ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Εδώ μπορείτε να συζητήσετε σχετικά με τους Αγιορείτες Πατέρες που έχετε επισκεφθεί στο Αγιον Όρος

Συντονιστής: Συντονιστές

Απάντηση
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΜΗ': ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΙΑ ΠΟΙΑΣ ΑΙΤΙΑΣ ΑΦΙΗΣΙΝ Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΥΣ ΕΠΙ ΤΟΥΣ ΑΓΑΠΩΝΤΑΣ ΑΥΤΟΝ
Εκ της αγάπης, ην έδειξαν οι άγιοι προς τον Θεόν, υπέρ ων υπέρ του ονόματος αυτού πάσχουσιν, ότε στενοχω¬ρεί αυτούς και ουκ αφίσταται των υπ' αυτόν αγαπωμένων, κτάται η καρδία αυτών παρρησίαν, του ιδείν προς αυτόν απερικαλύπτως και εν πεποιθήσει αιτήσασθαι αυτόν. Μεγάλη εστίν η δύναμις της ευχής της μετά παρρησίας.
Διά τούτο αφίησιν ο Θεός τους αγίους αυτού πειρασθήναι εν πάση λύπη και λαβείν πάλιν την πείραν και την δοκιμήν της αντιλήψεως αυτού, και όσην πρόνοιαν έχει περί αυτών, Οτι κτώνται εκ των πειρασμών σοφίαν, ίνα μη, γενόμενοι ιδιώται, στερηθώσι της των δύο γυμνασίας μερών, ίνα κτήσωνται εκ της δοκιμής την γνώσιν των απάντων, μήπως καταγελασθώσιν υπό των δαιμόνων. Ότι, ει εν τοις αγαθοίς εγύμναζεν αυτούς, ήσαν της γυμνασίας της ετέρας λειπόμενοι και εγένοντο αν εν τοις πολέμοις τυφλοί. Και εάν είπωμεν, ότι αυτός γυμνάζει αυτούς χωρίς της αυτών επιγνώσεως, λοιπόν λέγομεν, ότι θέλει αυτούς γενέ¬σθαι κατά τους βόας και τάς όνους και τους μη έχοντας ελευθερίαν εν τινι. Και ότι ου γίνεται γεύσις εν τω αγαθώ τω ανθρώπω, είπερ μη πειρασθείη πρώτον εν τη των κακών δο¬κιμή, ίνα, όταν απαντήση εν αυτοίς τα αγαθά, εν γνώσει και ελευθερία χρήσηται αυτοίς ως ιδίοις. Πόσον η γνώσις η εκ της των έργων πείρας και εκ της γυμνασίας προληφθείσα ηδεία πέφυκε και πόσην δύναμιν παρέχει τω εκ πολλης πείρας αυτού εν εαυτώ ευρόντι αυτήν, τούτοις γινώσκεται τοις πεπεισμένοις και ειδόσι την συνεργίαν αυτής, ως δε και την ασθένειαν της φύσε¬ως και την αντίληψιν της θεϊκής δυνάμεως.
Τότε γαρ γινώσκουσιν, ότε πρώτον κωλύσας την εαυτού δύναμιν εξ αυτών αισθηθήναι ποιήσει τάς ασθενείας της φύσεως και της δυσχερείας των πειρασμών και της πονηρίας του εχθρού και προς ποιον παλαιστήν έχουσι και ποίαν ενδεδυμένοι φύσιν είσι και πώς εισί πεφυλαγμένοι εν τη δυνάμει τη θεϊκή και πόσον έδραμον και πόσον υψώθησαν εν αυτή και ότι ότε μακρυνθείη η θεϊκή δύναμις εξ αυτών, πώς ασθενούσι κατέναντι πάθους παντός, ίνα και εκ τούτων πάντων ταπείνωσιν κτήσωνται και τω Θεώ προσπελάσωσι και την αντίληψιν αυτού προσδοκήσωσι και εις την προσευχήν υπομένωσι. Και ταύτα πάντα πόθεν έλαβον, ει μη ότε πείραν εκτήσαντο των πολλών κακών, εν οίς παραχωρήσει Θεού ενέπεσον, καθώς φησίν ο Απόστολος, «ίνα μη τη υπερβολή των αποκαλύψεων υπεραίρωμαι, εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί, άγγελος Σατάν»; Άλλα και πίστιν βεβαίαν κτάται τις εκ των πειρασμών εν τη πείρα της αντιλήψεως της θεϊκής, ην έσχε πολλάκις. Εντεύθεν άφοβος γίνεται και θάρσος κτάται εν τοις πειρασμοίς και εκ της γυμνασίας ην εκτήσατο.
Παντί ανθρώπω ωφελεί ο πειρασμός. Εάν γαρ τον Παύλον ωφελεί ο πειρασμός, πάν στόμα φραγήσεται και υπό¬δικος γενήσεται ο κόσμος τω Θεώ. Οι αγωνισταί πειράζονται ίνα προσθήσωσι τω πλούτω αυτών οι χαύνοι, ίνα εκ των βλαπτόντων φυλάξονται εαυτούς και οι υπνώττοντες, ίνα εις εξυπνισμόν ευτρεπισθώσι και οι μακράν όντες, ίνα προσεγγίσωσι τω Θεώ • οι δε οικείοι, ίνα εν παρρησία είσοικισθώσι.
Πας υιός άγύμναστος ου δέχεται τον πλοΰτον του οίκου του πατρός αυτού, εις το βοηθείσθαι υπ' αυτού. Δια τούτο λοιπόν, πρώτον πειράζει ο Θεός και βασανίζει, είτα δεικνύει το χάρισμα. Δόξα τω Δεσπότη, τω εν φαρμάκοις στρυφνοίς την τρυφήν της υγείας ημίν προσάγοντι.
Ουκ εστίν ός τις εν καιρώ της γυμνασίας μη άχθεται, και ουκ εστί τις, ώ ου πικρός ο καιρός, εν ω τον ιόν ποτίζε¬ται των πειρασμών, καταφαίνεται. Χωρίς τούτων ου δυνατόν κράσιν προσκτήσασθαι ισχυράν. Και το υπομείναι δε, ουχ ημών εστί. Πόθεν γαρ έχει το κεράμιον το από πηλού υπομείναι την ρύσιν του ύδατος, ει μη το πυρ το θεϊκόν αυτό στερεώ¬σειεν; Εάν υποταγώμεν αιτούμενοι εν ταπεινώσει μετά εφέσε¬ως αδιαλείπτου εν καρτερία, πάντα λαμβάνομεν.
Εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών. Αμήν.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΜΘ': ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΛΗΘΟΥΣ ΓΝΩΣΕΩΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΠΕΙΡΑΣΜΩΝ
ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΚΡΙΒΩΣ ΓΙΝΩΣΚΕΙΝ, ΟΤΙ ΟΥΧΙ ΜΟΝΟΝ ΤΙΝΕΣ ΕΛΑΧΙΣΤΟΙ ΚΑΙ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΚΑΙ ΑΓΥΜΝΑΣΤΟΙ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΞΙΩΘΕΝΤΕΣ ΤΗΣ ΑΠΑΘΕΙΑΣ ΧΡΟΝΙΚΩΣ ΚΑΙ ΦΘΑΣΑΝΤΕΣ ΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΦΡΟΝΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΠΛΗΣΙΟΝ ΓΕΝΟΜΕΝΟΙ ΤΗΣ ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΟΣ ΜΕΡΙΚΩΣ, ΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗΣ ΝΕΚΡΩΣΕΩΣ ΣΥΝΕΖΕΥΓΜΕΝΗΣ, ΓΙΝΕΤΑΙ ΠΡΟΣ ΑΥΤΟΥΣ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΙΣ ΕΝ ΕΛΕΕΙ ΔΙΑ ΤΗΝ ΠΤΩΣΙΝ ΤΗΣ ΥΠΕΡΗΦΑΝΙΑΣ

Κατά μίαν και μίαν ποσάκις παραβαίνουσί τίνες και εν τη μετανοία ιατρεύουσι τάς ψυχάς εαυτών και η χάρις υποδέχεται αυτούς. Εν πάση γαρ τη φύσει τη λογική η τροπή αδιορίστως διέρχεται και αλλοιώσεις διέρχονται κατά παντός ανθρώπου εν πάσαις ταίς ώραις αυτόν, εξ ων πολλών ευρίσκει ο διακριτικός συνιέναι τούτο. Άλλ' αι δοκιμασίαι αι μετ' αυτού καθ' έκάστην ημέραν μάλιστα δύνανται σοφίσαι αυ¬τόν ταύτα, εάν νήφη, ίνα και παρατηρήσηται εαυτόν εν τω νω και μάθη πόσην αλλοίωσιν πραότητος και επιεικείας υποδέχεται η διάνοια καθ' έκάστην ημέραν και πώς εκ της ειρήνης αυτής εξαίφνης εις θόλωσιν στρέφεται, όταν αιτία τις εκ τόπου μη η αυτώ και πώς εν κινδύνω μεγάλω και αρρήτω γίνεται.
Καί τούτο εστίν όπερ ο άγιος Μακάριος έγραψε φανερώς.Εν πολλή προνοία και σπουδή, εις μνήμην των αδελφών και διδασκαλίαν, του μη εκκλίναι εν τω καιρώ της αλλοιώσε¬ως των εναντιώσεων εις την απόγνωσιν. Ότι τοις εν τη τάξει της καθαρότητος ισταμένοις αεί συμβαίνει αυτοίς πτώματα, κα¬θώς συμβαίνει τω αέρι ψύχος, και χωρίς του είναι αυτούς εν αμελεία η εν λύσει, ου μην δε αλλά και ηνίκα κατά τάξιν αυτών πορεύονται συμβαίνειν αυτοίς πτώματα εναντιούμενα τω σκοπώ του εαυτών θελήματος. Αλλά και ο μακάριος Μάρκος μαρτυρεί περί τούτου, ως εκ πείρας ακριβούς υπάρχων και τίθησιν αυτό εν τοις εαυτού γράμμασιν εις σύστασιν περισσήν, ίνα μη νομίση άνθρωπος, ότι ως έτυχε, και ουχί εν πείρα αλη¬θινή έθηκεν αυτό ο άγιος Μακάριος εν τη εαυτού επιστολή, και ίνα εκ παντός εκ των δύο μαρτύρων των τοιούτων γένηται η διάνοια δεχόμενη αδιστάκτως την παράκλησιν αυτής εν τω καιρώ της χρείας. Τι ούν εστίν άρτι;
«Αλλοιώσεις, φησί, γίνονται εις εκαστον κατά τον αέρα».
Σύνες εκείνο το «εις εκαστον» - ότι και η φύσις μία εστίν, ίνα μη νομίσης, ότι περί των υποδεεστέρων και ελαχίστων μόνον είπε, και οι τέλειοι ελεύθεροι της αλλοιώσεως και εν μια τάξει ακλινώς ίτανται ούτοι χωρίς εμπαθών λογισμών, καθώς και οι Ευχίται λέγουσι. Δια τούτο έθηκε το, «προς έκαστον».
Πως ούν τούτο, ώ Μακάριε; 'Όπως συ λέγεις το ψύχος και μετά μικρόν καύσων και ίσως χάλαζα και ευδία, και εν τη γυμνασία ημών ούτω γίνεται πόλεμος και αντίληψις της χάριτος. Και εν καιρώ γίνεται η ψυχή εν χειμώνι και επανίστανται έπ' αυτήν κύματα σκληρά. Και πάλιν αλλοίωσις, έπισκεπτομένης της χάριτος και πληρούσης την καρδίαν αυτού χα¬ράς τε και ειρήνης της από του Θεού, και λογισμών σωφρόνων και ειρηνικών.
Τούτους τους λογισμούς της σωφροσύνης εκφαίνει ώδε, αινιττόμενος τους προς τούτων κτηνώδεις οντάς και ακαθάρτους, και παραινεί λέγων Εάν ούν μετά τούτους τους λογι¬σμούς τους σώφρονας και επιεικείς ακολουθή επιφορά, μη λυπηθώμεν και απογνώμεν και εν τη ώρα της αναπαύσεως της χάριτος μη καυχησώμεθα πάλιν, άλλ' εν τω καιρώ της χαράς εκδεξώμεθα την θλίψιν. Το δε μη λυπείσθαι ημάς, αν ακολουθήση συμπτώματα, παραινεί, ουχί το μη κτάσθαι κατ' εναντίον ημών, αλλά το μετά χαράς εμφαίνων ως φυσικά ταύτα και ημέτερα την διάνοιαν δέχεσθαι. Και μη στώμεν εν απογνώσει, ως τις προσδοκήσας τι υπέρ τον αγώνα και ανάπαυσιν τελείαν και αναλλοίωτον και πάλιν μη δεχόμενος αγώνας και λύπας μηδέ γενέσθαι εν αυτώ κίνησιν τίνος των εναντίων τούτων, των μη προσηκόντων Κυρίω τω Θεώ ημών ταύτη εν τώδε τω κόσμω.
Καί τούτο ποιεί, ίνα μη γενώμεθα αργοί εκ των έργων τελείως και εν ταύτη τη διανοία χαυνωθώμεν εν τη απο¬γνώσει και ακίνητοι εκ του δρόμου ημών μείνωμεν. Και φησίν:
«Γνώθι, ότι πάντες οι άγιοι εν τούτω τω έργω εγένοντο.Όσον εσμέν εν τω κόσμω τούτω, και η παράκλησις η περισσή μετά τούτων γίνεται ημίν εν τω κρυπτώ. Διότι εν πάση ημέρα και εν πάση ώρα εκζητείται παρ' ημών η δοκιμή της προς Θεόν αγάπης ημών εν πάλη και αγώνι προς τους πειρασμούς. Και τούτο εστί το μη λυπείσθαι ημάς, το μη ακηδιάν εν τω αγώνι, και ούτω κατευθύνεται η οδός ημών. Ό δε θέλων εκ τούτων τραπήναι ή κλίναι, ούτος των λύκων μέρος εστίν».
