Παρακλητικός κανόνας στον Άγιο Νικόλαο

Συλλογη παρακλητικών κανόνων

Συντονιστής: Συντονιστές

Απάντηση
efthumhs
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1547
Εγγραφή: Δευ Δεκ 18, 2006 6:00 am
Τοποθεσία: Στερεά Ελλάδα

Παρακλητικός κανόνας στον Άγιο Νικόλαο

Δημοσίευση από efthumhs »

ΚΑΝΩΝ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ
ΕΙΣ ΤΟΝ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΕΡΑ ΗΜΩΝ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΝ ΝΙΚΟΛΑΟΝ

Μετά το, Ευλογητός, το, Κύριε εισάκουσον.
Είτα το, Θεός Κύριος και το τροπάριον.
Ήχος δ'. Ο υψωθείς εν τω Σταυρώ...
Του Ιεράρχου τη πανσέπτω Εικόνι, πιστοί προσπέσωμεν αυτώ εκβοώντες, οι αμαρτίαις πολλαίς εγκυλινδούμενοι, σπεύσον ώ Νικόλαε, Ιεράρχα Κυρίου, σαις προς τον Φιλάνθρωπον, ιεραίς ικεσίαις, παντός κινδύνου, λύπης και φθοράς, και δεινών νόσων, απάλλαξον άπαντας.
Δόξα. Και νυν. Θεοτοκίον. Ου σιωπήσομεν...
Ο Ν'. Και ο Κανών. Ωδή α'. Ήχος πλ. δ'. Αρματηλάτην Φαραώ.
Ταις προσευχαίς σου Ιερέ Νικόλαε, εκδυσωπών τον Θεόν, το σκοτεινόν νέφος, το της αθυμίας μου, Παμμάκαρ διασκέδασον, θυμηδίας υπάρχων, και ευθυμίας ανάπλεως, τω Παμβασιλεί παριστάμενος.
Ταις των παθών με τρικυμίαις πάντοθεν, περικυκλούμενον, και λογισμών σάλω, την ψυχήν δονούμενον, επί λιμένα εύδιον, των Χριστού θελημάτων, ταις προσευχαίς σου κυβέρνησον, όπως σε δοξάζω, Νικόλαε.
Των Αποστόλων και Οσίων σύσκηνος, αποδεικνύμενος, και Θεϊκής αίγλης, πάντοτε πληρούμενος, τους την σεπτήν σου σήμερον, προσκυνούντας Εικόνα, φωτός μετόχους ανάδειξον, ευχαίς σου Παμμάκαρ Νικόλαε.
Θεοτοκίον.
Σε την εν σπλάγχνοις δεξαμένην Αχραντε, το πυρ το άστεκτον, εκδυσωπώ πίστει, της γεέννης ρύσαι με, και της αποκειμένης μοι, δια πλήθος πταισμάτων, κολάσεως ελευθέρωσον, σου ταις ευπροσδέκτοις δεήσεσι.
Ωδή γ'. Συ ει το στερέωμα.
Ίνα σε δοξάζωμεν, και σε πρεπόντως γεραίρωμεν, δίδου ημίν, Νικόλαε Μάκαρ, την ειρήνην πρεσβείαις σου.
Κόπασον, Νικόλαε, ταις σαις θερμαίς παρακλήσεσι, τας καθ' ημών, επανισταμένας, ασθενείας δεόμεθα.
Ρύσαί με Νικόλαε, περικυκλούμενον πάθεσι, και πειρασμοίς, και κινδύνοις πλείστοις, ταις λιταίς σου και σώσον με.
Θεοτοκίον.
Έχω σε Πανάσπιλε, βίου προστάτιν και τείχος άρρηκτον διό δεινών, του ματαίου βίου, ού πτοούμαι την έφοδον.
Ωδή δ'. Εισακήκοα Κύριε.
Νόσοις πλείστοις Νικόλαε, και πολλοίς τοις πταίσμασι περιπέπτωκα, πρόφθασαν με ρύσαι Πάνσεπτε, ταις προς τον Δεσπότην ικεσίαις σου.
Ο αθώους τυγχάνοντας, νέους τρεις θανάτου απαλλαξάμενος, σπεύσον ρύσαι με Νικόλαε, της αιωνιζούσης κατακρίσεως.
Κατακρίσεως άξιος, ζων εν αμελεία ειμί ο άθλιος, ταις λιταίς σου άγιε Νικόλαε, μετανοίας όρμω με οδήγησον.
Θεοτοκίον.
Ρυπωθέντα με κάθαρον, και νενεκρωμένον με συ ανάστησον, Θεοτόκε αειπάρθενε, τον νεκρούς ζωώσαντα κυήσασα.
Ωδή ε'. Ίνα τι με απώσω.
Ακλινεί διανοία, προς τον Επουράνιον ανήλθες Κύριον, παρ' ου και την χάριν, των μεγίστων θαυμάτων απείληφας, Νικόλαε Μάκαρ' διό ημάς τους σους οικέτας, των δεινών και των νόσων απάλλαξον.
Εν τη θεία σου Μνήμη, Ιερέων Νικόλαε σύλλογος τέρπεται, και Πιστών χορείαι, των θαυμάτων των σων απολαύουσαι, εν χαρά τρυφώσι, και ως εικός σε ανυμνούσι, και προστάτην καλούσι σε μέγιστον.
