀναπτύξη ταχύτητα. Τή στιγμή αὐτή οἱ ἐπιβάτες πού κύτταζαν τό γέροντα καί τόν ἄκουγαν δέν τόν ἔβλεπαν πιά. Ἡ θέσι του ἦταν κενή... Δυό-τρεῖς ἐπιβάτες, πού κάθονταν κοντά στό νεαρό κομμουνιστή, ἐκαναν τό σταυρό τους λέγοντας:
— Ἅγιος, ἅγιος, ἅγιος, Κύριος Σαβαώθ.
Ἕνας ἀπ᾽ αὐτούς, γύρισε πρός τούς ἐπιβάτες τῶν πίσω καθισμάτων καί φώναξε:
—Καταλαβαίνετε τώρα ποιός μᾶς ἔσωσε ἀπό τή σύγκρουσι; Μᾶς ἔσωσε ὁ γέροντας μέ τήν ἄσπρη γενειάδα, ὁ προστάτης τοῦ ρωσικοῦ λαοῦ, ὁ ἅγιος Νικόλαος!
—Δέν ξέρω τί θά κάνουμε, πρόσθεσε ἕνας ἄλλος, ἀλλά ἐγώ ὅπου κι ἄν πάω, θά διηγοῦμαι τό θαῦμα αὐτό τοῦ Ἁγίου Νικολάου. Μπορεῖ νά μέ κλείσουν σέ ψυχιατρικό ἄσυλο, θά ἔχω, ὅμως, μάρτυρες ὅλους ἐσᾶς καί προπαντός ἐσένα φίλε.
Ὁ νεαρός κομμουνιστής ἔκρυψε τό πρόσωπό του στίς δύο παλάμες μέ προφανῆ συντριβή"».
Αρχιμ. Ἰωάννου Κωστώφ Ο Ήχος των Θεϊκών Βημάτων εκδ. Άγ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Αθήνα 2011/
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: Διάφορα θαύματα Αγίων

Δημοσίευση από fotis »

Εικόνα

Ένας πιλότος της SOUDAN AIR ευχαριστεί τον Αρχάγγελο Μιχαήλ !

Ήταν ένα ανοιξιάτικο πρωινό στή μακρινή χώρα κάτω, στο Σουδάν. Στό αεροδρόμιο της πρωτεύουσας παρατηρείτο μια ασυνήθιστη κίνηση. Εκτός των κανονικών δρομολογίων, ανέμελα νιάτα, μαθητές, με τους εκδρομικούς σάκους των, είχαν γεμίσει τις αίθουσες του αερολιμένα. Μια σχολική εκπαιδευτική, αεροπορική εκδρομή, είχε προγραμματιστεί για την ημέρα αυτή. Σχολικά τραγούδια και χαρούμενες φωνές έσπαγαν το μονότονο βουητό των αεροπλάνων, που απογειωνόταν και προσγειωνόταν εις τον αερολιμένα. Και ξάφνου τα μικρόφωνα ανήγγειλαν;..
.
«Οι εκδρομείς και οι κύριοι συνοδοί αυτών να επιβιβαστούν εις το σκάφος. Το σκάφος σε 5 λεπτά απογειώνεται». Ένας χείμαρρος από νέα παιδιά όρμισε στον αερολιμένα και κατευθύνθηκε προς το αεροσκάφος. Σέ τρία λεπτά όλα ήταν έτοιμα για την απογείωση.

Ο Κυβερνήτης, ένας αθλητικός νέος, πού δεν απείχε πολύ στην ηλικία από τους νέους επιβάτες του, αλλά αριστούχος και ίσως ο καλύτερος και ο πλέον δοκιμασμένος της Εταιρείας, τους καλωσόρισε στο σκάφος και τους υποσχέθηκε ένα ωραίο ταξίδι. Όλα ήταν έτοιμα.
Ο Κυβερνήτης έριξε μια -τυπική- τελευταία ματιά στά όργανα του σκάφους, δια του ασυρμάτου είπε ατό κέντρο το «Οκέϋ» καί έβαλε σε κίνηση τους κινητήρες. Το κέντρο του είπε τις τελευταίες πληροφορίες της μετεωρολογικής υπηρεσίας, πού ήταν πάρα πολύ καλές και του ευχήθηκε καλό ταξίδι.
Σέ δύο λεπτά το αεροπλάνο φιλούσε για τελευταία φορά τη γη και ορμούσε με δύναμη στους αιθέρες, σαν ένα μεγάλο αρπακτικό πουλί, για να καταβροχθίσει την απόσταση των 500 μιλίων πού τους χώριζε με το αεροδρόμιο του προορισμού τους.

Το αεροσκάφος είχε διανύσει περίπου τα 100 μίλια και όλα έδειχναν ότι συμβάλλουν εις ένα ωραίο αεροπορικό ταξίδι, μέσα σε ένα καταγάλανο ουρανό. Οι επιβάτες δε, χόρταιναν να απολαμβάνουν το ωραίο θέαμα πού τους προσέφερε το μεγάλο ύψος. Κάτω από τα πόδια τους ένας πελώριος ανάγλυφος χάρτης, ζωντανός, με χωριά, βουνά, ποταμούς και πεδιάδες απλωνόταν. Η αεροσυνοδός δεν έπαυε να τους ξεναγεί και να τους ενημερώνει συνεχώς.
Ο Κυβερνήτης έπαιρνε σειρά στο δικό του μικρόφωνο για να πιάσει συζήτηση με τους επιβάτες και να τους λέει τα μυστικά του αεροπλάνου και της τεχνικής του. Ήταν πράγματι ένα υπέροχο ταξίδι. Ο Κυβερνήτης άνοιξε τον ασύρματο και ζήτησε από το κέντρο το στίγμα του και τον καιρό. Αυτό με την σειρά του, του απάντησε και τον πληροφόρησε ότι μέχρι τέλους του ταξιδιού τους δεν προβλέπεται καμιά αλλαγή του καιρού. Έκλεισε τον ασύρματο και ζήτησε με το μικρόφωνο να μιλήσει με τους επιβάτες, όταν εμπρός του διέκρινε ένα κατάμαυρο σύννεφο. Έκλεισε το μικρόφωνο και έσφιξε το πηδάλιο να οδηγήσει το σκάφος κάτω από το σύννεφο και να μη χάσουν οι επιβάτες την οπτική επαφή τους με τη γη.

