Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής

Βιογραφία των Αγίων και Γερόντων τις Εκκλησίας μας

Συντονιστές: ntinoula, Συντονιστές

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
filotas
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4117
Εγγραφή: Σάβ Αύγ 11, 2007 5:00 am
Τοποθεσία: Νίκος@Κοζάνη
Επικοινωνία:

Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής

Δημοσίευση από filotas »

Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ

Γεννήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη το 580 μ. Χ. από πλούσιους και ευγενείς γονείς. Πραγματοποίησε λαμπρές θεολογικές, φιλολογικές και φιλοσοφικές σπουδές.
Για τα πνευματικά αλλά και τα διοικητικά του χαρίσματα προσλαμβάνεται ως Αρχιγραμματέας του αυτοκράτορα Ηρακλείου. Παραιτήθηκε όμως γρήγορα για να υπερασπισθεί τις αλήθειες της πίστεώς του από την αίρεση των Μονοθελητών.

Εικόνα

Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής αναδείχθηκε μέγας υπέρμαχος της ορθοδόξου πίστεως, εναντιωθείς σε αποφάσεις αυτοκρατόρων και πατριαρχών, οι οποίοι χάριν πολιτικών σκοπιμοτήτων προχώρησαν σε ενέργειες δημιουργίας αιρετικών δοξασιών και υπερασπίσεως αιρετικών ομάδων και λαών και συγκεκριμένα των μονοφυσιτών, προκειμένου να τους προσεταιρισθούν, νοθεύοντας το ορθόδοξο δόγμα και την εξ αυτού απορρέουσα δυνατότητα ανθρωπίνης λυτρώσεως και σωτηρίας, την οποία μας εχάρισε η Θεία Ενανθρώπιση του Θεού στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού.
Ως γνωστόν η Δ΄ εν Χαλκηδόνι Οικουμενική Σύνοδος (451) κατεδίκασε την αίρεση του μονοφυσιτισμού, το αυτό έπραξε και η Ε΄ εν Κωνστανινουπόλει (553).
Παρά τις αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων και τους αυστηρούς νόμους των αυτοκρατόρων, ο μονοφυσιτισμός δεν εξαλείφθηκε και έτσι οι περιοχές της Συρίας, Παλαιστίνης, Αιγύπτου, Μεσοποταμίας και Αρμενίας παρέμειναν χωρισμένες από το κέντρο της αυτοκρατορίας, συνέστησαν δε εκκλησίες αποκομμένες από την κοινωνία με την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Κατά τον έβδομο αιώνα, εποχή της αραβικής εξαπλώσεως, των περσικών και αβαρικών επιδρομών, η αυτοκρατορία αντιμετωπίζει μείζον πρόβλημα με τις ανατολικές μονοφυσιτικές περιοχές, από τις οποίες προερχόταν κατά μέγα μέρος και το στράτευμα του αυτοκράτορος.
Ο αυτοκράτωρ Ηράκλειος (610-641), Αρμένιος στην καταγωγή και ο πατριάρχης Σέργιος (610-638 ), Σύρος, μεγάλοι ηγέτες και οι δύο (διάσωση Κ/πόλεως από την πολιορκία Περσών και Αβάρων το 626 και επανάκτιση του Τιμίου Σταυρού το 630), για να μη χάσει η αυτοκρατορία τις ανατολικές επαρχίες, θέλησαν να συγκρατήσουν τους μονοφυσιτικούς πληθυσμούς με θεολογικές εκφράσεις οικειότερες προς τον δικό τους τρόπο κατανοήσεως του ανθρώπου και του κόσμου.