Λαμπρυνθείς θεία αίγλη, ώφθη η καρδία σου όντως Παράδεισος, της ζωής το ξύλον, κεκτημένη εν μέσω τον Κύριον ον δυσώπει Πάτερ, του Παραδείσου απόλαυσαι, της τρυφής και της δόξης τους δούλους σου.
Θεοτοκίον.
Ανατίθημι, Κόρη, πάσας επί Σοι τας ελπίδας της σωτηρίας μου διό δυσωπώ Σε, μη παρίδης δεινώς με ποντούμενον, συμφορών πελάγει, αλλά την σην δίδου μοι χείρα, ως τω Πέτρω ο Υιός σου, και σώσόν με.
Ωδή στ'. Την δέησιν εκχεώ.
Χειμάζει μεν των κίνδυνων ο σάλος, ουκ ισχύει δε βυθίσαι με Μάκαρ' σε γαρ αεί Κυβερνήτην πλουτήσας, προς γαληνόν τον λιμένα ηδύνομαι, και φθάνω μέχρις ουρανού, δια σου Ιεράρχα Νικόλαε.
Ιλάσθητι τοις σοις δούλοις, Παμμάκαρ, και υγείας την αντίληψιν δίδου ως αγαθός και φιλάδελφος φύσει, και των δεινών και των θλίψεων λύτρωσαι, ταις θείαις σου προς τον Θεόν, μεσιτείαις, θεόφρον Νικόλαε.
Λυτρούμενος εκ θανάτου ως ώφθης, τοις αθώους πριν, ώ Πάτερ στρατηλάτα, ούτω και νυν περιστάσεως πάσης, ημάς και νόσων Νικόλαε λύτρωσαι, πρεσβείαις σου ταις ιεραίς, ίνα πόθω τιμώμεν την Μνήμην σου.
Θεοτοκίον.
Φιλάγαθε, νυσταγμώ βαρούμενον, ραθυμίας με θερμή σου ικεσία, έγειρον νυν και μη δώης υπνώσαι, της αμαρτίας σον δούλον εις θάνατον, προστάτιν γαρ και οδηγόν, της εμής σε ζωής επιγράφομαι.
Επίβλεψον μετ' ευμενείας, Νικόλαε Μάκαρ, και πάσαν θλίψιν λιταίς σου απέλασον, εκ των ψυχών ημών των οικετών σου.
Και Θεοτοκίον. Αχραντε...
Ο Ιερεύς μνημονεύει είτα το
Κοντάκιον. Ήχος δ'.
Ταις των θαυμάτων ακτίσι, Νικόλαε, καταφαιδρύνεις υφήλιον άπασαν, και λύεις τον ζόφον των θλίψεων, και των κινδύνων ελαύνεις την έφοδον, προστάτης υπάρχουν θερμότατος.
Και ευθύς το Προκείμενον. Ήχος δ'.
Οι ιερείς σου Κύριε ενδύσονται δικαιοσύνην, και οι Όσιοί σου αγαλλιάσονται.
Στίχος. Καυχήσονται Όσιοι εν δόξη, και αγαλλιάσονται επί των κοιτών αυτών.
Ευαγγέλιον. Εκ του κατά Ιωάννην (ι' 1-9).
Είπεν ο Κύριος προς τους εληλυθότας προς αυτόν Ιουδαίους. Αμήν αμήν λέγω υμίν. Ο μη εισερχόμενος δια της θύρας εις την αυλήν των προβάτων, αλλά αναβαίνων αλλαχόθεν, εκείνος κλέπτης εστί και ληστής ο δε εισερχόμενος δια της θύρας, ποιμήν έστι των προβάτων. Τούτω ο θυρωρός ανοίγει, και τα πρόβατα της φωνής αυτού ακούει, και τα ίδια πρόβατα καλεί κατ' όνομα, και εξάγει αυτά. Και όταν τα ίδια πρόβατα εκβάλη, έμπροσθεν αυτών πορεύεται, και τα πρόβατα αυτώ ακολουθεί, ότι οίδασι την φωνήν αυτού. Αλλοτρίω δε ου μη ακολουθήσωσιν, αλλά φεύξονται απ' αυτού, ότι ουκ οίδασι των αλλοτρίων την φωνήν. Ταύτην την παροιμίαν είπεν αυτοίς ο Ιησούς εκείνοι δε ουκ έγνωσαν τίνα ην ά ελάλει αυτοίς. Είπεν ουν πάλιν αυτοίς ο Ιησούς. Αμήν αμήν λέγω υμίν, ότι εγώ ειμί η θύρα των προβάτων. Πάντες, όσοι ήλθον προ εμού, κλέπται εισί και λησταί αλλ' ουκ ήκουσαν αυτών τα πρόβατα. Εγώ ειμί ή θύρα δι' εμού εάν τις εισέλθη, σωθήσεται, και εισελεύσεται, και εξελεύσεται, και νομήν ευρήσει.
Δόξα. Ταις του Ιεράρχου...
Και νυν. Ταις της Θεοτόκου πρεσβείαις...
Στίχος. Ελεήμον, ελέησόν με ο Θεός...
Και το παρόν προσόμοιον. Ήχος πλ. β'. Όλην αποθεμένοι.
Απαντα τον βίον μου εν αμελεία διάγων, και προ τέλους έφθασα, άκαρπος ο δείλαιος, Υπεράγαθε, πονηρών πράξεων, επιφέρων μόνον, νυν φορτία τα δυσβάστακτα άπερ Φιλάνθρωπε, σκόρπισον ροπή του ελέους σου, και δίδου μοι κατάνυξιν, και επιστροφήν την σωτήριον, ταις του Νικολάου, πρεσβείαις ευπροσδέκτοις ο Θεός, όν εις πρεσβείαν προσάγω σοι, και την σε κυήσασαν.
