ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ & ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΕΣ ΜΑΣ

Βιογραφία των Αγίων και Γερόντων τις Εκκλησίας μας

Συντονιστές: ntinoula, Συντονιστές

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ & ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΕΣ ΜΑΣ

Δημοσίευση από fotis »

ΓΕΡΟΝΤΑ ΚΑΛΛΙΣΤΡΑΤΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

Εικόνα

Ο πάπα-Καλλίστρατος καταγόταν από το χωριό Τράχωνας της επαρχίας Λευκωσίας. Από μικρό παιδί είχε κλίση προς την θρησκεία και αγαπούσε πολύ την Εκκλησία του Χριστού. Και διά την αγνότητα του ό Θεός τον αξίωσε να γίνει λειτουργός του, δηλαδή ιερέας. Λέγεται ότι έγινε και μεγαλόσχημος μοναχός, δηλαδή ιερομόναχος στην Μονή Σταυροβουνίου.

Από την νεότητα του ήταν στολισμένος με πολλές και διάφορες αρετές και κυρίως κατείχε την ευλογημένη ελεημοσύνη. Κατά διήγηση του συγχωριανού του Λαμπριανίδη όταν ήταν πια Ιερέας γυρνούσε σε διάφορα σπίτια της ενορίας του σε φτωχές γυναίκες και κυρίως ανύπαντρες και τούς έδιδεν ελεημοσύνη. Πολλές φορές έκανε κρυφά την ελεημοσύνη του. Πήγαινε λόγου χάριν σ' ένα σπίτι μιας φτωχής νέας και της έλεγε: «Κάμε μου ένα καφέ ρά». Μέχρι να κάμη τον καφέ ή κοπέλα, ό παπα-Καλλίστρατος πήγαινε και έβαζε χρήματα κάτω από το μαξιλάρι του κρεβατιού της κοπέλας. Όταν έπινε τον καφέ και μετά, χαιρετούσε και αναχωρούσε από το σπίτι χωρίς να κάμει φανερή την ελεημοσύνη του. Από συγχωριανούς του λέγεται και το εξής: ότι πήγαινε τις νύχτες σε σπίτια φτωχών ανθρώπων και αφού έριχνε από το παράθυρο ή την πόρτα δεμένα σε μαντήλι χρήματα, έφευγε κρυπτόμενος χωρίς να τον παίρνουν είδηση, όπως έκανε και ό Άγιος Νικόλαος Επίσκοπος Μύρων της Λυκίας.

Ό μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Λέοντος είπε όταν ζούσε ότι όταν ήταν μαθητής τού Παγκυπρίου Γυμνασίου Λευκωσίας, πήγε και εξομολογήθηκε στον παπά-Καλλίστρατον και τού είπε ό αοίδιμος ότι θα γίνει αρχιεπίσκοπος Κύπρου, όπως και έγινε.

Κατά τον Λαμπριανίδη, ό παπά-Καλλίστρατος στο σπίτι του στον Τράχωνα δεν κοιμόταν σε κρεβάτι αλλά σε φέρετρο. Σ' αυτό το φέρετρο άνακλινόμενος, σκεπτόταν νύχτα-μέρα τον θάνατον και φιλοσοφούσε την ματαιότητα τού κόσμου. Και έτσι νικούσε και εξαφάνιζε τις σαρκικές ορέξεις, τον θυμό, την γαστριμαργία, την φιλαργυρία, την κενοδοξία και όλα τα πάθη.

Κατά τον ίδιο τον Λαμπριανίδη, ό παπά-Καλλίστρατος κάθε Πάσχα πριν αρχίσει ή Ανάσταση γυρνούσε σ' όλο το χωριό και αφού κτυπούσε σ' όλα τα σπίτια τις πόρτες, ακολούθως πήγαινε στην εκκλησία και κτυπούσε ό Ίδιος την καμπάνα και περίμενε μέχρις ότου έρθουν όλοι και μετά ν' αρχίσει την Άκολουθία.

Σύμφωνα με διήγησιν τού μακαριστού Γέροντος Νικάνδρου Σταυροβουνιώτου Μοναχού πού έκοιμήθη το έτος 1978, όταν πήγαινε κάποτε στο Μετόχι της Αγίας Βαρβάρας Σταυροβουνίου και έμενεν λίγες μέρες, τις νύκτες ξάπλωνε σε κρεβάτι με σανίδια και μια - δύο κανναβίτσες (τσουβάλια), χωρίς στρώμα και κουβέρτες. Και έτσι ταλαιπωρούσε το κορμί του και σκληραγωγούσε την σάρκα του για την ωφέλεια της ψυχής του. Κατά τον ίδιο, ό παπά-Καλλίστρατος φορούσε τα όμματογιάλια του στην μύτη για να μην τον έχουν σε υπόληψη οι κοσμικοί άνθρωποι, θεωρώντας τον σαλόν (τρελλόν). Έτσι αγωνιζόμενος και σκληραγωγούμενος ήρθε ή ώρα για το μεγάλο ταξίδι. Όταν έκοιμήθη, το σεπτό σκήνωμα του τάφηκε στον περίβολο της εκκλησίας της Παναγίας τού Τράχωνα με μεγάλες τιμές από τούς πιστούς της ενορίας του.

Όταν έγινε ή εκταφή των λειψάνων του υπό τού Αρχιεπισκόπου Λεοντίου, εύωδίαζαν τα λείψανα του, σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες. Το 1974 με την προσφυγιά τα λείψανα του έμειναν κάτω από την Άγία Τράπεζα της εκκλησίας.
Διά των ευχών του, είθε ό Θεός ελευθερώσει τον κατεχόμενον Τράχωνα πού βρίσκονται τα λείψανα του, ως και όλα τα κατεχόμενα ελληνοχριστιανικά εδάφη της άγιονήσου Κύπρου. Αμήν.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ & ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΕΣ ΜΑΣ

Δημοσίευση από fotis »

ΓΕΡΟΝΤΑΣ DOBRI DOBREV

Εικόνα

Ο δια Χριστόν Σαλός της Βουλγαρίας κλείνει 100 χρόνια ζωής

Ο ΒΙΟΣ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ


Φέτος, ο γέροντας Dobri Dobrev , ο άγιος επαίτης της Βουλγαρίας θα κλείσει έναν αιώνα ζωής. Επ’ ευκαιρία του γεγονότος πολλά θρησκευτικά και μη έντυπα σε όλη την Ευρώπη κάνουν μια αναδρομή στο βίο του άγιου γέροντα ο οποίος μέχρι και στα 99 του χρόνια, προσφέρει τον οβολό του για την ανέγερση και συντήρηση ναών και ορφανοτροφείων.

Ο γέροντας Dobri Dobrev θα κλείσει ακριβώς έναν αιώνα ζωής αυτή τη χρονιά.Για αυτούς που δεν τον ξέρουν ο αιωνόβιος βούλγαρος ζητιάνος είναι ένας ακόμη περιθωριακός της πίστης, ένας φαινομενικά επαίτης που διακονεύει από τους περαστικούς σε πολυσύχναστα σημεία της Σόφιας.Όμως οι κάτοικοι της βαλκανικής πρωτεύουσας τον θεωρούν άγιο, έναν “άγιο του δρόμου”.
Ζει σ΄ενα πρεσβυτέριο σ΄απόσταση 25 χλμ. από την Σόφια και εδώ και χρόνια διανύει την απόσταση με τα πόδια.Το τελευταίο διάστημα βέβαια χρησιμοποιεί το λεωφορείο της γραμμής. Περνάει με τα 80 ευρώ της σύνταξής του και όσο για την τροφή του, την εξασφαλίζει από τη φιλανθρωπία κάποιων.« Όλα τα χρήματα που συλλέγει από την επαιτεία τα δίνει στον Καθεδρικό της Σόφιας ‘Αγιος Αλέξανδρο του Nevski και στα ορφανοτροφεία. Μια μέρα προσκόμισε στο ναό 35.000 leva που αντιστοιχούν σε 18.000 ευρώ », μεταφέρει το θρησκευτικό περιοδικό Il Timone (4 /3/14).


