Περί Θείου Έρωτος
Συντονιστής: Συντονιστές
- filotas
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 4119
- Εγγραφή: Σάβ Αύγ 11, 2007 5:00 am
- Τοποθεσία: Νίκος@Κοζάνη
- Επικοινωνία:
Περί Θείου Έρωτος
Ας αρχίσουμε σ΄όσα λέει περί Θείου Έρωτος ο Άγιος Μάξιμος στον "Περί Αγάπης Λόγο":
"1. Η αγάπη είναι μια αγαθή διάθεση της ψυχής, η οποία την κάνει να μην προτιμά κανένα από τα όντα περισσότερο από τη γνώση του Θεού. Είναι όμως αδύνατο να φτάσει ν΄ αποκτήσει σταθερά αυτή την αγάπη όποιος έχει κάποια εμπαθή κλίση σε κάτι από τα γήινα.
2. Την αγάπη τη γεννά η απάθεια• την απάθεια τη γεννά η ελπίδα στο Θεό• την ελπίδα, η υπομονή και η μακροθυμία. Αυτές τις γεννά η καθολική εγκράτεια• την εγκράτεια, ο φόβος του Θεού• τον φόβο του Θεού τον γεννά η πίστη.
3. ΄Εκείνος πού πιστεύει στον Κύριο, φοβάται την κόλαση. Κι εκείνος πού φοβάται την κόλαση, εγκρατεύεται από τα πάθη. Εκείνος πού εγκρατεύεται από τα πάθη, υπομένει όσα τον θλίβουν. Εκείνος πού υπομένει όσα θλίβουν, θα αποκτήσει την ελπίδα στο Θεό. Η ελπίδα στο Θεό απομακρύνει το νου από κάθε εμπαθή κλίση προς τα γήινα. Και όταν χωριστεί από αυτήν ο νους, θα αποκτήσει την αγάπη προς το Θεό.
4. Εκείνος πού αγαπά το Θεό πάνω απ΄ όλα τα κτίσματά Του προτιμά τη γνώση Του κι αδιάλειπτα με πόθο την προσμένει.
5. Αν όλα τα όντα έγιναν από το Θεό και για το Θεό, και ο Θεός είναι καλύτερος από τα δημιουργήματά Του, εκείνος πού εγκαταλείπει το Θεό και στρέφεται στα χειρότερα, φανερώνεται ότι προτιμά περισσότερο τα δημιουργήματα από το Θεό.
6. Εκείνος πού έχει προσηλωμένο το νου του στην αγάπη του Θεού, καταφρονεί όλα τα ορατά, και το σώμα του ακόμη, σαν να είναι ξένο.
7. Αφού η ψυχή είναι ανώτερη από το σώμα, και ασυγκρίτως ανώτερος από τον κόσμο ο Δημιουργός Θεός, εκείνος πού προτιμά το σώμα από την ψυχή και τον κόσμο από το Θεό πού τον δημιούργησε, αυτός δε διαφέρει διόλου από αυτούς πού λατρεύουν τα είδωλα.
8. Εκείνος πού χώρισε το νου του από την αγάπη του Θεού και τη θεωρία, και τον έχει δεμένο σε κάποιο από τα αισθητά, αυτός είναι πού προτιμά το σώμα από την ψυχή και τα κτίσματα από τον Θεό πού τα δημιούργησε.
9. Αν η ζωή του νου είναι ο φωτισμός πού δίνει η πνευματική γνώση, κι αυτόν τον γεννά η αγάπη προς το Θεό, ορθά έχει λεχθεί πώς δεν είναι τίποτε πιο μεγάλο από τη θεία αγάπη.
10. Όταν με τον έρωτα της αγάπης ο νους μεταβαίνει προς το Θεό, τότε δεν έχει διόλου αίσθηση για κανένα από τα κτίσματα. Καθώς καταφωτίζεται από το θειο και άπειρο φως, γίνεται αναίσθητος για όλα τα κτίσματα, όπως τα μάτια δεν βλέπουν τα άστρα όταν ανατέλλει ο ήλιος.
11. Όλες οι αρετές βοηθούν το νου για να αποκτήσει το θειο έρωτα, περισσότερο όμως απ΄ όλες η καθαρή προσευχή. Γιατί με αυτήν ο νους παίρνει φτερά και πετά προς το Θεό, και βγαίνει έξω από όλα τα όντα.
12. Όταν ο νους αρπαχθεί μέσω της αγάπης από τη θεία γνώση, και αφού βρεθεί έξω από τα όντα, αισθάνεται την απειρία του Θεού• τότε, όπως συνέβη στον Ησαΐα, από την έκπληξη έρχεται σε συναίσθηση της μηδαμινότητάς του και λέει με κατάνυξη τα λόγια του προφήτη: « Ω εγώ, ο άθλιος, τι συντριβή νιώθω! Εγώ, ένας άνθρωπος πού έχω χείλη ακάθαρτα, και ανάμεσα σε λαό πού έχει χείλη ακάθαρτα κατοικώ, είδα με τα μάτια μου τον Βασιλέα, τον Κύριο Σαββαώθ».
13. Όποιος αγαπά το Θεό, δεν μπορεί να μην αγαπήσει και κάθε άνθρωπο σαν τον εαυτό του, αν και τον δυσαρεστούν τα πάθη εκείνων πού δεν έχουν ακόμη καθαριστεί. Γι΄ αυτό και χαίρεται με αμέτρητη και ανέκφραστη χαρά για τη διόρθωσή τους.
...
73. Άκουσε τι λένε εκείνοι πού αξιωθήκανε να έχουν την τέλεια αγάπη: «Ποιος θα μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; Θλίψη η στενοχώρια η διωγμός η γυμνότητα η κίνδυνος η μάχαιρα; Καθώς λέει η Γραφή, για χάρη Σου θανατωνόμαστε όλη την ημέρα• θεωρηθήκαμε ως πρόβατα για σφαγή. Αλλά σ΄ όλα τούτα βγαίνομε νικητές με τη βοήθεια Εκείνου πού μας αγάπησε. Πιστεύω απόλυτα ότι ούτε θάνατος, ούτε ζωή, ούτε άγγελοι, ούτε Αρχές, ούτε Δυνάμεις, ούτε τωρινά, ούτε μελλοντικά, ούτε ύψωμα, ούτε βάθος, ούτε καμιά άλλη κτίση θα μπορέσει να μας χωρίσει από την αγάπη του Θεού πού εκδηλώνεται με τον Ιησού Χριστό, τον Κύριό μας».
Λέει ο Άγιος Νικήτας Στηθάτος:
37. Ψυχή πού πληγώθηκε βαθιά από τον ερωτα του Θεού, αφού γεύθηκε τις νοητές δωρεές της γλυκύτητάς Του, δεν μπορεί να μένει στον εαυτό της η στην ίδια κατάσταση και να μην επεκτείνεται στις ουράνιες αναβάσεις. Γιατί όσο προχωρεί με τη βοήθεια του Πνεύματος σε διαδοχικές αναβάσεις και όσο εισχωρεί στα βάθη του Θεού, τόσο πυρπολείται από τη φωτιά της επιθυμίας και τόσο ερευνά το μέγεθος των ακόμη βαθύτερων μυστηρίων του Θεού και βιάζεται να πλησιάσει το μακάριο φως όπου σταματά κάθε άπλωμα του νου, για να ολοκληρώσει εκεί την πορεία της με ευφροσύνη καρδιάς.
38. Όταν γίνει κανείς μέτοχος του Αγίου Πνεύματος, και γνωρίσει την επιφοίτησή Του με κάποια ανέκφραστη μέσα του ενέργεια και ευωδία, ώστε η ευωδία να περνα και στην επιφάνεια του σώματος, τότε δεν υποφέρει στο εξής να μένει στα ορια της φύσεως. Αλλά επειδή έχει υποστει την καλή αλλοίωση με ενέργεια του Υψίστου, λησμονει την τροφή, τον υπνο, ξεπερνα τα σωματικά, περιφρονει τη σωματική ανάπαυση• όλη την ημέρα, ενώ βρίσκεται σε κόπους και αγωνες ασκητικούς, δεν αισθάνεται κανένα κόπο η φυσική ανάγκη, πείνα, δίψα, υπνο }η τις αλλες ανάγκες της φύσεως. Γιατί έχει χυθει αόρατα η αγάπη του Θεού με ανέκφραστη χαρά μέσα στην καρδιά του. Και όλη τη νύχτα, παραμένοντας σε πύρινο φωτισμό, εργάζεται τη νοερή εργασία με σωματικά γυμνάσματα, και απολαμβάνει το αθάνατο συμπόσιο των αθανάτων φυτων του νοητου Παραδείσου. Σ΄ αυτόν και ο Παύλος αφού υψώθηκε, ακουσε αρρητα ρήματα, τα όποια δεν επιτρέπεται να τα ακούσει άνθρωπος πού είναι ακόμη προσκολλημένος εμπαθως στα ορατά.
39. Το σώμα, όταν μια φορά πυρωθει στη φωτιά της ασκήσεως και βαφει στο νερό των δακρύων, δεν αμβλύνεται πια από τούς κόπους, γιατί καταπαύει τούς πολλούς αγωνες, επειδή εγινε ανώτερο από την πρακτική ασκηση. Αλλά αφού δεχτει μέσα του γαλήνη και σιωπή ειρήνης, γεμίζει μαλλον από μια άλλη δύναμη, άλλη ευτονία, άλλη ισχύ του Πνεύματος. Όταν τέτοιο σώμα αποκτήσει συνεργό η ψυχή και δει την κατάστασή του ότι είναι ανώτερη από τη σωματική ασκηση, αλλάζει τις φυσικές της κινήσεις και τις στρέφει σε νοητούς αγωνες και, εργαζόμενη με δύναμη τη νοερή εργασία, φυλάει για τον εαυτό της τούς καρπούς των αθανάτων φυτων μέσα στο νοητό Παράδεισο. Απ΄ όπου σαν ποταμοί τρέχουν οι πηγές των θεοπρεπων νοημάτων και μέσα στον οποιο βρίσκεται το δένδρο της γνώσεως του Θεού, πού παράγει καρπούς σοφίας, χαρας, ειρήνης, χρηστότητας, αγαθοσύνης, μακροθυμίας και ανέκφραστης αγάπης. Και καθώς έτσι εργάζεται με σπουδή και έτσι φυλάει, απομακρύνεται από το σώμα και εισδύει στο γνόφο της θεολογίας. Φεύγει με την εκσταση απ΄ όλα, επειδή δεν την κρατάει τίποτε από τα ορατά, και αφού ενωθει με το Θεό, σταματα ν΄ αγωνίζεται και να ποθει.
Από το βιβλίο: "ΒΙΒΛΙΟΚΑΛΙΑ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ"www.geocities.com/bibliokalia
Λέει ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης:
Το Άγιο Πνεύμα είναι αγάπη. Και ή αγάπη αυτή πλημμυρίζει όλες τις ψυχές των ουρανοπολιτών αγίων. Και το ίδιο Άγιο Πνεύμα είναι στη γη, στις ψυχές όσων αγαπούν το Θεό. Εν Πνεύματι 'Αγίω οι ουρανοί βλέπουν τη γη, ακούνε τις προσευχές μας και τις προσκομίζουν στο Θεό. Ζούμε στη γη και δεν βλέπουμε το Θεό, δεν μπορούμε να Τον δούμε. Άλλα σαν έρθει το Άγιο Πνεύμα στην ψυχή, τότε θα δούμε το Θεό, όπως Τον είδε ο άγιος Στέφανος (Πράξ. 7:55-56). Η ψυχή και ο νους αναγνωρίζουν αμέσως με το Άγιο Πνεύμα ότι Αυτός είναι ο Κύριος. Έτσι ο άγιος Συμεών ο Θεοδόχος, με το Άγιο Πνεύμα, αναγνώρισε στο μικρό βρέφος τον Κύριο (Λουκ. 2:25-32). Έτσι και ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, με το Άγιο Πνεύμα επίσης, αναγνώρισε τον Κύριο και Τον υπέδειξε στους ανθρώπους. Και στον ουρανό και στη γη, ο Θεός γνωρίζεται μόνο με το Άγιο Πνεύμα, όχι με την επιστήμη. Και τα παιδιά που δεν σπούδασαν καθόλου, γνωρίζουν τον Κύριο με το Άγιο Πνεύμα. Χωρίς το Άγιο Πνεύμα κανείς δεν μπορεί να γνωρίσει το Θεό και πόσο πολύ μας αγαπάει. Ακόμα κι αν διαβάζουμε πώς μας αγάπησε και έπαθε από αγάπη για μας, σκεφτόμαστε γι' αυτά μόνο με το νου, αλλά δεν καταλαβαίνουμε όπως πρέπει, με την ψυχή, την αγάπη του Χρίστου. Όταν όμως μας διδάξει, τότε γνωρίζουμε με εν
άργεια και αισθητά την αγάπη· τότε γινόμαστε όμοιοι με τον Κύριο.
...
Όποιος δεν γνωρίζει τη χάρη, δεν την επιζητεί. Οι άνθρωποι προσκολλήθηκαν στη γη, γι' αυτό. Οι πιο πολλοί δεν ξέρουν πώς τίποτα το γήινο δεν μπορεί να συγκριθεί με τη γλυκύτητα του Άγιου Πνεύματος.
...
Η αγάπη του Θεού χαρίζει στην ψυχή τον παράδεισο. Πολλοί πρίγκιπες και άρχοντες εγκατέλειψαν τους θρόνους τους, όταν γνώρισαν την αγάπη του Θεού. Κι αυτό είναι ευνόητο, γιατί ή αγάπη του Θεού είναι φλογερή. Με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος ή χαρά της ψυχής φτάνει ως τα δάκρυα, και τίποτα επίγειο δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί της.
...
Όποιος αγαπάει τον Κύριο, σκέφτεται πάντα Εκείνον. Η θύμηση του Θεού γεννάει την προσευχή. Αν δεν θυμάσαι τον Κύριο, τότε και δεν θα προσεύχεσαι και χωρίς την προσευχή, δεν θα παραμείνει ή ψυχή στην αγάπη του Θεού, γιατί η χάρη του Άγιου Πνεύματος έρχεται με την προσευχή.
"Η ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΤΟ ΘΕΟ - ΟΣΙΟΥ ΣΙΛΟΥΑΝΟΥ ΤΟΥ ΑΘΩΝΙΤΟΥ"
Από τη σειρά των φυλλαδίων "Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ" της Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού Αττικής.
"1. Η αγάπη είναι μια αγαθή διάθεση της ψυχής, η οποία την κάνει να μην προτιμά κανένα από τα όντα περισσότερο από τη γνώση του Θεού. Είναι όμως αδύνατο να φτάσει ν΄ αποκτήσει σταθερά αυτή την αγάπη όποιος έχει κάποια εμπαθή κλίση σε κάτι από τα γήινα.
2. Την αγάπη τη γεννά η απάθεια• την απάθεια τη γεννά η ελπίδα στο Θεό• την ελπίδα, η υπομονή και η μακροθυμία. Αυτές τις γεννά η καθολική εγκράτεια• την εγκράτεια, ο φόβος του Θεού• τον φόβο του Θεού τον γεννά η πίστη.
3. ΄Εκείνος πού πιστεύει στον Κύριο, φοβάται την κόλαση. Κι εκείνος πού φοβάται την κόλαση, εγκρατεύεται από τα πάθη. Εκείνος πού εγκρατεύεται από τα πάθη, υπομένει όσα τον θλίβουν. Εκείνος πού υπομένει όσα θλίβουν, θα αποκτήσει την ελπίδα στο Θεό. Η ελπίδα στο Θεό απομακρύνει το νου από κάθε εμπαθή κλίση προς τα γήινα. Και όταν χωριστεί από αυτήν ο νους, θα αποκτήσει την αγάπη προς το Θεό.
4. Εκείνος πού αγαπά το Θεό πάνω απ΄ όλα τα κτίσματά Του προτιμά τη γνώση Του κι αδιάλειπτα με πόθο την προσμένει.
5. Αν όλα τα όντα έγιναν από το Θεό και για το Θεό, και ο Θεός είναι καλύτερος από τα δημιουργήματά Του, εκείνος πού εγκαταλείπει το Θεό και στρέφεται στα χειρότερα, φανερώνεται ότι προτιμά περισσότερο τα δημιουργήματα από το Θεό.
6. Εκείνος πού έχει προσηλωμένο το νου του στην αγάπη του Θεού, καταφρονεί όλα τα ορατά, και το σώμα του ακόμη, σαν να είναι ξένο.
7. Αφού η ψυχή είναι ανώτερη από το σώμα, και ασυγκρίτως ανώτερος από τον κόσμο ο Δημιουργός Θεός, εκείνος πού προτιμά το σώμα από την ψυχή και τον κόσμο από το Θεό πού τον δημιούργησε, αυτός δε διαφέρει διόλου από αυτούς πού λατρεύουν τα είδωλα.
8. Εκείνος πού χώρισε το νου του από την αγάπη του Θεού και τη θεωρία, και τον έχει δεμένο σε κάποιο από τα αισθητά, αυτός είναι πού προτιμά το σώμα από την ψυχή και τα κτίσματα από τον Θεό πού τα δημιούργησε.
9. Αν η ζωή του νου είναι ο φωτισμός πού δίνει η πνευματική γνώση, κι αυτόν τον γεννά η αγάπη προς το Θεό, ορθά έχει λεχθεί πώς δεν είναι τίποτε πιο μεγάλο από τη θεία αγάπη.
10. Όταν με τον έρωτα της αγάπης ο νους μεταβαίνει προς το Θεό, τότε δεν έχει διόλου αίσθηση για κανένα από τα κτίσματα. Καθώς καταφωτίζεται από το θειο και άπειρο φως, γίνεται αναίσθητος για όλα τα κτίσματα, όπως τα μάτια δεν βλέπουν τα άστρα όταν ανατέλλει ο ήλιος.
11. Όλες οι αρετές βοηθούν το νου για να αποκτήσει το θειο έρωτα, περισσότερο όμως απ΄ όλες η καθαρή προσευχή. Γιατί με αυτήν ο νους παίρνει φτερά και πετά προς το Θεό, και βγαίνει έξω από όλα τα όντα.
12. Όταν ο νους αρπαχθεί μέσω της αγάπης από τη θεία γνώση, και αφού βρεθεί έξω από τα όντα, αισθάνεται την απειρία του Θεού• τότε, όπως συνέβη στον Ησαΐα, από την έκπληξη έρχεται σε συναίσθηση της μηδαμινότητάς του και λέει με κατάνυξη τα λόγια του προφήτη: « Ω εγώ, ο άθλιος, τι συντριβή νιώθω! Εγώ, ένας άνθρωπος πού έχω χείλη ακάθαρτα, και ανάμεσα σε λαό πού έχει χείλη ακάθαρτα κατοικώ, είδα με τα μάτια μου τον Βασιλέα, τον Κύριο Σαββαώθ».
13. Όποιος αγαπά το Θεό, δεν μπορεί να μην αγαπήσει και κάθε άνθρωπο σαν τον εαυτό του, αν και τον δυσαρεστούν τα πάθη εκείνων πού δεν έχουν ακόμη καθαριστεί. Γι΄ αυτό και χαίρεται με αμέτρητη και ανέκφραστη χαρά για τη διόρθωσή τους.
...
73. Άκουσε τι λένε εκείνοι πού αξιωθήκανε να έχουν την τέλεια αγάπη: «Ποιος θα μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού; Θλίψη η στενοχώρια η διωγμός η γυμνότητα η κίνδυνος η μάχαιρα; Καθώς λέει η Γραφή, για χάρη Σου θανατωνόμαστε όλη την ημέρα• θεωρηθήκαμε ως πρόβατα για σφαγή. Αλλά σ΄ όλα τούτα βγαίνομε νικητές με τη βοήθεια Εκείνου πού μας αγάπησε. Πιστεύω απόλυτα ότι ούτε θάνατος, ούτε ζωή, ούτε άγγελοι, ούτε Αρχές, ούτε Δυνάμεις, ούτε τωρινά, ούτε μελλοντικά, ούτε ύψωμα, ούτε βάθος, ούτε καμιά άλλη κτίση θα μπορέσει να μας χωρίσει από την αγάπη του Θεού πού εκδηλώνεται με τον Ιησού Χριστό, τον Κύριό μας».
Λέει ο Άγιος Νικήτας Στηθάτος:
37. Ψυχή πού πληγώθηκε βαθιά από τον ερωτα του Θεού, αφού γεύθηκε τις νοητές δωρεές της γλυκύτητάς Του, δεν μπορεί να μένει στον εαυτό της η στην ίδια κατάσταση και να μην επεκτείνεται στις ουράνιες αναβάσεις. Γιατί όσο προχωρεί με τη βοήθεια του Πνεύματος σε διαδοχικές αναβάσεις και όσο εισχωρεί στα βάθη του Θεού, τόσο πυρπολείται από τη φωτιά της επιθυμίας και τόσο ερευνά το μέγεθος των ακόμη βαθύτερων μυστηρίων του Θεού και βιάζεται να πλησιάσει το μακάριο φως όπου σταματά κάθε άπλωμα του νου, για να ολοκληρώσει εκεί την πορεία της με ευφροσύνη καρδιάς.
38. Όταν γίνει κανείς μέτοχος του Αγίου Πνεύματος, και γνωρίσει την επιφοίτησή Του με κάποια ανέκφραστη μέσα του ενέργεια και ευωδία, ώστε η ευωδία να περνα και στην επιφάνεια του σώματος, τότε δεν υποφέρει στο εξής να μένει στα ορια της φύσεως. Αλλά επειδή έχει υποστει την καλή αλλοίωση με ενέργεια του Υψίστου, λησμονει την τροφή, τον υπνο, ξεπερνα τα σωματικά, περιφρονει τη σωματική ανάπαυση• όλη την ημέρα, ενώ βρίσκεται σε κόπους και αγωνες ασκητικούς, δεν αισθάνεται κανένα κόπο η φυσική ανάγκη, πείνα, δίψα, υπνο }η τις αλλες ανάγκες της φύσεως. Γιατί έχει χυθει αόρατα η αγάπη του Θεού με ανέκφραστη χαρά μέσα στην καρδιά του. Και όλη τη νύχτα, παραμένοντας σε πύρινο φωτισμό, εργάζεται τη νοερή εργασία με σωματικά γυμνάσματα, και απολαμβάνει το αθάνατο συμπόσιο των αθανάτων φυτων του νοητου Παραδείσου. Σ΄ αυτόν και ο Παύλος αφού υψώθηκε, ακουσε αρρητα ρήματα, τα όποια δεν επιτρέπεται να τα ακούσει άνθρωπος πού είναι ακόμη προσκολλημένος εμπαθως στα ορατά.
