Βίβλος και Επιστήμη

Ερωτήματα περί της Αγίας Γραφής

Συντονιστής: Συντονιστές

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
ψυχουλα
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 2324
Εγγραφή: Σάβ Δεκ 06, 2008 11:36 am
Τοποθεσία: Αθήνα

Βίβλος και Επιστήμη

Δημοσίευση από ψυχουλα »

Ο άνθρωπος, ως ον σκεπτόμενο, παρατηρεί τον γύρω του κόσμο και δέχεται ερεθίσματα από το περιβάλλον του. Όμως, δεν αρκείται στην παρατήρηση. Κατατάσσει τις εντυπώσεις. Σχηματίζει συγκροτημένες έννοιες και ενότητες εννοιών. Η συλλογιστική του ικανότητα τον ωθεί να διατυπώνει νόμους, περιγραφικούς των πραγμάτων που υποπίπτουν στην αντίληψή του, καθώς και των μεταβολών που ο συντελεστής χρόνος επιφέρει στα παρατηρούμενα. Ακόμη, επιδιώκει να εξηγήσει τα φαινόμενα αναζητώντας τα βαθύτερα αίτιά τους. Την τάση αυτή του ανθρώπου τη διαπιστώνουμε από το πρώτο κιόλας βιβλίο της Αγίας Γραφής. Εκεί βλέπουμε τον γενάρχη μας να λαμβάνει συνείδηση της ποικιλομορφίας του ζωικού κόσμου: «Έπλασε δε Κύριος ο Θεός εκ της γης πάντα τα ζώα του αγρού και πάντα τα πετεινά του ουρανού, και έφερε αυτά προς τον Αδάμ, δια να ιδή πως να ονομάσει αυτά και ό,τι όνομα ήθελε δώσει ο Αδάμ εις παν έμψυχον, τούτο να είναι το όνομα αυτού». Πρώτος ζωολόγος ο Αδάμ, πρώτος Λινναίος που κατονομάζει τα ζώα.

Ο Κόσμος, που απλώνεται γύρω μας, παίρνει μορφή και τάξη μέσα στη συνείδησή μας, καθώς τον αντικρύζουμε. Η Δημιουργία μπορεί να χαρακτηριστεί σαν το Βιβλίο των Έργων του Θεού, που ανοίγεται μπρος μας. Στην έρευνά του, ο άνθρωπος προχωρεί με βήμα άλλοτε ταχύτερο και άλλοτε πιο βραδύ. Όμως, οι εμπειρίες της κάθε γενιάς προστίθενται στις επόμενες γενιές. Τούτο είναι ένα ειδικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης μοναδικότητας. Κανένα ζώο, εκτός ίσως εξαιρέσεων, δεν μεταδίδει στους απογόνους του, γνώσεις που απέκτησε κατά τη διάρκεια του βίου του. Κάθε γενιά των ζώων ξεκινάει εξ αρχής, με το ένστικτο και την έμφυτη ικανότητα προσαρμογής. Αναφερθήκαμε σε πιθανές εξαιρέσεις που όμως αδυνατούν ν' αναιρέσουν τον κανόνα - επειδή οι φυσιοδίφες ερευνούν ενδεχόμενες ειδικές περιπτώσεις. Ας σημειώσουμε, ότι σχετικές σκέψεις έχουν διατυπωθεί γύρω από το κελάηδημα των ωδικών πουλιών.

Ας γυρίσουμε στον άνθρωπο. Όλη αυτή η συσσωρευμένη γνώση, μπορεί να λεχθεί, ότι απαρτίζει την Επιστήμη κάθε εποχής. Εδώ τον όρο «Επιστήμη» τον φέρνουμε με το ευρύτερο περιεχόμενό του. Η παρατήρηση, που συγκεντρώνεται μέσα στους αιώνες, κατατάσσεται αναγκαστικά σε τομείς και έχουμε: Φυσική, Χημεία, Αστρονομία, Γεωγραφία, Γεωλογία, Ανθρωπολογία, Θρησκειολογία, Φιλοσοφία και τόσα άλλα.
Τα αναφέρουμε όλα τούτα, επειδή συνολικά αποτελούν ένα ενιαίο συγκρότημα, την Ανθρώπινη Γνώση, που έχει πηγή τον Κόσμο, τον εσωτερικό και τον εξωτερικό, δηλ. την κατανόηση του ανθρώπου και γενικά της Φύσεως. Αλλά, και η σοφία αυτή Θεού δωρεά είναι και, όπως ο Ιώβ μάς λέει (39/56), αυτός είναι που «έβαλε σοφίαν εντός του ανθρώπου». Έτσι εμβαθύνουμε στην κατανόηση της συστάσεως της Δημιουργίας, της μακρινής και της κοντινής, της γης αλλά και των ουρανίων σωμάτων.

Η πνευματική εμπειρία μάς οδηγεί επιπρόσθετα να ιδούμε ότι υπάρχει και άλλη γνώση, η υπερβατική. Η Φιλοσοφία μπορεί να φέρει μόνο ως την θύρα της, δηλαδή είναι σε θέση να διακρίνει τα όρια της ανθρώπινης Λογικής, όχι όμως και να δείξει πέραν αυτής. Για την υπερέχουσα αυτή γνώση, γράφει ο απόστολος των εθνών(1 Κορ 2/6): «Σοφίαν δε λαλούμεν εν τοις τελείοις, σοφίαν δε ου του αιώνος τούτου... αλλά λαλούμεν σοφίαν Θεού εν μυστηρίω, την αποκεκαλυμμένην».
Έχουμε δηλαδή και τις υπερβατικές γνώσεις της αποκαλύψεως. Την θεία αποκάλυψη δεν μπορεί όμως να τη δεχθεί ο καθένας. Απαιτείται επιθυμία της καρδιάς, ειλικρινής εκζήτηση τέτοια που να διευρύνει τη δεκτικότητα για μια Αλήθεια υπερκόσμια. Είναι αυτοί, για τους οποίους ο ευαγγελιστής Λουκάς (κεφ. 8) λέει ότι ο σπόρος «έπεσεν εις την γην την αγαθήν» και εφύτρωσε και απέδωσε εκατό φορές περισσότερο καρπό, και καταλήγει με τους ευαγγελικούς επίσης λόγους «ο έχων ώτα ακούειν, ακουέτω».