Είναι πασίγνωστος και πολλά sites μιλούν για την ιδιόρυθμη προσωπικότητά του, ενώ έχει δημιουργηθεί και ιστιακός τόπος αφιερωμένος στον γέροντα με τον τίτλο Saint Dobry. Το 2000 προβλήθηκε ένα ντοκυμαντέρ αφιέρωμα στη δράση του όπου ο ίδιος διαβεβαιώνει ότι« όταν υπάρχει η καλή θέληση όλα είναι πιθανά ». (Huffington Post, 4/03/14).


To παρελθόν του δια “Χριστόν Σαλού της Σόφιας” παραμένει ένα μυστήριο. Ο Dobri Dobrev διηγείται, πως κάποτε έκανε ένα μεγάλο λάθος και από τότε αποφάσισε να ακολουθήσει αυτόν τον κατά κυριολεξία “δρόμο ( οδό ) της μετανοίας” .

Παρά την προχωρημένη του ηλικία συνεχίζει να καταβάλει γενναιόδωρα τον οβολό του στους άλλους .

“Δεν φοβάται το κρύο ή την κακοκαιρία.Δεν τον απασχολεί η πείνα.Δεν κρατάει κακία ούτε θυμώνει με τα άτομα που λιδωρούν το έργο του.Ακτινοβολεί από ευγένεια και σοφία.Είναι έτοιμος ν΄ασπαστεί το χέρι ενός παιδιού και να μιλάει σε συνεχόμενη βάση για το Θεό στους περαστικούς”.

Ο Dobri είχε 4 παιδιά εκ των οποίων μόνο τα 2 βρίσκονται εν ζωή.

“Το μήνυμά του σκληρό αλλά ουσιαστικό, γραμμένο πάνω στη σανίδα που κοιμάται αυτός ο ασκητής της πόλης : «Ου κλέψεις, ου ψευδομαρτυρήσεις, ου μοιχεύσεις, αγάπα το πλησίον σου ως εαυτόν» (Il Timone, 4 -3/Aleteia 04-03-14)

Γεννήθηκε το 1914 στο χωριό Bajlovo.Δεν ενοχλείται από τις κακόβουλες φήμες που τον φέρουν να δώρισε την περιουσία του και έτσι να επιβάρυνε οικονομικά την οικογένειά του.Κατά την διάρκεια πολέμου από οβίδα που έπεσε κοντά του απώλεσε την ακοή του.

Ο “άγιος του Bajlovo”, όπως τον αποκαλούν, έγινε ένας αληθινός ασκητής. Άφησε το σπίτι του με όλες τις ανέσεις στους κληρονόμους του και φίλους του και ο ίδιος επέλεξε ένα λιτό δωμάτιο στην αυλή της εκκλησίας των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου.Κάνει χαμαικοιτία ή κοιμάται σε τάβλα. Λίγο ψωμί και μια ντομάτα είναι όλη και όλη η διατροφή του.

Τα τελευταία χρόνια ο γέροντας Dobri περνάει τον περισσότερο χρόνο του στην εκκλησία του Αγίου Αλεξάνδρου του Nevski και στο ναό των Επτά Αγίων στη Σόφια. Για την ανακαίνιση του ναού των Αγίων Εκχριστιανιστών των Σλάβων στο Baylivi , συγκέντρωσε 10.000 λέβα δηλαδή, 5.000 ευρώ.Έκανε ήδη δωρεές για την ανακαίνιση και των εκκλησιών σε Kalofer και Poibrene. Έδωσε 25.000 λέβα στην μονή Eleshnishkiya και στην εκκλησία του Gorno Kamartsi.Η ανυπέρβλητη προσφορά του ήταν αυτή στον καθεδρικό ναό της πρωτεύουσας , Άγιο Αλέξανδρο του Nevsky.Προσέφερε 35.000 λέβα που τα μάζευε χρόνια ολόκληρα για να συμβάλει στα έργα της μεγαλύτερης εκκλησίας στη Βουλγαρία.Το 2009 ο γέροντας επισκέφθηκε τον γραμματέα της εκκλησίας, Stefan Kalaidjiev και του αποκάλυψε το μυστικό του. Τα χρήματα είχαν κατατεθεί δεκάρα-δεκάρα , σε ένα παράρτημα τράπεζας στο Novi Iskar από κάποιον δικό του. Ο ναός δέχθηκε την μεγαλύτερη δωρεά της ιστορίας του

Κτήτορας ναών ένας ζητιάνος. Ορισμένοι μπορούν να αναρωτηθούν για την αναγκαιότητα αυτών των δωρεών του. Η ζωή του μπορεί να συγκριθεί με το βίο της Αγίας Ξένης της σαλής από την Πετρούπολη που όταν έχασε τον στρατιωτικό άντρα της νεαρή χήρα αυτή άρχισε να περιφερέρεται για χρόνια στους παγωμένους δρόμους φέροντας την στρατιωτική του χλαίνη και απαντώντας στους περαστικούς με το όνομα του Αντρέι Θεωδόροβιτς. Τη νύχτα προσευχόταν έξω από την πόλη και εργαζόταν κρυφά για την ανοικοδόμηση ναού. Το πρωί οι εργάτες έβλεπαν τα οικοδομικά υλικά να έχουν μεταφερθεί και οι εργασίες να έχουν προχωρήσει.


Το να συμβάλεις στην διάσωση της πολιτιστικής κληρονομιάς είναι και αυτό μια αποστολή.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ & ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΕΣ ΜΑΣ

Δημοσίευση από fotis »

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΧΑΜΑΚΙΩΤΗΣ

Εικόνα

Κι ένας άλλος αββάς μαρτυρούσε εκείνες τις μέρες του Χριστού τα Πάθη και την Ανάσταση: ο πατήρ Αθανάσιος Χαμακιώτης στον ναό της Παναγίας Νεραντζιώτισσας στο Μαρούσι της Αττικής. Κράτησε την ευσέβεια των Αθηναίων, και μάλιστα των υψηλών τάξεων, μισό αιώνα. Ήταν γερή κουτσούρα ο παπα- Θανάσης, που την περιέλουζαν τα νάματα της Χάριτος και βλάσταινε συνεχώς αγιοπατερική θεολογία.
Αυτοί οι πατέρες δεν έκαναν ούτε τους προορατικούς ούτε τους θαυματουργούς. Είχαν κατέβη στον στίβο και πάλευαν μαζί με τον κόσμο και έστηναν τρόπαιο νίκης κατά της κακουργίας των δαιμόνων.
Έμειναν στην παράδοση των παλαιών παπάδων, ακούρευτοι, αναρωμάτιστοι, ταπεινοφορούντες, πενιχρά διαβιούντες. Στο έργο της Εκκλησίας δεν τους ξέφυγε κανένα «νομίζω, έχω την γνώμη, εγώ αυτό έτσι θα το ‘κανα». Έτσι , ήταν μια καλή συνέχεια του παπα- Πλανά. Ούτε έκοβαν ούτε έρραβαν∙ συνέχισαν όπως παρέλαβαν .