Το, Σώσον ο Θεός τον λαόν σου, κ.τ.λ. Ωδή ζ'. Παίδες Εβραίων.
Ρύστης πλεόντων ανεδείχθης, ώ Νικόλαε, και των χηρών προστάτης, ορφανών τε λιμήν, και πλουτιστής πενήτων διό και ημάς λύτρωσαι εκ κινδύνων σαις πρεσβείαις.
Ξένα Νικόλαε εργάζη, εν θαλάσση μακράν και πάση υφηλίω, ταχυδρόμους αεί, και πάσχοντας προφθάνων, και τούτους εκλυτρούμενος, εκ των νόσων και κινδύνων.
Νόσων παντοίων και κινδύνων, Ιατρός φανείς, Νικόλαε τρισμάκαρ της ψυχής μου διό, θεράπευσον την νόσον, και ευρωστίαν δώρησαι, ταις ενθέοις σου πρεσβείαις.
Θεοτοκίον.
Έπαρον χείρας σου, Παρθένε, προς τον εύσπλαγχνον Θεόν και Βασιλέα, και δεινών συμφορών, και νόσων και κινδύνων, τη κραταιά πρεσβεία σου, εξελού τους σους οικέτας.
Ωδή η'. Τον Βασιλέα.
Τους πειρασμών νυν, περισχεθέντας τω βάθει, σους οικέτας Νικόλαε σώσον, δούς ημίν την λύσιν, αυτών σαις ικεσίαις.
Ως εν τρυφή, αυλιζόμενος Μάκαρ, Ουρανών τε δόξης απολαύων, τους σε ανυμνούντας, διάσωζε ευχαίς σου.
Τω απροσίτω, ελλαμφθείς φωτί Πάτερ, τας ψυχάς των εν θλίψει αυγάζεις, διαλύων πάντα, των πειρασμών τον ζόφον.
Θεοτοκίον.
Ισχύεις Κόρη, τον εν ισχύι τεκούσα, ευσυμπάθητον Σωτήρα του Κόσμου διό τη θερμή σου, προστρέχω βοήθεια.
Ωδή θ'. Κυρίως Θεοτοκίον.
Γνωρίζει πάσα Κτίσις, Νικόλαε Μάκαρ, σων αρετών και θαυμάτων το πέλαγος διό και χαίρει, προστάτην σε ονομάζουσα.
Νικόλαε Παμμάκαρ, σώζε εκ κινδύνων, τους σους οικέτας πιστώς σε δοξάζοντας, ως μιμητής του Σωτήρος, αξιοθαύμαστος.
Τρυφών ταις Ουρανίαις, θείαις λαμπηδόσι, Θεομακάριστε Πάτερ Νικόλαε, τη προστασία σου σώσον, ημάς και σκέπασον.
Θεοτοκίον.
Μαρία Θεοτόκε, την κεκακωμένην, τη αμαρτία ψυχήν μου αγάθυνον, και αγαθών αιωνίων, μέτοχον ποίησον.
Το, Αξιον εστίν, και τα παρόντα Μεγαλυνάρια.
Νικόλαε Μάκαρ πάρεσο νυν, προστάτης και φύλαξ, και εκ βλάβης παντοδαπής, ημάς ρύσαι πάντας, εν γη και εν θαλάσση, τους σε θερμώς φωνούντας,
και μεγαλύνοντας.
Χαίροις των Πατέρων κλέος στερρόν, και το της Τριάδος, ενδιαίτημα καθαρόν, των πιστών προστάτης, και καταπονουμένων, βοήθεια και σκέπη, Πάτερ Νικόλαε.
Εν νόσοις σε έχομεν Ιατρόν, εν κινδύνοις ρύστης. κηδεμόνα εν ορφανοίς, εν πένησι πλούτον, εν θαλάσση σωτήρα, και χαρμονήν εν θλίψει, σοφέ Νικόλαε.
Ορφανών προστάτην σε και χηρών, πεινόντων τροφέα, πενομένων τε πλουτιστήν, αιχμαλώτων ρύστην, πλεόντων τε σωτήρα, κεκτήμεθα Παμμάκαρ, σοφέ Νικόλαε.
Πάσαι των Αγγέλων. Τρισάγιον, και το τροπάριον. Ήχος δ'.
Κανόνα πίστεως, και εικόνα πραότητος, εγκρατείας διδάσκαλον, ανέδειξε σε τη ποίμνη σου, η των πραγμάτων αλήθεια δια τούτο εκτήσω τη ταπεινώσει τα υψηλά, τη πτωχεία τα πλούσια.
Πάτερ Ιεράρχα Νικόλαε, πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Ο Ιερεύς μνημονεύει, και εν τη απολύσει το παρόν προσόμοιον.
Ήχος β'. Ότε εκ του ξύλου Σε νεκρόν.
Χάριν ειληφώς παρά Θεού, πάσι χορηγείς τας ιάσεις, υπό την σκέπην σου, Αγιε Νικόλαε, τοις σοι προστρέχουσι, φυγαδεύεις δαιμόνων γάρ, ανίατα πάθη, πάντας θεραπεύεις δε, τη προστασία σου. Όθεν και ημείς δυσωπούμεν, πρέσβευε προς Κύριον πάσης, λυτρωθήναι βλάβης τους υμνούντάς σε.
strumfi
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 614
Εγγραφή: Κυρ Αύγ 12, 2007 5:00 am
Τοποθεσία: Ελένη@Αττική