Ω θαύμα εκ τούτου του αγίου. Πώς εν λόγω μικρώ εβεβαίωσε την χρήσιν ταύτην και απέδειξεν αυτήν πεπληρωμένην συνέσεως, και εξέβαλε τον δισταγμόν τελείως εκ της διανοίας του αναγινώσκοντος εκείνος δε, φησίν, ο εκκλίνων εκ τούτων, και μέρος των λύκων ων, εν ούχ οδώ θέλει πορεύεσθαι. Και τούτο έθηκεν εν τη διανοία αυτού κτήσασθαι και εν τρίβω ιδική τη μη πατηθείση υπό των πατέρων πορεύεσθαι βούλεται,
Το δε «εν τη ώρα της χαράς εκδέχεσθαι θλίψεις», τούτο εκδιδάσκει. Όταν εκ της ενεργείας της χάριτος εξαίφνης γενώνται εν ημίν λογισμοί μεγάλοι και εκπλήξεις της θεωρίας της διανοίας της υψηλοτέρας της φύσεως, καθώς είπεν ο άγιος Μάρκος.Όταν οι άγιοι Άγγελοι πλησιάσωσιν ημίν, πληρούσιν ημάς θεωρίας πνευματικής, και ταύτα πάντα τα εναντία αναχωρούσι, και γίνεται ειρήνη και γαλήνη άρρητος εν τω καιρώ, εν ώ τις διάγει εν τοις τοιούτοις ότε επισκιάσειεν η χά¬ρις και οι άγιοι Άγγελοι σοι πλησιάσουσι περιτειχίζοντες και παρά τούτο από του πλησιασμού σου πάντες οι πειράζοντες αποστήσονται, μη επαρθής και νομίσης εν τη ψυχή σου, ότι τον λιμένα τον αχείμαστον έφθασας, και εις τον αέρα τον αναλλοίωτον και τελείως υπερήρθης εκ τούτου του κόλπου εξ εναντίας των εμπνεύσεων των εν αύτω, και ουκ εστί πάλιν εχθρός ουδέ απάντησις κακή. Διότι πολλοί ταύτα ενεθυμήθησαν, και έπεσον είς κινδύνους, καθάπερ είπεν ο μακάριος Νείλος ή πάλιν ως υπάρχων υπέρ τους πολλούς μέγας και ως δε καθήκει είναι εν τούτοις και άλλους ουδαμού δια το υστέρημα της πολιτείας αυ¬τών, ή ότι ούχ ικανοί, φησίν, η γνώσις αυτών, και δια τούτο των τοιούτων στερούνται, εγώ δε εν τω καθήκοντι και ως έφθασα την τελειότητα της αγιότητος και τον βαθμόν τον πνευ¬ματικόν και εις την χαράν την αναλλοίωτον.
Αλλά μάλλον λάβε καθ εαυτόν τους ακάθαρτους λογισμούς και τα απρεπή είδωλα τα εν τω καιρώ του χειμώνος εμπηχθέντα τη διανοία σου και τη ώρα της ταραχής και τηςαταξίας των λογισμών, των προ μικρού επαναστάντων επί σεεν τη αορασία της σκοτώσεως, πώς τε εν τάχει έκλινας προςτα πάθη και συνωμίλησας αυτοίς εν τη σκοτώσει της διανοίαςκαι ουκ ηδέσθης, ουδ' εθαμβήθης εκ της θεϊκής οράσεως καιεκ των χαρισμάτων και δωρημάτων, ων εδέξω. Και γνώθι, ότι ταύτα πάντα δια το ταπεινωθήναι ημάς η πρόνοια του Θεού ήγαγεν εφ' ημάς, ήτις προνοεί και οικονομεί εκάστω ημών ως ωφελεί αυτόν. Εάν γαρ επαρθής εν τοις χαρίσμασιν αυτής, εξαφίησί σε και τελείως πίπτεις εν πράγμασιν, εν οίς δια των λογι¬σμών μόνον πειράζη.
Λοιπόν γνώθι, ότι τούτο το ίστασθαι, ουχί σον, ουδέ γε της αρετής σου εστίν, αλλ' η χάρις αύτη εστίν η βασίζουσά σε επί τάς παλάμας της χειρός αυτής, όπως μη πτοηθής. Ταύτα, φησίν, έμβαλε εν εαυτώ εν τω καιρώ της χαράς, ότε επαρθή ο λογισμός, είπεν ο πατήρ ημών ο άγιος, και κλαύσον και δάκρυον και παράπιπτε επί τη μνήμη των παραπτωμάτων σου των εν τω καιρώ της παραχωρήσεως σου, όπως ρυσθής εν τούτω και κτήση εξ αυτού την ταπείνωσιν. Όμως μη απογνώς, άλλ' εν τοις λογισμοίς της ταπεινώσεως ιλασμώ συγχώρησόν σου τα αμαρτήματα.
Η ταπείνωσις και χωρίς έργων πολλά συγχωρεί πλημμελήματα, ταύτα δε χωρίς αυτής εξ εναντίας ανωφελή εισίν αλλά και κακά πολλά κατασκευάζουσιν ημίν. Λοιπόν εν ταπει¬νώσει, καθώς είπον, τάς ανομίας σου συγχώρησον. Καθάπερ άλας πάση τροφή, ούτως η ταπείνωσις πάση αρετή και ισχύν πολλών αμαρτημάτων αύτη δύναται συντρίψαι. Υπέρ ταύτης λοιπόν χρεία του λυπείσθαι αδιαλείπτως κατά διάνοιαν, εν ταπεινότητι και εν τη λύπη της διακρίσεως. Και ταύτην εάν κτησώμεθα, υιούς ημάς ποιεί του Θεού και χωρίς έργων αγαθών παριστά ημάς τω Θεώ. Διότι χωρίς ταύτης πάντα τα έργα ημών μάταια είσι και πάσαι αι αρεταί και πάσαι αί εργασίαι.
Λοιπόν την αλλοίωσιν της διανοίας θέλει ο Θεός, και εν διανοία βελτιούμεθα και εν διανοία αχρειούμεθα. Αυταρκεί αύτη μόνη αβοηθήτως ίστασθαι ενώπιον του Θεού και λαλείν υπέρ ημών. Ευχαρίστησον και εξομολόγησον τω Θεώ ασιγήτως, όπως οίαν φύσιν ασθενή και ευχερή εις το εκκλίναι κε¬κτημένος υπάρχης, δια της συνεργείας της χάριτος, που υψούσαι κατά καιρόν και καιρόν και ποίων χαρισμάτων αξιούσαι και ποίω τινι γίνη συ υπεράνωθεν της φύσεως, όταν δε παραχωρηθής έως που κατέρχη και κτάσαι νουν κτηνώδη.
Καί μνήσθητι της ταλαιπωρίας της φύσεως σου και της ταχύτητος της αλλοιώσεως της επακολουθούσης σοι, κα¬θώς τις των αγίων γερόντων είπεν
Όταν, φησίν, έλθη σοι ο λογισμός της υπερηφανίας, λέγων σοι μνημόνευσον των αρετών σου ειπέ: Γέρων, βλέπε την πορνείαν σου'.
Ταύτην την πορνείαν είπεν, εν η εν τω καιρώ της παραχωρή¬σεως εν τοις λογισμοίς επειράθης, όπερ εις έκαστον οικονομεί η χάρις, η εν πολεμώ η εν αντιλήψει, κατά το ημίν ωφέλιμον.
Είδες τον γέροντα τούτον τον θαυμαστόν, πώς ευκόλως είπε τούτο το πράγμα; Όταν, φησίν, έλθη σοι ο λογισμός της υπερηφανίας υπέρ του ύψους της πολιτείας σου, είπε, « Γέ¬ρων, βλέπε την πορνείαν σου». Τούτο γαρ φανερόν εστίν, ότι προς μέγαν άνθρωπον είπε τούτο ο γέρων. Ότι ουδέ δυνατόν υπό τοιούτου λογισμού οχληθήναι, ει μη οίτινες εν τη ανωτέρα τάξει και τη πολιτεία τη επαίνου αξία ίστανται και ότι τούτο το πάθος μετά την αρετήν την πραχθείσαν επανίσταται τη ψυχή του γυμνώσαι αυτήν της εργασίας αυτής.
Και εκ μιας επιστολής του αυτού αγίου Μακαρίου, εάν θέλης δύνη μαθείν, εν ποιώ βαθμώ ίστανται και τίνα είσι τα παραχωρούμενα κατ αυτών, του πειρασθήναι εν αυτοίς τους αγίους. Έστι δε η επιστολή εκείνη, αύτη. Ό αββάς Μακάριος γράφει πάσι τοις τέκνοις αυτού τοις αγαπητοίς, ένθα εκδιδάσκει φανερώς, πώς οικονομούνται εκ του Θεού εν πολέμοις και εν αντιλήψει της χάριτος ότι εν τούτοις ήρεσε τη σοφία του Θεού γυμνάζεσθαι τους αγίους εν τω αιώνι κατέναντι της αμαρτίας, εν όσω εισίν εν τη ζωή ταύτη υπέρ της αρετής, όπως εν παντί καιρώ υψωθή η θεωρία αυτών προς αυτόν και εν τη προς αυτόν διηνεκεί θεωρία αυξήση εν αυτοίς η αγάπη αυτού η αγία όταν αδιαλείπτως εκ της επείξεως των παθών και του φόβου του εκκλίναι προς αυτόν δράμωσι και βεβαιωθώσιν εν τη πίστει και τη ελπίδι και τη αγάπη αυτού.
Ταύτα αρτίως ου τοις διαμένουσι μετά των ανθρώπων και μεταβαίνουσιν εν παντί τόπω και αεί εν πράγμασι και λογισμοίς τοις ούσιν αισχροίς τε και ακαθάρτοις αληθώς ερρέθησαν, ουδέ τοις έξωθεν της ησυχίας την δικαιοσύνην διερχομένοις εν έργοις και εν ταίς αισθήσεσιν αυτών θηρευομένοις καθ' ώραν, και εν παντί καιρώ εν τω κινδύνω της πτώσεως (συνι¬στά αυτούς η ανάγκη η απαντώσα αυτοίς πόρρω του θελήμα¬τος) εν ακουσίοις συμπτώμασι, τοις μη μόνον τους λογισμούς αυτών, αλλ' ουδέ τάς αισθήσεις εαυτών δυναμένοις φυλάξαι τελείως• αλλά τοις ισχύουσι τηρήσαι τα σώματα και τον λογισμόν εαυτών και απέχουσι παντελώς της ταραχής και της συντυχίας των ανθρώπων, και εν τη αποταγή των απάντων και των ψυ¬χών αυτών ευκαιρήσασι φυλάξαι τον νουν αυτών εν τη προσευχή, και αλλοιώσεις των οικονομιών των εκ της χάριτος υποδεχομένοις εντός της πολιτείας της ησυχίας και υποκάτωθεν του βραχίονος της γνώσεως του Κυρίου διάγουσι και σοφιζομένοις υπό του Πνεύματος κρυπτώς εις την ησυχίαν εν τη αποχή των πραγμάτων και της θεωρίας της από τίνων, και κτησαμένοις νέκρωσιν διανοίας από του κόσμου. Ότι εκ τούτων τα πάθη ουκ αποθνήσκουσιν, η δε διάνοια αποθνήσκει αυτοίς εν τη αποχή των πραγμάτων και τη συνεργία της χάριτος.
Αύτη η χάρις φυλάξαι και ημάς εις τούτον τον όρον. Αμήν.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ Ν': ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΝΟΥ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΤΟΥΤΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ
Διάνοια δε συνηγμένη του κεφαλαίου τούτου εστί το γινώσκειν ημάς εν πάση ώρα, ότι εν ταύταις ταίς εικοσιτέσσαρσιν ώραις της νυκτός και της ημέρας της μετα¬νοίας χρήζομεν. Νόησις δε του ονόματος της μετανοίας, καθώς εκ του αληθινού τρόπου των πραγμάτων εγνώκαμεν, τούτο έστι δέησις εκτενής εν πάση ώρα εν ευχή πεπληρωμένη κατανύξεως προσεγγίζουσα τω Θεώ υπέρ αφέσεως των παρελθόν¬των, και λύπη υπέρ της των μελλόντων φυλακης.
Διά τούτο και ο Κύριος ημών εν τη προσευχή την ασθένειαν ημών ενηδραίωσε, λέγων «εξυπνίσθητε», φησί, «και γρηγορήσατε, και εύξασθε, ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν». Και «εύξασθε και μη οκνήσητε», και «έσεσθε γρηγορούντες εν παντί καιρώ και ευχόμενοι». «Αιτείτε», φησί, «και λήψεσθε. Ζητήσατε, και ευρήσετε. Κρούετε, και ανοιγήσεται υμίν. Πάς γαρ ο αιτών λαμβάνει, και ο ζητών ευρίσκει, και τω κρούοντι ανοιγήσεται». Μάλιστα δε τον εαυτού λόγον εβεβαίωσε και επί πλέον σπουδάσαι ημάς παρεσκεύασεν εν τη παραβολή του φίλου, του απελθόντος προς τον εαυτού φίλον το μεσονύκτιον και αιτησαμένου αυτώ άρτον, λέγων «Αμήν λέγω υμίν, ότι εάν μη δια την φιλίαν αυτού δω αυτώ, αλλά γε δια την αναίδειαν αυτού εγερθείς δώσει αυτώ πάντα όσα αν αιτήσηται αυτώ». Και υμείς εύξασθε και μη αμελήσητε.
Ω του θάρσους του αρρήτου. Ό δοτήρ διεγείρει ημάς αιτήσασθαι παρ' αυτού, ίνα δω ημίν τα θεια αυτού χαρίσμα¬τα. Και εάν αυτός πάντα όσα ευεργετούσιν ημάς οικονομή ημίν, ως οίδεν αυτός, όμως εις το θαρρείν και πεποιθέναι μεγάλως πεπληρωμέναι εισίν αι φωναί αυτού αύται. Και διότι έγνω ο Κύριος, ως ουκ απήρε την έκκλισιν προ του θανάτου και ότι όσον αύτη η αλλοίωσις πλησίον εστίν, ήγουν από της αρετής επί την κακίαν και ότι ο άνθρωπος και η φύσις αυτού δεκτική εστί των εναντίων, επί την διηνεκή δέησιν σπουδάσαι και αγωνίσασθαι ημάς προτρέψατο. Ότι, ει ην η χώρα της πεποιθήσεως εν τω κόσμω τούτω, ηνίκα έφθασεν αυτήν ο άνθρωπος, έκτοτε υψούτο η φύσις αυτού εκ της χρείας και η εργασία αυτού εκ του φόβου, και υπέρ της ευχής ου προετρέπετο ημάς αγωνίζεσθαι, εν τη προνοία εαυτού τούτο ποιούμενος. Διότι ουδέ εν
τω μέλλοντι αιώνι προσευχάς προσφέρουσι τω Θεώ εν αιτήσεσι τίνων. Διότι εν εκείνη τη πατρίδι της ελευθερίας η φύσις ημών ου δέχεται αλλοίωσιν, ούδ' εκκλινισμόν κάτωθεν του φό¬βου της εναντιώσεως, και ότι τελεία εστίν εν πάσι.
Διά τούτο ου περί της ευχής μόνον και φυλακής, αλλά και δια την λεπτότητα και ακαταληψίαν των αεί απαντώντων ημίν, των μη καταλαμβανόμενων υπό της γνώσεως του νοός ημών εν τούτοις ων πολλάκις και ακουσίως εντός αυτών ευρισκόμεθα εν παντί καιρώ. Καν γαρ και το φρόνημα ημών μεγάλως βέβαιον και ευδοκούν εν τω αγαθώ, αλλά ποσάκις προς τον όρον των πειρασμών αφήκε, και έρριψεν ημάς η πρό¬νοια αυτού, καθώς είπεν ο μακάριος Παύλος, «ίνα μη υπεραίρωμαι τη υπερβολή των αποκαλύψεων, εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί, άγγελος Σατάν, ίνα με κολαφίζη. Και όπερ τούτου τρις τον Κύριον παρεκάλεσα, ίνα αποστή απ' εμού. Και είρηκέ μοι, αρκείσοι η χάρις μου. Η γαρ δύναμίς μου εν ασθένεια τελείουται ».