Τον παπα- Θανάση τον γνώρισα στο μονύδριο Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Μπάλα Αττικής. Μου λέγει:
- Κάθισε κοντά μου, να σου εξομολογηθώ την αμαρτία μου και το παράπονό μου. Η αμαρτία μου είναι πως, χωρίς να εξασκήσω ποτέ στην ζωή μου την υπακοή , την ζητώ από τους άλλους. Έτσι, όταν προστάζω την μοναχή υπακοή, εγώ ντρέπομαι, γιατί δεν γνωρίζω τον αγώνα της∙ δαγκώνεται η καρδιά μου. Τώρα που διαβάζω τα ασκητικά βιβλία της Εκκλησίας και εννοώ τον μισθό της υπακοής, καταλαβαίνω τί στερήθηκα και θλίβομαι βαθύτατα. Τώρα στα γεράματά μου σαν μικρό παιδί άρχισα να ξυπνώ και βλέπω τί έχασα στις απαρχές του μοναχικού μου βίου. Γι’ αυτό λέγω συνεχώς στον εαυτό μου: «Παλιοκαλόγερε παπα-Θανάση, μη μιλάς». Εκείνο που αληθινά με ταλάνισε είναι το πατερικό σχόλιο στην προς Φιλιππησίους επιστολή: ο Χριστός δεν μας έσωσε γιατί δίδαξε, θαυματούργησε, σταυρώθηκε και αναστήθηκε, αλλά γιατί έκαμε υπακοή μέχρι θανάτου. Πού αυτό το μεγαλείο σ’ εμένα; Πού η γεύση της εκκοπής του θελήματος;
Αναπαύεται δίπλα στο Καθολικό της Μονής που ίδρυσε. Και αυτοί που τον γνώρισαν και αυτοί που τον άκουσαν προσκυνούν τον τάφο του και τιμούν την μνήμη του. Έχει γραφή τόμος στο όνομά του…


Από το βιβλίο: «Μορφές που γνώρισα να ασκούνται στο σκάμμα της Εκκλησίας»
Ιερά Μονή Δοχειαρίου , Άγιον Όρος
Γραφικές Τέχνες – Εκδόσεις: «Το Παλίμψηστον»
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
panosgreece
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 2941
Εγγραφή: Πέμ Αύγ 07, 2008 5:00 am

Re: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ & ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΕΣ ΜΑΣ

Δημοσίευση από panosgreece »

fotis έγραψε:ΓΕΡΟΝΤΑ ΚΑΛΛΙΣΤΡΑΤΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ

Εικόνα

Ο πάπα-Καλλίστρατος καταγόταν από το χωριό Τράχωνας της επαρχίας Λευκωσίας. Από μικρό παιδί είχε κλίση προς την θρησκεία και αγαπούσε πολύ την Εκκλησία του Χριστού. Και διά την αγνότητα του ό Θεός τον αξίωσε να γίνει λειτουργός του, δηλαδή ιερέας. Λέγεται ότι έγινε και μεγαλόσχημος μοναχός, δηλαδή ιερομόναχος στην Μονή Σταυροβουνίου.

Από την νεότητα του ήταν στολισμένος με πολλές και διάφορες αρετές και κυρίως κατείχε την ευλογημένη ελεημοσύνη. Κατά διήγηση του συγχωριανού του Λαμπριανίδη όταν ήταν πια Ιερέας γυρνούσε σε διάφορα σπίτια της ενορίας του σε φτωχές γυναίκες και κυρίως ανύπαντρες και τούς έδιδεν ελεημοσύνη. Πολλές φορές έκανε κρυφά την ελεημοσύνη του. Πήγαινε λόγου χάριν σ' ένα σπίτι μιας φτωχής νέας και της έλεγε: «Κάμε μου ένα καφέ ρά». Μέχρι να κάμη τον καφέ ή κοπέλα, ό παπα-Καλλίστρατος πήγαινε και έβαζε χρήματα κάτω από το μαξιλάρι του κρεβατιού της κοπέλας. Όταν έπινε τον καφέ και μετά, χαιρετούσε και αναχωρούσε από το σπίτι χωρίς να κάμει φανερή την ελεημοσύνη του. Από συγχωριανούς του λέγεται και το εξής: ότι πήγαινε τις νύχτες σε σπίτια φτωχών ανθρώπων και αφού έριχνε από το παράθυρο ή την πόρτα δεμένα σε μαντήλι χρήματα, έφευγε κρυπτόμενος χωρίς να τον παίρνουν είδηση, όπως έκανε και ό Άγιος Νικόλαος Επίσκοπος Μύρων της Λυκίας.

Ό μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Λέοντος είπε όταν ζούσε ότι όταν ήταν μαθητής τού Παγκυπρίου Γυμνασίου Λευκωσίας, πήγε και εξομολογήθηκε στον παπά-Καλλίστρατον και τού είπε ό αοίδιμος ότι θα γίνει αρχιεπίσκοπος Κύπρου, όπως και έγινε.

Κατά τον Λαμπριανίδη, ό παπά-Καλλίστρατος στο σπίτι του στον Τράχωνα δεν κοιμόταν σε κρεβάτι αλλά σε φέρετρο. Σ' αυτό το φέρετρο άνακλινόμενος, σκεπτόταν νύχτα-μέρα τον θάνατον και φιλοσοφούσε την ματαιότητα τού κόσμου. Και έτσι νικούσε και εξαφάνιζε τις σαρκικές ορέξεις, τον θυμό, την γαστριμαργία, την φιλαργυρία, την κενοδοξία και όλα τα πάθη.

Κατά τον ίδιο τον Λαμπριανίδη, ό παπά-Καλλίστρατος κάθε Πάσχα πριν αρχίσει ή Ανάσταση γυρνούσε σ' όλο το χωριό και αφού κτυπούσε σ' όλα τα σπίτια τις πόρτες, ακολούθως πήγαινε στην εκκλησία και κτυπούσε ό Ίδιος την καμπάνα και περίμενε μέχρις ότου έρθουν όλοι και μετά ν' αρχίσει την Άκολουθία.

Σύμφωνα με διήγησιν τού μακαριστού Γέροντος Νικάνδρου Σταυροβουνιώτου Μοναχού πού έκοιμήθη το έτος 1978, όταν πήγαινε κάποτε στο Μετόχι της Αγίας Βαρβάρας Σταυροβουνίου και έμενεν λίγες μέρες, τις νύκτες ξάπλωνε σε κρεβάτι με σανίδια και μια - δύο κανναβίτσες (τσουβάλια), χωρίς στρώμα και κουβέρτες. Και έτσι ταλαιπωρούσε το κορμί του και σκληραγωγούσε την σάρκα του για την ωφέλεια της ψυχής του. Κατά τον ίδιο, ό παπά-Καλλίστρατος φορούσε τα όμματογιάλια του στην μύτη για να μην τον έχουν σε υπόληψη οι κοσμικοί άνθρωποι, θεωρώντας τον σαλόν (τρελλόν). Έτσι αγωνιζόμενος και σκληραγωγούμενος ήρθε ή ώρα για το μεγάλο ταξίδι. Όταν έκοιμήθη, το σεπτό σκήνωμα του τάφηκε στον περίβολο της εκκλησίας της Παναγίας τού Τράχωνα με μεγάλες τιμές από τούς πιστούς της ενορίας του.