Δημοσίευση από strumfi »

...
efthumhs
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 1547
Εγγραφή: Δευ Δεκ 18, 2006 6:00 am
Τοποθεσία: Στερεά Ελλάδα

Re: Παρακλητικός κανόνας στον Άγιο Νικόλαο

Δημοσίευση από efthumhs »

Δείτε παιδιά και σημειώσεις στο τέλος:

ΠΑΡΑΚΛΗΣΙΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΥΡΩΝ ΛΥΚΙΑΣ

ψαλλομένη ἐν ζάλῃ καὶ τρικυμίᾳ θαλάσσης χειμαζόμενου πλοίου καὶ κινδυνεύοντος.


Αἰτήσει μὲν τοῦ Πανοσιοελλογιμωτάτου ἁγίου Καθηγουμένου τοῦ Ἱεροῦ Κοινοβίου τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Κυρίου Κύρου Συμεῶν Πελοποννησίου.

Πόνῳ δὲ οἰκτροῦ Μοναχοῦ Ἰακώβου Μελενδύτου. Ἐν ἔτει Σωτηρίῳ ἀωνθ´. (1859), ἐν τῷ ἁγιωνύμω Ὅρει Ἄθῳ.


Μετὰ τὸν Εὐλογητόν, τὸ Κύριε εἰσάκουσον, τὸ Θεὸς Κύριος, καὶ τὰ τροπάρια. Ἦχος δ´. Τῇ Θεοτόκῳ ἐκτενῶς.


Τὸν τῶν Μυρέων ἱεράρχην φανώτατον, καὶ τὸν ἐν ζάλη τρικυμίας προφθάνοντα, Νικόλαον τὸν μέγιστον προστάτην καὶ φρουρόν, πάντες εὐφημήσωμεν πρὸς αὐτὸν ἐκβοῶντες, κόπασον τὸν κλύδωνα, καὶ διάσωσον πλοῖον, μὴ παραβλέψῃς δέησιν ἡμῶν, τῶν σὲ καλούντων δεινῶς κινδυνεύοντας.


Δόξα.


Ὡς κατὰ πάντα μιμητὴς τοῦ Σωτῆρος, καὶ χορηγὸς τῶν δωρεῶν τῶν ἐκεῖθεν, ταῖς πρὸς Θεὸν πρεσβείαις σου προφθάνεις ἀεί, καὶ λυτροῦσαι ἅπαντας, τρικυμίας θαλάσσης, τοὺς πιστῶς καλοῦντάς σε, ὦ Νικόλαε μάκαρ· διὸ βοῶμεν λύτρωσαι ἡμᾶς, τῆς ἐνεστώσης ἀνάγκης καὶ κλύδωνος.


Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.


Ὡς ὑπέρ ἔννοιαν Θεὸν τετοκυῖα, καὶ ὑπὲρ φύσιν ἐκτελεὶς τὰ τεράστια, καὶ τὰς δυνάμεις πάναγνε Πανύμνητε, τοῖς προσκαλουμένοις σέ, ἐν θαλάσσῃ καὶ χέρσῳ σῴζουσα ἐκ κλύδωνος, τρικυμίας καὶ σάλου, ἀλλὰ καὶ νῦν διάσωσον ἡμᾶς, τῆς ἐνεστώσης ἀνάγκης δεόμεθα.

Ὁ Ν´, καὶ ὁ κανῶν τοῦ Ἁγίου μετὰ τῆς Θεοτόκου.

ᾨδὴ α΄. Ἦχος πλ. δ΄. Ἁρματηλάτην Φαραώ.


Τῶν σῶν θαυμάτων ἀστραπὰς Νικόλαε, ἐκπέμπων ἅπασι, καὶ δαδούχων μάκαρ, πᾶσαν τὴν ὑφήλιον, καὶ νῦν ἡμῖν ἀπόστειλον, τρικυμίας τὸν σάλον, τὸν ἐνιστάμενον κόπασον, πνιγμονῆς θαλάσσης ῥυόμενος.


Νῦν καταιγίδες χαλεπαὶ ἐφώρμησαν κατὰ τοῦ πλοίου ἡμῶν, καὶ βυθῷ θαλάσσης, αὔτανδρον βυθίζουσιν, ἀλλὰ προφθάσας Ἅγιε, ῥῦσαι τάχος κινδύνου, ὡς πάλαι πλοῖα διέσωσας, ἐκ πνιγμοὺ τρισμάκαρ Νικόλαε.


Μήτηρ Θεοῦ σὺν Νικολάου φθάσατε ἐπικουρίαν ἡμῖν, τῇ νῦν καταιγίδι, τάχος ἀπονέμοντες, βοήθειαν καὶ σώσατε, ἐν βυθῷ ἀπωλείας, καταντλουμένους οἰκτείρατε, καὶ πικροῦ θανάτου λυτρώσατε.

Θεοτοκίον.


Οὐ σιωπῶμεν τοῦ βοᾶν τρανώτατα ἐκ κατωδύνου ψυχῆς, μέγιστε προστάτα, ἱερὲ Νικόλαε, μετὰ τῆς Θεομήτορος, ἐξελοῦ ἐκ κινδύνου, τῆς ζάλης ταύτης ὡς ἔσωσας, βυθοῦ καὶ θανάτου σοὺς πρόσφυγας.

ᾨδὴ γ΄. Οὐρανίας ἁψῖδος.


Τρικυμίᾳ θαλάσσης καὶ χαλεπῶν κλύδωνι, νῦν περιπεσόντες τὴν σὺν βοήθειαν ὄρεξον, καὶ σάλον κόπασον, ὡς ἀγαθὸς κυβερνήτης, καὶ τὸ πλοῖον λύτρωσαι μάκαρ Νικόλαε.


Καταιγίδες ὑδάτων τρικυμιῶν πέλαγος, νῦν καταλαβοῦσαι τὸ σκάφος καταποντίσαι ἡμᾶς, εἰς βυθὸν σπεύδουσιν, ἀλλ’ ὦ Νικόλαε τάχος, πρόφθασον βοήθησον μὴ ἀπολλύμεθα.


Ἱλαστήριον οὖσα τῆς λογικῆς φύσεως, μόνη Μητροπάρθενε λύτρωσαι κλύδωνος, τοῦ νῦν συνέχοντος, καὶ εἰς βυθὸν ἀπωλείας, νῦν ἡμᾶς καθέλκοντος τῇ προστασίᾳ σου.