Όπως έχει λεχθεί, «ο άνθρωπος είναι μια ενότης εντεταγμένη αφενός εις το πλέγμα της φυσικής πραγματικότητας, αλλά και δυναμένη να υπερβαίνει την υλική φύση... Αφού δεν είναι μόνο ύλη, αλλά και πνεύμα, και ελευθερία, δεν εγκλείεται σ' έναν κόσμο ομοιόμορφον, επίπεδον και μονοδιάστατον».
Έτσι μπορούμε να δεχτούμε ότι επηρεάζεται από δύο πηγές γνώσης: Την Παρατήρηση και την Αποκάλυψη. Με την πρώτη διαμορφώνεται η Επιστήμη, ενώ η Δεύτερη κατά την χριστιανική αντίληψη είναι η Αγία Γραφή.

Διερευνώντας λοιπόν τον Κόσμο, από την επιστημονική Εμπειρία και από τη Βίβλο, ευνόητο είναι να διερωτηθούμε κατά πόσον οι δύο τούτοι δρόμοι φέρνουν στο ίδιο αποτέλεσμα. Μ' άλλα λόγια, βλέπουμε να συμπορεύονται η Βίβλος και η Επιστημονική Θεώρηση;

Αναφερόμενοι όμως στην Επιστήμη, ποια Επιστήμη πρέπει να έχουμε υπόψη; Μήπως τη σημερινή του Κ' αιώνα; Είναι γεγονός ότι η έρευνα ακατάπαυστα εξελίσσει τα επιστημονικά δεδομένα. Όλο και προσθέτει νέες γνώσεις και ιδέες, ενώ σύγχρονα αλλοιώνει ή απορρίπτει παλαιότερες θέσεις της.
Γι' αυτό δεν επιχειρούμε να ελέγξουμε τη συμφωνία ή μη, προς τις Γραφές, της σημερινής Επιστήμης αλλά να κοιτάξουμε, κατά πόσο η Επιστημονική Σκέψη οδηγεί στην εναρμόνισή της προς τις Άγιες Γραφές ή όχι.
Φανερό, ότι το ίδιο αντικείμενο, εξεταζόμενο από άλλη σκοπιά, είναι πιθανόν να δώσει διαφορετικές εντυπώσεις. Ερευνητέο, κατά πόσον αυτές οι εντυπώσεις έχουν την τάση να φέρουν σε σύνθεση ενιαία ή τείνουν ν' απομακρυνθούν μεταξύ τους.
Αν και η καθαρή επιστημονική διερεύνηση ορισμένου πράγματος, αν γίνεται από άλλη - επιστημονική πάντα οδό - ενδέχεται να οδηγήσει σε αδιέξοδο. Π.χ. σχετικά με το ηλεκτρόνιο, η ηλεκτρόλυση, η ραδιενέργεια κ.ά. φαινόμενα μας αναγκάζουν να το εκλάβουμε σαν σωμάτιο, ενώ η περίθλαση, η συμβολή κλπ μας κάνουν να το θεωρήσουμε σαν κύμα. Έτσι, οι φυσικοί αναγκάστηκαν να μιλούν για «διπλή φύση του ηλεκτρονίου», ή μάλλον για διπλή συμπεριφορά του. Δεν δικαιούμαστε όμως να ισχυρισθούμε ότι η μια σειρά παρατηρήσεων και συλλογισμών είναι αναξιόπιστη.
Κάτι ανάλογο θα μπορούσαμε να πούμε και για τη Βίβλο, αν θελήσουμε να την προσεγγίσουμε με τον τρόπο που προσεγγίζουμε τα φυσικά φαινόμενα, επειδή η αλήθεια της έχει εσωτερικές πρώτιστα αποδείξεις, καθώς εξάλλου σημειώνει και η προς Εβραίους Επιστολή (11/1) «Έστι δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων... Πίστει νοούμεν κατηρτίσθαι τους αιώνας ρήματι Θεού, ως μη εκ φαινομένων τα βλεπόμενα γεγονέναι».
Δεν πρέπει, λοιπόν, να μας φοβίζουν οι τυχόν παρατηρούμενες διαφορές που, σύμφωνα με τα παραπάνω, δεν πρέπει να εκληφθούν σαν πραγματικές, αλλά φαινομενικές σοβαρότατη δε προς τούτο ένδειξη είναι και το ότι συνεχώς βαίνουν ελαττούμενες.
Ας παρακολουθήσουμε μερικές συγκεκριμένες περιπτώσεις, μερικές από τις οποίες και άλλοτε κατά διαφόρους τρόπους μας έχουν απασχολήσει.

1. Κατά τον 1ο περίπου π.Χ. αιώνα, ο Ιώβ γράφει (26/17). «Κρεμάζων την γην επί ουδενός», εδώ ο βιβλικός συγγραφέας βλέπει, κατά προφητική όραση, τη Γη σαν ουράνιο σώμα, πράγμα τέλεια άγνωστο στον καιρό του.
Αλλού πάλι ο ίδιος χρησιμοποιεί τον όρο «γη», σύμφωνα με το γενικό περιεχόμενο που του έδιναν, δηλαδή σαν ένα επίπεδο μάλλον κατασκεύασμα μιας περιορισμένης κάπως υποστάσεως, που αποτελούσε τον Κόσμο. Αλλά και εδώ η προφητική όραση του συγγραφέα συλλαμβάνει το γεγονός ότι τούτο το κατασκεύασμα, η γη, επικάθηται πάνω σε κάτι άλλο, άγνωστο τότε, και που σήμερα ξέρουμε ότι είναι ο πλανήτης και γράφει ο Ιώβ (38/4): «Πού ήσο ότε εθεμελίωνον την γην;». Ο Αναξίμανδρος κ.ά., είχαν διατυπώσει θεωρία περί του μεμονωμένου της Γης. Τούτο όμως σαν επιστημονική γνώση δεν είχε εδραιωθεί. Φθάσαμε στο τέλος του ΙΕ' μ.Χ. αι. και ακόμα οι σοφοί συζητούσαν για το σχήμα της Γης. Αμφέβαλλαν αν ήταν δυνατόν να την περιτριγυρίσουν, δηλαδή δεν ήσαν ακόμη βέβαιοι για την τέλεια απομόνωσή της. Το συμβούλιο που είχε ορισθεί να εξετάσει την πρόταση του Κολόμβου, να πλεύσει από τα δυτικά προς τις Ινδίες, 10 χρόνια συζητούσε, για να τον εφοδιάσει με τα αναγκαία μέσα.
Οι ιεροί συγγραφείς της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης δεν ήσαν παντογνώστες ήξεραν και αυτοί μόνον ό,τι και οι άλλοι άνθρωποι της εποχής τους. Όμως, όταν συνέγραφαν τα ιερά βιβλία, θεόπνευστα καθοδηγούνταν, ώστε να μη καταχωρούν τις εσφαλμένες γνώσεις της εποχής. Σχετικά, ο απόστολος Πέτρος, στη 2η Επιστολή του (1/21) γράφει: «Υπό Πνεύματος Αγίου φερόμενοι ελάλησαν άγιοι Θεού άνθρωποι».