Επί μεγάλο χρονικό διάστημα ανεζητείτο και εκυοφορείτο λύση, που να συμβιβάζει το ορθόδοξο - κατά τον όρο της Χαλκηδόνος - δόγμα, με τις μονοφυσιτικές απόψεις προς όφελος της αυτοκρατορίας.
Η λύση που επινοήθηκε ήταν ο μονοθελητισμός και, ως συνέπειά του, ο μονοενεργητισμός, του οποίου εισηγητής υπήρξε ο πατριάρχης Σέργιος, υποστηρικτής ο αυτοκράτωρ Ηράκλειος και εκφραστής ο, διαδεχθείς στον πατριαρχικό θρόνο τον Σέργιο, Πύρρος (638-642, 654).
Σέργιος και Πύρρος συντάσουν την "Εκθεση", μονοθελητικού περιεχομένου, προκειμένου να επιτευχθεί η ένωση των μονοφυσιτικών εκκλησιών της ανατολής με την αυτοκρατορία, που δημοσιεύθηκε το 638 με την υπογραφή του Ηρακλείου και επικύρωθηκε από ενδημούσα στην Κωνσταντινούπολη Πατριαρχική Σύνοδο, που συνεκάλεσε ο Πύρρος, για να υποστηρίξει τις μονοθελητικές απόψεις.
Όμως η λύση αυτή αντί να αποκαθιστά μια ισορροπία, όπως επεδιώκετο, έφερε τον χριστιανικό κόσμο της αυτοκρατορίας ένα βήμα πιο κοντά στον μονοφυσιτισμό. Κι αυτό γιατί με την μία θέληση -και μία ενέργεια- εν Χριστώ, υπερισχύει της ανθρωπίνης Του θελήσεως και ενεργείας η θεία θέληση και ενέργεια, η ανθρώπινη καταργείται, κι έτσι η ανθρωπότης του Χριστού παύει να συμμετέχει στην σωτηρία του ανθρώπου.
Ο άνθρωπος παραμένει σχεδόν όπου βρισκόταν πριν να γεννηθεί ο Θεάνθρωπος, παθητικά υποταγμένος στο θείο θέλημα, χωρίς να μπορεί με ελεύθερη βούληση να αποφασίσει ως ξεχωριστή προσωπικότητα τη σωτηρία του. Το έργο της ενανθρωπήσεως μένει στο χώρο του συμβόλου και όχι της αληθινής εν ελευθερία ζωής.
Η εφεύρεση του μονοθελητισμού και μονοενεργητισμού, ως "ορθόδοξη" λύση, δεν διέφερε από την αίρεση του μονοφυσιτισμού. Όλα αυτά δεν τα υπολόγισαν οι εισηγητές του μονοθελητισμού, στην προσπάθειά τους να δώσουν πολιτική λύση στο μεγάλο πρόβλημα που έπρεπε να αντιμετωπίσουν.
Ο μοναχός Μάξιμος (580-662), όμως, γνωρίζει καλά τις διαστάσεις του προβλήματος. Έλληνας εκ Κωνσταντινουπόλεως, γόνος επιφανούς βυζαντινής οικογένειας, με μεγάλη εγκυκλοπαιδική και ιδιαιτέρως φιλοσοφική παιδεία, σε ηλικία 30 ετών ανέλαβε τα καθήκοντα του πρώτου γραμματέως του Ηρακλείου, γρήγορα όμως απεσύρθη και εκάρη μοναχός στη μονή Φιλιππικού στη Χρυσούπολη. Μετά δε δεκαετή παραμονή εκεί, εμόνασε επί διετία στη μονή Αγίου Γεωργίου της Κυζίκου και το 626 εξ αιτίας της επιδρομής Περσών και Αβάρων έφυγε στην Αφρική, όπου και συνδέθηκε με το μοναχό Σωφρόνιο, μετέπειτα Πατριάρχη Ιεροσολύμων, πολέμιο του μονοθελητισμού. Στην Καρχηδόνα, συναντάται με τον εκθρονισμένο Πατριάρχη Πύρρο, ο οποίος είχε καταφύγει εκεί μετά τον θάνατο του Ηρακλείου (642).