Όταν έγινε ή εκταφή των λειψάνων του υπό τού Αρχιεπισκόπου Λεοντίου, εύωδίαζαν τα λείψανα του, σύμφωνα με αυτόπτες μάρτυρες. Το 1974 με την προσφυγιά τα λείψανα του έμειναν κάτω από την Άγία Τράπεζα της εκκλησίας.
Διά των ευχών του, είθε ό Θεός ελευθερώσει τον κατεχόμενον Τράχωνα πού βρίσκονται τα λείψανα του, ως και όλα τα κατεχόμενα ελληνοχριστιανικά εδάφη της άγιονήσου Κύπρου. Αμήν.
Το στήσιμο στην κάμερα με ξενίζει λίγο έως αρκετά ……………….
«Άγιοι της ημέρας, πρεσβεύσατε υπέρ ημών»
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ & ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΕΣ ΜΑΣ

Δημοσίευση από fotis »

Εικόνα


Ο Γέροντας αρχιμανδρίτης Αιμιλιανός, κατά κόσμον Αλέξανδρος Βαφείδης, Καθηγούμενος της καθ΄ ημάς Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας από το 1973 εως το 2000, γεννήθηκε στην Νίκαια Πειραιώς το 1934 από ευσεβείς γονείς, η καταγωγή του όμως εχει μικρασιατικές ρίζες.
Η εκ πατρός γιαγιά του Ευδοξία ήταν Κωνσταντινουπολίτισσα, ο δε παππούς του Αλέξανδρος κατήγετο από την Σηλυβρία της Θράκης και εφοίτησε στην περιώνυμη Θεολογική Σχολή της Χάλκης. Το έτος 1906 μετοίκησαν στα Σήμαντρα της ευλογημένης γης της Καππαδοκίας, όπου εχρημάτισαν δημοδιδάσκαλοι για τις ανάγκες του ελληνισμού, και στην Ελλάδα ήλθαν μετά την μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών. Έγγαμοι όντες, επολιτεύοντο ως μοναχοί, αγρυπνούντες και προσευχόμενοι. Χαρακτηριστικο είναι οτι η γιαγιά εκοιμήθη ως μοναχή με το όνομα Ευταξία, η δε μητέρα του ως μοναχή Αιμιλιανή.
Ο Γέροντας εκληρονόμησε από τον παππού τα πνευματικά και σωματικά χαρίσματα του και από την γιαγιά του ανεξάλειπτα πνευματικά βιώματα. Παιδιόθεν έφερε εντός του τον πόθο της αφιερώσεως και επιδιδόταν στην μελέτη του Ευαγγελίου και πολλών πατερικών βιβλίων, καθώς και στην αδιάλειπτη ευχή του Ιησού, απ΄ όπου αρυόταν αυθεντικές απαντήσεις και θείες εμπνεύσεις για την πορεία της ζωής του.
Έλαβε την πρωτοβάθμιον εγκύκλιο παιδεία στα Σήμαντρα Χαλκιδικής, όπου είχε εγκατασταθή η γιαγιά του, ενώ την δευτεροβάθμιον στην Νίκαια Πειραιώς, όπου διέμεναν οι γονείς του, με άριστη πάντοτε επίδοση.
Τις σπουδές του συνέχισε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών αρχικώς στην Νομική Σχολή επί δύο έτη, εν συνεχεία δε στην Θεολογική, για να λάβη ανάλογη με τις εφέσεις της ψυχής του μόρφωση.
Κατά την διάρκεια των πανεπιστημιακών σπουδών, με ομάδα ομογνωμόνων και ομοφρονούντων φίλων του από τα γυμνασιακά χρόνια ανέπτυξε σπουδαία δράση, οργανώνοντας κατηχητικά, ομιλίες και άλλες εκδηλώσεις, όπου ανεδείχθησαν τα ψυχικά, πνευματικά, ηγετικά και οργανωτικά χαρίσματά του.
Όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές, λόγω της παρεχομένης εκείνη την εποχή αγωγής και κατευθύνσεως, εσκέπτετο την ιερωσύνη, με απώτερον σκοπό την εξωτερική ιεραποστολή. Έκρινε όμως ότι θα ήταν καλύτερο να αρχίση την προετοιμασία για τον σκοπό αυτό σε ένα μοναστήρι. Απευθύνεται τότε προς τον μητροπολίτη Τρίκκης και Σταγών Διονύσιο, που μόλις είχε αναλάβει τα ποιμαντικά του καθήκοντα και είχε φήμη φιλομονάχου επισκόπου.

Η κουρά του Γέροντα Αιμιλιανού ως μοναχού

Ήλθε στα Τρίκαλα το 1960 και ανέθεσε τα καθ΄ εαυτόν στον ποιμενάρχη, ο οποίος την 9η Δεκεμβρίου 1960 τον έκειρε μοναχό με το όνομα Αιμιλιανός. Ως μοναχός ενεγράφη στο Μοναχολόγιο της Ιεράς Μονής Αγίου Βησσαρίωνος Δουσίκου. Την 11η του ιδίου μηνός ο σεβασμιώτατος τον χειροτονεί διάκονο στον Ιερό Ναό Αγίας Παρασκευής Τρικάλων και εν συνεχεία τον αποστέλλει σε διάφορες μονές των Μετεώρων, οι οποίες διήρχοντο τότε περίοδο λειψανδρίας, έως ότου τον εχειροτόνησε ιερέα στην Ιερά Μονή Βυτουμά, κατά την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, το έτος 1961.
Μετά την εις Πρεσβύτερον χειροτονία του εγκατεβίωσε στην Ιερά Μονή Αγίου Βησσαρίωνος Δουσίκου, όπου και παρέμεινε επί ένα τετράμηνο, έως τον Δεκέμβριο του ιδίου έτους. Στον έρημο και απομονωμένο εκείνον τόπο έζησε σε πλήρη μόνωση και ησυχία, εκζητώντας εμπόνως και εκτενώς τον Θεόν, «τον λυτρούμενον από καταιγίδος και ολιγοψυχίας». Ο Κύριος, εν τη προνοία του, έγινε ευήκοος εις τας μυστικός κραυγάς του, επεφάνη εις τον δούλον του και μεταμορφώνοντας την ύπαρξή του εν τω φωτί, του απεκάλυψε «οδούς ζωής».
Εστράφη πλέον με όλον του τον πόθο και τις δυνάμεις στην μοναχική ζωή και μέσα από τα εναπομείναντα λείψανά της οραματίζεται με ανυπέρβλητο θάρρος και πτεροφυά ελπίδα την αναβίωση και ανακαίνιση της.

Ηγούμενος του Μεγάλου Μετεώρου και πολύπλευρη δραστηριότητά του στην Μητρόπολη Τρίκκης

