Περί Τελικής Κρίσεων και κριτηρίων
Δημοσιεύτηκε: Κυρ Ιουν 22, 2008 9:24 am
Επειδή το θέμα για τις ταυτότητες έπεσε στο ...πηγάδι, αλλά δεν θεωρώ ότι έχει ολοκληρωθεί η συζήτηση γύρω απ' αυτό, επαναφέρω τη συζήτηση γύρω από την Τελική Κρίση και τα κριτήρια από μια άλλη οπτική γωνία, όπως φαίνονται δηλαδή μέσα από τα λόγια του ίδιου του Χριστού.
Η συνομιλία του Χριστού μας με το Νικόδημο τον νυχτερινό μαθητή είναι εξαιρετικής σημασίας στην αναζήτηση για τον προσδιορισμό των κριτηρίων της τελικής κρίσης γι αυτό ας αρχίσουμε απ' αυτή. Στη συζήτηση αυτή βασίζεται η άποψη, ότι από τους δίκαιους άλλοι έχουν ήδη κριθεί και θα καθίσουν δίπλα στο Χριστό, για να κρίνουν τους υπόλοιπους ανθρώπους κι άλλοι θα δικαιωθούν από τα έργα τους και αντίστοιχα οι μη έχοντες πίστη έχουν ήδη κριθή κι όσων τα έργα είναι σκοτεινά θα βρεθούν μακράν του Θεού στην αιώνια τιμωρία.
«1 Ήν δε άνθρωπος εκ των Φαρισαίων, Νικόδημος όνομα αυτώ, άρχων των Ιουδαίων, 2 ούτος ήλθε προς αυτόν νυκτός και είπεν αυτώ: Ραββί, οίδαμεν ότι από Θεού ελήλυθας διδάσκαλος, ουδείς γάρ ταύτα τα σημεία δύναται ποιείν ά σύ ποιείς, εάν μη ή ο Θεός μετ' αυτού. 3 απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτώ: Αμήν αμήν λέγω σοι, εάν μη τις γεννηθή άνωθεν, ου δύναται ιδείν την βασιλείαν τού Θεού. 4 λέγει προς αυτόν ο Νικόδημος: Πώς δύναται άνθρωπος γεννηθήναι γέρων ών; μη δύναται εις την κοιλίαν της μητρός αυτού δεύτερον εισελθείν και γεννηθήναι; 5 απεκρίθη Ιησούς: Αμήν αμήν λέγω σοι, εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν τού Θεού. 6 το γεγεννημένον εκ της σαρκός σάρξ εστιν, και το γεγεννημένον εκ τού Πνεύματος πνεύμά εστι. 7 μη θαυμάσης ότι είπόν σοι, δεί υμάς γεννηθήναι άνωθεν. 8 το πνεύμα όπου θέλει πνεί, και την φωνήν αυτού ακούεις, αλλ' ουκ οίδας πόθεν έρχεται και που υπάγει, ούτως εστί πάς ο γεγεννημένος εκ τού Πνεύματος. 9 απεκρίθη Νικόδημος και είπεν αυτώ: Πώς δύναται ταύτα γενέσθαι; 10 απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτώ: Σύ εί ο διδάσκαλος τού Ισραήλ και ταύτα ου γινώσκεις; 11 αμήν αμήν λέγω σοι ότι ό οίδαμεν λαλούμεν και ό εωράκαμεν μαρτυρούμεν, και την μαρτυρίαν ημών ου λαμβάνετε. 12 ει τα επίγεια είπον υμίν και ου πιστεύετε, πώς εάν είπω υμίν τα επουράνια πιστεύσετε; 13 και ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν ει μη ο εκ τού ουρανού καταβάς, ο υιός τού ανθρώπου ο ών εν τώ ουρανώ. 14 και καθώς Μωϋσής ύψωσε τον όφιν εν τή ερήμω, ούτως υψωθήναι δεί τον υιόν τού ανθρώπου, 15 ίνα πάς ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται αλλ' έχη ζωήν αιώνιον. 16 Ούτω γάρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πάς ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται αλλ' έχη ζωήν αιώνιον. 17 ου γάρ απέστειλεν ο Θεός τον υιόν αυτού εις τον κόσμον ίνα κρίνη τον κόσμον, αλλ' ίνα σωθή ο κόσμος δι' αυτού. 18 ο πιστεύων εις αυτόν ου κρίνεται, ο δε μη πιστεύων ήδη κέκριται, ότι μη πεπίστευκεν εις το όνομα τού μονογενούς υιού τού Θεού. 19 αύτη δε εστιν η κρίσις, ότι το φώς ελήλυθεν εις τον κόσμον και ηγάπησαν οι άνθρωποι μάλλον το σκότος ή το φώς, ήν γάρ πονηρά αυτών τα έργα. 20 πάς γάρ ο φαύλα πράσσων μισεί το φώς και ουκ έρχεται προς το φώς, ίνα μη ελεγχθή τα έργα αυτού, 21 ο δε ποιών την αλήθειαν έρχεται προς το φώς, ίνα φανερωθή αυτού τα έργα, ότι εν Θεώ εστιν ειργασμένα.» (Ιωάν. Κεφ. 3, 1-21)
Από τη συνομιλία αυτή του Χριστού με τον Νικόδημο φαίνεται καθαρά ότι:
1. Όποιος πιστεύει (έμπρακτα) στον Χριστό δεν κρίνεται κι όποιος δεν πιστεύει έχει ήδη κριθεί (και καταδικαστεί).