Ο Μάξιμος σε δημόσια συζήτηση με τον έκπτωτο Πύρρο το 645 (J.P.Minge, Patrologia Graeca, τ.91, σ. 287-354), και σε επιστολή του "προς Μαρίνον τον οσιώτατον πρεσβύτερον" στην Κύπρο, την οποία έγραψε το ίδιο έτος (J. P.Minge, Patrologia Graeca, τ.91, σ. 9-38), διατυπώνει με εντυπωσιακή ευκρίνεια τα επιχειρήματά του εναντίον του μονοθελητισμού και του μονοενεργητισμού.
Ομολογεί τις δύο εν Χριστώ θελήσεις, την θεία και την ανθρώπινη, και μας παρουσιάζει τις άμεσες συνέπειες του ορθοδόξου δόγματος στη σωτηρία και λύτρωση του ανθρώπου, κάτι που μας ενδιαφέρει άμεσα στην ορθόδοξη πνευματικότητα. Με βάση τις απόψεις των μεγάλων Πατέρων και τις αποφάσεις των Οικουμενικών συνόδων καταδεικνύει την συγκεκαλυμμένη "ορθοδόξως" αίρεση. "Ημείς δε τοις αγίοις Πατράσιν επόμενοι, φαμέν, ότιπερ αυτός (ο Χριστός) ο των όλων Θεός, ατρέπτως γενόμενος άνθρωπος, ου μόνον ως Θεός ο αυτός καταλλήλως τη αυτού θεότητι ήθελεν, αλλά και ως άνθρωπος ο αυτός καταλλήλως τη αυτού ανθρωπότητι (ήθελεν)" (297Β). Δεν είναι δυνατόν, τονίζει, και να παραμένουμε σταθεροί στις αποφάσεις και τον δογματικό όρο της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου περί των δύο εν Χριστώ φύσεων - "Ένα και τον αυτόν Χριστόν υιόν, Κύριον, μονογενή, εν δύο φύσεσιν ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως γνωριζόμενον" - και να ενώνουμε τα θελήματα και τις ενέργειες σ' ένα.
Δεν χωρίζονται οι φύσεις από τις ιδιότητες. "Ει το λέγειν τας φύσεις άνευ της εκάστη προσούσης ιδιότητος, ή Θεόν τέλειον και άνθρωπον τέλειον τον Χριστόν, άνευ των της τελειότητος γνωρισμάτων, αναθεματιζέσθωσαν αι σύνοδοι και προ τούτων οι Πατέρες. Ου μόνον τας φύσεις, αλλά και την εκάστης φύσεως ιδιότητα, ομολογείν ημίν νομοθετήσαντες. Και ου μόνον Θεόν τέλειον και άνθρωπον τέλειον τον αυτόν, αλλά και της τελειότητος τα γνωρίσματα, τουτέστιν, ορατόν και αόρατον τον αυτόν και ένα λέγοντες, θνητόν και αθάνατον, φθαρτόν και άφθαρτον, απτόν και αναφή, κτιστόν και άκτιστον. Και κατ' αυτήν την ευσεβή έννοιαν, και δύο ευσεβώς θελήματα του αυτού και ενός εδογμάτισαν" (300ΑΒ).