Λοιπόν Κύριε, ει τούτο εστί το θέλημα σου και τούτων πάντων δέεται η νηπιότης ημών παιδαγωγηθήναι και εξυπνισθήναι υπό σου, και οπόταν η ο άνθρωπος μεμεθυσμένος εν τω πόθω σου, ώσπερ εγώ, και έλκεται οπίσω των αγαθών,ως μη καθοράν τον κόσμον παντελώς δια τον μεθυσμόν, όν έχει εις σε, και υπέρ τούτου και έως τούτου φθάσαι με πεποίηκας εις αποκαλύψεις και θεωρίας τάς μη εξουσιαζομένας γλώσση σάρκινη ερμηνευθήναι και ιδείν και ακούσαι φωνής της λειτουργίας των πνευματικών και της θεωρίας σον της πεπληρωμένης αγιότητος αξιωθήναι, και ακμήν συν τούτοις πάσι ούχ ικανός ειμί φυλάξαι εμαυτόν εγώ, ο υπάρχων άνθρωπος τέλειος εν Χριστώ, δια το είναι τι έτι, και δια την λεπτότητα αυτού μη δυνάμενον υπό της δυνάμεως μου καταληφθήναι εμοί τω κεκτημένω τον νουν του Χριστού
Λοιπόν Κύριε, δια τούτο χαίρω εν ασθενείαις, εν θλίψεσιν, εν φυλακαίς,εν δεσμοίς, εν ανάγκαις, είτ' εκ της φύσεως, είτ' εκ των υιών της φύσεως, είτ' εκ των εχθρών αυτής, νυν χαίρων υπομένω τάς ασθενείας μου, τούτο δε εστίν εν τοις πειρασμοίς μου, ίνα επισκηνώση επ' εμέ η δύναμις του Θεού. Εάν μετά τούτων απάντων της ράβδου των πειρασμών εγώ δέωμαι, ίνα επαυξήση εν αυτή επ' εμέ η επισκηνωσίς σου και φυλαχθώ εν τω πλησιασμώ σου, εγώ γινώσκω, ότι ουκ έτι σοι αγαπητός πλέον εμού.
Και εκ τούτου υπέρ πολλούς εμεγάλυνάς με. Και ώσπερ εμοί έδωκες γνώναι τάς δυνάμεις σου και θαυμαστάς και ενδόξους, τινι των Αποστόλων των εταίρων μου ουκ έδωκας, και εκάλεσας με σκεύος εκλογής, ως πιστόν φυλάξαι την τάξιν της αγάπης σου δια ταύτα πάντα, και μάλιστα ως προκύπτον και πορευόμενον εις το έμπροσθεν το έργον του κηρύγματος, ει όταν λελυμένος γένωμαι εκ του δεσμού των πειρασμών, εγώ γινώσκω, ότι παρείχες μοι ελευθερίαν, ει ωφελούμην, άλλ' ουκ ηυδόκησας είναι με χωρίς θλίψεως ουδέ μερίμνης εν τω κόσμω τούτω, ηνίκα ουκ έμελλε σοι πλέον μάλιστα πληθύνεσθαι το έργον του κηρύγματος του Ευαγγελίου σου εν τω κόσμω, όσον εγώ ωφεληθώ εν τοις πειρασμοίς μου και όταν η ψυχή μου υγιής φυλαχθή παρά σοι.
Λοιπόν, ω διακριτικέ, εάν τούτο όλον, μεγάλη η δωρεά των πειρασμών ότι, όσον επί πλέον υπεραρθή ο άνθρω¬πος και εισέλθη εις το πνευματικόν, κατά την ομοίωσιν του Παύλου, άκμην χρήζει φόβου και παραφυλακής, και ωφέλειαν τρυγά εκ της απαντήσεως των πειρασμών. Τις εστίν ούτος ο φθάσας εις την χωράν της πεποιθήσεως την πεπληρωμένην σκυλευτών και εδέξατο το μη εκκλίνειν, όπερ τοις αγίοις Αγγέλοις ουκ εδόθη, ίνα μη χωρίς ημών τελειωθώσι, και τούτο εδέ¬ξατο, όπερ εστί πάντων των πνευματικών εναντίον και των σωματικών, και αναλλοίωτος είναι εθέλει όλως και μη προσεγγίσαι αυτώ πειρασμόν τον εν τοις λογισμοίς;
Η τάξις δε τούτου του κόσμου αύτη εστίν η διάνοια, η ως εν πάσαις ταίς γραφαίς λεγομένη, εάν καθ' ημέραν χιλίας καθόδους δεχώμεθα πληγών, ίνα μη μικροψυχήσωμεν και απολειφθώμεν του δρόμου του εν τω σταδίω. Δυνατόν γαρ εστίν εν μιά προφάσει μικρά αρπάσαι την νίκην και δέξασθαι τον στέφανον ημών.
Ούτος ο κόσμος δρόμος εστί του αγώνος και στάδιον των δρόμων, και ούτος ο καιρός της πάλης εστί, και εν τη χώρα, της πάλης και εν τω καιρώ του αγώνος νόμος ου κείται. Τούτο δε εστίν, ότι όρον ου τίθησιν ο βασιλεύς επί τους στρατιώτας αυτού, έως αν πληρωθή ο αγών και συνταχθή έκαστος άνθρωπος προς την θύραν του βασιλέως των βασιλευόντων και δοκιμασθή εκείσε ο υπομείνας εν τω αγώνι, και ου κατεδέξατο ηττηθήναι και όστις έστρεψε τον νώτον εαυτού. Ποσάκις γαρ γίνεται άνθρωπος μη χρησιμεύων τινι και αδιαλείπτως εκ
της αγυμνασίας αυτού έστηκε κεκρατημένος και ερριμμένος, και εν παντί καιρώ εν αδυναμία υπάρχων, εστίν ότε αρπάζει το φλάμουλον εκ της χειρός των υιών του στρατού των γιγάντων και εξάγεται το όνομα αυτού, και επαινείται πολύ πλέον υπέρ τους αγωνιζόμενους και γνωριζομένους εν νίκαις, και υποδέχεται στέφανον και δωρήματα τίμια υπέρ απαντάς τους εταίρους αυτού. Δια τούτο μη στήτω τις άνθρωπος εν απογνώσει μόνον εις την ευχήν μη αμελήσωμεν, και αιτήσασθαι παρά Κυρίου αντίληψιν μη οκνήσωμεν.
Καί τούτο θώμεν εν τω φρονήματι ημών, ότι όσον έσμεν εν τω κόσμω τούτω και εν τη σαρκί καταλελειμμένοι, εάν έως της αψίδος των ουρανών υψωθώμεν, χωρίς έργων και μόχθου γενέσθαι ημάς εν αμεριμνία τε είναι ου δυνάμεθα. Τούτο εστί το τελείωμα' συγχώρησον μοι. Το πλέον δε τούτου με¬λέτη εστί, τουτέστι χωρίς διανοίας.
Τω δε Θεώ ημών είη δόξα και κράτος και μεγαλοπρέπεια εις τους αιώνας. Αμήν.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΝΑ΄: ΠΕΡΙ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΤΡΟΠΩΝ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΤΟΥ ΕΚ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ
ΛΟΓΟΙ ΝΑ'. ΝΒ'. ΝΓ. ΝΔ'
ΠΕΡΙ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΤΡΟΠΩΝ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΤΟΥ ΕΚ ΤΟΥ ΔΙΑΒΟΛΟΥ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΕΝ ΤΗι ΣΤΕΝΗι ΟΔΩι ΤΗι ΥΠΕΡΕΧΟΥΣΗι ΤΟΝ ΚΟΣΜΟΝ ΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΥΣ
Έχει έθος παλαιόν ο διάβολος, ο αντίπαλος ημών τοις εν τω αγώνι τούτω κατιούσι μηχανικώς, διαιρείν τάς πάλας αυτού κατ' αυτών εκ του σχήματος των όπλων αυτού και προς τον σκοπόν των προσώπων αλλάσσει τον τρόπον του αγώνος αυτού.
λογοσ να
Και προς μεν τους όντας ραθύμους τη προαιρέσει και εν τοις λογισμοίς ασθενείς, θεωρεί αυτούς και εξ αρχης πολεμεί αυτούς σφοδρώς, ώστε εγείρειν κατ' αυτών πειρασμούς στερεούς και ισχυρούς, όπως γεύσασθαι αυτούς ποιήση των τρόπων της πονηρίας αυτού εκ της αρχής της οδού, ίνα εκ του πρώτου αγώνος κατάσχη αυτούς δειλία και φανή αυτοίς η οδός αυτών τραχεία και δύσβατος, και είπωσιν ούτως Εάν η αρχή αυτής ούτω δυσχερής και σκληρά, έως του τέλους αυτής τις δύναται απαντήσαι τοις αγώσι τοις πολλοίς, τοις εν μέσω αυτής τεταγμένοις; Και έκτοτε ου δύνανται πάλιν στήναι ή ελθείν εις το έμπρο¬σθεν, αλλ' ουδέ προς άλλο τι ιδείν εκ της επείξεως της φροντί¬δας της περί τούτου.
Και προς ολίγον σφίγγει τον πόλεμον αυτού ο διάβολος προς αυτούς, ίνα ούτω φύγωσι. Μάλλον δε ο Θεός αυτός εστίν ο παραχωρών αυτώ ισχύειν κατ' αυτών και εν μηδενί αυτοίς βοηθών. Διότι εν δισταγμώ και ψυχρότητι εις τον αγώνα του Κυρίου εισήλθον. Λέγει γαρ, «επικατάρατος πάς ο ποιών τα έργα Κυρίου αμελώς, και κωλύει την χείρα εκ του αίματος» • και πάλιν, «εγγύς Κύριος τοις φοβουμένοις αυτόν». Άνευ γαρ φόβου και ψυχρότητος απαντήσαι τω διαβόλω επιτρέπει ο Θεός, λέγων «άρξαι τοίνυν του απολέσαι αυτόν και όρμησον κατ' αυτού προς πόλεμον, και συμπλάκηθι αυτώ ανδρείως. Και άρξομαι επιθείναι τον φόβον σου επί πάντας τους εχθρούς σου τους υποκάτω του ουρανού, λέγει Κύριος». Εάν γαρ μη αποθάνης θάνατον αισθητόν εκουσίως υπέρ της αγαθότητος του , ακουσίως μέλλεις αποθανείν εκ του Θεού νοητώς.
Όπερ ούν εστί μέρος σου, μη δυσχεράνης δέξαθαι υπέρ αύτου εκουσίως πρόσκαιρα παθήματα και εισελθείν εις την δόξαν του Θεού. Εάν γαρ εν τω αγώνι του Κυρίου αποθάνης σωματικώς, αυτός σε ο Κύριος στέφανοι και τοις λειψάνοις σου τοις τιμίοις παρέχει ο Θεός την τιμήν των μαρτύρων.
Διά τούτο, ως προείπον, ότι οι εν προοιμίοις αυτών αμελείς και χαύνοι και μη βιασθέντες προς θάνατον δούναι εαυτούς, εντεύθεν εν πάσι τοις πολέμοις ευρίσκονται ελάχιστοι και ουκ ανδρείοι' μάλλον δε ο Θεός παραχωρεί αυτούς διωχθήναι και πολεμηθήναι διότι ουκ εν αληθεία εξεζήτησαν αυτόν, αλλ' ως πειράζοντες και χλευάζοντες εδοκίμασαν τελειώσαι το έργον του Θεού. Δια τούτο και αυτός ο διάβολος εξ αρχής εγνώρισεν αυτούς και εδοκίμασε τους λογισμούς αυτών, οποίοι εισί, τουτέστι δειλοί και φίλαυτοι, και μάλλον φειδόμενοι του σώματος αυτών. Δια τούτο ως εν καταιγίδι καταδιώκει αυτούς, διότι δύναμιν νοητήν, ήνπερ έχει έθος θεωρείν εν τοις αγίοις, ου θεωρεί εν αυτοίς. Προς την προαίρεσιν γαρ του ανθρώπου την προς τον Θεόν και την πρόθεσιν την προς τον σκοπόν τον δι' αυτόν, ούτω συνεργεί αυτώ ο Θεός και βοηθεί και δεικνύει αυτώ την πρόνοιαν αυτού. Ου δύναται γαρ ο διάβολος προσεγγίσαι τω ανθρώπω ή προσενέγκαι αυτώ πειρασμούς, ει μη αμελήση ή και παραχωρήση αυτόν ο Θεός, ή εάν χαυνώση αυ¬τόν εις αισχρούς λογισμούς από οιήσεως και επάρσεως, ή από λογισμού δισταγμού και διψυχίας. Τους τοιούτους ο διάβολος εξαιτείται του περάσαι.
Τους δε αρχαρίους και απλούς και απείρους ουκ εξαιτείται παρά του Θεού, ώσπερ τους αγίους και μεγάλους, του πειράσαι αυτούς. Διότι γινώσκει, ότι ου παραχωρεί αυτούς ο Θεός πεσείν εις τάς χείρας αυτού. Οίδε γαρ ό Θεός, ότι ούχ ικανούσι προς τους πειρασμούς του διαβόλου, ει μη σχώσι μίαν αιτίαν εκ των αιτίων, ων προείπον. Και τότε η δύναμις της προ¬νοίας του Θεού μακρύνεται εξ αυτών.
Ούτος εστίν ο εις τρόπος των πολέμων του διαβόλου.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΝΒ': ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΤΡΟΠΟΥ, ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΨΥΧΡΟΥΣ
Ους δε ανδρείους και δυνατούς θεωρεί ό διάβολος, και τον θάνατον εις ουδέν λογιζομένους και εν μεγάλω ζήλω εξελθόντας και εις πάντα πειρασμόν και θάνατον εκδεδωκότας εαυτούς και καταφρονούντας της ζωής του κόσμου και του σώματος και πάντων των πειρασμών, τούτοις ουκ απαντά παραυτίκα ο διάβολος, ουδέ δεικνύει εαυτόν τού¬τοις ως επί πολύ, αλλά συστέλλει εαυτόν και τόπον δίδωσιν αυτοίς και ουκ απαντά αυτοίς προς την πρώτην ορμήν αυτών, ουδέ παρατάσσεται προς αυτούς εις πόλεμον. Γινώσκει γαρ, ότι πάσα αρχή θερμότερα υπάρχει του πολέμου και οίδεν ότι πολύν ζήλον έχει ο αγωνιστής, και ούχ ως έτυχε νικώνται οι ζηλωταί των πολεμιστών.