39. Το σώμα, όταν μια φορά πυρωθει στη φωτιά της ασκήσεως και βαφει στο νερό των δακρύων, δεν αμβλύνεται πια από τούς κόπους, γιατί καταπαύει τούς πολλούς αγωνες, επειδή εγινε ανώτερο από την πρακτική ασκηση. Αλλά αφού δεχτει μέσα του γαλήνη και σιωπή ειρήνης, γεμίζει μαλλον από μια άλλη δύναμη, άλλη ευτονία, άλλη ισχύ του Πνεύματος. Όταν τέτοιο σώμα αποκτήσει συνεργό η ψυχή και δει την κατάστασή του ότι είναι ανώτερη από τη σωματική ασκηση, αλλάζει τις φυσικές της κινήσεις και τις στρέφει σε νοητούς αγωνες και, εργαζόμενη με δύναμη τη νοερή εργασία, φυλάει για τον εαυτό της τούς καρπούς των αθανάτων φυτων μέσα στο νοητό Παράδεισο. Απ΄ όπου σαν ποταμοί τρέχουν οι πηγές των θεοπρεπων νοημάτων και μέσα στον οποιο βρίσκεται το δένδρο της γνώσεως του Θεού, πού παράγει καρπούς σοφίας, χαρας, ειρήνης, χρηστότητας, αγαθοσύνης, μακροθυμίας και ανέκφραστης αγάπης. Και καθώς έτσι εργάζεται με σπουδή και έτσι φυλάει, απομακρύνεται από το σώμα και εισδύει στο γνόφο της θεολογίας. Φεύγει με την εκσταση απ΄ όλα, επειδή δεν την κρατάει τίποτε από τα ορατά, και αφού ενωθει με το Θεό, σταματα ν΄ αγωνίζεται και να ποθει.
Από το βιβλίο: "ΒΙΒΛΙΟΚΑΛΙΑ - ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ"www.geocities.com/bibliokalia
Λέει ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης:
Το Άγιο Πνεύμα είναι αγάπη. Και ή αγάπη αυτή πλημμυρίζει όλες τις ψυχές των ουρανοπολιτών αγίων. Και το ίδιο Άγιο Πνεύμα είναι στη γη, στις ψυχές όσων αγαπούν το Θεό. Εν Πνεύματι 'Αγίω οι ουρανοί βλέπουν τη γη, ακούνε τις προσευχές μας και τις προσκομίζουν στο Θεό. Ζούμε στη γη και δεν βλέπουμε το Θεό, δεν μπορούμε να Τον δούμε. Άλλα σαν έρθει το Άγιο Πνεύμα στην ψυχή, τότε θα δούμε το Θεό, όπως Τον είδε ο άγιος Στέφανος (Πράξ. 7:55-56). Η ψυχή και ο νους αναγνωρίζουν αμέσως με το Άγιο Πνεύμα ότι Αυτός είναι ο Κύριος. Έτσι ο άγιος Συμεών ο Θεοδόχος, με το Άγιο Πνεύμα, αναγνώρισε στο μικρό βρέφος τον Κύριο (Λουκ. 2:25-32). Έτσι και ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, με το Άγιο Πνεύμα επίσης, αναγνώρισε τον Κύριο και Τον υπέδειξε στους ανθρώπους. Και στον ουρανό και στη γη, ο Θεός γνωρίζεται μόνο με το Άγιο Πνεύμα, όχι με την επιστήμη. Και τα παιδιά που δεν σπούδασαν καθόλου, γνωρίζουν τον Κύριο με το Άγιο Πνεύμα. Χωρίς το Άγιο Πνεύμα κανείς δεν μπορεί να γνωρίσει το Θεό και πόσο πολύ μας αγαπάει. Ακόμα κι αν διαβάζουμε πώς μας αγάπησε και έπαθε από αγάπη για μας, σκεφτόμαστε γι' αυτά μόνο με το νου, αλλά δεν καταλαβαίνουμε όπως πρέπει, με την ψυχή, την αγάπη του Χρίστου. Όταν όμως μας διδάξει, τότε γνωρίζουμε με εν
άργεια και αισθητά την αγάπη· τότε γινόμαστε όμοιοι με τον Κύριο.
...
Όποιος δεν γνωρίζει τη χάρη, δεν την επιζητεί. Οι άνθρωποι προσκολλήθηκαν στη γη, γι' αυτό. Οι πιο πολλοί δεν ξέρουν πώς τίποτα το γήινο δεν μπορεί να συγκριθεί με τη γλυκύτητα του Άγιου Πνεύματος.
...
Η αγάπη του Θεού χαρίζει στην ψυχή τον παράδεισο. Πολλοί πρίγκιπες και άρχοντες εγκατέλειψαν τους θρόνους τους, όταν γνώρισαν την αγάπη του Θεού. Κι αυτό είναι ευνόητο, γιατί ή αγάπη του Θεού είναι φλογερή. Με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος ή χαρά της ψυχής φτάνει ως τα δάκρυα, και τίποτα επίγειο δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί της.
...
Όποιος αγαπάει τον Κύριο, σκέφτεται πάντα Εκείνον. Η θύμηση του Θεού γεννάει την προσευχή. Αν δεν θυμάσαι τον Κύριο, τότε και δεν θα προσεύχεσαι και χωρίς την προσευχή, δεν θα παραμείνει ή ψυχή στην αγάπη του Θεού, γιατί η χάρη του Άγιου Πνεύματος έρχεται με την προσευχή.
"Η ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΤΟ ΘΕΟ - ΟΣΙΟΥ ΣΙΛΟΥΑΝΟΥ ΤΟΥ ΑΘΩΝΙΤΟΥ"
Από τη σειρά των φυλλαδίων "Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ" της Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού Αττικής.
- filotas
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 4119
- Εγγραφή: Σάβ Αύγ 11, 2007 5:00 am
- Τοποθεσία: Νίκος@Κοζάνη
- Επικοινωνία:
Η είσοδος του Θεού στην καρδιά μας
Τώρα αρχίζω να ζητάω το Πνεύμα του Θεού. Τώρα αμέσως εισβάλλει το Πνεύμα
μέσα στην καρδιά μου. Έρχεται το Πνεύμα. Το Πνεύμα• δηλαδή, τι σημαίνει «το
Πνεύμα»; Μα το Πνεύμα είναι πανταχού παρόν. Δεν υπήρχε το Πνεύμα πριν;
«Εξαποστελείς το πνεύμα σου, και κτισθήσονται»(26)• όταν όμως λίγο αποστρέψης
το πρόσωπό σου, τουτέστι το Πνεύμα σου, την παρουσία σου, τα πάντα αμέσως
σκοτεινιάζουν, κρημνίζονται, απόλλυνται, συντρίβονται. Πέφτουν μέσα στην άβυσσο
της ανυπαρξίας.
Το Πνεύμα τώρα αρχίζει να υποδηλοί τον εαυτόν του, να κράζη «αββά ο πατήρ»(27),
τουτέστι να μας αποκαλύπτη την ταυτότητά του με τον Πατέρα. Ενεργεί πλέον ο Υιός
εν Αγίω Πνεύματι, το οποίον κινείται εν τη Εκκλησία, για να μαρτυρήση τον Πατέρα.
Μπορείτε τώρα να ερμηνεύσετε όλα τα χωρία της Γραφής, που έχουν αυτές τις
κινήσεις της Αγίας Τριάδος, τις οικονομικές κινήσεις της Τριάδος μέσα εις την ζωή
μας.
Αρχίζει, λοιπόν, μυστικά το Πνεύμα το Άγιον να μας αποκαλύπτη τον Πατέρα, την
ταυτότητά του με τον Πατέρα, και έχομε πλέον την αίσθησι του συνόντος και
συνιόντος εν ημίν Υιού, του ερχομένου Χριστού. Και αμέσως τότε πάσχομέν τι
καινόν βίωμα, το οποίον το αγνοούσαμε μέχρι τώρα. Ποιο βίωμα είναι αυτό; Το
βίωμα μιας καινούργιας αγωνίας πνευματικής.
Όταν είσαι μέσα στο σκοτάδι και σου φαίνεται σαν μια σκιά να μπαίνη μέσα, κάνεις
εσύ αμέσως έτσι και αγωνιάς, τι είναι αυτό; Όταν ακούσης απότομο θόρυβο, πας ν'
ακούσης τι πράγμα είναι, τα χάνεις! Ένα τέτοιο πράγμα. Ακούς την φωνή του Θεού,
έχεις την αίσθησι της παρουσίας του, ξαφνιάζεσαι πρώτα απ' όλα, αγωνιάς, τι είναι
αυτό; Θεός; Σατανάς; Πάθος, προβολή του εγωισμού μου; Τι πράγμα είναι αυτό;
Επειδή ευρισκόμεθα τώρα εις πνευματικά ίχνη, θα τα πω πολύ σύντομα, πολύ αδρά,
πολύ χονδρικά, ας το πούμε έτσι, χωρίς να αναλύσω κανέν βίωμα. Μέχρι τώρα είχαμε
της ψυχής μας τα βιώματα, για να φθάση να μπορή να προσευχηθή. Από εδώ και εξής
πλέον μπαίνομε εις την προσευχή την εκζητούσαν τον Θεόν. Ακόμη δεν ήρχισε ο
διάλογος, δεν ήρχισε ακόμη η ευχή, δεν ήρχισε ουσιαστικά η επικοινωνία με τον
Θεόν. Μετά από αυτά που θα πούμε τώρα, γίνεται αυτό.
Αρχίζει, λοιπόν, αυτή η αγωνία της ψυχής μας τότε!
--Ποίος είσαι; Τι είσαι συ και με κάνεις και φοβάμαι; σαν να λέγη η ψυχή μου.
Τα λέγω χονδρικώς. Στην αρχή μας κρύβεται Αυτός — πώς καμιά φορά παίζομε εμείς
με κάποιον πίσω από ένα δένδρο και του κλείνομε τα μάτια και του λέμε:
--- Ποιος είμαι;
--- Είσαι ο τάδε.
--- Όχι! λέγω εγώ.
--- Είσαι ο τάδε.
--- Όχι!
--- Είσαι ο δείνα.
--- Ναι! Και του ανοίγω τα μάτια και τον αγκαλιάζω.
Κάτι τέτοιο επακριβώς έχομε, ζούμε μέσα εις την ψυχή μας, εις την έκτασι αυτής μας
της προσευχής. Έχομε, λοιπόν, εμείς την αγωνία μας και μας κρύβεται ο Θεός, σαν να
μας παίζη. Και του φωνάζω πάλι με πιο πολύ κτύπο:
--- Τι παίζεις μαζί μου; Ποιος είσαι; Πες μου τι γυρεύεις.
Μα, θα μας πή το Πνεύμα:
--- Εσύ με φωνάζεις τόσα χρόνια και τώρα μου λες τι γυρεύω;
Αρχίζω πιο πολύ να καταλαβαίνω τι ζητούσα, τι φώναζα, τι γύρευα, γιατί ζω! Λέμε
καμιά φορά, «ούτε ξέρομε γιατί ζούμε». Μα πραγματικά δεν ξέρομε γιατί ζούμε. Άμα
δεν μας το διδάξη ο Θεός, δεν μπορούμε να το καταλάβωμε.
--- Ποιος είσαι συ; του λέμε ύστερα.
--- Εγώ είμαι ο Θεός!
Αλλά ακόμα μέσα στα πάθη μας, όπως είμαστε, σκύβομε, κοιτάζομε, κάνομε τα μάτια
μας έτσι να φύγουν οι τσίμπλες, να καθαρισθούν. Τα ανοίγομε, τον κοιτάζομε γερά,
καλά καλά. Μας πλησιάζει και Αυτός σιγά σιγά. Καθαρευόμεθα εμείς, καθαρίζει και
Εκείνος τον εαυτόν του, τα σύννεφα, τον γνόφο. Καθαρίζει τον γνόφο μου, τον
ανοίγει κάπως, για να γίνη ορατός από ημάς.
Η απόλαυση της παρουσίας Του
υτή μας η αγωνία γίνεται πάλι τώρα μία πνευματική απόλαυσις, όχι προμήνυμα,
αλλά απόλαυσις της παρουσίας του τώρα, της εγγύτητός του τώρα. Αρχίζω να
τον νοιώθω, ότι Αυτός είναι, αρχίζει να κτυπάη η καρδιά μου σαν να τον
γνωρίζη.
--- Εσύ, λοιπόν, είσαι ο Θεός μου;
--- Εγώ είμαι, δεν με γνωρίζεις; Εγώ που σε γέννησα, εγώ που σε βάπτισα, εγώ που
σε έκειρα καλόγηρο, εγώ που σ' απαντούσα, όταν προσευχόσουνα• και συ που μου
έλεγες « Θεέ μου, Θεέ μου» και σε βοηθούσα και δεν με καταλάβαινες, και στην
πραγματικότητα δεν ζητούσες εμένα. Εγώ, που κρυβόμουνα πίσω από την πείνα σου,
πίσω από την δίψα σου, πίσω από τον ύπνο σου, πίσω από το γονάτισμά σου, πίσω
από τις επιτυχίες σου, από τις αμαρτίες σου, από τα πάντα!
Ζεσταίνεται πιο πολύ ακόμα η καρδιά μου και ζητάω να τον αγκαλιάσω. Αλλά δεν
μπορώ, πρέπει να μ' αγκαλιάση Εκείνος. Ποιος είμαι εγώ; Εγώ είμαι η απουσία
Εκείνου. Φωνάζω! Τότε αρχίζω πλέον να τον ξεδιαλύνω. Αυτός πρέπει να είναι ο
Θεός μου. Δεν είχαμε ξαναδεί τον Θεόν. Μα Αυτός είναι, δεν μπορεί! Είναι κάτι «ουκ
ον» από όλα τα όντα. Είναι ο Ων! Ο μοναδικός και ανυπερβλήτως και πέραν παντός
όντος, είναι ο αποκλειστικώς Ων. Νοιώθω τι σημαίνει ο ων ο υπάρχων. Είναι ο μόνος
που υπάρχει. Καταλαβαίνω ότι τίποτε άλλο δεν υπάρχει από όλα που υπήρχαν, αλλά
είναι αυτός, που δεν υπάρχει όπως υπάρχουν τα άλλα, είναι ο μοναδικός, λοιπόν,
Αυτός, ο ουσιαστικώς υπάρχων, Είναι ο αΐδιος, είναι ο ατελεύτητος, και εγώ παίρνω
πλέον θέσι μέσα στην ζωή του, μέσα στην ύπαρξί του, μέσα στην ιστορία του Θεού.
Από την ώρα αυτή, που θα ενωθώ ή δεν θα ενωθώ τελικώς με τον Θεόν, διότι ακόμη
συνεχίζεται ο κίνδυνος -πέρασε η κρισιμότης η φοβερά του εγωισμού μου, τώρα
προχωράμε εις τον στίβο τον πνευματικό- και πάλι μπορώ να αρνηθώ όμως τον Θεόν,
διότι το εγώ χτυπήθηκε, αλλά υπάρχει μέσα μου.
Κατ' ολίγον τον ανακαλύπτω τον Θεόν. Τον γνωρίζω τον Θεόν. Αυτός είναι ο Θεός.
Μου αρέσει ο Θεός. Ο Θεός μπαίνει μέσα μου τώρα. Πώς μπαίνει μέσα μου;
Καταλαβαίνω τότε τι σημαίνει ότι ο Θεός είναι φως, ο Χριστός φως εκ φωτός και το
Πνεύμα το Άγιον το «εν τω φωτί». «Εν τω φωτί σου οψόμεθα φώς»(2Cool. Εν τω φωτί,
τω πνεύματι ορώμεν το φως, ορώμεν τον Θεόν. Νοιώθομε τι σημαίνει φως ο Θεός,
φως ο Πατήρ, φως ο Γιος, φως το Άγιον Πνεύμα, και αμέσως όλα αυτά που ήταν η
σκιά του φωτός -στην ουσία ανύπαρκτα- φωτιζόμενα, χάνονται από μπροστά μας.
Δεν εξαφανίζονται από μπροστά μας, χάνονται ενεργούντα. Γίνονται ανενέργητα.
Κατακλύζονται από το φως. Η πάσα πτυχή φωτίζεται.
...
Ο αρπαγμός του νου
Επομένως, αρχίζω εγώ τώρα με την βούλησί μου να προσεύχωμαι εις τον Θεόν.
Γι' αυτό χρειάζεται όλο το βουλητικό μου να στραφή και να κλωτσήση, να κάνη
έτσι... εις όλα τα υπόλοιπα, να τα απεμπόληση, να τα διώξη, ώστε να κράτηση
μόνον εκείνο το «Θεέ μου, Θεέ μου». Να ενωθή ο νους με την νόησι ή με την κλήσι
του Θεού, για να μπορέση να ενωθή κατόπιν και με τον Θεόν.
Εν συνεχεία, όταν προχωρήσω, νοιώθω ο νους μου κατά την προσευχή να αρπάζεται,
αλλά αυτό γίνεται, όταν πια θα έχω αρχίσει να προσεύχωμαι. Σας είπα, τώρα πολύ
χονδρικά κάνω την αναδρομή. Ξεναγούμεθα, ας πούμε, πολύ καλά στο μοναστήρι.
Όλα που έχει σας τα δείχνω και μετά, και τα είκοσι μοναστήρια σας τα λέγω εν
περιλήψεί αυτό κάνομε τώρα.
Τελικώς, ο νους εις την προσευχή αρπάζεται, νοιώθετε να αρπάζεται είτε εν σώματι
είτε εκτός σώματος, δεν μπορούμε να καταλαβαίνωμε, και να αναβαίνη όλος προς τον
Θεόν νοιώθω να αρπάζεται, τουτέστι νοιώθω να εξέρχεται, νοιώθω να εκπορεύεται,
νοιώθω να βγαίνη, να εκπηγάζη, να ανέρχεται, νοιώθω να πορεύεται, η προσευχή, ε;
Η προσευχή «προς» -γι' αυτό και το όνομάζομε «αρπαγμό»(37)- αρπάζεται από μέσα
και αναβαίνει πλέον προς τον Θεόν αναβαίνει προς τον Θεόν αρπαγμένος τώρα ο
νους, μέχρις ότου ενωθή τελικώς με τον αρπάξαντα Θεόν, για να γίνη τώρα ο Θεός
αρπαγμένος εν εμοί. Διότι θα πρέπη ο αρπαγμένος νους να μάθη να ζη μαζί με τον
Θεόν, αλλά αυτό δεν πρέπει να γίνεται εκτός, πρέπει να γίνεται, όπως λέγαμε
προηγουμένως, εντός.
Είναι υπέροχες οι στιγμές, που «προ ετών δεκατεσσάρων»(3Cool ο Παύλος είχε δει να
αρπάζεται ο νους του• ή ωραιότατες οι στιγμές, που αρπάζεται ο νου
ς των αγίων.
Αλλά αυτό που έχει σημασία είναι, εν εμοί να γίνεται αυτός, όχι ο αρπαγμός του νοός
μου από την έλξι του Θεού, αλλά ο αρπαγμός του Θεού από τον νου μου, χάριτι πάλι
θεία, μέσα στην δική μου την καρδιά.
Εις το διάστημα αυτό οράται ο άνθρωπος ως φλοξ, γίνεται φλογερά η ψυχή του και η
ανάβασίς του. Ενίοτε δε, ως φλοξ γίνεται και αυτός ούτος, και φωτεινός γίνεται ο
τόπος εις τον οποίον υπάρχει, και θεάται και αυτός ούτος συχνά πυκνά ως φως. Ο
ίδιος εν τω μεταξύ βλέπει και καθορά το φως μέσα στην θεϊκή αυτή παρουσία —
είναι ακριβώς η στιγμή της μυστικής ενώσεως με τον Θεόν και, επομένως, είναι μία
πραγμάτωσις, είναι μία τελείωσις της προσευχής.
Η προσευχή έφθασε εις τον σκοπό της! Ξεκίνησε το καραβάκι από τον αρσανά μας
και πήγε εκεί που θέλαμε να φθάσωμε. Μέχρι τώρα ήμασταν στον δρόμο. Εδώ είναι
το τέρμα της προσευχής μας! Είναι ο αρπαγμός του Θεού, δια της δικής μου
βουλήσεως εν Πνεύματι Αγίω εν τη καρδία μου. Ενούται τώρα ο νους μου και το
πνεύμα μου μετά του Θεού, γίνομαι όλος -απορροφώμαι από την φλόγα, από το
παμφάγο αυτό φως του Θεού, από την άβυσσο του ελέους του- σαν μία σταγών, η
οποία απερροφήθη από τον ωκεανό• και έχω την αίσθησι της μυστικής μου ενώσεως
μετά του Θεού, ο οποίος ήτο παρών δια της μυστηριακής, που λέγαμε αρχικώς, ζωής
και έγινε προσωπικά μεθεκτός και έγινα μέτοχος της ζωής του και έγινε μέτοχος της
υποστάσεώς μου, της φύσεως μου, έγινε ο Θεός ένα με έμενα εις το σημείο αυτό.
Οπότε, έχω πλέον αυτήν την ένωσι.
ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ο Σιμωνοπετρίτης: "Περί Θεού: Λόγος Αισθήσεως"Αθήναι 2004 Εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ
γ.Η ζήτησι του Χριστού
Ερχόμαστε τώρα στο τρίτο και τελευταίο στοιχείο της πνευματικής ζωής, στην
ζήτησι του Χριστού. Άναψε άραγε μέσα μας η φωτιά; Μήπως, ενώ
βαπτισθήκαμε και διαλέξαμε τον Χριστόν, ενώ αρχίσαμε πνευματικά, τώρα
συνεχίζωμε σαρκικά, παίζοντας έτσι κορώνα γράμματα το μέλλον μας; Η πνευματική
ζωή χαρακτηρίζεται από μία έντασι ζητήσεως του Χριστού. Απαιτεί διαρκώς να τον
σκεπτώμεθα και να τον ζητάμε. «Εμνήσθην του Θεού και ηυφράνθην», λέγει ο
Ψαλμωδός(29). «Ζητείτέ με και ευρήσετέ με», λέγει ο Κύριος(30). Όταν τον ζητάμε,
θα τον βρούμε και θα γεμίση η ζωή μας από ευφροσύνη.
Πολλά μας κρύβουν τον Χριστόν και πολλά μας απορροφούν, ώστε να μην μπορούμε
να τον έχωμε διαρκώς ενώπιόν μας. Και τα ιερώτερα γεγονότα και πρόσωπα της ζωής
μας μπορούν να γίνουν εμπόδια: το επάγγελμα, το σπίτι, τα παιδιά, ο άνδρας, η
γυναίκα, τα πάντα. Είναι δύσκολες οι συνθήκες. Η πνευματική ζωή όμως είναι μία
μάχη κατά την οποίαν πρέπει να έχωμε διαρκώς το βλέμμα μας εις τον Θεόν, να
ζητάμε τον αρχηγό μας.