Και "ήθελεν" ο Χριστός, βεβαίως, και υπέταξε εκουσίως την ανθρώπινη θέληση στον Θεό και Πατέρα, και δεν ήθελε παρά εκείνο που ο Θεός θέλει. Αυτός είναι ο δρόμος και για τον άνθρωπο, να προσβλέπει προς τον Χριστό ως προς τύπο και υπογραμμό της δικής του θελήσεως (Α΄ Πέτρ. β΄ 21) και να τον μιμείται ελευθέρως. "Ο αυτός (Χριστός) όλος ην Θεός μετά της ανθρωπότητος, και όλος ο αυτός άνθρωπος μετά της θεότητος · αυτός ως άνθρωπος, εν εαυτώ και δι' εαυτού το ανθρώπινον υπέταξε τω Θεώ και Πατρί, τύπος ημίν εαυτόν άριστον και υπογραμμόν διδούς προς μίμησιν, ίνα και ημείς προς αυτόν ως αρχηγόν της ημών αφορώντες σωτηρίας, το ημέτερον εκουσίως προσχωρήσωμεν τω Θεώ, εκ του μηκέτι θέλειν παρ' ό αυτός θέλει" (305D) (Πρβλ. Εβρ. β΄ 10, ιβ΄ 2).
Στην επιστολή προς Μαρίνον ορίζει την έννοια της θελήσεως και της βουλήσεως ως εξατομικευμένης και ελλόγου θελήσεως του ανθρώπου, η οποία αποφασίζει για το περιεχόμενό της με μια άνευ προηγουμένου ελευθερία. Εκεί αναφαίνεται ο νέος τύπος του θέλοντος ανθρώπου. Ο άνθρωπος δεν συνειδητοποιεί πια τη θέλησή του ως ελκόμενη από το αντικείμενό της και τις ιδιότητές του (Αριστοτέλης), αλλ
ά μ ένα τρόπο αυστηρά προσωπικό.
Στη συζήτηση μετά Πύρρου διευκρινίζει ότι, η μεν φυσική θέληση είναι κοινή σε όλους, αλλά το "πώς θέλειν", ο τρόπος δηλ. της χρήσεως, είναι προσωπικός και μάλιστα δημιούργημα του θέλοντος, ως αποτέλεσμα της πνευματικής εσωτερικής καλλιέργειας και ωριμότητος και της υποταγής - υπακοής στο θέλημα του Θεού. "Ου ταυτόν το θέλειν και το πώς θέλειν· ώσπερ ουδέ το οράν και το πώς οράν. Το μεν γάρ θέλειν, ώσπερ και το οράν, φύσεώς (εστι)· και πάσι τοίς ομοφυέσι και ομογενέσι προσόν· το δε πώς θέλειν, ώσπερ και το πώς οράν, τουτέστι θέλειν περιπατήσαι, και μη θέλειν περιπατήσαι, και δεξιά οράν, ή αριστερά, ή άνω, ή κάτω, ή προς επιθυμίαν, ή κατανόησιν των εν τοις ούσι λόγων, τρόπος εστί της του θέλειν και οράν χρήσεως, μόνω τω κεχρημένω προσόν, και των άλλων αυτόν χωρίζον, κατά την κοινώς λεγομένην διαφοράν" (293Α). Το οράν εδώ ως αίσθηση κατ εξοχήν οικεία στο νοείν, σημαίνει σχεδόν ό,τι και το θέλειν.
Ο θέλων άνθρωπος έχει εκ των προτέρων αποφασίσει ότι το βλέμμα του έχει σκοπό να επιθυμήσει το αντικείμενο ή αντιθέτως να δει μέσα σ αυτό την εκπεφρασμένη βούληση του Δημιουργού και ο σκοπός αυτός είναι μόνο αυτού του θέλοντος και κανενός άλλου. Έτσι αναδεικνύεται η μοναδικότης του θέλοντος και εν συνεχεία του πράττοντος ανθρώπου. Πώς όμως αυτή η σαφήνεια της μοναδικότητος εκάστου μπορεί να υποταχθεί παθητικά - ανενεργά - στη θεία θέληση, που θα ήθελε και θα ενεργούσε τα εαυτής ερήμην του "κεχρημένου", δηλαδή της συγκεκριμένης ανθρωπίνης προσωπικότητος; "Θέλησις γαρ το αυτεξούσιον είναι" (301C) λέει στον Πύρρο.