Ήταν κάτω από το σύννεφο όταν εμπρός του εμφανίστηκε δεύτερο, πλέον κατάμαυρο, με βροντές και αστραπές. Είχε πέσει σε καταιγίδα!

Έδωσε ύψος στο σκάφος για να ξεφύγει, το ρολόι έδειχνε 8.000 πόδια, η καταιγίδα όμως δεν σταματούσε. Έδωσε και άλλο ύψος. Το ρολόι έδειχνε 10.000 πόδια, το μάξιμουμ της αντοχής του αεροπλάνου του, οι επιβάτες άρχισαν να θορυβούνται. Η ορατότης ήταν μηδέν. Το χαλάζι κτυπούσε σαν σφαίρες στα παράθυρα του σκάφους. Οι κεραυνοί και οι αστραπές φώτιζαν μόνον τον ουρανό σαν εχθρικό πυροβολικό που προσπαθούσε να τους καταρρίψει. Η αεροσυνοδός προσπαθούσε με ψυχραιμία να τους καθησυχάσει.

Το σκάφος σαν παιχνιδάκι μέσα στην φοβερή αγκαλιά της καταιγίδας, άρχιζε να τρίζει και το ρολόι έδειχνε 12.000 πόδια. Ο Κυβερνήτης ψύχραιμος άρχισε να κατεβάζει το σκάφος χαμηλά. 8.000πόδια, 6,000 πόδια, 5.000 πόδια, 4.000 πόδια, 3.000 πόδια, 2.000 πόδια, η ίδια κατάστασις!
Στό φόβο μήπως προσκρούσει σε καμιά κορυφή βουνού, άρχισε πάλι να ανεβαίνει. Φτάνει στα 8.000 πόδια και ανοίγει τον ασύρματο να μάθει από τον πύργο ελέγχου το στίγμα του, πού βρίσκεται και να τους πληροφορήσει ότι έχει πέσει σε καταιγίδα, παρά τις καλές μετεωρολογικές ειδήσεις, αλλά διαπίστωσε ότι δεν λειτουργεί.

Άνοιξε αμέσως το ραδιόφωνο, η ίδια σιγή. Ένα κρύο χέρι έσφιξε την καρδιά του. Άνοιξε το χάρτη και προσπάθησε μόνος του να προσδιορίσει τη θέση του.

Μάταιος κόπος. Με την προσπάθεια να ξεφύγει από την καταιγίδα είχε χάσει τον προσανατολισμό του. Στά μάτια του συγκυβερνήτου του άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια του πανικού. Ο Κυβερνήτης διάβασε μέσα στα μάτια του βοηθού του την αγωνία καί πριν του μιλήσει έκαμε ακόμα μία προσπάθεια με τον ασύρματο και το ραδιόφωνο.

Μάταιος κόπος, η μεγάλη καταιγίδα παραδόξως τα είχε καταστρέψει! Προσπάθησε πάλι με τον χάρτη, το αυτό αποτέλεσμα.
Σέ παρόμοιες καταστάσεις, το θάρρος και η ψυχραιμία του Κυβερνήτου, φέρουν καλά αποτελέσματα. Γύρισε στον συγκυβερνήτη του που τον κοίταζε ακίνητος, μαρμαρωμένος καί του ζήτησε ψυχραιμία, διότι η κατάστασή τους είναι πολύ κρίσιμη και πρέπει να αποφευχθεί ο πανικός των επιβατών. Ο πανικός όμως δεν απείχε πολύ από τους επιβάτες. Η αεροσυνοδός μη ξέροντας απολύτως την κρισιμότητα της κατάστασης, κατέβαλε κάθε φιλότιμη προσπάθεια να τους καθησυχάσει.

Πράγματι, η κατάσταση ήταν πάρα πολύ κρίσιμη. Ο κυβερνήτης, χωρίς προσανατολισμό, ασύρματο, ραδιόφωνο και στίγμα, μέσα στη φοβερή θύελλα που δεν είχε τέλος, δε μπορούσε να πιλοτάρει το σκάφος με σιγουριά. Άρχισε να κάμει κύκλους και να ανεβοκατεβαίνει, προσπαθώντας να βγει μέσα από την θύελλα. Το σκάφος τυφλά οδηγείτο από τον ψύχραιμο μέχρι στιγμής Κυβερνήτη.