2. Αν κάτι από όσα παραδέχονταν δεν ήταν σωστό, συνεκρατείτο από Θεού ο συγγραφέας και δεν το περιελάμβανε στο γραπτό του. Έτσι, οι Εβραίοι, όπως και οι Έλληνες της Αρχαιότητας, δεν είχαν εξερευνήσει τις βόρειες χώρες και δεν γνώριζαν τα ζώα που τις κατοικούσαν. Πληροφορίες θα είχαν μόνο από αφηγήσεις. Με τον τρόπο αυτόν, ο Ηρόδοτος, από ανακριβείς προφανώς πληροφορίες, γράφει, ότι στον βορρά τα ζώα δεν έχουν κέρατα, και αποδίδει τούτο στο κρύο: «Εν δε τοίσοι ισχυροίσοι ψύχεσι... ου φύει κέρεα τα κτήνεα». Τούτο όμως, όπως τώρα γνωρίζουμε, δεν είναι σωστό, παράδειγμα ο τάρανδος. Πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη σημασία, ότι οι λανθασμένες πληροφορίες - και μάλιστα με τέτοια βεβαιότητα δεν πέρασαν στις Γραφές.

3. Μήπως κατά τον Μεσαίωνα, και μέχρι τον περασμένο αιώνα, δεν ήταν πιστευτό, ότι τα κατώτερα ζώα γεννιόνται ή από το χώμα ή από το αλεύρι ή από κουρέλια κλπ; Όμως, στη Γένεση, απερίφραστα διδάσκεται ότι ο πολλαπλασιασμός του έμβιου κόσμου, των ζώων δηλ. και των φυτών, θα επιτελείτο από αυτά τα ίδια και όχι από την άβιο ύλη: «Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε και γεμίσατε τα ύδατα εν ταις θαλάσσαις και τα πετεινά ας πληθύνωνται επί της γης». Η ίδια ευλογία δίνεται και στον άνθρωπο, ο οποίος επίσης δεν αναπαράγεται από τη νεκρή ύλη. Μόνο μετά τις περίφημες εργασίες του Pasteur απορρίφθηκε η θεωρία της αυτομάτου γενέσεως.

4. Μερικοί υποστήριξαν, ότι η Αγία Γραφή κακώς εμφανίζει τον Ήλιο να γίνεται μετά από τη Γη. Όμως, στα σχετικά χωρία της Γένεσης, πρέπει να δούμε την έννοια, ότι ,οι φωστήρες ετέθησαν τότε για να φέγγουν τη Γη και να χωρίζουν την ημέρα από τη νύχτα, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι δεν υπήρχαν και πριν αρχίσουν να διακρίνονται στον ουράνιο θόλο, τότε ακόμα που τα πυκνά νέφη των παλαιών γεωλογικών περιόδων κάλυπταν τον πλανήτη.
Ο αστρονόμος Στόνερ (Stoner), σε μια μελέτη του σχετική με την Αστρονομία και τη Γένεση γράφει, ότι, μια προσεκτική μελέτη των πλέον εδραιωμένων αστρονομικών κατευθύνσεων, αποκαλύπτει καταπληκτική συμφωνία με τη σκιαγράφηση των απαρχών, που στηρίζεται στο πρώτο κεφάλαιο της Γενέσεως.
Η συμφωνία αυτή - λέει - δεν υπήρχε πάντοτε. Πριν από μερικά χρόνια, η Αστρονομία και η περιγραφή της Δημιουργίας, όπως αυτή μνημονεύεται στη Βίβλο, διέφεραν σε πολλά σημεία. Όμως, χρόνο με το χρόνο έγιναν στην Επιστήμη πρόοδοι που είχαν για αποτέλεσμα μια εξελισσόμενη συμφωνία ανάμεσα στην Αστρονομία και τη Γένεση. Κατά την τελευταία γενιά που πέρασε, δεν βρίσκεται κανένα παράδειγμα που κάπου η Αστρονομία να είχε συμφωνήσει με τη Γένεση και αργότερα η συμφωνία αυτή να ανατράπηκε. Αντίθετα, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις, που μεταγενέστερες εξελίξεις κατά πολύ σταθεροποίησαν παλαιότερες ασθενώς στηριζόμενες συμφωνίες.

Και ναι μεν η Βίβλος, υπό θεία εποπτεία, στέκεται μέσα στην επιστημονική αλήθεια, όμως αποστολή έχει να φέρει τις πνευματικές αλήθειες, και γι' αυτές τις αλήθειες κάνει αποκάλυψη. Για ό,τι αφορά τη σωτηρία και την πνευματική οικοδομή, δεν αφήνει ασάφειες. Τα επιστημονικά θέματα τα ωθεί τόσο, όσο απαιτείται για να καταδείξει τη σοφία, την παντοδυναμία, την αγαθοσύνη και την πρόνοια του Θεού. Η επιστημονική αλήθεια επαληθεύεται από τις Γραφές, αλλά αυτές δεν παρέχουν τα αντικειμενικά και αποδεικτικά προς τούτο στοιχεία.