Στο τέλος του 1961, έχοντας και ο μητροπολίτης Τρίκκης τον ίδιο πόθο για την μοναχική ζωή, τον μετεκάλεσε από το Δούσικο και τον κατέστησε ηγούμενο στην Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως του Μεγάλου Μετεώρου. Εκεί, μόνος κατ΄ αρχάς, παρά το πάντοτε εύθραυστον της υγείας του, ενισχύοντας τον εαυτόν του με μεγαλόθυμον υπομονή, αόκνως καλλιεργεί την ασκητική, μυστική και μυστηριακή ζωή. Αγρυπνεί, προσεύχεται αδιαλείπτως και επιδίδεται σε εμβριθέστατη και διαρκή μελέτη πατερικών, ασκητικών και εκκλησιαστικών έργων.
Με ακόρεστη δίψα αναζητεί, ευρίσκει και ερευνά κάθε κείμενο που αναφέρεται στην οργάνωση και λειτουργία του ορθοδόξου μοναχισμού και μάλιστα του κοινοβιακού, εμβαθύνοντας στους μοναχικούς θεσμούς της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας και στα τυπικά διακεκριμένων αρχαίων μονών.
Ενώ η πολιτεία του ήταν καθαρώς ασκητική, την 1η Ιανουαρίου του 1962 ο μητροπολίτης του έδωσε το οφφίκιο του αρχιμανδρίτου και του ανέθεσε την διακονία του κηρύγματος, της εξομολογήσεως και της διαπαιδαγωγήσεως της νεότητος στην επαρχία του, ορίζοντας τον προϊστάμενο στον θεομητορικό ναό αγίας Επισκέψεως Τρικάλων.
Ήρεμος, εύχαρις πάντοτε και προσηνής, ιεροπρεπής και αρχοντικός, λειτουργεί σχεδόν καθημερινώς, έκτοτε και μέχρι της ασθενείας του, ζει και ζωογονείται εκ του Άρτου της ζωής. «Θεόν φέρων εν τοις σπλάγχνοις του και θεϊκαίς αστραπαίς εξαστράπτων», εξέρχεται εκ των σπηλαίων του ως λύχνος καιόμενος και φαίνων τοις πιστοίς, σαγηνεύοντας τον λαό του Θεού με τα πνευματέμφορα κηρύγματα του και καταρτίζοντας αυτόν «εν πάση σοφία και συνέσει πνευματική».
Στα εξομολογητήρια τον περιεκύκλωνε πλήθος νέων και παιδιών, χάριν των οποίων προσέφερε αφειδώς κόπο, χρόνο, δάκρυα, προσευχή, «έτι δε και την εαυτού ψυχήν».
Νέα περίοδος άρχισε από τούδε στην ζωή του σεβαστού Γέροντος. Δεν είναι πλέον μόνος. Γίνεται «πατήρ» διά πολλούς «υιούς και θυγατέρας του Θεού», ζει και αισθάνεται ως αληθής απόστολος. Η ζωή του είναι αφιερωμένη στα τέκνα του μετά πάσης ελευθερίας, χωρίς να αναμένη ποτέ, έως τέλους, ούτε την ελάχιστη ανταπόδοση και ανταπόκριση.
Εκ του πλήθους αυτών αρκετοί σκέπτονται την μοναχική ζωή και, συν τω χρόνω, εδημιουργήθη ο πρώτος πυρήνας της αδελφότητος της Μονής του Μετεώρου, ενώ άλλοι στρέφονται στον κλήρο η στην οικογενειακή ζωή, όλοι πάντως ως μία ευρύτερη πνευματική οικογένεια με κέντρο το μοναστήρι.
Το 1963 εγκαταστάθηκαν στο Μεγάλο Μετέωρο οι δύο πρώτοι μοναχοί, και από το σχολικό έτος 1965-66 πλειάς μαθητών του γυμνασίου πολιτεύονται πλέον ως δόκιμοι πλησίον του. Την 6η Αυγούστου 1966 ο Γέροντας του, μητροπολίτης Διονύσιος, τον έκειρε μεγαλόσχημο μοναχό.
Η ζωή του Μετεώρου και η πορεία του νεαρού, πλην όμως χαρισματούχου τέκνου του, κατευφραίνουν εμφανώς την καρδιά του σεβασμιωτάτου και την γεμίζουν με χρηστές ελπίδες. Στην άρχή της θεμελιώσεως της μοναχικής ζωής στα Μετέωρα συμβουλεύεται και συνάπτει πνευματικούς δεσμούς με σύγχρονες του οσιακές μορφές: Αθανάσιον Χαμακιώτη, παπα-Δημήτρη Γκαγκαστάθη, Αμφιλόχιον Πάτμου, Φιλόθεον Ζερβάκο, Σίμωνα Αρβανίτη, Δαμασκηνόν Κατρακούλη.
Την ίδια περίοδο συνδέεται με τους διαπρεπείς νυν Σέρβους ιεράρχας και φοιτητάς τότε του Πανεπιστημίου Αθηνών, πνευματικά τέκνα του αγίου Γέροντος και στύλου της σερβικής Εκκλησίας μακαριστού π. Ιουστίνου Πόποβιτς, τον οποίον θα επισκεφθει στην Σερβία (1976), ως Καθηγούμενος πλέον της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας.
Την ίδια εποχή ο Γέροντας άρχισε και τις προσκυνηματικές του πορείες στο Άγιον Όρος, για να συλλέξει πλούτον πνευματικής εμπειρίας.
Γνωρίζεται τότε με τον αείμνηστο Γέροντα Παΐσιο και, φθάνοντας μέχρι την ακρώρεια του Άθωνος, συναντά τον μέγα αθλητή της υπακοής παπα-Εφραίμ Κατουνακιώτη. Έκτοτε, μεταξύ των δύο ανδρών αναπτύσσεται ιδιαιτέρα πνευματική σχέση, για την οποία ο οσιωθείς παπα-Εφραίμ έλεγε συχνά: «Βρήκα τον απολεσθέντα Γέροντά μου, έναν άλλο Γέρο-Ιωσήφ, τον χρυσόγλωσσο και σεβαστό Γέροντα Αιμιλιανό».
Το 1968, με την κουρά των νεαρών τότε υποτακτικών, απαρτίζει την αδελφότητά του Μετεώρου και, με βαθειά προνοητικότητα η καλύτερα προόραση, θέτει τις βάσεις της κοινοβιακής ζωής.
Με το διορατικό του βλέμμα εξ αρχής εκλέγει και προκρίνει ως διάδοχό του τον μαθητή τότε Γυμνασίου Εμμανουήλ Ράπτη, τον σημερινόν Καθηγούμενον της Ιεράς Μονής μας πανοσιολογιώτατον αρχιμανδρίτην Ελισσαίον.Κατά το έτος 1972, μετά από πολυετή δοκιμασία και δυσκολίες, είναι έτοιμος ο πρώτος πυρήνας της γυναικείας μοναστικής αδελφότητος, η οποία με Προεστώσα την νυν Γερόντισσα Νικοδήμη εγκατεστάθη προσωρινά στην Ιερά Μονή Αγίων Θεοδώρων, εγγύς των Μετεώρων.
Ενώ η γυναικεία αδελφότης ήταν ακόμη στα σπάργανα, ο σοφός Γέροντας ετοίμαζε τον εσωτερικό Κανονισμό της -πνευματική διαθήκη και το μόνο γραπτό κείμενο του-, που σε τελική μορφή παρεδόθη στις αδελφές την 5η Μαΐου 1975, όταν πλέον είχαν εγκατασταθεί οριστικά στο σημερινό Μετόχι.

Εκλογή του ως Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας

Μετά την αδόκητη προς Κύριον εκδημία του μακαριστού μητροπολίτου Διονυσίου τον Ιανουάριο του 1970, την ανάγκη εξασφαλίσεως περισσότερον ήσυχου και καταλλήλου μοναστικού τόπου για την αδελφότητα, μακριά από τον θόρυβο και τον τουρισμό, καθώς και την επίμονη παράκληση της εν λειψανδρία τότε ευρισκομένης Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας, τέλη του 1973, η αδελφότης του Μετεώρου μεταφυτεύεται στο Αγιώνυμον Όρος.
Επειδή η θέση του ηγουμένου στην Ιερά Μονή ήτο κενή λόγω κοιμήσεως του μακαριστού αρχιμανδρίτου Χαραλάμπους, ο Γέροντας την 25η Νοεμβρίου 1973 εκλέγεται από τους παλαιούς αδελφούς της Ιεράς Μονής, κατά τα αγιορείτικα τυπικά, Καθηγούμενος της Μονής και ακολούθως ενθρονίζεται την 17η Δεκεμβρίου από την Ιερά Κοινότητα. Την εγκατάσταση της Μετεωριτικής συνοδίας στον Ιερό Άθωνα εχαιρέτισαν οι Αγιορείται Πατέρες με πολλές ελπίδες. Και όντως ακολούθησαν και άλλες συνοδίες, ώστε να αυξηθούν κατά πολύ οι μοναχοί στο Άγιον Όρος.
Ο σεβαστός Γέροντας, συγχρόνως με την αγρυπνητική ζωή του, την Θεία Λειτουργία και τα λοιπά καθήκοντά του, επιδόθηκε στην αναδιοργάνωση της εσωτερικής ζωής της νέας αδελφότητος. Με σοφία και διάκριση προσλαμβάνει την αγιορείτικη παράδοση με τα υπάρχοντα τυπικά της, θέτει και την προσωπική του σφραγίδα -«στοίχων τοις θείοις Κανόσι» των αγίων Πατέρων, τους οποίους τόσο πολύ αγάπησε και με διακαή δίψα και κόπο έφερε και πάλι στο φως- και δημιουργεί το τυπικό της Μονής.
Εκκεντρίζει με σεβασμό και αγάπη στην πείρα των παλαιών γερόντων τον νεανικό ενθουσιασμό, την αφοσίωση και τον ζήλο των νεωτέρων μοναχών, αυξάνοντας κατα πολύ την αδελφότητα. Με την εν γένει χρηστή διοίκησή του και την πατρική διαποίμανση ανώρθωσε το κύρος και προέβαλε την μακραίωνα παράδοση της παλαιφάτου αυτής Ιεράς Μονής.