Όμως οι ώρες περνούσαν, θα έπρεπε να είχαν προσγειωθεί προ δυόμισι ώρες περίπου και ακόμη βρισκόταν στα ύψη. Τα καύσιμα άρχισαν να λιγοστεύουν επικίνδυνα. Καμιά βοήθεια, κανένα φωτεινό σημείο. Οι επιβάτες γνωρίζοντας εκ των προτέρων το χρόνο πού εχρειάζετο το ταξίδι τους και βλέποντας ότι έχουν καθυστερήσει πάρα πολύ, ξέσπασαν σε κλάματα και υστερισμούς, Ακόμη και η αεροσυνοδός έχασε τον έλεγχό της και δεν μπορούσε να προσφέρει καμιά βοήθεια στους επιβάτες.

Μάταια ο κυβερνήτης προσπαθούσε με το μικρόφωνο να τονώσει το ηθικό τους. Ο συγκυβερνήτης, ένα ράκος, ανίκανος να προσφέρει την παραμικρή βοήθεια. Μέσα στην αγωνία του ο κυβερνήτης ρίχνει την ματιά του στόν πίνακα των καυσίμων. Κρύος ιδρώτας τον περιέλουσε. Είχανε δεν είχανε ακόμη 20 λεπτά καύσιμα. Από την στιγμή αυτή άρχισε να κάμπτεται και αυτός. Του ήλθε να κλάψει! Κρατήθηκε. Σχεδόν ήτανε βέβαιος για την καταστροφή. Έβαλε τον αυτόματο πιλότο, έσκυψε πάνω στο πηδάλιο και αφέθηκε στο μοιραίο.

Σάν κινηματογραφική ταινία, στις τελευταίες αυτές στιγμές, περνούσαν από το μυαλό του όλα τα γεγονότα της ζωής του, από τα παιδικά του χρόνια. Σέ μια στιγμή ταράχτηκε. Μα βέβαια. Στήν οθόνη των σκέψεων του παρουσιάστηκε η Ελλάδα, η Μυτιλήνη, η Συκαμνιά. Ήταν Έλληνας και η μητέρα του κατάγεται από την Συκαμνιά της Μυτιλήνης, Θυμήθηκε που μικρός ήλθε στην γενέτειρα της μητέρας του, στήν Συκαμνιά, να γνωρίσει τη γιαγιά του, τους συγγενείς του. Θυμήθηκε ακόμη ότι η ευσεβής μητέρα του, του μιλούσε συνεχώς για τον θαυματουργό Ταξιάρχη Μιχαήλ του Μανταμάδου. Θυμήθηκε ότι μαζί της πήγε στον Μανταμάδο μικρός, για να προσκυνήσουν την θαυματουργό εικόνα του Ταξιάρχη.

Ένοιωσε το ρίγος που τότε ένοιωσε, όταν αντίκρισε την ανάγλυφη εικόνα του Αρχαγγέλου. Στ' αυτιά του, ζωηρά ακούγονται και τώρα τα λόγια, τότε, των γερόντων πού του έλεγαν: «ο Αράπης, παιδί μου, όταν τον καλέσεις με πίστη, (έτσι ακόμη και σήμερα λένε τον Ταξιάρχη, λόγω της μελανής εικόνας του), είναι πάντοτε κοντά σου, πρόθυμα να σε βοηθήσει, χειροπιαστά θαύματα έχουμε εμείς στους πολέμους».

Αναρίγησε! Αναθάρρησε! Πίστευσε πραγματικά στον Μεγαλόχαρο και σηκώνοντας τα χέρια του ψηλά, μέσα από την καρδιά του φώναξε με δύναμη «Ταξιάρχη μου, Αράπη μου, σώσε μας, σώσε μας και εγώ λαμπάδα ίση με το μπόϊ μου θα Σου ανάψω καί ολόχρυσο ομοίωμα του αεροπλάνου μας θα Σου κρεμάσω».

Την στιγμή αυτή, μέσα στό Γραφείο της Εκκλησίας των Ταξιαρχών, όπου μου αφηγείται τα περιστατικά ο Νικόλαος Χατζόγλου, ο κυβερνήτης του αεροσκάφους, σηκώνεται όρθιος, κατακίτρινος και τρέμοντας κάνει τον σταυρό του. Ζει ακόμη μια φορά τα περιστατικά τα μοναδικά της ζωής του και με κόπο συνεχίζει:

«Τότε, εμπρός μου άνοιξαν τα κατάμαυρα σύννεφα και φάνηκε ο καταγάλανος ουρανός και όπως ανοίγει η αυλαία και φαίνεται το σκηνικό του θεάτρου, έτσι κάτω από τα πόδια μας, μέσα στον ήλιο λουσμένο φάνηκε το αεροδρόμιο του προορισμού μας. Έπιασα το πηδάλιο χαρούμενος και σε λίγο προσγειωνόμασταν ατό αεροδρόμιο. Έριξα μια ματιά στα καύσιμα και παρατήρησα ότι μας είχαν απομείνει ακόμη 5 λεπτά βενζίνη περίπου.

Με την πρώτη ευκαιρία πήρα την άδειά μου και σήμερα είμαι εδώ, Πάτερ μου, για να αποδώσω στον Άγιο, σωτήρα μας, την ευγνωμοσύνη και την λατρεία μας και να αποθέσω εμπρός Του με ευλάβεια το τάμα μου.

Στά χέρια του, που έτρεμαν, εμφανίστηκε ένα ολόχρυσο ομοίωμα αεροπλάνου. Ήταν το μεγάλο του τάμα. Τον κοίταξα με συγκίνηση. Στά δακρυσμένα μάτια του διέκρινες την ικανοποίηση πού νοιώθει κανείς όταν πραγματοποιεί μία μεγάλη του υποχρέωση. Ένιωσα τη γλώσσα μου βαριά για να μιλήσει. Τα μάτια μου να πονούν καθώς προσπαθούσα να συγκρατήσω τα δάκρυα. Αρκέσθηκα μόνον να ψελλίσω το:
"Εχων Σέ προστάτην και βοηθόν,
φύλακα καί ρύστην της ψυχής μου της ταπεινής,
Μιχαήλ Πρωτάρχα καί Μέγα Ταξιάρχα,
εν ώρα του κινδύνου, Σύ μοι βοήθησαν".