Καί ούχ ως δειλιών ο διάβολος ποιεί τούτο, αλλ' εκ της περικειμένης αυτοίς θείας δυνάμεως της φοβεριζούσης αυτόν εκφοβείται. Όσον ούν θεωρεί αυτούς ούτως, ου τολμά προσψαύσαι αυτοίς, έως ότου ίδη αυτούς ψυχρανθέντας εκ του ζήλου αυτών και απορρίψαντας τα όπλα, άπερ εαυτοίς ητοίμασαν εν ταίς εαυτών διανοίαις εν τη αλλοιώσει των θείων λό¬γων και των μνημών των συνεργουσών και βοηθουσών αυτοίς. Και προσέχει εις τον καιρόν της ραθυμίας αυτών, και όταν στραφώσι μικρόν εκ των προτέρων λογισμών αυτών και αυτοί αφ' εαυτών άρξονται εφευρίσκειν εφευρέσεις της ήττης αυτών εκ των κολακευμάτων του φρονήματος αυτών, των βρυόντων εν αυτοίς και άφ' εαυτών αυτοί ορύσσουσι βόθρον απώλειας ταίς ψυχαίς αυτών εκ του μετεωρισμού των λογισμών, του εκ της οκνηρίας γινομένου, αφ' ων η ψυχρότης έβασίλευσεν εν αυτοίς ήτοι εν ταίς διανοίαις και ταίς καρδίαις αυτών.
Καί ταύτα μεν ο διάβολος ούχ εκουσίως ποιεί, ηνίκα εμποδίζεται του πολεμείν αυτούς, η ως φειδόμενος αυτών, ουδέ αίσχυνόμενος παρ' αυτών, είς ουδέν γαρ έχει αυτούς. Αλλά λογίζομαι, ότι δύναμίς τις περικυκλοί τους εν θερμότητι ζήλου διακειμένους προς τον Θεόν, και τους νηπιωδώς εξερχό¬μενους και αλογίστως αποτασσομένους, ελπίζοντας δε είς τον Θεόν και πιστεύοντας και αγνοούντας προς τίνα την πάλην έχουσι. Δια τούτο διώκει ο Θεός την δεινότητα της πονηρίας αυτού εξ αυτών, του μη εγγίσαι αυτοίς. Χαλινούται γαρ ο εχθρός θεωρών τον φύλακα, τον αεί αυτούς φυλάττοντα. Εάν γαρ τάς αίτιας της βοηθείας εξ αυτών μη απορρίψωσιν, αιτινές είσι δεήσεις και κόποι και ταπεινοφροσύνη, ο αντιλήπτωρ και βοηθός ουκ αναχωρεί εξ αυτών ποτέ.
Βλέπε και γράψον ταύτα είς την καρδίαν σου, ότι η φιληδονία και το αγαπάν την ανάπαυσιν αίτια εστί της παραχωρήσεως. Εάν δε τις εκ τούτων υπομείνη ισχυρώς εγκρατευόμενος, εκ της συνεργίας του Θεού ουδέποτε απολιμπάνεται, και ο εχθρός ου συγχωρείται προσβαλείν αυτώ. Και εάν άπαξ συγχωρηθή προσβαλείν αυτώ προς παιδείαν, αλλ ακολουθεί αυτώ και συνέχει αυτόν η αγία δύναμις, και ου φοβείται τους πειρασμούς των δαιμόνων, διότι ο λογισμός αυτού θαρρεί και καταφρονεί αυτών δι' αυτήν.
Αύτη γαρ η θεία δύναμις εκδιδάσκει τους ανθρώπους ώσπερ τις εκδιδάσκει τινά νεώτερον μικρόν το πλεύσαι και όταν άρξηται ποντίζεσθαι αναφέρει αυτόν διότι επάνωθεν των χειρών του διδάσκοντος αυτόν πλέει ο νεώτερος. Και όταν άρξηται ολιγωρείν, ίνα μη βυθισθή αυτός ο βαστάζων αυτόν εν ταίς χερσίν αυτού επιφωνεί αυτώ παραθαρύνων, Μη φοβού, εγώ βαστάζω σε. Και ώσπερ μήτηρ διδάσκει τον υιόν αυτής τον μικρόν το περιπατείν και μακρύνει εαυτήν εξ αυτού και προσκαλείται αυτόν, όταν δε αυτός ερχόμενος προς την μητέρα αυτού άρξηται τρέμειν και δια την απαλότητα και τρυφερότητα των ποδών και μελών πίπτειν, τρέχει η μήτηρ αυτού και βα¬στάζει αυτόν εν ταίς αγκάλαις αυτής, ούτω και η χάρις του Θεού βαστάζει και διδάσκει τους ανθρώπους, τους καθαρώς και μετά απλότητος εκδεδωκότας εαυτούς εις χείρας του πλάστου αυτών, και τους εξ όλης καρδίας τω κόσμω αποταξαμένους και οπίσω αυτού πορευομένους.
Συ δε, ω άνθρωπε, εξερχόμενος οπίσω του Θεού, εν παντί καιρώ του αγώνος σου αεί της αρχής μνημόνευε και του πρώτου ζήλου της αρχής της οδού και των θερμών λογισμών, μεθ' ων εξήλθες εν προοιμίοις έχων εκ του οίκου σου, και ήνεγκας σεαυτόν εις την παράταξιν του πολέμου. Ούτω δοκί¬μασαν σεαυτόν καθ εκάστην ημέραν όπως μη ψυχρανθή η θερμότης της ψυχής σου εκ του ζήλου του εξαφθέντος εν σοι εξ αρχής, μήπως ζημιωθής τίνος των όπλων, ων ης ενδεδυμένος εν αρχή του αγώνος σου. Και ύψωσον αεί την φωνήν σου εντός της παρεμβολής και τα τέκνα των δεξιών, ήγουν τους οικείους λογισμούς θάρσυνον και ανδρείωσον και δείξον τοις άλλοις, ήτοι τω μέρει του εναντίου, ότι νηφάλιος ει.Και εάν ούν εν προοιμίοις οράς ορμήν φοβερίζουσάν τε του πειράζοντας, μη χαυνωθής. Ίσως αύτη συμφέρει σοι. Ου γαρ παραχωρεί δωρεάν ο σώζων σε τίνα προσεγγίσαι σοι, ει μη οικονομίαν τινά προξένων προς το συμφέρον σοι.
Αλλά μη δείξης ραθυμίαν εξ αρχής, ίνα μη, δείξας ώδε ραθυμίαν, εις τούμπροσθεν βαίνων καταπέσης και μηκέτι ευρήσης αντιστήναι ταίς επερχομέναις σοι λύπαις λέγω δη εκ του λιμού και της ασθενείας και εκ των φοβερών φαντασιών και των λοιπών. Μη στρέψης τον τρόπον του αγωνοθέτου σου, ότι βοηθειαν κατά του εναντίου προξενεί σοι, όπως μη εύρη σε ο εχθρός σου ως προσδοκά. Αλλά παρακάλεσον τον Θεόν αδιαλείπτως, και κλαύσον ενώπιον της χάριτος αυτού και πένθησον και μόχθησον, έως αν εξαποστείλη σοι βοηθόν. Εάν γαρ άπαξ ίδης τον σώζοντα σε πλησίον σου, ουκ έτι ηττηθήση εκ του εχθρού σου του εναντιουμένου σοι. Ούτοι οι δύο τρόποι της πάλης του διαβόλου έως ώδε.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΝΓ': ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ ΤΡΟΠΟΥ, ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΔΥΝΑΤΟΥΣ
Όταν ούν μετά ταύτα πάντα επαναστή ο διάβολος τινι και ου δύναται προς αυτόν εν αγώνι, μάλλον δε προς τον ενισχύοντα αυτόν και βοηθούντα αυτώ, δι' όν ο άν¬θρωπος κατεπαίρεται αυτού και λαμβάνει παρ' αυτού δύναμιν και υπομονήν, ώστε το παχυμερές σώμα και υλικόν νικήσαι τον ασώματον και νοερόν, ηνίκα ούν ίδη ο εχθρός πασαν ταύτην την δύναμιν, ήνπερ εδέξατο ο άνθρωπος εκ του Θεού, και τάς έξω αισθήσεις αυτού εκ των ορωμένων πραγμάτων και των φωνών των ακουομένων μη ηττωμένας και τους λογισμούς αυτού υπό των κολακευμάτων και θωπευμάτων αυτού μη χαυνουμένους, τότε λοιπόν επιθυμεί ο δόλιος ζητήσαι τρό¬πον τινά του αποστήσαι τον βοηθούντα τον άνθρωπον, τον άγγελον εκείνον άπ' αυτού. Μάλλον δε επιθυμεί ο δόλιος τυφλώσαι τον νουν του ανθρώπου και βοηθούμενου, και εύρεθηναι αυτόν αβοήθητον, και κινήσαι εν αυτώ λογισμούς υπερηφανίας, ίνα δοκή, ότι υπό της εαυτού δυνάμεως όλη η ισχύς αύτη και αυτός εαυτώ τον πλούτον τούτον εκτήσατο και τη δυνάμει αυ¬τού εφύλαξεν εαυτόν εκ του εναντίου και φονευτού.
Και ποτέ μεν λογίζεται, ότι εκ συμβεβηκότος ενίκησε τον εχθρόν, ποτέ δε, ότι δια την αδυναμίαν του εχθρού, και σιωπώ περί των άλλων τρόπων και των λογισμών της βλα¬σφημίας, εξ ων εμπίπτει εις φόβον η ψυχή εκ της μνημης αυτών και μόνον ποτέ δε εν σχήματι των αποκαλύψεων των εκ του Θεού την πλάνην αυτού εις το μέσον φέρει και εν τοις ενυπνίοις αυτού δεικνύει αυτώ πράγματα. Και πάλιν εν εγρηγόρσει μορφούται εις άγγελον φωτός και πάντα ποιεί, ίνα δυνηθή πείσαι τον άνθρωπον κατά μικρόν και μικρόν συμφρονήσαι αυτώ,ίνα παραδοθή εις χείρας αυτού.
Εαν δε κρατήση τους λογισμούς αυτού εν ασφαλεία ο φρόνιμος άνθρωπος, μάλλον δε κράτηση την μνήμην του συνεργούντος αυτώ και ατενίση εις τον ουρανόν το όμμα της καρδίας αυτού, ίνα μη βλέπη τους ψιθυρίζοντας ταύτα εν αυτώ, πάλιν ο εχθρός επιτηδεύεται μηχανήσασθαι άλλους τρόπους.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΝΔ΄: ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΤΕΤΑΡΤΟΥ ΤΡΟΠΟΥ, ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΔΟΚΙΜΟΥΣ
Λοιπόν τούτο μόνον υπελείφθη αυτώ διότι συγγένειαν έχει η φύσις προς αυτό και δια τούτο εξαιρέτως εκδέχεται ποιήσασθαι τον αφανιμόν του ανθρώπου εν αυτώ. Ποίον δε εστί το μηχάνημα; Τούτο εστίν το προβάλλειν τω ανθρώπω εν ταίς φυσικαίς χρείαις αυτού. Πολλάκις γαρ τυφλούται ο νους του αθλητού εκ της οράσεως και του πλησιασμού των αισθητών πραγμάτων, και ευχερώς εν τω αγώνι ηττάται, όταν πλησίον αυτών γένηται, πολύ δε μάλλον, όταν ευρεθώσι κατέναντι των οφθαλμών αυτού.
Εν γνώσει γαρ και πείρα χρήται τη μεθόδω ταύτη ο διάβολος ο δεινός ήγουν εκ της πείρας της μετά των πολλών αγωνιστών και ισχυρών και δυνατών, των εν τούτοις εκπεσόντων, και τούτο σοφιστικώς ποιών. Καν γαρ μη δυνηθή πρακτικώς ποιήσαι τον άνθρωπον ενεργήσαι, δια την ασφάλειαν της ησυχίας αυτού και δια την άποχην της κατοικήσεως αυτού εκ των αφορμών και αιτιών, όμως αγωνίζεται φαντάσαι τον νουν αυτών, γαργαλίζων αυτούς, κινήσεις κινών εν αυτοίς του διαλογίζεσθαι αυτούς εν τοις αισχροίς λογισμοίς και συγκατατίθεσθαι και γενέσθαι υπευθύνους, ώστε αποστήναι απ' αυτών τον βοηθόν αυτών.
Επίσταται γαρ, ότι η νίκη του ανθρώπου και η ήττα αυτού και ο θησαυρός αυτού και η αντίληψις αυτού και πάντα τα του ασκητού εν τω λογισμώ αυτού συνίστανται και εν μικρώ νεύματι γίνεται, ίνα μόνον ο λογισμός εκ του τόπου κινηθή και προαιρέσει δείξει ροπή νεύματος την συγκατάθεση και εξ εκείνου του ύψους εις την γην κατέλθη, ως συνέβη πολλοίς των αγίων εν φαντασίαις κάλλους γυναικών. Πολλάκις δε και τους πλησιάζοντας κόσμω, ως από μιλίου ή δύο ή και δια¬στήματος ημέρας, αυτάς τάς γυναίκας εν αληθεία ετροπεύσατο αγαγείν προς αυτούς. Τους δε απέχοντας εκ του κόσμου επεί ου δύναται παγιδεύσαι, εν φαντασίαις δεικνύει αυτοίς το κάλλος των γυναικών, ποτέ μεν εν καλλώπισμώ ιματίων και θεωρία ασελγείας, ποτέ δε εν σχήματι γυμνής γυναικός δεικνύων αυτοίς απρεπώς. Δια γαρ τούτων και των τοιούτων, τους μεν ενίκησεν εις αυτό το πράγμα, οι δε εν φαντασίαις ενεπαίχθησαν δια την ραθυμίαν των λογισμών αυτών, ώστε εις απογνώσεως βυθόν ελθείν αυτούς, και προς τον κόσμον εξέκλιναν και της επουρανίου ελπίδος εξέπεσον αι ψυχαί αυτών.
Άλλοι δε ισχυρότεροι αυτών και υπό της χάριτος πεφωτισμένοι, ενίκησαν αυτόν και τάς φαντασίας αυτού και επάτησαν τάς του σώματος ηδονάς και ευρέθησαν δόκιμοι εν τη αγάπη του Θεού. Και πολλάκις φαντασίας χρυσίου και τιμίων πραγμάτων και θησαυρούς χρυσούς εφάντασεν αυτούς, και εστίν ότε εν αληθεία υπέδειξεν αυτοίς ταύτα, ίνα δια των τοιού¬των διαφόρων φαντασιών, ίσως δυνηθή εμποδίσαι τινά εξ αυτών εκ του δρόμου αυτού και υποσκελίσαι αυτόν δια μιας των παγίδων και των δικτύων αυτού.