Και πώς μπορεί να καταργηθεί το αυτεξούσιο;

Ο νέος τύπος του θέλοντος ανθρώπου, που είναι ο νέος άνθρωπος, ο ανακαινισμένος εν Χριστώ, είναι ο αποσπασμένος από τις αισθήσεις, ο ελεύθερος εσωτερικά. Η ψυχή του ανθρώπου επιλέγει ελευθέρως ή να ζήσει αληθινά, ελεύθερα και αιώνια ή να παραδώσει την ελευθερία της, ως ευκαιρία για αληθινή ζωή, και να υποκλιθεί σε τυράννους γνωστούς και δοκιμασμένους, τα πάθη, τη ζωή του κακού ως έξη (αμέλεια καλού ορίζει το κακό ο Μάξιμος), τη φθοροποιό τυραννίδα του διαβόλου.
Η θέληση του Θεού και των ανθρώπων, βεβαίως, έχουν κοινό σκοπό, τη σωτηρία των όλων: "πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι" (Α΄ Τιμ. β΄ 4). Αλλά δεν είναι μία η θέληση του Θεού και των ανθρώπων, παρ' όλο που είναι ένα το θεληθέν και από το Θεό και από τους ανθρώπους, η σωτηρία των σωζομένων. "Ει γάρ του μεν Θεού το θέλημα φύσει σωστικόν, το δε των ανθρώπων φύσει σωζόμενον, ταυτόν ουκ αν είη ποτέ, το φύσει σώζον και το φύσει σωζόμενον · καν είς αμφοτέρων σκοπός, η σωτηρία των όλων καθέστηκεν · υπό μεν Θεού προβεβλημένη, υπό δε των αγίων προηρημένη" (25Β).
Ο Θεός προβάλλει το θέλημά Του, οι άνθρωποι -οι άγιοι- το προαιρούνται με το δικό τους θέλημα. Έτσι, λοιπόν, ο Χριστός παρέχει σε όλους τους ανθρώπους τη δυνατότητα, όπως το ανθρώπινο θέλημα του και οι απορρέουσες ενέργειές του, να γίνονται τόπος, υλοποίηση και τρόπος υπάρξεως του είναι. Αν καταργείται το ανθρώπινο θέλημα και οι ενέργειες του Θεανθρώπου, πώς μπορεί ο άνθρωπος να σωθεί;
Συμπερασματικά:
"Είς ουν εκ δύο φύσεων ο Χριστός, θεότητός τε και ανθρωπότητος, μονογενής Λόγος και Υιός και Κύριος της δόξης· εν αις γνωρίζεται και αις αληθώς υπάρχων πιστεύεται, δύο τε φυσικάς και γενικάς, και των εξ ων ην συστατικάς κινήσεις, ήγουν ενεργείας έχων, ων αποτελέσματα τα κατά μέρος ην ενεργήματα, εξ αυτού τε προβαλλόμενα, και υπ' αυτού τελειούμενα, χωρίς τομής των εξ ων υπήρχε, και της οιασούν δίχα συγχύσεως. Ου γαρ υπομένει τομήν ή σύγχυσιν ο μηδέποτε τροπαίς υποκείμενος, και πάσι τοις ούσι την τε του είναι και πώς είναι διαμονήν τε και σύστασιν παρεχόμενος" (36D).
Οι ορθόδοξες αυτές θέσεις, είναι η μεγάλη προσφορά του Αγίου Μαξίμου στην πνευματική ιστορία της ανθρωπότητος. Ο Πύρρος, αφού εξήντλησε όλα τα αντίθετα επιχειρήματα και αφού επείσθη από την καθαρότητα της σκέψεως του Αγίου Μαξίμου συνεπικουρουμένης από τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας, υποσχέθηκε ότι θα δηλώσει έμπρακτα τη μετάνοιά του στη Ρώμη ενώπιον του Πάπα, πράγμα το οποίο και έκανε. Μεταμελήθηκε όμως αργότερα και επανήλθε στις προηγούμενες αιρετικές απόψεις του, επέστρεψε δε και στον πατριαρχικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως για λίγους μήνες (654) επί του ομόφρονος αιρετικού αυτοκράτορος Κώνσταντος του Β΄ (641-668), εγγονού του Ηρακλείου, ο οποίος εξέδωσε τον "Τύπον", διάταγμα υπερασπίζον την αίρεση του μονοθελητισμού.
Στα τέλη του 645 ο Μάξιμος μετέβη στη Ρώμη μαζί με τους μαθητές του, δύο Αναστασίους, Θεόδωρον και Ευπρέπιον, όπου έπεισε τον Πάπα Μαρτίνο τον Α΄ να συγκαλέσει Σύνοδο. Από κοινού αποφάσισαν τη σύγκληση της Συνόδου του Λατερανού του 649, η οποία κετεδίκασε την αίρεση των μονοθελητών, τα αιρετικά διατάγματα των αυτοκρατόρων - την Εκθεση του Ηρακλείου και τον Τύπο του Κώνσταντος του Β΄ - και ανεθεμάτισε τους υπαιτίους και αρχηγούς της αιρέσεως Σέργιο και Παύλο πατριάρχας ΚΠόλεως, Κύρο Αλεξανδρείας, Μακάριο Αντιοχείας και Θεόδωρο επίσκοπο Φαράν. Την ενέργεια αυτή ο αιρετικός αυτοκράτορας Κώνστας ο Β΄ την θεώρησε στάση και διέταξε τη σύλληψη του Πάπα Μαρτίνου, και κατόπιν του Μαξίμου και των μαθητών του, οι οποίοι το 653 ωδηγήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Άγιος Μάξιμος μετά από πιέσεις, ανακρίσεις, φυλακίσεις, βασανιστήρια (κόψιμο της γλώσσης και της δεξιάς χειρός) και διαδοχικές εξορίες, εκοιμήθη τη 13η Αυγούστου του 662 στο φρούριο Σχίμαρι της Λαζικής και ετάφη στη Μονή του Αγίου Αρσενίου.