5. Μια άλλη αμφιβολία, που λογικό θα ήταν να ταράξει τη σκέψη του ερευνητού ανθρώπου, είναι και η σειρά με την οποία αναφέρεται στο βιβλίο της Γενέσεως η εμφάνιση των διαφόρων μορφών της ζωής. Η βιβλική περιγραφή μάς παρουσιάζει πρώτα την ανάπτυξη των φυτών και έπειτα των ζώων. Μήπως όμως δεν ήταν έτσι; Μήπως υπήρξε κάπως ζωηρή η φαντασία του συγγραφέα, μια και οι επιστημονικές γνώσεις ήσαν πολύ πτωχές στα αρχαία χρόνια; Πώς ήταν δυνατό να ξέρει λεπτομερειακά γεγονότα, που εξελίχθηκαν όχι μόνο προτού αυτός γεννηθεί, αλλά πριν ακόμα και από την εμφάνιση του ανθρώπου;
Η απορία αυτή ίσως είχε κάποτε τη θέση της, όταν ακόμα δεν είχε επαρκώς αναπτυχθεί η επιστήμη της Χημείας. Σήμερα δεν έχουμε πια καμιά περί αυτού αμφιβολία. Τώρα ξέρουμε, ότι ένα σημαντικότατο συστατικό του σώματος των εμβίων όντων - ζώων και φυτών είναι το Άζωτο. Το χημικό αυτό στοιχείο τα ζώα αδυνατούν να το παραλάβουν από την ατμόσφαιρα όπου περιέχεται άφθονο. Ορισμένα όμως φυτά το μπορούν και το μεταβιβάζουν στα ζώα, όταν τα ζώα τρώνε τα φυτά και έτσι μεταβιβάζεται στο ζωικό βασίλειο.

Κατά συνέπεια, μ' όλο που οι ιεροί συγγραφείς δεν ήξεραν Χημεία, όμως θεόπνευστα καθοδηγούνταν. σε χώρους πέρα από τις γνώσεις της εποχής.

Σχετικά μ' όσα αμέσως παραπάνω σημειώσαμε, παρατηρούμε ότι η Βίβλος μας λέει ότι την Τρίτη Κοσμογονική Ημέρα κάνουν την εμφάνισή τους τα ζώα. Μετά από αιώνες η Επιστήμη ήρθε να αιτιολογήσει το γεγονός. Ο κόσμος που μας περιβάλλει δεν είναι βουβός. Η Φύση μάς μιλάει με τη μυστική φωνή των άστρων, του ήλιου, των φυτών, των ζώων. Όπως έχει λεχθεί «σήμερα υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό συμφωνίας ότι το ρεύμα της γνώσεως κατευθύνεται προς μια μη μηχανική πραγματικότητα. Ο νους δεν φαίνεται πια σαν τυχαίος παρείσακτος στο βασίλειο της ύλης αρχίζουμε να υποπτευόμαστε ότι θα έπρεπε μάλλον να τον χαιρετίσουμε σαν τον δημιουργό και τον κυβερνήτη του βασιλείου της ύλης» (J. Jeans).
Μπορεί πολλές παλαιότερες λαθεμένες δοξασίες να κατέρρευσαν, όμως, σήμερα εξακολουθούν να υφίστανται αντιθέσεις μεταξύ Επιστήμης και Βίβλου;
Η πρόοδος της Επιστήμης οδήγησε και οδηγεί στη διάλυση πολλών από τις φαινομενικές ασυμφωνίες. Είναι φανερό ότι «επί μέρους γνωρίζομεν», και συνεχώς εισερχόμαστε όλο και βαθύτερα στο μυστήριο της Δημιουργίας, διαπιστώνοντας όλο και περισσότερα από τα θαύματά της.

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΒΙΒΛΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ

Όπως και πιο πάνω έχουμε επισημάνει, παρατηρώντας τη Φύση που μας περιβάλλει, ενδέχεται να παρανοήσουμε μερικές από τις διεργασίες της, σε σημείο που να βλέπουμε αντιθέσεις της πραγματικότητας σχετικά με την Αγία Γραφή. Αλλά, και τα βιβλικά κείμενα πολύ πιθανόν τα έχουμε παρανοήσει. Όμως, η πρόοδος τόσο της επιστημονικής έρευνας όσο και της ερμηνευτικής συνεχώς διαλύουν τις αντιθέσεις, δείχνοντας ότι αυτές δεν είναι ουσιαστικές αλλά φαινομενικές, και απαιτείται μεγάλη προσοχή στον παραλληλισμό επιστημονικών και βιβλικών πηγών: Μερικές ειδικές περιπτώσεις:

1. Ο Ψαλμός 115 διακηρύσσει, ότι «οι ουρανοί των ουρανών είναι του Κυρίου την δε γην έδωκεν εις τους υιούς των ανθρώπων». Μα, για να είναι η Γη κατοικήσιμη, απαιτούνται πάρα πολλές προϋποθέσεις, αλλά, μέχρι πριν από λίγες δεκαπενταετίες, οι άνθρωποι υπέθεταν ότι τούτο είναι απλό και είχαν την πεποίθηση ότι και στους άλλους πλανήτες θα υπήρχαν βέβαια συνθήκες για την ανάπτυξη ζωής, ίσως δε και πολιτισμών. Όμως, στις μέρες μας στον απίθανο αυτόν Αιώνα του Διαστήματος, τον διαστημικό χώρο διατρέχουν πλήθος από διαστημόπλοια. Μερικά από αυτό μας έχουν στείλει φωτογραφίες εξαιρετικού ενδιαφέροντος, της Γης και άλλων πλανητών. Οι φωτογραφίες αυτές κατέδειξαν ότι, πραγματικά, η Γη είναι κάτι ξεχωριστό μέσα στον ουράνιο χώρο που εξερευνήθηκε, δεν είναι δε κατοικήσιμοι οι άλλοι πλανήτες. Όλα τα έξω της Γης ουράνια σώματα του ηλιακού μας συστήματος φαίνονται σε αποχρώσεις κοκκινωπές ή περίπου. Όμως, ανάμεσα σε όλα αυτά ξεχωρίζει μια εντελώς εξαιρετική παρουσία, σαν πολύτιμο πετράδι, μοναδικό σε ομορφιά και χρώμα. Μια σφαίρα γαλάζια, έτσι έβλεπαν οι αστροναύτες από μακριά τη Γη. Ο ωραίος αυτός ιδιαίτερος χρωματισμός της οφείλεται στην ατμόσφαιρά της, την πλούσια σε οξυγόνο, που επέτρεψε την ανάπτυξη της ζωής που γνωρίζουμε.
Μέσα σ' αυτή την ατμόσφαιρα, επί μακρότατες εποχές έζησαν οι απόγονοι του Αδάμ, χωρίς να φαντάζονται όλες τις ευεργεσίες που αυτή παρέχει, ώστε η Γη να μπορεί να κατοικηθεί. Ήταν βέβαια πάντα γνωστό, ότι η ατμόσφαιρα μας επιτρέπει την αναπνοή. Αργότερα όμως έγινε φανερό ότι αποτελεί ασπίδα αέρινη, αλλά αποτελεσματική, που προστατεύει τη ζωή από τις θανατηφόρες ηλιακές ακτινοβολίες. Επιπλέον, τα ηλεκτρικώς φορτισμένα σωματίδια του Ηλίου, που μόνιμα και επικίνδυνα επιτίθενται στον πλανήτη μας, εξουδετερώνονται - όπως ήδη είναι γνωστό - από το γήινο μαγνητικό πεδίο.
Η πρόοδος της Επιστήμης σχίζει σε πολλές μεριές το πέπλο του μυστηρίου της Δημιουργίας και παρουσιάζει τα θαυμαστά έργα και τις προθέσεις του Θεού, τον Οποίο η Βίβλος μας αποκαλύπτει.