Θεοτοκίον.


Σὺν σοφῷ Νικολάῳ ὦ Μαριὰμ Δέσποινα, σάλον τῆς θαλάσσης πρᾴϋνον νῦν καὶ διάσωσον, πλοῖον ποντώσεως, ὅπως σωθέντες ὑμνῶμεν, τὸ ἄμετρον ἔλεος τῆς δυναστείας σου.


Διάσωσον, ἀπὸ κινδύνου θαλάσσης τὸν πλοῦν ἡμῶν ἱεράρχα, καὶ κατεύνασον τὴν ζάλην καὶ σάλον, ὡς ἕτοιμος βοηθὸς ἐν ἀνάγκαις.


Ἐπίβλεψον, ἐν εὐμενείᾳ πανύμνητε Θεοτόκε, ἐπὶ τὴν ἐμὴν χαλεπὴν τοῦ σώματος κάκωσιν, καὶ ἴασαι τῆς ψυχῆς μου τὸ ἄλγος.

Κάθισμα. Ἦχος β΄. Πρεσβεία θερμή.


Προστάτης θερμός, καὶ μέγιστος ὑπέρμαχος, μεσίτης στεῤῥὸς πρὸς Θεὸν ἀνεπαίσχυντος, σὺ ὑπάρχεις Ἅγιε, πάντων τῶν ἐπικαλουμένων σε, διὸ σῶσον πλοῖον ἐκ τοῦ κλύδωνος, προφθάσας νῦν μέγιστε Νικόλαε.

ᾨδὴ δ΄. Σύ μου ἰσχύς.


Δεῦτε θερμῶς τῷ Νικολάῳ προσπέσωμεν, ἐν πελάγει, σάλου κινδυνεύοντες, καὶ πρὸς αὐτὸν δάκρυσι θερμοῖς, κράξωμεν βοῶντες, σῶσον ἡμᾶς κινδυνεύοντας, πνιγμονῆς τοῦ σκάφους, ὡς προστάτης καὶ ῥύστης, ἵνα πόθῳ σὲ μάκαρ γεραίρομεν.


Ὅλῃ ψυχῇ, σὲ τὸν θερμὸν ἀντιλήπτορα, δυσωποῦμεν, μέγιστε Νικόλαε, πρόφθασον λύτρωσαι νῦν ἡμᾶς, κλύδωνος θαλάσσης, καὶ σῶσον τοὺς κινδυνεύοντας, ὡς ἔσωσας τὸ πάλαι, χαλαιποῦ ναυαγίου, τοὺς ὁμοίως ἡμῖν κινδυνεύοντας.


Πρὸς Σὲ ἁγνή, μετὰ Θεὸν καταφεύγομεν, ὁλοψύχως, σὲ καθικετεύοντες ὑπὸ σφοδροῦ λαίλαπος δεινοῦ, φερόμενοι βία ὁλοσχερῶς κινδυνεύοντες διὸ πρὸς σὲ βοῶμεν, σὺν σοφῷ Νικολάῳ, ναυαγίου πικροῦ ἡμᾶς σώσατε.

Θεοτοκίον.


Πῶς σου ἁγνή, τὴν θείαν δόξαν θεάσομαι; πῶς εἰκόνα, θείαν σου ἀσπάσομαι; φευκτὸς ὑπάρχων καὶ ἐναγής, ἀλλὰ δέομαί σου, τῆς κατεχούσης ἀνάγκης με, καὶ σάλου τρικυμίας, νῦν προφθάσασα σῶσον, Νικολάου τοῦ θείου ἐντεύξεσιν.

ᾨδὴ ε΄. Ἵνα τι μὲ ἀπώσω.


Μέγα ὄντως τὸ κλέος, μέγα τὸ ἀξίωμα τὸ σὸν Νικόλαε, πανταχοῦ γὰρ πᾶσι, τοῖς πιστῶς σὲ καλοῦσι τὸ ὄνομα, ἐν ὑγρᾷ καὶ χέρσῳ σῴζεις κινδύνων καὶ θανάτου, διὸ πόθῳ καὶ πίστει τιμῶμέν σε.


Ἐν νυκτὶ καὶ ἡμέρᾳ, σοῦ τὸ θεῖον ὄνομα ἐπικαλούμεθα, ἐν παντὶ οὖν τόπῳ, καὶ θαλάσσῃ Νικόλαε φύλαττε, ἐκ παντὸς κινδύνου, καὶ ἐπηρείας ἐναντίας, τοὺς τιμῶντας τὴν θείαν εἰκόνα σου.


Στερεὰς καὶ θαλάσσης, τοὺς κινδύνους σκεδάζεις Δέσποινα, ἅμα Νικολάῳ, σῷ θεράποντι πλοῖα ποντούμενα, διασώζεις ὅθεν, καὶ νῦν ἡμᾶς τῆς καταιγίδος, σὺν τῷ πλοίῳ διάσωσον τάχιστα.


Θεοτοκίον.


Ἱλασμὸς ἡμῖν κόρη, καὶ πταισμάτων λύτρωσις καὶ μέγα ἔλεος, ἀνεδείχθη πᾶσιν, ὁ Υἱὸς καὶ Θεός σου τοῖς πίστει σε, ἐπικαλουμένοις, διὸ ἐκ ζάλης θαλαττίου, ἡμᾶς σῶσον ὡς πάντα ἰσχύουσα.

ᾨδὴ ς´. Τὴν δέησιν ἐκχεῶ.