Αλλά Κύριε, Κύριε, μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμούς τοιούτους, ο γινώσκων την ασθένειαν ημών, εξ ων μόλις δυνατοί και δόκιμοι εξέρχονται εκ της τοιαύτης πλάνης νική¬σαντες
Και ταύτα όλα παραχωρείται ο πειράζων διάβολος πολεμήσαι προς τους αγίους εν πειρασμοίς, ίνα δοκιμασθή η αγάπη του Θεού η εν αυτοίς εν τοις τοιούτοις πειρασμοίς, εάν δια την αποχήν των τοιούτων πραγμάτων και αναχώρησιν και στέρησιν και απορίαν αυτών φιλόθεοι υπάρχωσι και εμμένωσιν εν τη αγάπη του Θεού και εξ αληθείας τον Θεόν αγαπώσι, και καν πλησιάσωσι τοις πράγμασι τούτοις, αγωνίζονται καταφρονήσαι και εξουθενήσαι αυτά δια την αγάπην του Θεού. Κολακευόμενοι ύπ' αυτών, ούχ ηττώνται υπ' αυτών, και ούτω πειράζονται, ουχί δια τούτο μόνον ίνα γνωσθώσι τω Θεώ, αλλά και αυτώ τω διαβόλω. Ότι επιποθεί πολλά πειράσαι και δοκιμάσαι πάντας, ει ενεδέχετο και εξαιτήσασθαι αυτούς παρά του Θεού του πειράσαι αυτούς, ώσπερ τον δίκαιον Ιώβ εξητήσατο.
Και ηνίκα μικρά παραχώρησις του Θεού γένηται, προσεγ¬γίζει πειράζων ο διάβολος σφοδρώς, κατά την αναλογίαν της ποσότητος της δυνάμεως των πειραζομένων υπ' αυτού, και ου προσβάλλει ο άνομος διάβολος κατά την επιθυμίαν αυτού. Και εκ τούτου δοκιμάζονται οι αληθινοί και βέβαιοι εν τη του Θεού αγάπη, ει όλων τούτων καταφρονούσι και ως ουδέν λογί¬ζονται ταύτα κατέναντι των οφθαλμών αυτών προς σύγκρισιν της αγάπης του Θεού. Και ταπεινούντες εαυτούς αεί και τω εις πάντα συνεργούντι αυτοίς και αιτίω της νίκης αυτών αποδίδον¬τες την δόξαν και εις τάς χείρας αυτού παραδίδοντες εαυτούς εν τω αγώνι, λέγοντες τω Θεώ, ότι,
Σύ ει ο δυνατός, Κύριε, και σος εστίν ο αγών, πολέμησον και νίκησον εν αυτώ, Κύριε, υπέρ ημών, τότε δοκιμάζονται ως χρυσός εν χωνευτηρίω ούτοι.
Οίτίνες δε είσι κίβδηλοι, εν τοις τοιούτοις πειρασμοίς δοκιμάζονται και γνωρίζονται και πίπτουσιν εκ του Θεού ως σκύβαλα, δεδωκότες χωράν τω εχθρώ αυτών και εξέρχονται υπεύθυνοι δια την ραθυμίαν της διανοίας αυτών η δια την υπερηφανίαν αυτών ότι ουκ ηξιώθησαν δέξασθαι την δύναμιν, ήνπερ είχον οι άγιοι ενεργούσαν εν αυτοίς, διότι ούχ ηττάται η δύναμις η συνεργούσα ημίν. Εστί γαρ και παντοδύναμος ο Κύ-ριος και ισχυρότερος πάντων και εν παντί καιρώ νικητής εν τω σώματι τω θνητώ, όταν συγκατέλθη αυτοίς εν τω πολεμώ. Εάν δε και νικηθώσι, δήλον ότι εκτός αυτού νικώνται.
Ούτοι είσιν οι γυμνούντες εαυτούς τη προαιρέσει αυτών εξ αυτού δια την αγνωμοσύνην αυτών, ότι ουκ ηξιώθησαν της δυνάμεως της αντιλαμβανόμενης των νικητών, αλλά και αυτής της δυνάμεως αυτών της συνήθως και ιδίας, ης είχον εν τοις καιροίς των πολέμων αυτών των σφοδρών, αισθάνονται εαυτούς κενούς είναι εξ αυτής. Πώς δε αισθάνονται; θεωρούσι την πτώσιν αυτών ηδείαν και γλυκείαν εν οφθαλμοίς αυτών και ότι δύσκολον εστίν υπομείναι αυτούς την δυσχέρειαν του αγώ¬νος του εχθρού αυτών, ην ενίκων έκπαλαι καθαρώς μετά ζηλου εκ της ορμής της κινήσεως της φύσεως, ης είχον εν τω καιρώ εκείνω μετά θερμότητος και οξύτητος. Και ταύτα εν τη ψυχή αυτών νυν ούχ ευρίσκουσι.
Και οι μεν εν ταίς αρχαίς αυτών ράθυμοι και χαύνοι υπάρχοντες, ου μόνον εκ των αγώνων τούτων και των τοιού¬των, αλλά και από ήχου φύλλου δένδρου δειλιώσι και ταράσ¬σονται και από μικράς ανάγκης της από της χρείας του λιμού και από μικράς ασθενείας νικώνται και απαρνούνται και εις τα οπίσω στρέφονται. Οι δε αληθινοί και δόκιμοι ουδέ εκ του χόρ¬του και του λάχανου χορτάζονται, ουδέ διαιτώμενοι ρίζαις βο¬τάνων ξηρών προ της νενομισμένης ώρας της τροφής καταδέ¬χονται τίνος γεύσασθαι, αλλά και χαμευνούσιν εν ατονία όντες του σώματος και αμβλυωπούσιν οι οφθαλμοί αυτών εκ της άγαν κενώσεως του σώματος καν δε εκ της ανάγκης εγγίση εξελθείν εκ του σώματος, ουδέ ούτω χείρα δίδουσιν ηττηθήναι και πεσείν εκ της ερρωμένης προαιρέσεως. Ποθούσι γαρ και εφίενται του βιάσασθαι εαυτούς δια την αγάπην του Θεού και κοπιών υπέρ της αρετής αιρούνται ή την πρόσκαιρον ζωήν έχειν και πάσαν ανάπαυσιν την εν αυτή. Και όταν επέλθωσιν αυτοίς οι πειρασμοί, μάλλον ευφραίνονται και έτι εν αυτοίς τέλειοι γί¬νονται. Αλλ' ουδέ εκ των μοχθηρών κόπων των γινομένων αυτοίς διστάζουσιν εν τη αγάπη του Χριστού, άλλ' έως αν εκλείψωσιν εκ της ζωής, προθυμούνται δέξασθαι γενναίως τάς επη¬ρείας και ουκ αναχωρούσιν, ότι εν αυτοίς τέλειοι γίνονται.
Τω δε Θεώ ημών είη δόξα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΝΕ': ΠΕΡΙ ΠΑΘΩΝ
Ω τί γλυκείαι εισίν αι αφορμαί των παθών! Τα μεν γαρ πάθη ενίοτε δύναται τις κόψαι και εν τω μακρυσμώ αυτών γαληνιά και ευφραίνεται εν τω παύεσθαι αυτά, τάς μέντοι αιτίας λιπείν ου δύναται. Δια τούτο μη θέλοντες πειραζόμεθα. Και εν μεν τοις πάθεσι λυπούμεθα, τάς δε αφορμάς εμμένειν εν ημίν αγαπώμεν τάς αμαρτίας ουκ εφιέμεθα, τάς δε επιφερούσας ημίν αυτάς αιτίας μεθ' ηδονής δεχόμεθα. Τούτου ένεκεν παραίτιοι γίνονται τη ενεργεία αί δεύτεραι των πρώτων.
Ο τάς αφορμάς των παθών αγαπών υποχείριος εστίν άκων και μη βουλόμενος, και δεδούλωται τοις πάθεσιν. Ο μι¬σών τάς ιδίας αμαρτίας παύσεται άπ' αυτών, και ο ομολογών αυτάς, τεύξεται της αφέσεως. Αδύνατον δε τινι την έξιν της αμαρτίας καταλιπείν, πριν έχθραν κτήσηται μετ αυτής και αφέ¬σεως τυχείν προ της των πλημμελημάτων εξομολογήσεως. Η μεν γαρ ταπεινώσεως εστίν αληθούς αιτία, η δε κατανύξεως, από αισχύνης ακολουθούσης τη καρδία.
Εάν μη μισήσωμεν τα μέμψεως άξια, ου δυνάμεθα αισθάνεσθαι της δυσωδίας της ενεργείας αυτών, ουδέ του βρώμου αυτών εν όσω φέρομεν ταύτα εν ταίς ιδίαις ψυχαίς. Έως ην απορρίψης το άτοπον εκ σου, ου γνώση ποία αισχύνη περιπεπλεγμένος εί, ουδέ την εξ αυτής ερυθρίασιν. Όταν δε εν άλλοις κατίδης το σον φορτίον, τότε μαθήση την επικειμένην σοι αισχύνην. Απόστα του κόσμου και τηνικαύτα γνώση το δυσώδες αυτού. Εάν γαρ μη αποστής, ου μη μάθης πώς, αλλά μάλλον και ως όσμην καλήν περιβάλεις την δυσωδίαν αυτού και την γύμνωσιν της σης αισχύνης ως καταπέταμα δόξης λογίση.
Μακάριος μακρυνθείς από του κόσμου και του σκότους αυτού και μόνω προσεσχηκώς εαυτώ. Ου γαρ δύναται η διόρασις ούτε η διάκρισις ενεργήσαι ή υπουργήσαι τω εν μέσω των ματαίων ανατρεφομένω. Πώς γαρ η θολουμένη τούτου διάκρισις διακρίναι δυνηθείη το δέον; Μακάριος ο καταλείψας την κάρωσιν της μέθης αυτού και το ακόρεστον της κραιπάλης αυτού εν άλλοις κατιδών οποίον εστί. Τότε γαρ γνώσετε την ιδίαν αίσχύνην. Εν όσω δε τις την κραιπάλην της μέθης των αμαρτιών αυτού εν εαυτώ φέρει, ως ευπρεπή φαίνονται πάντα αυτώ τα υπ ' αυτού πραττόμενα. Όταν γαρ η φύσις έξω γένηται της ιδίας τάξεως, εξίσου εστίν, είτε οίνω είτε επιθυμίαις μεμεθυσμένη η. Διότι αμφότερα του καθηκοντος εκβάλλουσι και μίαν έκκαυσιν αμφότερα κινούσι εν τω σώματι, εν ω φέρονται. Οι μεν γαρ τρόποι διάφοροι, το δε συγκέρασμα εν. Και η μετάθεσις μεν μία, αι δε διαφοραί των αιτιών άνισοι τυγχάνουσι, διακρίνονται δε και κατά την υποδοχήν έκαστου.
Πάση ανέσει έπεται ταλαιπωρία και πάση δια Θεόν ταλαιπωρία, άνεσις ακολουθεί. Ει πάντα τα εν τω κόσμωτούτω φθορά υπόκειται, και η φθορά δια των εναντίων γίνεται,ή ενθάδε ή εν τω μέλλοντι αιώνι ή εν τω καιρώ της εξόδου.
Και μάλιστα τη εξ ακολασίας ηδονή ή τη κακοπαθεία τή εναντιουμένη τη ηδονή ταύτη, τη γινομένη δια αγιασμού και τούτο υπό φιλανθρωπίας οικονομεί ο Θεός ή εν αυτή τη οδώ ή εν τω τέλει αυτής γεύσαθαι της κολάσεως και της χαράς δια το πλούσιον αυτού έλεος ταύτην ως τίνα αμοιβήν, την δε ως αρραβώνα. Διότι ου κωλύει το κέρδος του αγαθού μέχρι της εσχάτης ώρας. Το μέντοι κακόν και κωλύει, δια το κακωθήναι τον άξιον κολάσεως, ως γέγραπται ο παιδευόμενος ενταύθα δια την ιδίαν αισχύνην, εκ της ιδίας γεέννης εσθίει.
Παραφυλάττου εκ του ιδίου αυτεξουσίου του προηγουμένουτης πονηράς δουλείας. Παραφυλάττου εκ της παρακλήσεως της προηγουμένης του πολέμου. Παραφυλάττου εκ τηςγνώσεως της προηγουμένης της των πειρασμών απαντήσεως,ως επί το πλείστον δε εκ της εφέσεως της προ της τελειώσεως της μετανοίας. Ει γαρ πάντες αμαρτωλοί εσμέν και ουδείς υπέρτερος των πειρασμών, ουδεμία άρα των αρετών υψηλότε¬ρα της μετανοίας, ότι ουδέ τελειωθήναι δύναται το έργον αυτής πώποτε' προήκει γαρ αύτη πάσιν, αμαρτωλοίς και δικαίοις πάντοτε, τοις βουλομένοις σωτηρίας τυχείν, και ουδείς εστίν όρος τελειώσεως, ότι η τελειότης και των τελείων όντως ατέλεστος. Δια τοι τούτο η μετάνοια ούτε καιροίς ούτε πράξει περιορίζεται έως θανάτου. Μνημόνευε ότι πάση ηδονή επομένη εστίν η αηδία και πικρότης ως δευτερεύουσα.
Παραφυλάττου από της χαράς της μη έχούσης συνεζευγμένην την αιτίαν της αλλοιώσεως. Πάν γαρ ό κεκρυμμένηνάνωθεν την οικονομίαν έχει, ου δύναται καταλαβείν ούτεγνώναι τον όρον και την αίτίαν της αλλοιώσεως αυτού. Άπ'εκείνων φόβου, ων υπολαμβάνεις ορθότητα έχειν. Διότι έξωθεντης οδού λέγεται τούτων οδεύειν. Εκείνος ο εν σοφία ειδώςδιοικήσαι την ολκάδα του κόσμου, αλλοίωσιν συνέμιξε πάσιτοις αυτού, και το έξωθεν τούτου σκίασμα εστίν.
Έπεται τη ανέσει των μελών η των λογισμών έκστασις καιφύρσις, και τη αμέτρω εργασία, ακηδία, και τη ακηδίαέκστασις. Διαφέρει δε έκστασις εκστάσεως. Τη μεν γαρ πρώτητη εκ της ανέσεως εκστάσει έπεται ο πόλεμος της πορνείας, τηδε δευτέρα τη εκ της ακηδίας η του ιδίου ησυχαστηρίου κατάληψις και από τόπου εις τόπον μετακίνησις. Τη δε εμμέτρω και επιπόνως διαμενούση εργασία τιμή ουκ εστί. Τούτων δε η μείωσις μεν πληθύνει την ηδονήν, η αμετρία δε την έκστασιν.
Υπόμεινον την αφροσύνην της φύσεως σου, την εν σοι νικώσαν σε, αδελφέ, διότι ηυτρέπισε γενέσθαι εν εκείνη τη σοφία τη αΐδιον εχούση της αρχής τον στέφανον. Μη δειλιάσης εκ της ταραχης του αδαμιαίου σώματος, του εύτρεπισθέντος γενέσθαι εν τη τροφη εκείνη, ης η γνώσις ενθάδε έξωθεν του νοός των σαρκικών τυγχάνει. Ηνίκα αν επιστή η ουράνιος εικών,ήτις εστίν ο βασιλεύς της ειρήνης, μη ταραχθής εξ εναντίας της αλλοιώσεως της ταραχης της φύσεως. Διότι πρόσκαιρος εστίν η εν τούτω κακοπάθεια τω μεθ' ηδονης υποδεχομένω αυτήν. Εοίκασι γαρ κυναρίοις τα πάθη, τοις ειωθόσι σχολάζειν τοις μακελλαρίοις, άτινα μόνη φωνή αποδιδράσκουσιν, αμελούμενα δε ως λέοντες παμμεγέθεις επέρχονται.