Από το βιβλίο του πρωτοπρεσβυτέρου Ευστρατίου Δήσσου «Το ιστορικό και τα θαύματα του Ταξιάρχη Μανταμάδου»
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: Διάφορα θαύματα Αγίων

Δημοσίευση από fotis »

Τό θαύμα τής επιστροφής ενός μοναχού πού άφησε το μοναστήρι του καί παντρεύτηκε...( 2014 )

Εικόνα

Στήν άκρη τού γκρεμού. Λίγο ακόμη καί χάθηκε...





Τό 2003 κυκλοφόρησε ἕνα χαριτωμένο ἁγιορείτικο βιβλίο. Περιέχει διδακτικές διηγήσεις, περιστατικά καί ἱστορίες ἀπό τήν ζωή παλαιτέρων καί νεωτέρων Πατέρων τοῦ Ἄθωνος.
Τιτλοφορεῖται: " Ἁγιορείτικα ἀνέκδοτα καί διηγήσεις καί ὄχι μόνο...".
Συγγραφεύς φέρεται ὁ μοναχός Νικάνωρ Καυσοκαλυβίτης.
Τά διηγήματά του γραμμένα μέ ἁπλῆ καί κατανοητή γλῶσσα, εἶναι διδακτικά καί ὠφέλιμα γιά κάθε καλοπροαίρετο ἀναγνώστη.

Ἀνάμεσα σ᾿ αὐτά τά περιστατικά εὑρῆκα καί τήν ζωή τοῦ π Νεκταρίου Γρηγοριάτου μοναχοῦ, ἡ ὁποία λόγῳ τῆς μεγάλης ὠφελείας πού θά προσφέρη, σκέφθηκα νά τήν καταχωρήσω ἐδῶ σ᾿ αὐτό τό Γρηγοριάτικο Γεροντικό, ἐφ᾿ ὅσον κι αὐτός συγκαταλέγεται στήν χορεία τῶν παλαιοτέρων Γρηγοριατῶν πατέρων.

Παρουσιάζω τήν περιπετειώδη βιογραφία του, χωρίς ν᾿ ἀλλοιώσω τά ἱστορικά της στοιχεῖα, ἐνῶ ἡ σύνταξις τοῦ κειμένου θά φέρη τόν προσωπικό χαρακτῆρα τοῦ γράφοντος.
Στήν ἱερά Μονή τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου μετέβη, πρίν ἀπό 100 χρόνια, κάποιος νέος νά μονάσει...


Ἀσφαλῶς τότε ἡγούμενος ἦτο ὁ ἱκανώτατος Γέροντας ἀρχιμ. π.Συμεών Ἀγγελίδης, ὁ ἐκ Τριπόλεως Πελοποννήσου, ὁ ὁποῖος ἐχρημάτισε ἡγούμενος ἀπό τό 1860 μέχρι τό 1906. Γεννήθηκε ὁ μοναχός αὐτός, ἄγνωστο πότε, στήν Πάτρα καί τό βαπτιστικό του ὄνομα ἦτο Νικόλαος.
Σύμφωνα μέ τήν τάξι τοῦ Ἁγίου Ὄρους, δοκιμάσθηκε ἐπί μία τριετία καί μετά ἐκάρη μεγαλόσχημος μοναχός ὀνομασθείς Νεκτάριος. Τήν ἐποχή ἐκείνη, λόγῳ πτωχείας, ἴσως εἶχε εὐλογία κάθε μοναχός, ἀκόμη καί κοινοβιάτης, νά ἀσχολῆται μέ κάποιο ἐργόχειρο γιά τά πρός τό ζῆν ἀναγκαῖα.
Ἴσως ὁ μοναχός Νεκτάριος νά ζοῦσε ἐκτός τῆς Μονῆς σάν ἐξαρτηματικός καί ἠσχολεῖτο μέ κάποιο ἐργόχειρο γιά νά καλύπτη τά ἀπολύτως ἀναγκαῖα τῆς ζωῆς του.
Ἤθελε, λοιπόν, ν᾿ ἀγοράση παπούτσια καί μερικά ἄλλα προσωπικά του ἀντικείμενα. Ζήτησε εὐλογία ἀπό τόν Γέροντά του νά πάη στήν Θεσσαλονίκη γιά νά πωλήση τό ἐργόχειρό του. Δέν μᾶς εἶναι γνωστό τί κατεσκεύαζε. Ὁ Γέροντάς του τοῦ ἀπήντησε:

-Δέν πρέπει νά βγῆς, ἔξω π. Νεκτάριε. Εἶσαι νέος μοναχός καί ἴσως κινδυνεύσης.
-Γέροντα, θά πάω νά πωλήσω τά ἐργόχειρό μου καί νά ψωνίσω ὅ, τι προσωπικό μου χρειάζομαι καί νά ἐπιστρέψω.