Απολυτίκιον του Αγίου

Απολυτίκιο. Ήχος γ'. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος, τη επομβρία, ρείθρα έβλυσας, τή Εκκλησία, υπερκοσμίων δογμάτων πανεύφημε θεολόγων δε του Λόγου τήν κένωσιν, ομολογίας αγώσι διέλαμψας. Πάτερ Μάξιμε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθσι ημίν το μέγα Έλεος.

(Από τις σελίδες www.athos.gr και www.oodegr.com )
NIKOSZ
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 6135
Εγγραφή: Τετ Οκτ 04, 2006 5:00 am
Τοποθεσία: Αθηνα

Δημοσίευση από NIKOSZ »

Εικόνα

ΠΕΡΙ ΑΓΑΠΗΣ

ΑΓΙΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ


«Η χωρίς πλάνη θεωρία των όντων χρειάζεται ψυχή απαλλαγμένη από τα πάθη. Μια τέτοια ψυχή λέγεται Ιερουσαλήμ, τόσο για την ολοκληρωμένη αρετή της, όσο και για την άυλη γνώση της, η οποία έρχεται όχι με την απουσία των παθών μόνο, αλλά ακόμη και των φαντασιών των αισθητών.

Χωρίς πίστη, ελπίδα και αγάπη, ούτε κανένα κακό καταργείται εντελώς, ούτε κανένα καλό κατορθώνεται. Η πίστη πείθει το νου που πολεμάει να προσφεύγει στο Θεό και του ετοιμάζει όλα τα πνευματικά όπλα για θάρρος και ενίσχυση. Η ελπίδα του γίνεται αψευδής εγγυητής της θείας βοήθειας και του υπόσχεται την κατανίκηση των δαιμονικών δυνάμεων. Η αγάπη τον κάνει δυσκολομετακίνητο, ή μάλλον τελείως ακίνητο από τη στοργή του Θεού κι όταν πολεμείται, προσηλώνοντας στο θείο πόθο όλη του τη φυσική δύναμη.

Η πίστη παρηγορεί το νου που πολεμείται, δυναμώνοντάς τον με την ελπίδα της θείας βοήθειας. Η ελπίδα, φέρνοντας μπροστά του τη βοήθεια που πίστεψε, αποκρούει την επίθεση των εχθρών. Η αγάπη νεκρώνει, για το νου που αγαπά το Θεό, την επίθεση των εχθρών, η οποία εξασθενίζει τελείως από την μεγάλη επιθυμία του Θεού.