Οργάνωση και ενίσχυση των μετοχιών της Ι. Μ. Σίμωνος Πέτρας στην Ελλάδα και το εξωτερικό

Μετά την τακτοποίηση της συνοδίας του στο Άγιον Όρος, ενδιαφέρεται πατρικώς για την εγκαταβίωση της συμπηχθείσης γυναικείας αδελφότητος στην Ορμύλια Χαλκιδικής την 5η Ιουλίου του 1974, στο παλαιό Βατοπαιδινό μετόχι Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, το οποίο αγοράσθηκε από την Ιερά Μονή μας, και με την έγκριση του επιχωρίου επισκόπου και την συνδρομή της Ιεράς Κοινότητος κατέστη και λειτουργεί έκτοτε ως Μετόχιον αυτής.
Μύριους κόπους και πόνους κατέβαλε για την ανακαίνιση του ερειπωμένου και μικρού αυτού Μετοχίου, του οποίου κατηξιώθη να γίνη σοφός και μεγαλόφρων κτίτωρ, διότι τα πάντα έπρεπε να αρχίσει εκ του μηδενός.
Εξασφαλίζοντας την απαραίτητη για την ησυχία πέριξ του Μετοχίου έκταση, άρχισε το 1980 την κτιριακή ανοικοδόμηση, «ευδοκία και χάριτι Θεού» αλλά και με την συνδρομή του πιστού λαού, ώστε σε μία περίπου δεκαπενταετία αναπτύχθηκε ένα μεγάλο Κοινόβιο. Απερίγραπτη ήταν η χαρά και η συγκίνηση του κατά την θεμελίωση του Καθολικού του Μετοχίου την 14η Σεπτεμβρίου 1980 από τον μητροπολίτη Κασσανδρείας κυρό Συνέσιο, στο σεπτό πρόσωπό του οποίου συνήντησε τον διακριτικό και νουνεχή επίσκοπο.
Το Μετόχι, την 25η Οκτωβρίου 1991 διά Σιγιλιώδους Πατριαρχικού Γράμματος της Αυτού Θειοτάτης Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, έλαβε Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή αξία.
Ακολουθώντας το παραδείγμα των Πατέρων, των βοηθούντων τους εν ανάγκαις και ασθενείαις συνανθρώπους, ιδρύει το 1982 πλησίον του Μετοχίου το Κέντρον πνευματικής και κοινωνικής συμπαραστάσεως «Παναγία η Φιλανθρωπινή» -κληροδότημα του αειμνήστου καπετάν Ιωάννου Χατζηπατέρα-, το οποίο λειτουργεί με την εποπτεία και φροντίδα της γυναικείας αδελφότητος, ως ταπεινή και ανιδιοτελής προσφορά στον λαό της περιοχής.
Ο Γέροντας θεωρούσε ως Σιμωνόπετρα και όλα τα Μετόχια της: την Ανάληψη στην Αθήνα, τον Άγιο Χαράλαμπο στην Θεσσαλονίκη, τον Όσιο Νικόδημο στον Πεντάλοφο Γουμενίσσης. Και στην Γαλλία τον Άγιο Αντώνιο, την Μεταμόρφωση και την Αγία Σκέπη. Για όλα έδειξε ενδιαφέρον, στοργή και συμπαράσταση, διότι πολλοί συγκομίζονται εκεί, βρίσκοντας την Εκκλησία τόσο κοντά τους.
Ιδιαίτερη πρόνοια και επιμέλεια έδειξε για τους προστρέχοντας εις αυτόν ετεροδόξους αλλοδαπούς, πολλούς εκ των όποιων εκατήχησε, εβάπτισε και έκειρε. Ανάμεσα τους ξεχωριστή θέση κατέχουν οι αρχιμανδρίται π. Πλακίδας Deseille και π. Ηλίας Ragot, μαζί με τις συνοδίες τους.
Από αυτές, κατά το διάστημα 1979 έως 1984 και με την διαρκή καθοδήγηση και συμπαράσταση του Γέροντος, γεννήθηκαν, όπως αναφέραμε, τα τρία Μετόχια της Σιμωνόπετρας στην Γαλλία: ένα άνδρωο, του Αγίου Αντωνίου, και δύο γυναικεία, της Αγίας Σκέπης και της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, τα οποία αποτελούν φυτώρια του Ορθοδόξου μοναχισμού στην Δύση.
Από το 1980 μετέβη μερικές φορές στα Μετόχια της Γαλλίας, για να κατευθύνει και να ενισχύσει τις νέες αδελφότητες. Επισκέφθηκε τότε και τον μακαριστό Γέροντα Σωφρόνιο στην Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Essex Αγγλίας, με τον οποίον συνδέθηκε με αμοιβαία αγάπη και βαθειά πνευματική σχέση.
Το 1988 μάλιστα παρέστη στις εκεί τελετές αγιοποιήσεως του Γέροντος Σιλουανού και των εγκαινίων του ομωνύμου ναού του, ενώ το 1993, λίγο προ της κοιμήσεως του Γέροντος Σωφρονίου, ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση του να ευλόγηση την τελευταία κατοικία του στην νεόκτιστη κρύπτη.
Ο Γέροντας συμμετείχε ως Καθηγούμενος στα κοινά του Αγίου Όρους στις συνάξεις των ανωτάτων θεσμικών οργάνων του, της Δισενιαυσίου Ιεράς Συνάξεως και της Εκτάκτου Διπλής Ιεράς Συνάξεως, με την πείρα δε και διάκριση του συνέβαλε προθύμως στην διευθέτηση πολλών αγιορείτικων υποθέσεων. Εκπροσώπησε επίσης πολλές φορές το Άγιον Όρος στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, στην Ελληνική Πολιτεία και αλλού, ως μέλος Ιεροκοινοτικών Επιτροπών και εξαρχικών αποστολών.
Εργαζόμενος κυρίως ως πνευματικός πατήρ της Μονής του και της αδελφότητος του εν Ορμυλία Ιερού Μετοχίου, τον περισσότερο χρόνο του διέθετε τόσο στην πληροφορία της διακονίας αυτής, όσο και στην εντρύφηση της μοναχικής ζωής στην φιλτάτη του μόνωση και ησυχία. Η αγάπη του όμως για τον λαό του Θεού και την Εκκλησία τον έκανε να ανταποκρίνεται ενίοτε και στις προσκλήσεις των κατά τόπους αρχιερέων η και άλλων φορέων, για ομιλίες η συμμετοχή του σε θεολογικά-μοναχικά συνέδρια στην Ελλάδα, στην Κύπρο ή άλλου, προς καταρτισμόν του χριστεπωνύμου πληρώματος.
Προορώμενος τον Κύριον ενώπιον του διά παντός, αντιπαρήρχετο με πολλήν φυσικότητα και απόλυτον ηρεμία και χαρά κάθε δυσκολία, δεχόμενος τα πάντα ως θεία ευλογία. Με την αυτή διάθεση δέχθηκε και την μεγάλη πυρκαϊά του Αυγούστου του 1990, η οποία κατέκαυσε το Άγιον Όρος και απείλησε σοβαρά την Μονή μας.