Ὁ Γέροντας ὅμως δέν εὐλογοῦσε τήν ἔξοδό του, ἀλλά καί ὁ μοναχός δέν παραιτεῖτο ἀπό τό θέλημά του. Τελικά ὑπεχώρησε ὁ Γέροντάς του καί τοῦ εἶπε:
-Πήγαινε, ἀλλά δέν θά καθυστερήσης περισσότερο ἀπό τρεῖς ἡμέρες. Δηλαδή δύο ἡμέρες τό ταξίδι σου καί μία ἡμέρα γιά τά ψώνια σου.

Ἔφυγε ὁ π. Νεκτάριος κι ἔφθασε στήν Θεσσαλονίκη. Ἐνῶ ἐβάδιζε κοντά στόν Βαρδάρη, ὕψωσε τό βλέμμα του σ᾿ ἕνα μπαλκόνι καί εἶδε μία κοπέλλα νά τινάζη τίς κουβέρτες.

Ἀλλά καί ἡ κοπέλλα τόν εἶδε καί ἐπίμονα μέ τό βλέμμα της τόν περιεργαζόταν.
Αὐτός ἐνόμισε ὅτι ἡ κοπέλλα τόν ἐκύτταξε μέ πονηρό λογισμό. Ἀπό ἐκείνη τήν στιγμή μπῆκε μέσα του ὁ πειρασμός.

Τήν ἑπομένη ἡμέρα ξαναπέρασε πάλι ἀπό ἐκεῖ μήπως καί τήν ἰδῆ. Τό ἴδιο ἔκανε καί τίς ὑπόλοιπες ἡμέρες.
Οἱ λογισμοί του νά ἐγκαταλείψη τόν μοναχικό του Σχῆμα γιά νά κερδίση τήν κοπέλλα, φούντωσαν μέσα του. Δέν χάνει καιρό καί θέτει σέ ἐφαρμογή τό σατανικό αὐτό σχέδιο.

Κάποιο ἀπόγευμα ἔβγαλε τά ράσα του, ἔκοψε τά γένεια του καί συνέχισε σάν λαϊκός πλέον
τώρα νά συχνάζη σ᾿ ἐκείνη τήν ἑστία τοῦ πειρασμοῦ. Δέν ἄργησε νά προχωρήση καί σέ ἄλλα μέτρα γιά νά μή χάση...τό δόλωμα, πού ὁ διάβολος τοῦ εἶχε βάλει μπροστά του.