Θυμάμαι, όταν είχα πάει κάποτε στο Άγιον Όρος, μέσα σε έναν πυκνά
δενδροφυτευμένο τόπο, βλέπω από μακριά κάποιον ασκητή, ο οποίος προχωρούσε
ψάλλοντας. Ενώ έψαλλε, από ώρα σε ώρα έκανε μία βαθειά μετάνοια, προσκυνούσε,
σηκωνόταν και πάλι προχωρούσε. Μου έκανε εντύπωσι. Ποιον άραγε προσκυνούσε;
Τρέχω μέσα από τα δένδρα, τον φθάνω, τον σταματώ. - Γέροντα, ποιόν προσκυνάς
στον δρόμο;
- Μα, παιδί μου, δεν τον βλέπεις;
- Ποιόν;
- Τον Χριστόν. Τουλάχιστον, αν δεν τον βλεπης, δεν τον νοιώθεις ότι είναι μπροστά
σου; μου απήντησε εκείνος.
Αγαπητοί μου, οι άνθρωποι έλεγαν παλαιότερα το όνομα του Χριστού ή το άκουγαν
και βούρκωναν τα ματιά τους, άρπαζαν φωτιές τα στήθη τους, έπεφταν στα γόνατά
τους. Εμείς γιατί; Γιατί, Θεέ μου, τόσο λίγο σε σκεπτόμαστε και τόσο λίγο
συγκινούμεθα από σένα; Γιατί τόσο σπάνια σε ποθούμε; Όπου ο θησαυρός μας εκεί
και η καρδιά μας(31), λέγει η Αγία Γραφή. Σαν να λέμε: Θέλεις να μάθης πόσο
κοστίζει, πόσο αξίζει η ζωή σου για τον Χριστόν, για τον ουρανό; Όσο τον διψάς, όσο
σε αυτόν έχεις την καρδιά σου, τόσο κοστίζει.
Ας μην ξεχνάμε ότι δώσαμε έναν όρκο• τον όρκο ότι θα μείνωμε πιστοί σε αυτόν
μέχρι τέλους της ζωής μας(32) όπως ο γυιος ενός βασιλιά. Τον κάλεσε ο πατέρας του,
τον έβαλε μπροστά στο Ευαγγέλιο και του είπε: Θέλω, παιδί μου, εδώ να μου
ορκισθής πίστι μέχρι την τελευταία σου στιγμή. Το παιδί άρπαξε το ξίφος του, το
έβαλε επάνω στο Ευαγγέλιο και ωρκίσθηκε. Πέρασαν τα χρόνια, μεγάλωσε το παιδί.
Κάποτε ήρθαν εχθροί, έπιασαν τον βασιλιά, τον πήραν αιχμάλωτο μακριά από την
πατρίδα. Ο γυιος έμεινε ελεύθερος. Αν ήθελε, μπορούσε να γίνη και βασιλιάς. Όμως
μέσα στο μυαλό του τριγυρνούσε συνεχώς η σκέψις του όρκου, που είχε δώσει στον
πατέρα του τον βασιλιά. Ωρκίσθηκα, έλεγε, και πρέπει να μείνω πιστός. Και μία
ημέρα, νύχτα ακόμη, αρπάζει το άλογό του, χυμάει στον δρόμο, περνάει μέσα από το
εχθρικό στρατόπεδο, για να βρη τον αιχμάλωτο βασιλιά, να του δείξη πως έμεινε
πιστός στον όρκο του. Στον δρόμο, ενώ περνούσε έξω από ένα χάνι, γλιστράει, πέφτει
από το άλογο, χτυπά στο κεφάλι του, μένει αναίσθητος. Ακούν τον θόρυβο οι
άνθρωποι, βγαίνουν, τον σηκώνουν λιπόθυμο, τον βάζουν μέσα. Μόλις μπήκε στην
ζεστασιά, συνήλθε και ρώτησε: Λίγο δυνατό ποτό έχετε να μου δώσετε; Του έδωσαν
ποτό, το ήπιε, άρπαξε μία πετσέτα, έδεσε σφικτά το κεφάλι του και χυμά να φυγή
πάλι. Μα, στάσου, του λέγουν εκείνοι, πού πηγαίνεις; Τρέχει αίμα το κεφάλι σου,
είναι επικίνδυνο.
Ο γυιός του βασιλιά δεν μπορεί να περιμένη. Έδωσε όρκο και πρέπει να τον τιμήση.
Ανεβαίνει σε ένα νέο άλογο, το δικό του είχε σκοτωθή, το χτυπάει και φεύγει. Έτρεχε
στον δρόμο• το αίμα έτρεχε και αυτό• και αυτός έτρεχε για τον πατέρα. Τον
σπιρούνιαζε ο πόνος• τον έβαφε το αίμα. Αλλά εκείνος φώναζε: Ωρκίσθηκα και του
ανήκω, θα μείνω πιστός μέχρι θανάτου.
Ας μείνωμε και εμείς πιστοί στον όρκο μας μέχρι θανάτου!
ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ο Σιμωνοπετρίτης: "Περί Πνευματικής Ζωής"ΙΕΡΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΡΜΥΛΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ
Τώρα αρχίζω να ζητάω το Πνεύμα του Θεού. Τώρα αμέσως εισβάλλει το Πνεύμα
μέσα στην καρδιά μου. Έρχεται το Πνεύμα. Το Πνεύμα• δηλαδή, τι σημαίνει «το
Πνεύμα»; Μα το Πνεύμα είναι πανταχού παρόν. Δεν υπήρχε το Πνεύμα πριν;
«Εξαποστελείς το πνεύμα σου, και κτισθήσονται»(26)• όταν όμως λίγο αποστρέψης
το πρόσωπό σου, τουτέστι το Πνεύμα σου, την παρουσία σου, τα πάντα αμέσως
σκοτεινιάζουν, κρημνίζονται, απόλλυνται, συντρίβονται. Πέφτουν μέσα στην άβυσσο
της ανυπαρξίας.
Το Πνεύμα τώρα αρχίζει να υποδηλοί τον εαυτόν του, να κράζη «αββά ο πατήρ»(27),
τουτέστι να μας αποκαλύπτη την ταυτότητά του με τον Πατέρα. Ενεργεί πλέον ο Υιός
εν Αγίω Πνεύματι, το οποίον κινείται εν τη Εκκλησία, για να μαρτυρήση τον Πατέρα.
Μπορείτε τώρα να ερμηνεύσετε όλα τα χωρία της Γραφής, που έχουν αυτές τις
κινήσεις της Αγίας Τριάδος, τις οικονομικές κινήσεις της Τριάδος μέσα εις την ζωή
μας.
Αρχίζει, λοιπόν, μυστικά το Πνεύμα το Άγιον να μας αποκαλύπτη τον Πατέρα, την
ταυτότητά του με τον Πατέρα, και έχομε πλέον την αίσθησι του συνόντος και
συνιόντος εν ημίν Υιού, του ερχομένου Χριστού. Και αμέσως τότε πάσχομέν τι
καινόν βίωμα, το οποίον το αγνοούσαμε μέχρι τώρα. Ποιο βίωμα είναι αυτό; Το
βίωμα μιας καινούργιας αγωνίας πνευματικής.
Όταν είσαι μέσα στο σκοτάδι και σου φαίνεται σαν μια σκιά να μπαίνη μέσα, κάνεις
εσύ αμέσως έτσι και αγωνιάς, τι είναι αυτό; Όταν ακούσης απότομο θόρυβο, πας ν'
ακούσης τι πράγμα είναι, τα χάνεις! Ένα τέτοιο πράγμα. Ακούς την φωνή του Θεού,
έχεις την αίσθησι της παρουσίας του, ξαφνιάζεσαι πρώτα απ' όλα, αγωνιάς, τι είναι
αυτό; Θεός; Σατανάς; Πάθος, προβολή του εγωισμού μου; Τι πράγμα είναι αυτό;
Επειδή ευρισκόμεθα τώρα εις πνευματικά ίχνη, θα τα πω πολύ σύντομα, πολύ αδρά,
πολύ χονδρικά, ας το πούμε έτσι, χωρίς να αναλύσω κανέν βίωμα. Μέχρι τώρα είχαμε
της ψυχής μας τα βιώματα, για να φθάση να μπορή να προσευχηθή. Από εδώ και εξής
πλέον μπαίνομε εις την προσευχή την εκζητούσαν τον Θεόν. Ακόμη δεν ήρχισε ο
διάλογος, δεν ήρχισε ακόμη η ευχή, δεν ήρχισε ουσιαστικά η επικοινωνία με τον
Θεόν. Μετά από αυτά που θα πούμε τώρα, γίνεται αυτό.
Αρχίζει, λοιπόν, αυτή η αγωνία της ψυχής μας τότε!
--Ποίος είσαι; Τι είσαι συ και με κάνεις και φοβάμαι; σαν να λέγη η ψυχή μου.
Τα λέγω χονδρικώς. Στην αρχή μας κρύβεται Αυτός — πώς καμιά φορά παίζομε εμείς
με κάποιον πίσω από ένα δένδρο και του κλείνομε τα μάτια και του λέμε:
--- Ποιος είμαι;
--- Είσαι ο τάδε.
--- Όχι! λέγω εγώ.
--- Είσαι ο τάδε.
--- Όχι!
--- Είσαι ο δείνα.
--- Ναι! Και του ανοίγω τα μάτια και τον αγκαλιάζω.
Κάτι τέτοιο επακριβώς έχομε, ζούμε μέσα εις την ψυχή μας, εις την έκτασι αυτής μας
της προσευχής. Έχομε, λοιπόν, εμείς την αγωνία μας και μας κρύβεται ο Θεός, σαν να
μας παίζη. Και του φωνάζω πάλι με πιο πολύ κτύπο:
--- Τι παίζεις μαζί μου; Ποιος είσαι; Πες μου τι γυρεύεις.
Μα, θα μας πή το Πνεύμα:
--- Εσύ με φωνάζεις τόσα χρόνια και τώρα μου λες τι γυρεύω;
Αρχίζω πιο πολύ να καταλαβαίνω τι ζητούσα, τι φώναζα, τι γύρευα, γιατί ζω! Λέμε
καμιά φορά, «ούτε ξέρομε γιατί ζούμε». Μα πραγματικά δεν ξέρομε γιατί ζούμε. Άμα
δεν μας το διδάξη ο Θεός, δεν μπορούμε να το καταλάβωμε.
--- Ποιος είσαι συ; του λέμε ύστερα.
--- Εγώ είμαι ο Θεός!
Αλλά ακόμα μέσα στα πάθη μας, όπως είμαστε, σκύβομε, κοιτάζομε, κάνομε τα μάτια
μας έτσι να φύγουν οι τσίμπλες, να καθαρισθούν. Τα ανοίγομε, τον κοιτάζομε γερά,
καλά καλά. Μας πλησιάζει και Αυτός σιγά σιγά. Καθαρευόμεθα εμείς, καθαρίζει και
Εκείνος τον εαυτόν του, τα σύννεφα, τον γνόφο. Καθαρίζει τον γνόφο μου, τον
ανοίγει κάπως, για να γίνη ορατός από ημάς.
Η απόλαυση της παρουσίας Του
υτή μας η αγωνία γίνεται πάλι τώρα μία πνευματική απόλαυσις, όχι προμήνυμα,
αλλά απόλαυσις της παρουσίας του τώρα, της εγγύτητός του τώρα. Αρχίζω να
τον νοιώθω, ότι Αυτός είναι, αρχίζει να κτυπάη η καρδιά μου σαν να τον
γνωρίζη.
--- Εσύ, λοιπόν, είσαι ο Θεός μου;
--- Εγώ είμαι, δεν με γνωρίζεις; Εγώ που σε γέννησα, εγώ που σε βάπτισα, εγώ που
σε έκειρα καλόγηρο, εγώ που σ' απαντούσα, όταν προσευχόσουνα• και συ που μου
έλεγες « Θεέ μου, Θεέ μου» και σε βοηθούσα και δεν με καταλάβαινες, και στην
πραγματικότητα δεν ζητούσες εμένα. Εγώ, που κρυβόμουνα πίσω από την πείνα σου,
πίσω από την δίψα σου, πίσω από τον ύπνο σου, πίσω από το γονάτισμά σου, πίσω
από τις επιτυχίες σου, από τις αμαρτίες σου, από τα πάντα!
Ζεσταίνεται πιο πολύ ακόμα η καρδιά μου και ζητάω να τον αγκαλιάσω. Αλλά δεν
μπορώ, πρέπει να μ' αγκαλιάση Εκείνος. Ποιος είμαι εγώ; Εγώ είμαι η απουσία
Εκείνου. Φωνάζω! Τότε αρχίζω πλέον να τον ξεδιαλύνω. Αυτός πρέπει να είναι ο
Θεός μου. Δεν είχαμε ξαναδεί τον Θεόν. Μα Αυτός είναι, δεν μπορεί! Είναι κάτι «ουκ
ον» από όλα τα όντα. Είναι ο Ων! Ο μοναδικός και ανυπερβλήτως και πέραν παντός
όντος, είναι ο αποκλειστικώς Ων. Νοιώθω τι σημαίνει ο ων ο υπάρχων. Είναι ο μόνος
που υπάρχει. Καταλαβαίνω ότι τίποτε άλλο δεν υπάρχει από όλα που υπήρχαν, αλλά
είναι αυτός, που δεν υπάρχει όπως υπάρχουν τα άλλα, είναι ο μοναδικός, λοιπόν,
Αυτός, ο ουσιαστικώς υπάρχων, Είναι ο αΐδιος, είναι ο ατελεύτητος, και εγώ παίρνω
πλέον θέσι μέσα στην ζωή του, μέσα στην ύπαρξί του, μέσα στην ιστορία του Θεού.
Από την ώρα αυτή, που θα ενωθώ ή δεν θα ενωθώ τελικώς με τον Θεόν, διότι ακόμη
συνεχίζεται ο κίνδυνος -πέρασε η κρισιμότης η φοβερά του εγωισμού μου, τώρα
προχωράμε εις τον στίβο τον πνευματικό- και πάλι μπορώ να αρνηθώ όμως τον Θεόν,
διότι το εγώ χτυπήθηκε, αλλά υπάρχει μέσα μου.
Κατ' ολίγον τον ανακαλύπτω τον Θεόν. Τον γνωρίζω τον Θεόν. Αυτός είναι ο Θεός.
Μου αρέσει ο Θεός. Ο Θεός μπαίνει μέσα μου τώρα. Πώς μπαίνει μέσα μου;
Καταλαβαίνω τότε τι σημαίνει ότι ο Θεός είναι φως, ο Χριστός φως εκ φωτός και το
Πνεύμα το Άγιον το «εν τω φωτί». «Εν τω φωτί σου οψόμεθα φώς»(2Cool. Εν τω φωτί,
τω πνεύματι ορώμεν το φως, ορώμεν τον Θεόν. Νοιώθομε τι σημαίνει φως ο Θεός,
φως ο Πατήρ, φως ο Γιος, φως το Άγιον Πνεύμα, και αμέσως όλα αυτά που ήταν η
σκιά του φωτός -στην ουσία ανύπαρκτα- φωτιζόμενα, χάνονται από μπροστά μας.
Δεν εξαφανίζονται από μπροστά μας, χάνονται ενεργούντα. Γίνονται ανενέργητα.
Κατακλύζονται από το φως. Η πάσα πτυχή φωτίζεται.
...
Ο αρπαγμός του νου
Επομένως, αρχίζω εγώ τώρα με την βούλησί μου να προσεύχωμαι εις τον Θεόν.
Γι' αυτό χρειάζεται όλο το βουλητικό μου να στραφή και να κλωτσήση, να κάνη
έτσι... εις όλα τα υπόλοιπα, να τα απεμπόληση, να τα διώξη, ώστε να κράτηση
μόνον εκείνο το «Θεέ μου, Θεέ μου». Να ενωθή ο νους με την νόησι ή με την κλήσι
του Θεού, για να μπορέση να ενωθή κατόπιν και με τον Θεόν.
Εν συνεχεία, όταν προχωρήσω, νοιώθω ο νους μου κατά την προσευχή να αρπάζεται,
αλλά αυτό γίνεται, όταν πια θα έχω αρχίσει να προσεύχωμαι. Σας είπα, τώρα πολύ
χονδρικά κάνω την αναδρομή. Ξεναγούμεθα, ας πούμε, πολύ καλά στο μοναστήρι.
Όλα που έχει σας τα δείχνω και μετά, και τα είκοσι μοναστήρια σας τα λέγω εν
περιλήψεί αυτό κάνομε τώρα.
Τελικώς, ο νους εις την προσευχή αρπάζεται, νοιώθετε να αρπάζεται είτε εν σώματι
είτε εκτός σώματος, δεν μπορούμε να καταλαβαίνωμε, και να αναβαίνη όλος προς τον
Θεόν νοιώθω να αρπάζεται, τουτέστι νοιώθω να εξέρχεται, νοιώθω να εκπορεύεται,
νοιώθω να βγαίνη, να εκπηγάζη, να ανέρχεται, νοιώθω να πορεύεται, η προσευχή, ε;
Η προσευχή «προς» -γι' αυτό και το όνομάζομε «αρπαγμό»(37)- αρπάζεται από μέσα
και αναβαίνει πλέον προς τον Θεόν αναβαίνει προς τον Θεόν αρπαγμένος τώρα ο
νους, μέχρις ότου ενωθή τελικώς με τον αρπάξαντα Θεόν, για να γίνη τώρα ο Θεός
αρπαγμένος εν εμοί. Διότι θα πρέπη ο αρπαγμένος νους να μάθη να ζη μαζί με τον
Θεόν, αλλά αυτό δεν πρέπει να γίνεται εκτός, πρέπει να γίνεται, όπως λέγαμε
προηγουμένως, εντός.
Είναι υπέροχες οι στιγμές, που «προ ετών δεκατεσσάρων»(3Cool ο Παύλος είχε δει να
αρπάζεται ο νους του• ή ωραιότατες οι στιγμές, που αρπάζεται ο νου
ς των αγίων.
Αλλά αυτό που έχει σημασία είναι, εν εμοί να γίνεται αυτός, όχι ο αρπαγμός του νοός
μου από την έλξι του Θεού, αλλά ο αρπαγμός του Θεού από τον νου μου, χάριτι πάλι
θεία, μέσα στην δική μου την καρδιά.
Εις το διάστημα αυτό οράται ο άνθρωπος ως φλοξ, γίνεται φλογερά η ψυχή του και η
ανάβασίς του. Ενίοτε δε, ως φλοξ γίνεται και αυτός ούτος, και φωτεινός γίνεται ο
τόπος εις τον οποίον υπάρχει, και θεάται και αυτός ούτος συχνά πυκνά ως φως. Ο
ίδιος εν τω μεταξύ βλέπει και καθορά το φως μέσα στην θεϊκή αυτή παρουσία —
είναι ακριβώς η στιγμή της μυστικής ενώσεως με τον Θεόν και, επομένως, είναι μία
πραγμάτωσις, είναι μία τελείωσις της προσευχής.
Η προσευχή έφθασε εις τον σκοπό της! Ξεκίνησε το καραβάκι από τον αρσανά μας
και πήγε εκεί που θέλαμε να φθάσωμε. Μέχρι τώρα ήμασταν στον δρόμο. Εδώ είναι
το τέρμα της προσευχής μας! Είναι ο αρπαγμός του Θεού, δια της δικής μου
βουλήσεως εν Πνεύματι Αγίω εν τη καρδία μου. Ενούται τώρα ο νους μου και το
πνεύμα μου μετά του Θεού, γίνομαι όλος -απορροφώμαι από την φλόγα, από το
παμφάγο αυτό φως του Θεού, από την άβυσσο του ελέους του- σαν μία σταγών, η
οποία απερροφήθη από τον ωκεανό• και έχω την αίσθησι της μυστικής μου ενώσεως
μετά του Θεού, ο οποίος ήτο παρών δια της μυστηριακής, που λέγαμε αρχικώς, ζωής
και έγινε προσωπικά μεθεκτός και έγινα μέτοχος της ζωής του και έγινε μέτοχος της
υποστάσεώς μου, της φύσεως μου, έγινε ο Θεός ένα με έμενα εις το σημείο αυτό.
Οπότε, έχω πλέον αυτήν την ένωσι.
ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ο Σιμωνοπετρίτης: "Περί Θεού: Λόγος Αισθήσεως"Αθήναι 2004 Εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ
γ.Η ζήτησι του Χριστού
Ερχόμαστε τώρα στο τρίτο και τελευταίο στοιχείο της πνευματικής ζωής, στην
ζήτησι του Χριστού. Άναψε άραγε μέσα μας η φωτιά; Μήπως, ενώ
βαπτισθήκαμε και διαλέξαμε τον Χριστόν, ενώ αρχίσαμε πνευματικά, τώρα
συνεχίζωμε σαρκικά, παίζοντας έτσι κορώνα γράμματα το μέλλον μας; Η πνευματική
ζωή χαρακτηρίζεται από μία έντασι ζητήσεως του Χριστού. Απαιτεί διαρκώς να τον
σκεπτώμεθα και να τον ζητάμε. «Εμνήσθην του Θεού και ηυφράνθην», λέγει ο
Ψαλμωδός(29). «Ζητείτέ με και ευρήσετέ με», λέγει ο Κύριος(30). Όταν τον ζητάμε,
θα τον βρούμε και θα γεμίση η ζωή μας από ευφροσύνη.
Πολλά μας κρύβουν τον Χριστόν και πολλά μας απορροφούν, ώστε να μην μπορούμε
να τον έχωμε διαρκώς ενώπιόν μας. Και τα ιερώτερα γεγονότα και πρόσωπα της ζωής
μας μπορούν να γίνουν εμπόδια: το επάγγελμα, το σπίτι, τα παιδιά, ο άνδρας, η
γυναίκα, τα πάντα. Είναι δύσκολες οι συνθήκες. Η πνευματική ζωή όμως είναι μία
μάχη κατά την οποίαν πρέπει να έχωμε διαρκώς το βλέμμα μας εις τον Θεόν, να
ζητάμε τον αρχηγό μας.
Θυμάμαι, όταν είχα πάει κάποτε στο Άγιον Όρος, μέσα σε έναν πυκνά
δενδροφυτευμένο τόπο, βλέπω από μακριά κάποιον ασκητή, ο οποίος προχωρούσε
ψάλλοντας. Ενώ έψαλλε, από ώρα σε ώρα έκανε μία βαθειά μετάνοια, προσκυνούσε,
σηκωνόταν και πάλι προχωρούσε. Μου έκανε εντύπωσι. Ποιον άραγε προσκυνούσε;
Τρέχω μέσα από τα δένδρα, τον φθάνω, τον σταματώ. - Γέροντα, ποιόν προσκυνάς
στον δρόμο;
- Μα, παιδί μου, δεν τον βλέπεις;
- Ποιόν;
- Τον Χριστόν. Τουλάχιστον, αν δεν τον βλεπης, δεν τον νοιώθεις ότι είναι μπροστά
σου; μου απήντησε εκείνος.