Προστάτην σε, ἱερὸν καὶ πρόμαχον, καὶ φρουρὸν ἐν πολυτρόποις κινδύνοις, θαυματουργέ, ὦ Νικόλαε μάκαρ, ἔχομεν πάντας διό σου δεόμεθα, κατεύνασον τὴν ταραχήν, καὶ λιμένα πρὸς εὔδιον ἴθυνον.


Κηρύττει σου, γῆ καὶ θάλασσα μάκαρ, τῶν θαυμάτων σου τὰ πλήθη ἃ πάλαι, καὶ νῦν τελεῖς καθεκάστην τοῖς πᾶσι, τοῖς προσκαλοῦσι τὸ θεῖόν σου ὄνομα, διάσωσον οὖν καὶ ἡμᾶς, ἐκ βυθοῦ ἀπωλείας Νικόλαε.


Ἐκύκλωσε, καταιγὶς ἡμῶν πλοῖον, καὶ κλυδώνιον θαλάσσης Παρθένε, ἀγριωπῶς, τῶν ἀνέμων ἡ βία, ἀλλὰ τῷ σῷ παναγίῳ ὀνόματι, καὶ κλήσει θεράποντας τοῦ σοῦ, Νικολάου ἡμᾶς διασώσατε.


Θεοτοκίον.


Ὅ ἔμψυχος, τοῦ Χριστοῦ παράδεισος, ἡ Ἐδὲμ ἡ τοῦ Ἀδὰμ τοῦ δευτέρου, ὁ φλογερὸς καὶ πυρίμορφος θρόνος, ὁ ὑψηλὸς οὐρανὸς Μητροπάρθενε, διάσωσον τῆς φοβερᾶς, τρικυμίας ἡμᾶς κινδυνεύοντας.


Διάσωσον, ἀπὸ κινδύνων τοὺς σοὺς ἱκέτας, ὦ Νικόλαε θεράπων Κυρίου, καὶ παντοίας ἐπιφορὰς τοὺς τιμῶντάς σε, ὡς ἕτοιμος βοηθὸς ἐν ἀνάγκαις.


Ἄχραντε, ἡ διὰ λόγου τὸν Λόγον ἀνερμηνεύτως, ἐπ’ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν τεκοῦσα, δυσώπησον ὡς ἔχουσα μητρικὴν παῤῥησίαν.

Κοντάκιον. Ἦχος β΄. Προστασία τῶν χριστιανῶν.


Προστασία τῶν σῶν ἱκετῶν ἀνεπαίσχυντε, μεσιτεία πρὸς Θεὸν καὶ ὀξεῖα ἀντίληψις, μὴ παρίδῃς ἁμαρτωλῶν προσφυγών σου φωνάς, ἀλλὰ πρόφθασον ὡς συμπαθής, καὶ ἐξελοῦ ἡμᾶς δεινῆς, ποντώσεως τρικυμίας χαλεπῆς, τάχυνον ἐν ἀνάγκαις, βοήθησον ἐν κινδύνοις, ὁ προστατεύων ἐν δεινοῖς ἱερότατε Νικόλαε.

Προκείμενον: Οἱ Ἱερεῖς σου Κύριε ἐνδύσονται δικαιοσύνην, καὶ οἱ Ὅσιοι σοῦ ἀγαλλιάσονται.


Στ.: Τίμιος ἐναντίον Κυρίου ὁ θάνατος τοῦ Ὁσίου Αὐτοῦ.

Εὐαγγέλιον κατὰ Ματθαῖον. Κεφ. ΙΔ´.


Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἀνέβη ὁ Ἰησοῦς εἰς τὸ ὄρος προσεύξασθαι· ὀψίας δὲ γενομένης μόνος ἧν ἐκεῖ. Τὸ δὲ πλοῖον ἤδη μέσον τῆς θαλάσσης ἧν βασανιζόμενον ὑπὸ τῶν κυμάτων, ἧν γὰρ ἐνάντιος ὁ ἄνεμος. Τετάρτῃ δὲ φυλακῇ τῆς νυκτός, ἦλθε πρὸς αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς περιπάτων ἐπὶ τῆς θαλάσσης. Καὶ ἰδόντες αὐτὸν οἱ μαθηταὶ ἐπὶ τὴν θάλασσαν περιπατούντα, ἐταράχθησαν λέγοντες, ὅτι φάντασμά ἐστι, καὶ ἀπὸ τοῦ φόβου ἔκραξαν. Εὐθέως δὲ ἐλάλησεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· θαρσεῖτε, ἐγώ εἰμι, μὴ φοβεῖσθε. Ἀποκριθεὶς δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος, εἶπε· Κύριε, εἰ σὺ εἶ, κέλευσόν με πρὸς σὲ ἐλθεὶν ἐπὶ τὰ ὕδατα. Ὁ δὲ εἶπεν· ἐλθέ. Καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ πλοίου ὁ Πέτρος, περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ ὕδατα, ἐλθεῖν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. Βλέπων δὲ τὸν ἄνεμον ἰσχυρόν, ἐφοβήθη, καὶ ἀρξάμενος καταποντίζεσθαι, ἔκραξε λέγων· Κύριε σῶσόν με. Εὐθέως δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐκτεῖνας τὴν χεῖρα, ἐπελάβετο αὐτοῦ, καὶ λέγει αὐτῷ· ὀλιγόπιστε! εἰς τὶ ἐδίστασας; Καὶ ἐμβάντων αὐτῶν εἰς τὸ πλοῖον, ἐπετίμησε τοῖς ἀνέμοις, καὶ τῇ θαλάσσῃ, καὶ ἐκόπασεν ὁ ἄνεμος, καὶ ἐγένετο γαλήνη μεγάλη. Καὶ ἐθαύμασαν οἱ ἄνθρωποι λέγοντες· ποταπός ἐστιν οὗτος, ὅτι καὶ οἱ ἄνεμοι καὶ ἡ θάλασσα ὑπακούουσιν αὐτῷ; Καὶ προσεκύνησαν αὐτῷ λέγοντες· ἀληθῶς Θεοῦ υἱὸς εἶ. Καὶ διαπεράσαντες ἦλθον, καὶ προσωρμίσθησαν εἰς τὴν γῆν Γεννησαρέτ.