2. Ένα άλλο αξιοπρόσεκτο φαινόμενο είναι τα ορτύκια που ήρθαν και σωριάστηκαν μπρος στους Ισραηλίτες στην έρημο, κατά την έξοδό τους από την Αίγυπτο και ακόμα γιατί δηλητηριάστηκαν όσοι έσπευσαν να φάνε αμέσως από αυτά. Μα, το βιβλίο των Αριθμών γράφει ότι «εξήλθεν άνεμος παρά Κυρίου και έφερεν ορτύκια από της θαλάσσης». Συνεπώς τα αποδημητικά αυτά πουλιά έπεσαν πάνω στην πρώτη στεριά που συνάντησαν καταεξαντλημένα, επειδή είχαν πολεμήσει με τον άνεμο, χωρίς να έχουν πού να πατήσουν, επειδή ταξίδευαν πάνω από θάλασσα και δεν είναι θαλασσοπούλια.
Φανερό ότι πρόκειται για το μεγάλο ταξίδι τους συνεχούς πτήσεως, από την Κρήτη στην Αίγυπτο, δηλ. πάνω από θάλασσα που δεν έχει ούτε ένα νησί, ούτε ένα βράχο που να ξεπροβάλλει πάνω από τα νερά. Αλλά, η μεγάλη κούραση που τα έριξε στη διάθεση των Ισραηλιτών, ήταν αιτία να αναπτυχθούν σε εξαιρετικά μεγάλη ποσότητα, μέσα στο σώμα τους, δηλητηριώδες καματοτοξίνες, πράγμα που δικαιολογεί τις δυσάρεστες συνέπειες για όσους έσπευσαν να φάνε αμέσως από αυτά.

3. Το βιβλίο του Ιωνά γνώρισε δριμύτατη κριτική. Αμφισβητήθηκε ακόμα και η ιστορικότητα του προσώπου του. Θεωρήθηκαν μυθώδη τα όσα σ' αυτό εξιστορούνται, όπως το κήτος, η ιλιγγιώδης αύξηση της λεγόμενης «κολοκύνθης» , η άμεση μεταστροφή των Νινευϊτών.
Και πρώτα, η «κολοκύνθη»: Πώς αύξησε έτσι γρήγορα; Δεν πρέπει να θεωρούμε απαραίτητο, η «κολοκύνθη» του αρχαίου συγγραφέα να ήταν το φυτό που σήμερα λέμε κολοκυθιά. (Μήπως οι αρχαίοι Έλληνες, «μήλα» δεν έλεγαν τα πορτοκάλια και άλλους καρπούς οπωροφόρων δέντρων;). Οπωσδήποτε, το ότι απότομα ξεράθηκε, δεν δημιουργεί πρόβλημα. Εξάλλου, η απάντηση περιέχεται στο βιβλικό κείμενο, όπου διαβάζουμε, ότι σκουλήκι «επάταξεν την κολοκύνθην, και εξηράνθη». Αλλά, και γενικά, η επιστήμη βεβαιώνει, ότι και ασυνήθιστα φαινόμενα συμβαίνουν στη Φύση, αφού αναφέρονται άνθρωποι ύψους 2,72 μ. (Guinness Record Book, 1985).
Είπαν ακόμη, ότι αδύνατο ένα κήτος να καταπιεί άνθρωπο, επειδή τα κήτη έχουν στενό φάρυγγα. (Σημειωτέο, ότι κατά τους αρχαίους συγγραφείς, και σήμερα λαϊκά, σαν κήτος χαρακτηρίζεται κάθε μεγάλο ψάρι). Πάντως υπάρχουν μεγάλα είδη καρχαρία που, όταν πεινάνε, μπορούν να καταπιούν αμάσητη τη λεία τους.

Βέβαια, για τους πιστεύοντες στη θεοπνευστία της Βίβλου, δεν αμφισβητείται η γνησιότητα του προσώπου του Ιωνά, αφού μάλιστα δηλώνεται σ' αυτήν: «Έγινε λόγος Κυρίου προς Ιωνάν τον υιόν Αμαθί», επιπλέον, η ιστορικότητα από τον ίδιο τον Ιησού (Ματθαίος 12/40, 41): «Ώσπερ γαρ ην Ιωνάς εν τη κοιλία του κήτους». Η ουσία του θαύματος, στην προκειμένη περίπτωση, συνίσταται στη σύγκλιση των γεγονότων προς πραγμάτωση των θείων βουλών, δηλ. σε ορισμένη στιγμή να δράσει έτσι το κήτος, ώστε να έρθει ο Ιωνάς σε μετάνοια και να μη συνεχιστεί το ταξίδι του της φυγής. Τα γεγονότα της Βίβλου, ενώ επιστημονικώς είναι γνωστά, συγχρόνως αποτελούν θαύμα.

Αλλά, εδώ εμπλέκεται και η Αρχαιολογία: Η έλλειψη αρχαιολογικών ευρημάτων της Νινευή, που κατά την Παλαιά Διαθήκη, ήταν «μεγάλη σφόδρα, οδού τριών ημερών» έφερνε σε δισταγμό τους αρχαιολόγους. Όμως, από τα μέσα του περασμένου αιώνα, η σκαπάνη έφερε σε φως μεγαλειώδη λείψανα της τεράστιας αυτής πολιτείας. Οι 22.000 πινακίδες της βιβλιοθήκης της φώτισαν άπλετα τόσο το θέμα της Νινευή, όσο και πολλά άλλα ιστορικά ζητήματα της Αρχαίας Ανατολής.