Αγαπητοί μου, οι άνθρωποι έλεγαν παλαιότερα το όνομα του Χριστού ή το άκουγαν
και βούρκωναν τα ματιά τους, άρπαζαν φωτιές τα στήθη τους, έπεφταν στα γόνατά
τους. Εμείς γιατί; Γιατί, Θεέ μου, τόσο λίγο σε σκεπτόμαστε και τόσο λίγο
συγκινούμεθα από σένα; Γιατί τόσο σπάνια σε ποθούμε; Όπου ο θησαυρός μας εκεί
και η καρδιά μας(31), λέγει η Αγία Γραφή. Σαν να λέμε: Θέλεις να μάθης πόσο
κοστίζει, πόσο αξίζει η ζωή σου για τον Χριστόν, για τον ουρανό; Όσο τον διψάς, όσο
σε αυτόν έχεις την καρδιά σου, τόσο κοστίζει.
Ας μην ξεχνάμε ότι δώσαμε έναν όρκο• τον όρκο ότι θα μείνωμε πιστοί σε αυτόν
μέχρι τέλους της ζωής μας(32) όπως ο γυιος ενός βασιλιά. Τον κάλεσε ο πατέρας του,
τον έβαλε μπροστά στο Ευαγγέλιο και του είπε: Θέλω, παιδί μου, εδώ να μου
ορκισθής πίστι μέχρι την τελευταία σου στιγμή. Το παιδί άρπαξε το ξίφος του, το
έβαλε επάνω στο Ευαγγέλιο και ωρκίσθηκε. Πέρασαν τα χρόνια, μεγάλωσε το παιδί.
Κάποτε ήρθαν εχθροί, έπιασαν τον βασιλιά, τον πήραν αιχμάλωτο μακριά από την
πατρίδα. Ο γυιος έμεινε ελεύθερος. Αν ήθελε, μπορούσε να γίνη και βασιλιάς. Όμως
μέσα στο μυαλό του τριγυρνούσε συνεχώς η σκέψις του όρκου, που είχε δώσει στον
πατέρα του τον βασιλιά. Ωρκίσθηκα, έλεγε, και πρέπει να μείνω πιστός. Και μία
ημέρα, νύχτα ακόμη, αρπάζει το άλογό του, χυμάει στον δρόμο, περνάει μέσα από το
εχθρικό στρατόπεδο, για να βρη τον αιχμάλωτο βασιλιά, να του δείξη πως έμεινε
πιστός στον όρκο του. Στον δρόμο, ενώ περνούσε έξω από ένα χάνι, γλιστράει, πέφτει
από το άλογο, χτυπά στο κεφάλι του, μένει αναίσθητος. Ακούν τον θόρυβο οι
άνθρωποι, βγαίνουν, τον σηκώνουν λιπόθυμο, τον βάζουν μέσα. Μόλις μπήκε στην
ζεστασιά, συνήλθε και ρώτησε: Λίγο δυνατό ποτό έχετε να μου δώσετε; Του έδωσαν
ποτό, το ήπιε, άρπαξε μία πετσέτα, έδεσε σφικτά το κεφάλι του και χυμά να φυγή
πάλι. Μα, στάσου, του λέγουν εκείνοι, πού πηγαίνεις; Τρέχει αίμα το κεφάλι σου,
είναι επικίνδυνο.
Ο γυιός του βασιλιά δεν μπορεί να περιμένη. Έδωσε όρκο και πρέπει να τον τιμήση.
Ανεβαίνει σε ένα νέο άλογο, το δικό του είχε σκοτωθή, το χτυπάει και φεύγει. Έτρεχε
στον δρόμο• το αίμα έτρεχε και αυτό• και αυτός έτρεχε για τον πατέρα. Τον
σπιρούνιαζε ο πόνος• τον έβαφε το αίμα. Αλλά εκείνος φώναζε: Ωρκίσθηκα και του
ανήκω, θα μείνω πιστός μέχρι θανάτου.
Ας μείνωμε και εμείς πιστοί στον όρκο μας μέχρι θανάτου!
ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΣ ο Σιμωνοπετρίτης: "Περί Πνευματικής Ζωής"ΙΕΡΟ ΚΟΙΝΟΒΙΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΟΡΜΥΛΙΑΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1347
- Εγγραφή: Σάβ Απρ 08, 2006 5:00 am
- Τοποθεσία: Κοζάνη
- Επικοινωνία:
Η αγάπη του Θεού είναι παράδεισος
7. Παράδεισος είναι η αγάπη του Θεού. Μέσα σʼ αυτήν υπάρχει η τρυφή όλων των μακαρισμών. Σʼ αυτόν τον παράδεισο ο μακάριος Παύλος τράφηκε με υπερφυσική τροφή. Και αφού γεύθηκε εκεί το ξύλο της ζωής, έκραξε λέγοντας: «αυτά που μάτι δεν τα είδε, ούτε αυτί τα άκουσε, κι ούτε που ταʼ βαλε ο λογισμός του ανθρώπου, όσα ετοίμασε ο Θεός για κείνους που τον αγαπούν» (1 Κορ. 2, 9). Από αυτό το ξύλο της ζωής εμποδίστηκαν ο Αδάμ με τη συμβουλή του διαβόλου.
Το ξύλο της ζωής είναι η αγάπη του Θεού, από την οποία εξέπεσε ο Αδάμ και δεν μπόρεσε πια να χαρεί, παρά δούλευε και έχυνε τον ιδρώτα του στη γη των αγκαθιών. Όσοι στερήθηκαν την αγάπη του Θεού, δηλ. τον παράδεισο, τρώνε με την εργασία τους, μέσα στʼ αγκάθια, το ψωμί του ιδρώτα, και αν ακόμη βαδίζουν στον ίσιο δρόμο των αρετών. Είναι το ψωμί που επέτρεψε ο Θεός στον πρωτόπλαστο να φάει μετά την έκπτωσή του. Μέχρι να βρούμε λοιπόν την αγάπη, η εργασία μας είναι στη γη των αγκαθιών και μέσα σʼ αυτά σπέρνουμε και θερίζουμε, κι ας είναι ο σπόρος μας σπόρος δικαιοσύνης. Συνέχεια, λοιπόν, μας κεντάνε τα αγκάθια και, όσο και να δικαιωθούμε, ζούμε μέσα σʼ αυτά με τον ιδρώτα του προσώπου μας.
Όταν όμως μέσα στον έμπονο και δίκαιο αγώνα μας, βρούμε την αγάπη του Θεού, τρεφόμαστε με ουράνιο άρτο και δυναμώνουμε, χωρίς να εργαζόμαστε με αγωνία και χωρίς να κουραζόμαστε, όπως οι χωρίς αγάπη άνθρωποι. Ο ουράνιος άρτος είναι ο Χριστός, που ήρθε κάτω σε μας από τον ουρανό και δίνει στον κόσμο την αιώνια ζωή. Και αυτή η ζωή είναι η τροφή των αγγέλων.
Όποιος βρήκε των αγάπη, κάθε μέρα και ώρα τρώγει το Χριστό κι από αυτό γίνεται αθάνατος (Ιω. 6, 58 ). Διότι «ο τρώγων – λέει - από τον άρτο που εγώ θα του δώσω, ποτέ (“εις τον αιώνα”) δε θα πεθάνει». Μακάριος λοιπόν είναι εκείνος που τρώγει από τον άρτο της αγάπης, που είναι ο Ιησούς. Ότι βέβαια, αυτός που τρώγει από την αγάπη, τρώγει το Χριστό, το Θεό των πάντων, το μαρτυρεί ο απόστολος Ιωάννης, όταν λέει ότι «ο Θεός είναι αγάπη» (1 Ιω. 4, 8 ). Λοιπόν όποιος ζει στην αγάπη, λαμβάνει από το Θεό ως καρπό τη ζωή, και σʼ αυτό τον κόσμο οσφραίνεται από τώρα εκείνο τον αέρα της ανάστασης, στον οποίο εντρυφούν οι κοιμηθέντες δίκαιοι.
"ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ - Από την ασκητική εμπειρία του Αγίου ΙΣΑΑΚ του Σύρου"
Ερμηνευτική απόδοση – επιμέλεια Κωνσταντίνου Χρ. Καρακόλη,
Εκδόσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
7. Παράδεισος είναι η αγάπη του Θεού. Μέσα σʼ αυτήν υπάρχει η τρυφή όλων των μακαρισμών. Σʼ αυτόν τον παράδεισο ο μακάριος Παύλος τράφηκε με υπερφυσική τροφή. Και αφού γεύθηκε εκεί το ξύλο της ζωής, έκραξε λέγοντας: «αυτά που μάτι δεν τα είδε, ούτε αυτί τα άκουσε, κι ούτε που ταʼ βαλε ο λογισμός του ανθρώπου, όσα ετοίμασε ο Θεός για κείνους που τον αγαπούν» (1 Κορ. 2, 9). Από αυτό το ξύλο της ζωής εμποδίστηκαν ο Αδάμ με τη συμβουλή του διαβόλου.
Το ξύλο της ζωής είναι η αγάπη του Θεού, από την οποία εξέπεσε ο Αδάμ και δεν μπόρεσε πια να χαρεί, παρά δούλευε και έχυνε τον ιδρώτα του στη γη των αγκαθιών. Όσοι στερήθηκαν την αγάπη του Θεού, δηλ. τον παράδεισο, τρώνε με την εργασία τους, μέσα στʼ αγκάθια, το ψωμί του ιδρώτα, και αν ακόμη βαδίζουν στον ίσιο δρόμο των αρετών. Είναι το ψωμί που επέτρεψε ο Θεός στον πρωτόπλαστο να φάει μετά την έκπτωσή του. Μέχρι να βρούμε λοιπόν την αγάπη, η εργασία μας είναι στη γη των αγκαθιών και μέσα σʼ αυτά σπέρνουμε και θερίζουμε, κι ας είναι ο σπόρος μας σπόρος δικαιοσύνης. Συνέχεια, λοιπόν, μας κεντάνε τα αγκάθια και, όσο και να δικαιωθούμε, ζούμε μέσα σʼ αυτά με τον ιδρώτα του προσώπου μας.
Όταν όμως μέσα στον έμπονο και δίκαιο αγώνα μας, βρούμε την αγάπη του Θεού, τρεφόμαστε με ουράνιο άρτο και δυναμώνουμε, χωρίς να εργαζόμαστε με αγωνία και χωρίς να κουραζόμαστε, όπως οι χωρίς αγάπη άνθρωποι. Ο ουράνιος άρτος είναι ο Χριστός, που ήρθε κάτω σε μας από τον ουρανό και δίνει στον κόσμο την αιώνια ζωή. Και αυτή η ζωή είναι η τροφή των αγγέλων.
Όποιος βρήκε των αγάπη, κάθε μέρα και ώρα τρώγει το Χριστό κι από αυτό γίνεται αθάνατος (Ιω. 6, 58 ). Διότι «ο τρώγων – λέει - από τον άρτο που εγώ θα του δώσω, ποτέ (“εις τον αιώνα”) δε θα πεθάνει». Μακάριος λοιπόν είναι εκείνος που τρώγει από τον άρτο της αγάπης, που είναι ο Ιησούς. Ότι βέβαια, αυτός που τρώγει από την αγάπη, τρώγει το Χριστό, το Θεό των πάντων, το μαρτυρεί ο απόστολος Ιωάννης, όταν λέει ότι «ο Θεός είναι αγάπη» (1 Ιω. 4, 8 ). Λοιπόν όποιος ζει στην αγάπη, λαμβάνει από το Θεό ως καρπό τη ζωή, και σʼ αυτό τον κόσμο οσφραίνεται από τώρα εκείνο τον αέρα της ανάστασης, στον οποίο εντρυφούν οι κοιμηθέντες δίκαιοι.
"ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ - Από την ασκητική εμπειρία του Αγίου ΙΣΑΑΚ του Σύρου"
Ερμηνευτική απόδοση – επιμέλεια Κωνσταντίνου Χρ. Καρακόλη,
Εκδόσεις «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ»
Ευχή μυστική του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου...
Πρόσκληση
Έλα, το φως το αληθινό,
έλα, η αιώνια ζωή,
έλα, το απόκρυφο μυστήριο,
ο ανώνυμος θησαυρός,
το ανεκφώνητο πράγμα,
το ακατανόητο πρόσωπο,
η παντοτινή αγαλλίαση, το ανέσπερο φως,
έλα, η αληθινή προσδοκία
αυτών που μέλλουν να σωθούν.
Έλα, των πεσμένων η έγερση,
έλα, των νεκρών η ανάσταση.
Έλα, Δυνατέ, που δημιουργείς,
μεταπλάθεις κι αλλοιώνεις τα πάντα
με μόνη τη θέλησή σου!
Έλα, αόρατε, ανέγγιχτε κι αψηλάφητε.
Έλα, συ που μένεις πάντα αμετακίνητος,
μα κάθε στιγμή μετακινείσαι ολόκληρος,
για να 'ρθεις σε μας, που κειτόμαστε στον άδη,
ο υπεράνω πάντων των ουρανών.
Έλα, πολυπόθητο και πολυθρύλητο όνομα,
που όμως αδυνατούμε να περιγράψουμε
τι ήσουν ακριβώς,
ή να γνωρίσουμε την ουσία και τις ιδιότητές σου.
Έλα, παντοτινή χαρά,
έλα, αμαράντινο στεφάνι,
έλα, πορφύρα του μεγάλου Θεού και βασιλιά μας.
Έλα, κρυστάλλινη ζώνη διαμαντοστόλιστη,
έλα, απλησίαστο υπόδημα,
έλα βασιλική αλουργίδα
κι όντως αυτοκρατορική δεξιά!
Έλα, συ που πόθησε και ποθεί
η ταλαίπωρή μου ψυχή,
έλα, συ ο Μόνος
προς εμένα τον μόνο
γιατί, καθώς βλέπεις
είμαι μόνος!…
Έλα, συ που με ξεχώρισες απ' όλα
και μ' έκανες μοναδικό πάνω στη γη.
Έλα, συ που έγινες ο πόθος της ψυχής μου
και μ' αξίωσες να σε ποθήσω
τον απρόσιτο παντελώς!
Έλα, πνοή μου και ζωή,
έλα της ταπεινής μου ψυχής παρηγοριά,
έλα, χαρά και δόξα μου κι' ατέλειωτη τρυφή.
Μοναδική και άρρητη αναφορά Θείου έρωτος.....
Κείμενο που φλέγεται από έρωτα προς τον πολύτιμο Αγαπώμενο...
Αυτόν που με την εκστατική Του αγάπη για το πλάσμα των χειρών Του, κατέβηκε στην έρημη από αγάπη γή...για να καταδείξει την μοναδικότητά της, ως μέσον σωτηρίας.
Εμείς που κάναμε τις καρδιές μας τόπο ζιζανίων, ας αποκτήσουμε εν πρώτοις αγάπη πρός τον πλησίον,ζητώντας τον Ιησού να ανοίξει για μας τα φιλάνθρωπα σπλάγχνα Του.
Γιατί τον Θείο έρωτα για να τον βιώσουμε, πρέπει να φτάσουμε στόν φωτισμό και στην Θέωση.
Πρόσκληση
Έλα, το φως το αληθινό,
έλα, η αιώνια ζωή,
έλα, το απόκρυφο μυστήριο,
ο ανώνυμος θησαυρός,
το ανεκφώνητο πράγμα,
το ακατανόητο πρόσωπο,
η παντοτινή αγαλλίαση, το ανέσπερο φως,
έλα, η αληθινή προσδοκία
αυτών που μέλλουν να σωθούν.
Έλα, των πεσμένων η έγερση,
έλα, των νεκρών η ανάσταση.
Έλα, Δυνατέ, που δημιουργείς,
μεταπλάθεις κι αλλοιώνεις τα πάντα
με μόνη τη θέλησή σου!
Έλα, αόρατε, ανέγγιχτε κι αψηλάφητε.
Έλα, συ που μένεις πάντα αμετακίνητος,
μα κάθε στιγμή μετακινείσαι ολόκληρος,
για να 'ρθεις σε μας, που κειτόμαστε στον άδη,
ο υπεράνω πάντων των ουρανών.
Έλα, πολυπόθητο και πολυθρύλητο όνομα,
που όμως αδυνατούμε να περιγράψουμε
τι ήσουν ακριβώς,
ή να γνωρίσουμε την ουσία και τις ιδιότητές σου.
Έλα, παντοτινή χαρά,
έλα, αμαράντινο στεφάνι,
έλα, πορφύρα του μεγάλου Θεού και βασιλιά μας.
Έλα, κρυστάλλινη ζώνη διαμαντοστόλιστη,
έλα, απλησίαστο υπόδημα,
έλα βασιλική αλουργίδα
κι όντως αυτοκρατορική δεξιά!
Έλα, συ που πόθησε και ποθεί
η ταλαίπωρή μου ψυχή,
έλα, συ ο Μόνος
προς εμένα τον μόνο
γιατί, καθώς βλέπεις
είμαι μόνος!…
Έλα, συ που με ξεχώρισες απ' όλα
και μ' έκανες μοναδικό πάνω στη γη.
Έλα, συ που έγινες ο πόθος της ψυχής μου
και μ' αξίωσες να σε ποθήσω
τον απρόσιτο παντελώς!
Έλα, πνοή μου και ζωή,
έλα της ταπεινής μου ψυχής παρηγοριά,
έλα, χαρά και δόξα μου κι' ατέλειωτη τρυφή.
Μοναδική και άρρητη αναφορά Θείου έρωτος.....
Κείμενο που φλέγεται από έρωτα προς τον πολύτιμο Αγαπώμενο...
Αυτόν που με την εκστατική Του αγάπη για το πλάσμα των χειρών Του, κατέβηκε στην έρημη από αγάπη γή...για να καταδείξει την μοναδικότητά της, ως μέσον σωτηρίας.
Εμείς που κάναμε τις καρδιές μας τόπο ζιζανίων, ας αποκτήσουμε εν πρώτοις αγάπη πρός τον πλησίον,ζητώντας τον Ιησού να ανοίξει για μας τα φιλάνθρωπα σπλάγχνα Του.
Γιατί τον Θείο έρωτα για να τον βιώσουμε, πρέπει να φτάσουμε στόν φωτισμό και στην Θέωση.
-
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 1347
- Εγγραφή: Σάβ Απρ 08, 2006 5:00 am
- Τοποθεσία: Κοζάνη
- Επικοινωνία:
ΛΟΓΟΣ Περί Θείου Έρωτος
“Όποιος θέλει να γίνει Χριστιανός, πρέπει πρώτα να γίνει ποιητής”
“Η ψυχή του Χριστιανού πρέπει να είναι λεπτή, να είναι ευαίσθητη, να είναι αισθηματική, να πετάει, όλο να πετάει, να ζει μες στα όνειρα. Να πετάει μες τʼ άπειρο, μες τʼ άστρα, μες τα μεγαλεία του Θεού, μες τη σιωπή.
Όποιος θέλει να γίνει Χριστιανός, πρέπει πρώτα να γίνει ποιητής. Αυτό είναι. Πρέπει να πονάεις. Ν΄ αγαπάεις και να πονάεις. Να πονάεις γι΄ αυτόν που αγαπάεις. Η αγάπη κάνει κόπο για τον αγαπημένο. Όλη νύχτα τρέχει, αγρυπνεί, ματώνει τα πόδια, για να συναντηθεί με τον αγαπημένο. Κάνει θυσίες, δεν λογαριάζει τίποτε, ούτε απειλές, ούτε δυσκολίες, εξαιτίας της αγάπης. Η αγάπη προς τον Χριστό είναι άλλο πράγμα, απείρως ανώτερο.
Και όταν λέμε αγάπη, δεν είναι οι αρετές που θ΄ αποκτήσουμε αλλά η αγαπώσα καρδία προς τον Χριστό και τους άλλους. Το καθετί εκεί να το στρέφουμε. Βλέπουμε μια μητέρα να έχει το παιδάκι της στην αγκαλιά, να το φιλάει και να λαχταράει η ψυχούλα της; Βλέπουμε να λάμπει το πρόσωπό της, που κρατάει τ΄ αγγελούδι της; Όλ΄ αυτά ο άνθρωπος του Θεού, τα βλέπει, του κάνουν εντύπωση και με δίψα λέει: “Να είχα κι εγώ αυτή τη λαχτάρα στον Θεό μου, στον Χριστό μου, στην Παναγίτσα μου, στους Αγίους μας!”. Να, έτσι πρέπει ν΄ αγαπήσουμε τον Χριστό, τον Θεό. Το επιθυμείς, το θέλεις και το αποκτάς με την χάρι του Θεού.
Εμείς, όμως, έχουμε φλόγα για τον Χριστό; Τρέχουμε, όταν είμαστε κατάκοποι, να ξεκουραστούμε στην προσευχή, στον Αγαπημένο ή το κάνουμε αγγαρεία και λέμε: “Ω, τώρα έχω να κάνω και προσευχή και κανόνα…”; Τι λείπει και νιώθουμε έτσι; Λείπει ο Θείος έρως. Δεν έχει αξία να γίνεται μια τέτοια προσευχή. Ίσως μάλιστα κάνει και κακό.
Αν στραπατσαριστεί η ψυχή και γίνει ανάξια της αγάπης του Χριστού, διακόπτει ο Χριστός τις σχέσεις, διότι ο Χριστός “χοντρές” ψυχές δεν θέλει κοντά Του. Η ψυχή πρέπει να συνέλθει πάλι, για να γίνει άξια του Χριστού, να μετανοήσει “έως εβδομηκοντάκις επτά”. Η μετάνοια η αληθινή θα φέρει τον αγιασμό. Όχι να λέεις, “πάνε τα χρόνια μου χαμένα, δεν είμαι άξιος” κ.λ.π., αλλά μπορείς να λέεις, “θυμάμαι κι εγώ τις μέρες τις αργές, που δεν ζούσα κοντά στον Θεό…”. Και στη δική μου τη ζωή, κάπου θα υπάρχουν άδειες μέρες. Ήμουν δώδεκα χρονών, που έφυγα για το Άγιο Όρος. Δεν ήταν αυτά χρόνια; Μπορεί βέβαια να ήμουν μικρό παιδί, αλλά έζησα μακράν του Θεού τόσα χρόνια!…
Ακούστε τι λέει ο Ιγνάτιος Μπραντσιανίνωφ στο βιβλίο του Υιέ μου, δός μοι σήν καρδίαν:
"Πάσα γάρ εργασία σωματική τε και πνευματική μη έχουσα πόνον ή κόπον, ουδέποτε καρποφορεί τω ταύτην μετερχο΄μενω ότι βιαστή εστίν η Βασιλεία των ουρανών και “βιασταί αρπάζουσιν αυτήν”, βίαν ειπών την του σώματος εν πάσιν επίπονον άσκησιν".