Εξουδένωσον την μικράν επιθυμίαν, ίνα μη ενθυμηθής την σφοδρότητα της πυρώσεως αυτής. Διότι η υπέρ των μικρών πραγμάτων υπομονή των μεγάλων πραγμάτων τον κίνδυνον αποσοβεί. Αδύνατον γαρ κατακρατήσαι των μεγάλων πραγμάτων, εάν μη νικήσης τα ευτελέστερα.
Μνημόνευε της τάξεως, εν η μέλλεις γενέσθαι, ώ αδελφέ, ης ουκ εστίν η ζωή, ως η δια των χυμών έρπουσα και κινουμένη, δι' ης συντρίβεται η θνητότης. Και ουκ εστίν εν αυτή πύρωσις της συγκράσεως, ητις σύγκρασις τη κολακεία, της ηδονης κόπον παρέχει τη νηπιώδει φύσει Υπόμεινον τον μόχθον του αγώνος, εις όν προς δοκιμασίαν εισήχθης, ίνα λάβης παρά Θεού στέφανον, και αναπαύση, διαπεράσας εκ τούδε του κόσμου. Μνημόνευε και της ανέσεως εκείνης, ητις ουκ έχει πέρας, και της ζωής της ακολακεύτου και της τάξεως της τελείας και της αμετακινήτου οικονομίας και της αιχμαλωσίας της καταναγκαζούσης αγαπήσαι τον Θεόν, της κυριευούσης της φύσεως.
Ης αξιωθείημεν χάριτι Χριστού, ω η δόξα συν τω ανάρχω Πατρί και τω παναγίω Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας. Αμήν.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΝΣΤ': ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΤΙ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΣ ΣΥΝΕΧΩΡΗΣΕΝ Ο ΘΕΟΣ ΤΗΝ ΨΥΧΗΝ ΔΕΚΤΙΚΗΝ ΕΙΝΑΙ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ
ΕΝ Ωι ΚΑΙ ΠΕΡΙ ΑΣΚΗΤΙΚΩΝ ΕΡΓΑΣΙΩΝ
Το εν τινι συμπτώματι της αμαρτίας ολισθαίνειν δηλωτιν εστί της φυσικής ασθενείας. Διότι συμφερόντως συνεχώρησεν ο Θεός την ψυχήν δεκτικήν αυτήν είναι των παθών ου γαρ συνείδεν ανωτέραν τούτων αυτήν καθιστάναι προ της δευτέρας παλιγγενεσίας. Το δεκτικήν είναι των πα¬θών ωφέλιμον προς την της συνειδησεως κατακέντησιν.Το μέντοι διαμείναι εν τούτοις αναιδές και αναίσχυντον. Τρεις τρό¬ποι εισί, δι'ών πάσα ψυχή λογική τω Θεώ προσεγγίσαι δύναται ή δια θερμότητος πίστεως ή δια φόβου ή δια παιδείας Κυρίου. Ουδείς δε δύναται προσεγγίσαι τη του Θεού αγάπη, ει μη προηγήσηται εις των τριών τρόπων τούτων.
Ώσπερ από της γαστριμαργίας τίκτεται η ταραχη των λογισμών, ούτω και από πολυλογίας και αταξίας των συντυχιών η άγνοια και η του νου έκστασις. Η των βιωτικών πρα¬γμάτων μέριμνα ταράσσει την ψυχήν, και το υπό τούτων συμφύρεσθαι τον νουν συμφύρει και της γαλήνης εκβάλλει.
Πρέπει τω παραδεδωκότι εαυτόν μοναχώ τη επουρανίω γεωργία, αεί και δια παντός πάσης βιωτικης φροντίδος εκτός είναι, ίνα, εν εαυτώ γενόμενος, μηδέν όλως εν εαυτώ εύρη του παρόντος αιώνος. Εκ γαρ των τοιούτων αργός γενόμενος, απερισπάστως δύναται μελετάν εν τω νόμω του Κυρίου ημέρας και νυκτός. Οι σωματικοί κόποι άνευ της του νου καθαρότητος, ως άτεκνος μήτρα και μαστοί κατάξηροι τη γαρ του Θεού γνώσει προσεγγίσαι ου δύνανται. Και το μεν σώμα κατάκοπον ποιούσιν, εκριζούν δε τα πάθη εκ του νοός ου φροντίζουσί δια τούτο θεριούσι ουδέν.
Ώσπερ ο σπείρων επ' ακάνθαις ουδέν δύναται θερίσαι, ούτως ο τη μνησικακία εαυτόν αφανίζων και τη φιλοκτημοσύνη ουδέν δύναται ανύσαι, αλλά στένει επί της κοίτης αυτού εκ της πολλης αγρυπνίας και αποχής των πραγμάτων. Και μαρτυρεί η Γραφή η λέγουσα' «ως λαός εργαζόμενος δικαιοσύνην, και ως μηδεμιάς των εντολών Κυρίου αμελήσας, ζητούσι την παρ' εμού δικαιοσύνην και αλήθειαν, και βούλονται προσ¬εγγίσαι μοι τω Θεώ, λέγοντες ίνα τι ενηστεύσαμεν, και ουκ είδες; και εαυτούς εταπεινώσαμεν, και ουκ έγνω; εν γαρ ταίς ημέραις των νηστειών υμών ποιείτε τα θεληματα υμών, λέγω δη, τάς πονηράς ενθυμήσεις υμών». Και ως ειδώλοις ολοκαρπώσεις προσφέρετε αυτάς, και τους χαλεπούς διαλογισμούς, ουςως Θεόν ελογίσασθε εν αυτοίς, το υμέτερον αυτοίς θυσιάζοντεςσώμα, το πάντων θυμιαμάτων τιμιώτερον, όπερ εμοί αφιερώσαι έχρην υμάς δια της υμών αγαθοεργίας και καθαράς συνει¬δήσεως.
Εύθετος γη εστίν η ευφραίνουσα τον εαυτής γεωργόν τη μέχρις εκατόν καρποφορία ψυχή η στιλβωθείσα τη του Θεού μνήμη και τη ακοιμήτω αγρυπνία νυκτός και ημέρας. Εκεί οικοδομεί ο Κύριος επί την ασφάλειαν αυτής νεφέλην σκέπουσαν αυτήν εν ημέρα και φωτί πυρός διαυγάσας την νύ¬κτα. Έσωθεν του γνόφου αυτής φως λάμψει.
Ώσπερ νέφος καλύπτει το φως της σελήνης, ούτως οι ατμοί της γαστρός διώκουσι την σοφίαν του Θεού εκ της ψυχής. Και καθάπερ πυρός φλόξ εν ξηροίς ξύλοις, ούτω και το σώμα γαστρός εμπιπλαμένης. Και καθάπερ ύλη παρά ύλης αύξει την φλόγα του πυρός, ούτως η ποικιλία των βρωμάτων την του σώματος κίνησιν.
Εν σώματι φιληδόνω η γνώσις του Θεού ουκ οικεί, και ο αγαπών το ίδιον σώμα της του Θεού χάριτος ουκ επιτεύξεται.Ώσπέρ από ωδίνων τίκτεται καρπός ευφραίνων την τετοκυίαν, ούτως εκ του κόπου του λαιμού τίκτεται εν τη ψυχή καρπός, η γνώσις των μυστηρίων του Θεού, τοις δε οκνηροίς και φιληδόνοις αισχύνης καρπός.Ώσπερ πατήρ κήδεται τέκνου, ούτω και ο Χριστός κήδεται σώματος κακοπαθούντος δι αυτόν, και πλησίον εστί του στόματος αυτού διαπαντός. Της εν σοφία εργασίας ατίμητον το κτήμα.
Ξένος εστίν ο κατά διάνοιαν έξω γενόμενος πάντων των βιωτικών. Πενθικός εστίν ο εν πείνη και δίψη διάγων πάσας τάς ημέρας της ζωής αυτού, δια την ελπίδα των μελλόν¬των αγαθών. Μοναχός εστίν ο έξωθεν του κόσμου καθήμενος και αεί δεόμενος του Θεού τυχείν των μελλόντων αγαθών.Πλούτος μοναχού εστίν η παράκλησις η γενομένη εκ του πένθους και η χαρά η εκ πίστεως η εν τοις ταμείοις της διανοίαςλάμπουσα. Ελεήμων εστίν ο μη διακρίνων κατά διάνοιαν τίνααπό τίνος, αλλά πάντας ελεών.
Παρθένος εστίν, ούχ ο το σώμα αυτού φυλάξας από της συνουσίας αμόλυντον, αλλ' ό αιδούμενος εαυτού, όταν κατ' ιδίαν γένηται. Ει αγαπάς την σωφροσύνην, δίωξον τους αισχρούς λογισμούς εν τε τη μελέτη της αναγνώσεως και τη εκτεταμένη προσευχή, και τότε προς τάς αίτιας της φύσεως καθοπλισθήση. Χωρίς δε τούτων αγνείαν ιδείν εν τη ψυχή αδύνα¬τον.
Ει θέλεις κτήσασθαι την ελεημοσύνην, πρώτον έθιζε σαυτόν καταφρονείν πάντων, ίνα μη τω βάρει τούτων ο νους ελκυσθή και των ιδίων όρων εκτός γένηται. Της γαρ ελεημο¬σύνης η ακρίβεια εν τη του αδικείσθαι αιρουμένου υπομονή δείκνυται. Της ταπεινώσεως η τελειότης εστί το φέρειν μετά χα¬ράς τάς ψευδείς κατηγορίας. Ει εν αληθεια ελεήμων ει, όταν αφαιρεθής τα σα αδίκως, μη θλιβής έσωθεν, μηδέ την ζημίαν τοις έξω διηγού. Καταποθήτω δε μάλλον η ζημία των ηδικηκότων σε τη ση ελεημοσύνη, ώσπερ η αυστηρία του οίνου τη του ύδατος πληθυνότητι. Και επίδειξαι το πλήθος της ελεημο¬σύνης σου εν οίς αγαθοίς αμείβη τους αδικήσαντάς σε. Καθώς και ο μακάριος Ελισσαίος εποίησε τοις εχθροίς αυτού, αιχμαλωτίσαι αυτόν βουλομένοις ότε γαρ προσηύξατο και απετύφλωσεν αυτούς τη αχλύι, επεδείξατο την εν αυτώ ούσαν δύναμιν, ότε δε βρώσιν και πόσιν δεδωκώς αυτοίς είασεν απέρχεσθαι, την εν αυτώ ελημοσύνην επεδείξατο.
Ο ταπεινόφρων εν αληθεία, αδικούμενος ου ταράσσεται, ουδέ απολογίαν ποιεί υπέρ του πράγματος, ου ηδικήθη, αλλά δέχεται τάς συκοφαντίας ως αλήθειαν και ου μέριμνα πείσαι τους ανθρώπους, ότι εσυκοφαντήθη, αλλά συγχώρησιν αιτείται. Τινές γαρ το όνομα της ακολασίας εαυτοίς επεσπάσαντο εκουσίως, μη όντες ούτως, έτεροι δε το της μοιχείας, πόρρω τούτου όντες, υπέμενον, και επικαρπίαν αμαρτίας, ην ουκ ειργάσαντο, δια των δακρύων εαυτούς επεφόρτιζον, συγχώρησιν ανομίας, ην ουκ ειργάσαντο, μετά κλαυθμού παρά των ηδικηκότων εξητούντο, πάση καθαρότητι και αγνεία όντες εστεφανωμένοι την ψυχήν. Άλλοι δε, ίνα μη δοξασθώσιν εν τη εναρέτω αυτών καταστάσει, τη ούση εν αυτοίς κεκρυμμένη, εν σχήματι παραπλήγων εαυτούς εδείκνυον, τω θείω αλάτι ηρτυμένοι όντες και τη γαλήνη πάγιοι, ώστε εκ της άκρας αυτών τελειότητος τους αγίους Αγγέλους έχειν κήρυκας των ιδίων αν¬δραγαθημάτων.
Σύ μεν ταπείνωσιν νομίζεις έχειν, άλλοι δε εαυτών κατηγόρουν συ δε ουδέ υπό άλλων κατηγορούμενος φέρεις,και ταπεινόφρονα εαυτόν ψηφίζεις. Ει ταπεινόφρων ει, δόκιμασον σεαυτόν εν τούτοις, εάν ου ταράσση αδικούμενος.
Πολλάς μονάς ο Σωτήρ του Πατρός καλεί τα μέτρα της διανοίας των εν τη χώρα εκείνη αυλιζομένων, λέγω δη τάς διακρίσεις και διαφοράς των πνευματικών χαρισμάτων, εν οίς κατά διάνοιαν εντρυφώσιν. Ου γαρ διαφορά τόπων, αλλά τάξει χαρισμάτων, πολλάς μονάς είρηκε. Καθάπερ έκαστος του αισθητού ηλίου κατά την καθαρότητα της οπτικής δυνάμεως τε και αντιλήψεως κατατρυφά. Και καθάπερ ενός λύχνου εν ενί οίκω διαυγάζοντος, διάφορος η αυγή γίνεται, του φωτός μη μεριζομένου εις πολλάς λαμπηδόνας, ούτως εν τω μέλλοντι αιώνι οι δίκαιοι πάντες αυλίζονται εν μια χώρα αδιαιρέτως. Έκαστος δε κατά το εαυτού μέτρον εξ ενός νοητού ηλίου διαυγάζεται και την ευφροσύνην, ως εξ ενός αέρος και τόπου και καθέ¬δρας και θεωρίας και σχηματος.
Και ου θεωρεί τις τα μέτρα του εταίρου αυτού, ούτε του υπερέχοντος, ούτε του υποδεεστέρου, ίνα μη, ορών την υπερβάλλουσαν χάριν του εταίρου αυτού και το εαυτού υστέρη¬μα, γένηται αυτώ ταύτα λύπης και αδημονίας αίτια. Μη γένοιτο τούτο είναι, όπου ουκ έστι λύπη, ουδέ στεναγμός, αλλ' έκαστος κατά την δοθείσαν αυτώ χάριν, κατά το μέτρον αυτού, έσω εν αυτού ευφραίνεται. Μία δε η θεωρία η έξωθεν των πάντων εστί, και μία η χαρά, και χωρίς των δύο τούτων τάξεων ουκ εστίν άλλη μεσιτεύουσα τάξις. Λέγω δη μίαν μεν την άνω, ετέραν δε την κάτω, μέση δε τούτων η ποικιλία της διαφοράς των αμοιβών.