Τα σπάρτινο κιβώτιο (πλεχτό καλάθι), το επιχρισμένο με άσφαλτο και πίσσα, όπου η Ιωχαβέδ έβαλε τον μικρό Μωυσή, και το έριξε στο ποτάμι, μπορεί να θεωρηθεί, ότι δεν ήταν σε θέση ν' αντέξει. Πριν από λίγα χρόνια, ο Νορβηγός εξερευνητής Χάγκερσνταλ (Hagersdal) έφτιαξε ένα παρόμοιο σπάρτινο σκάφος σε μέγεθος μεγάλης βάρκας, και απετόλμησε να διαπλεύσει τον Ατλαντικό Ωκεανό. Η πρώτη προσπάθεια απέτυχε. Ανέλαβε δεύτερη προσπάθεια το 1971, και από το Σάφι του Μαρόκου έφτασε στις Αντίλλες Νήσους της Κεντρικής Αμερικής με το σπάρτινο σκάφος του.
Αλλά, όπως στην αρχή είπαμε, οι φαινομενικές αντιθέσεις δεν οφείλονται μόνο σε ανεπάρκεια των επιστημονικών γνώσεων, αλλά ενδεχομένως και σε εσφαλμένη ερμηνεία των βιβλικών κειμένων. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή και σοβαρότητα στην προσπάθεια να κατανοηθούν οι Γραφές.

Η ΓΗ ΚΑΙ ΟΙ ΒΙΒΛΙΚΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

Η Επιστήμη της Γης είναι συνυφασμένη με την έννοια του Χώρου, που ενέχει την ιδιότητα της εκτάσεως - μαζί με τον Χρόνο - το πλαίσιο μέσα στο οποίο εκτυλίσσονται τα φαινόμενα του εξωτερικού κόσμου.
Χώρος και Χρόνος δεν πρέπει να ληφθούν σαν ιδιότητες της Φύσεως, αλλά της ανθρώπινης γνωστικής ικανότητας (Kant, Αποστολόπουλος).
Και, ο Pascal προσθέτει: Ο Χώρος και ο Χρόνος είναι τα όργανα δια των οποίων ο Θεός πραγματοποιεί το πανταχού παρόν Του στον κόσμο, και συλλαμβάνει ακαριαία τον ρουν των πραγμάτων. Η υπό του ανθρώπου λοιπόν κατανόηση δεν οφείλεται στη «λογική υπόσταση» του Κόσμου, αλλά στο ότι αυτή επιτυγχάνεται δια του ανθρώπινου λογικού μηχανισμού. Ο άνθρωπος απέκτησε, βιβλικά, την ιδιαίτερη νόησή του, επειδή στον κήπο της Εδέμ δέχθηκε την «Πνοή της Ζωής».

Εξ άλλου στην Καινή Διαθήκη διαβάζουμε (1 Κορινθίους 13/9-10): «εκ μέρους γινώσκομεν». Επίσης, στον Εκκλησιαστή (3/11): «Τα πάντα έκαμε καλά εν τω καιρώ εκάστου. και τον κόσμον υπέβαλεν εις την διάνοιαν αυτών, χωρίς ο άνθρωπος να δύναται να εξιχνιάσει απ' αρχής μέχρι τέλους το έργον το οποίον ο Θεός έκαμεν».
Σήμερα ξέρουμε ότι βρισκόμαστε πάνω σε μία σφαιρική μάζα, όπου εκδηλώνεται - ίσως κατ' αποκλειστικότητα το αξιοθαύμαστο φαινόμενο της Ζωής, σύμφωνα με όσα ως τώρα ξέρει η Αστρονομία.
Κάποια αντίληψη περί του κατοικητηρίου μας είχαν, βέβαια, όλοι οι λαοί, εφ' όσον άμεση με αυτό ήταν η εμπειρία τους. Γενικότερη όμως φιλοσοφική και θρησκευτική σημασία έχουν όσα διατυπώνονται από τους Εβραίους - κατ' αποκάλυψη - και από τους Έλληνες μέσα από θεωρητική κυρίως έρευνα. Και το κατοικητήριο αυτό το λέμε ΓΗ, εβραϊκά (στην Αγία Γραφή) Έρετς.

Οι λέξεις όμως, μέσα στην πάροδο των αιώνων, αλλάζουν περιεχόμενο. Έτσι η έννοια που η λέξη ΓΗ κάλυπτε στους αρχαίους λαούς, κατά κανένα τρόπο, δεν συνέπιπτε με ό,τι σήμερα εννοούμε, όταν αναφέρουμε τον ίδιο αυτόν όρο. Κατά την Αρχαιότητα, ΓΗ ήταν μία έκταση, περισσότερο ή λιγότερο επίπεδη, που αποτελούσε τον ΚΟΣΜΟ. Μερικά δυναμικά πνεύματα ξέφευγαν από αυτούς τους περιορισμούς και αντίκριζαν τη Γη με πιο πλατιά αντίληψη. Όμως, οι συλλογισμοί μεμονωμένων σοφών κατά τίποτε δεν επηρέαζαν τις απόψεις του ευρύτερου κοινού.
Η Παλαιά Διαθήκη περιλαμβάνει και μερικές φραστικά τολμηρότερες περί Γης εκφράσεις, που όμως υποδηλώνεται η Υδρόγειος συνολικά, κατ' επέκταση της τότε έννοιας του όρου, αφού οι Εβραίοι δεν γνώριζαν τίποτε για τον πλανήτη.
Γεωλογία, όπως και Γεωγραφία, δεν διδάσκει η Αγία Γραφή. Συνήθως αρκείται σε θρησκευτικές περιγραφές. Για το επιστημονικό πλησίασμα πραγμάτων και γεγονότων αφήνεται στον άνθρωπο να ασκήσει τις νοητικές του ικανότητες.