Απόσυρση του Γέροντα Αιμιλιανού στο μετόχι της Ορμύλιας

Στις αρχές του 1995 ένας μόνιμος κλονισμός της υγείας του υποχρέωσε τον σεβαστό Γέροντα να αποσυρθεί σταδιακώς από τα ηγουμενικά καθήκοντά του και να εγκατάλειψη το περιπόθητο μοναστήρι του και το πεφιλημένο του Άγιον Όρος. Το έτος 2000 ο σεπτός Πατήρ παρέδωσε την σκυτάλη της ηγουμενίας στον νύν Καθηγούμενον της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας πανοσιολογιώτατον αρχιμανδρίτην Ελισσαίον, ο οποίος με υϊικόν σεβασμό συνεχίζει το έργο του και ο ίδιος εφησυχάζει στο Μετόχι της Ορμύλιας, «ανταναπληρών τα υστερήματα των θλίψεων του Χριστού εν τη σαρκί αυτού, υπέρ του σώματος του Χριστού, ο έστιν η Εκκλησία», με πολλή υπομονή και καρτερία.
Από τον πλούσιον πνευματικόν αμητόν του Γέροντος ελάχιστα κείμενα είδαν το φως της δημοσιότητος κατά τις ημέρες της δράσεως του, διότι ο ίδιος, έχοντας ως μόνον σκοπό τον καταρτισμό και την οικοδομή των πνευματικών του τέκνων ή του ποιμνίου της Εκκλησίας, απέφευγε ταπεινοφρόνως την έκδοσή τους.
Ο λόγος του Γέροντος Αιμιλιανού χαρακτηρίζεται από την βιωματική προσέγγιση των θεμάτων, την βαθειά ανάλυση των νοημάτων και το πηγαίον της εκφράσεως. Οι κατηχήσεις του αποτελούν πολύτιμη κληρονομιά και παρακαταθήκη για τους μοναχούς του. Κρατήρ πεπληρωμένος «οίνου άκρατου», ο οποίος με την επ΄ εσχάτων σιωπή του κατέστη «περικεχρυσωμένος και περιηργυρωμένος», διαφυλάσσεται από τις δύο αδελφότητες ως τιμαλφέστατον κειμήλιο και εκχέεται στην Εκκλησία του Θεού ως διακονία αγάπης.
Την καταγραφή των πολυπληθών κατηχήσεων και ομιλιών του ανέλαβε η γυναικεία αδελφότης του Μετοχίου Όρμυλίας, η οποία και προέβη στην έκδοσή τους το έτος 1995, εγκαινιάζοντας την σειρά «Κατηχήσεις και Λόγοι». Στα πλαίσια της σειράς αυτής έχουν κυκλοφορήσει τέσσερεις τόμοι: Σφραγίς Γνήσια (1995), Ζωή εν Πνεύματι (1998), Αγαλλιασώμεθα τω Κυρίω (1999), Θεία Λατρεία - Προσδοκία και όρασις Θεού (2001). Παράλληλα με την ελληνική έκδοση, οι Κατηχήσεις μεταφράζονται στην γαλλική, αγγλική, ρουμανική, ρωσική και σερβική γλώσσα.
Η δημοσίευση συνόλου του πνευματικού έργου του πολυφθόγγου Πατρός αποτελεί φροντίδα υϊικής αγάπης και αιωνίου ευγνωμοσύνης των τέκνων του, και αναμένεται να καλύψη σε πολλούς τόμους ποικιλία θεμάτων: ομιλίες και κηρύγματα, ερμηνεία ασκητικών Πατέρων (αββά Ησαΐου, Ησυχίου πρεσβυτέρου, Γρηγορίου Σιναΐτου, Μαξίμου του Ομολογητού, οσίου Θαλασσίου, οσίου Θεογνώστου), ερμηνεία μοναστικών κανόνων (Αντωνίου του Μεγάλου, αγίου Αυγουστίνου, αγίου Μακαρίου, αγίου Παχωμίου), μοναχικοί θεσμοί και πρακτική ζωή (μοναχισμός, μοναχικός κανών, η ζωή του μονάχου, σχέσεις Γέροντος και υποτακτικού), ερμηνεία βίων αγίων (οσίου Νείλου του Καλαβρού, οσίου Ρωμύλου), ερμηνείες Βιβλικών, υμνολογικών και θεολογικών κειμένων (ψαλμών, προφητειών, ύμνων, κ.ά.).
Η ηγουμενία του Γέροντος στην Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας αξιολογείται ήδη ως μία από τις ευλογημένες περιόδους της νεωτέρας ιστορίας της Μονής, για την οποία η ιδία σεμνύνεται, συμπίπτει δέ, θεομητορική προστασία, με την ευρύτερη αθρόα επάνδρωση και ακτινοβολία συνόλου του Αγίου Όρους.
Όπως το διατυπώνει όμως ο ίδιος, «η μοναστική αδελφότης του Κοινοβίου, ζώσα με τον ίδιον αυτής ρυθμόν, ζη ουσιαστικώς εν τη Εκκλησία διά την Εκκλησίαν, ως η καρδία η μέλος τι σώματος, και δεν εκτιμάται από την ανάπτυξιν δραστηριότητος αλλά, κυρίως, από την εραστικήν αναζήτησιν του Θεού. Ούτως οι μοναχοί αποβαίνουν θεοειδείς, ελκύοντες και τους άλλους προς την θείαν ζωήν»
(Τυπικόν Ιερού Κοινοβίου Ορμυλίας).
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΓΕΡΟΝΤΕΣ & ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΕΣ ΜΑΣ

Δημοσίευση από fotis »