2. Το κριτήριο της δικαίωσης είναι οι πράξεις. Όποιος πράττει αντίθετα με το θέλημα του Θεού κρύβεται από το Φως, γιατί τα έργα του είναι σκοτεινά, γι αυτό και στην αιώνια ζωή θα βρεθεί μακριά από το Φως. Όποιος πράττει κατά το θέλημα του Θεού πλησιάζει στο Φως για να φανερωθούν τα έργα του γιατί με τη βοήθεια του Θεού έχουν πραγματοποιηθεί. Αυτός θα βρεθεί και στην άλλη ζωή για πάντα κοντά στο Φως της Αγάπης Του.
Τα ίδια ακριβώς λέει και το επόμενο κείμενο του κατά Ιωάννη Ευαγγελίου:
"44 Ιησούς δε έκραξε και είπεν: Ο πιστεύων εις εμέ ου πιστεύει εις εμέ, αλλ' εις τον πέμψαντά με, 45 και ο θεωρών εμέ θεωρεί τον πέμψαντά με. 46 εγώ φώς εις τον κόσμον ελήλυθα, ίνα πάς ο πιστεύων εις εμέ εν τή σκοτία μη μείνη. 47 και εάν τις μου ακούση των ρημάτων και μη πιστεύση, εγώ ου κρίνω αυτόν, ου γάρ ήλθον ίνα κρίνω τον κόσμον, αλλ' ίνα σώσω τον κόσμον. 48 ο αθετών εμέ και μη λαμβάνων τα ρήματά μου, έχει τον κρίνοντα αυτόν: ο λόγος ον ελάλησα, εκείνος κρινεί αυτόν εν τή εσχάτη ημέρα. 49 ότι εγώ εξ εμαυτού ουκ ελάλησα, αλλ' ο πέμψας με πατήρ αυτός μοι εντολήν έδωκε τι είπω και τι λαλήσω. 50 και οίδα ότι η εντολή αυτού ζωή αιώνιός εστιν. ά ούν λαλώ εγώ, καθώς είρηκέ μοι ο πατήρ, ούτω λαλώ." (Ιωαν. κεφ. 12, 44-50)
Η συνομιλία του Χριστού μας με το Νικόδημο τον νυχτερινό μαθητή είναι εξαιρετικής σημασίας στην αναζήτηση για τον προσδιορισμό των κριτηρίων της τελικής κρίσης γι αυτό ας αρχίσουμε απ' αυτή. Στη συζήτηση αυτή βασίζεται η άποψη, ότι από τους δίκαιους άλλοι έχουν ήδη κριθεί και θα καθίσουν δίπλα στο Χριστό, για να κρίνουν τους υπόλοιπους ανθρώπους κι άλλοι θα δικαιωθούν από τα έργα τους και αντίστοιχα οι μη έχοντες πίστη έχουν ήδη κριθή κι όσων τα έργα είναι σκοτεινά θα βρεθούν μακράν του Θεού στην αιώνια τιμωρία.