Όταν αγαπάεις τον Χριστό, κάνεις κόπο, αλλά ευλογημένο κόπο. Υποφέρεις, αλλά με χαρά. Κάνεις μετάνοιες, προσεύχεσαι, διότι αυτά είναι πόθος, θείος πόθος. Και πόνος και πόθος και έρωτας και λαχτάρα και αγαλλίαση και χαρά και αγάπη. Οι μετάνοιες, η αγρυπνία, η νηστεία είναι κόπος, που γίνεται για τον Αγαπημένο. Κόπος, για να ζεις τον Χριστό. Αλλ΄ αυτός ο κόπος δεν γίνεται αναγκαστικά, δεν αγανακτείς. Ό,τι κάνεις αγγαρεία, δημιουργεί μεγάλο κακό και στο είναι σου και στην εργασία σου. Το σφίξιμο, το σπρώξιμο, φέρνει αντίδραση. Ο κόπος για τον Χριστό, ο πόθος ο αληθινός είναι Χριστού αγάπη, είναι θυσία, είναι ανάλυσις. Αυτό ένιωθε και ο Δαβίδ: "Επιπόθει και εκλείπει η ψυχή μου εις τας αυλάς του Κυρίου". Ποθεί με λαχτάρα και λιώνει η ψυχή μου απ΄ την αγάπη του Θεού. Αυτό του Δαβίδ ταιριάζει με το στίχο του Βερίτη που μ΄αρέσει:
"Συντροφιά με τον Χριστό λαχτάρησα να ζήσω, ως να φτάσει κι η στερνή στιγμή να ξεψυχήσω".
Χρειάζεται προσοχή και προσπάθεια, για να κατανοεί κανείς αυτά που μελετάει και να τα ενστερνίζεται. Αυτός είναι ο κόπος που θα κάνει ο άνθρωπος. Στην κατάνυξη, στη ζέση, στα δάκρυα θα μπει μετά χωρίς να κοπιάσει. Αυτά ακολουθούν, είναι δώρα Θεού. Ο έρωτας θέλει προσπάθεια; Με την κατανόηση των τροπαρίων και κανόνων και των Γραφών έλκεσαι ευφραινόμενος, μπαίνεις μέσα στην αλήθεια ευφραινόμενος. “Έδωκας ευφροσύνην εις την καρδίαν μου”, όπως λέει ο Δαβίδ. Έτσι αυθόρμητα μπαίνεις στην κατάνυξη, αναίμακτα, καταλάβατε;
Εγώ ο καημένος επιθυμώ ν΄ ακούω τα λόγια των Πατέρων, των ασκητών, τα λόγια της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Σ΄ αυτά θέλω να εντρυφώ. Αυτά καλλιεργούν τον θείο έρωτα. Τα επιθυμώ και προσπαθώ, αλλά δεν μπορώ. Αρρώστησα και "το μέν πνεύμα πρόθυμος, ή δε σάρξ ασθενής". Δεν μπορώ να κάνω μετάνοιες. Τίποτε. Επιθυμώ, έχω ζήλο και έρωτα να είμαι στο Άγιο Όρος και να κάνω μετάνοιες, να προσεύχομαι, να λειτουργώ και να είμαι μ΄ έναν ακόμη ασκητή. Είναι καλύτερο να είναι δύο. Το είπε ο ίδιος ο Χριστός: "Ού γάρ εισί δύο ή τρείς συνηγμένοι είς το εμόν όνομα, εκεί ειμί εν μέσω αυτών".
“Ταπείνωση και ανιδιοτέλεια στη λατρεία του Θεού”
“Ο Χριστός κάθεται έξω απ΄ τη θύρα της ψυχής μας και κρούει για να Του ανοίξουμε, μα δεν μπαίνει μέσα. Δεν θέλει να εκβιάσει την ελευθερία, που ο ίδιος μας έχει δώσει. Το λέει στην Αποκάλυψη: "Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω, εάν τις ακούση της φωνής μου και ανοίξη την θύραν, εισελεύσομαι προς αυτόν και δειπνήσω μετ΄αυτού και αυτός μετ΄εμού". Ο Χριστός είναι ευγενής. Στέκει έξω απ΄ τη θύρα της ψυχής μας και χτυπάει απαλά. Αν του ανοίξουμε, θα έλθει μέσα μας και θα μας δώσει τα πάντα, τον εαυτό Του, μυστικά, αθόρυβα.
Τον Χριστό δεν θα μπορέσουμε να Τον γνωρίσουμε, αν Εκείνος δεν μας γνωρίσει. Δεν μπορώ να τα εξηγήσω ακριβώς αυτά, είναι μυστήρια. Ακούστε τον Απόστολο Παύλο: "Νύν δε γνόντες Θεόν, μάλλον δε γνωσθέντες υπό Θεού". Ούτε μπορούμε να Τον αγαπήσουμε, αν ο ίδιος δεν μας αγαπήσει. Ο Χριστός δεν θα μας αγαπήσει, άμα εμείς δεν είμαστε άξιοι να μας αγαπήσει. Για να μας αγαπήσει, πρέπει να βρει μέσα μας κάτι το ιδιαίτερο. Θέλεις, ζητάεις, προσπαθείς, παρακαλείς, δεν παίρνεις όμως τίποτε. Ετοιμάζεσαι ν΄ αποκτήσεις εκείνα που θέλει ο Χριστός, για να έλθει μέσα σου η θεία χάρις, αλλά δεν μπορεί να μπει, όταν δεν υπάρχει εκείνο που πρέπει να έχει ο άνθρωπος. Ποιο είναι αυτό; Είναι η ταπείνωση. Αν δεν υπάρχει ταπείνωση, δεν μπορούμε ν΄ αγαπήσουμε τον Χριστό. Ταπείνωση και ανιδιοτέλεια στη λατρεία του Θεού. "Μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου".
Κανείς να μη σας βλέπει, κανείς να μην καταλαβαίνει τις κινήσεις της λατρείας σας προς το Θείον. Όλ΄ αυτά κρυφά, μυστικά, σαν τους ασκητές. Θυμάστε που σας έχω πει για τ΄ αηδονάκι; Μες στο δάσος κελαηδάει. Στη σιγή. Να πεις πως κάποιος το ακούει, πώς κάποιος το επαινεί; Κανείς. Πόσο ωραίο κελάηδημα μες στην ερημιά! Έχετε δει πως φουσκώνει ο λάρυγγάς του; Έτσι γίνεται και μ΄ αυτόν που ερωτεύεται τον Χριστό. Άμα αγαπάει, "φουσκώνει ο λάρυγγας, παθαίνει, μαλλιάζει η γλώσσα". Πιάνει μια σπηλιά, ένα λαγκάδι και ζει τον Θεό μυστικά, "στεναγμοίς αλαλήτοις". Σημείον ότι ζει τον Θεό, "εν ω τά πάντα ζη και κινείται", διότι "εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν".
Έ, όταν φτάσεις σε μια τέτοια ταπείνωση κι εξαναγκάσεις την χάρι του Θεού να κατοικήσει μέσα σου, τότε τα κέρδισες όλα. Όταν έχεις την ταπείνωση, όταν γίνεις αιχμάλωτος του Θεού, αιχμάλωτος με την καλή έννοια, δηλαδή δοχείο της θείας χάριτος, τότε μπορείς να πεις με τον Απόστολο Παύλο: "Ζω δε ουκέτι εγώ, ζή δε έν εμοί Χριστός". Είναι πάρα πολύ εύκολο να πραγματοποιηθεί αυτό, να κάνουμε, δηλαδή, αυτά που θέλει ο Θεός. Όχι απλώ εύκολο αλλά ευκολότατο. Αρκεί να κάνουμε το άνοιγμα. Όταν κάνουμε το άνοιγμα, για να δεχτούμε το θείον, γινόμαστε άξιοι του Θεού, για να εγκύψει μέσα μας ο Χριστός. Και αν εγκύψει μέσα μας ο Χριστός, μας χαρίζει την ελευθερία. Πού να βρεις λέξεις γι΄ αυτά τα μυστήρια!… Όλο το μυστικό είναι η αγάπη, ο έρωτας στον Χριστό. Το δόσιμο στον κόσμο τον πνευματικό. Ούτε μοναξιά νιώθει κανείς, ούτε τίποτε. Ζει μέσα σ΄ άλλο κόσμο. Εκεί πο
υ ψυχή χαίρεται, εκεί που ευφραίνεται, πού ποτέ δεν χορταίνει”.
“Ο Χριστός είναι ο Νυμφίος της ψυχής”
“Από αυτή τη λατρεία για τον Χριστό προήλθε το Άσμα Ασμάτων του σοφού Σολομώντος. Αυτό το βιβλίο καλλιεργεί το θείο πόθο, την θεία αγάπη, τη λατρεία και την εγρήγορση στη σχέση με τον ουράνιο Νυμφίο. Τι ωραία λόγια, ερωτικά, γεμάτα αγάπη, πάθος, έρωτα θείο! Φαίνονται σαν ανθρώπινα, είναι όμως θεία. "Ότι τέτρωμαι της σης αγάπης εγώ", λέει ένα τροπάριο. Δηλαδή "πάσχω, υποφέρω, Σε ζητάει η ψυχή μου, θέλει Εσένα που είσαι το φως, η ζωή, ο Θεός, ο Κύριός μου και ο Θεός μου".
Κατεξοχήν στο Άσμα Ασμάτων βλέπουμε τον Χριστό ως Νυμφίο. Ο Χριστός είναι ο Νυμφίος της ψυχής μας. Η ψυχή μας, νύμφη Του, Τον ακολουθεί σ΄ όλα. Και στο μαρτύριο και στον Γολγοθά και στη Σταύρωση αλλά και στην Ανάσταση. Όταν φτάσουμε σ΄ αυτή την αγάπη, τότε ο Χριστός θα εγκύψει μέσα μας και θα γεμίσει την ψυχή μας.
Διαρκώς ν΄ ατενίζετε προς τα άνω, προς τον Χριστό, να εξοικειώνεστε με τον Χριστό, να εργάζεστε με τον Χριστό, να ζείτε με τον Χριστό, ν΄ αναπνέετε με τον Χριστό, να πονάτε με τον Χριστό, να χαίρεστε με τον Χριστό. Να είναι το πάν για σας ο Χριστός. Η ψυχή σας να ζητάει, να φωνάζει τον Νυμφίο της: “Σε, Νυμφίε μου, ποθώ…”. Ο Χριστός είναι ο Νυμφίος. Είναι ο Πατέρας, είναι το πάν.
Δεν υπάρχει ανώτερο πράγμα στη ζωή από το ν΄ αγαπάμε τον Χριστό. Ό,τι θέλουμε είναι στον Χριστό. Ο Χριστός είναι το πάν. Όλη η χαρά, όλη η ευφροσύνη, όλη η παραδεισιακή ζωή. Όλα τα μεγαλεία έχουμε, όταν έχουμε τον Χριστό μέσα μας. Η ψυχή που είναι ερωτευμένη με τον Χριστό είναι πάντα χαρούμενη κι ευτυχισμένη, όσους κόπους και θυσίες κι αν της κοστίσει αυτό.
Κανείς δεν μπορεί ν΄ αρνηθεί ότι το πλήρωμα είναι ο Χριστός. Όσοι αρνούνται αυτή την αλήθεια είναι άρρωστοι ψυχικώς, κατέχονται υπό του κακού πνεύματος. Αρνούνται αυτό που τους λείπει. Έτσι βρίσκει κενή την ψυχή τους και μπαίνει ο διάβολος μέσα τους. Κι όπως το παιδί πληγώνεται πολύ βαθιά, αν στερηθεί στη ζωή του τον πατέρα και την μητέρα του, έτσι, και πολύ περισσότερο, αν στερηθεί ο άνθρωπος τον Χριστό και την Παναγία.
Λέει στο Άσμα Ασμάτων η νύμφη για τον Νυμφίο Χριστό: "Εγώ καθεύδω και η καρδία μου αγρυπνεί. Φωνή αδελφιδού μου κρούει επί την θύραν".
Η νύμφη αγρυπνεί και ονειρεύεται Αυτόν. Αν και κοιμάται, στρέφεται η ψυχή της προς Αυτόν. Εκφράζει, έτσι, την αγάπη της και την πλήρη αφοσίωσή της. Τον έχει συνεχώς στο νου της, στην καρδιά της, ακόμη και στον ύπνο. Τον λατρεύει. Καταλάβατε; Η λατρεία να γίνεται εξ όλης της ψυχής και εξ όλης της καρδίας. Τι θα πει αυτό; Η μόνη σας έννοια να είναι ο Θεός. Όχι όπως οι άλλες έννοιες. Αυτή η έννοια να είναι διαφορετική. Είναι ένα είδος λατρείας προς τον Χριστό. Αυτή είναι η έννοια που θέλγει και ευχαριστεί. Δεν είναι κάτι που γίνεται αγγαρεία. Νιώθετε ευχαρίστηση και ηδονή πνευματική. Δεν είναι όπως το μάθημα που διαβάζει το παιδί, για να πάει στο σχολείο. Είναι όπως ο έρωτας μεταξύ δύο ανθρώπων αλλά ανώτερος, πνευματικός.
"Και ως η ωδινούσα εγγίζει του τεκείν και επί τη ωδίνι αυτής εκέκραξεν, ούτως εγεννήθημεν τω αγαπητώ σου διά τον φόβον σου Κύριε. Εν γαστρί ελάβομεν και ωδινήσαμεν και ετέκομεν", λέει στον Ησαϊα.
Έτσι κι η ψυχή μας φωνάζει στον Θεό εξαιτίας της οδύνης που νιώθει, όταν Τον αναζητάει. Και κάνει και κάποιο κόπο, κάποια προσπάθεια. Τι σημαίνει ο κόπος της τικτούσης και το κλάμα; Δεν είναι ο πόνος κι η οδύνη, ώσπου να έλθει μέσα μας ο Χριστός; Αυτή η οδύνη είναι η πιο μεγάλη. Τη γνωρίζουν όσοι τη δοκίμασαν. Είναι μαρτύριο αφόρητο…
“Ο Χριστός είναι φίλος μας”
“Τον Χριστό να Τον αισθανόμαστε φίλο μας. Είναι ο φίλος μας. Το βεβαιώνει ο ίδιος, όταν λέει: “Υμείς φίλοι μου εστέ…” Σαν φίλο να Τον ατενίζουμε και να Τον πλησιάζουμε. Πέφτουμε; Αμαρτάνουμε; Με οικειότητα, αγάπη κι εμπιστοσύνη να τρέχουμε κοντά Του, όχι με φόβο ότι θα μας τιμωρήσει αλλά με θάρρος, που θα μας το δίνει η αίσθηση του φίλου. Να Του πούμε: "Κύριε, το έκανα, έπεσα, συγχώρεσέ με”. Αλλά συγχρόνως να αισθανόμαστε ότι μας αγαπάει, ότι μας δέχεται τρυφερά, με αγάπη και μας συγχωρεί. Να μη μας χωρίζει απ΄ τον Χριστό η αμαρτία. Όταν πιστεύουμε πως μας αγαπάει και Τον αγαπάμε, δεν αισθανόμαστε ξένοι και χωρισμένοι απ΄ Αυτόν, ούτε όταν αμαρτάνουμε. Έχουμε εξασφαλίσει την αγάπη Του κι όπως και να φερθούμε, ξέρουμε ότι μας αγαπάει.
Αν αγαπάμε τον Χριστό πραγματικά, δεν υπάρχει φόβος να χάσουμε το σεβασμό μας σ΄ Εκείνον. Εδώ ισχύει εκείνο του Αποστόλου Παύλου: "Τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; θλίψις ή στενοχωρία … πέπεισμαι γάρ ότι ούτε θάνατος, ούτε ζωή … ούτε ύψωμα, ούτε βάθος … δυνήσεται ημάς χωρίσαι από της αγάπης του Χριστού της εν Χριστώ Ιησού το Κυρίω ημών". Είναι μια σχέση ανώτερη, μοναδική, η σχέση της ψυχής με τον θεό, που δεν τη διασπαέι τίποτε και δεν τη φοβίζει, ούτε την κλονίζει τίποτε.
Το Ευαγγέλιο, βέβαια, λέει με συμβολικές λέξεις για τον άδικο ότι θα βρεθεί εκεί όπου υπάρχει "ο τριγμός και ο βρυγμός των οδόντων", διότι μακράν του Θεού έτσι είναι. Και από τους νηπτικούς Πατέρες της Εκκλησίας πολλοί μιλούν για φόβο θανάτου και κολάσεως. Λένε: "Έχε μνήμην θανάτου διηνεκώς". Αυτές οι λέξεις, αν τις εξετάσουμε βαθιά, δημιουργούν το φόβο της κολάσεως. Ο άνθρωπος, προσπαθώντας ν΄ αποφύγει την αμαρτία, κάνει αυτές τις σκέψεις, για να κυριευτεί η ψυχή του απ΄το φόβο του θανάτου, της κολάσεως και του διαβόλου.
Όλα έχουν τη σημασία τους, το χρόνο και την περίστασή τους. Η έννοια του φόβου είναι καλή για τα πρώτα στάδια. Είναι για τους αρχαρίους. Γι αυτούς που ζει μέσα τους ο παλαιός άνθρωπος. Ο άνθρωπος ο αρχάριος, που δεν έχει ακόμη λεπτυνθεί, συγκρατείται απ΄ το κακό με το φόβο. Και ο φόβος είναι απαραίτητος, εφόσον είμαστε υλικοί άνθρωποι και χαμερπείς. Αλλ΄ αυτό είναι ένα στάδιο, ένας χαμηλός βαθμός σχέσεως με το θείον. Το πάμε στη συναλλαγή, προκειμένου να κερδίσουμε τον Παράδεισο ή να γλιτώσουμε την κόλαση. Αυτό, αν το καλοεξετάσουμε, δείχνει κάποια ιδιοτέλεια, κάποιο συμφέρον. Εμένα δεν μου αρέσει αυτός ο τρόπος. Όταν ο άνθρωπος προχωρήσει και μπει στην αγάπη του Θεού, τι του χρειάζεται ο φόβος; Ό,τι κάνει, το κάνει από αγάπη κι έχει πολύ μεγαλύτερη αξία αυτό. Το να γίνει καλός κάποιος από φόβο στον Θεό κι όχι από αγάπη δεν έχει τόση αξία.
Προχωρώντας, και το Ευαγγέλιο μας δίνει να καταλάβουμε πως ο Χριστός είναι η χαρά, η αλήθεια, πως ο Χριστός είναι ο Παράδεισος. Πώς το λέει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης; "Φόβος ούκ έστιν εν τη αγάπη, αλλ΄ η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον, ότι ο φόβος κόλασιν έχει, ο δε φοβούμενος ου τετελείωται εν τη αγάπη". Προσπαθώντας διά του φόβου μπαίνουμε σιγά-σιγά στην αγάπη του Θεού. Πάει τότε η κόλαση, πάει ο φόβος, πάει ο θάνατος. Ενδιαφερόμαστε μόνο για την αγάπη του Θεού. Κάνουμε το πάν γι αυτή την αγάπη. Ό,τι ο γαμπρός για την νύφη.
Αν θελήσουμε και Τον ακολουθήσουμε και τούτη η ζωή με τον Χριστό είναι χαρά, έστω και μέσα σε δυσκολίες. Όπως το λέει ο Απόστολος Παύλος: " Χαίρω εν τοις παθήμασί μου". Αυτή είναι η θρησκεία μας, εκεί πρέπει να πάμε. Δεν είναι τα τυπικά, όσο είναι να ζει κανείς με τον Χριστό. Όταν αυτό το πετύχεις, τι άλλος θέλεις; Κέρδισες το πάν. Ζεις τον Χριστό και ο Χριστός ζει μέσα σου. Όλα μετά είναι πολύ εύκολα, η υπακοή, η ταπείνωση, η ειρήνη.
“Η αγάπη στον Χριστό δεν χορταίνεται”
“Ο Χριστός είναι το άκρον εφετόν, το άκρον επιθυμητόν, δεν υπάρχει ανώτερο. Όλα τα αισθητά έχουν κόρο, αλλά ο Θεός δεν έχει κόρο. Αυτός είναι το πάν. Ο Θεός είναι το άκρον εφετόν. Καμιά άλλη χαρά, κανένα άλλο κάλλος, τίποτε δεν μπορεί να παραβγεί μ΄ Αυτόν. Τι άλλο από το ανώτατον;
Ο έρωτας προς τον Χριστό είναι άλλος έρως. Δεν έχει τέλος, δεν έχει χορτασμό. Δίνει ζωή, δίνει σθένος, δίνει υγεία, δίνει, δίνει, δίνει… Κι όσο δίνει, τόσο πιο πολύ ο άνθρωπος θέλει να ερωτεύεται. Ενώ ο ανθρώπινος έρωτας μπορεί να φθείρει τον άνθρωπο, να τον τρελάνει. Όταν αγαπήσουμε τον Χριστό, όλες οι άλλες αγάπες υποχωρούν. Οι άλλες αγάπες έχουν κορεσμό. Η αγάπη του Χριστού δεν έχει κορεσμό. Η σαρκική
αγάπη έχει κορεσμό. Μετά μπορεί ν΄ αρχίσει η ζήλια, η γκρίνια, μέχρι κι ο φόνος. Μπορεί να μεταβληθεί σε μίσος. Η εν Χριστώ αγάπη δεν αλλοιώνεται. Η κοσμική αγάπη λίγο διατηρείται και σιγά-σιγά σβήνει, ενώ η θεία αγάπη ολοένα μεγαλώνει και βαθαίνει. Κάθε άλλος έρωτας μπορεί να φέρει τον άνθρωπο σ΄ απελπισία. Ο θείος έρως, όμως, μας ανεβάζει στη σφαίρα του Θεού, μας χαρίζει γαλήνη, χαρά, πληρότητα. Οι άλλες ηδονές κουράζουν, ενώ αυτή διαρκώς δεν χορταίνεται. Είναι μια ηδονή ακόρεστος, που δεν τη βαριέται κανείς ποτέ. Είναι το άκρον αγαθόν.
Μόνο σ΄ ένα σημείο σταματά ο κορεσμός. Όταν ο άνθρωπος ενωθεί με τον Χριστό. Αγαπάει, αγαπάει, αγαπάει κι όσο αγαπάει, τόσο βλέπει ότι θέλει ακόμη ν΄ αγαπήσει. Το βλέπει ότι δεν έχει ενωθεί, δεν έχει δοθεί στην αγάπη του Θεού. Έχει συνεχώς την έφεση, την επιθυμία, τη χαρά, για να κατορθώσει να φτάσει στο άκρον εφετόν, στον Χριστό. Όλο νηστεύει κι όλο κάνει μετάνοιες κι όλο προσεύχεται κι όμως όλο δεν ικανοποιείται. Δεν το καταλαβαίνει ότι έφτασε ήδη σ΄ αυτή την αγάπη. Αυτό που επιθυμεί δεν το νιώθει ότι τον γέμισε, ότι το πήρε, ότι το αισθάνεται, ότι το ζει. Αυτόν τον θείο έρωτα, αυτήν την θεία αγάπη λαχταρούν και ποθούν όλοι οι ασκητές. Μεθούν με τη θεία μέθη. Μ΄ αυτή τη θεία μέθη το μεν σώμα μπορεί να γηράσκει, να παρέρχεται, το πνεύμα ,όμως, νεάζει και ανθεί.