Ἐνοίκιασε δωμάτιο κοντά σ᾿ αὐτή τήν γειτονιά καί ἐν συνεχείᾳ ἔψαχνε νά βρῆ δουλειά. Γνωρίσθηκε μέ κάποιον, ὁ ὁποῖος καί τόν πῆρε στήν δουλειά του. Μία ἡμέρα εἶπε σ᾿ αὐτόν πού ἦταν ἀφεντικό του στήν δουλειά:
-Αὐτή η κοπέλλα πού μένει ἀπέναντί μας, τήν ἔχω συμπαθήσει καί θέλω νά τήν κάνω γυναῖκα μου.
-Τί λές βρέ Νῖκο; Εἶναι ἀλήθεια; Ξέρεις αὐτή ἡ κοπέλλα εἶναι ἀδελφή ἑνός πολύ καλοῦ φίλου μου. Θά κάνω τό πᾶν νά σέ γνωρίσω μαζί του.
Πράγματι γνωρίσθηκε ὁ Νικόλαος μέ τόν ἀδελφό τῆς κοπέλλας καί ἕνα βράδυ ἐπῆγαν μαζί στό σπίτι της. Τούς ὑποδέχθηκε ἡ μητέρα τῆς κοπέλλας καί τούς προσέφερε ἕνα κέρασμα.
Ἐπῆγε καί πάλι καί πάλι ὁ Νικόλαος στό σπίτι τῆς κοπέλλας. Τότε εἶπε ὁ φίλος του στόν ἀδελφό τῆς κοπέλλας:
-Ὁ νεαρός Νικόλαος πού ἐγνώρισες ἔχει ἐρωτευθῆ τήν ἀδελφή σου καί θέλει νά τήν κάνη γυναῖκα του.
-Ἀλήθεια, λές βρέ Γιῶργο;
-Ναί, εἶναι σοβαρός ἄνθρωπος.
-Τό βλέπω κι ἐγώ ὅτι εἶναι σοβαρός. Θά τό εἰπῶ στήν μητέρα μου.
Ἡ μητέρα του, ὅταν ἔμαθε τό νέο αὐτό, ἀπόρησε καί τόν ἐρώτησε:
-- Βρέ παιδί μου, αὐτός δέν εἶναι ἀπ᾿ ἐδῶ, εἶναι ἀπό τήν Πάτρα. Πῶς θά δεχθῆ νά φτιάξη οἰκογένεια μακριά ἀπό τούς ἰδικούς του συγγενεῖς;
Τελικά συζήτησαν τό θέμα ὅλοι μαζί καί οἱ γονεῖς τους. Ἡ κοπέλλα τούς εἶπε:
-Ἐγώ, μητέρα, δέν ἔχω σκοπό νά παντρευτῶ ἀκόμη. Τελικά ἡ κοπέλλα δέχθηκε τίς πιεστικές προτάσεις τῶν γονέων της καί ὑποσχέθηκε νά ὑπαντρευθῆ. Ἔτσι μία ἡμέρα ἔγιναν οἱ γάμοι τοῦ Νικολάου καί τῆς Ὄλγας. Γρήγορα ἀπέκτησαν καί τό πρῶτο τους παιδί.
Στό Μοναστήρι οἱ Πατέρες περίμεναν τόν μοναχό Νεκτάριο, ἀλλά ἀκόμη δέν φαινόταν πουθενά...Ὁ Ἡγούμενος καί ὅλοι οἱ Πατέρες ἔμαθαν γιά τά ...κατορθώματά του καί ἔκαναν προσευχή. Παρακαλοῦσαν τόν Θεό νά τόν συγχωρήση καί νά λάβη τήν ἀπόφασι νά ἐπιστρέψη.
Ὁ μοναχός Νικόλαος συνέχιζε κανονικά τήν κοσμική του ζωή, μή μεριμνῶντας γιά τίποτε ἄλλο παρά μόνο γιά τήν οἰκογένειά του, τό παιδί του καί καί τίς δουλειές του. Κάθε ἀνάμνησι γιά τό παρελθόν τήν ἀπέφευγε διότι τόν ἐμπόδιζε στήν ἀπόλαυσι τῆς κοσμικῆς του ζωῆς.
Κάποια ἡμέρα, περίοδος καλοκαιριοῦ, ἐπῆγε μέ τό παιδί του, ἡλικίας τότε ὀκτώ ἐτῶν, στήν παραλία γιά νά κάνουν τό μπάνιο τους. Μετά τό λούσιμο στήν θάλασαα, βγῆκε ἔξω νά παίξη τόπι μέ τόν παιδάκι του. Σέ μιά στιγμή τοῦ εἶπε τό παιδί του:
-Μπαμπᾶ, τί εἶναι αὐτό τό μαῦρο πανί πού ἔχεις ἐπάνω σου;
-Δέν φορῶ κάποιο μαῦρο πανί ἐπάνω μου, παιδί μου! Δέν βλέπεις ὅτι εἶμαι μόνο μέ τό "μαγιώ";
-Ἐγώ βλέπω νά φορῆς ἕνα μαῦρο πανί μέ κόκκινα γράμματα καί μέ κόκκινο σταυρό στό στῆθος σου.
Ἐδῶ ὁ Θεός ἄκουσε τίς προσευχές τοῦ Γεροντός του καί τῶν Ἀδελφῶν τῆς Μονῆς του
καί ἔδωσε τήν δυνατότητα στό παιδάκι του νά ἰδῆ μέ τά νοερά καθαρά του μάτια τό ὑπερφυσικό αὐτό φαινόμενο. Εἶδε νά ἔχει ἐνδυθῆ ὁ πατέρας του μέ τό Ἀγγελικό Σχῆμα. Αὐτό σημαίνει ὅτι τό Σχῆμα τοῦ μοναχοῦ ἀποτυπώνεται σάν σφραγίδα στό στῆθος καί στήν ζωή τοῦ μοναχοῦ.
Ἔτσι, κι ἄν ἀκόμη ὁ μοναχός ἀρνηθῆ τό Σχῆμα του, τό Σχῆμα ὅμως δέν τόν ἀρνεῖται. Τόν ἀκολουθεῖ καί αὐτός ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ θά σταθῆ καί θά κριθῆ σάν μοναχός Μεγαλόσχημος.
Ὁ πατέρας του κατάλαβε ἀμέσως τί τοῦ ἔλεγε τό παιδί του. Σκέφθηκε καί μονολόγισε μόνος του: "Ἀκόμη μέ θυμᾶται καί μ᾿ ἀγαπᾶ ὁ Θεός! Μετά εἶπε στό παιδί του:
-Φεύγουμε. Ἑτοιμάσου νά πᾶμε στό σπίτι μας.