Δόξα: Ταῖς τοῦ Ἱεράρχου...


Καὶ νῦν: Ταῖς τῆς Θεοτόκου...


Στ.: Ἐλεῆμον, Ἐλέησόν με ὁ Θεὸς... Ἰδιόμελον. Ἦχος πλ. β΄. Ὅλην ἀποθέμενοι.


Ἱεράρχα μέγιστε, καὶ λειτουργὲ τοῦ Κυρίου, θαυμαστὲ Νικόλαε, τῶν πιστῶν τὸ καύχημα, καὶ ἐντρύφημα, ἱερέων δόξα, μοναζόντων ἐγκαλλώπισμα, δικαίων πρόμαχε, καὶ τῶν ἐν θαλάσσῃ διάσωσμα, κινδύνου ἡμᾶς λύτρωσαι, τοὺς προσκαλουμένους σὸν ὄνομα, ζάλης τε καὶ τρικυμίας, δαιμόνων ἐπιθέσεως δεινῆς, καὶ σωτηρίας ἀξίωσον, τοὺς παρακαλοῦντάς σε.

ᾨδὴ ζ´. Παῖδες ἑβραίων ἐν καμίνῳ.


Σκέπη τῇ σῇ καὶ προστασίᾳ, καταφεύγομεν Νικόλαε τρισμάκαρ, τρικυμίας δεινῆς δεόμεθα ῥυσθῆναι, προφθάσας οὖν διάσωσον, ποντώσεως τὸ πλοῖον.


Ἵνα σε πόθῳ ἀνυμνοῦμεν, καὶ γεραίρομεν Νικόλαε τρισμάκαρ, τρυκυμίας δεινῆς, διάσωσον τὸ πλοῖον, καὶ ἐκ θανάτου λύτρωσαι, τοὺς πιστῶς σὲ προσκαλοῦντας.


Ὅλην ψυχῆς ἡμῶν ἐλπίδα, ἀνεθέμεθα πρὸς σὲ τὴν Θεοτόκον, ἅμα θείῳ ἡμῶν προστάτῃ Νικολάῳ, προφθάσαντες οὖν ῥύσατε, πνιγμονῆς ἡμῶν τὸ πλοῖον.

Θεοτοκίον.


Θεοτόκε Παρθένε ἡ τεκοῦσα, τὸν Σωτῆρα Χριστὸν διάσωσον σοὺς δούλους, ζάλης κλύδωνος θαλάσσης, νῦν φερομένης, καὶ εἰς λιμένα εὔδιον, ἡμᾶς εὔθυνον ἐν τάχει.

ᾨδὴ η΄. Τῶν ἐν ὄρει ἁγίῳ.

Νῦν τὰ ἄνω βασίλεια τρισμάκαρ, σὺν Ἀγγέλοις οἰκεῖς τὸν πάντων κτίστην, Θεὸν ὑμνῶν καὶ σῴζων τοὺς καλοῦντας, σάλου καὶ ζάλης Νικόλαε πάντας, ὡς εὐμενὴς προστάτης.

Ἐντρυφῶντες θαυμάτων σου τὰ πλήθη, ἅπερ βρύει ὁ θεῖος χαρακτήρ σου, εὐχαριστίοις ὕμνοις σε γεραίρομεν, ζάλης λυτρωθέντες, Νικόλαε παμμάκαρ.

Εὐλογοῦμεν Πατέρα, Υἱὸν καὶ Ἅγιον Πνεῦμα.

Ἐκ παντοίων δεινῶν ἐπερχομένων, Θεοτόκε σὺν θείῳ Νικολάῳ, καὶ τρικυμίας ζάλης καὶ ποντώσεως, ῥύσατε τοὺς μέλποντας, καὶ ὑμνολογοῦντας, Χριστὸν εἰς τοὺς αἰῶνας.

Θεοτοκίον.

Ἀνωτέραν ἁπάντων ποιημάτων, ὁ τῶν πάντων Θεός τε καὶ Δεσπότης, σὲ ὡς αὐτοῦ Μητέρα σεμνὴ ἔδειξεν, ὅθεν διασῴζεις, πλοῖα ἀπὸ ζάλης, προσφύγων σου Παρθένε.

ᾨδὴ θ΄. Ἐξέστη ἐπὶ τούτῳ.


Λαμπρὸς καὶ παμφαής σου ὁ χαρακτήρ, τῆς εἰκόνος Νικόλαε μέγιστε, πέλει καὶ γάρ, Κύριον δοξάσας ὡς ἀληθῶς, αὐτὸς σὲ ἀντεδόξασε, χάριν δεδωκώς σοι, σῴζειν πικράς, θαλάσσης τρικυμίας, τοῖς πόθῳ σὲ καλοῦσι, καὶ αἰτουμένοις σὴν ἀντίληψιν.


Παράσχου τοῖς τιμῶσί σε εὐλαβῶς, παμμακάριστε μάκαρ Νικόλαε, λύσιν παθῶν, καὶ πταισμάτων ἄφεσιν ταῖς λιταῖς, καὶ τρικυμίας λύτρωσαι, θαλάσσης πνιγμού τε τοῦ χαλεποῦ, ὅπως σε κατὰ χρέος, δοξάζομεν ἀπαύστως, τὸν ἐπαξίως σε δοξάσαντα.