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΚΑΚΙΟΣ ΒΑΛΑΑΜΙΤΗΣ

Εικόνα

Την τελευταία ώθηση στον Ανδρέα Κούζνετσωφ να πάει στο μοναστήρι έδωσε ένα πολύ ανθρώπινο γεγονός. Στο αγροτικό σπίτι τού Ανδρέα – του μελλοντικού π. Ακακίου – ήταν τρία αδέλφια. Ό μεγαλύτερος αδελφός πήγε να κάνει την στρατιωτική του θητεία, ενώ ό μικρότερος νυμφεύτηκε και πήρε μια κακιά γυναίκα. Ή ζωή τού μεσαίου αδελφού. τού Ανδρέα, έγινε τώρα πολύ δύσκολη. Ήθελε να φύγει από το σπίτι και από το χωριό ακόμη. Ή σκέψη για το μοναστήρι τον είχε απασχολήσει ήδη για πολύ καιρό. Τώρα οι εξωτερικές συνθήκες ζωής τού έδωσαν την αφορμή. Την επιθυμία του να γίνει μοναχός δυνάμωσε και ένα προσκύνημα, πού πριν από μερικά χρόνια είχε κάνει στη μακρινή Λαύρα τού Οσίου Σεργίου κοντά στην Μόσχα. Ειδικά ή εξομολόγηση και ή θεία Μετάληψη στην Σκήτη της Λαύρας έμειναν ανεξίτηλα στην μνήμη τού Ανδρέα.
Έτσι ό Ανδρέας άφησε για πάντα το σπίτι του στον ποταμό Βάγα, στην επαρχία τής Βολόγδας, και πήγε στην Μονή Σολόφκυ στο νησί τής Λευκής Θάλασσας. Αλλά ή ζωή στο Σολόφκυ δε του άρεσε. Φαίνεται πώς στο μοναστήρι υπήρχε ένας καθαρά ταξικός διαχωρισμός μεταξύ των αδελφών. Και το ψωμί ακόμη έπρεπε ό καθένας στην τράπεζα να ζητά χωριστά. Ό Ανδρέας βρήκε επίσης άδικο το ότι ενώ ή αδελφότητα εργαζόταν σκληρά στο άγονο και ανθυγιεινό νησί, ό ηγούμενος έκανε ταξίδια στην Κριμαία στον ήλιο και στην ζέστη.
Την εποχή εκείνη το Σολόφκυ ανοικοδομούσε την Μονή της Αγίας Τριάδος, την οποία ό Όσιος Τρύφων ίδρυσε τον ΙΣΤ’ αιώνα στην Πέτσεγκα. Οι Φιλανδοί από την Δύση κατέστρεψαν το μοναστήρι την νύχτα των Χριστουγέννων τού 1590, και ύστερα έμεινε για αιώνες έρημο. Τώρα το μοναστήρι ξανακτίστηκε, για να γίνει πνευματικό στήριγμα για τούς τοπικούς Λάπωνες της Φυλής των Κόλτα, καθώς επίσης και ένα φρούριο της Ρωσικής Αυτοκρατορίας προς την Δύση. Ό Ανδρέας μετατέθηκε από το Σολόφσκυ στην Πέτσεγκα το 1898. Εκεί έλαβε την μοναχική κουρά το 1913 με το όνομα Ακάκιος προς τιμήν τού Αγίου Ακακίου, επισκόπου Μελιτινής.
Στις αρχές τού αιώνα μας στο μοναστήρι έγιναν μεγάλα οικοδομικά έργα. Ηγούμενος ήταν τότε ό π. Ίώναθαν. Σε δύο δεκαετίες περίπου το μοναστήρι ξανακτίστηκε εκ θεμελίων παρ’ όλες τις κλιματολογικές δυσχέρειες του Βορρά και άλλες δυσκολίες. Έκτος από το βασικό πνευματικό έργο του το μοναστήρι έγινε ένα κέντρο πολιτισμού στο μακρινό Βορρά. Είχε και δικό του εργοστάσιο παραγωγής ρεύματος. Εκεί στεγάζονταν, επίσης, το Ταχυδρομείο και το Τηλεγραφείο.
Το διακόνημα τού μοναχού Ακάκιου ήταν να περιποιείται τα άλογα της Μονής. Αύτη την εργασία συνέχισε μέχρι τα βαθιά του γεράματα.
Στην ειρήνη τού Τάρτο το 1921 ή περιοχή της Πέτσεγκας έμεινε στην φινλανδική πλευρά. Το κλείσιμο των συνόρων προς την ανατολή μάρανε σύντομα το μοναστήρι τού Οσίου Τρύφωνος σε μία μικρή μοναχική κοινότητα χωρίς πολλή κίνηση. Ό καινούργιος ηγούμενος Υάκινθος προσπαθούσε να διατηρεί την αγωνιστική φλόγα ανάμεσα στους αδελφούς. Έτσι το μοναστήρι ζούσε μία ήσυχη απομονωμένη ζωή μέχρι το 1939, έως ότου δηλαδή ξέσπασε ό Χειμωνιάτικος Πόλεμος και οι μονάχοι έγιναν αιχμάλωτοι των Ρώσων στην Σοβιετική Ένωση. Έκτος από τον ηγούμενος Παΐσιο και τον μοναχό πού επόπτευε το ήλεκτραγωγικό εργοστάσιο, όλοι οι άλλοι ξαναγύρισαν στο μοναστήρι. Όταν ό πόλεμος ξέσπασε ξανά το 1941, οι πολεμικές επιχειρήσεις πού έγιναν στην Πέτσεγκα τάραξαν πολύ την ησυχία της Μονής. Έτσι το 1942 οι τελευταίοι μοναχοί αποφάσισαν να μετακομίσουν στο Χεϊνάβεσι για να ενταχθούν στους μοναχούς του Νέου Βαλαάμ. Με αυτόν τον τρόπο και ό π. Ακάκιος για τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του έγινε κάτοικος τού Βαλαάμ.
Στο Νέο Βαλαάμ συνέχισε την παλαιά εργασία του στο στάβλο των άλογων. Έκανε βέβαια και πολλές άλλες δουλειές, παραδείγματος χάριν βοηθούσε και στις αγελάδες. Και στον νέο τόπο διαμονής του τηρούσε τις καλύτερες πλευρές της ασκητικής
παράδοσης της Πέτσεγκας: την λιτότητα και την εργατικότητα. Πήγαινε σε όλες τις ακολουθίες. Αρκέστηκε στο λιτό φαγητό, πού πρόσφερε το μοναστήρι. Στο κελί του δεν είχε περιττά πράγματα.
Οι άλλοι αδελφοί αποδήμησαν ένας-ένας προς Κύριον, αλλά ό π. Ακάκιος συνέχιζε καρτερικά την πορεία του σε τούτον τον κόσμο. Το 1963 τον απάλλαξαν από κάθε εργασία. Ήταν ήδη 90 χρονών. Αλλά ακόμη και μετά έκανε ελαφρές δουλειές στο μοναστήρι. Τις ελεύθερες ώρες του τού άρεσε να διαβάζει πνευματικά βιβλία, ειδικά την Αγία Γραφή.
Πέρασαν τα χρόνια και ό Γέροντας συμπλήρωσε τα 100 του.• Από πλευράς ψυχικών δυνάμεων ήταν πολύ καλά, είχε και αρκετές σωματικές δυνάμεις. Στηριζόμενος στο μπαστούνι, πολύ σκιρτωμένος, βάδιζε σιγά-σιγά προς τον ναό στις ακολουθίες πού τελούσε ό π. Συμφωριανός. Συχνά ήταν ό μόνος εκκλησιαζόμενος. Προς το τέλος οι δυνάμεις του δεν έφθαναν πια για να πάει στην εκκλησία και αναγκαζόταν να παραμένει στο κελί του. Ό μοναχός Έφραίμ, πού κατοικούσε στο απέναντι κελί, τον περιποιείτο με πολλή επιμέλεια. Συχνά τον πήγαιναν στην εκκλησία με το αναπηρικό καροτσάκι.
Πολλές φορές από το κελί τού π. Ακακίου ακούγονταν προσευχές και ψαλμωδίες. Ή συνεχής προσευχή γέμιζε τις ημέρες τού γέροντα μοναχού. Έτσι έγινε το καλύτερο παράδειγμα τού προσευχομένου μοναχού για τους νεώτερους αδελφούς. Ήταν ό τελευταίος αντιπρόσωπος τής παλαιάς γενιάς των μοναχών. Κοιμήθηκε στην προχωρημένη ηλικία των 110 ετών. Όσο γνωρίζουμε ήταν ό πιο ηλικιωμένος άνθρωπος πού έζησε ποτέ σε όλη την Σκανδιναβία.
Ό π. Ακάκιος κοιμήθηκε ειρηνικά στις 30 Ιανουαρίου τού 1984. Την προηγούμενη ημέρα είχε μεταλάβει τα Άχραντα Μυστήρια.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΠΑΤΕΡΙΚΟΝ ΤΗΝ ΜΟΝΗΣ ΒΑΛΑΑΜ
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Βίοι Αγίων και Γερόντων”