Πρώτο και μοναδικό γέννημα της θείας όντως μερίδας, δηλαδή της αληθινής γνώσεως, είναι ο λόγος της θείας αναστάσεως μέσα μας μέσω της πίστεως, που μαζί με την απαραίτητη οικονομία της προαιρέσεως – δηλαδή τη διάκριση – εξουδετερώνει μʼ επιτυχία της επαναστάσεις των εκουσίων (και ακουσίων) πειρασμών. Γιατί η πίστη που οικονομείται σωστά με τα έργα των εντολών αποτελεί των πρώτη ανάσταση μέσα μας του Θεού, που με την άγνοια είχε νεκρωθεί σʼ εμάς.

Η στροφή προς το Θεό φανερώνει καθαρά την πλήρη ελπίδα σʼ Αυτόν, χωρίς την οποία δεν μπορεί κανένας με κανένα τρόπο να συγκατατεθεί σʼ ο,τιδήποτε στο Θεό• γιατί η ελπίδα έχει ιδίωμα να φέρνει μπροστά τα μέλλοντα ως παρόντα και να πείθει ότι, εκείνους που πολεμούνται από τις δαιμονικές δυνάμεις, καθόλου δεν τους αφήνει ο Θεός που τους υπερασπίζεται, αφού για χάρη Αυτού και εξαιτίας Αυτού γίνεται ο πόλεμος των Αγίων. Χωρίς προσδοκία, ή ευχάριστη ή δυσάρεστη, δε γίνεται ποτέ στροφή προς το καλό.

Πράγματι, τίποτε άλλο εκτός από την αγάπη δε μαζεύει τους διασκορπισμένους και δε δημιουργεί μια γνώμη μεταξύ τους που συγκρατείται με τη σύμπνοια. Γνώρισμά της είναι το κάλλος του να απονέμει κανείς την ίδια τιμή σε όλους. Αλλά και η αγάπη είναι γέννημα της συγκεντρώσεως και ενώσεως γύρω από τα θεία των ψυχικών δυνάμεων, δηλαδή της λογικής, της θυμικής και της επιθυμητικής. Στην κατάσταση αυτή, όσοι έλαβαν ήδη μέσω της χάρης το να θεωρούν όλους ίσους απέναντι του Θεού, χαράζουν στη μνήμη το κάλλος της θείας ωραιότητας και δε λησμονούν ποτέ την επιθυμία της θείας αγάπης, η οποία γράφει και εντυπώνει αυτό το καθαρό κάλλος στο νου, το ηγεμονικό μέρος της ψυχής».

(Δ΄ εκατοντάδα των κεφαλαίων περί αγάπης)
Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με τον αμαρτωλό
Άβαταρ μέλους
preloude
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 371
Εγγραφή: Πέμ Ιαν 25, 2007 6:00 am
Τοποθεσία: athens
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από preloude »

η αμπελος οινον ποιει ο οινος ποιει την μεθην και η μεθη την εκστασιν του θειου λογου. preloude.
stratos
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 2298
Εγγραφή: Δευ Νοέμ 14, 2005 6:00 am
Τοποθεσία: Ηλίας @ Θεσσαλονίκη

Δημοσίευση από stratos »

Δηλαδή καλύτερα νά ειμαστε μεθυσμένοι; Εικόνα
Εικόνα
Άβαταρ μέλους
preloude
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 371
Εγγραφή: Πέμ Ιαν 25, 2007 6:00 am
Τοποθεσία: athens
Επικοινωνία:

Δημοσίευση από preloude »

stratos έγραψε:Δηλαδή καλύτερα νά ειμαστε μεθυσμένοι; Εικόνα
εξαρταται απο τι λεμε και τι κανουμε
Απάντηση

Επιστροφή στο “Βίοι Αγίων και Γερόντων”