«1 Ήν δε άνθρωπος εκ των Φαρισαίων, Νικόδημος όνομα αυτώ, άρχων των Ιουδαίων, 2 ούτος ήλθε προς αυτόν νυκτός και είπεν αυτώ: Ραββί, οίδαμεν ότι από Θεού ελήλυθας διδάσκαλος, ουδείς γάρ ταύτα τα σημεία δύναται ποιείν ά σύ ποιείς, εάν μη ή ο Θεός μετ' αυτού. 3 απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτώ: Αμήν αμήν λέγω σοι, εάν μη τις γεννηθή άνωθεν, ου δύναται ιδείν την βασιλείαν τού Θεού. 4 λέγει προς αυτόν ο Νικόδημος: Πώς δύναται άνθρωπος γεννηθήναι γέρων ών; μη δύναται εις την κοιλίαν της μητρός αυτού δεύτερον εισελθείν και γεννηθήναι; 5 απεκρίθη Ιησούς: Αμήν αμήν λέγω σοι, εάν μη τις γεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου δύναται εισελθείν εις την βασιλείαν τού Θεού. 6 το γεγεννημένον εκ της σαρκός σάρξ εστιν, και το γεγεννημένον εκ τού Πνεύματος πνεύμά εστι. 7 μη θαυμάσης ότι είπόν σοι, δεί υμάς γεννηθήναι άνωθεν. 8 το πνεύμα όπου θέλει πνεί, και την φωνήν αυτού ακούεις, αλλ' ουκ οίδας πόθεν έρχεται και που υπάγει, ούτως εστί πάς ο γεγεννημένος εκ τού Πνεύματος. 9 απεκρίθη Νικόδημος και είπεν αυτώ: Πώς δύναται ταύτα γενέσθαι; 10 απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτώ: Σύ εί ο διδάσκαλος τού Ισραήλ και ταύτα ου γινώσκεις; 11 αμήν αμήν λέγω σοι ότι ό οίδαμεν λαλούμεν και ό εωράκαμεν μαρτυρούμεν, και την μαρτυρίαν ημών ου λαμβάνετε. 12 ει τα επίγεια είπον υμίν και ου πιστεύετε, πώς εάν είπω υμίν τα επουράνια πιστεύσετε; 13 και ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν ει μη ο εκ τού ουρανού καταβάς, ο υιός τού ανθρώπου ο ών εν τώ ουρανώ. 14 και καθώς Μωϋσής ύψωσε τον όφιν εν τή ερήμω, ούτως υψωθήναι δεί τον υιόν τού ανθρώπου, 15 ίνα πάς ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται αλλ' έχη ζωήν αιώνιον. 16 Ούτω γάρ ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον υιόν αυτού τον μονογενή έδωκεν, ίνα πάς ο πιστεύων εις αυτόν μη απόληται αλλ' έχη ζωήν αιώνιον. 17 ου γάρ απέστειλεν ο Θεός τον υιόν αυτού εις τον κόσμον ίνα κρίνη τον κόσμον, αλλ' ίνα σωθή ο κόσμος δι' αυτού. 18 ο πιστεύων εις αυτόν ου κρίνεται, ο δε μη πιστεύων ήδη κέκριται, ότι μη πεπίστευκεν εις το όνομα τού μονογενούς υιού τού Θεού. 19 αύτη δε εστιν η κρίσις, ότι το φώς ελήλυθεν εις τον κόσμον και ηγάπησαν οι άνθρωποι μάλλον το σκότος ή το φώς, ήν γάρ πονηρά αυτών τα έργα. 20 πάς γάρ ο φαύλα πράσσων μισεί το φώς και ουκ έρχεται προς το φώς, ίνα μη ελεγχθή τα έργα αυτού, 21 ο δε ποιών την αλήθειαν έρχεται προς το φώς, ίνα φανερωθή αυτού τα έργα, ότι εν Θεώ εστιν ειργασμένα.» (Ιωάν. Κεφ. 3, 1-21)
Από τη συνομιλία αυτή του Χριστού με τον Νικόδημο φαίνεται καθαρά ότι:
1. Όποιος πιστεύει (έμπρακτα) στον Χριστό δεν κρίνεται κι όποιος δεν πιστεύει έχει ήδη κριθεί (και καταδικαστεί).
2. Το κριτήριο της δικαίωσης είναι οι πράξεις. Όποιος πράττει αντίθετα με το θέλημα του Θεού κρύβεται από το Φως, γιατί τα έργα του είναι σκοτεινά, γι αυτό και στην αιώνια ζωή θα βρεθεί μακριά από το Φως. Όποιος πράττει κατά το θέλημα του Θεού πλησιάζει στο Φως για να φανερωθούν τα έργα του γιατί με τη βοήθεια του Θεού έχουν πραγματοποιηθεί. Αυτός θα βρεθεί και στην άλλη ζωή για πάντα κοντά στο Φως της Αγάπης Του.
Τα ίδια ακριβώς λέει και το επόμενο κείμενο του κατά Ιωάννη Ευαγγελίου:
"44 Ιησούς δε έκραξε και είπεν: Ο πιστεύων εις εμέ ου πιστεύει εις εμέ, αλλ' εις τον πέμψαντά με, 45 και ο θεωρών εμέ θεωρεί τον πέμψαντά με. 46 εγώ φώς εις τον κόσμον ελήλυθα, ίνα πάς ο πιστεύων εις εμέ εν τή σκοτία μη μείνη. 47 και εάν τις μου ακούση των ρημάτων και μη πιστεύση, εγώ ου κρίνω αυτόν, ου γάρ ήλθον ίνα κρίνω τον κόσμον, αλλ' ίνα σώσω τον κόσμον. 48 ο αθετών εμέ και μη λαμβάνων τα ρήματά μου, έχει τον κρίνοντα αυτόν: ο λόγος ον ελάλησα, εκείνος κρινεί αυτόν εν τή εσχάτη ημέρα. 49 ότι εγώ εξ εμαυτού ουκ ελάλησα, αλλ' ο πέμψας με πατήρ αυτός μοι εντολήν έδωκε τι είπω και τι λαλήσω. 50 και οίδα ότι η εντολή αυτού ζωή αιώνιός εστιν. ά ούν λαλώ εγώ, καθώς είρηκέ μοι ο πατήρ, ούτω λαλώ." (Ιωαν. κεφ. 12, 44-50)