Ει δε αληθές τούτο, καθώς και αληθές εστί, τι αφρονέστερον ή ανοητότερον των λεγόντων ότι άρκετόν μοι της γεέννης διαφυγείν, του δε εις την βασιλείαν εισελθείν ου μέλει μοι; Το γαρ διαφυγείν της γεέννης, αυτό τούτο εστί το εισελθείν εις την βασιλείαν, ώσπερ και το ταύτης εκπίπτειν εις την γέενναν εισελθείν εστίν. Ου γαρ εδίδαξεν ημάς η Γραφή τρεις χώρας, αλλά τι; «Όταν έλθη ο Υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού και στήση τα μεν πρόβατα εκ δεξιών αυτού, τα δε ερίφια εξ ευωνύμων». Ουδέ γαρ τρία τάγματα είπεν, αλλά δύο, εν εκ δεξιών και εν εξ ευωνύμων. Και διεχώρισε τα όρια των διαφο¬ρών των κατασκηνωμάτων αυτών, ειπών ότι, «απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αίώνιον», δηλονότι οι αμαρτωλοί «οι δε δί¬καιοι εις ζωήν αιώνιον εκλάμψουσιν ως ο ήλιος». Και πάλιν «ήξουσιν από ανατολών και δυσμών, και ανακληθήσονται εν τοις κόλποις Αβραάμ εν τη βασιλεία των ουρανών, οι δε υιοί της βασιλείας εκβληθήσονται εις το σκότος το εξώτερον, όπου ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων».Όπερ εστί παντός πυρός φοβερώτατον.
Άρα ούν ου συνήκας έκ τούτων, ότι η εναντία της άνω τάξεως στάσις, αύτη εστίν η γέεννα η βασανίζουσα; Καλόν ούν εστί το διδάξαι τους ανθρώπους το αγαθόν του Θεού και επισπάσασθαι αυτούς εν τη διαμονή της προνοίας του Θεού και εκ της πλάνης εις την επίγνωσιν της αληθείας μετενεγκείν. Ού¬τος γαρ ην ο του Χριστού και των Αποστόλων τρόπος, και εστίν υψηλός πάνυ. Εάν δε ο άνθρωπος αισθάνηται εαυτού εκ της διαγωγης ταύτης και της συνεχούς κοινωνίας, ότι ασθενεί η συνείδησις αυτού εν τη θεωρία και ταράσσεται η γαληνη αυτού και η γνώσις σκοτίζεται, διότι άκμην η διάνοια αυτού δέεται φυλακής και της των αισθήσεων υποταγής και εν τω θέλειν άλλους θεραπεύειν την ιδίαν υγείαν αυτού απόλλυσι και εξέρχε¬ται εκ της ιδίας ελευθερίας του ιδίου βουλήματος εις την ταραχήν του νοός, ο τοιούτος μνημονεύτω του αποστολικού ρητού παραινούντος και λέγοντος, «των τελειότερων είναι την στερεάν τροφην», και εις τουπίσω στραφήτω, ίνα μη ακούση παρ' αυτού, ως εν υποδείγματι, «ιατρέ, θεράπευον σεαυτόν» και εαυ¬τόν κατακρινέτω, και την ιδίαν ευεξίαν φυλαξάτω και αντί των αισθητών αυτού λόγων η αγαθή αυτού πολιτεία διακονείτω, και αντί των φωνών του στόματος αυτού η πράξις αυτού διδασκέτω. Και ηνίκα αν εν υγεία την ψυχήν αυτού γνώ, τότε και άλλους ωφελείτω, και εν τη υγεία αυτού θεραπευέτω. Όταν γαρ ευρεθή μακράν των ανθρώπων, μάλλον δύναται αυτούς ευεργετήσαι εν τω ζήλω των αγαθών έργων ήπερ εν λόγοις, άρρωστος υπάρχων και αυτός και χρήζων της ιατρείας πλείον αυτών. «Τυ¬φλός γαρ τυφλόν εάν οδηγή, είς βόθυνον εμπεσούνται».
Των υγιαινόντων γαρ εστίν η στερεά τροφη, των τα αισθητήρια γεγυμνασμένα εχόντων και δυναμένων δέξασθαι πάσαν τροφήν λέγω δη, τάς προβολάς πασών των αισθήσεων,και μη βλαβήναι την καρδίαν εκ πάντων των συναντημάτων, δια την γυμνασίαν της τελειώσεως.
Όταν θελήση ο διάβολος των τοιούτων μολύναι τον νουν εν τη της πορνείας μνήμη, πρώτον τη φιλία της κενοδοξίας δοκιμάζει την υπομονήν αυτών, και η προκάταρξις του λογι¬σμού τούτου ου δοκεί πάθος είναι ούτω ποιείν είωθε τοις τον νουν παραφυλαττομένοις, οίς ου δυνατόν τάχιστα εγκαταβαλείν άτοπον ενθύμησιν. Ηνίκα δ' αν εκβάλη αυτόν εκ του οχυρώματος αυτού και άρξηται τω προτέρω συνδιαλέγεσθαι λογισμώ και μακρύνειν αυτόν εκείθεν, τηνικαύτα προσυπαντά αυτώ εν τη ύλη της πορνείας και διαστρέφει τον νουν εις τα της ακολασίας πράγματα.
Και πρώτον ταράσσεται εν τη αιφνιδίω αυτών προβολή,δια την προϋπάρξασαν σωφροσύνην των λογισμών, την προϋπαντήσασαν τοις πράγμασιν, ων τίνων της θεωρίας ο κυ¬βερνήτης νους ην απεσχοινισμένος. Και γαρ καν παντελώς μη μολυνθή, αλλ' ούν της προτέρας αξίας αυτόν κατέβαλεν. Εάν δε στραφή εις τα οπίσω και προκαταβάλη την προτέραν των λογισμών προσβολήν, ήτις εστίν αιτία της των δευτέρων επα¬γωγής, τότε δύναται ευκόλως συν Θεώ κατακρατήσαι του πά¬θους.
Κρείσσον εν τη μνήμη των αρετών υποκλέπτειν τα πάθη, η τη αντιστάσει. Διότι τα πάθη, όταν εκ της οικείας χώρας εξέλθη και κινηθή προς πόλεμον, τότε σχήματα και είδωλα εν¬τυποί εν τω νοΐ. Επικράτειαν γαρ πολλήν κέκτηται ο πόλεμος ούτος κατά του νοός σφόδρα, τάς ενθυμήσεις εκταράσσων και θορυβών. Κατά μέντοι τον πρότερον όρον, όν έφαμεν, ουδέ ίχνος παθών εμφαίνεται εν τω νοΐ μετά την τούτων αποδίωξιν.
Ο σωματικός κόπος και η μελέτη των θείων Γραφών φυλάσσει την καθαρότητα, τον δε κόπον βεβαιοί η ελπίς και ο φόβος, την δε ελπίδα και τον φόβον συνιστά εν τη διανοία ο μακρυσμός των ανθρώπων και η αδιάλειπτος προσευχή.Έως ού δέξηται άνθρωπος τον Παράκλητον, δέεται των θείων Γρα¬φών, ίνα η μνήμη των αγαθών εντυπωθή εν τη διανοία αυτού και εκ της αδιαλείπτου αναγνώσεως ανακαινισθή εν αυτώ η προς το αγαθόν κίνησις και φυλάξη την ψυχήν αυτού εκ της λεπτότητος των οδών της αμαρτίας. Διότι ούπω εκτήσατο την δύναμιν του Πνεύματος, την μακρύνουσαν την πλάνην, την αιχμαλωτίζουσαν τάς ψυχωφελείς μνήμας και προσεγγίζουσαν τη εν τω σκορπισμώ του νου ψυχρότητι.
Όταν γαρ η δύναμις του Πνεύματος επιβή επί την ψυχική δύναμιν την ενεργούσαν εν αυτώ, τότε, αντί του νόμου των Γραφών, ριζούνται αι εντολαί του Πνεύματος εν τη καρδία, και τότε κρυπτώς εκ του Πνεύματος μανθάνει, και ου δέεται της βοηθείας της εκ της αισθητής ύλης. Εν όσω γαρ η καρδία της ύλης μανθάνει, ακολούθως έπεται τη μαθήσει η πλάνη και η λήθη, όταν δε η διδασκαλία υπό του Πνεύματος η, τότε η μνήμη αβλαβής φυλάττεται.
Εισί λογισμοί αγαθοί και εστί θελήματα αγαθά εισί δε λογισμοί πονηροί και καρδία πονηρά. Η πρώτη τάξις κίνησις εστί διαβαίνουσα εν τω νοί, ως ο εν τη θαλάσση διεγειρόμενος άνεμος και μετεωρίζων τα κύματα, η δε δευτέρα τάξις εστίν η κρηπίς και το θεμέλιον, και κατά τον της κρηπίδος όρον γίνεται η αμοιβή των αγαθών και των φαύλων, και ουκατά την των λογισμών κίνησιν. Η ψυχή εκ της κινήσεως τωντρεπτών λογισμών ου γαληνιά. Εάν δε εκάστω τούτων αμοιβήν δώς, κρηπίδα κάτω εν τη καρδία μη έχουσαν, πλησίον ειλοιπόν συ του μυριάκις καθ' ημέραν αλλοιώσαι τα τε αγαθάσου τα τε εναντία.
Όρνις άπτερος εστί νους νεωστί εξεληλυθώς εκ της συμπλοκής αγωνιζόμενος υψωθήναι εκ των γηινων πραγμάτων και μη δυνάμενος, άλλ' άκμην επί πρόσωπον της γης έρπων, πετασθήναι έτι μη εξισχύων πλην συνάγων τάς ενθυμήσεις αυτού εν τη αναγνώσει και εν τη εργασία και τω φόβω και τη φροντίδι της ποικιλίας των αρετών, παρεκτός γαρ τούτων γνώναί τι ου δύναται. Και ταύτα μεν, προς βραχύν καιρόν φυλάττουσιν αμόλυντον τον νουν, ύστερον δε επέρχονται αί μνήμαι, και εκταράττουσι και μολύνουσι την καρδίαν. Ούπω γαρ ήσθετο του ησύχου της ελευθερίας, προς όν δια της άμνηστιας των πραγμάτων μετά μικρόν χρόνον συνάγει τον νουν.Διότι ακμήν σωματικάς τάς πτέρυγας κέκτηται, λέγω δη τάς αρετάς, αίτινες φανερώς εκτελούνται. Τάς μέντοι αρετάς της θεωρίας ούπω εθεάσατο, ουδέ της τούτων αισθήσεως ηξιώθη αίτινες εισί πτέρυγες του νοός, δι' ων προσεγγίζει τις τοις επουρανίοις και απέχεται των γηίνων.
Εν όσω τοις αισθητοίς πράγμασιν υπηρετεί τις τω Κυρίω, οι τύποι τούτων των πραγμάτων εγχαράττονται εν τοις διαλογισμοίς αυτού, και εν σωματικοίς σχήμασι διαλογίζεται τα θεία. Ηνίκα δ' αν αίσθησιν λάβη των όντων έσωθεν των πραγμάτων, τηνικαύτα κατά το μέτρον της αισθήσεως αυτού έσται ο νους υψηλότερος των σχημάτων των πραγμάτων κατά και¬ρόν και καιρόν.
Οφθαλμοί Κυρίου επί τους ταπεινούς τη καρδία, και ώτα αυτού εις δέησιν αυτών». Προσευχή ταπεινόφρονος, ως εκ στόματος προς ώτα. Εν τω καιρώ της ησυχίας σου βόησον εν έργοις αγαθοίς της ταπεινώσεως' Κύριε ο Θεός μου, συ φωτιείς το σκότος μου.
Όταν η ψυχή σου εγγίση εξελθείν εκ του σκότους, τούτο το σημείον έστω σοι καίεται η καρδία σου και διαθερμαίνεται ως το πυρ νυκτός και ημέρας, ώστε όλον τον κόσμον ηγείσθαί σε σκύβαλα και σποδόν, και ουδέ της τροφης ορέγεθαι εκ της γλυκύτητος των λογισμών των καινών και διαπύρων, των κινουμένων αεί εν τη ψυχή σου. Και εξαίφνης δίδοταί σοι πηγή δακρύων, ως χείμαρρος ρέων χωρίς βίας, μεμιγμένος εν πάσι τοις έργοις σου, εν τε τη αναγνώσει σου, φημί, και ευχή σου, εν τε τη μελέτη σου και βρώσει σου και πόσει σου, και εν παντί έργω σου τα δάκρυα σου κεκερασμένα εν αυτώ ευρίσκεται.
Και όταν ίδης ταύτα εν τη ψυχή σου, ευθαρσής γενού, ότι την θάλασσαν διεπέρασας, και ούτω πρόσθες εν τοις έργοις σου και καλώς κράτησον την φυλακήν, όπως αν η χάρις ημέραν καθ' ημέραν πληθυνθή εν σοι. Έως δε τούτοις ουκ απαντήσης, ακμήν ουκ ετελείωσας την οδόν σου, του φθάσαι εις το όρος του Θεού. Ει δε και μετά το ευρείν σε και λαβείν την χάριν των δακρύων παύσονται, και η θέρμη σου ψυχρανθή άνευ αλλοιώσεως ετέρου πράγματος, ήγουν σωματικής ασθε¬νείας, ουαί σοι τι απώλεσας! Η γαρ εις οίησιν ήλθες η εις αμέλειαν ή και εις χαυνότητα. Τι δε επακολουθεί τοις δάκρυσι μετά το λαβείν αυτά και τι μετά ταύτα απαντήσει αυτώ, ύστε¬ρον εν άλλω τόπω μέλλομεν γράψαι, εν τοις περί προνοίας κεφαλαίοις, ως υπό των πατέρων και των γραφών εφωτίσθημεν, των πιστευθέντων τα τοιαύτα μυστήρια.
Εάν έργα μη έχης, μη λαλήσης περί αρετών. Τίμιαι εναντίον Κυρίου αι θλίψεις αι υπέρ αυτού και δι' αυτόν, υπέρ πάσαν εύχην και θυσίαν. Και οσμή ιδρώτος αυτών υπέρ πάντα τα αρώματα. Εκάστην αρετήν χωρίς κόπου σωματικού γινομένην, ως έκτρωμα άψυχον ηγού. Προσφορά δικαίων, δάκρυα οφθαλμών αυτών. Και θυσία αυτών δεκτή, οι εν αγρυπνίαις στεναγμοί αυτών. Κεκράξονται προς Κύριον οι δίκαιοι τω βάρει του σώματος στενούμενοι, και εν οδύνη τάς ικεσίας εκπέμψουσι προς Θεόν, και επί τη κραυγή της φωνής αυτών τα άγια τάγματα προς βοήθειαν αυτών παραγίνεται του θαρσοποιήσαι αυτούς τη ελπίδι και παραμυθήσασθαι. Κοινωνοί γαρ είσιν οι άγιοι Άγγελοι των παθών και των θλίψεων των αγίων τη προς αυτούς εγγύτητι.