Οι ύμνοι και τα τροπάρια της Εκκλησίας μας είναι γεμάτα με θείο έρωτα. Ακούστε τι λέει στον κανόνα του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος:
"Ποθήσας θερμώς των εφετών το ακρότατον, και δι΄αγάπης συγκραθείς, πόθω κατάλληλον ζωήν, μετήλθες θεόληπτε, δια παντός, σου κατοπτεύων τον έρωτα, και της αυτού θεωρίας πιμπλάμενος".
“Συγκραθείς” σημαίνει γίνεσαι ένα, ενώνεσαι με τον ερωμένο. Και “πιμπλάμενος”, από το “πίμπλημι”, σημαίνει γεμίζω, χορταίνω. Ω, λέξεις σπουδαίες! Ναι, δεν χορταίνεται η αγάπη στον Χριστό. Όσο Τον αγαπάεις, νομίζεις ότι δεν Τον αγαπάεις κι όλο θέλεις πιο πολύ να Τον αγαπάεις. Συγχρόνως, όμως, πλημμυρίζει η ψυχή σου απ΄ την παρουσία Του και την εν Κυρίω χαρά την αναφαίρετο. Δεν θέλεις τότε τίποτε να επιθυμήσεις. Κάτι παρόμοιο γράφει ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος.
“Η χαρά, ήτις πηγάζει από τον Θεόν, υπάρχει δυνατωτέρα της ενταύθα ζωής και όστις γευθή αυτήν, όχι μόνον δεν θέλει προσέχει εις τα πάθη, αλλ΄ουδέ την ενταύθα ζωήν αυτού θέλει επιθυμήσει, ούτε άλλο τι αισθητόν θέλει προτιμήσει αυτής της χαρά, εάν αύτη υπάρχη αληθής και όχι πλάνη. Η αγάπη του Θεού είναι γλυκυτέρα της προσκαίρου ζωής… είναι γλυκυτέρα υπέρ μέλι και κηρίον, δεν λυπείται η αγάπη να δεχθή μέγαν θάνατον υπέρ των αγαπώντων αυτήν … και εις εκείνην την καρδίαν, ήτις δέχεται αυτήν πάσα γλυκύτης τούτου του κόσμου θεωρείται περιττή, διότι κανέν άλλο πράγμα δεν δύναται να εξομοιωθή με την γλυκύτητα της επιγνώσεως του Θεού”.
Και στο Κεκραγάριον του Ιερού Αυγουστίνου διαβάζουμε:
“Σε αγαπώ Κύριε ο Θεός μου κι επιθυμώ
να σ΄αγαπώ πάντα και πιο πολύ.
Γιατί Εσύ ΄σαι πράγματι
απ΄το καλύτερο μέλι γλυκύτερος,
απ΄το εκλεκτότερο γάλα θρεπτικότερος
κι απ΄όλο το φως αστραφτερότερος.
Γι΄αυτό είσαι για μένα κι από το χρυσάφι
Και από τ΄ασήμι και απ΄τα πολύτιμα πετράδια πολυτιμότερος.
Ω αγάπη, που πάντα είσαι παραπάνω από ολόθερμη
και δεν καταπέφτεις ποτέ σε χλιαρότητα!
Περίφλεξέ με!
Θα Σ΄αγαπήσω Κύριε, γιατί Σύ πρώτος μ΄αγάπησες.
Και που να ΄βρω λόγια αρκετά, ώστε να περιγράψω
όλα τα δείγματα της μεγίστης αγάπης Σου για μένα;
Με καταλάμπρυνες προσέτι
και με του προσώπου Σου το φως,
που το ΄βαλες επιγραφή
πάνω στο ανώφλι της καρδιάς μου.
Μ΄αυτό το φως”.
“Όταν έλθει ο Χριστός στην καρδιά, η ζωή αλλάζει”
“Όταν βρεις τον Χριστό, σου αρκεί, δεν θέλεις τίποτε άλλο, ησυχάζεις. Γίνεσαι άλλος άνθρωπος. Ζεις παντού, όπου υπάρχει ο Χριστός. Ζεις στα άστρα, στο άπειρο, στον ουρανό με τους αγγέλους, με τους αγίους, στη γη με τους ανθρώπους, με τα φυτά, με τα ζώα, με όλους, με όλα. Όπου υπάρχει η αγάπη στον Χριστό, εξαφανίζεται η μοναξιά. Είσαι ειρηνικός, χαρούμενος, γεμάτος. Ούτε μελαγχολία, ούτε αρρώστια, ούτε πίεση, ούτε άγχος, ούτε κατήφεια, ούτε κόλαση.
Ο Χριστός είναι σ΄ όλες σου τις σκέψεις, σ΄ όλα σου τα έργα. Έχεις την χάρι και μπορείς όλα να τα υποφέρεις για τον Χριστό. Ακόμη μπορεί να πάσχεις και αδίκως. Να υποφέρεις αδικίες για τον Χριστό και μάλιστα με χαρά. Όπως έπαθε Εκείνος, το ίδιο κι εσύ μπορείς να πάσχεις αδίκως. Διάλεξες τον Χριστό για να μην πάθεις; Τι λέει ο Απόστολος Παύλος; “Χαίρω εν τοις παθήμασί μου”. Αυτή είναι η θρησκεία μας. Να ξυπνήσει η ψυχή και ν΄ αγαπήσει τον Χριστό, να γίνει αγία. Να επιδοθεί μόνο στον θείο έρωτα. Έτσι θα την αγαπήσει κι Εκείνος.
Όταν έλθει ο Χριστός στην καρδιά, η ζωή αλλάζει. Ο Χριστός είναι το πάν. Όποιος ζει μέσα του τον Χριστό, ζει πράγματα που δεν λέγονται, άγια και ιερά. Ζει εν αγαλλιάσει. Αυτά είναι αλήθεια. Τα έχουνε ζήσει άνθρωποι, ασκητές στο Άγιον Όρος. Συνεχώς με λαχτάρα ψιθυρίζουν την ευχή: “Κύριε Ιησού Χριστέ…”.
Όταν μπει ο Χριστός στην καρδιά, τα πάθη εξαφανίζονται. Δεν μπορείς ούτε να βρίσεις, ούτε να μισήσεις, ούτε να εκδικηθείς, ούτε, ούτε, ούτε… Πού να βρεθούν τα μίση, οι αντιπάθειες, οι κατακρίσεις, οι εγωισμοί, τα άγχη, οι καταθλίψεις. Κυριαρχεί ο Χριστός. Και η λαχτάρα του ανεσπέρου φωτός. Αυτή η λαχτάρα σε κάνει να αισθάνεσαι ότι ο θάνατος είναι η γέφυρα, που θα την περάσεις σε μια στιγμή, για να συνεχίσεις τη ζωή του Χριστού. Εδώ στη γη έχεις ένα εμπόδιο, γι αυτό χρειάζεται η πίστη. Αυτό το εμπόδιο είναι το σώμα. Ενώ μετά το θάνατο η πίστη καταργείται και βλέπεις τον Χριστό, όπως βλέπεις τον ήλιο. Στην αιωνιότητα, βέβαια, θα τα ζεις όλα πιο έντονα.
Όταν, όμως, δεν ζεις με τον Χριστό, ζεις μες στη μελαγχολία, στη θλίψη, στο άγχος, στη στενοχώρια, δεν ζεις σωστά. Τότε παρουσιάζονται πολλές ανωμαλίες και στον οργανισμό. Επηρεάζεται το σώμα, οι ενδοκρινείς αδένες, το συκώτι, η χολή, το πάγκρεας, το στομάχι. Σου λένε: "Για να είσαι υγιής, πάρε το πρωί το γάλα σου, το αυγουλάκι σου, το βουτυράκι σου με δυο-τρία παξιμάδια". Κι όμως, αν ζεις σωστά, αν αγαπήσεις τον Χριστό, μ΄ ένα πορτοκάλι κι ένα μήλο, είσαι εντάξει. Το μεγάλο φάρμακο είναι να επιδοθεί κανείς στη λατρεία του Χριστού. Όλα θεραπεύονται. Όλα λειτουργούν κανονικά. Η αγάπη του Θεού όλα τα μεταβάλλει, τα μεταποιεί, τα αγιάζει, τα διορθώνει, τα αλλάζει, τα μεταστοιχειώνει.
Πολύ θα παρηγορηθεί η ψυχούλα μας, όταν λαχταρήσουμε τον Κύριο. Δεν θ΄ ασχολούμαστε τότε με τα καθημερινά και τα χαμερπή. Θ΄ ασχολούμαστε με τα πνευματικά και τα ανώτερα, θα ζούμε στον κόσμο τον πνευματικό. Όταν ζεις στον κόσμο τον πνευματικό, ζεις σ΄ άλλο κόσμο, σ΄ αυτόν που αρέσκεται και λαχταράει η ψυχή σου. Δεν αδιαφορείς, όμως, και για τον άνθρωπο, θέλεις κι αυτός να βρει τη σωτηρία, το φως, τον αγιασμό. Να μπουν όλοι στην Εκκλησία.
“Ο Χριστός είναι η αγάπη μας, ο έρωτάς μας”
“Ο Χριστός είναι η χαρά, το φως το αληθινό, η ευτυχία. Ο Χριστός είναι η ελπίδα μας. Η σχέση με τον Χριστό είναι αγάπη, είναι έρωτας, είναι ενθουσιασμός, είναι λαχτάρα του θείου. Ο Χριστός είναι το πάν. Αυτός είναι η αγάπη μας, αυτός ο έρωτάς μας. Είναι έρωτας αναφαίρετος ο έρωτας του Χριστού. Από κει πηγάζει η χαρά.
Η χαρά είναι ο ίδιος ο Χριστός. Είναι μια χαρά, που σε κάνει άλλο άνθρωπο. Είναι μια πνευματική τρέλα, αλλά εν Χριστώ. Σε μεθάει σαν το κρασί το ανόθευτο, αυτό το κρασί το πνευματικό. Όπως λέει ο Δαβίδ: “Ελίπανας εν ελαίω την κεφαλήν μου και το ποτήριόν σου μεθύσκον με ωσεί κράτιστον”. Ο πνευματικός οίνος είναι άκρατος, ανόθευτος, πολύ δυνατός κι όταν τον πίνεις, σε μεθάει. Αυτή η θεία μέθη είναι δώρο του Θεού, που δίνεται στους “καθαρούς τη καρδία”.
Όσο μπορείτε να νηστεύετε, όσες μετάνοιες μπορείτε να κάνετε, όσες αγρυπνίες θέλετε ν΄ απολαμβάνετε, αλλά να είστε χαρούμενοι. Να έχετε τη χαρά του Χριστού. Είναι η χαρά που διαρκεί αιώνια, που έχει αιώνια ευφροσύνη. Είναι η χαρά του Κυρίου μας, που δίνει την ασφαλή γαλήνη, την γαλήνια τερπνότητα και την πάντερπνη ευδαιμονία. Η χαρά η πασίχαρη, που ξεπερνά κάθε χαρά. Ο Χριστός θέλει κι ευχαριστείται να σκορπάει τη χαρά, ν
α πλουτίζει τους πιστούς Του με χαρά. Εύχομαι, “ίνα η χαρά υμών η πεπληρωμένη”.
Αυτή είναι η θρησκεία μας. Εκεί πρέπει να πάμε. Ο Χριστός είναι ο Παράδεισος, παιδιά μου. Τι είναι ο Παράδεισος; Ο Χριστός είναι. Από δω αρχίζει ο Παράδεισος. Είναι ακριβώς το ίδιο, όσοι εδώ στη γη ζουν τον Χριστό, ζουν τον Παράδεισο. Έτσι είναι που σας το λέω. Είναι σωστό, αληθινό αυτό, πιστέψτε με! Έργο μας είναι να προσπαθούμε να βρούμε έναν τρόπο να μπούμε μέσα στο φως του Χριστού. Δεν είναι να κάνει κανείς τα τυπικά. Η ουσία είναι να είμαστε μαζί με τον Χριστό. Να ξυπνήσει η ψυχή και ν΄ αγαπήσει τον Χριστό, να γίνει αγία. Να επιδοθεί στον θείο έρωτα. Έτσι θα μας αγαπήσει κι Εκείνος. Θα είναι τότε η χαρά αναφαίρετη. Αυτό θέλει πιο πολύ ο Χριστός, να μας γεμίζει από χαρά, διότι είναι η πηγή της χαράς. Αυτή η χαρά είναι δώρο του Χριστού. Μέσα σ΄ αυτήν τη χαρά θα γνωρίσουμε τον Χριστό. Δεν μπορούμε να Τον γνωρίσουμε, αν εκείνος δεν μας γνωρίσει. Πώς το λέει ο Δαβίδ: “Εάν μη Κύριος οικοδομήση οίκον, είς μάτην εκοπίασαν οι οικοδομούντες. Εάν μη Κύριος φυλάξη πόλιν, εις μάτην ηγρύπνησεν ο φυλάσσων”.
Αυτά η ψυχή μας θέλει να αποκτήσει. Αν προετοιμαστούμε ανάλογα, η χάρις θα μας τα δώσει. Δεν είναι δύσκολο. Αν αποσπάσουμε την χάρι, όλα είναι εύκολα, χαρούμενα κι ευλογία Θεού. Η θεία χάρις διαρκώς κρούει την πόρτα της ψυχής μας και περιμένει ν΄ ανοίξουμε, για να έλθει στην διψώσαν καρδίαν μας και να την πληρώσει. Το πλήρωμα είναι ο Χριστός, η Παναγία μας, η Αγία Τριάς. Τι ωραία πράγματα!
Άμα αγαπάεις, ζεις στην Ομόνοια και δεν ξέρεις ότι βρίσκεσαι στην Ομόνοια. Ούτε αυτοκίνητα βλέπεις, ούτε κόσμο βλέπεις, ούτε τίποτε. Είσαι μέσα σου με το πρόσωπο που αγαπάεις. Το ζεις, το ευχαριστιέσαι, σ΄ εμπνέει. Δεν είναι αληθινά αυτά; Σκεφτείτε αυτό το πρόσωπο που αγαπάτε να είναι ο Χριστός. Ο Χριστός στο νου σου, ο Χριστός στην καρδιά σου, ο Χριστός σ΄ όλο σου το είναι, ο Χριστός παντού.
Ο Χριστός είναι η ζωή, η πηγή της ζωής, η πηγή της χαρά, η πηγή του φωτός του αληθινού, το πάν. Όποιος αγαπάει τον Χριστό και τους άλλους, αυτός ζει τη ζωή. Ζωή χωρίς Χριστό είναι θάνατος, είναι κόλαση, δεν είναι ζωή. Αυτή είναι η κόλαση, η μη αγάπη. Ζωή είναι ο Χριστός. Η αγάπη είναι η ζωή του Χριστού. Ή θα είσαι στη ζωή ή στο θάνατο. Από σένα εξαρτάται να διαλέξεις.
Ένας είναι ο στόχος μας, η αγάπη στον Χριστό, στην Εκκλησία, στον πλησίον. Η αγάπη, η λατρεία προς τον Θεό, η λαχτάρα, η ένωση με τον Χριστό και με την Εκκλησία είναι ο επί γης Παράδεισος. Η αγάπη στον Χριστό είναι κι αγάπη στον πλησίον, σ΄ όλους, και στους εχθρούς. Ο χριστιανός πονάει για όλους, θέλει όλοι να σωθούν, όλοι να γευτούν τη Βασιλεία του Θεού. Αυτός είναι ο χριστιανισμός. Μέσω της αγάπης προς τον αδελφό θα κατορθώσουμε ν΄ αγαπήσουμε τον Θεό. Ενώ το επιθυμούμε, ενώ το θέλουμε, ενώ είμαστε άξιοι, η θεία χάρις έρχεται μέσω του αδελφού. Όταν αγαπάμε τον αδελφό, αγαπάμε την Εκκλησία, άρα τον Χριστό. Μέσα στην Εκκλησία είμαστε κι εμείς. Άρα όταν αγαπάμε την Εκκλησία, αγαπάμε και τον εαυτό μας.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: «ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ Γερ. ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ"
“Όποιος θέλει να γίνει Χριστιανός, πρέπει πρώτα να γίνει ποιητής”
“Η ψυχή του Χριστιανού πρέπει να είναι λεπτή, να είναι ευαίσθητη, να είναι αισθηματική, να πετάει, όλο να πετάει, να ζει μες στα όνειρα. Να πετάει μες τʼ άπειρο, μες τʼ άστρα, μες τα μεγαλεία του Θεού, μες τη σιωπή.
Όποιος θέλει να γίνει Χριστιανός, πρέπει πρώτα να γίνει ποιητής. Αυτό είναι. Πρέπει να πονάεις. Ν΄ αγαπάεις και να πονάεις. Να πονάεις γι΄ αυτόν που αγαπάεις. Η αγάπη κάνει κόπο για τον αγαπημένο. Όλη νύχτα τρέχει, αγρυπνεί, ματώνει τα πόδια, για να συναντηθεί με τον αγαπημένο. Κάνει θυσίες, δεν λογαριάζει τίποτε, ούτε απειλές, ούτε δυσκολίες, εξαιτίας της αγάπης. Η αγάπη προς τον Χριστό είναι άλλο πράγμα, απείρως ανώτερο.
Και όταν λέμε αγάπη, δεν είναι οι αρετές που θ΄ αποκτήσουμε αλλά η αγαπώσα καρδία προς τον Χριστό και τους άλλους. Το καθετί εκεί να το στρέφουμε. Βλέπουμε μια μητέρα να έχει το παιδάκι της στην αγκαλιά, να το φιλάει και να λαχταράει η ψυχούλα της; Βλέπουμε να λάμπει το πρόσωπό της, που κρατάει τ΄ αγγελούδι της; Όλ΄ αυτά ο άνθρωπος του Θεού, τα βλέπει, του κάνουν εντύπωση και με δίψα λέει: “Να είχα κι εγώ αυτή τη λαχτάρα στον Θεό μου, στον Χριστό μου, στην Παναγίτσα μου, στους Αγίους μας!”. Να, έτσι πρέπει ν΄ αγαπήσουμε τον Χριστό, τον Θεό. Το επιθυμείς, το θέλεις και το αποκτάς με την χάρι του Θεού.
Εμείς, όμως, έχουμε φλόγα για τον Χριστό; Τρέχουμε, όταν είμαστε κατάκοποι, να ξεκουραστούμε στην προσευχή, στον Αγαπημένο ή το κάνουμε αγγαρεία και λέμε: “Ω, τώρα έχω να κάνω και προσευχή και κανόνα…”; Τι λείπει και νιώθουμε έτσι; Λείπει ο Θείος έρως. Δεν έχει αξία να γίνεται μια τέτοια προσευχή. Ίσως μάλιστα κάνει και κακό.
Αν στραπατσαριστεί η ψυχή και γίνει ανάξια της αγάπης του Χριστού, διακόπτει ο Χριστός τις σχέσεις, διότι ο Χριστός “χοντρές” ψυχές δεν θέλει κοντά Του. Η ψυχή πρέπει να συνέλθει πάλι, για να γίνει άξια του Χριστού, να μετανοήσει “έως εβδομηκοντάκις επτά”. Η μετάνοια η αληθινή θα φέρει τον αγιασμό. Όχι να λέεις, “πάνε τα χρόνια μου χαμένα, δεν είμαι άξιος” κ.λ.π., αλλά μπορείς να λέεις, “θυμάμαι κι εγώ τις μέρες τις αργές, που δεν ζούσα κοντά στον Θεό…”. Και στη δική μου τη ζωή, κάπου θα υπάρχουν άδειες μέρες. Ήμουν δώδεκα χρονών, που έφυγα για το Άγιο Όρος. Δεν ήταν αυτά χρόνια; Μπορεί βέβαια να ήμουν μικρό παιδί, αλλά έζησα μακράν του Θεού τόσα χρόνια!…
Ακούστε τι λέει ο Ιγνάτιος Μπραντσιανίνωφ στο βιβλίο του Υιέ μου, δός μοι σήν καρδίαν:
"Πάσα γάρ εργασία σωματική τε και πνευματική μη έχουσα πόνον ή κόπον, ουδέποτε καρποφορεί τω ταύτην μετερχο΄μενω ότι βιαστή εστίν η Βασιλεία των ουρανών και “βιασταί αρπάζουσιν αυτήν”, βίαν ειπών την του σώματος εν πάσιν επίπονον άσκησιν".
Όταν αγαπάεις τον Χριστό, κάνεις κόπο, αλλά ευλογημένο κόπο. Υποφέρεις, αλλά με χαρά. Κάνεις μετάνοιες, προσεύχεσαι, διότι αυτά είναι πόθος, θείος πόθος. Και πόνος και πόθος και έρωτας και λαχτάρα και αγαλλίαση και χαρά και αγάπη. Οι μετάνοιες, η αγρυπνία, η νηστεία είναι κόπος, που γίνεται για τον Αγαπημένο. Κόπος, για να ζεις τον Χριστό. Αλλ΄ αυτός ο κόπος δεν γίνεται αναγκαστικά, δεν αγανακτείς. Ό,τι κάνεις αγγαρεία, δημιουργεί μεγάλο κακό και στο είναι σου και στην εργασία σου. Το σφίξιμο, το σπρώξιμο, φέρνει αντίδραση. Ο κόπος για τον Χριστό, ο πόθος ο αληθινός είναι Χριστού αγάπη, είναι θυσία, είναι ανάλυσις. Αυτό ένιωθε και ο Δαβίδ: "Επιπόθει και εκλείπει η ψυχή μου εις τας αυλάς του Κυρίου". Ποθεί με λαχτάρα και λιώνει η ψυχή μου απ΄ την αγάπη του Θεού. Αυτό του Δαβίδ ταιριάζει με το στίχο του Βερίτη που μ΄αρέσει:
"Συντροφιά με τον Χριστό λαχτάρησα να ζήσω, ως να φτάσει κι η στερνή στιγμή να ξεψυχήσω".