Ἔφθασαν στό σπίτι, ἀλλά ὁ Νικόλαος, ὅπως ἦτο στενοχωρημένος, φαινόταν ἀγνώριστος ἀπό τήν γυναῖκα του.
-Τί ἔχεις, βρέ Νῖκο, γιατί εἶσαι τόσο στενοχωρημένος; Ἄλλη φορά ἦσουν πάντα χαρούμενος καί γελαστός. Κάτι σοβαρό σοῦ συμβαίνει. Θέλω νά μοῦ τό εἰπῆς.
-Ἑτοίμασε νά φᾶμε καί μετά θά σοῦ εἰπῶ τά πάντα μέ εἰλικρίνεια.
Μετά τό φαγητό, ἔβαλαν τό παιδί νά κοιμηθῆ καί τότε ὁ Νικόλαος τῆς ἀπεκάλυψε γιά πρώτη φορά στήν γυναῖκα του τά ἑξῆς:
-Ἄκουσέ με, Ὄλγα. Ἐγώ, πρίν σέ γνωρίσω καί σέ ζητήσω γιά γάμο ἤμουν μοναχός στό Ἅγιον Ὄρος. Ἦλθα γιά δουλειές μου στήν Θεσσαλονίκη. Σέ εἶδα, σέ ἐρωτεύθηκα. Πέταξα τά ράσα μου καί τό Σχῆμα μου, ἐγκατέλειψα τίς καλογερικές μου ὑποχρεώσεις καί τό μοναστήρι μου γιά νά πάρω ἐσένα. Σήμερα τό παιδί μας, μέ θεία νεῦσι, εἶδε ἐπάνω στό στῆθος μου τό Ἀγγελικό μου Σχῆμα, τό ὁποῖον καί κατερύπωσα μέ αὐτή τήν ἄσωτη ζωή μου..
-Τί εἶναι αὐτά πού λέγεις, βρέ Νῖκο; Ἄν εἶναι ἀλήθεια αὐτά πού μοῦ λέγεις, τότε εἶσαι δολοφόνος...Κατέστρεψες τρία σπίτια: Τό δικό μας, τῆς μητέρας μου καί ἐπρόσβαλλες τό μοναστήρι σου καί τό Ἅγιο Σχῆμα σου...Σήκω καί φῦγε ἀμέσως...
Καί τά δάκρυά της ἐπήγαιναν ποτάμι. Ἦτο ἄνθρωπος τῆς ἐκκλησίας..
-Θά φύγω τῆς εἶπε αὐτός καί θά γυρίσω στό Μοναστήρι μου. Ἄν μέ κρατήσουν θά μείνω γιά πάντα ἐκεῖ καί ἐκεῖ θά πεθάνω. Ἐάν δέν μέ κρατήσουν, θά σκεφθῶ ποῦ θά πάω..
-Φῦγε, ἀμέσως γιά τό μοναστήρι σου. Μή σκέπτεσαι ἐμένα καί τό παιδί μας. Θά φροντίση γιά ἐμᾶς ὁ Θεός. Φῦγε γιά νά μή καταδικασθῆς αἰώνια. Ὅσο καθυστερῆς στόν κόσμο, τόσο παροργίζεις τόν Πανάγαθο Θεό μας. Ἐάν κάνης ἔτσι καί μετανοήσης εἰλικρινά θά σέ συγχωρέση ὁ Θεός καί θά σέ σώση...
-Σέ παρακαλῶ, τῆς εἶπε, μήν εἰπῆς τίποτε στό παιδί μας. Ὅταν μεγαλώση θά μάθη ἀπό σένα ποιός εἶναι καί ποῦ εἶναι ὁ πατέρας του...
Πράγματι, ἔφθασε στό μοναστήρι του συντετριμμένος σάν τόν ἄσωτο υἱό ὁ Νεκτάριος. Μόλις τόν εἶδε ὁ Γέροντάς του, τόν γνώρισε, τόν ἀγκάλιασε καί τόν ἔφερε μέσα στό Μοναστήρι.
Ὁ Νεκτάριος ἔπεσε στά πόδια του καί μέ στεναγμούς παρακαλοῦσε καί τοῦ ἔλεγε:
-Γέροντά μου, συγχώρεσέ με. Εἶμαι ὁ δεύτερος ἄσωτος γυιός. Δέν εἶμαι ἄξιος νά στέκομαι μπροστά σου. Κατεμόλυνα τό Σχῆμα μου, τό ὁποῖο ἀπό τά χέρια σου ἔλαβα. Δέν ἔχω μάτια νά σ᾿ ἀντικρύσω. Δέξαι με ὄχι σάν δοῦλο σου, ὄχι σάν γυιό σου, ἀλλά σάν τό σκουλήκι καί τό σκουπίδι τῆς γῆς.
Ἐν τῶ μεταξύ ἦλθαν κι οἱ ἄλλοι Ἀδελφοί καί Πατέρες.
Ἄλλοι ἔκλαιγαν καί ἄλλοι ἐχαίροντο γιά τήν ἐπιστροφή του. Σηκώθηκε ὁ Γέροντάς τους, παπᾶ Συμεών, τόν ἀγκάλιασε καί πήγανε μαζί στό Ἀρχονταρίκι. Ἐκεῖ τοῦ ἐξωμολογήθηκε ὁ Νεκτάριος ὅλα τά παθήματά του. Καί ὁ Γέροντάς του τοῦ εἶπε:
-Παιδί μου, ὅλοι ἐμεῖς, ἐγώ ὁ Γέροντάς σου καί οἰ Ἀδελφοί σου σέ δεχόμεθα καί πάλι στό μοναστήρι. Ὅμως θά πᾶς νά μείνης στήν σπηλιά τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου, τοῦ Κτίτορος τῆς Μονῆς μας.
Ὁ Νεκτάριος δέχθηκε τήν ἐντολή τοῦ π. Συμεών καί τόν εὐχαρίστησε διότι τόν δέχθηκαν καί πάλι στό μοναστήρι.
Ὁ Γέροντάς του τοῦ ἔδωσε μία φραντζόλα ψωμί καί νερό καί τόν ἐπῆγε ὁ ἴδιος νά τόν ἐγκαταστήση μέσα στήν σπηλιά. Ἐκεῖ ἐπέρασε ὁ Νεκτάριος ἕνα μῆνα μ᾿ αὐτό τό ψωμί. Ὅταν πεινοῦσε ἔτρωγε καί λίγα χόρτα, ἀπ᾿ αὐτά πού φύτρωναν ἔξω ἐκεῖ στά κηπάρια τοῦ Καθίσματος τῆς Παναγίας. Εἶχε βέβαια πολύ ἀδυνατίσει.