Η καλή εργασία και ταπεινοφροσύνη Θεόν ποιεί τον άνθρωπον επί της γης, η δε πίστις και η ελεημοσύνη προς την καθαρότητα ταχέως προσπελάσαι ποιεί. Την θέρμην και την σνντριβήν της καρδίας εν μιά ψυχή γενέσθαι αδύνατον, ως ουδέ τοις εν μέθη των λογισμών η επικράτεια. Όταν γαρ δοθή τη ψυχή αυτη η θέρμη, επαίρεται η συντριβή του πένθους. Ό μεν οίνος εις ιλαρότητα, η δε θέρμη προς ευφροσύνην της ψυχής δεδώρηται. Εκείνος το σώμα θερμαίνει, ο δε του Θεού λό¬γος την διάνοιαν. Οι τη θέρμη πυρπολούμενοι τη μελέτη της ελπίδος αρπάζονται και απαρτίζουσι την διάνοιαν προς τον αιώνα τον μέλλοντα. Καθάπερ γαρ οι μεθυσκόμενοι οίνω είδωλα τίνα φαντάζονται ενηλλαγμένα, ούτω και οι εν τη ελπίδι μεθυσκόμενοι και θερμαινόμενοι ούτε θλίψιν επίστανται ούτε τι κοσμικόν. Ταύτα συμβαίνει τοις απλουστέροις τη καρδία και θερμοτέροις τη ελπίδι, και άλλα τοιαύτα, μετά την επίμονον εργασίαν και καθαρότητα, άτινα ητοίμασται τοις εν τη τρίβω των αρετών πορευομένοις. Ταύτα γίνονται εν τη αρχή της οδού δια της πί¬στεως της ψυχής. Πάντα γαρ όσα θέλει ο Κύριος ποιεί.
Μακάριοι περιζωσάμενοι τάς οσφύας αυτών προς την θλίψεων θάλασσαν εν απλότητι και ανεξετάστω τρόπω, χάριν της προς Θεόν αγάπης, και μη δόντες νώτα. Ούτοι ταχέως προς λιμένα της βασιλείας διασώζονται, και αναπαύονται εν σκηνώμασι των καλώς κοπιασάντων και ψυχαγωγούνται εκ της ταλαιπωρίας αυτών και αγάλλονται εν τη ευφροσύνη της ελπίδος αυτών. Οι επ' ελπίδι τρέχοντες προς το σκολιόν της οδού ουκ επιστρέφουσιν, ουδέ επιμένουσι διερευνάν περί τού¬του, αλλ' όταν διαπερώσι την θάλασσαν, τότε το σκολιόν καθορώντες, τω Θεώ την ευχαριστίαν προσφέρουσι πώς ερρύσατο αυτούς εκ των στενωπών και κρημνών και της τοιαύτης τραχύτητος, αυτών μη ειδότων. Οι δε πολλούς διαλογισμούς δια¬νοούμενοι και θέλοντες σφόδρα είναι σοφοί και παραδίδοντες εαυτούς ταίς αναστροφαίς και των λογισμών τη δειλία και προευτρεπιζόμενοι και προβλέπειν βουλόμενοι τάς βλαπτικάς αι¬τίας, οι πλείστοι τούτων επί θύραις των εαυτών οίκων διαπαντός καθήμενοι ευρίσκονται.
Οκνηρός εις οδόν αποσταλείς, ερεί «Λέων κατά την οδόν και φονίσκοι κατά της πλατείας». Και ως οι ειπόντες' «οίους γιγάντων εωράκαμεν εκεί, και ήμεν ενώπιον αυτών,ωσεί ακρίδες». Ούτοι εισίν οι εν τω καιρώ της τελευτής αυτών ευρισκόμενοι εν τη οδώ, οι αεί θέλοντες είναι σοφοί, βαλείν δε αρχήν παντελώς μη βουλόμενοι. Ό δε ιδιώτης νηχόμενος διαπερά εν τη πρώτη θέρμη, φροντίδα του σώματος παντελώς μη ποιούμενος, μηδέ διαλογιζόμενος εν εαυτώ, ει άρα ανύει τι εκ της αυτού πραγματείας ή ου.
Μη σοι γένηται το πολύ της σοφίας ολίσθημα τη ψυχή και παγίς προ προσώπου σου, αλλ επί τω Θεώ πεποιθώς, εν ανδρεία βάλε αρχήν της αίματος πεπληρωμένης οδού, ίνα μη ευρέθης αεί επίδεης και γυμνός της του Θεού γνώσεως. «Ό γαρ δεδιώς ή περιμένων τους ανέμους, ου σπερεί». Κρείσσον θάνατος υπέρ του Θεού, ή ζωή μετ' αισχύνης και οκνηρίας. Όταν θέλης βαλείν αρχήν εις έργον του Θεού, πρώτον διαθήκην ποίησον, ως μη έχων έτι ζωήν εν τωδε τω βίω και ώσπερ τις προευτρεπισθείς εις θάνατον, και απελπίσας της παρούσης ζωής, ως φθάσας της σης προθεσμίας τον καιρόν. Και τούτο έχε εν αληθεία εν τη ση διανοία, εις το μη εμποδισθήναι σε τη ελπίδι της παρούσης ζωής εις το αγωνίσασθαι και νικήσαι. Η γαρ ελπίς της ζωής ταύτης χαυνοί την διάνοιαν. Δια τούτο μη σοφίζον περισσά παντελώς, αλλά δός τόπον τη πίστει εν τη διανοία σου και μνημόνευε των ημερών των πολλών των οπί¬σω και ανεκδιηγήτων αιώνων των μετά θάνατον και κρίσιν, και ου μη εισέλθη ποτέ χαυνότης επί σε, κατά τον λέγοντα σοφόν, ότι «χίλια έτη του νυν αιώνος, ουκ είσιν ως ημέρα μία εν τω αιώνι των δικαίων».
Εν ανδρεία άρξαι παντός έργου αγαθού και μη εν διψυχία προσέλθης αυτοίς και μη διστάσης εν τη καρδία σου εις την ελπίδα του Θεού, ίνα μη ο κόπος σου γένηται ανόνητος και επιβαρής η εργασία της γεωργίας σου, αλλά πίστευε εν τη καρδία σου, ότι ελεήμων ο Κύριος και τοις εκζητούσιν αυτόν δίδωσι την χάριν ως μισθαποδότης, ου κατά την ημετέραν εργασίαν, αλλά κατά την προθυμίαν των ημετέρων ψυχών και την πίστιν. Φησί γαρ, «ως επίστευσας, γενηθήτω σοι.
Αι δε εργασίαι των κατά Θεόν πολιτευόμενων είσιν αύται. Ό μεν ραπίζει την κορυφην αυτού όλην την ημέραν και αντί των συνάξεων των ωρών, ούτω διατελεί. Και άλλος τη γονυκλισία προσκαρτερών και διαμένων συνάπτει τον αριθμόν των ευχών αυτού. Άλλος τω πλήθει των δακρύων αυτού αναπληροί τον τόπον των συνάξεων αυτού και αρκείται εν αυτοίς. Άλλος σπουδάζει εν τη μελέτη της εννοίας και συνάπτει τον κανόνα τον ορισθέντα αυτώ. Άλλος βασανίζει την ψυχήν αυτού εν τη πείνη, ώστε μη δύνασθαι αυτόν τελειώσαι τας συνάξεις αυτού. Και άλλος τη διαπύρω μελέτη των ψαλμών διαμένων, αυτήν ποιείται την σύναξιν αδιάλειπτον. Άλλος σχολάζει εις ανάγνωσιν και θερμαίνεται η καρδία αυτού. Άλλος αιχμαλωτί¬ζεται κατανοών τα θεία νοήματα των θείων Γραφών. Άλλος εκπληττόμενος εκ των θαυμάτων των στίχων, κωλύεται υπό της συνήθους μελέτης και σιωπής κρατούμενος. Και άλλος γευσάμενος τούτων απάντων και κορεσθείς, εστράφη εις τα οπί¬σω, και έμεινεν άπρακτος. Και άλλος μικρόν τι εξ αυτών εγεύσατο μόνον, και τυφωθείς, επλανήθη. Και άλλος υπό της πολ-λής νόσου και αδυναμίας αυτού εκωλύθη φυλάξαι τον κανόνα αυτού. Και άλλος υπό εθισμού τίνος ή επιθυμίας κρατούμενος, ή φιλαρχίας ή κενοδοξίας ή πλεονεξίας ή του συνάξαι ύλην. Και άλλος προσέκοψε και ανέστη και ουκ έστρεψε τον νώτον αυ¬τού, έως ου έλαβε τον μαργαρίτην τον πολύτιμον.
Συ ούν μετά χαράς και προθυμίας αεί βάλε αρχήν εις το έργον του Θεού. Και εάν καθαρός η εκ των παθών και του δισταγμού της καρδίας, ο Θεός αυτός αναβιβάσει σε εις την κορυφήν και βοηθεί σοι και σοφίζει σε κατά το θέλημα αυτού, και εν θαύματι λαμβάνεις την τελειότητα.
Αυτώ η δόξα και το κράτος νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Άβαταρ μέλους
fotis
Κορυφαίος Αποστολέας
Κορυφαίος Αποστολέας
Δημοσιεύσεις: 4712
Εγγραφή: Δευ Σεπ 12, 2011 7:01 am
Τοποθεσία: ΑΓ.ΙΩΑΝΝΗΣ ΡΕΝΤΗΣ

Re: ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ. Αποφθέγματα

Δημοσίευση από fotis »

ΛΟΓΟΣ ΝΖ': ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΙΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΕΝ ΤΗ ΨΥΧΗ ΓΙΝΟΜΕΝΗΣ
ΕΝ ΠΑΝΤΙ ΚΑΙΡΩ ΦΩΤΟΣ ΚΑΙ ΣΚΟΤΟΥΣ ΚΑΙ ΕΚΒΙΒΑΣΜΟΥ ΕΝ ΤΟΙΣ ΔΕΞΙΟΙΣ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΕΡΟΙΣ ΓΕΝΟΜΕΝΟΥ

Ίδωμεν, ώ αγαπητοί, εν τη ψυχή ημών τη ώρα της ευχής, εάν έχωμεν θεωρίαν εν τοις στίχοις της μελέτηςκαι της εύχης αύτη γαρ γίνεται από της αληθινής ησυ¬χίας. Και εν τω καιρώ, εν ώ γινόμεθα εν τη σκοτώσει, μη ταραχθώμεν, και μάλιστα εάν μη εξ ημών η αιτία ταύτης η. Τη προνοία δε του Θεού λογίζου ταύτην, δια τάς αιτίας, ας οίδεν αυτός μόνος ο Θεός. Και γαρ εν καιρώ τινι πνίγεται η ψυχή ημών, και γίνεται ως εν κύμασι και εάν αναγνώ τις εις Γραφήν και εάν λειτουργήση και εν παντί πράγματι, ω προσέγγιση, σκότωσιν επί σκοτώσει λαμβάνει. Και εξέρχεται ο τοιούτος και πολλάκις ουδέ προσεγγίσαι άφίεται, και ου πιστεύει παντελώς ούτος, ότι δέχεται άλλοίωσιν, και γίνεται εν ειρήνη. Αύτη η ώρα πεπλήρωται απογνώσεως και φόβου, και ελπίς του Θεούκαι η παράκλησις της πίστεως αυτού τελείως εκβάλλεται εκ της ψυχής, και όλη εξ όλου πληρούται δισταγμού και φόβου.
Οι πειρασθέντες εν τω κύματι τούτω της ώρας ταύτης, εκ της πείρας γινώσκουσι την αλλοίωσιν την ακολουθούσαν εν τω τέλει αυτής. Ουκ εά δε ο Θεός την ψυχήν εν τούτοις ημέραν τελείαν, επί είχεν απολέσθαι της ελπίδος των Χριστιανών, αλλά ταχέως έκβασιν ποιεί αύτη. Εάν δε επί πλείον επιμένη η όχλησις της σκοτώσεως ταύτης, αλλοίωσιν ζωής εκ του μέσου αυτής εκδέχου εν τάχει.
Σοι δε εγώ, ώ άνθρωπε, υποτίθεμαι και συμβουλεύω σοι εάν ουκ έχης ισχύν κρατήσαι εαυτόν και πεσείν επί πρό¬σωπον σου εν τη ευχή, έλιξον την κεφαλήν σου εν τω παλλίω σου και κοιμώ, έως αν παρέλθη η ώρα αύτη της σκοτώσεως από σου, εκ δε του σκηνώματος σου μη εξέλθης. Τούτον τον πειρασμόν πειράζονται μάλιστα οι εν τη πολιτεία της διανοίας επιθυμούντες διάγειν και την παράκλησιν της πίστεως επιζητούντες εν τη πορεία αυτών. Δια τούτο και πλέον των απάντων οδύνην και κόπον αυτοίς ποιεί η ώρα αύτη εν τω δισταγμώ της διανοίας. Ακολουθεί δε αύτη ισχυρώς η βλασφημία. Και ποτέ μεν δισταγμός περί της αναστάσεως συμβαίνει αυτώ και άλλα, άπερ ου δει ημάς εξειπείν. Τούτων πάντων πολλάκις εν πείρα γεγόναμεν και προς παράκλησιν των πολλών εγράψαμεν τον αγώνα τούτον.
Οι εν τοις σωματικοίς έργοις διάγοντες έξωθεν τούτων είσι παντελώς. Άλλ' η ακηδία έρχεται αυτοίς, η πάσιν έκδη¬λος υπάρχουσα, και κεχωρισμένη εστί τοις τρόποις εκ τούτων και των τοιούτων. Η υγεία τούτου και η ιατρεία εκ της ησυχίας βρύει. Τούτο δε εστίν η παράκλησις αυτού. Εν τη συντυχία δε ουδέποτε δέχεται το φως της παρακλησεως και εν ομιλίαις ανθρώπων ου θεραπεύεται, αλλά προς καιρόν αναπαύεται και μετά ταύτα επανίσταται αυτώ ισχυρότερον. Και δέεται αναγκαίως ανθρώπου πεφωτισμένου, του έχοντος πείραν εν τούτοις, φωτισθήναι παρ' αυτού και εκδυναμωθήναι εν παντί καιρώ της χρείας, ουχί πάντοτε.
Μακάριος ο υπομένων εν τούτοις έσωθεν της θύρας. Εις μόνην γαρ μεγάλην και δύναμιν φθάσει μετά ταύτα, κα¬θώς λέγουσιν οι Πατέρες. Όμως ουκ εν ώρα, ουδέ ευθέως παρέρχεται ο αγών ούτος. Ουδέ η χάρις προσάπαξ έρχεται τελείως και οικεί εν τη ψυχή, αλλά κατά μικρόν και μικρόν, και εκ ταύτης εκείνη. Εν καιρώ πειρασμός και εν καιρώ παράκλησις, και εν τούτοις επιμένει έως της εξόδου. Αλλοτριωθήναι γαρ τελείως εκ τούτου μη προσδοκήσωμεν ώδε, ουδέ παρακληθήναι τελείως. Ούτω γαρ ευδόκησεν ο Θεός την ζωήν ημών διοικείσθαι ενταύθα, και εν τούτοις είναι τους πορευομένους έν τη οδώ.
Αυτώ η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ο υπομείνας,εις τέλος ούτος,σωθήσεται.
Απάντηση

Επιστροφή στο “Αγιορείται Πατέρες”