Οὔκ ἐστιν ὅστις πέφευγε πρὸς τὴν σήν, προστασίαν Νικόλαε πώποτε, καὶ οὗ τῆς σῆς, ἀπήλαυσε τάχιστα ἀρωγῆς, διὸ καὶ νῦν διάσωσον, πλοῖον χειμαζόμενον ἐκ βυθοῦ, θαλάσσης κυμαινούσης, ὅπως σὲ ἐπαξίως, τὴν σὴν ἀντίληψιν γεραίρομεν.

Θεοτοκίον.

Φωνὰς τῶν ἱκετῶν σου ὡς ἀγαθή, μὴ παρίδῃς πανάμωμε Δέσποινα ἀλλ’ εὐμενῶς, πρόσδεξαι καὶ λύτρωσαι ἐκ δεινῆς, τὸ πλοῖον τρικυμίας νῦν, καὶ τοῦ ναυαγίου τοῦ χαλεποῦ, καὶ ἴθυνον πρὸς ὅρμον, λιμένος σωτηρίου, ὅπως ἀεὶ σὲ μακαρίζομεν.

Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς...

Σκέπε φρουρεῖ φύλαττε ἱερέ, Νικόλαε μάκαρ, τοὺς καλοῦντάς σε εὐλαβῶς· καὶ ῥῦσαι κινδύνου, καὶ πνιγμονῆς τὸ πλοῖον, ποντούμενον ἐκ ζάλης, προφθάσας τάχιστα.

Ἔχων παῤῥησίαν πρὸς τὸν Θεόν, τῶν σοι προστρεχόντων, τὰ αἰτήματα ἐκπληροίς· τὰ πρὸς σωτηρίαν, διὸ χειμαζόμενους, διάσωσον κινδύνου μάκαρ Νικόλαε.

Μέγιστος ὑπάρχεις ἡμῶν φρουρός, φύλαξ καὶ προστάτης, ἀντιλήπτωρ καὶ βοηθός, σώστης τρικυμίας, Νικόλαε τρισμάκαρ, διό σε κατὰ χρέος ὕμνοις γεραίρομεν.

Ταῖς θεοφεγγέσι μαρμαρυγαῖς, ἐκλελαμπρυσμένος, καὶ θαυμάτων ταῖς ἀστραπαῖς, πάντας καταυγάζων, Νικόλαε παμμάκαρ, σῶσον ἡμᾶς κινδύνου, ζάλης καὶ κλύδωνος.

Ὡς νειλῷα ῥεῖθρα οὕτω τὰ σά, πλήθη τῶν θαυμάτων τοὺς προστρέχοντας εὐλαβῶς, θείῳ σοῦ τεμένει, ποτίζουσιν ἀφθόνως, καὶ σῴζεις ναυαγίου πλοῖα Νικόλαε.

Δέχου τὰς αἰτήσεις Παμβασιλεῦ, τοῦ θεράποντός σου, Νικολάου τοῦ θαυμαστοῦ, καὶ ἡμᾶς κινδύνου, θαλάσσης καὶ τὸ πλοῖον, διάσωσον ἐν τάχει, πικρὰς ποντώσεως


Πᾶσαι τῶν Ἀγγέλων αἱ στρατιαί...

Τὸ τρισάγιον καὶ τὰ τροπάρια. Ἐλέησον ἡμᾶς Κύριε... κλπ. Εἰς τὸν ἀσπασμόν. Ἦχος β΄. Πάντων προστατεύεις.

Πάντες οἱ ἐν ζάλαις χαλεπαῖς, καὶ κινδύνοις ἄλλοις παντοίοις, δεινῶς θλιβόμενοι, ἔνθα τὰ θαυμάσια, τοῦ ἱεράρχου πατρός, Νικολάου ἐκβλύζουσιν, ὡς ῥεῖθρα νειλῷα, σπεύδοντες προφθάσωμεν γονυκλιτῶς ἐν κλαυθμῷ, ῥῦσαι ἐκ κινδύνων βοῶντες, ζάλης τρικυμίας θαλάσσης, καὶ πνιγμοῦ τὸ πλοῖον καὶ τοὺς δούλους σου.

Θεοτοκίον.

Πάντας ἡμᾶς οἴκτειρον ἁγνή, τοὺς προσκαλουμένους σὲ πόθῳ, καὶ αἰτουμένους θερμῶς, καὶ τὴν σὴν ἀντίληψιν ἐπιζητοῦντας πιστῶς, καὶ τὴν ζάλην κατεύνασον, θαλάσσης καὶ σάλου, πάντας καὶ διάσωσον ἐκ ναυαγίου πικροῦ, ῥύσαι πνιγμονῆς καὶ κινδύνου, πλοῖον καὶ ἡμᾶς Παναγία, σὲ γὰρ μόνην πρόμαχον κεκτήμεθα

Δέσποινα πρόσδεξαι, τὰς δεήσεις τῶν δούλων σοῦ, καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς, ἀπὸ πάσης ἀνάγκης καὶ θλίψεως.

Καὶ ἀπόλυσις

Σημείωση1: Πηγή όπου θα βρίσκεται ο παρών παρακλητικός κανών του Αγίου Νικολάου καθώς και χαιρετισμοί του Αγίου απο την Ι.Μ Γρηγορίου Αγίου Όρους: http://voutsinasilias.blogspot.com/2009/11/6.html

Σημείωση2: Παρακλητικός Αγίων Νικολάου και Γρηγορίου (κτητορος της Ι.Μ Γρηγορίου Αγίου Όρους):http://voutsinasilias.blogspot.com/2009/11/6_30.html
Απάντηση

Επιστροφή στο “Παρακλητικοί Κανόνες-Ακολουθίες”