Το γεγονός ότι η Γη δεν είναι επίπεδη, εμμέσως δηλώνεται στην Καινή Διαθήκη, στα λόγια του Ιησού, κατά την εξαγγελία της δεύτερης ελεύσεώς του. αναφέρεται σε διαφoρετικές ώρες που θα υπάρχουν σύγχρονα στη Γη, πράγμα που θ' αποκλειόταν σε μια Γη επίπεδη. Εκεί (Λουκάς, κεφ. 17) κάνει λόγο για ανθρώπινες δραστηριότητες που εκτελούνται σε διάφορες ώρες: «Ταύτη τη νυκτί εσονται δύο, επί κλίνης μιας, εις παραληφθήσεται και ο έτερος αφεθήσεται. δύο έσονται αλήθουσαι επί το αυτό, η , μία παραληφθήσεται και η ετέρα αφεθήσεται. δύο έσονται εν τω αγρώ, ο εις παραληφθήσεται και ο έτερος αφεθήσεται».
Η επιστήμη, όπως ήδη τονίσθηκε, αν και συχνά δεν αλλάζει τις λέξεις, μεταβάλλει όμως το περιεχόμενό τους. Λίγο - λίγο, λοιπόν, διευρυνόταν και η περί Γης έννοια.
Ο Μάρκος Πόλο, πρόδρομός των μεγάλων εξερευνητών, από τα τέλη του ΙΓ' αι. διευρύνει τεράστια τα όρια του γνωστού - στους ευρωπαϊκούς και μεσογειακούς λαούς - κόσμου, προχωρώντας δια ξηράς ως στην Άπω Ανατολή. Έπειτα - όπως είναι γνωστό - ο Κολόμβος, φτάνοντας, στα τέλη του ΙΕ' αι., στη μεγάλη διπλή ήπειρο που αργότερα ονομάσθηκε Αμερική, άρχισε να δείχνει το πραγματικό σχήμα της Γης, εντελώς διαφορετικό απ' ό,τι ως τότε πιστευόταν. Κυριότατα τα ταξίδια του Βάσκο ντα Γκάμα και του Μαγελλάνου που επακολούθησαν, έδειξαν στην ανθρωπότητα την πλανητική φύση τη Γης, πράγμα απίστευτο, για λίγα χρόνια πριν.

Συνεπώς, δίκιο είχαν αυτοί που υποστήριξαν, ότι η Γη, δηλ. ο Κόσμος κατά τις παλαιές γνώσεις, δεν κινείται και είναι στερεωμένος στη βάση του. Όμως, στην Παλαιά Διαθήκη, στο Βιβλίο του Ιώβ, γίνεται νύξη για την αστρική φύση της Γης (26/7), όταν λέει: «Κρεμά την Γην επί το μηδέν». Αυτό δεν είναι, βέβαια, επιστημονική πληροφορία, αλλά προφητικός λόγος. Μερικοί υποστήριξαν, ότι η έκφραση «επί το μηδέν» αποτελεί εκδήλωση γεωκεντρική και σημαίνει «στο κέντρο», αλλά η εξήγηση αυτή είναι αυθαίρετη.
Σκέψη για μετακίνηση της Γης, ήταν, στα παλιά χρόνια κάτι το αδιανόητο. Γι' αυτό, οι σοφοί και οι συγγραφείς, αναφερόμενοι, τότε στη Γη, είχαν σαν αντικείμενο των λόγων τους την περιορισμένη οντότητα - για την οποία ήδη έχουμε μιλήσει - και που βέβαια δεν κινείται μέσα στον χώρο, με την έννοια που τότε δινόταν στους όρους αυτούς.

Μα και τώρα, που λέμε ότι η Γη κινείται και ο Ήλιος μένει ακίνητος, σχετικότητα έχουν οι εκφράσεις αυτές, αφού ξέρουμε, πως ο Ήλιος, παρασύροντας τους πλανήτες του, ορμάει στον διαστρικό χώρο, προς σημείο του ουρανού που ονομάστηκε «άπηξ», με ταχύτητα περίπου 20 χιλιόμετρα ανά δευτερόλεπτο. Το σημείο αυτό είναι στην κατεύθυνση του αστερισμού του Ηρακλέους κοντά στον λαμπρό Βέγα.
Όταν η κίνηση της Γης έγινε ευρύτερα γνωστή, το κατεστημένο ταράχθηκε, με τη σκέψη πως όταν μια ισχύουσα ιδέα ανατραπεί, υπάρχει φόβος ν' ανατραπούν και άλλες, ώστε να κινδυνεύσουν εδραιωμένες τάξεις πραγμάτων. Οι τότε εκκλησιαστικοί άρχοντες, προέβαλαν επιχειρήματα, χρησιμοποιώντας για το αμετακίνητο της Γης διάφορα, βιβλικά χωρία, τα οποία παρερμήνευαν επιδιώκοντας, με αυτά να υποστηρίξουν τις παλιές αντιλήψεις. .
Μερικές από τις κυριότερες τέτοιες περιπτώσεις είναι και οι εξής:

1.(Ψαλμός 104/5): «ο θεμελιών την βάσιν αυτής, δια να μη σαλευθή εις τον αιώνα του αιώνος».
2. (1 Χρονικών 16/30): «Η οικουμένη θέλει βεβαίως είσθαι εστερεωμένη, δεν θέλει σαλευθή».
3.(Ιώβ, κεφ- 38): «Πού ήσο ότε εθεμελίωνον την γην... Επί τίνος είναι εστηριγμένα τα θεμέλια αυτής;... Τις συνέκλεισε την θάλασσαν με θύρας; Και είπα έως αυτού θέλεις έρχεσθαι και δεν θέλεις υπερβή, και εδώ θέλει συντρίβεσθαι η υπερηφάνεια των κυμάτων σου».
4.(1 Σαμουήλ 2/8 κ.α.): «Στύλοι της Γης».
5.(Ψαλμός 24/1): «Αυτός εθεμελίωσεν αυτήν (την γην) επί των θαλασσών, και εστερέωσεν αυτήν επί των ποταμών» .
6.(Έξοδος 20/4): «Τα ύδατα τα υπό κάτω της γης».

Προέκυπτε λοιπόν το ερώτημα: Ποιος έχει δίκιο; Η Επιστήμη ή η Αγία Γραφή; Αν τα πορίσματα της Επιστήμης ήσαν σωστά, και η Γη πράγματι μετακινείται, πού η θεοπνευστία των Γραφών;
Αν πάλι οι Γραφές έχουν απόλυτο κύρος, και όσα εκφράζουν συνιστούν αλήθειες αναμφισβήτητες, τότε, βέβαια η Γη δεν μπορεί παρά να είναι αμετακίνητη, και η Επιστήμη θα έχει πάρει κακό δρόμο, που θα πρέπει να τον απαρνηθεί. Δίλημμα φοβερό για τον κόσμο της εποχής εκείνης.