Χρειάζεται προσοχή και προσπάθεια, για να κατανοεί κανείς αυτά που μελετάει και να τα ενστερνίζεται. Αυτός είναι ο κόπος που θα κάνει ο άνθρωπος. Στην κατάνυξη, στη ζέση, στα δάκρυα θα μπει μετά χωρίς να κοπιάσει. Αυτά ακολουθούν, είναι δώρα Θεού. Ο έρωτας θέλει προσπάθεια; Με την κατανόηση των τροπαρίων και κανόνων και των Γραφών έλκεσαι ευφραινόμενος, μπαίνεις μέσα στην αλήθεια ευφραινόμενος. “Έδωκας ευφροσύνην εις την καρδίαν μου”, όπως λέει ο Δαβίδ. Έτσι αυθόρμητα μπαίνεις στην κατάνυξη, αναίμακτα, καταλάβατε;
Εγώ ο καημένος επιθυμώ ν΄ ακούω τα λόγια των Πατέρων, των ασκητών, τα λόγια της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Σ΄ αυτά θέλω να εντρυφώ. Αυτά καλλιεργούν τον θείο έρωτα. Τα επιθυμώ και προσπαθώ, αλλά δεν μπορώ. Αρρώστησα και "το μέν πνεύμα πρόθυμος, ή δε σάρξ ασθενής". Δεν μπορώ να κάνω μετάνοιες. Τίποτε. Επιθυμώ, έχω ζήλο και έρωτα να είμαι στο Άγιο Όρος και να κάνω μετάνοιες, να προσεύχομαι, να λειτουργώ και να είμαι μ΄ έναν ακόμη ασκητή. Είναι καλύτερο να είναι δύο. Το είπε ο ίδιος ο Χριστός: "Ού γάρ εισί δύο ή τρείς συνηγμένοι είς το εμόν όνομα, εκεί ειμί εν μέσω αυτών".
“Ταπείνωση και ανιδιοτέλεια στη λατρεία του Θεού”
“Ο Χριστός κάθεται έξω απ΄ τη θύρα της ψυχής μας και κρούει για να Του ανοίξουμε, μα δεν μπαίνει μέσα. Δεν θέλει να εκβιάσει την ελευθερία, που ο ίδιος μας έχει δώσει. Το λέει στην Αποκάλυψη: "Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω, εάν τις ακούση της φωνής μου και ανοίξη την θύραν, εισελεύσομαι προς αυτόν και δειπνήσω μετ΄αυτού και αυτός μετ΄εμού". Ο Χριστός είναι ευγενής. Στέκει έξω απ΄ τη θύρα της ψυχής μας και χτυπάει απαλά. Αν του ανοίξουμε, θα έλθει μέσα μας και θα μας δώσει τα πάντα, τον εαυτό Του, μυστικά, αθόρυβα.
Τον Χριστό δεν θα μπορέσουμε να Τον γνωρίσουμε, αν Εκείνος δεν μας γνωρίσει. Δεν μπορώ να τα εξηγήσω ακριβώς αυτά, είναι μυστήρια. Ακούστε τον Απόστολο Παύλο: "Νύν δε γνόντες Θεόν, μάλλον δε γνωσθέντες υπό Θεού". Ούτε μπορούμε να Τον αγαπήσουμε, αν ο ίδιος δεν μας αγαπήσει. Ο Χριστός δεν θα μας αγαπήσει, άμα εμείς δεν είμαστε άξιοι να μας αγαπήσει. Για να μας αγαπήσει, πρέπει να βρει μέσα μας κάτι το ιδιαίτερο. Θέλεις, ζητάεις, προσπαθείς, παρακαλείς, δεν παίρνεις όμως τίποτε. Ετοιμάζεσαι ν΄ αποκτήσεις εκείνα που θέλει ο Χριστός, για να έλθει μέσα σου η θεία χάρις, αλλά δεν μπορεί να μπει, όταν δεν υπάρχει εκείνο που πρέπει να έχει ο άνθρωπος. Ποιο είναι αυτό; Είναι η ταπείνωση. Αν δεν υπάρχει ταπείνωση, δεν μπορούμε ν΄ αγαπήσουμε τον Χριστό. Ταπείνωση και ανιδιοτέλεια στη λατρεία του Θεού. "Μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου".
Κανείς να μη σας βλέπει, κανείς να μην καταλαβαίνει τις κινήσεις της λατρείας σας προς το Θείον. Όλ΄ αυτά κρυφά, μυστικά, σαν τους ασκητές. Θυμάστε που σας έχω πει για τ΄ αηδονάκι; Μες στο δάσος κελαηδάει. Στη σιγή. Να πεις πως κάποιος το ακούει, πώς κάποιος το επαινεί; Κανείς. Πόσο ωραίο κελάηδημα μες στην ερημιά! Έχετε δει πως φουσκώνει ο λάρυγγάς του; Έτσι γίνεται και μ΄ αυτόν που ερωτεύεται τον Χριστό. Άμα αγαπάει, "φουσκώνει ο λάρυγγας, παθαίνει, μαλλιάζει η γλώσσα". Πιάνει μια σπηλιά, ένα λαγκάδι και ζει τον Θεό μυστικά, "στεναγμοίς αλαλήτοις". Σημείον ότι ζει τον Θεό, "εν ω τά πάντα ζη και κινείται", διότι "εν αυτώ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν".
Έ, όταν φτάσεις σε μια τέτοια ταπείνωση κι εξαναγκάσεις την χάρι του Θεού να κατοικήσει μέσα σου, τότε τα κέρδισες όλα. Όταν έχεις την ταπείνωση, όταν γίνεις αιχμάλωτος του Θεού, αιχμάλωτος με την καλή έννοια, δηλαδή δοχείο της θείας χάριτος, τότε μπορείς να πεις με τον Απόστολο Παύλο: "Ζω δε ουκέτι εγώ, ζή δε έν εμοί Χριστός". Είναι πάρα πολύ εύκολο να πραγματοποιηθεί αυτό, να κάνουμε, δηλαδή, αυτά που θέλει ο Θεός. Όχι απλώ εύκολο αλλά ευκολότατο. Αρκεί να κάνουμε το άνοιγμα. Όταν κάνουμε το άνοιγμα, για να δεχτούμε το θείον, γινόμαστε άξιοι του Θεού, για να εγκύψει μέσα μας ο Χριστός. Και αν εγκύψει μέσα μας ο Χριστός, μας χαρίζει την ελευθερία. Πού να βρεις λέξεις γι΄ αυτά τα μυστήρια!… Όλο το μυστικό είναι η αγάπη, ο έρωτας στον Χριστό. Το δόσιμο στον κόσμο τον πνευματικό. Ούτε μοναξιά νιώθει κανείς, ούτε τίποτε. Ζει μέσα σ΄ άλλο κόσμο. Εκεί πο
υ ψυχή χαίρεται, εκεί που ευφραίνεται, πού ποτέ δεν χορταίνει”.
“Ο Χριστός είναι ο Νυμφίος της ψυχής”
“Από αυτή τη λατρεία για τον Χριστό προήλθε το Άσμα Ασμάτων του σοφού Σολομώντος. Αυτό το βιβλίο καλλιεργεί το θείο πόθο, την θεία αγάπη, τη λατρεία και την εγρήγορση στη σχέση με τον ουράνιο Νυμφίο. Τι ωραία λόγια, ερωτικά, γεμάτα αγάπη, πάθος, έρωτα θείο! Φαίνονται σαν ανθρώπινα, είναι όμως θεία. "Ότι τέτρωμαι της σης αγάπης εγώ", λέει ένα τροπάριο. Δηλαδή "πάσχω, υποφέρω, Σε ζητάει η ψυχή μου, θέλει Εσένα που είσαι το φως, η ζωή, ο Θεός, ο Κύριός μου και ο Θεός μου".
Κατεξοχήν στο Άσμα Ασμάτων βλέπουμε τον Χριστό ως Νυμφίο. Ο Χριστός είναι ο Νυμφίος της ψυχής μας. Η ψυχή μας, νύμφη Του, Τον ακολουθεί σ΄ όλα. Και στο μαρτύριο και στον Γολγοθά και στη Σταύρωση αλλά και στην Ανάσταση. Όταν φτάσουμε σ΄ αυτή την αγάπη, τότε ο Χριστός θα εγκύψει μέσα μας και θα γεμίσει την ψυχή μας.
Διαρκώς ν΄ ατενίζετε προς τα άνω, προς τον Χριστό, να εξοικειώνεστε με τον Χριστό, να εργάζεστε με τον Χριστό, να ζείτε με τον Χριστό, ν΄ αναπνέετε με τον Χριστό, να πονάτε με τον Χριστό, να χαίρεστε με τον Χριστό. Να είναι το πάν για σας ο Χριστός. Η ψυχή σας να ζητάει, να φωνάζει τον Νυμφίο της: “Σε, Νυμφίε μου, ποθώ…”. Ο Χριστός είναι ο Νυμφίος. Είναι ο Πατέρας, είναι το πάν.
Δεν υπάρχει ανώτερο πράγμα στη ζωή από το ν΄ αγαπάμε τον Χριστό. Ό,τι θέλουμε είναι στον Χριστό. Ο Χριστός είναι το πάν. Όλη η χαρά, όλη η ευφροσύνη, όλη η παραδεισιακή ζωή. Όλα τα μεγαλεία έχουμε, όταν έχουμε τον Χριστό μέσα μας. Η ψυχή που είναι ερωτευμένη με τον Χριστό είναι πάντα χαρούμενη κι ευτυχισμένη, όσους κόπους και θυσίες κι αν της κοστίσει αυτό.
Κανείς δεν μπορεί ν΄ αρνηθεί ότι το πλήρωμα είναι ο Χριστός. Όσοι αρνούνται αυτή την αλήθεια είναι άρρωστοι ψυχικώς, κατέχονται υπό του κακού πνεύματος. Αρνούνται αυτό που τους λείπει. Έτσι βρίσκει κενή την ψυχή τους και μπαίνει ο διάβολος μέσα τους. Κι όπως το παιδί πληγώνεται πολύ βαθιά, αν στερηθεί στη ζωή του τον πατέρα και την μητέρα του, έτσι, και πολύ περισσότερο, αν στερηθεί ο άνθρωπος τον Χριστό και την Παναγία.
Λέει στο Άσμα Ασμάτων η νύμφη για τον Νυμφίο Χριστό: "Εγώ καθεύδω και η καρδία μου αγρυπνεί. Φωνή αδελφιδού μου κρούει επί την θύραν".
Η νύμφη αγρυπνεί και ονειρεύεται Αυτόν. Αν και κοιμάται, στρέφεται η ψυχή της προς Αυτόν. Εκφράζει, έτσι, την αγάπη της και την πλήρη αφοσίωσή της. Τον έχει συνεχώς στο νου της, στην καρδιά της, ακόμη και στον ύπνο. Τον λατρεύει. Καταλάβατε; Η λατρεία να γίνεται εξ όλης της ψυχής και εξ όλης της καρδίας. Τι θα πει αυτό; Η μόνη σας έννοια να είναι ο Θεός. Όχι όπως οι άλλες έννοιες. Αυτή η έννοια να είναι διαφορετική. Είναι ένα είδος λατρείας προς τον Χριστό. Αυτή είναι η έννοια που θέλγει και ευχαριστεί. Δεν είναι κάτι που γίνεται αγγαρεία. Νιώθετε ευχαρίστηση και ηδονή πνευματική. Δεν είναι όπως το μάθημα που διαβάζει το παιδί, για να πάει στο σχολείο. Είναι όπως ο έρωτας μεταξύ δύο ανθρώπων αλλά ανώτερος, πνευματικός.
"Και ως η ωδινούσα εγγίζει του τεκείν και επί τη ωδίνι αυτής εκέκραξεν, ούτως εγεννήθημεν τω αγαπητώ σου διά τον φόβον σου Κύριε. Εν γαστρί ελάβομεν και ωδινήσαμεν και ετέκομεν", λέει στον Ησαϊα.
Έτσι κι η ψυχή μας φωνάζει στον Θεό εξαιτίας της οδύνης που νιώθει, όταν Τον αναζητάει. Και κάνει και κάποιο κόπο, κάποια προσπάθεια. Τι σημαίνει ο κόπος της τικτούσης και το κλάμα; Δεν είναι ο πόνος κι η οδύνη, ώσπου να έλθει μέσα μας ο Χριστός; Αυτή η οδύνη είναι η πιο μεγάλη. Τη γνωρίζουν όσοι τη δοκίμασαν. Είναι μαρτύριο αφόρητο…
“Ο Χριστός είναι φίλος μας”
“Τον Χριστό να Τον αισθανόμαστε φίλο μας. Είναι ο φίλος μας. Το βεβαιώνει ο ίδιος, όταν λέει: “Υμείς φίλοι μου εστέ…” Σαν φίλο να Τον ατενίζουμε και να Τον πλησιάζουμε. Πέφτουμε; Αμαρτάνουμε; Με οικειότητα, αγάπη κι εμπιστοσύνη να τρέχουμε κοντά Του, όχι με φόβο ότι θα μας τιμωρήσει αλλά με θάρρος, που θα μας το δίνει η αίσθηση του φίλου. Να Του πούμε: "Κύριε, το έκανα, έπεσα, συγχώρεσέ με”. Αλλά συγχρόνως να αισθανόμαστε ότι μας αγαπάει, ότι μας δέχεται τρυφερά, με αγάπη και μας συγχωρεί. Να μη μας χωρίζει απ΄ τον Χριστό η αμαρτία. Όταν πιστεύουμε πως μας αγαπάει και Τον αγαπάμε, δεν αισθανόμαστε ξένοι και χωρισμένοι απ΄ Αυτόν, ούτε όταν αμαρτάνουμε. Έχουμε εξασφαλίσει την αγάπη Του κι όπως και να φερθούμε, ξέρουμε ότι μας αγαπάει.
Αν αγαπάμε τον Χριστό πραγματικά, δεν υπάρχει φόβος να χάσουμε το σεβασμό μας σ΄ Εκείνον. Εδώ ισχύει εκείνο του Αποστόλου Παύλου: "Τις ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; θλίψις ή στενοχωρία … πέπεισμαι γάρ ότι ούτε θάνατος, ούτε ζωή … ούτε ύψωμα, ούτε βάθος … δυνήσεται ημάς χωρίσαι από της αγάπης του Χριστού της εν Χριστώ Ιησού το Κυρίω ημών". Είναι μια σχέση ανώτερη, μοναδική, η σχέση της ψυχής με τον θεό, που δεν τη διασπαέι τίποτε και δεν τη φοβίζει, ούτε την κλονίζει τίποτε.
Το Ευαγγέλιο, βέβαια, λέει με συμβολικές λέξεις για τον άδικο ότι θα βρεθεί εκεί όπου υπάρχει "ο τριγμός και ο βρυγμός των οδόντων", διότι μακράν του Θεού έτσι είναι. Και από τους νηπτικούς Πατέρες της Εκκλησίας πολλοί μιλούν για φόβο θανάτου και κολάσεως. Λένε: "Έχε μνήμην θανάτου διηνεκώς". Αυτές οι λέξεις, αν τις εξετάσουμε βαθιά, δημιουργούν το φόβο της κολάσεως. Ο άνθρωπος, προσπαθώντας ν΄ αποφύγει την αμαρτία, κάνει αυτές τις σκέψεις, για να κυριευτεί η ψυχή του απ΄το φόβο του θανάτου, της κολάσεως και του διαβόλου.
Όλα έχουν τη σημασία τους, το χρόνο και την περίστασή τους. Η έννοια του φόβου είναι καλή για τα πρώτα στάδια. Είναι για τους αρχαρίους. Γι αυτούς που ζει μέσα τους ο παλαιός άνθρωπος. Ο άνθρωπος ο αρχάριος, που δεν έχει ακόμη λεπτυνθεί, συγκρατείται απ΄ το κακό με το φόβο. Και ο φόβος είναι απαραίτητος, εφόσον είμαστε υλικοί άνθρωποι και χαμερπείς. Αλλ΄ αυτό είναι ένα στάδιο, ένας χαμηλός βαθμός σχέσεως με το θείον. Το πάμε στη συναλλαγή, προκειμένου να κερδίσουμε τον Παράδεισο ή να γλιτώσουμε την κόλαση. Αυτό, αν το καλοεξετάσουμε, δείχνει κάποια ιδιοτέλεια, κάποιο συμφέρον. Εμένα δεν μου αρέσει αυτός ο τρόπος. Όταν ο άνθρωπος προχωρήσει και μπει στην αγάπη του Θεού, τι του χρειάζεται ο φόβος; Ό,τι κάνει, το κάνει από αγάπη κι έχει πολύ μεγαλύτερη αξία αυτό. Το να γίνει καλός κάποιος από φόβο στον Θεό κι όχι από αγάπη δεν έχει τόση αξία.
Προχωρώντας, και το Ευαγγέλιο μας δίνει να καταλάβουμε πως ο Χριστός είναι η χαρά, η αλήθεια, πως ο Χριστός είναι ο Παράδεισος. Πώς το λέει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης; "Φόβος ούκ έστιν εν τη αγάπη, αλλ΄ η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον, ότι ο φόβος κόλασιν έχει, ο δε φοβούμενος ου τετελείωται εν τη αγάπη". Προσπαθώντας διά του φόβου μπαίνουμε σιγά-σιγά στην αγάπη του Θεού. Πάει τότε η κόλαση, πάει ο φόβος, πάει ο θάνατος. Ενδιαφερόμαστε μόνο για την αγάπη του Θεού. Κάνουμε το πάν γι αυτή την αγάπη. Ό,τι ο γαμπρός για την νύφη.
Αν θελήσουμε και Τον ακολουθήσουμε και τούτη η ζωή με τον Χριστό είναι χαρά, έστω και μέσα σε δυσκολίες. Όπως το λέει ο Απόστολος Παύλος: " Χαίρω εν τοις παθήμασί μου". Αυτή είναι η θρησκεία μας, εκεί πρέπει να πάμε. Δεν είναι τα τυπικά, όσο είναι να ζει κανείς με τον Χριστό. Όταν αυτό το πετύχεις, τι άλλος θέλεις; Κέρδισες το πάν. Ζεις τον Χριστό και ο Χριστός ζει μέσα σου. Όλα μετά είναι πολύ εύκολα, η υπακοή, η ταπείνωση, η ειρήνη.
“Η αγάπη στον Χριστό δεν χορταίνεται”
“Ο Χριστός είναι το άκρον εφετόν, το άκρον επιθυμητόν, δεν υπάρχει ανώτερο. Όλα τα αισθητά έχουν κόρο, αλλά ο Θεός δεν έχει κόρο. Αυτός είναι το πάν. Ο Θεός είναι το άκρον εφετόν. Καμιά άλλη χαρά, κανένα άλλο κάλλος, τίποτε δεν μπορεί να παραβγεί μ΄ Αυτόν. Τι άλλο από το ανώτατον;
Ο έρωτας προς τον Χριστό είναι άλλος έρως. Δεν έχει τέλος, δεν έχει χορτασμό. Δίνει ζωή, δίνει σθένος, δίνει υγεία, δίνει, δίνει, δίνει… Κι όσο δίνει, τόσο πιο πολύ ο άνθρωπος θέλει να ερωτεύεται. Ενώ ο ανθρώπινος έρωτας μπορεί να φθείρει τον άνθρωπο, να τον τρελάνει. Όταν αγαπήσουμε τον Χριστό, όλες οι άλλες αγάπες υποχωρούν. Οι άλλες αγάπες έχουν κορεσμό. Η αγάπη του Χριστού δεν έχει κορεσμό. Η σαρκική
αγάπη έχει κορεσμό. Μετά μπορεί ν΄ αρχίσει η ζήλια, η γκρίνια, μέχρι κι ο φόνος. Μπορεί να μεταβληθεί σε μίσος. Η εν Χριστώ αγάπη δεν αλλοιώνεται. Η κοσμική αγάπη λίγο διατηρείται και σιγά-σιγά σβήνει, ενώ η θεία αγάπη ολοένα μεγαλώνει και βαθαίνει. Κάθε άλλος έρωτας μπορεί να φέρει τον άνθρωπο σ΄ απελπισία. Ο θείος έρως, όμως, μας ανεβάζει στη σφαίρα του Θεού, μας χαρίζει γαλήνη, χαρά, πληρότητα. Οι άλλες ηδονές κουράζουν, ενώ αυτή διαρκώς δεν χορταίνεται. Είναι μια ηδονή ακόρεστος, που δεν τη βαριέται κανείς ποτέ. Είναι το άκρον αγαθόν.
Μόνο σ΄ ένα σημείο σταματά ο κορεσμός. Όταν ο άνθρωπος ενωθεί με τον Χριστό. Αγαπάει, αγαπάει, αγαπάει κι όσο αγαπάει, τόσο βλέπει ότι θέλει ακόμη ν΄ αγαπήσει. Το βλέπει ότι δεν έχει ενωθεί, δεν έχει δοθεί στην αγάπη του Θεού. Έχει συνεχώς την έφεση, την επιθυμία, τη χαρά, για να κατορθώσει να φτάσει στο άκρον εφετόν, στον Χριστό. Όλο νηστεύει κι όλο κάνει μετάνοιες κι όλο προσεύχεται κι όμως όλο δεν ικανοποιείται. Δεν το καταλαβαίνει ότι έφτασε ήδη σ΄ αυτή την αγάπη. Αυτό που επιθυμεί δεν το νιώθει ότι τον γέμισε, ότι το πήρε, ότι το αισθάνεται, ότι το ζει. Αυτόν τον θείο έρωτα, αυτήν την θεία αγάπη λαχταρούν και ποθούν όλοι οι ασκητές. Μεθούν με τη θεία μέθη. Μ΄ αυτή τη θεία μέθη το μεν σώμα μπορεί να γηράσκει, να παρέρχεται, το πνεύμα ,όμως, νεάζει και ανθεί.
Οι ύμνοι και τα τροπάρια της Εκκλησίας μας είναι γεμάτα με θείο έρωτα. Ακούστε τι λέει στον κανόνα του Αγίου Θεοδώρου του Τήρωνος:
"Ποθήσας θερμώς των εφετών το ακρότατον, και δι΄αγάπης συγκραθείς, πόθω κατάλληλον ζωήν, μετήλθες θεόληπτε, δια παντός, σου κατοπτεύων τον έρωτα, και της αυτού θεωρίας πιμπλάμενος".
“Συγκραθείς” σημαίνει γίνεσαι ένα, ενώνεσαι με τον ερωμένο. Και “πιμπλάμενος”, από το “πίμπλημι”, σημαίνει γεμίζω, χορταίνω. Ω, λέξεις σπουδαίες! Ναι, δεν χορταίνεται η αγάπη στον Χριστό. Όσο Τον αγαπάεις, νομίζεις ότι δεν Τον αγαπάεις κι όλο θέλεις πιο πολύ να Τον αγαπάεις. Συγχρόνως, όμως, πλημμυρίζει η ψυχή σου απ΄ την παρουσία Του και την εν Κυρίω χαρά την αναφαίρετο. Δεν θέλεις τότε τίποτε να επιθυμήσεις. Κάτι παρόμοιο γράφει ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος.