Μετά ἀπό ἕνα μῆνα τόν ἐπισκέφθηκε καί πάλι ὁ Γέροντάς του καί τοῦ ἔφερε νερό καί ψωμί. Τόν ἐρώτησε:
-Πῶς εἶσαι, πάτερ Νεκτάριε;
-Καλά μέ τίς εὐχές σας, Γέροντα. Δόξα σοι ὁ Θεός, πολύ καλά.
-Θά ἔλθη καιρός νά κατέβης καί κάτω στό Μοναστήρι μας, ἀλλά ὄχι τώρα. Τώρα μόνο ἐσύ θά κάνης νηστεία, ἀγρυπνία καί προσευχή γιά νά δεχθῆ τήν μετάνοιά σου ὁ Θεός.
Μετά ἀπό ἀρκετό καιρό τοῦ μετέφερε ὁ Γέροντάς του μέσα σέ μία στάμνα βρεγμένα ὄσπρια. Τοῦ εἶπε:
-Πάρε αὐτή τήν στάμνα μέ τά ὄσπρια, ὅσα εἶναι μέσα. Θά βάζης τό χέρι σου μόνο μία φορά τήν ἡμέρα καί ὅσα βγάζης, θά τά τρῶς. Πάρε κι αὐτά τά δύο πρόσφορα καί τό νερό σου.
Ἦλθε καιρός καί πέθανε ὁ παπᾶ Συμεών καί τόν διαδέχθηκε ὁ παπᾶ Ἰάκωβος. Συνέχιζε κι αὐτός νά τοῦ πηγαίνη τρόφιμα καό νερό, ὅπως ὁ προηγούμενος.
Μέ τίς προσευχές καί τά δάκρυα καθαρίσθηκε ἡ ψυχή τοῦ π. Νεκταρίου. Ἤδη εἶχε φθάσει καί 75 ἐτῶν.
Μία ἡμέρα τόν ἐρώτησε ὁ Ἡγούμενος:
-Πῶς πᾶς, Ἀδελφέ;
-Καλά, δόξα σοι ὁ Θεός, Γέροντα. Καί ἄρχισε νά κλαίη ἀσταμάτητα. Μόλις ἡσύχασε λίγο, εἶπε στόν Γέροντά του:
-Γέροντα, ἔρχεται ἕνα πουλάκι καί μοῦ κάνει παρέα.
Ὁ Γέροντας κατάλαβε ὅτι ἦτο τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλά τόν ρώτησε:
--Τί πουλάκι εἶναι αὐτό, Νεκτάριε;
-Νά, εἶναι ἕνα ἄσπρο καί ὡραῖο πουλάκι. Ἔρχεται καί μέ κυτάει. Μοῦ κάνει παρέα καί μετά ἀπό λίγο φεύγει καί πάλι ἔρχεται.
-Καλά, παιδί μου, συνέχισε τήν προσευχή σου.
Τελικά ὁ π. Νεκτάριος ἔφθασε στήν ἡλικία τῶν 80 ἐτῶν.
Μία ἡμέρα τόν ἐπισκέφθηκε καί πάλι ὁ Γέροντάς του καί τόν ρώτησε:
-Πῶς πᾶς, Ἀδελφέ Νεκτάριε;
-Καλά, Γέροντα. Νά τό πουλάκι ἦλθε καί πάλι πολύ κοντά μου. Ἅπλωσα τό χέρι μου νά τό πιάσω, ἀλλά αὐτό μ᾿ ἕνα πήδημα μπῆκε μέσα στό στόμα μου καί ἀπό τότε πάλι δέν ἔρχεται. Τώρα πῶς θά τό βγάλω ἀπό μέσα μου; Καί ἄρχισε να κλαίη.
-Δέν πειράζει. Μήν ἀνησυχῆς, Νεκτάριε. Τώρα εἶναι καιρός νά γυρίσης στό μοναστήρι μας. Θά μένης στό γηροκομεῖο καί θά σ᾿ ἔχουμε κοντά μας.
-Ὄχι, τοῦ εἶπε ὁ π. Νεκτάριος. Καλά εἶμαι ἐδῶ. Ἄφησέ με νά πεθάνω ἐδῶ στήν σπηλιά σέ παρακαλῶ.
-Ὄχι, τοῦ εἶπε ὁ Γέροντάς του, πρέπει νά κάνης ὑπακοή καί νά κατέβης στήν Μονή.
-Καί ἀφοῦ ἦτο θέμα ὑπακοῆς, κατέβηκε μαζί του στήν Μονή ὁ π. Νεκτάριος καί ἔμενε πλέον στό γηροκομεῖο.
Σέ ἡλικία 85 ἐτῶν ἐκοιμήθη ἐν Κυρίω. Ἔκαμαν τήν κηδεία του καί στά τρία χρόνια ἔβγαλαν τά ὀστᾶ του. Τί τό ἐξαίσιο καί θαυμάσιο; Τά ὀστᾶ του εὐωδίαζαν. Ἀπ᾿ αὐτό ἀντιλαμβάνεται ὁ καθένας τί καρπούς πνευματικούς ἠμπορεῖ νά φέρη ἡ ὑπακοή καί ἡ μετάνοια.
Δόξα στόν Πανοικτίρμονα Θεό μας, ὁ Ὁποῖος δέχθηκε τήν μετάνοια τοῦ μοναχοῦ Νεκταρίου καί τόν ἐπανέφερε ὄχι μόνο στήν μοναχική τάξι, στήν ὁποία εὑρισκόταν καί παλαιότερα, ἀλλά καί τόν ἀρίθμησε μεταξύ τῶν χορῶν τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας.
Αἰωνία ἡ μνήμη τοῦ ὁσίου γέροντος Νεκταρίου, ὁ ὁποῖος ἀνῆλθε ἐξ ἅδου κατωτάτου καί μᾶς ἄφησε σάν πνευματική κληρονομία τό ὑπέροχο παράδειγμα τῆς συνεχοῦς μέχρι θανάτου μετανοίας του.
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ πρεσβείαις πάντων τῶν Ὁσίων Γεροντάδων μας καί τοῦ ἁγίου Γέροντός μας π. Γεωργίου ἀξίωσον καί ἡμᾶς τῆς αἰωνίου μακαριότητος. Ἀμήν.
Μοναχός Νεκτάριος Γρηγοριάτης.

Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου
Ἱερά Μονή Ὁσίου Γρηγορίου
Ἅγιον Ὅρος Ἄθω
2005
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Θαύματα”