Τίποτε, βέβαια, από αυτά δεν συμβαίνει. Το λάθος έγκειται στη μέθοδο που χρησιμοποιούσαν οι εκκλησιαστικοί άρχοντες, να συνάγουν δηλ. επιστημονικά συμπεράσματα δια της ερμηνευτικής οδού.
Όμως, η Επιστημονική Έρευνα έχει έναν κανόνα απαράβατο: Για να διατυπωθεί μία θεωρία επιβάλλεται αυτή να είναι απαραίτητη για την αβίαστη εξήγηση αναντίρρητων γεγονότων και την πρόβλεψη άλλων που θ' αναζητηθούν αργότερα. Έτσι, πρέπει να κινείται η Απολογητική. Αφετηρία της έχει την Παρατήρηση και την επιστημονική γνώση. Οι Ιερές Γραφές πρέπει ν' αποτελέσουν την απόληξή της.

Αντίθετα, η Ερμηνευτική αφορά τις θρησκευτικές έννοιες και ξεκινάει την έρευνά της από τα βιβλικά κείμενα.
Γι' αυτό, η θρησκευτική ερμηνεία των βιβλικών χωρίων που αναφέραμε, έπρεπε να περιορίζεται, σχετικά με όσα αφορούν τη Γη, στην έννοια του όρου «γη», που έδιναν οι ιεροί συγγραφείς, και να μη επεκτείνουν τον όρο στην έννοια που αυτός είχε λάβει στον ις' και στον ιζ' αι., μετά την εποχή των γεωγραφικών ανακαλύψεων, οπότε πλέον, ΓΗ σήμαινε πλανήτης, έννοια τελείως άγνωστη στους αρχαίους Εβραίους.
Η θεία σοφία γνωρίζει ότι η Γη (υπό την έννοια της εποχής εκείνης) στέκεται στη βάση της, αυτήν που εμείς λέμε «πλανήτης», και μένει απαρασάλευτη «εις τον αιώνα» εφ' όσον, βεβαίως, θα εξακολουθεί να υπάρχει ο«παρών αιών».
Όσο για τους «στύλους της γης», φανερό ότι πρόκειται για ποιητικές εκφράσεις που αναφέρονται στη σταθερότητά της. Η Βίβλος έχει πλήθος από ποιητικές εκφράσεις, όπως στον Ψαλμό 98/8, όπου διαβάζουμε: «Οι ποταμοί ας κροτώσι χείρας, τα όρη ας αγάλλωνται ομού.»

Αλλά και άλλες βιβλικές εκφράσεις πρέπει να κατανοούνται μέσα στους τρόπους εκφράσεως της εποχής, όπως (Ψαλμός 24/1): «εθεμελίωσεν αυτήν (την γην) επί των θαλασσών, και εστερέωσεν αυτήν επί των ποταμών», όπου προφανώς γίνεται αναφορά στα υπογείως ρέοντα ύδατα. Το ίδιο και με τη φράση «τα ύδατα τα υπό κάτω της Γης» (Έξοδος 20/4).
Ευνόητο, ότι η σταθερότητα που αναφέρουν τα ιερά κείμενα, σχετικά με τη Γη, δεν περιλαμβάνει και τις σεισμικές δονήσεις, οι οποίες, βέβαια, ήσαν γνωστές στους αρχαίου ς λαούς, συμπεριλαμβανομένων και των Εβραίων, συχνά εξ άλλου, η Παλαιά Διαθήκη μνημονεύει σεισμούς: (Ησαίας 24/20) «η γη θέλει κλονισθή εδώ και εκεί ως ο μεθύων, και θέλει μετακινηθή (σεισθήσεται κατά τους Ο') ως καλύβη».
(Αμώς 1/1): «Εν ταις ημέραις Ιεροβοάμ δύο έτη προ του σεισμού».
(Ψαλμός 68/8): «Η Γη εσείσθη... Το Σινά αυτό εσείσθη, από προσώπου του Θεού».
(Ματθαίος 24/7): «Θέλουσι γίνει πείναι και λοιμοί και σεισμοί κατά τόπους» κ.ά.

Η Γη, από της δημιουργίας της, προοριζόταν να διατηρηθεί, για να εκτελεσθούν πάνω της τα μεγάλα σχέδια του Δημιουργού. Ο τεράστιος Ήλιος που δυνατά την τραβάει βάσει της Παγκοσμίου Έλξεως, όμως δεν τη φέρνει πάνω του να την κατακάψει. Όπως είναι γνωστό και όπως γενικά γίνεται με τους πλανήτες, από τότε που η Γη τοποθετήθηκε στη θέση της, μέσα στο κοσμικό χάος σε μέση απόσταση 150 εκατομμύρια χιλιόμετρα από τον Ήλιο - σύγχρονα είχε εφοδιασθεί με δική της κίνηση, κάθετη προς την ακτίνα που συνδέει τα δύο αυτά ουράνια σώματα: Ήλιος-Γη. Οι δύο κινήσεις (έλξη και φυγή) συντίθενται - όπως ξέρουμε - με αποτέλεσμα η Γη ούτε πάνω στον Ήλιο να πέφτει, ούτε στο αχανές διάστημα να ξεφεύγει, αλλά να γυρίζει γύρω από τον ζωοδότη Ήλιο, έτοιμη να δεχθεί τον άνθρωπο, τον προοριζόμενο για τις μεγάλες του Δημιουργού προθέσεις.

Για τη μοναδικότητα της Γης - τουλάχιστο μέσα στο Πλανητικό μας Σύστημα - στην καταπληκτική Διαστημική Εποχή που διανύουμε, νέες απρόβλεπτες αποδείξεις, προσκόμισαν τα διαστημόπλοια. Κανένας από άλλους πλανήτες και τους δορυφόρου ς των, του Ηλιακού συγκροτήματος δεν φαίνεται κατοικήσιμος. Αλλά, και η απόσταση από τον Ήλιο είναι τέτοια, ώστε οι θερμοκρασίες να κυμαίνονται μέσα σε όρια ευνοϊκά για τη διαβίωση του ανθρώπου και των άλλων έμβιων όντων, που την κατοικούν.

ΠΗΓΗ: ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΝ ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ-ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ- ΓΙΩΡΓΟΥ ΦΕΡΕΝΤΙΝΟΥ (ΧΗΜΙΚΟΥ-ΓΕΩΓΡΑΦΟΥ)
«Όπου έρως θείος ήψατο καρδίας, εκεί φόβος ρημάτων ουκ ίσχυσε».
Απάντηση

Επιστροφή στο “Αγία Γραφή”