“Η χαρά, ήτις πηγάζει από τον Θεόν, υπάρχει δυνατωτέρα της ενταύθα ζωής και όστις γευθή αυτήν, όχι μόνον δεν θέλει προσέχει εις τα πάθη, αλλ΄ουδέ την ενταύθα ζωήν αυτού θέλει επιθυμήσει, ούτε άλλο τι αισθητόν θέλει προτιμήσει αυτής της χαρά, εάν αύτη υπάρχη αληθής και όχι πλάνη. Η αγάπη του Θεού είναι γλυκυτέρα της προσκαίρου ζωής… είναι γλυκυτέρα υπέρ μέλι και κηρίον, δεν λυπείται η αγάπη να δεχθή μέγαν θάνατον υπέρ των αγαπώντων αυτήν … και εις εκείνην την καρδίαν, ήτις δέχεται αυτήν πάσα γλυκύτης τούτου του κόσμου θεωρείται περιττή, διότι κανέν άλλο πράγμα δεν δύναται να εξομοιωθή με την γλυκύτητα της επιγνώσεως του Θεού”.
Και στο Κεκραγάριον του Ιερού Αυγουστίνου διαβάζουμε:
“Σε αγαπώ Κύριε ο Θεός μου κι επιθυμώ
να σ΄αγαπώ πάντα και πιο πολύ.
Γιατί Εσύ ΄σαι πράγματι
απ΄το καλύτερο μέλι γλυκύτερος,
απ΄το εκλεκτότερο γάλα θρεπτικότερος
κι απ΄όλο το φως αστραφτερότερος.
Γι΄αυτό είσαι για μένα κι από το χρυσάφι
Και από τ΄ασήμι και απ΄τα πολύτιμα πετράδια πολυτιμότερος.
Ω αγάπη, που πάντα είσαι παραπάνω από ολόθερμη
και δεν καταπέφτεις ποτέ σε χλιαρότητα!
Περίφλεξέ με!
Θα Σ΄αγαπήσω Κύριε, γιατί Σύ πρώτος μ΄αγάπησες.
Και που να ΄βρω λόγια αρκετά, ώστε να περιγράψω
όλα τα δείγματα της μεγίστης αγάπης Σου για μένα;
Με καταλάμπρυνες προσέτι
και με του προσώπου Σου το φως,
που το ΄βαλες επιγραφή
πάνω στο ανώφλι της καρδιάς μου.
Μ΄αυτό το φως”.
“Όταν έλθει ο Χριστός στην καρδιά, η ζωή αλλάζει”
“Όταν βρεις τον Χριστό, σου αρκεί, δεν θέλεις τίποτε άλλο, ησυχάζεις. Γίνεσαι άλλος άνθρωπος. Ζεις παντού, όπου υπάρχει ο Χριστός. Ζεις στα άστρα, στο άπειρο, στον ουρανό με τους αγγέλους, με τους αγίους, στη γη με τους ανθρώπους, με τα φυτά, με τα ζώα, με όλους, με όλα. Όπου υπάρχει η αγάπη στον Χριστό, εξαφανίζεται η μοναξιά. Είσαι ειρηνικός, χαρούμενος, γεμάτος. Ούτε μελαγχολία, ούτε αρρώστια, ούτε πίεση, ούτε άγχος, ούτε κατήφεια, ούτε κόλαση.
Ο Χριστός είναι σ΄ όλες σου τις σκέψεις, σ΄ όλα σου τα έργα. Έχεις την χάρι και μπορείς όλα να τα υποφέρεις για τον Χριστό. Ακόμη μπορεί να πάσχεις και αδίκως. Να υποφέρεις αδικίες για τον Χριστό και μάλιστα με χαρά. Όπως έπαθε Εκείνος, το ίδιο κι εσύ μπορείς να πάσχεις αδίκως. Διάλεξες τον Χριστό για να μην πάθεις; Τι λέει ο Απόστολος Παύλος; “Χαίρω εν τοις παθήμασί μου”. Αυτή είναι η θρησκεία μας. Να ξυπνήσει η ψυχή και ν΄ αγαπήσει τον Χριστό, να γίνει αγία. Να επιδοθεί μόνο στον θείο έρωτα. Έτσι θα την αγαπήσει κι Εκείνος.
Όταν έλθει ο Χριστός στην καρδιά, η ζωή αλλάζει. Ο Χριστός είναι το πάν. Όποιος ζει μέσα του τον Χριστό, ζει πράγματα που δεν λέγονται, άγια και ιερά. Ζει εν αγαλλιάσει. Αυτά είναι αλήθεια. Τα έχουνε ζήσει άνθρωποι, ασκητές στο Άγιον Όρος. Συνεχώς με λαχτάρα ψιθυρίζουν την ευχή: “Κύριε Ιησού Χριστέ…”.
Όταν μπει ο Χριστός στην καρδιά, τα πάθη εξαφανίζονται. Δεν μπορείς ούτε να βρίσεις, ούτε να μισήσεις, ούτε να εκδικηθείς, ούτε, ούτε, ούτε… Πού να βρεθούν τα μίση, οι αντιπάθειες, οι κατακρίσεις, οι εγωισμοί, τα άγχη, οι καταθλίψεις. Κυριαρχεί ο Χριστός. Και η λαχτάρα του ανεσπέρου φωτός. Αυτή η λαχτάρα σε κάνει να αισθάνεσαι ότι ο θάνατος είναι η γέφυρα, που θα την περάσεις σε μια στιγμή, για να συνεχίσεις τη ζωή του Χριστού. Εδώ στη γη έχεις ένα εμπόδιο, γι αυτό χρειάζεται η πίστη. Αυτό το εμπόδιο είναι το σώμα. Ενώ μετά το θάνατο η πίστη καταργείται και βλέπεις τον Χριστό, όπως βλέπεις τον ήλιο. Στην αιωνιότητα, βέβαια, θα τα ζεις όλα πιο έντονα.
Όταν, όμως, δεν ζεις με τον Χριστό, ζεις μες στη μελαγχολία, στη θλίψη, στο άγχος, στη στενοχώρια, δεν ζεις σωστά. Τότε παρουσιάζονται πολλές ανωμαλίες και στον οργανισμό. Επηρεάζεται το σώμα, οι ενδοκρινείς αδένες, το συκώτι, η χολή, το πάγκρεας, το στομάχι. Σου λένε: "Για να είσαι υγιής, πάρε το πρωί το γάλα σου, το αυγουλάκι σου, το βουτυράκι σου με δυο-τρία παξιμάδια". Κι όμως, αν ζεις σωστά, αν αγαπήσεις τον Χριστό, μ΄ ένα πορτοκάλι κι ένα μήλο, είσαι εντάξει. Το μεγάλο φάρμακο είναι να επιδοθεί κανείς στη λατρεία του Χριστού. Όλα θεραπεύονται. Όλα λειτουργούν κανονικά. Η αγάπη του Θεού όλα τα μεταβάλλει, τα μεταποιεί, τα αγιάζει, τα διορθώνει, τα αλλάζει, τα μεταστοιχειώνει.
Πολύ θα παρηγορηθεί η ψυχούλα μας, όταν λαχταρήσουμε τον Κύριο. Δεν θ΄ ασχολούμαστε τότε με τα καθημερινά και τα χαμερπή. Θ΄ ασχολούμαστε με τα πνευματικά και τα ανώτερα, θα ζούμε στον κόσμο τον πνευματικό. Όταν ζεις στον κόσμο τον πνευματικό, ζεις σ΄ άλλο κόσμο, σ΄ αυτόν που αρέσκεται και λαχταράει η ψυχή σου. Δεν αδιαφορείς, όμως, και για τον άνθρωπο, θέλεις κι αυτός να βρει τη σωτηρία, το φως, τον αγιασμό. Να μπουν όλοι στην Εκκλησία.
“Ο Χριστός είναι η αγάπη μας, ο έρωτάς μας”
“Ο Χριστός είναι η χαρά, το φως το αληθινό, η ευτυχία. Ο Χριστός είναι η ελπίδα μας. Η σχέση με τον Χριστό είναι αγάπη, είναι έρωτας, είναι ενθουσιασμός, είναι λαχτάρα του θείου. Ο Χριστός είναι το πάν. Αυτός είναι η αγάπη μας, αυτός ο έρωτάς μας. Είναι έρωτας αναφαίρετος ο έρωτας του Χριστού. Από κει πηγάζει η χαρά.
Η χαρά είναι ο ίδιος ο Χριστός. Είναι μια χαρά, που σε κάνει άλλο άνθρωπο. Είναι μια πνευματική τρέλα, αλλά εν Χριστώ. Σε μεθάει σαν το κρασί το ανόθευτο, αυτό το κρασί το πνευματικό. Όπως λέει ο Δαβίδ: “Ελίπανας εν ελαίω την κεφαλήν μου και το ποτήριόν σου μεθύσκον με ωσεί κράτιστον”. Ο πνευματικός οίνος είναι άκρατος, ανόθευτος, πολύ δυνατός κι όταν τον πίνεις, σε μεθάει. Αυτή η θεία μέθη είναι δώρο του Θεού, που δίνεται στους “καθαρούς τη καρδία”.
Όσο μπορείτε να νηστεύετε, όσες μετάνοιες μπορείτε να κάνετε, όσες αγρυπνίες θέλετε ν΄ απολαμβάνετε, αλλά να είστε χαρούμενοι. Να έχετε τη χαρά του Χριστού. Είναι η χαρά που διαρκεί αιώνια, που έχει αιώνια ευφροσύνη. Είναι η χαρά του Κυρίου μας, που δίνει την ασφαλή γαλήνη, την γαλήνια τερπνότητα και την πάντερπνη ευδαιμονία. Η χαρά η πασίχαρη, που ξεπερνά κάθε χαρά. Ο Χριστός θέλει κι ευχαριστείται να σκορπάει τη χαρά, ν
α πλουτίζει τους πιστούς Του με χαρά. Εύχομαι, “ίνα η χαρά υμών η πεπληρωμένη”.
Αυτή είναι η θρησκεία μας. Εκεί πρέπει να πάμε. Ο Χριστός είναι ο Παράδεισος, παιδιά μου. Τι είναι ο Παράδεισος; Ο Χριστός είναι. Από δω αρχίζει ο Παράδεισος. Είναι ακριβώς το ίδιο, όσοι εδώ στη γη ζουν τον Χριστό, ζουν τον Παράδεισο. Έτσι είναι που σας το λέω. Είναι σωστό, αληθινό αυτό, πιστέψτε με! Έργο μας είναι να προσπαθούμε να βρούμε έναν τρόπο να μπούμε μέσα στο φως του Χριστού. Δεν είναι να κάνει κανείς τα τυπικά. Η ουσία είναι να είμαστε μαζί με τον Χριστό. Να ξυπνήσει η ψυχή και ν΄ αγαπήσει τον Χριστό, να γίνει αγία. Να επιδοθεί στον θείο έρωτα. Έτσι θα μας αγαπήσει κι Εκείνος. Θα είναι τότε η χαρά αναφαίρετη. Αυτό θέλει πιο πολύ ο Χριστός, να μας γεμίζει από χαρά, διότι είναι η πηγή της χαράς. Αυτή η χαρά είναι δώρο του Χριστού. Μέσα σ΄ αυτήν τη χαρά θα γνωρίσουμε τον Χριστό. Δεν μπορούμε να Τον γνωρίσουμε, αν εκείνος δεν μας γνωρίσει. Πώς το λέει ο Δαβίδ: “Εάν μη Κύριος οικοδομήση οίκον, είς μάτην εκοπίασαν οι οικοδομούντες. Εάν μη Κύριος φυλάξη πόλιν, εις μάτην ηγρύπνησεν ο φυλάσσων”.
Αυτά η ψυχή μας θέλει να αποκτήσει. Αν προετοιμαστούμε ανάλογα, η χάρις θα μας τα δώσει. Δεν είναι δύσκολο. Αν αποσπάσουμε την χάρι, όλα είναι εύκολα, χαρούμενα κι ευλογία Θεού. Η θεία χάρις διαρκώς κρούει την πόρτα της ψυχής μας και περιμένει ν΄ ανοίξουμε, για να έλθει στην διψώσαν καρδίαν μας και να την πληρώσει. Το πλήρωμα είναι ο Χριστός, η Παναγία μας, η Αγία Τριάς. Τι ωραία πράγματα!
Άμα αγαπάεις, ζεις στην Ομόνοια και δεν ξέρεις ότι βρίσκεσαι στην Ομόνοια. Ούτε αυτοκίνητα βλέπεις, ούτε κόσμο βλέπεις, ούτε τίποτε. Είσαι μέσα σου με το πρόσωπο που αγαπάεις. Το ζεις, το ευχαριστιέσαι, σ΄ εμπνέει. Δεν είναι αληθινά αυτά; Σκεφτείτε αυτό το πρόσωπο που αγαπάτε να είναι ο Χριστός. Ο Χριστός στο νου σου, ο Χριστός στην καρδιά σου, ο Χριστός σ΄ όλο σου το είναι, ο Χριστός παντού.
Ο Χριστός είναι η ζωή, η πηγή της ζωής, η πηγή της χαρά, η πηγή του φωτός του αληθινού, το πάν. Όποιος αγαπάει τον Χριστό και τους άλλους, αυτός ζει τη ζωή. Ζωή χωρίς Χριστό είναι θάνατος, είναι κόλαση, δεν είναι ζωή. Αυτή είναι η κόλαση, η μη αγάπη. Ζωή είναι ο Χριστός. Η αγάπη είναι η ζωή του Χριστού. Ή θα είσαι στη ζωή ή στο θάνατο. Από σένα εξαρτάται να διαλέξεις.
Ένας είναι ο στόχος μας, η αγάπη στον Χριστό, στην Εκκλησία, στον πλησίον. Η αγάπη, η λατρεία προς τον Θεό, η λαχτάρα, η ένωση με τον Χριστό και με την Εκκλησία είναι ο επί γης Παράδεισος. Η αγάπη στον Χριστό είναι κι αγάπη στον πλησίον, σ΄ όλους, και στους εχθρούς. Ο χριστιανός πονάει για όλους, θέλει όλοι να σωθούν, όλοι να γευτούν τη Βασιλεία του Θεού. Αυτός είναι ο χριστιανισμός. Μέσω της αγάπης προς τον αδελφό θα κατορθώσουμε ν΄ αγαπήσουμε τον Θεό. Ενώ το επιθυμούμε, ενώ το θέλουμε, ενώ είμαστε άξιοι, η θεία χάρις έρχεται μέσω του αδελφού. Όταν αγαπάμε τον αδελφό, αγαπάμε την Εκκλησία, άρα τον Χριστό. Μέσα στην Εκκλησία είμαστε κι εμείς. Άρα όταν αγαπάμε την Εκκλησία, αγαπάμε και τον εαυτό μας.
ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ: «ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ Γερ. ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ"
- filotas
- Κορυφαίος Αποστολέας
- Δημοσιεύσεις: 4119
- Εγγραφή: Σάβ Αύγ 11, 2007 5:00 am
- Τοποθεσία: Νίκος@Κοζάνη
- Επικοινωνία:
20. Περί έρωτος
Κατά τους Νεοπλατωνικούς δεν έχει ο Θεός έρωτα για τον άνθρωπο, αλλά ο άνθρωπος για τον Θεό. Αλλά κατ’ αυτούς ο έρωτας είναι μία έλλειψις, διότι ο άνθρωπος, λένε, έχει έρωτα προς κάτι που του λείπει. Και κατά την άποψί τους αυτό συμβαίνει σε όλους τους τομείς, ακόμη και στις σχέσεις του Θεού με τον άνθρωπο. Αυτή η έλλειψις λέγεται έρως στην αρχαία Ελληνική φιλοσοφία. Αυτόν τον έρωτα τον έχει εκείνος ο οποίος δεν είναι τέλειος. Οπότε ο έρως είναι για τον ατελή. Η τελειότης είναι κατ’ αυτούς καταστολή του έρωτος. Έτσι μόνον ο άνθρωπος ως ατελής έχει έρωτα, ενώ ο Θεός ως τέλειος δεν έχει έρωτα. Ο Θεός δεν μπορεί να έχη έρωτα, διότι είναι τέλειος, είναι αυτάρκης και για τον λόγον αυτόν είναι κατ’ αυτούς, το ακίνητον κινούν.
Δήτε όμως τώρα τι ισχύει στην Ορθόδοξο παράδοσι. Εκεί που ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης λέγει ότι ο Θεός είναι και κινούμενον, λέγει και κάτι άλλο. Λέγει επίσης ότι υπάρχουν μερικοί, οι οποίοι συζητούν το θέμα αν ο έρως και η αγάπη είναι το ίδιο πράγμα. Και αυτοί λένε ότι δεν είναι το ίδιο πράγμα. Άλλο έρως και άλλο αγάπη. Έτσι λένε, ο Θεός έχει αγάπη, αλλά δεν έχει έρωτα για τον άνθρωπο, ενώ ο άνθρωπος έχη έρωτα, πρέπει όμως να έχη μόνο αγάπη. Επικαλούμενος όμως ο άγιος Διονύσιος την δική του εμπειρία της θεώσεως καταλήγει στο ότι ο Θεός, δεν έχει μόνο αγάπη, αλλά και έρωτα για τον άνθρωπο. Λέγει επίσης ότι έρως και αγάπη για τον Θεό είναι το ίδιο πράγμα. Ποιος όμως Πλατωνικός θα μπορούσε να πη ότι ο Θεός έχει έρωτα για τον άνθρωπο; Αυτό αποκλείεται σ’ αυτούς.
Πατερική Θεολογία
Πρωτοπρ. Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου (†)
Καθηγητού Πανεπιστημίου
Κατά τους Νεοπλατωνικούς δεν έχει ο Θεός έρωτα για τον άνθρωπο, αλλά ο άνθρωπος για τον Θεό. Αλλά κατ’ αυτούς ο έρωτας είναι μία έλλειψις, διότι ο άνθρωπος, λένε, έχει έρωτα προς κάτι που του λείπει. Και κατά την άποψί τους αυτό συμβαίνει σε όλους τους τομείς, ακόμη και στις σχέσεις του Θεού με τον άνθρωπο. Αυτή η έλλειψις λέγεται έρως στην αρχαία Ελληνική φιλοσοφία. Αυτόν τον έρωτα τον έχει εκείνος ο οποίος δεν είναι τέλειος. Οπότε ο έρως είναι για τον ατελή. Η τελειότης είναι κατ’ αυτούς καταστολή του έρωτος. Έτσι μόνον ο άνθρωπος ως ατελής έχει έρωτα, ενώ ο Θεός ως τέλειος δεν έχει έρωτα. Ο Θεός δεν μπορεί να έχη έρωτα, διότι είναι τέλειος, είναι αυτάρκης και για τον λόγον αυτόν είναι κατ’ αυτούς, το ακίνητον κινούν.
Δήτε όμως τώρα τι ισχύει στην Ορθόδοξο παράδοσι. Εκεί που ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης λέγει ότι ο Θεός είναι και κινούμενον, λέγει και κάτι άλλο. Λέγει επίσης ότι υπάρχουν μερικοί, οι οποίοι συζητούν το θέμα αν ο έρως και η αγάπη είναι το ίδιο πράγμα. Και αυτοί λένε ότι δεν είναι το ίδιο πράγμα. Άλλο έρως και άλλο αγάπη. Έτσι λένε, ο Θεός έχει αγάπη, αλλά δεν έχει έρωτα για τον άνθρωπο, ενώ ο άνθρωπος έχη έρωτα, πρέπει όμως να έχη μόνο αγάπη. Επικαλούμενος όμως ο άγιος Διονύσιος την δική του εμπειρία της θεώσεως καταλήγει στο ότι ο Θεός, δεν έχει μόνο αγάπη, αλλά και έρωτα για τον άνθρωπο. Λέγει επίσης ότι έρως και αγάπη για τον Θεό είναι το ίδιο πράγμα. Ποιος όμως Πλατωνικός θα μπορούσε να πη ότι ο Θεός έχει έρωτα για τον άνθρωπο; Αυτό αποκλείεται σ’ αυτούς.
Πατερική Θεολογία
Πρωτοπρ. Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου (†)
Καθηγητού Πανεπιστημίου
Βαπτίζεται ο νους στο φως Σου
και λαμπρύνεται και γίνεται φως
όμοιο της δόξας Σου,
και δικός Σου νους καλείται
όποιος αξιώθηκε να γίνει φως
και καταξιώνεται να ʽχει το δικό Σου Νου,
και γίνεται ένα μʼ Εσένα αδιαχώριστα.
Αγ. Συμεών του Νέου Θεολόγου. (ΛΘʼ), 61-70.
και λαμπρύνεται και γίνεται φως
όμοιο της δόξας Σου,
και δικός Σου νους καλείται
όποιος αξιώθηκε να γίνει φως
και καταξιώνεται να ʽχει το δικό Σου Νου,
και γίνεται ένα μʼ Εσένα αδιαχώριστα.
Αγ. Συμεών του Νέου Θεολόγου. (ΛΘʼ), 61-70.
Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με τον αμαρτωλό
Ένοιωσα θαυμασμό και έκσταση
και φόβο και χαρά
Αυτός που είναι πάνω απʼ όλα
και έξω απʼ όλα ο Δεσπότης Χριστός,
εξαγνίζει την ψυχή και το σώμα μου,
και με ντύνει με δόξα Θεϊκή
Με ανασύρει από τον Άδη της αμαρτίας
και με βάζει σε μέγα φως.
Με ανακαινίζει και με κάνει αθάνατο.
Η χάρις του Θεού με κάνει φωτιά και φως.
Κοινωνώντας το Σώμα και το Αίμα του Χριστού,
με δάκρυα μετανοίας, γίνομαι κιʼ εγώ Θεός αφού
ενώνομαι μαζί Του.
Άνθρωπος είμαι από τη φύση μου
αλλά Θεός με τη Χάρη Του.
Με τρόπο που δεν εξηγείται,
είμαι ενωμένος και δεμένος με το Θεό,
όπως το πυρακτωμένο σίδερο με τη φωτιά
και το γυαλί με το φως».
Αγ. Συμεών του Νέου Θεολόγου
και φόβο και χαρά
Αυτός που είναι πάνω απʼ όλα
και έξω απʼ όλα ο Δεσπότης Χριστός,
εξαγνίζει την ψυχή και το σώμα μου,
και με ντύνει με δόξα Θεϊκή
Με ανασύρει από τον Άδη της αμαρτίας
και με βάζει σε μέγα φως.
Με ανακαινίζει και με κάνει αθάνατο.
Η χάρις του Θεού με κάνει φωτιά και φως.
Κοινωνώντας το Σώμα και το Αίμα του Χριστού,
με δάκρυα μετανοίας, γίνομαι κιʼ εγώ Θεός αφού
ενώνομαι μαζί Του.
Άνθρωπος είμαι από τη φύση μου
αλλά Θεός με τη Χάρη Του.
Με τρόπο που δεν εξηγείται,
είμαι ενωμένος και δεμένος με το Θεό,
όπως το πυρακτωμένο σίδερο με τη φωτιά
και το γυαλί με το φως».
Αγ. Συμεών του Νέου Θεολόγου
Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με τον αμαρτωλό